❌
Σάββατο, 15 Ιουλίου 2023

Άγιοι Κήρυκος και Ιουλίττα η μητέρα του, Άγιος Βλαδίμηρος ο Ισαπόστολος βασιλιάς των Ρώσων
Κηρύκου μάρτυρος καὶ Ἰουλίττης τῆς μητρὸς αὐτοῦ (†305).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' ΙΓ´ 11 - 13


11 ὅτε ἤμην νήπιος, ὡς νήπιος ἐλάλουν, ὡς νήπιος ἐφρόνουν, ὡς νήπιος ἐλογιζόμην· ὅτε δὲ γέγονα ἀνήρ, κατήργηκα τὰ τοῦ νηπίου. 12 βλέπομεν γὰρ ἄρτι δι’ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι, τότε δὲ πρόσωπον πρὸς πρόσωπον· ἄρτι γινώσκω ἐκ μέρους, τότε δὲ ἐπιγνώσομαι καθὼς καὶ ἐπεγνώσθην. 13 νυνὶ δὲ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τὰ τρία ταῦτα· μείζων δὲ τούτων ἡ ἀγάπη.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' ΙΔ´ 1 - 5


1 Διώκετε τὴν ἀγάπην· ζηλοῦτε δὲ τὰ πνευματικά, μᾶλλον δὲ ἵνα προφητεύητε. 2 ὁ γὰρ λαλῶν γλώσσῃ οὐκ ἀνθρώποις λαλεῖ, ἀλλὰ τῷ Θεῷ· οὐδεὶς γὰρ ἀκούει, πνεύματι δὲ λαλεῖ μυστήρια· 3 ὁ δὲ προφητεύων ἀνθρώποις λαλεῖ οἰκοδομὴν καὶ παράκλησιν καὶ παραμυθίαν. 4 ὁ λαλῶν γλώσσῃ ἑαυτὸν οἰκοδομεῖ, ὁ δὲ προφητεύων ἐκκλησίαν οἰκοδομεῖ. 5 θέλω δὲ πάντας ὑμᾶς λαλεῖν γλώσσαις, μᾶλλον δὲ ἵνα προφητεύητε· μείζων γὰρ ὁ προφητεύων ἢ ὁ λαλῶν γλώσσαις, ἐκτὸς εἰ μὴ διερμηνεύῃ, ἵνα ἡ ἐκκλησία οἰκοδομὴν λάβῃ.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' ΙΓ´ 11 - 13


11 Αὐτὸ δὲ ποὺ σᾶς γράφω, θὰ τὸ καταλάβετε καλύτερα μὲ τὸ ἑξῆς παράδειγμα: Ὅταν ἤμην νήπιον, ὡς νήπιον ὡμίλουν, ὡς νήπιον ἐσκεπτόμην, ὡς νήπιον ἔκρινα καὶ ἐσυλλογιζόμην. Ὅταν ὅμως ἔγινα ἄνδρας, κατήργησα πλέον ἐκεῖνα τὰ νηπιώδη. Δὲν ὁμιλῶ πλέον σὰν νήπιον, ἡ σκέψις μου δὲ καὶ ὁ συλλογισμός μου εἶναι τώρα ὥριμα καὶ ἀνδρικά. Κατ’ ἀναλογίαν ἠμπορεῖτε νὰ σχηματίσετε κάποιαν ἰδέαν διὰ τὴν γνῶσιν καὶ τὴν ἄλλην τελειότητα, ποὺ θὰ μᾶς δοθῇ εἰς τὴν ἄλλην ζωήν. 12 Διότι τώρα βλέπομεν σὰν εἰς μεταλλινὸν καθρέπτην θαμπὰ καὶ τόσον ἀτελῶς, ὥστε μᾶς μένουν πολλὰ αἰνίγματα, ποὺ δὲν ἠμποροῦμεν νὰ τὰ ἐξηγήσωμεν. Τότε ὅμως θὰ ἴδωμεν φανερὰ καὶ καθαρά, διότι θὰ ἴδωμεν κατ’ εὐθεῖαν πρόσωπον μὲ πρόσωπον. Τώρα γνωρίζω μόνον ἕνα μέρος τῆς ἀληθείας. Τότε ὅμως θὰ λάβω τόσον τελείαν γνῶσιν, ὅσον τέλεια μὲ ἐγνώριζεν ὁ παντογνώστης Κύριος, ὅταν ἐνεργοῦσε τὴν ἐπιστροφήν μου καὶ μὲ ἐκαλοῦσεν εἰς τὸ ἀποστολικὸν ἀξίωμα. 13 Αὐτὰ θὰ γίνουν εἰς τὴν μέλλουσαν ζωήν. Τώρα δὲ εἰς τὴν παροῦσαν ζωὴν μένουν ἡ πίστις, ἡ ἐλπίς, καὶ ἡ ἀγάπη, αὐτὰ τὰ τρία. Μεγαλύτερα δὲ ἀπὸ αὐτὰ εἶναι ἡ ἀγάπη.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' ΙΔ´ 1 - 5


1 Αφοῦ λοιπὸν τόσον πολὺ ὑπερέχει ἡ ἀγάπη, ἐπιδιώκετε μὲ ἐπιμονὴν νὰ τὴν ἀποκτήσετε. Νὰ ἐπιθυμῆτε δὲ μὲ ζῆλον τὰ πνευματικὰ χαρίσματα, περισσότερον δὲ τὴν ἔμπνευσιν τοῦ προφητικοῦ χαρίσματος, διὰ νὰ διδάσκετε τοὺς πιστούς. 2 Τὸ προφητικὸν χάρισμα εἶναι ἀνώτερον ἀπὸ τὸ χάρισμα τῶν γλωσσῶν, ποὺ πολλοὶ ἀπὸ σᾶς ζηλεύουν νὰ τὸ εἶχαν. Διότι ἐκεῖνος, ποὺ ὁμιλεῖ γλώσσας, δὲν ὁμιλεῖ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ πρὸς τὸν Θεόν. Δὲν ὁμιλεῖ δὲ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους, διότι κανεὶς ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ ἀκούουν, δὲν καταλαβαίνει τὰ λεγόμενα, ἀλλὰ μὲ τὴν ψυχήν του, ποὺ διευθύνεται ἀπὸ τὸ χάρισμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, λαλεῖ αὐτὸς μυστηριώδεις ἀληθείας. 3 Ἐκεῖνος ὅμως, ποὺ προφητεύει, λέγει πρὸς τοὺς ἀνθρώπους λόγους, οἱ ὁποῖοι στηρίζουν εἰς τὴν πίστιν καὶ προτρέπουν καὶ ἐνισχύουν εἰς τὴν ἀρετὴν καὶ παρηγοροῦν εἰς τοὺς πειρασμό. 4 Ἐκεῖνος ποὺ λαλεῖ γλῶσσαν, αἰσθάνεται βέβαια τὴν ἐπενέργειαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία θερμαίνει καὶ ἐμπνέει τὸ ἐσωτερικόν του. Ἀλλ’ ἡ ἐπενέργεια αὐτὴ οἰκοδομεῖ μόνον τὸν ἑαυτόν του. Ἐκεῖνος ὅμως, ποὺ προφητεύει καὶ διδάσκει τὰς ἀληθείας τῆς πίστεως, οἰκοδομεῖ ὁλόκληρον σύναξιν πιστῶν. 5 Ἀφοῦ δὲ τὸ θέλετε σεῖς, τὸ θέλω καὶ ἐγὼ νὰ λαλῆτε ὅλοι σας γλώσσας, περισσότερον ὅμως θέλω νὰ προφητεύετε. Διότι ἀνώτερος ἐξ ἐπόψεως τῆς ὠφελείας ποὺ γίνεται εἰς τοὺς ἀδελφούς, εἶναι ἐκεῖνος ποὺ προφητεύει καὶ διδάσκει, παρὰ ἐκεῖνος ποὺ λαλεῖ γλώσσας, ἐκτὸς ἐὰν ὁ ἴδιος διερμηνεύῃ καὶ ἐξηγῇ τὰ ὅσα λέγει, ὥστε ἡ σύναξις τῶν πιστῶν κατανοοῦσα τὰ λεγάμενα νὰ λάβῃ οἰκοδομὴν καὶ ὠφέλειαν.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' ΙΓ´ 11 - 13


11 Οταν ήμουν νήπιον, σαν νήπιον ωμιλούσα· είχα φρονήματα και σκέψεις νηπίου και σαν νήπιον εσυλλογιζόμουν και έκρινα. Οταν όμως έγινα άνδρας, κατήργησα και αφήκα πλέον τας νηπιώδεις γνώσεις και τον νηπιώδη τρόπον του σκέπτεσθαι. (Εις την παρούσαν ζωήν έχομεν την ατελή και ανανάπτυκτον διάνοιαν και γνώσιν του νηπίου). 12 Διότι τώρα βλέπομεν σαν μέσα σε μεταλλινόν θαμπόν καθρέπτην θαμπά και ακαθόριστα, ώστε να μας μένουν πολλά ασαφή και σκοτεινά, άλυτα προβλήματα και απορίαι, τότε όμως θα ίδωμεν πρόσωπον προς πρόσωπον, φανερά και καθαρά. Τωρα γνωρίζω ένα μέρος της αληθείας, τότε όμως θα αποκτήσω τελείαν επίγνωσιν, θα λάβω τόσον καθαράν και τελείαν γνώσιν, όσον πλήρως και τελείως με έχει γνωρίσει και με ωδήγησεν στον δρόμον της σωτηρίας ο παντογνώστης Θεός. 13 Εις δε την παρούσαν ζωήν, μένει η πίστις, η ελπίς και η αγάπη, τα τρία αυτά, μεγαλύτερα δε μεταξύ αυτών είναι η αγάπη.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' ΙΔ´ 1 - 5


1 Λοιπόν, αγωνίζεσθε, με επιμονήν να αποκτήσετε την αγάπην. Να επιθυμήτε με φλογερόν ζήλον τα πνευματικά χαρίσματα· περισσότερον δε από κάθε άλλον το χάρισμα και την ικανότητα να εξαγγέλλετε το θέλημα και την βουλήν του Θεού στους πιστούς. 2 Διότι εκείνος που ομιλεί ξένας γλώσσας, δεν ομιλεί προς τους ανθρώπους, αφού ως ξενόγλωσσον δεν τον εννοούν, αλλ' ομιλεί προς τον Θεόν· διότι κανείς δεν τον ακούει με ενδιαφέρον, αφού δεν τον καταλαβαίνει, εφ' όσον αυτός με το πνεύμα του, που έχει βέβαια τον φωτισμόν και την χάριν του Αγίου Πνεύματος, λαλεί αγνώστους και μυστηριώδεις αληθείας. 3 Εκείνος όμως που εξαγγέλει στους ανθρώπους το θέλημα και την βουλήν του Θεού ομιλεί κατά τρόπον ωφέλιμον και οικοδομητικόν και ενθαρρύνει και παρηγορεί τους πιστούς με την διδασκαλίαν του. 4 Εκείνος που ομολεί ξένην γλώσσαν, οικοδομείται βέβαι ο ίδιος από τα νοήματά που του εμπνέει το Πνεύμα το Αγιον. Εκείνος όμως που διδάσκει τας αληθείας της πίστεως, οικοδομεί όλο το πλήθος των πιστών, που τον ακούουν. 5 Και εγώ βέβαια θέλω να ομιλήτε όλοι σας ξένας γλώσσας, αφού τόσον πολύ το επιθυμείτε. Περισσότερον όμως θέλω να έχετε τον πλούτον της γνώσεως του Αγίου Πνεύματος και να εξαγγέλλετε το θέλημα και την βουλήν του Κυρίου. Διότι από απόψεως πνευματικής οικοδομής και εξυπηρετήσεως των πιστών, είναι ανώτερος εκείνος, που διδάσκει, από εκείνον που ομιλεί ξένας γλώσσας, εκτός εάν ο ίδιος εξηγή όσα λέγει, δια να οικοδομηθή εις την αλήθειαν και την αρετήν η Εκκλησία, οι πιστοί.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Θ´ 18 - 26


18 Ταῦτα αὐτοῦ λαλοῦντος αὐτοῖς ἰδοὺ ἄρχων εἷς προσελθὼν προσεκύνει αὐτῷ λέγων ὅτι Ἡ θυγάτηρ μου ἄρτι ἐτελεύτησεν· ἀλλὰ ἐλθὼν ἐπίθες τὴν χεῖρά σου ἐπ’ αὐτήν καὶ ζήσεται. 19 καὶ ἐγερθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἠκολούθησεν αὐτῷ καὶ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ. 20 Καὶ ἰδοὺ γυνὴ, αἱμορροοῦσα δώδεκα ἔτη, προσελθοῦσα ὄπισθεν ἥψατο τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου αὐτοῦ· 21 ἔλεγεν γὰρ ἐν ἑαυτῇ, Ἐὰν μόνον ἅψωμαι τοῦ ἱματίου αὐτοῦ, σωθήσομαι. 22 ὁ δὲ Ἰησοῦς ἐπιστραφεὶς καὶ ἰδὼν αὐτὴν εἶπε· Θάρσει, θύγατερ· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε. καὶ ἐσώθη ἡ γυνὴ ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης. 23 Καὶ ἐλθὼν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὴν οἰκίαν τοῦ ἄρχοντος καὶ ἰδὼν τοὺς αὐλητὰς καὶ τὸν ὄχλον θορυβούμενον λέγει αὐτοῖς· 24 Ἀναχωρεῖτε· οὐ γὰρ ἀπέθανε τὸ κοράσιον ἀλλὰ καθεύδει· καὶ κατεγέλων αὐτοῦ. 25 ὅτε δὲ ἐξεβλήθη ὁ ὄχλος, εἰσελθὼν ἐκράτησε τῆς χειρὸς αὐτῆς, καὶ ἠγέρθη τὸ κοράσιον. 26 καὶ ἐξῆλθεν ἡ φήμη αὕτη εἰς ὅλην τὴν γῆν ἐκείνην.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Θ´ 18 - 26


18 Ἐνῷ δὲ τοὺς ἔλεγε ταῦτα ὁ Ἰησοῦς, ἰδοὺ κάποιος ἄρχων τῆς συναγωγῆς, αφοῦ τον πλησίασε, τὸν έπροσκύνει λέγων ὅτι ἡ θυγάτηρ μου πρὸ ὀλίγου ἀπέθανεν· ἀλλ’ ἐλθὲ καὶ βάλε τὴν χεῖρα σου ἐπάνω της καὶ θὰ ζήσῃ. 19 Καὶ ὁ Ἰησοῦς, ἀφοῦ ἐσηκώθη ἀπὸ τὴν τράπεζαν, τὸν ἠκολούθησε, καθὼς καὶ οἱ μαθηταί του. 20 Καὶ ἰδοὺ μία γυναῖκα, ποὺ ἔπασχεν ἀπὸ αἱμορραγίαν ἐπὶ δώδεκα χρόνια, ἐπλησίασεν ἀπ’ ὀπίσω κρυφά, ἐπειδὴ ἐντρέπετο νὰ γίνῃ φανερὸν τὸ νόσημά της, καὶ ἤγγισε τὸ ἄκρον τοῦ ἐξωτερικοῦ του ἐνδύματος. 21 Ἔπραξε δὲ τοῦτο, διότι ἔλεγε μέσα της, καὶ μόνον ἐὰν ἐγγίσω τὸ ἔνδυμά του, θὰ γίνω ὑγιής. 22 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως ἔστρεψεν ὀπίσω καὶ σὰν τὴν εἶδεν, εἶπεν· Ἔχε θάρρος, κόρη μου· ἡ πίστις καὶ πεποίθησις ποὺ εἶχες, ὅτι θὰ ἐθεραπεύεσο, ἐὰν ἤγγιζες τὸ ἔνδυμά μου, σὲ ἔχει θεραπεύσει.Καὶ ἔγινε τελείως ὑγιὴς ἡ γυναῖκα ἀπὸ τὴν ὥραν ἐκείνην. 23 Καὶ ὅταν ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὸ σπίτι τοῦ ἄρχοντος καὶ εἶδεν ἐκείνους ποὺ ἔπαιζαν μὲ τὸν αὐλὸν θλιβερὰ μοιρολόγια καὶ τὸ πλῆθος τῶν συγγενῶν καὶ γνωρίμων νὰ δημιουργοῦν μὲ τὸν θρῆνον τους θόρυβον, λέγει εἰς αὐτούς· 24 Φύγετε ἀπ’ ἐδῶ, διότι τὸ κοράσιον δὲν ἀπέθανεν, ἀλλὰ κοιμᾶται.Καὶ ἐκεῖνοι τὸν ἐπεριγελοῦσαν, διότι ἦσαν βέβαιοι ὅτι τὸ κοράσιον ἦτο πεθαμένο. 25 Ὅταν δὲ τὸ πλῆθος ἐβγῆκεν ἔξω, ἐμβῆκεν εἰς τὸ δωμάτιον τῆς νεκρᾶς καὶ ἔπιασε τὸ χέρι της καὶ ἀνεστήθη τὸ κοράσιον. 26 Καὶ διεδόθη ἡ φήμη περὶ τοῦ θαύματος εἰς ὅλην τὴν χώραν ἐκείνην.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Θ´ 18 - 26


18 Ενώ δε έλεγεν αυτά ο Ιησούς, ιδού ένας άρχων της συναγωγής ήλθε προς αυτόν, έσκυψεν έως το έδαφος, τον προσκύνησε με βαθύτατον σεβασμόν και του είπεν ότι “η κόρη μου προ ολίγου απέθανεν, αλλά έλα, βάλε το χέρι σου επάνω εις αυτήν και θα ζήση”. 19 Εσηκώθη ο Ιησούς και τον ηκολούθησε, καθώς και οι μαθηταί του. 20 Και ιδού, καθώς επροχωρούσαν, μία γυναίκα, που έπασχε από αιμορραγίαν δώδεκα έτη, επλησίασε από πίσω και ήγγισε με πίστιν την άκρη από το ένδυμα αυτού. 21 Διότι, έλεγε από μέσα της, και μόνον εάν εγγίσω το ένδυμα αυτού θα σωθώ από την ασθένειάν μου. 22 Ο δε Ιησούς εγύρισε, την είδε και της είπε· “θάρρος, κόρη μου· η πίστις, με την οποίαν ήγγισες το ένδυμά μου, σε έχει σώσει”. Και πράγματι από την ώραν εκείνην εθεραπεύθη η γυναίκα και έγινε τελείως υγιής. 23 Οταν δε ήλθε ο Ιησούς στο σπίτι του άρχοντος και είδε αυτούς, που με τους αυλούς των έπαιζαν πένθιμα και νεκρικά τραγούδια, και τον όχλον να θρηνή και να ολοφύρεται και να δημιουργή θόρυβον, είπε προς αυτούς. 24 “Πηγαίνετε· διότι η μικρή κόρη δεν απέθανε, αλλά κοιμάται”. Και εκείνοι τον περιγελούσαν, διότι ήξευραν πολύ καλά ότι η κόρη είχεν πεθάνει. 25 Οταν δε εδιώχθη ο όχλος έξω από την αίθουσαν, που ευρίσκετο η νεκρά, εισήλθεν ο Ιησούς, επιασε το χέρι της και αμέσως εκείνη ανεστήθη. 26 Και διεδόθη η φήμη περί της αναστάσεως της νεκράς κόρης εις όλην την χώραν εκείνην.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα