❌
Πέμπτη, 01 Ιουνίου 2023

Άγιος Ιουστίνος ο Απολογητής και φιλόσοφος, Άγιος Θεσπέσιος, Ανάμνηση της απαλλαγής της νήσου Λευκάδας από την αρρώστια πανώλη, το έτος 1743, Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς
Ἰουστίνου φιλοσόφου καὶ μάρτυρος (†166). Πύρρου ἐπισκόπου.
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΚΕ´ 13 - 19


13 Ἡμερῶν δὲ διαγενομένων τινῶν Ἀγρίππας ὁ βασιλεὺς καὶ Βερνίκη κατήντησαν εἰς Καισάρειαν ἀσπασόμενοι τὸν Φῆστον. 14 ὡς δὲ πλείους ἡμέρας διέτριβον ἐκεῖ, ὁ Φῆστος τῷ βασιλεῖ ἀνέθετο τὰ κατὰ τὸν Παῦλον λέγων· Ἀνήρ τίς ἐστι καταλελειμμένος ὑπὸ Φήλικος δέσμιος, 15 περὶ οὗ γενομένου μου εἰς Ἱεροσόλυμα ἐνεφάνισαν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι τῶν Ἰουδαίων αἰτούμενοι κατ’ αὐτοῦ δίκην· 16 πρὸς οὓς ἀπεκρίθην ὅτι οὐκ ἔστιν ἔθος Ρωμαίοις χαρίζεσθαί τινα ἄνθρωπον εἰς ἀπώλειαν πρὶν ἢ ὁ κατηγορούμενος κατὰ πρόσωπον ἔχοι τοὺς κατηγόρους τόπον τε ἀπολογίας λάβοι περὶ τοῦ ἐγκλήματος. 17 συνελθόντων οὖν αὐτῶν ἐνθάδε ἀναβολὴν μηδεμίαν ποιησάμενος τῇ ἑξῆς καθίσας ἐπὶ τοῦ βήματος ἐκέλευσα ἀχθῆναι τὸν ἄνδρα· 18 περὶ οὗ σταθέντες οἱ κατήγοροι οὐδεμίαν αἰτίαν ἐπέφερον ὧν ὑπενόουν ἐγὼ, 19 ζητήματα δέ τινα περὶ τῆς ἰδίας δεισιδαιμονίας εἶχον πρὸς αὐτὸν καὶ περί τινος Ἰησοῦ τεθνηκότος, ὃν ἔφασκεν ὁ Παῦλος ζῆν.

ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΚΕ´ 13 - 19


13 Ἀφοῦ δὲ ἐπέρασαν μερικαὶ ἡμέραι, ὁ βασιλεὺς Ἀγρίππας ὁ νεώτερος, ὁ υἱὸς τοῦ Ἀγρίππα τοῦ πρώτου, καὶ ἡ ἀδελφὴ τοῦ Βερνίκη ἦλθον εἰς Καισαρείαν, διὰ να χαιρετήσουν καὶ συγχαροῦν τὸν Φῆστον. 14 Σὰν ἔμεναν δὲ ἐκεῖ περισσοτέρας ἡμέρας, ὁ Φῆστος ἐξέθεσεν εἰς τὸν βασιλέα τὴν ἀφορῶσαν εἰς τὸν Παῦλον ὑπόθεσιν, λέγων· Εἶναι κάποιος ἄνθρωπος, τὸν ὁποῖον ὁ Φῆλιξ ἀφῆκε φυλακισμένον. 15 Περὶ αὐτοῦ, ὅταν ἐπῆγα εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, ἐπέδωκαν καταγγελίαν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι τῶν Ἰουδαίων καὶ ἐζήτουν νὰ τὸν δικάσω καὶ νὰ ἐκδώσω καταδικαστικὴν ἀπόφασιν κατ’ αὐτοῦ. 16 Ἀπήντησα ὅμως πρὸς τούτους, ὅτι δὲν εἶναι συνήθεια εἰς τοὺς Ρωμαίους χαριζόμενοι νὰ παραδίδουν ἕνα ἄνθρωπον εἰς θάνατον καὶ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἐκδοθῇ καταδικαστικὴ ἀπόφασις, προτοῦ ὁ κατηγορούμενος ἔλθῃ εἰς ἀντιπαράστασιν κατὰ πρόσωπον πρὸς τοὺς κατηγόρους του καὶ προτοῦ λάβῃ εὐκαιρίαν νὰ ἀπολογηθῇ διὰ τὸ ἔγκλημα, ποὺ κατηγορεῖται. 17 Ἀφοῦ λοιπὸν αὐτοὶ ἦλθαν μαζί μου ἐδῶ, χωρὶς νὰ κάμω καμμίαν ἀναβολήν, ἐκάθισα ἐπὶ τοῦ δικαστικοῦ βήματος καὶ διέταξα νὰ προσαχθῇ ὁ ἄνθρωπος. 18 Ἀλλ’ οἱ κατήγοροι, ὅταν ἐστάθησαν εἰς τὸ κριτήριον, δὲν ἔφεραν κατ’ αὐτοῦ καμμίαν κατηγορίαν ἐξ ἐκείνων, τὰς ὁποίας ἐγὼ ὑπέθετον καὶ περὶ τῶν ὁποίων προβλέπει ὁ ρωμαϊκὸς νόμος. 19 Ἀλλ’ εἶχαν μαζί του κάποια ζητήματα περὶ τῆς ἰδικῆς των θρησκείας καὶ διὰ κάποιον Ἰησοῦν πεθαμένον, περὶ τοῦ ὁποίου ἰσχυρίζετο ὁ Παῦλος, ὅτι ζῇ.

ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΚΕ´ 13 - 19


13 Αφού δε επέρασαν μερικές ημέρες, ο βασιλεύς Αγρίππας και η αδελφή του Βερνίκη ήλθαν εις την Καισάρειαν με τον σκοπόν να χαιρετήσουν και να συγχαρούν τον Φήστον. 14 Καθώς δε παρέμειναν εκεί περισσότερες ημέρες, ο Φήστος εξέθεσε στον βασιλέα τα κατά τον Παύλον λέγων· “κάποιος άνθρωπος έχει αφεθή φυλακισμένος από τον Φηλικα. 15 Δι' αυτόν, όταν εγώ επήγα εις Ιεροσόλυμα, μου επέδωσαν καταγγελίαν οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι των Ιουδαίων, ζητούντες να τον δικάσω και καταδικάσω. 16 Απήντησα όμως εις αυτούς ότι δεν υπάρχει συνήθεια στους Ρωμαίους, δια να φανούν ευχάριστοι εις κάποιους, να παραδίδουν ένα άνθρωπον εις θάνατον, πριν ο κατηγορούμενος έλθη εις αντιπαράστασιν προς τους μηνυτάς του και πριν λάβη το δικαίωμα να απολογηθή δια το έγκλημα, που κατηγορείται. 17 Οταν δε αυτοί ήλθαν μαζή μου εδώ, εγώ χωρίς καμμίαν αναβολήν εκάθισα αμέσως την επομένην ημέραν στο δικαστικόν βήμα και διέταξα να προσαχθή ο άνθρωπος αυτός. 18 Οι κατήγοροι όμως, όταν εστάθησαν εις την δικαστικήν αίθουσαν, δεν διετύπωσαν καμμίαν εναντίον του κατηγορίαν, από εκείνας τας οποίας εγώ υπέθετα και επερίμενα. 19 Αλλά είχαν εναντίον του κάποια ζητήματα περί της ιδικής των θρησκείας και δια κάποιον Ιησούν πεθαμένον, δια τον οποίον ο Παύλος έλεγε ότι ζη.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙϚ´ 23 - 33


23 καὶ ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ ἐμὲ οὐκ ἐρωτήσετε οὐδέν· ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ὅσα ἄν αἰτήσητε τὸν πατέρα ἐν τῷ ὀνόματί μου, δώσει ὑμῖν. 24 ἕως ἄρτι οὐκ ᾐτήσατε οὐδὲν ἐν τῷ ὀνόματί μου· αἰτεῖτε καὶ λήψεσθε, ἵνα ἡ χαρὰ ὑμῶν ᾖ πεπληρωμένη. 25 Ταῦτα ἐν παροιμίαις λελάληκα ὑμῖν· ἀλλ’ ἔρχεται ὥρα ὅτε οὐκέτι ἐν παροιμίαις λαλήσω ὑμῖν, ἀλλὰ παρρησίᾳ περὶ τοῦ πατρὸς ἀπαγγελῶ ὑμῖν. 26 ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ ἐν τῷ ὀνόματί μου αἰτήσεσθε· καὶ οὐ λέγω ὑμῖν ὅτι ἐγὼ ἐρωτήσω τὸν πατέρα περὶ ὑμῶν· 27 αὐτὸς γὰρ ὁ πατὴρ φιλεῖ ὑμᾶς, ὅτι ὑμεῖς ἐμὲ πεφιλήκατε, καὶ πεπιστεύκατε ὅτι ἐγὼ παρὰ τοῦ Θεοῦ ἐξῆλθον. 28 ἐξῆλθον παρὰ τοῦ πατρὸς καὶ ἐλήλυθα εἰς τὸν κόσμον· πάλιν ἀφίημι τὸν κόσμον καὶ πορεύομαι πρὸς τὸν πατέρα. 29 Λέγουσιν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ· Ἴδε νῦν παρρησίᾳ λαλεῖς, καὶ παροιμίαν οὐδεμίαν λέγεις. 30 νῦν οἴδαμεν ὅτι οἶδας πάντα καὶ οὐ χρείαν ἔχεις ἵνα τίς σε ἐρωτᾷ· ἐν τούτῳ πιστεύομεν ὅτι ἀπὸ Θεοῦ ἐξῆλθες. 31 ἀπεκρίθη αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Ἄρτι πιστεύετε· 32 ἰδοὺ ἔρχεται ὥρα, καὶ νῦν ἐλήλυθεν, ἵνα σκορπισθῆτε ἕκαστος εἰς τὰ ἴδια καὶ ἐμὲ μόνον ἀφῆτε· καὶ οὐκ εἰμὶ μόνος, ὅτι ὁ πατὴρ μετ’ ἐμοῦ ἐστι. 33 ταῦτα λελάληκα ὑμῖν ἵνα ἐν ἐμοὶ εἰρήνην ἔχητε. ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἔξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙϚ´ 23 - 33


23 23 Καὶ κατ’ ἐκείνην τὴν ἡμέραν, κατὰ τὴν ὁποίαν θὰ λάβετε τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ θὰ μὲ αἰσθανθῆτε νὰ ζῶ μέσα σας, δὲν θὰ ἔχετε πλέον ἀνάγκην νὰ μοῦ θέτετε ἐρωτήσεις διὰ κανὲν ἀπὸ αὐτά, τὰ ὁποῖα τώρα σᾶς φαίνονται ἀκατανόητα. Ἀληθῶς, ἀληθῶς σᾶς λέγω, ὅτι ὀσαδήποτε ζητήσετε διὰ προσευχῆς ἀπὸ τὸν Πατέρα ἐπικαλούμενοι τὸ ὄνομά μου, θὰ σᾶς τὰ δώσῃ. Αὐτὸς λοιπὸν θὰ σᾶς φωτίζῃ καὶ τότε εἰς πᾶσαν ἀπορίαν σας. 24 24 Ἕως τώρα, ποὺ δὲν εἶχεν ἀκόμη προσφερθῇ ἡ θυσία μου, δὲν ἐζητήσατε τίποτε μὲ ἐπίκλησιν τοῦ ὀνόματός μου ὡς μεσίτου καὶ ἀρχιερέως σας πρὸς τὸν Πατέρα μου. Ἀπὸ τώρα ὅμως καὶ εἰς τὸ ἑξῆς νὰ ζητᾶτε συνεχῶς καὶ θὰ λάβετε ὅ,τι ζητάτε, διὰ νὰ εἶναι τελεία ἡ χαρά, τὴν ὁποίαν θὰ δοκιμάζετε ἐκ τοῦ ὅτι θὰ εἰσακούεται ἡ προσευχή σας. 25 25 Ταῦτα εἰκονικῶς καὶ συνεσκιασμένως καὶ μὲ κάποιαν ἀσάφειαν σᾶς ἐλάλησα, ἐπειδὴ ὁ νοῦς σας δὲν εἶναι ἀκόμη φωτισμένος, καὶ δι’ αὐτό, ὅπως καὶ ἂν σᾶς τὰ εἴπω, δὲν θὰ τὰ καταλάβετε. Ἔρχεται ὅμως καιρός, κατὰ τὸν ὁποῖον δὲν θὰ σᾶς ὀμιλήσω πλέον μὲ ἀσάφειαν καὶ συνεσκιασμένως, ἄλλα διὰ μέσου τοῦ φωτισμοῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος θὰ σᾶς πληροφορήσω σαφῶς καὶ καθαρὰ περὶ τοῦ Θεοῦ, τὸν ὁποῖον θὰ γνωρίσετε ὡς Πατέρα ὄχι μόνον ἰδικόν μου, ἀλλὰ καὶ ἰδικόν σας. 26 26 Κατ’ ἐκεῖνον τὸν καιρὸν θὰ ζητήσετε διὰ προσευχῆς ἐπικαλούμενοι τὸ ὄνομά μου καὶ ἐνωμένοι διὰ τῆς πίστεως μὲ ἐμέ. Καὶ λόγῳ τῆς ἀμέσου τότε σχέσεως, τὴν ὁποίαν θὰ ἔχετε μὲ τὸν Πατέρα μου, δὲν σᾶς λέγω πλέον, ὅτι ἐγὼ θὰ παρακαλέσω τὸν Πατέρα διὰ σᾶς. 27 27 Διότι μόνος του καὶ ἀφ’ ἑαυτοῦ ὁ Πατὴρ σᾶς ἀγαπᾷ. Καὶ σᾶς ἀγαπᾷ, διότι καὶ σεῖς ἔχετε ἀγαπήσει ἐμὲ καὶ ἔχετε πιστεύσει, ὅτι ἐγὼ ἐγεννήθην ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ ἀπὸ αὐτὸν ἀπεστάλην εἰς τὸν κόσμον. 28 28 Ἤμην εἰς τοὺς κόλπους τοῦ Πατρὸς ὡς γνήσιος υἱός του καὶ ἐβγῆκα ἀπὸ τὸν Πατέρα διὰ τῆς ἐνανθρωπήσεώς μου. Καὶ ἦλθα εἰς τὸν κόσμον. Πάλιν τώρα διὰ τοῦ θανάτου μου ἀφίνω τὸν κόσμον καὶ διὰ τῆς ἀναλήψεώς μου πηγαίνω πρὸς τὸν Πατέρα καὶ λαμβάνω καὶ ὡς ἄνθρωπος τὴν δόξαν, τὴν ὁποίαν καὶ ὡς Θεὸς ἔχω ἀϊδίως. 29 29 Λέγουν εἰς αὐτὸν οἱ μαθηταί του· Νά, τώρα ὁμιλῆς καθαρὰ καὶ δὲν λέγεις τίποτε συνεσκιασμένον καὶ ἀσαφές. 30 30 Τώρα πού, χωρὶς νὰ σοῦ εἴπῃ κανεὶς τίποτε, ἐγνώρισες τὰς ἀπορίας μας καὶ τοὺς μυστικοὺς διαλογισμούς μας, πληροφορούμεθα καὶ ἡμεῖς, ὅτι τὰ ἡξεύρεις ὅλα καὶ αὐτὰς ἀκόμη τὰς ἀποκρύφους σκέψεις τῶν ἀνθρώπων· καὶ δὲν ἔχεις ἀνάγκην νὰ σὲ ἐρωτᾷ κανείς, ἀλλὰ τὸν προλαμβάνεις καὶ δίδεις ἀπόκρισιν εἰς τὰς ἀπορίας του. Λάγω τῆς ὑπερφυσικῆς αὐτῆς γνώσεώς σου πιστεύομεν, ὅτι κατάγεσαι ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ ἀπὸ αὐτὸν ἀπεστάλης εἰς τὸν κόσμον. 31 31 Ἀπεκρίθη εἰς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς· Τώρα πιστεύετε. Δὲν εἶναι ὅμως ἀκόμη σταθερὰ καὶ ἀδιάσειστος ἡ πίστις σας. 32 32 Ἰδοὺ ἔρχεται ὥρα, καὶ ἔφθασε τώρα ἡ ὥρα αὐτή, διὰ νὰ σκορπισθῆτε καὶ ἐπιστρέψετε ὁ καθένας σας εἰς τὰ σπίτια σας καὶ νὰ μὲ ἀφήσετε μοναχόν. Καὶ ὅμως οὔτε τώρα, οὔτε τότε θὰ εἶμαι μοναχός, διότι ὁ Πατὴρ εἶναι μαζί μου. 33 33 Σᾶς εἶπα αὐτά, διὰ νὰ ἔχετε εἰρήνην διὰ τῆς κοινωνίας καὶ ἑνώσεως σας μὲ ἐμέ. Ἐφ’ ὅσον εἶσθε ἐν μέσῳ τοῦ κόσμου, θὰ ἔχετε θλῖψιν. Ἀλλ’ ἔχετε θάρρος· ἐγὼ ἔχω νικήσει τὸν κόσμον καὶ μὲ τὴν νίκην μου αὐτὴν ἐξησφάλισα καὶ εἰς σᾶς τὸν θρίαμβον καὶ τὴν δόξαν.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙϚ´ 23 - 33


23 Κατά την ημέραν εκείνην που θα κατέλθη εις σας το Πνεύμα το Αγιον, δεν θα με ερωτήσετε τίποτε, διότι θα σας έχη φωτίσει Εκείνο. Αληθώς σας λέγω, ότι όσα ζητήσετε από τον Πατέρα μου εν τω ονόματί μου, θα σας τα δώση. 24 Εως τώρα δεν έχετε ζητήσει τίποτε, επικαλούμενοι το όνομα εμού, που είμαι ο αιώνιος αρχιερεύς και μεσίτης ιδικός σας πλησίον του Πατρός. Από εδώ όμως και πέρα να ζητήτε πάντοτε και θα λαμβάνετε, δια να είναι έτσι πλήρης και τελεία η χαρά σας εκ του γεγονότος ότι ο Πατήρ θα ακούη τας προσευχάς σας. 25 Αυτά σας τα είπα με παραβολάς και αλληγορίας, κάπως συνεσκιασμένα και ασαφή, επειδή όσον καθαρά και αν σας τα είπω, δεν είσθε ακόμη εις θέσιν να τα εννοήσετε. Ερχεται όμως ώρα, οπότε δεν θα σας ομιλήσω πλέον με παραβολές και αλληγορίες, αλλά θα σας αναγγείλω καθαρά και ξάστερα τα περί του Πατρός και τα οποία με τον φωτισμόν του Αγίου Πνεύματος θα τα εννοήσετε εντελώς. 26 Κατά τον καιρόν εκείνον θα ζητήσετε, εν τω ονόματί μου, ότι θέλετε από τον Πατέρα. Και τότε δεν σας λέγω ότι εγώ θα παρακαλέσω τον Πατέρα για σας. 27 Και τούτο διότι αυτός ο ίδιος ο Πατήρ μου σας αγαπά, επειδή και σεις έχετε αγαπήσει εμέ και έχετε πιστεύσει ότι εγώ εγεννήθην από τον Θεόν και από αυτόν έχω σταλή στον κόσμον. 28 Μονογενής εγώ Υιός του Πατρός, εβγήκα από τον Πατέρα με την ενανθρώπησίν μου και ήλθα στον κόσμον. Παλιν αφίνω τον κόσμον και πηγαίνω προς τον Πατέρα”. 29 Λεγουν προς αυτόν οι μαθηταί του· “ιδού τώρα ομιλείς καθαρά, και δεν λέγεις καμμίαν δυσκολονόητον παραβολήν. 30 Τωρα, που χωρίς να σου είπωμεν τίποτε είδες τας απορίας μας, επείσθημεν ότι γνωρίζεις τα πάντα και δεν έχεις ανάγκην να σου διατυπώση κανείς την ερώτησίν του, δια να γνωρίσης τι σκέπτεται. Ακριβώς λόγω της παγγνωσίας σου αυτής πιστεύομεν ότι κατάγεσαι από τον Θεόν και από αυτόν έχεις σταλή στον κόσμον”. 31 Απήντησεν εις αυτούς ο Ιησούς· “τώρα πιστεύετε, και όμως θα κλονισθή η πίστις σας. 32 Ιδού έρχεται ώρα, και έχει έλθει τώρα η ώρα, να διασκορπισθήτε και να γυρίσετε ο καθένας εις τα σπίτια σας και να με αφήσετε μόνον. Και όμως εγώ δεν είμαι μόνος· διότι ο Πατήρ είναι μαζή μου. 33 Αυτά σας τα είπα, δια να έχετε ειρήνην, καρπόν της πνευματικής επικοινωνίας και ενώσεώς σας με εμέ. Εις τον κόσμον τούτον θα έχετε θλίψιν, αλλά να έχετε θάρρος. Εγώ έχω νικήσει τον κόσμον. Και σεις με την ιδικήν μου δύναμιν θα νικήσετε τον κόσμον και θα αναδειχθήτε ένδοξοι θριαβευταί”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα