❌
Κυριακή, 15 Ιανουαρίου 2023

Όσιος Παύλος ο Θηβαίος, Όσιος Ιωάννης ο Καλυβίτης ο δια Χριστόν πτωχός
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ' ΛΟΥΚΑ. Παύλου ὁσίου τοῦ Θηβαίου καὶ Ἰωάννου τοῦ καλυβίτου. Γερασίμου (Παλλαδᾶ) πατριάρχου Ἀλεξανδρείας.
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον
Ἑωθινόν


ΠΡΟΣ ΚΟΛΟΣΣΑΕΙΣ Γ´ 4 - 11


4 ὅταν ὁ Χριστὸς φανερωθῇ, ἡ ζωὴ ὑμῶν, τότε καὶ ὑμεῖς σὺν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ. 5 Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ τὴν πλεονεξίαν ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία, 6 δι’ ἃ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας, 7 ἐν οἷς καὶ ὑμεῖς περιεπατήσατέ ποτε, ὅτε ἐζῆτε ἐν αὐτοῖς· 8 νυνὶ δὲ ἀπόθεσθε καὶ ὑμεῖς τὰ πάντα, ὀργήν, θυμόν, κακίαν, βλασφημίαν, αἰσχρολογίαν ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν· 9 μὴ ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους, ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ 10 καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν νέον τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ’ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν, 11 ὅπου οὐκ ἔνι Ἕλλην καὶ Ἰουδαῖος, περιτομὴ καὶ ἀκροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δοῦλος, ἐλεύθερος, ἀλλὰ τὰ πάντα καὶ ἐν πᾶσι Χριστός.

ΠΡΟΣ ΚΟΛΟΣΣΑΕΙΣ Γ´ 4 - 11


4 Ὅταν ὁ Χριστὸς φανερωθῇ, ὁ αἴτιος καὶ ὁ χορηγὸς τῆς πνευματικῆς ταύτης ζωῆς μας, τότε καὶ σεῖς μαζὶ μὲ αὐτὸν θὰ φανερωθῆτε δοξασμένοι. 5 Νεκρώσατε λοιπὸν τὰ μέλη σας, ποὺ ἐπιθυμοῦν τὰς γηΐνας ἀπολαύσεις καὶ ἡδονάς. Νεκρώσατε τὴν πορνείαν, τὴν άκαθαρσίαν, κάθε πάθος καὶ ὑποδούλωσιν εἰς τὸ κακόν, κάθε κακὴν ἐπιθυμίαν, καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἡ ὁποία εἶναι λατρεία εἰς τὸ εἴδωλον τοῦ χρήματος. 6 Διὰ τὰ ἁμαρτήματα αὐτὰ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ εἰς αὐτούς, ποὺ συστηματικὲς καὶ μὲ ἐπιμονὴν ἀπειθοῦν. 7 Εἰς τὰ ἁμαρτήματα αὐτὰ καὶ σεῖς ἐπεριπατήσατε καὶ ἐδουλεύσατε κάποτε, ὅταν ἐζῆτε μεταξὺ αὐτῶν τῶν ἀπειθῶν ἀνθρώπων. 8 Τώρα ὅμως βγάλετε ἀπὸ ἐπάνω σας καὶ σεῖς, σὰν ἄλλο ἀκάθαρτον ἔνδυμα, ὅλα αὐτὰ τὰ κακά, τὴν ὀργήν, τὸν θυμόν, τὴν στρεβλότητα καὶ πονηρίαν, τὴν κακολογίαν, τὴν αἰσχρολογίαν ἀπὸ τὸ στόμα σας. 9 Μὴ ψεύδεσθε μεταξύ σας ὁ ἕνας εἰς τὸν ἄλλον, ἀφοῦ πλέον ἐγδυθήκατε τὸν παλαιὸν διεφθαρμένον ἄνθρωπον μαζὶ μὲ τὰς πράξεις του, 10 καὶ ἀφοῦ ἐνδυθήκατε τὸν νέον ἄνθρωπον, ποὺ συνεχῶς ἀνανεοῦται καὶ γίνεται καινούργιος, ὥστε νὰ προοδεύῃ εἰς τὴν τελείαν γνῶσιν τοῦ Θεοῦ. Καὶ γίνεται καινούργιος μὲ τὸ νὰ λαμβάνῃ τὴν αὐτὴν μορφὴν πρὸς τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ τὸν ἔκτισεν. 11 Εἰς αὐτὸν δὲ τὸν νέον ἄνθρωπον δὲν ὑπάρχει διάκρισις Ἕλληνος καὶ Ἰουδαίου, περιτμημένου Ἰσραηλίτου καὶ ἀπεριτμήτου ἐθνικοῦ, βαρβάρου καὶ Σκύθου, δούλου καὶ ἐλευθέρου, ἀλλὰ καὶ ἐθνικότης καὶ καταγωγὴ καὶ ἀξίωμα καὶ τὰ πάντα, καθὼς καὶ εἰς πάντας τοὺς πιστοὺς εἶναι ὁ Χριστός.

ΠΡΟΣ ΚΟΛΟΣΣΑΕΙΣ Γ´ 4 - 11


4 Οταν δε ο Χριστός, που είναι η ζωή και η πηγή της ζωής μας, φανερωθή ένδοξος κατά την δευτέραν παρουσίαν, τότε και σεις μαζή με αυτόν θα φανερωθήτε και θα λάμψετε εν δόξη. 5 Λοιπόν, νεκρώσατε τα μέλη σας, τα μέλη του παλαιού ανθρώπου, που ζητούν γηΐνας αμαρτωλάς απολαύσεις και ηδονάς· νεκρώσατε και διώξτε από τον εαυτόν σας την πορνείαν, την σαρκικήν ακαθαρσίαν, κάθε αμαρτωλόν πάθος, κάθε κακήν επιθυμίαν, που μολύνει τον άνθρωπον και τον ωθεί προς την κακήν πράξιν, και την πλεονεξίαν, η οποία είναι ειδωλολατρία που θεοποιεί και λατρεύει το χρήμα. 6 Δια τα αμαρτήματα αυτά έρχεται και ξεσπάει η οργή του Θεού εναντίον των τέκνων της παρακοής, εναντίον αυτών που επεμένουν αμετανόητοι εις την κακίαν των. 7 Εις τα αμαρτήματα αυτά και σεις είχατε περιπατήσει και παρασυρθή άλλοτε, τότε που εζούσατε μεταξύ αυτών. 8 Τωρα όμως πετάξτε και σεις από πάνω σας όλα αυτά, ακόμη δε και την οργήν, τον θυμόν, την κακότητα και πονηρίαν, την υβρεολογίαν και την αισχρολογίαν από το στόμα σας. 9 Μη λέτε ψέματα ο ένας στον άλλον, αφού έχετε αποβάλει πλέον τον παλαιόν άνθρωπον μαζή με τας πονηράς αυτού πράξεις 10 και έχετε ενδυθή τον νέον, ο οποίος συνεχώς ξανακαινουργώνεται, ώστε να προχωρή εις βαθυτέραν γνώσιν του Θεού και να γίνεται συνεχώς τελειοτέραν εικών του Χριστού, ο οποίος τον έκτισεν. 11 Εις την νέαν δε αυτήν κατάστασιν των ανακαινισμένων υπό του Χριστού ανθρώπων, δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ Ελληνος και Ιουδαίου, περιτμημένου Ισραηλίτου και απεριτμήτου εθνικού. Δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ βαρβάρου, Σκύθου, δούλου, ελευθέρου, αλλά όλα αυτά και εις όλους τους πιστούς είναι ο Χριστός.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΖ´ 12 - 19


12 καὶ εἰσερχομένου αὐτοῦ εἴς τινα κώμην ἀπήντησαν αὐτῷ δέκα λεπροὶ ἄνδρες, οἳ ἔστησαν πόρρωθεν, 13 καὶ αὐτοὶ ἦραν φωνὴν λέγοντες· Ἰησοῦ ἐπιστάτα, ἐλέησον ἡμᾶς. 14 καὶ ἰδὼν εἶπεν αὐτοῖς· Πορευθέντες ἐπιδείξατε ἑαυτοὺς τοῖς ἱερεῦσι. καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ὑπάγειν αὐτοὺς ἐκαθαρίσθησαν. 15 εἷς δὲ ἐξ αὐτῶν, ἰδὼν ὅτι ἰάθη, ὑπέστρεψε μετὰ φωνῆς μεγάλης δοξάζων τὸν Θεόν, 16 καὶ ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ εὐχαριστῶν αὐτῷ· καὶ αὐτὸς ἦν Σαμαρείτης. 17 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· Οὐχὶ οἱ δέκα ἐκαθαρίσθησαν; οἱ δὲ ἐννέα ποῦ; 18 οὐχ εὑρέθησαν ὑποστρέψαντες δοῦναι δόξαν τῷ Θεῷ εἰ μὴ ὁ ἀλλογενὴς οὗτος; 19 καὶ εἶπεν αὐτῷ· Ἀναστὰς πορεύου· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΖ´ 12 - 19


12 Καὶ ὅταν εἰσήρχετο εἰς κάποιο χωρίον, τὸν συνήντησαν δέκα λεπροὶ ἄνδρες, οἱ ὁποῖοι ἐστάθησαν ἀπὸ μακράν, ἐπειδὴ σύμφωνα μὲ τὸν νόμον κάθε λεπρὸς ἐθεωρεῖτο ἀκάθαρτος καὶ δὲν τοῦ ἐπετρέπετο νὰ πλησιάσῃ κανένα. 13 Καὶ αὐτοὶ ἔβγαλαν φωνὴν μεγάλην καὶ εἶπαν· Ἰησοῦ, Κύριε, κάμε ἔλεος εἰς ἡμᾶς καὶ θεράπευσέ μας. 14 Καὶ ὅταν τοὺς εἶδε, εἶπε πρὸς αὐτούς· Πηγαίνετε καὶ δείξατε τὸ σῶμα σας εἰς τοὺς ἱερεῖς διὰ νὰ βεβαιώσουν αὐτοί, σύμφωνα μὲ τὴν διάταξιν τοῦ νόμου, ἐὰν πράγματι ἐθεραπεύθητε. Καὶ συνέβη, ὅταν αὐτοὶ ἐπήγαιναν νὰ ἐξετασθοῦν ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς, ἐκαθαρίσθησαν ἀπὸ τὴν λέπραν. 15 Ἕνας δὲ ἀπὸ αὐτούς, ὅταν εἶδε ὅτι ἐθεραπεύθη, ἐπέστρεψε καὶ μὲ φωνὴν μεγάλην ἐκφράζων τὴν χαρὰν καὶ εὐγνωμοσύνην του ἐδόξαζε τὸν Θεόν, ποὺ διὰ μέσου τοῦ Ἰησοῦ τὸν ἐθεράπευσε. 16 Καὶ ἔπεσε μὲ τὸ πρόσωπον κατὰ γῆς πλησίον τῶν ποδῶν τοῦ Ἰησοῦ καὶ τὸν εὐχαριστεῖ. Καὶ αὐτὸς ἦτο Σαμαρείτης, σχισματικὸς καὶ ὀλιγώτερον φωτισμένος ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους καὶ συνεπῶς δὲν θὰ ἐπερίμενε κανεὶς νὰ δείξῃ αὐτὸς εὐγνωμοσύνην, ὁποίαν δὲν ἔδειξαν οἱ ἄλλοι ἐννέα, ποὺ ἦσαν Ἰσραηλῖται. 17 Ἀπεκρίθη δὲ ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπε· Δὲν ἐκαθαρίσθησαν ἀπὸ τὴν λέπραν καὶ οἱ δέκα; Οἱ δὲ ἄλλοι ἐννέα ποὺ εἶναι; 18 Ἐχάθησαν νὰ γυρίσουν πίσω καὶ νὰ δώσουν δόξαν εἰς τὸν Θεόν, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ξένον αὐτόν, ποὺ δὲν ἀνήκει εἰς τὸ γνήσιον ἰουδαϊκὸν γένος; 19 Καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· Σήκω καὶ πήγαινε· ἡ πίστις σου δὲν ἐθεράπευσε τὸ σῶμα σου μόνον, ἀλλ’ ἀποτελεῖ καὶ καλὴν ἀρχήν, ποὺ θὰ σὲ ὁδηγηση εἰς τὴν πνευματικὴν σωτηρίαν.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΖ´ 12 - 19


12 Και καθώς εισήρχετο εις ένα χωριό, το απήντησαν δέκα λεπροί, οι οποίοι εστάθηκαν από μακρυά, διότι ο μωσαϊκός νόμος διέτασσε να μη πλησιάζουν ποτέ οι λεπροί τους υγιείς. 13 Και αυτοί εφώναξαν δυνατά και είπαν· “Ιησού διδάσκαλε, σπλαγχνίσου μας, ελέησέ μας, δος μας την υγείαν μας”. 14 Και όταν τους είδεν ο Ιησούς τους είπε· “πηγαίνετε και δείξετε το σώμα σας στους ιερείς, δια να βεβαιώσουν αυτοί επισήμως την θεραπείαν σας”. Και καθώς επήγαιναν εκαθαρίσθησαν από την λέπραν. 15 Ενας δε από αυτούς, όταν είδεν ότι εθεραπεύθη, επέστρεψε δοξάζων και ευχαριστών τον Θεόν με μεγάλην φωνήν. 16 Και έπεσε με το πρόσωπον κατά γης κοντά εις τα πόδια του Ιησού, ευχαριστών αυτόν εκ βάθους ψυχής. Και αυτός ήτο Σαμαρείτης. 17 Απεκρίθη δε ο Ιησούς και είπε· “δεν εκαθαρίσθησαν και οι δέκα; Οι άλλοι εννέα που είναι; 18 Δεν εθεώρησαν καθήκον των να επιστρέψουν και να δοξάσουν τον Θεόν, εκτός από αυτόν που δεν είναι Ιουδαίος, αλλά κατάγεται από άλλο γένος;” 19 Και είπεν εις αυτόν· “σήκω και πήγαινε, η πίστις σου εκτός από την θεραπείαν του σώματος, σου έχει δώσει και την σωτηρίαν της ψυχής σου”. (Η ευγνωμοσύνη μας προς τον Θεόν μας κάνει αξίους ακόμη μεγαλυτέρων δωρεών εκ μέρους του).

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




Ἦχος πλ. β´ - Ἑωθινόν Θ´
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Κ´ 19 - 31


19 Οὔσης οὖν ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τῇ μιᾷ σαββάτων, καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ συνηγμένοι διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον, καὶ λέγει αὐτοῖς· Εἰρήνη ὑμῖν. 20 καὶ τοῦτο εἰπὼν ἔδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τὴν πλευρὰν αὐτοῦ. ἐχάρησαν οὖν οἱ μαθηταὶ ἰδόντες τὸν Κύριον. 21 εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς πάλιν· Εἰρήνη ὑμῖν. καθὼς ἀπέσταλκέ με ὁ πατήρ, κἀγὼ πέμπω ὑμᾶς. 22 καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐνεφύσησε καὶ λέγει αὐτοῖς· Λάβετε Πνεῦμα ἅγιον· 23 ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται. 24 Θωμᾶς δὲ εἷς ἐκ τῶν δώδεκα ὁ λεγόμενος Δίδυμος, οὐκ ἦν μετ’ αὐτῶν ὅτε ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς. 25 ἔλεγον οὖν αὐτῷ οἱ ἄλλοι μαθηταί· Ἑωράκαμεν τὸν Κύριον. ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· Ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὴν χεῖρά μου εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω. 26 Καὶ μεθ’ ἡμέρας ὀκτὼ πάλιν ἦσαν ἔσω οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ καὶ Θωμᾶς μετ’ αὐτῶν. ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον καὶ εἶπεν· Εἰρήνη ὑμῖν. 27 εἶτα λέγει τῷ Θωμᾷ· Φέρε τὸν δάκτυλόν σου ὧδε καὶ ἴδε τὰς χεῖράς μου, καὶ φέρε τὴν χεῖρά σου καὶ βάλε εἰς τὴν πλευράν μου, καὶ μὴ γίνου ἄπιστος, ἀλλὰ πιστός. 28 καὶ ἀπεκρίθη Θωμᾶς καὶ εἶπεν αὐτῷ· Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου. 29 λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Ὅτι ἑώρακάς με, πεπίστευκας· μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες. 30 Πολλὰ μὲν οὖν καὶ ἄλλα σημεῖα ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς ἐνώπιον τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, ἃ οὐκ ἔστι γεγραμμένα ἐν τῷ βιβλίῳ τούτῳ· 31 ταῦτα δὲ γέγραπται ἵνα πιστεύσητε ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ ἵνα πιστεύοντες ζωὴν ἔχητε ἐν τῷ ὀνόματι αὐτοῦ.

Ἦχος πλ. β´ - Ἑωθινόν Θ´
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Κ´ 19 - 31


19 Εἰς ἐπιβεβαίωσιν λοιπὸν τῆς μαρτυρίας ταύτης τῆς Μαρίας, ὅταν ἐβράδυασε κατὰ τὴν ἡμέραν ἐκείνην, τὴν πρώτην τῆς ἑβδομάδος, καὶ ἐνῷ αἱ θύραι τοῦ σπιτιοῦ, ὅπου ἦσαν μαζευμένοι οἱ μαθηταί, ἦσαν κλεισταὶ ἕνεκα τοῦ φόβου, ποὺ εἶχαν οὗτοι διὰ τοὺς Ἰουδαίους, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ ἐστάθη εἰς τὸ μέσον καὶ εἶπεν εἰς αὐτούς· ἂς εἶναι εἰρήνη εἰς σᾶς. 20 Καὶ ἀφοῦ εἶπε τοῦτο, ἔδειξεν εἰς αὐτοὺς τὰς χεῖρας καὶ τὴν πλευράν του διὰ να ἴδουν τὰ σημάδια τῶν πληγῶν καὶ πεισθοῦν, ὅτι αὐτὸς ἦτο ὁ σταυρωθεὶς Διδάσκαλός των. Κατόπιν λοιπὸν τῆς πληροφορίας, τὴν ὁποίαν διὰ τῆς ἐπιδείξεως αὐτῆς τῶν θεραπευθεισῶν πληγῶν ἐσχημάτισαν, ἐχάρησαν οἱ μαθηταί, ὅταν εἶδαν τὸν Κύριον. 21 Ὅταν λοιπὸν ἡσύχασε κάπως ἡ πρώτη σφοδρὰ συγκίνησις, ποὺ ἐδοκίμασαν ἐξ αἰτίας τῆς μεγάλης των χαρᾶς οἱ μαθηταί, εἶπε πάλιν εἰς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς ἐν σχέσει πρὸς τὴν μέλλουσαν κλῆσιν καὶ ἀποστολὴν των· Ἂς εἶναι εἰρήνη εἰς σᾶς. Καθὼς μὲ ἀπέστειλεν ὁ Πατὴρ διὰ τὸ ἔργον τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων, ἔτσι καὶ ἐγὼ σᾶς στέλλω πρὸς ἑξακολούθησιν τοῦ αὐτοῦ ἔργου. 22 Καὶ ἀφοῦ εἶπεν αὐτό, προκειμένου νὰ μεταδώσῃ εἰς αὐτοὺς τὴν πνοὴν τῆς νέας οὐρανίου ζωῆς, ἐνεφύσησεν εἰς τὰ πρόσωπά των, ὅπως ἄλλοτε ὁ Θεὸς εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ Ἀδάμ, καὶ τοὺς εἶπε· Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον. 23 Εἰς ὅποιους συγχωρήσετε τὰς ἁμαρτίας, τοὺς συγχωροῦνται αὐταὶ καὶ ἀπὸ τὸν Θεόν· εἰς ὅποιους δὲ τὰς κρατεῖτε ἀσυγχώρητες, θὰ μείνουν γιὰ πάντα κρατημένες. 24 Ὁ Θωμᾶς ὅμως, ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα Ἀποστόλους, ποὺ ἐλέγετο ἀπὸ τοὺς ὁμιλοῦντας τὴν ἑλληνικὴν γλῶσσαν Ἑβραίους Δίδυμος, δὲν ἦτο μαζί τους, ὅταν ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς. 25 Ὅταν λοιπὸν ἦλθε, τοῦ ἔλεγαν οἱ ἄλλοι μαθηταί· Εἴδαμεν τὸν Κύριον. Αὐτὸς ὅμως τοὺς ἀπήντησεν· Ἐὰν δὲν ἴδω μὲ τὰ μάτια μου εἰς τὰς χεῖρας του τὸ σημάδι τῶν καρφιῶν καὶ δὲν βάλω τὸ δάκτυλό μου εἰς τὸ σημάδι τῶν καρφιῶν καὶ δὲν βάλω τὸ χέρι μου εἰς τὴν πλευράν του, ὥστε ὄχι μόνον μὲ τὰ μάτια μου, ἀλλὰ καὶ μὲ τὰ δάκτυλά μου νὰ βεβαιωθῶ, δὲν θὰ πιστεύσω. 26 Πράγματι δὲ ὕστερα ἀπὸ ὀκτὼ ἡμέρας ἦσαν πάλιν μέσα εἰς τὸ σπίτι οἱ μαθηταὶ καὶ μαζὶ μὲ αὐτοὺς ἦτο καὶ ὁ Θωμᾶς. Ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς, ἐνῷ ἦσαν κλεισταὶ αἰ θύραι καὶ ἐστάθη εἰς τὸ μέσον τῶν μαθητῶν καὶ εἶπεν· ἄς εἶναι εἰρήνη εἰς σᾶς. 27 Ἔπειτα λέγει εἰς τὸν Θωμᾶν· Φέρε ἐδῶ τὸν δάκτυλόν σου. Καὶ ἐνῷ μὲ τὴν ψηλάφησίν σου θὰ ἐξετάζῃς τὰ σημάδια τῶν πληγῶν μου, συγχρόνως καὶ μὲ τὰ μάτια σου ἴδε τὰς χεῖράς μου καὶ φέρε κάτω ἀπὸ τὰ ἐνδύματά μου τὴν χεῖρα σου καὶ βάλε την εἰς τὴν πλευράν μου, ποὺ ἐκτυπήθη ἀπὸ τὴν λόγχην,καὶ μὴ ἀφίνῃς τὸν ἑαυτόν σου νὰ κυριευθῇ ἀπὸ τὴν ἀπιστίαν, ὥστε νὰ γίνῃς μονίμως καὶ ἀνεπανορθώτως ἄπιστος, ἀλλὰ προόδευε καὶ στηρίζου εἰς τὴν πίστιν, ὥστε νὰ γίνῃς ἀμετακίνητος καὶ ἀδιάσειστος εἰς αὐτήν. 28 Καὶ ὁ Θωμᾶς τότε ἀπεκρίθη καὶ εἶπεν εἰς αὐτόν· Πιστεύω καὶ ὁμολογῶ, ὅτι εἶσαι ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου. 29 Λέγει εἰς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· Ἐπίστευσες, ἐπειδὴ μὲ εἶδες. Μακαριώτεροι καὶ περισσότερον καλοτύχοι εἶναι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι, καίτοι δὲν εἶδαν μὲ τὰ μάτια τους, ὅπως εἶδες σύ, ἐπίστευσαν. Καὶ θὰ πιστεύσουν οὕτως ὅλα τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας μου κατὰ τὰς ἐπερχομένας γενεάς. 30 Σύμφωνα λοιπὸν μὲ ὅσα ἐξιστορήσαμεν, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ θαῦμα τῆς Ἀναστάσεώς του ἔκαμεν ὁ Ἰησοῦς ἐμπρὸς εἰς τὰ μάτια τῶν μαθητῶν του καὶ πολλὰ ἄλλα ἀποδεικτικὰ θαύματα, ποὺ ἐδείκνυαν τὴν θεότητά του καὶ τὰ ὁποῖα δὲν εἶναι γραμμένα εἰς τὸ βιβλίον αὐτό. 31 Αὐτὰ δέ, ποὺ ἐξεθέσαμεν, ἐγράφησαν διὰ νὰ πιστεύσετε, ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ ὑπὸ τῶν προφητῶν προκηρυχθεὶς Χριστός, ὁ μονογενὴς Υἱός τοῦ Θεοῦ, καὶ ἵνα πιστεύοντες ἔχετε ὡς ἀναφαίρετον κτῆμα σας τὴν νέαν καὶ θείαν καὶ αἰωνίαν ζωήν, ἡ ὁποία μεταδίδεται εἰς τὰς ψυχὰς τῶν ἀνθρώπων διὰ μέσου αὐτοῦ καὶ τῆς ἐπικλήσεως τοῦ ὀνόματός του.

Ἦχος πλ. β´ - Ἑωθινόν Θ´
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Κ´ 19 - 31


19 Κατά την ημέραν εκείνην, την πρώτην της εβδομάδος, ενώ πλέον είχε βραδυάσει και αι θύραι του σπιτιού, όπου ευρίσκοντο συγκεντωμένοι οι μαθηταί, ήσαν κλεισμέναι δια τον φόβον των Ιουδαίων, ήλθεν έξαφνα ο Ιησούς, εστάθη στο μέσον και τους λέγει· “ειρήνη ας είναι εις σας”. 20 Και αφού είπε τούτο, έδειξεν εις αυτούς τα χέρια και την πλευράν του, δια να ίδουν τα σημάδια των πληγών και πιστεύσουν ότι αυτός είναι ο διδάσκαλός των. Και τότε οι μαθηταί, όταν είδαν τον Κυριον αναστημένον, εχάρησαν. 21 Είπε, λοιπόν, τότε εις αυτούς ο Ιησούς· “ειρήνη εις σας. Οπως έστειλεν εμέ ο Πατήρ, δια να τελειώσω το έργον της σωτηρίας των ανθρώπων, έτσι και εγώ στέλνω σας, να μεταφέρετε στους ανθρώπους την σωτηρίαν”. 22 Και αφού είπε τούτο, εφύσησε εις τα πρόσωπα των την ζωογόνον πνοήν της νέας ζωής και τους είπε· “λάβετε Πνεύμα Αγιον. 23 Εις όποιους συγχωρείτε τις αμαρτίες, θα είναι συγχωρημένες και από τον Θεόν. Εις όποιους όμως τις κρατείτε άλυτες και ασυγχώρητες, θα μείνουν αιωνίως ασυγχώρητες”. 24 Ο Θωμάς όμως, ένας από τους δώδεκα, ο οποίος ελέγετο εις την ελληνικήν Διδυμος, δεν ήτο μαζή τους, όταν ήλθε ο Ιησούς. 25 Ελεγαν, λοιπόν, εις αυτόν οι άλλοι μαθηταί· “είδαμε τον Κυριον”. Εκείνος όμως τους είπε· “εάν δεν ίδω εις τα χέρια του το σημάδι των καρφιών και δεν βάλω το δάκτυλό μου στο σημάδι των καρφιών, και αν δεν βάλω το χέρι μου εις την πλευράν, που την ετρύπησε η λόγχη, δεν θα πιστεύσω”. 26 Και έπειτα από οκτώ ημέρας ήσαν πάλιν οι μαθηταί μέσα στο σπίτι και ο Θωμάς μαζή με αυτούς. Ερχεται, λοιπόν, ο Ιησούς έξαφνα, ενώ οι πόρτες ήσαν κλεισμένες, εστάθηκε στο μέσον και είπε· “ειρήνη υμίν”. 27 Επειτα λέγει στον Θωμάν· “φέρε το δάκτυλό σου εδώ, ιδέ και με τα μάτια σου τα χέρια μου και φέρε το χέρι σου και βάλε το εις την πλευράν μου, ψηλάφησε και ιδέ τα σημάδια των καρφιών και της λόγχης, και μη γίνεσαι άπιστος, αλλά πιστός”. 28 Απήντησε τότε ο Θωμάς και είπε εις αυτόν· “Πιστεύω, Κυριε, ότι συ είσαι ο Κυριος μου και ο Θεός μου”. 29 Λεγει εις αυτόν ο Ιησούς· “επίστευσες, διότι με είδες· μακάριοι θα είναι απ' εδώ και πέρα στους αιώνας των αιώνων, εκείνοι οι οποίοι καίτοι δεν με είδαν, επίστευσαν”. 30 Εκτός από το θαύμα αυτό της αναστάσεως και από όσα άλλα θαύματα είχε κάμει προηγουμένως ο Ιησούς, έκαμε και πολλά άλλα, εμπρός στους μαθητάς του, τα οποία απεδείκνυαν την θεότητά του και το έργον του, και τα οποία δεν είναι γραμμένα στο ιερόν τούτο βιβλίον. 31 Αυτά δε, που εξιστορήσαμεν, εγράφησαν, δια να πιστεύσετε ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού και ίνα πιστεύοντες αυτόν με φωτισμένην και ενεργόν πίστιν, έχετε, ως παντοτεινόν κτήμα σας, εν τω ονόματι αυτού, την αιωνίαν ζωήν”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα





Πατήστε στην εικόνα για να διαβάσετε τη «Φωνή Κυρίου» της Κυριακής, έκδοση της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος