ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β' ΙΑ´ 1 - 6
1 Θα ήθελα, και το εκφράζω ως ευχήν, να εδείχνατε ανοχήν εις κάποιαν μικράν απερισκεψίαν, που θα κάμω τώρα. Και έχω την πεποίθησιν, ότι θα μου δείξατε αυτήν την ανοχήν.
2 Διότι σας αγαπώ υπερβολικά μέχρι του σημείου να σας ζηλεύω με ζηλοτυπίαν σαν εκείνην, με την οποίαν ο Θεός αγαπά και τρόπον τινά ζηλοτυποί τους ανθρώπους. Και τούτο, διότι σας έχω ενώσει με δεσμούς αρραβώνος προς ένα άνδρα, δηλαδή τον Χριστόν, δια να παρουσιάσω την ψυχήν σας αγνήν και καθαράν προς αυτόν, ως παρθένον και πνευματικήν νύμφην.
3 Φοβούμαι όμως μήπως, όπως άλλοτε ο όφις εδελέασε και εξηπάτησε την Εύαν με την πανουργίαν του, έτσι εξαπατήση και σας και διαφθαρούν αι σκέψεις τα φρονήματα του νου και της καρδίας σας και ξεπέσετε από την απλότητα και την ειλικρίνειαν, που πρέπει να έχωμεν προς τον Χριστόν.
4 Φοβούμαι μήπως παρασυρθήτε από ψευδοδιδασκάλους. Διότι εάν ο πρώτος τυχόν, που έρχεται ως διδάσκαλος, κηρύσση εις σας άλλον Ιησούν, τον οποίον ημείς δεν εκηρύξαμεν η, εάν παίρνετε από αυτόν άλλο Αγιον Πνεύμα, το οποίον δεν έχετε λάβει η άλλο Ευαγγέλιον, το οποίον δεν ηκούσατε και δεν επήρατε, δικαιολογημένα θα εδείχνατε ανοχήν και υπομονήν να ακούσετε τον νέον διδάσκαλον.
5 Τωρα όμως διατί δίδετε προσοχήν εις αγνώστους και αδοκίμους διδασκάλους; Διατί φρονώ ότι εγώ δεν έχω υπολειφθή καθόλου εις την διδασκαλίαν και στο έργον του Ευαγγελίου (και δεν έχω υπολειφθή καθόλου), ούτε από τους πιο μεγάλους μεταξύ των Αποστόλων.
6 Και αν ακόμη παραδεχθώ, ότι είμαι απλούς, άκομψος, χωρίς ρητορείαν εις την διδασκαλίαν μου, δεν είμαι όμως πτωχός και άπειρος κατά την γνώσιν. Αλλ' εις κάθε περίστασιν, είτε δρων είτε διδάσκων, είτε ενεργών, εφανερώθημεν εις σας (ποίο είμεθα, ότι δηλαδή δεν είμεθα καθόλου κατώτεροι από τους άλλους Αποστόλους).