❌
Πέμπτη, 17 Νοεμβρίου 2022

Άγιος Γρηγόριος Νεοκαισαρείας ο Θαυματουργός, Άγιοι Γεννάδιος και Μάξιμος Πατριάρχες Κωνσταντινούπολης
Γρηγορίου ἐπισκόπου Νεοκαισαρείας (†270). Γενναδίου ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως (†471).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ Α' Β´ 9 - 14


9 μνημονεύετε γάρ, ἀδελφοί, τὸν κόπον ἡμῶν καὶ τὸν μόχθον· νυκτὸς γὰρ καὶ ἡμέρας ἐργαζόμενοι πρὸς τὸ μὴ ἐπιβαρῆσαί τινα ὑμῶν ἐκηρύξαμεν εἰς ὑμᾶς τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Θεοῦ. 10 ὑμεῖς μάρτυρες καὶ ὁ Θεός ὡς ὁσίως καὶ δικαίως καὶ ἀμέμπτως ὑμῖν τοῖς πιστεύουσιν ἐγενήθημεν, 11 καθάπερ οἴδατε ὡς ἕνα ἕκαστον ὑμῶν ὡς πατὴρ τέκνα ἑαυτοῦ παρακαλοῦντες ὑμᾶς καὶ παραμυθούμενοι 12 καὶ μαρτυρόμενοι εἰς τὸ περιπατήσαι ὑμᾶς ἀξίως τοῦ Θεοῦ τοῦ καλοῦντος ὑμᾶς εἰς τὴν ἑαυτοῦ βασιλείαν καὶ δόξαν. 13 Διὰ τοῦτο καὶ ἡμεῖς εὐχαριστοῦμεν τῷ Θεῷ ἀδιαλείπτως, ὅτι παραλαβόντες λόγον ἀκοῆς παρ’ ἡμῶν τοῦ Θεοῦ ἐδέξασθε οὐ λόγον ἀνθρώπων, ἀλλὰ, καθώς ἐστιν ἀληθῶς, λόγον Θεοῦ, ὃς καὶ ἐνεργεῖται ἐν ὑμῖν τοῖς πιστεύουσιν. 14 ὑμεῖς γὰρ μιμηταὶ ἐγενήθητε, ἀδελφοί, τῶν ἐκκλησιῶν τοῦ Θεοῦ τῶν οὐσῶν ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ὅτι τὰ αὐτὰ ἐπάθετε καὶ ὑμεῖς ὑπὸ τῶν ἰδίων συμφυλετῶν καθὼς καὶ αὐτοὶ ὑπὸ τῶν Ἰουδαίων,

ΠΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ Α' Β´ 9 - 14


9 Δὲν πιστεύω δὲ νὰ ἀμφιβάλλετε διὰ τὴν ἀγάπην μας αὐτήν. Διότι ἐνθυμεῖσθε, ἀδελφοί, τὸν κόπον καὶ τὸν μόχθον, ποὺ ὑπεφέραμεν διὰ σᾶς. Διότι νύκτα καὶ ἡμέραν εἰργαζόμεθα διὰ να μὴ δώσωμεν βάρος εἰς κανένα ἀπὸ σᾶς καὶ μὲ τόσους κόπους ἐκηρύξαμεν εἰς σᾶς τὸ εὐαγγέλιον του Θεοῦ. 10 Εἶσθε μάρτυρες σεῖς καὶ ὁ Θεός, ὅτι συμπεριεφέρθημεν εἰς σᾶς τοὺς πιστεύοντας μὲ ἀφοσίωσιν καὶ εὐλάβειαν ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ δικαιοσύνην ἀπέναντι τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ καὶ ἀμέμπτως ἐν σχέσει πρὸς ὅλα τὰ καθήκοντά μας. 11 Καθὼς βεβαίως ἠξεύρετε, ὅτι καθένα ἀπὸ σᾶς, σὰν πατέρας τὰ παιδιά του, σᾶς ἐπροτρέπαμεν καὶ σᾶς ἐπαρηγορούσαμεν 12 καὶ σᾶς ἐξωρκίζαμεν διὰ νὰ πολιτευθῆτε, ὅπως ἤξιζε καὶ ἔπρεπε εἰς τὸν Θεόν, ποὺ σᾶς ἐκάλεσεν εἰς τὴν ἰδικήν του βασιλείαν καὶ δόξαν. 13 Ἐπειδὴ δὲ ἀνταπεκρίθητε εἰς τὴν κλῆσιν τοῦ Θεοῦ, διὰ τοῦτο καὶ ἡμεῖς εὐχαριστοῦμεν τὸν Θεὸν ἀκατάπαυστα, διότι μὲ προθυμίαν ἠκούσατε ἀπὸ ἡμᾶς λόγον Θεοῦ, καὶ τὸν ἐδέχθητε ὄχι σὰν λόγον ἀνθρώπων, ἀλλά, καθὼς καὶ πράγματι εἶναι ὡς λόγον Θεοῦ, ποὺ παράγει τὰ θαυμαστὰ ἀποτελέσματά του μεταξὺ ὑμῶν, οἱ ὁποῖοι τὸν πιστεύετε. 14 Λέγω ὅτι τὸν ἐδέχθητε σὰν λόγον Θεοῦ, διότι σεῖς, ἀδελφοί, ἐγίνατε μιμηταὶ τῶν Ἐκκλησιῶν τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι εἰς τὴν Ἰουδαίαν ἐνωμέναι μὲ τὸν Ἰησοῦν Χριστόν. Καὶ ἐγίνατε μιμηταὶ ἐκείνων, διότι καὶ σεῖς ἐπάθατε τὰ ἴδια ἀπὸ τοὺς ὁμοεθνεῖς σας, καθὼς καὶ ἐκεῖνοι ἀπὸ τοὺς ἀπιστήσαντας Ἰουδαίους,

ΠΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ Α' Β´ 9 - 14


9 Δεν είναι δε ανάγκη να σας ομιλώ δια την αγάπην μας αυτήν , διότι και σεις οι ίδιοι, αδελφοί, ενθυμείσθε τον κόπον και τον μόχθον μας εις την Θεσσαλονίκην. Επειδή νύκτα και ημέραν ειργαζόμεθα, δια να κερδήσωμεν αυτά που μας εχρειάζοντο προς συντήρησίν μας ώστε να μη επιβαρύνωμεν κανένα από σας και έτσι εκηρύξαμεν το Ευαγγέλιον του Θεού μεταξύ σας. 10 Σεις και ο Θεός είσθε μάρτυρες, πόσον και πως η συμπεριφορά και ανατροφή μας ανάμεσα εις σας τους πιστούς υπήρξεν αγνή και δικαία και άμεμπτος. 11 Καθώς άλλωστε ξέρετε, ότι σαν πατέρας τα παιδιά του επροτρέπαμεν τον καθένα από σας και σας ενισχύαμεν εις την νέαν ζωήν και σας επαρηγορούσαμεν εις τας θλίψεις σας 12 και εντόνως και ζωηρώς διεμαρτυρόμεθα και σας εξωρκίζαμεν να πορευθήτε και να ζήσετε, όπως αξίζει και πρέπει στον Θεόν, που σας εκάλεσεν εις την ιδικήν του βασιλείαν και δόξαν. 13 Δια τούτο (δια το γεγονός δηλαδή ότι σεις ανταπεκρίθητε εις την κλήσιν του Θεού) ευχαριστούμεν τον Θεόν συνεχώς, διότι παρελάβατε το προφορικόν κήρυγμα του Θεού, όπως το ακούσατε από ημάς και το εδέχθητε όχι σαν λόγον ανθρώπων, αλλά-όπως και πράγματι είναι-σαν λόγον Θεού, που ενεργεί και φέρει θαυμαστούς καρπούς εις σας, οι οποίοι πιστεύετε. 14 Διότι σεις, αδελφοί, εγίνατε μιμηταί των Εκκλησιών του Θεού, που ευρίσκονται εις την Ιουδαίαν και είναι θεμελιωμέναι εν τω ονόματι του Χριστού· επειδή και σεις επάθατε από τους ομοεθνείς σας τα ίδια, τα οποία έπαθαν και αυτοί από τους απίστους Ιουδαίους.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙϚ´ 1 - 9


1 Ἔλεγε δὲ καὶ πρὸς τοὺς μαθητάς αὐτοῦ· Ἄνθρωπός τις ἦν πλούσιος, ὃς εἶχεν οἰκονόμον, καὶ οὗτος διεβλήθη αὐτῷ ὡς διασκορπίζων τὰ ὑπάρχοντα αὐτοῦ. 2 καὶ φωνήσας αὐτὸν εἶπεν αὐτῷ· τί τοῦτο ἀκούω περὶ σοῦ; ἀπόδος τὸν λόγον τῆς οἰκονομίας σου· οὐ γὰρ δύνῃ ἔτι οἰκονομεῖν. 3 εἶπε δὲ ἐν ἑαυτῷ ὁ οἰκονόμος· τί ποιήσω, ὅτι ὁ κύριός μου ἀφαιρεῖται τὴν οἰκονομίαν ἀπ’ ἐμοῦ; σκάπτειν οὐκ ἰσχύω, ἐπαιτεῖν αἰσχύνομαι· 4 ἔγνων τί ποιήσω, ἵνα, ὅταν μετασταθῶ ἐκ τῆς οἰκονομίας, δέξωνταί με εἰς τοὺς οἴκους ἑαυτῶν. 5 καὶ προσκαλεσάμενος ἕνα ἕκαστον τῶν χρεοφειλετῶν τοῦ κυρίου ἔλεγε τῷ πρώτῳ· πόσον ὀφείλεις σὺ τῷ κυρίῳ μου; 6 ὁ δὲ εἶπεν· ἑκατὸν βάτους ἐλαίου. καὶ εἶπεν αὐτῷ· δέξαι σου τὸ γράμμα καὶ καθίσας ταχέως γράψον πεντήκοντα. 7 ἔπειτα ἑτέρῳ εἶπε· σὺ δὲ πόσον ὀφείλεις; ὁ δὲ εἶπεν ἑκατὸν κόρους σίτου. καὶ λέγει αὐτῷ· δέξαι σου τὸ γράμμα καὶ γράψον ὀγδοήκοντα. 8 καὶ ἐπῄνεσεν ὁ κύριος τὸν οἰκονόμον τῆς ἀδικίας, ὅτι φρονίμως ἐποίησεν· ὅτι οἱ υἱοὶ τοῦ αἰῶνος τούτου φρονιμώτεροι ὑπὲρ τοὺς υἱοὺς τοῦ φωτὸς εἰς τὴν γενεὰν τὴν ἑαυτῶν εἰσι. 9 κἀγὼ ὑμῖν λέγω· ποιήσατε ἑαυτοῖς φίλους ἐκ τοῦ μαμωνᾶ τῆς ἀδικίας, ἵνα, ὅταν ἐκλίπητε, δέξωνται ὑμᾶς εἰς τὰς αἰωνίους σκηνάς.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙϚ´ 1 - 9


1 Οἱ Φαρισαῖοι ὅμως κατείχοντο καὶ ἀπὸ ἄλλην κακίαν. Ἦσαν φιλάργυροι καὶ κατεκράτουν τὸν πλοῦτον ἐγωϊστικῶς διὰ μόνον τὸν ἑαυτόν τους. Εἶπε λοιπὸν ὁ Κύριος πρὸς τοὺς μαθητάς του καὶ τὴν ἀκόλουθον παραβολήν, διὰ νὰ τοὺς διδάξῃ, πῶς πρέπει ὁ καθένας νὰ χρησιμοποιῇ τὸν πλοῦτον· Ἦτο κάποιος ἄνθρωπος πλούσιος, ὁ ὁποῖος εἶχεν ἐπιστάτην καὶ διαχειριστὴν τῆς περιουσίας του. Καὶ τὸν ἐπιστάτην αὐτὸν κατηγόρησαν εἰς τὸν κύριόν του, ὅτι διασκορπίζει καὶ σπαταλᾷ τὴν περιουσίαν του. 2 Καὶ ἀφοῦ τὸν ἐφώναξεν ὁ κύριος, τοῦ εἶπε· Τί εἶναι αὐτό, ποὺ ἀκούω διὰ σέ; Δῶσε μου λογαριασμὸν τῆς διαχειρίσεώς σου, διότι δὲν θὰ ἠμπορέσῃς πλέον εἰς τὸ μέλλον νὰ εἶσαι διαχειριστὴς καὶ ἐπιστάτης. 3 Εἶπε δὲ καθ’ ἑαυτὸν ὁ οἰκονόμος· Τί νὰ κάμω, διότι ὁ κύριός μου παίρνει τὴν διαχείρισιν ἀπὸ ἐμέ; Νὰ σκάπτω εἱς τὰ χωράφια δὲν ἡμπορῶ νὰ ζητιανεύω ἐντρέπομαι. 4 Εὗρον καὶ ἀπεφάσισα τί νὰ κάμω, διὰ νὰ μὲ δεχθοῦν ἄνθρωποι εἰς τὰ σπίτια των καὶ μὲ φιλοξενήσουν, ὅταν θὰ ἀποπεμφθῶ ἀπὸ τὴν διαχείρισιν. 5 Καὶ ἀφοῦ προσεκάλεσε τοὺς χρεωφειλέτας τοῦ κυρίου του τὸν καθένα χωριστά, εἶπεν εἰς τὸν πρῶτον· Πόσον ὀφείλεις σὺ εἰς τὸν κύριόν μου; 6 Αὐτὸς δὲ εἶπεν· ἑκατὸν μισοβάρελα λάδι, δηλαδὴ 2.700 ὀκάδες περίπου. Καὶ ὁ διαχειριστὴς τοῦ εἶπε· Πάρε τὸ γραμμάτιόν σου καὶ ἀφοῦ καθίσῃς γράψε γρήγορα πενήντα μισοβάρελα. 7 Ἔπειτα εἶπεν εἰς ἄλλον χρεοφειλέτην· Σὺ δὲ πόσα χρεωστεῖς; Αὐτὸς δὲ τοῦ εἶπεν· ἑκατὸν σάκκους σιτάρι τῶν τριανταὲξ ὀκάδων, δηλαδὴ 3.600 ὀκάδες. Καὶ τότε τοῦ εἶπεν ὁ διαχειριστής· Πάρε τὸ γραμμάτιόν σου καὶ ἀντὶ ἑκατὸν γράψε ὀγδοήκοντα. Ἔτσι ὁ διαχειριστὴς ἠδίκησε μὲν τὸν κύριόν του, ὡς πρὸς τὸν ἑαυτόν του ὅμως ἐφέρθη φρόνιμα καὶ συνετά. 8 Καὶ ὁ κύριος ἐπῄνεσε τὸν διαχειριστήν, ὄχι βέβαια διὰ τὴν ἀδικίαν ποὺ τοῦ ἔκαμε, καὶ διὰ τὴν ὁποίαν τὸν ἀποκαλεῖ οἰκονόμον τῆς ἀδικίας, ἀλλὰ διότι ἐνήργησε φρόνιμα καὶ προβλεπτικὰ διὰ τὸν ἑαυτόν του. Ἂς μὴ φανῇ δὲ εἰς κανένα παράδοξον, ὅτι ὁ οἰκονόμος αὐτὸς ἐνήργησε τόσον φρόνιμα, διότι οἱ ἄνθρωποι, ποὺ εἶναι προσκολλημένοι εἰς τὸν μάταιον αὐτὸν κόσμον, προκειμένου νὰ ἑξασφαλίσουν τὰ ἐπίγεια συμφέροντά των, ἀποδεικνύονται προνοητικώτεροι κατὰ τὴν συμπεριφοράν των καὶ τὰς σχέσεις των πρὸς τοὺς ἀνθρώπους τῆς τάξεως καὶ ἐποχῆς τῶν περισσότερον παρ’ ὅσον εἶναι φρόνιμοι καὶ προνοητικοὶ διὰ τὴν ἐπιδίωξιν καὶ ἑξασφάλισιν τῶν πνευματικῶν ἀγαθῶν οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι, ποὺ ἐφωτίσθησαν ἀπὸ τὴν ἀλήθειαν καὶ ἔγιναν υἱοὶ φωτός. 9 Καὶ ἐγὼ σᾶς λέγω, ὅπως ἐγκαίρως ἐφρόντισεν ὁ ἄδικος αὐτὸς διαχειριστὴς νὰ ἑξασφαλίσῃ τὴν φιλίαν τῶν ὀφειλετῶν τοῦ κυρίου του, ἔτσι καὶ σεῖς φροντίσατε νὰ κάμετε διὰ τὸ καλόν σας φίλους ἀπὸ τὸν πλοῦτον, ποὺ εἶναι ἄδικος, διότι αἱ μεγάλαι περιουσίαι μὲ ἀδικίαν ἐπισωρεύονται καὶ ἀδικίαν μεγάλην διαπράττει αὐτός, ποὺ μόνον διὰ τὸν ἑαυτόν του κατακρατεῖ τὰ πλούτη. Κάμετε λοιπὸν καὶ σεῖς φίλους ἀπὸ τὸν ἄδικον μαμωνᾶν ἀγαθοεργοῦντες καὶ εὐεργετοῦντες τοὺς ὁμοίους σας, ὥστε, ὅταν ἀποθάνετε, νὰ σᾶς ὑποδεχθοῦν οἱ φίλοι αὐτοὶ εἰς τὰς αἰωνίους σκηνὰς τοῦ Παραδείσου.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙϚ´ 1 - 9


1 Ελεγε δε προς τους μαθητάς του και άλλην παραβολήν, δια να καταδικάση την φιλαργυρίαν, από την οποία εκυριαρχούντο οι Φαρισαίοι· “ένας άνθρωπος, είπε, ήτο πλούσιος και είχε διαχειριστήν εις την περιουσίαν του. Και αυτός ο διαχειριστής κατηγορήθηκε στον κύριον, ότι του διασκορπίζει και σπαταλά την περιουσίαν του. 2 Και ο κύριος τον εφώναξε και του είπε· Τι είναι αυτό που ακούω εναντίον σου; Δος μου λογαριασμόν της διαχειρίσεώς σου, διότι δεν ημπορείς πλέον να είσαι διαχειριστής μου. 3 Είπε δε από μέσα του ο οικονόμος· Τι να κάμω τώρα, που μου αφαιρεί ο κύριός μου την διαχείρισιν; Να σκάπτω δεν ημπορώ, να ζητιανεύω εντρέπομαι. 4 Ευρήκα τι θα κάμω, ώστε όταν θα με διώξουν από την διαχείρισιν και από το σπίτι του κυρίου μου, να με δεχθούν άλλοι γνωστοί μου άνθρωποι εις τα σπίτια των. 5 Και αφού επροσκάλεσε καθένα από τους χρεωφειλέτας του κυρίου του χωριστά, είπε στον πρώτον· Ποσα χρεωστάς συ στον κύριόν μου; 6 Εκείνος δε απήντησεν· Τρισήμισυ περίπου χιλιάδες κιλά λάδι. Και του είπε ο διαχειριστής· Παρε το γραμμάτιόν σου, κάθισε και γράψε γρήγορα ότι χρεωστάς τα μισά. 7 Επειτα δε είπε εις άλλον· Συ πόσα χρεωστάς; Εκείνος δε απήντησε· τεσσερεσήμισυ και πλέον χιλιάδες κιλά σιτάρι. Και ο διαχειριστής του είπε· Παρε το γραμμάτιόν σου και γράψε ότι χρεωστάς τρισήμισυ χιλιάδες κιλά. 8 Και ο κύριος επήνεσε τον άδικον και αναξιόπιστον αυτόν διαχειριστήν, διότι εις την περίστασιν αυτήν ενήργησε άδικα μεν, αλλά δια τον εαυτόν του συνετά”. Και επρόσθεσεν ο Κυριος· “οι αμαρτωλοί άνθρωποι του κόσμου τούτου, προκειμένου να εξασφαλίσουν τα συμφέροντά των, αποδεικνύονται εις την γενεάν των συνετώτεροι και προνοητικώτεροι από τα τέκνα του φωτός, από εκείνους που έχουν φωτισθή από την αλήθειαν του Θεού. 9 Και εγώ σας λέγω τούτο· μιμηθήτε στον τρόπον της ενεργείας τον άδικον οικονόμον. Οσοι έχετε μεγάλας περιουσίας, αι οποίαι κατά κανόνα αποκτώνται με αδικίας, αφού μετανοήσετε, κάμετε έργα καλά με τα χρήματα αυτά της αδικίας, αποκτήσατε φίλους με τας αγαθοεργίας σας, ώστε οι φίλοι σας αυτοί να σας υποδεχθούν εις την αιωνίαν ζωήν, όταν φύγετε από τον κόσμον αυτόν.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα