❌
Τρίτη, 15 Νοεμβρίου 2022

Άγιοι Γουρίας, Σαμωνάς και Άβιβος οι Ομολογητές, Άγιοι Ελπίδιος, Μάρκελλος και Ευστόχιος
Γουρία, Σαμωνᾶ (†299-306) καὶ Ἀβίβου (†222) μαρτύρων καὶ ὁμολογητῶν. - Ἄρχεται ἡ νηστεία τῶν Χριστουγέννων.
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ Α' Α´ 6 - 10


6 καὶ ὑμεῖς μιμηταὶ ἡμῶν ἐγενήθητε καὶ τοῦ Κυρίου δεξάμενοι τὸν λόγον ἐν θλίψει πολλῇ μετὰ χαρᾶς Πνεύματος ἁγίου, 7 ὥστε γενέσθαι ὑμᾶς τύπους πᾶσι τοῖς πιστεύουσιν ἐν τῇ Μακεδονίᾳ καὶ ἐν τῇ Ἀχαΐᾳ. 8 ἀφ’ ὑμῶν γὰρ ἐξήχηται ὁ λόγος τοῦ Κυρίου· οὐ μόνον ἐν τῇ Μακεδονίᾳ καὶ ἐν τῇ Ἀχαΐᾳ, ἀλλὰ καὶ ἐν παντὶ τόπῳ ἡ πίστις ὑμῶν ἡ πρὸς τὸν Θεὸν ἐξελήλυθεν, ὥστε μὴ χρείαν ἡμᾶς ἔχειν λαλεῖν τι· 9 αὐτοὶ γὰρ περὶ ἡμῶν ἀπαγγέλλουσιν ὁποίαν εἴσοδον ἔσχομεν πρὸς ὑμᾶς, καὶ πῶς ἐπεστρέψατε πρὸς τὸν Θεὸν ἀπὸ τῶν εἰδώλων δουλεύειν Θεῷ ζῶντι καὶ ἀληθινῷ, 10 καὶ ἀναμένειν τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἐκ τῶν οὐρανῶν, ὃν ἤγειρεν ἐκ τῶν νεκρῶν, Ἰησοῦν τὸν ῥυόμενον ἡμᾶς ἀπὸ τῆς ὀργῆς τῆς ἐρχομένης.

ΠΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ Α' Α´ 6 - 10


6 Ἂλλ’ ἡ ἐκλογή σας φαίνεται καὶ ἀπὸ τὴν συμπεριφοράν, ποὺ ἐδείξατε. Καὶ σεῖς δηλαδὴ ἐγίνατε μιμηταί μας καὶ μιμηταὶ τοῦ Κυρίου, διότι ἐδέχθητε τὸν λόγον τοῦ εὐαγγελίου ἐν μέσῳ πολλῆς θλίψεως, ποὺ σᾶς ἐδημιούργουν οἱ διωγμοὶ τῶν μὴ πιστευσάντων συμπολιτῶν σας. Καὶ τὸν ἐδέχθητε μὲ χαράν, τὴν ὁποίαν ἐγέννα εἰς τὰς καρδίας σας τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. 7 Καὶ τόσον πολὺ ἐμιμήθητε ἡμᾶς καὶ τὸν Κύριον, ὥστε νὰ γίνετε σεῖς τύπος καὶ παράδειγμα εἰς ὅλους, ὅσοι πιστεύουν εἰς τὴν Μακεδονίαν καὶ τὴν Ἀχαΐαν. 8 Καὶ ἐγίνατε παράδειγμα εἰς ὅλους αὐτούς, διότι ἀπὸ σᾶς καὶ τὴν πόλιν σας ἔχει διασαλπισθῆ ὁ λόγος τοῦ Κυρίου ὄχι μόνον εἰς τὴν Μακεδονίαν καὶ εἰς τὴν Ἀχαΐαν, ἀλλὰ καὶ εἰς κάθε τόπον ἔχει διαδοθῇ καὶ ἔχει φθάσει ἡ φήμη τῆς πρὸς τὸν Θεόν πίστεώς σας, ὥστε νὰ μὴ ἔχωμεν ἡμεῖς ἀνάγκην νὰ εἴπωμεν τίποτε δι’ αὐτήν. 9 Διότι αὐτοὶ διηγοῦνται δι’ ἠμᾶς ὑπὸ ποίας κινδυνώδεις περιστάσεις ἤλθομεν πρὸς σᾶς, καὶ πῶς σεῖς, παρὰ τοὺς κινδύνους καὶ τὰς ἀπειλὰς ἐκείνας, μὲ ὅλην σας τὴν καρδίαν ἐφύγατε ἀπὸ τὰ εἴδωλα καὶ ἐπεστρέψατε εἰς τὸν ἀληθινὸν Θεόν, διὰ νὰ δουλεύετε ὄχι εἰς ἄψυχα εἴδωλα, ἀλλ’ εἰς Θεόν ζωντανὸν καὶ ἀληθινόν, 10 καὶ διὰ νὰ περιμένετε τὸν Υἱόν του ἀπὸ τοὺς οὐρανούς, τὸν ὁποῖον ἀνέστησεν ἒκ τῶν νεκρῶν, δηλαδὴ τὸν Ἰησοῦν, ὁ ὁποῖος μᾶς γλυτώνει ἀπὸ τὴν ὀργήν, ποὺ πρόκειται νὰ ἔλθῃ κατὰ τὴν ἐσχάτην Κρίσιν.

ΠΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ Α' Α´ 6 - 10


6 Αλλά και σεις εμιμήθητε ημάς και τον Κυριον με το να δεχθήτε τον λόγον του Ευαγγελίου εν μέσω πολλών θλίψεων, που σας είχαν προκαλέσει οι διωγμοί, αλλά και με χαράν, την οποίαν γεννά το Αγιον Πνεύμα εις τας καλοπροαιρέτους καρδίας. 7 Με τον τρόπον δε αυτόν έχετε αναδειχθή πράγματι εκλεκτοί μαθηταί του Κυρίου, ώστε να γίνετε τύπος και παράδειγμα εις όλους τους πιστούς της Μακεδονίας και της Νοτίου Ελλάδος. 8 Διότι από σας έχει διαλαληθή και ακουσθή ο λόγος του Κυρίου, όχι δε μόνον εις την Μακεδονίαν και εις την Νοτιον Ελλάδα, αλλά και εις κάθε τόπον έχει απλωθή και έχει φθάσει η καλή πληροφορία δια την ζωντανήν πίστιν σας, ώστε να μη ευρισκόμεθα ημείς εις ανάγκην να λέγωμεν τίποτε δι' αυτήν. 9 Διότι αυτοί οι ίδιοι οι Χριστιανοί της Μακεδονίας, της Νοτίου Ελλάδος και των άλλων μερών διηγούνται πως ημείς εισήλθαμεν εις την πόλιν σας, ποίους δηλαδή κινδύνους αντικρύσαμεν εκ μέρους των εχθρών της πίστεως, και πως σεις, παρά τους κινδύνους και τας άλλας περιπετείας, εδέχθητε την νέαν πίστιν, εγκαταλείψατε τα είδωλα και επεστρέψατε στον Θεόν, δια να δουλεύετε πλέον, όχι εις τα είδωλα, αλλά στον Θεόν τον ζωντανόν και αληθινόν· 10 και δια να περιμένετε με πίστιν και χαράν τον Υιόν του κατά την ένδοξον Δευτέραν Παρουσίαν του από τους ουρανούς, δηλαδή τον Ιησούν Χριστόν, τον οποίον ανέστησε εκ των νεκρών και ο οποίος μας σώζει και μας ελευθερώνει από την θείαν οργήν, που πρόκειται να έλθη και να εκσπάση κατά την Δευτέραν Παρουσίαν.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΔ´ 25 - 35


25 Συνεπορεύοντο δὲ αὐτῷ ὄχλοι πολλοί. καὶ στραφεὶς εἶπε πρὸς αὐτούς· 26 Εἴ τις ἔρχεται πρός με καὶ οὐ μισεῖ τὸν πατέρα ἑαυτοῦ καὶ τὴν μητέρα καὶ τὴν γυναῖκα καὶ τὰ τέκνα καὶ τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τὰς ἀδελφάς, ἔτι δὲ καὶ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν, οὐ δύναταί μου μαθητής εἶναι. 27 καὶ ὅστις οὐ βαστάζει τὸν σταυρὸν ἑαυτοῦ καὶ ἔρχεται ὀπίσω μου, οὐ δύναται εἶναί μου μαθητής. 28 τίς γὰρ ἐξ ὑμῶν, θέλων πύργον οἰκοδομῆσαι, οὐχὶ πρῶτον καθίσας ψηφίζει τὴν δαπάνην, εἰ ἔχει τὰ πρὸς ἀπαρτισμόν, 29 ἵνα μήποτε, θέντος αὐτοῦ θεμέλιον καὶ μὴ ἰσχύσαντος ἐκτελέσαι, πάντες οἱ θεωροῦντες ἄρξωνται αὐτῷ ἐμπαίζειν, 30 λέγοντες ὅτι οὗτος ὁ ἄνθρωπος ἤρξατο οἰκοδομεῖν καὶ οὐκ ἴσχυσεν ἐκτελέσαι; 31 ἢ τίς βασιλεὺς, πορευόμενος συμβαλεῖν ἑτέρῳ βασιλεῖ εἰς πόλεμον, οὐχὶ πρῶτον καθίσας βουλεύσεται εἰ δυνατός ἐστιν ἐν δέκα χιλιάσιν ἀπαντῆσαι τῷ μετὰ εἴκοσι χιλιάδων ἐρχομένῳ ἐπ’ αὐτόν; 32 εἰ δὲ μήγε, ἔτι πόρρω αὐτοῦ ὄντος πρεσβείαν ἀποστείλας ἐρωτᾷ τὰ πρὸς εἰρήνην. 33 οὕτως οὖν πᾶς ἐξ ὑμῶν, ὃς οὐκ ἀποτάσσεται πᾶσι τοῖς ἑαυτοῦ ὑπάρχουσιν, οὐ δύναται εἶναί μου μαθητής. 34 Καλὸν οὖν τὸ ἅλας· ἐὰν δὲ καὶ τὸ ἅλας μωρανθῇ, ἐν τίνι ἀρτυθήσεται; 35 οὔτε εἰς γῆν οὔτε εἰς κοπρίαν εὔθετόν ἐστιν· ἔξω βάλλουσιν αὐτό. ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΔ´ 25 - 35


25 Ἐπήγαιναν δὲ μαζί του πολλὰ πλήθη λαοῦ καὶ ἀφοῦ πρὸς στιγμὴν ἐσταμάτησε, ἔστρεψε πρὸς αὐτοὺς καὶ τοὺς εἶπε· Καλὰ μὲ ἀκολουθεῖτε τώρα καὶ θέλετε νὰ εἶσθε μαθηταί μου καὶ φίλοι μου. Μάθετε ὅμως αὐτά, ποὺ εἶναι ἀπαραίτητα διὰ κάθε γνήσιον ἀκόλουθόν μου. 26 Ἐὰν κανεὶς ἔρχεται μαζί μου, καὶ δὲν μισῇ τὸν πατέρα του καὶ τὴν μητέρα του καὶ τὴν γυναῖκα του καὶ τοὺς ἀδελφούς του καὶ τὰς ἀδελφάς του, ἐφ’ ὅσον αὐτοὶ τοῦ γίνονται ἐμπόδιον εἰς τὸ νὰ μὲ ἀκολουθῇ, ἀκόμη δὲ ἐὰν δὲν μισῇ καὶ αὐτὴν τὴν ζωήν του, ἐφ’ ὅσον ὁ φόβος του νὰ χάσῃ τὴν ζωήν του τοῦ γίνεται αἰτία νὰ μὲ ἀρνηθῇ, αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι μαθητής μου. 27 Καὶ ὅποιος δὲν παίρνει ἐπάνω του τὸν σταυρόν του, καὶ μὲ ἄλλας λέξεις, ὅποιος δὲν λαμβάνει τὴν ἀπόφασιν νὰ ὑποστῇ καὶ θάνατον σταυρικὸν καὶ ἐπονείδιστον δι΄ ἐμὲ καὶ δὲν ἔρχεται μὲ τὴν ἀπόφασιν αὐτὴν ὀπίσω μου, δὲν ἠμπορεῖ νὰ εἶναι μαθητής μου. 28 Ἐξετάσατε καλὰ τὸν ἑαυτόν σας καὶ ἀφοῦ σκεφθῆτε, ἐὰν ἠμπορῆτε νὰ ὑποβληθῆτε εἰς τὰς θυσίας αὐτάς, ἀποφασίσατε τότε νὰ μὲ ἀκολουθήσετε. Μελετήσατε τὸ πρᾶγμα, ἂν μὴ περισσότερον, τουλάχιστον ὅσον καὶ οἱ μελετῶντες νὰ ἀναλάβουν ἐγκοσμίους ἐπιχείρησεις δαπανηρὰς ἢ ἐπικινδύνους. Διότι ποῖος ἀπὸ σᾶς, ποὺ θέλει νὰ κτίσῃ σπίτι ἐφωδιασμένον μὲ πύργον, δὲν κάθεται πρῶτον νὰ λογαριάσῃ τὴν δαπάνην, ὥστε νὰ πεισθῇ, ἐὰν ἔχῃ τὰ χρήματα, ποὺ θὰ χρειασθοῦν διὰ νὰ τελειώσῃ τὸ ἔργον; 29 Ἔτσι κάθε φρόνιμος λογαριάζει, διὰ νὰ μὴ τοῦ συμβῇ, ὥστε ἀφοῦ βάλῃ αὐτὸς θεμέλιον καὶ δὲν μπορέσῃ νὰ τελειώσῃ τὸν πύργον, νὰ ἀρχίσουν νὰ τὸν ἐμπαίζουν ὅλοι, ὅσοι θὰ βλέπουν, ὅτι τὸ ἔργον ἔμεινεν ἀτελείωτον, 30 λέγοντες ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἤρχισε νὰ οἰκοδομῇ καὶ δὲν ἠμπόρεσε νὰ τελειώσῃ τὴν οἰκοδομήν. Οἰκοδομὴν πνευματικήν, αἰωνίαν καὶ ἀκατάλυτον καλεῖσθε νὰ κτίσετε καὶ σεῖς, ἐὰν γίνετε μαθηταί μου. Εἶσθε λοιπὸν ἀποφασισμένοι νὰ ὑποστῆτε δι’ αὐτὴν θυσίας καὶ νὰ μὴ ἀφήσετε τὸ ἔργον ἀτελείωτον 31 Ἀλλὰ καὶ πόλεμον ὡς στρατιώτης ἰδικός μου καλεῖτε νὰ διεξαγάγῃ κάθε μαθητής μου. Δι’ αὐτὸ λοιπὸν προτοῦ συγκαταριθμηθῇ εἰς τὴν παράταξίν μου, ἂς τὸ σκεφθῇ καλά. Διότι ποῖος βασιλεύς, ποὺ πηγαίνει νὰ συγκρουσθῇ καὶ νὰ πολεμίσῃ μὲ ἄλλον βασιλέα, δὲν κάθεται πρῶτα νὰ σκεφθῇ καὶ λογαριάσῃ, ἐὰν ἔχῃ τὴν δύναμιν μὲ δέκα χιλιάδας νὰ συναντήσῃ καὶ ἀποκρούσῃ ἐκεῖνον, ποὺ ἔρχεται ἐναντίον του μὲ εἴκοσι χιλιάδας; 32 Καὶ ἐὰν δὲν εἶναι δυνατὸς νὰ τὸν ἀντικρούσῃ, ἐνόσῳ εἶναι ἀκόμη μακρὰν ὁ βασιλεὺς οὗτος, στέλλει ἀνθρώπους, ποὺ μεσιτεύσουν ὡς ἀντιπρόσωποί του, καὶ ζητεῖ διαπραγματεύσεις δι’ εἰρήνην. 33 Ἔτσι λοιπὸν καθένας ἀπὸ σᾶς, ὁ ὁποῖος δὲν κάνει ἐκ μέρους του τὸν λογαριασμόν του καὶ δὲν ἀπαρνεῖται ὅλα τὰ ὑπάρχοτά του, καὶ φυσικοὺς δηλαδὴ δεσμοὺς καὶ πλοῦτον καὶ ἀπολαύσεις καὶ τὴν ζωήν του αὐτήν, δὲν δύναται νὰ εἶναι μαθητής μου. 34 Καλὸν εἶναι νὰ γίνῃ κανεὶς μαθητής μου καὶ νὰ καταστῇ ἅλας πνευματικόν, τὸ ὁποῖον προλαμβάνει τὴν ἠθικὴν σαπίλα καὶ ἐξυγιαίνει τὴν ζωὴν τῶν ἀνθρώπων. Ἀλλ’ ἐὰν τὸ ἅλας χάσῃ τὴν δύναμίν του, μὲ τί θὰ ἀρτυθῇ, ὥστε νὰ γίνῃ πάλιν χρήσιμον; 35 Δὲν εἶναι κατάλληλον καὶ χρήσιμον οὔτε εἰς τὴν γῆν νὰ ριφθῇ καὶ νὰ προστεθῇ εἰς αὐτὴν ὡς χῶμα ἀβλαβὲς καὶ παραγωγικόν, οὔτε νὰ χρησιμοποιηθῇ ὡς λίπασμα. Τὸ ρίπτουν ἔξω ὡς ἄχρηστον. Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει αὐτιὰ πνευματικὰ καὶ πραγματικὸν ἐνδιαφέρον, ὥστε νὰ ἀκούῃ καὶ νὰ ἐγκολποῦται αὐτὰ ποὺ λέγω, ἂς τὰ ἀκούῃ. Καὶ ἂς μαθαίνῃ ὅτι καὶ καθένας ἀπὸ τοὺς μαθητάς μου, ποὺ δὲν θὰ ἀπαρνηθῇ τὸν ἑαυτόν του καὶ ὅλους τοὺς ἐπιγείους του δεσμούς, γίνεται ἅλας ἄχρηστον, ποὺ πρέπει νὰ πεταχθῇ ἔξω καὶ νὰ καταπατηθῇ ἀπὸ ὅλους.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΔ´ 25 - 35


25 Μαζή δε με αυτόν επήγαιναν και πλήθη λαού. Εστράφη τότε προς αυτούς και τους είπε· 26 “εάν κανείς έρχεται προς εμέ, δια να γίνη οπαδός μου, και δεν απαρνήται τον πατέρα του και την μητέρα και την γυναίκα και τα τέκνα και τους αδελφούς και τας αδελφάς, εφ' όσον αυτοί του είναι πρόσκομμα εις την νέαν ζωήν του, ακόμη δε δεν απαρνήται και την ζωήν του, όταν η ανάγκη επιβάλη να την θυσιάση, αυτός δεν ημπορεί να είναι μαθητής μου. 27 Και εκείνος που δεν βαστάζει επάνω του τον σταυρόν του και δεν έρχεται κοντά μου, δεν ημπορεί να είναι μαθητής μου. 28 Πριν γίνετε μαθηταί μου εξετάσατε καλά αν μπορήτε να με ακολουθήσετε όπως εγώ θέλω. Διότι ποιός από σας, όταν θέλη να κτίση ένα πύργον, δεν θα καθίση πρώτον να προϋπολογίση την δαπάνην, εάν έχη δηλαδή τα χρήματα δια την ολοκλήρωσιν του έργου; 29 Και τούτο θα το κάμη, μήπως τυχόν βάλη θεμέλια και δεν ημπορέση ν' αποπερατώση τον πύργον, οπότε όλοι όσοι βλέπουν ατελές το έργον του, θα αρχίσουν να τον εμπαίζουν 30 και να λέγουν ότι αυτός ο άνθρωπος ήρχισε να οικοδομή και δεν ημπόρεσε να τελειώση το έργον του. 31 Η ποιός βασιλεύς, που πηγαίνει να συμπλακή και να πολεμήση εναντίον άλλου βασιλέως, δεν θα καθίση πρώτον να σκεφθή, εάν έχη την δύναμιν με δέκα χιλιάδες στρατιώτας να απαντήση και αποκρούση εκείνον, που έρχεται εναντίον του με εικόσι χιλιάδας; 32 Ει δ' άλλως ενώ ακόμη είναι μακράν αυτός ο Βασιλεύς, στέλνει πρεσβευτάς και ζητεί να διαπραγματευθούν δια την ειρήνην. 33 Ετσι λοιπόν και καθένας από σας, ο οποίος δεν απαρνείται όλα τα υπάρχοντά του και δεν κόπτει δια το όνομά μου κάθε δεσμόν, που υπάρχει φόβος να τον κρατήση μακρυά από εμέ, δεν ημπορεί να είναι μαθητής μου. 34 Το άλατι είναι καλόν και ωφέλιμον δια τον άνθρωπον· κάθε μαθητής μου καλείται να γίνη πνευματικό άλατι μέσα εις την κοινωνίαν. Εάν όμως το άλατι χάση την δύναμιν του, τότε με τι είναι δίνατόν να αρτυθή αυτό, ώστε να γίνη πάλι καλό και ωφέλιμον; 35 Ούτε σαν χώμα δεν είναι κατάλληλον να ριφθή εις την γην ούτε βέβαια σαν λίπασμα στο χωράφι. Το ρίπτουν έξω ως εντελώς άχρηστον. Εκείνος που έχει αυτιά πνευματικά δια να ακούη, ας ακούση, ας εννοήση και ας δεχθή αυτά που λέγω.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα