❌
Παρασκευή, 14 Οκτωβρίου 2022

Άγιοι Ναζάριος, Προτάσιος, Γερβάσιος και Κέλσιος, Άγιος Κοσμάς ο Μελωδός επίσκοπος Μαϊουμά, Οσία Παρασκευή η Νέα η «Επιβατηνή»
Ναζαρίου καὶ Γερβασίου, μαρτύρων. Κοσμᾶ τοῦ ποιητοῦ (†787). Ἰγνατίου (Ἀγαλλιανοῦ) ἀρχιεπισκόπου Μηθύμνης.
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ Ϛ´ 18 - 24


18 διὰ πάσης προσευχῆς καὶ δεήσεως, προσευχόμενοι ἐν παντὶ καιρῷ ἐν Πνεύματι, καὶ εἰς αὐτὸ τοῦτο ἀγρυπνοῦντες ἐν πάσῃ προσκαρτερήσει καὶ δεήσει περὶ πάντων τῶν ἁγίων, 19 καὶ ὑπὲρ ἐμοῦ, ἵνα μοι δοθῇ λόγος ἐν ἀνοίξει τοῦ στόματός μου, ἐν παρρησίᾳ γνωρίσαι τὸ μυστήριον τοῦ εὐαγγελίου, 20 ὑπὲρ οὗ πρεσβεύω ἐν ἁλύσει, ἵνα ἐν αὐτῷ παρρησιάσωμαι ὡς δεῖ με λαλῆσαι. 21 Ἵνα δὲ εἰδῆτε καὶ ὑμεῖς τὰ κατ’ ἐμέ, τί πράσσω, πάντα ὑμῖν γνωρίσει Τυχικὸς ὁ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ πιστὸς διάκονος ἐν Κυρίῳ, 22 ὃν ἔπεμψα πρὸς ὑμᾶς εἰς αὐτὸ τοῦτο, ἵνα γνῶτε τὰ περὶ ἡμῶν καὶ παρακαλέσῃ τὰς καρδίας ὑμῶν. 23 Εἰρήνη τοῖς ἀδελφοῖς καὶ ἀγάπη μετὰ πίστεως ἀπὸ Θεοῦ πατρὸς καὶ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. 24 Ἡ χάρις μετὰ πάντων τῶν ἀγαπώντων τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν ἐν ἀφθαρσίᾳ· ἀμήν.

ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ Ϛ´ 18 - 24


18 Ἀλλὰ καὶ μὲ ὅλον αὐτὸν τὸν ὁπλισμόν, ποὺ θὰ φέρετε, πάλιν ἀπὸ τὴν θείαν δύναμιν καὶ βοήθειαν νὰ ἐξαρτᾶτε τὴν νίκην σας. Νὰ παρακαλῆτε λοιπὸν τὸν Θεόν μὲ πᾶν εἶδος προσευχῆς καὶ αἰτήσεως· καὶ νὰ προσεύχεσθε εἰς κάθε καιρὸν μὲ τὸν φωτισμὸν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Νὰ ἐπιμένετε δὲ εἰς αὐτὸ τοῦτο τὸ ἔργον τῆς προσευχῆς καὶ νὰ εἶσθε ἄγρυπνοι μὲ κάθε δυνατὴν ἐμμονὴν καὶ δέησιν δι’ ὅλους τοὺς Χριστιανούς. 19 Καὶ ἰδιαιτέρως νὰ προσεύχεσθε ὑπὲρ ἑμοῦ, διὰ νὰ μοῦ δοθῇ ἀπὸ τὸν Θεόν σοφία διὰ να ὁμιλῶ καταλλήλως καὶ πρεπόντως· να μοῦ ἀνοίξῃ δηλαδὴ ὁ Θεὸς τὸ στόμα μου διὰ νὰ γνωστοποιήσω μὲ παρρησίαν καὶ ἀφοβίαν τὴν μέχρι πρὸ ὀλίγου κρυμμένην, φανερωθεῖσαν δὲ τώρα ὑπὸ τοῦ Θεοῦ ἀλήθειαν τοῦ εὐαγγελίου. 20 Διὰ τὴν ἀλήθειαν αὐτὴν εἶμαι πρεσβευτὴς σταλμένος ἀπὸ τὸν Θεόν. Καὶ ὡς στολὴν καὶ ἔμβλημα τοῦ μεγάλου αὐτοῦ ἀξιώματός μου φέρω τὴν ἁλυσίδα, μὲ τὴν ὁποίαν εἶμαι δεμένος. Νὰ προσεύχεσθε δι’ ἐμὲ διὰ νὰ ὁμιλήσω μὲ παρρησίαν διὰ τὸ μυστήριον τοῦ εὐαγγελίου, καθὼς πρέπει νὰ ὁμιλήσω. 21 Διὰ νὰ μάθετε δὲ καὶ σεῖς τὰ ἰδικά μου νέα, τί πράττω δηλαδή, θὰ σᾶς τὰ καταστήσῃ ὅλα γνωστὰ ὁ Τυχικός, ὁ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ πιστὸς διάκονος ἐν τῷ ἔργῳ τοῦ Κυρίου. 22 Σᾶς τὸν ἔστειλα δι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν σκοπόν, διὰ νὰ μάθετε ὅλα τὰ ἰδικά μας καὶ διὰ νὰ παρηγορήσῃ τὰς καρδίας σας. 23 Ἀπὸ τὸν Θεόν δὲ καὶ Πατέρα καὶ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστὸν εἴθε νὰ δοθοῦν εἰς τοὺς ἀδελφοὺς εἰρήνη καὶ ἀγάπη συντροφευμένη μὲ πίστιν. 24 Ἡ χάρις εἴθε νὰ εἶναι μὲ ὅλους, ὅσοι ἀγαποῦν τὸν Κύριον μας Ἰησοῦν Χριστὸν μὲ ἀγάπην, ποὺ μένει πάντοτε ἄφθαρτος καὶ αἰωνία. Ἀμήν.

ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ Ϛ´ 18 - 24


18 Να παρακαλήτε δε με κάθε προσευχήν και δέησιν τον Κυριον να σας βοηθήση, δια να αξιοποιήσετε τον πνευματικόν αυτόν οπλισμόν, προσευχόμενοι εις κάθε καιρόν με τον φωτισμόν του Αγίου Πνεύματος. Να επιμένετε δε πολύ εις αυτό τούτο το έργον της προσευχής. Να είσθε άγρυπνοι με κάθε εγκαρτέρησιν και με δέησιν δι' όλους γενικώς τους Χριστιανούς. 19 Ιδιαιτέρως σας παρακαλώ να προσεύχεσθε και υπέρ εμού, να μου δοθή από τον Θεόν η ικανότης να ομιλώ με δύναμιν και κατάλληλον τρόπον, δια να κάμω γνωστήν, με θάρρος και αφοβίαν, την μέχρι προ ολίγου κρυμμένην από τους ανθρώπους αλήθειαν του Ευαγγελίου. 20 Δια την αλήθειαν αυτήν του Ευαγγελίου είμαι πρεσβευτής του Θεού μεταξύ των ανθρώπων, αλυσοδεμένος όμως κατά την περίοδον αυτήν. Να προσεύχεσθε, λοιπόν, δια να ομιλήσω με θάρρος περί του Ευαγγελίου, όπως πρέπει να ομιλήσω. 21 Δια να μάθετε δε και σεις τα κατ' εμέ, τι δηλαδή πράττω, μολονότι είμαι φυλακισμένος, θα σας επισκεφθή ο Τυχικός, ο αγαπητός αδελφός και πιστός διάκονος στο έργον του Κυρίου, ο οποίος και θα σας τα γνωστοποιήση όλα. 22 Δι' αυτό ακριβώς έστειλα αυτόν προς σας, δια να μάθετε από αυτόν τα καθ' ημάς και να παρηγορήση και στηρίξη τας καρδίας σας, που είναι θλιμμένες εξ αιτίας της φυλακίσεώς μου. 23 Από τον Θεόν και Πατέρα του Κυρίου Ιησού Χριστού ας είναι εις όλους τους αδελφούς ειρήνη και αγάπη μαζή με την πίστιν. 24 Η χάρις είθε να είναι μαζή με όλους εκείνους, που τρέφουν αγνήν και άφθαρτον αγάπην προς τον Κυριον ημών Ιησούν Χριστόν. Αμήν.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Θ´ 12 - 18


12 Ἡ δὲ ἡμέρα ἤρξατο κλίνειν· προσελθόντες δὲ οἱ δώδεκα εἶπον αὐτῷ· Ἀπόλυσον τὸν ὄχλον, ἵνα πορευθέντες εἰς τὰς κύκλῳ κώμας καὶ τοὺς ἀγροὺς καταλύσωσι καὶ εὕρωσι ἐπισιτισμόν, ὅτι ὧδε ἐν ἐρήμῳ τόπῳ ἐσμέν. 13 εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· Δότε αὐτοῖς ὑμεῖς φαγεῖν. οἱ δὲ εἶπον· Οὐκ εἰσὶν ἡμῖν πλεῖον ἢ πέντε ἄρτοι καὶ ἰχθύες δύο, εἰ μήτι πορευθέντες ἡμεῖς ἀγοράσομεν εἰς πάντα τὸν λαὸν τοῦτον βρώματα· 14 ἦσαν γὰρ ὡσεὶ ἄνδρες πεντακισχίλιοι. εἶπε δὲ πρὸς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ· Κατακλίνατε αὐτοὺς κλισίας ἀνὰ πεντήκοντα. 15 καὶ ἐποίησαν οὕτω καὶ ἀνέκλιναν ἅπαντας. 16 λαβὼν δὲ τοὺς πέντε ἄρτους καὶ τοὺς δύο ἰχθύας, ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησεν αὐτοὺς καὶ κατέκλασε, καὶ ἐδίδου τοῖς μαθηταῖς παραθεῖναι τῷ ὄχλῳ. 17 καὶ ἔφαγον καὶ ἐχορτάσθησαν πάντες, καὶ ἤρθη τὸ περισσεῦσαν αὐτοῖς κλασμάτων κόφινοι δώδεκα. 18 Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εἶναι αὐτὸν προσευχόμενον κατὰ μόνας, συνῆσαν αὐτῷ οἱ μαθηταί, καὶ ἐπηρώτησεν αὐτοὺς λέγων· Τίνα με λέγουσιν οἱ ὄχλοι εἶναι;

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Θ´ 12 - 18


12 Ἐν τῷ μεταξὺ ὅμως ἡ ἡμέρα ἤρχισε νὰ κλίνη πρὸς τὸ βράδυ. Πρόσηλθον δὲ τότε οἱ δώδεκα ἀπόστολοι καὶ τοῦ εἶπαν· Διάλυσε τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ, διὰ νὰ ὑπάγουν εἰς τὰ τριγύρω χωριὰ καὶ τὰ χωράφια καὶ εὕρουν καταλύματα, ποὺ θὰ περάσουν τὴν νύκτα, καὶ τρόφιμα διὰ νὰ φάγουν. Διότι ἐδῶ εὑρισκόμεθα εἰς ἔρημον τόπον. 13 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς· Δώσατέ τους σεῖς νὰ φάγουν. Αὐτοὶ δὲ εἶπαν· Δὲν μᾶς εὑρίσκονται παραπάνω ἀπὸ πέντε ἄρτους καὶ δύο ψάρια, ἐκτὸς ἐὰν ὑπάγωμεν ἡμεῖς καὶ ἠμπορέσωμεν νὰ ἀγοράσωμεν δι΄ ὅλον αὐτὸν τὸν λαὸν τροφάς. 14 Καὶ εἶπαν οἱ μαθηταὶ δι’ ὅλον αὐτὸν τὸν λαόν, διότι εὑρίσκοντο ἐκεῖ περίπου πέντε χιλιάδες ἄνδρες. Εἶπε δὲ ὁ Ἰησοῦς πρὸς τοὺς μαθητάς του· Βάλετέ τους νὰ καθήσουν κατὰ παρέας ἀπὸ πεντήκοντα ἀνθρώπους ἡ κάθε ὁμάδα. 15 Καὶ ἔκαμαν ἔτσι οἱ ἀπόστολοι καὶ ἔβαλαν ὅλους νὰ καθήσουν 16 Ἀφοῦ δὲ ἐπῆρεν ὁ Ἰησοῦς τοὺς πέντε ἄρτους καὶ τὰ δύο ψάρια, ἐσήκωσε τὰ μάτια του εἰς τὸν οὐρανὸν διὰ νὰ εὐχαριστήσῃ καὶ ἐπικαλέσθῃ τὸν ἐπουράνιόν του Πατέρα, καὶ εὐλόγησεν αὐτούς. Καὶ μετὰ τὴν εὐλογίαν ἔκοψε τοὺς ἄρτους εἰς κομμάτια καὶ ἔδιδε συνεχῶς εἰς τοὺς μαθητὰς διὰ νὰ τὰ θέτουν ἐμπρὸς εἰς τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ. 17 Καὶ ἔφαγαν καὶ ἐχορτάσθησαν ὅλοι. Καὶ ἐσήκωσαν ἔπειτα ὅ,τι τοὺς ἐπερίσσευσε, δηλαδὴ δώδεκα κοφίνια γεμᾶτα ἀπὸ κομμάτια. 18 Καὶ ἐνῷ προσηύχετο εἰς μέρος μοναχικόν, μακρὰν ἀπὸ τὸ πλῆθος, συνέβη νὰ εἶναι μαζί του οἱ μαθηταὶ καὶ τοὺς ἠρώτησε καὶ εἶπε· Ποῖος νομίζουν τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ, ὅτι εἶμαι;

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Θ´ 12 - 18


12 Αλλ' η ημέρα ήρχισε να κλίνη προς την δύσιν. Τον επλησίασαν τότε οι δώδεκα και του είπαν· διάλυσε τα πλήθη του λαού, δια να πάνε εις τα γύρω χωριά και τις αγροτικές κατοικίες να καταλύσουν και να εύρουν τροφάς, δια να φάγουν, διότι εδώ ευρισκόμεθα εις έρημον τόπον”. 13 Είπε δε προς αυτούς ο Ιησούς· “δώστε τους σεις να φάγουν”. Αυτοί δε είπαν· “δεν μας βρίσκονται παρά πάνω από πέντε ψωμιά και δύο ψάρια, εκτός εάν πάμε ημείς και κυττάξωμεν να αγοράσωμε δι' όλον αυτόν τον λαόν τροφάς”. 14 Διότι οι άνδρες μόνον ήσαν περίπου πέντε χιλιάδες. Είπε δε προς τους μαθητάς του ο Κυριος· “βάλτε τους να καθίσουν καθ' ομάδας από πενήντα, πενήντα”. 15 Και έκαμαν έτσι οι μαθηταί και έβαλαν όλους να καθίσουν. 16 Επήρε τότε ο Ιησούς τους πέντε άρτους και τα δύο ψάρια, ύψωσε τα μάτια στον ουρανόν, δια να ευχαριστήση τον Πατέρα, και ευλόγησε τους άρτους. Επειτα τους έκοψε κομμάτια και έδιδε συνεχώς στους μαθητάς, δια να παραθέσουν στον λαόν να φάγη. 17 Και έφαγαν και εχόρτασαν όλοι και εσήκωσαν έπειτα, από ο,τι τους είχε περισσεύσει, δώδεκα κοφίνια γεμάτα. 18 Και ενώ προσηύχετο απομονωμένος από το πλήθος, ήσαν μαζή του οι μαθηταί και τους ηρώτησε, λέγων· “ποίος λένε τα πλήθη ότι είμαι;”

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα