❌
Τρίτη, 04 Οκτωβρίου 2022

Άγιος Ιερόθεος Επίσκοπος Αθηνών, Άγια μάρτυρας Δομνίνη και οι θυγατέρες αυτής Βερνίκης και Προσδόκης, Όσιος Ιωάννης ο Λαμπαδιστής
Ἱεροθέου ἀρεοπαγίτου, πρώτου ἐπισκόπου Ἀθηνῶν (α ́αἰ.)
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ Β´ 19 - 22


19 ἄρα οὖν οὐκέτι ἐστὲ ξένοι καὶ πάροικοι, ἀλλὰ συμπολῖται τῶν ἁγίων καὶ οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ, 20 ἐποικοδομηθέντες ἐπὶ τῷ θεμελίῳ τῶν ἀποστόλων καὶ προφητῶν, ὄντος ἀκρογωνιαίου αὐτοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, 21 ἐν ᾧ πᾶσα ἡ οἰκοδομὴ συναρμολογουμένη αὔξει εἰς ναὸν ἅγιον ἐν Κυρίῳ· 22 ἐν ᾧ καὶ ὑμεῖς συνοικοδομεῖσθε εἰς κατοικητήριον τοῦ Θεοῦ ἐν Πνεύματι.

ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ Γ´ 1 - 7


1 Τούτου χάριν ἐγὼ Παῦλος ὁ δέσμιος τοῦ Χριστοῦ Ἰησοῦ ὑπὲρ ὑμῶν τῶν ἐθνῶν, 2 εἴγε ἠκούσατε τὴν οἰκονομίαν τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ τῆς δοθείσης μοι εἰς ὑμᾶς, 3 ὅτι κατὰ ἀποκάλυψιν ἐγνώρισέ μοι τὸ μυστήριον, καθὼς προέγραψα ἐν ὀλίγῳ, 4 πρὸς ὃ δύνασθε ἀναγινώσκοντες νοῆσαι τὴν σύνεσίν μου ἐν τῷ μυστηρίῳ τοῦ Χριστοῦ, 5 ὃ ἑτέραις γενεαῖς οὐκ ἐγνωρίσθη τοῖς υἱοῖς τῶν ἀνθρώπων ὡς νῦν ἀπεκαλύφθη τοῖς ἁγίοις ἀποστόλοις αὐτοῦ καὶ προφήταις ἐν Πνεύματι, 6 εἶναι τὰ ἔθνη συγκληρονόμα καὶ σύσσωμα καὶ συμμέτοχα τῆς ἐπαγγελίας αὐτοῦ ἐν τῷ Χριστῷ διὰ τοῦ εὐαγγελίου, 7 οὗ ἐγενόμην διάκονος κατὰ τὴν δωρεὰν τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ τὴν δοθεῖσάν μοι κατὰ τὴν ἐνέργειαν τῆς δυνάμεως αὐτοῦ.

ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ Β´ 19 - 22


19 Ἀπὸ τὰ ἀνωτέρω λοιπὸν ἐξάγεται τὸ συμπέρασμα, ὅτι δὲν εἶσθε πλέον ξένοι καὶ προσωρινοὶ κάτοικοι εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, ἀλλ’ εἶσθε συμπολῖται τῶν ἁγίων καὶ οἰκιακοὶ τοῦ Θεοῦ. 20 Καὶ ἐκτίσθητε σὰν ἄλλοι λίθοι ζωντανοὶ ἐπάνω εἰς τὸ θεμέλιον. Εἶναι δὲ τὸ θεμέλιον τοῦτο οἱ ἀπόστολοι καὶ οἱ προφῆται, ἐνῶ ἀκρογωνιαῖος λίθος, ἀγκωνάρι ποὺ βαστάζει καὶ στηρίζει ὅλον τὸ οἰκοδόμημα εἶναι αὐτὸς ὁ Ἰησοῦς Χριστός. 21 Ἐπ’ αὐτοῦ δὲ καὶ δι’ αὐτοῦ τοῦ Χριστοῦ ἡ οἰκοδομὴ ὅλη τῆς Ἐκκλησίας ἐνώνεται ἁρμονικὰ καὶ στερεὰ καὶ αὐξάνει, ὥστε νὰ γίνεται ναὸς ἅγιος, ὅπως τὸν θέλει ὁ Κύριος. 22 Διὰ τῆς ἑνώσεώς σας δὲ μετὰ τοῦ Κυρίου καὶ σεῖς οἰκοδομεῖσθε μὲ τοὺς ἄλλους πιστοὺς διὰ νὰ γίνετε ναὸς καὶ κατοικητήριον, εἰς τὸ ὁποῖον θὰ κατοικῇ ὁ Θεὸς μὲ τὸ Πνεῦμα του.

ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ Γ´ 1 - 7


1 Διότι δὲ δὲν εἶσθε πλέον ξένοι, ἀλλ’ εἶσθε οἰκιακοὶ τοῦ Θεοῦ, δι’ αὐτὸ καὶ ἑγὼ ὁ Παῦλος, ὁ ὁποῖος εἶμαι φυλακισμένος διὰ τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν ἐξ αἰτίας τῆς δράσεώς μου ὅπως σωθῆτε σεῖς οἰ ἐθνικοί, δέομαι καὶ παρακαλῶ τὸν Θεὸν διὰ σᾶς. 2 Ναὶ εἶμαι φυλακισμένος ὡς ἰδικός σας ἀπόστολος ἐξουσιοδοτημένος νὰ κηρύττω τὸ εὐαγγέλιον εἰς τὰ ἔθνη. Καὶ περὶ αὐτοῦ δὲν θὰ σᾶς μένῃ καμμία ἀμφιβολία, ἐὰν βεβαίως ἠκούσατε τὸν σοφὸν τρόπον, ποὺ μετεχειρίσθη διὰ νὰ μὲ προσκαλέσῃ εἰς τὸ ἀποστολικὸν ἀξίωμα ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία μοῦ ἐδόθη διὰ σᾶς. 3 Ὁμιλῶ περὶ τῆς οἰκονομίας καὶ τῆς σοφῆς τακτοποιήσεως, τὴν ὁποίαν ἔκαμεν ὁ Θεός, προκειμένου νὰ γίνω ἀπόστολός σας. Διότι αὐτὸς μὲ ἀποκάλυψιν μοῦ ἐγνωστοποίησε τὴν ἕως τότε κρυμμένην ἀλήθειαν, περὶ τοῦ ὅτι καὶ οἱ ἐθνικοὶ θὰ ἐσωζοντο καὶ θὰ ἐγίνοντο οἰκιακοὶ τοῦ Θεοῦ, καθὼς δι’ ὀλίγων σᾶς ἔγραψα προηγουμένως. 4 Σύμφωνα δὲ μὲ ὅσα σᾶς ἔγραψα ἠμπορεῖτε νὰ ἀντιληφθῆτε, ὅταν τὰ ἀναγινώσκετε, τὴν τελείαν γνῶσιν ποὺ ἔχω εἰς τὴν δι’ ἀποκαλύψεως γνωρισθεῖσαν ἀλήθειαν περὶ τῆς σωτηρίας καὶ τῶν ἐθνικῶν διὰ τοῦ Χριστοῦ. 5 Αὐτὴ ἡ ἀλήθεια ἦτο μυστήριον εἰς ἄλλας γενεὰς καὶ ἐποχὰς καὶ δὲν ἐγνωστοποιίθη εἰς τοὺς ἀνθρώπους, ὅπως ἐφανερώθη τώρα μὲ ἀποκάλυψιν εἰς τοὺς ἁγίους ἀποστόλους του καὶ τοὺς Χριστιανοὺς προφήτας διὰ τοῦ Πνεύματος. 6 Ἐφανερωθη δηλαδὴ ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ὅτι εἶναι τὰ ἔθνη συγκληρονόμα μαζὶ μὲ τοὺς ἐξ Ἰουδαίων πιστεύοντας καὶ ἐνωμένα μὲ αὐτοὺς εἰς ἕνα ἠθικὸν σῶμα καὶ συμμετέχουν εἰς τὴν ὑπόσχεσιν τοῦ Θεοῦ. Λαμβάνουν δὲ τὰ ἔθνη τὰ δικαιώματα αὐτὰ διὰ τῆς κοινωνίας καὶ ἑνώσεώς των μὲ τὸν Ἰησοῦν Χριστόν, ἡ ὁποία πραγματοποιεῖται διὰ τῆς πίστεώς των εἰς τὸ εὐαγγέλιον. 7 Τοῦ εὐαγγελίου δὲ αὐτοῦ ἔγινα ὑπηρέτης σύμφωνα μὲ τὴν δωρεάν, ποὺ μοῦ ἔκαμεν ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ. Διὰ νὰ μοῦ δοθῇ δὲ ἡ δωρεὰ αὐτή, ἐμβῆκεν εἰς ἐνέργειαν καὶ ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ, ἢ ὁποία ἀπὸ διώκτην μὲ μετέβαλεν εἰς ἀπόστολον.

ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ Β´ 19 - 22


19 Αρα δεν είσθε πλέον ξένοι, όπως προηγουμένως, και προσωρινοί πολίται της Εκκλησίας του Χριστού, αλλ' είσθε συμπολίται όλων των αγίων, και οικιακοί του Θεού. 20 Εχετε δε κτισθή επάνω στον πνευματικόν θεμέλιον των Αποστόλων και των προφητών εις μίαν πνευματικήν οικοδομήν, την Εκκλησίαν, της οποίας ακρογωνιαίος και θεμελιακός λίθος είναι αυτός ούτος ο Ιησούς Χριστός. 21 Επάνω δε εις αυτόν και με την δύναμιν αυτού όλη η οικοδομή συναρμολογείται και αυξάνεται κατά τρόπον αρμονικόν, ώστε να γίνη ναός άγιος, σύμφωνα με το θέλημα του Κυρίου. 22 Εις αυτόν δε τον ναόν δια του Ιησού Χριστού οικοδομείσθε και σεις μαζή με τους άλλους πιστούς, δια να γίνετε κατοικία, εις την οποίαν θα μένη ο Θεός με το Πνεύμα του.

ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ Γ´ 1 - 7


1 Ακριβώς, διότι είσθε μέλη της οικογενείας του Θεού, της Εκκλησίας, εγώ ο απόστολος Παύλος, φυλακισμένος δια τον Ιησούν Χριστόν, παρακαλώ τον Θεόν δια σας τους εθνικούς, προς χάριν των οποίων είμαι δέσμιος. 2 Είμαι ιδικός σας απόστολος. Και βεβαίως θα έχετε πληροφορηθή τον θαυμαστόν τρόπον, με τον οποίον με εκάλεσεν στο αποστολικόν αξίωμα η χάρις του Θεού, που μου εδόθη ειδικώς, δια να εξυπηρετήσω σας τους εθνικούς. 3 Διότι ο Θεός με υπερφυσικήν φανέρωσίν μου έκαμε γνωστήν την έως τότε κρυμμένην και άγνωστον αλήθειαν, σχετικώς με την ιδικήν σας σωτηρίαν, όπως δι' ολίγων προηγουμένως σας έγραψα. 4 Συμφωνα δε με αυτά, όταν τα διαβάσετε καλά, ημπορείτε να ενοήσατε την σοφίαν και την γνώσιν, που έχω σχετικώς με το μέγα μυστήριον της δια του Χριστού σωτηρίας όχι μόνον των Εβραίων, αλλά και των εθνικών. 5 Αυτό το μυστήριον δεν είχε γνωστοποιηθή στους υιούς των ανθρώπων άλλων γενεών, όπως με αποκάλυψιν Θεού εφανερώθη τώρα στους αγίους Αποστόλους του και στους χριστιανούς προφήτας δια του Αγίου Πνεύματος. 6 Απεκαλύφθη δηλαδή από το Αγιον Πνεύμα, ότι τα έθνη, ηνωμένα εις ένα πνευματικόν σώμα με τους εξ Ιουδαίων Χριστιανούς, είναι συγκληρονόμα και συμμέτοχα εις την περί λυτρώσεως υπόσχεσιν του Θεού. Αποκτούν δε τέτοια προνόμια τα έθνη δια της ενώσεώς των με τον Ιησούν Χριστόν, η οποία επιτυγχάνεται με την πίστιν των στο Ευαγγέλιον. 7 Αυτού δε του Ευαγγελίου έγινα εγώ υπηρέτης, σύμφωνα με την δωρεάν της χάριτος του Θεού, η οποία μου εδόθη κατά τον θαυμαστόν εκείνον τρόπον, που ενήργησεν η δύναμις του Θεού, ώστε εμέ τον διώκτην του Χριστού να με κάμη Απόστολόν του.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Ϛ´ 37 - 45


37 Καὶ μὴ κρίνετε, καὶ οὐ μὴ κριθῆτε· μὴ καταδικάζετε, καὶ οὐ μὴ καταδικασθῆτε· ἀπολύετε, καὶ ἀπολυθήσεσθε· 38 δίδοτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν· μέτρον καλὸν, πεπιεσμένον καὶ σεσαλευμένον καὶ ὑπερεκχυνόμενον δώσουσιν εἰς τὸν κόλπον ὑμῶν· τῷ γὰρ αὐτῷ μέτρῳ, ᾧ μετρεῖτε, ἀντιμετρηθήσεται ὑμῖν. 39 Εἶπε δὲ καὶ παραβολὴν αὐτοῖς· Μήτι δύναται τυφλὸς τυφλὸν ὁδηγεῖν; οὐχὶ ἀμφότεροι εἰς βόθυνον πεσοῦνται; 40 οὐκ ἔστι μαθητὴς ὑπὲρ τὸν διδάσκαλον αὐτοῦ· κατηρτισμένος δὲ πᾶς ἔσται ὡς ὁ διδάσκαλος αὐτοῦ. 41 Τί δὲ βλέπεις τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου, τὴν δὲ δοκὸν τὴν ἐν τῷ ἰδίῳ ὀφθαλμῷ οὐ κατανοεῖς; 42 ἢ πῶς δύνασαι λέγειν τῷ ἀδελφῷ σου, ἀδελφέ, ἄφες ἐκβάλω τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ σου, αὐτὸς τὴν ἐν τῷ ὀφθαλμῷ σοῦ δοκὸν οὐ βλέπων; ὑποκριτά, ἔκβαλε πρῶτον τὴν δοκὸν ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ σοῦ, καὶ τότε διαβλέψεις ἐκβαλεῖν τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου. 43 Οὐ γάρ ἐστι δένδρον καλὸν ποιοῦν καρπὸν σαπρόν, οὐδὲ δένδρον σαπρὸν ποιοῦν καρπὸν καλόν· 44 ἕκαστον γὰρ δένδρον ἐκ τοῦ ἰδίου καρποῦ γινώσκεται. οὐ γὰρ ἐξ ἀκανθῶν συλλέγουσι σῦκα, οὐδὲ ἐκ βάτου τρυγῶσι σταφυλὴν. 45 ὁ ἀγαθὸς ἄνθρωπος ἐκ τοῦ ἀγαθοῦ θησαυροῦ τῆς καρδίας αὐτοῦ προφέρει τὸ ἀγαθόν, καὶ ὁ πονηρὸς ἄνθρωπος ἐκ τοῦ πονηροῦ θησαυροῦ τῆς καρδίας αὐτοῦ προφέρει τὸ πονηρόν· ἐκ γὰρ τοῦ περισσεύματος τῆς καρδίας λαλεῖ τὸ στόμα αὐτοῦ.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Ϛ´ 37 - 45


37 Καὶ μὴ κατακρίνετε ἐξ ἀσυμπαθείας καὶ ἐγωϊσμοῦ τὰς πράξεις τοῦ πλησίον σας· ἀσφαλῶς δὲ τότε καὶ σεῖς δὲν θὰ κατακριθῆτε ὑπὸ τοῦ Θεοῦ ἐν τῇ μελλούσῃ κρίσει. Μὴ γίνεσθε δικασταὶ ἀπρόσκλητοι καὶ προπετεῖς διὰ νὰ καταδικάζετε τὸν πλησίον· καὶ δὲν θὰ καταδικασθῆτε ὑπὸ τοῦ Θεοῦ. Ἐφ’ ὅσον δὲν θὰ σᾶς ἔχῃ ἀνατεθῇ ὡς καθῆκον τὸ νὰ δικάζετε, κρίνετε εἰς τὰς ἰδιωτικάς σας συζητήσεις μὲ συμπάθειαν καὶ ἀπολύετε ὡς ἀθῴους τοὺς ἄλλους, καὶ θὰ κριθῆτε καὶ σες μὲ ἐπιείκειαν καὶ θὰ ἀθῳωθῆτε ὑπὸ τοῦ Θεοῦ. 38 Δίδετε εἰς ἐκείνους, ποὺ ἔχουν ἀνάγκην βοηθείας, καὶ θὰ δοθῇ καὶ εἰς σᾶς βοήθεια ἀπὸ τὸν Θεόν. Μέτρον καλόν, στοιβαγμένον καὶ κουνημένον, ὥστε νὰ μὴ μείνῃ διόλου χῶρος κενὸς εἰς τὸ δοχεῖον τῆς μετρήσεως, καὶ μέτρον, ποὺ θὰ πλεονάζῃ καὶ θὰ ξεχύνεται, θὰ δοθῇ εἰς τὴν ἀγκάλην σας ἀπὸ τὴν πρόνοιαν καὶ δικαιοσύνην καὶ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ. Διότι μὲ τὴν αὐτὴν πλουσίαν διάθεσιν καὶ μὲ τὸ ἴδιον μέτρον τῆς εὐεργεσίας, μὲ τὸ ὁποῖον μετρᾶτε τὰς δωρεάς σας πρὸς τοὺς ἄλλους, θὰ μετρηθῇ καὶ θὰ ἀνταποδοθῇ καὶ εἰς σᾶς ἀπὸ τὸν Θεόν. 39 Εἶπε δὲ καὶ τὴν ἑξῆς παραβολὴν εἰς αὐτούς· Μήπως δύναται τυφλὸς νὰ ὁδηγῇ τυφλόν; Δὲν θὰ πέσουν καὶ οἱ δύο εἰς λάκκον; Ἔτσι καὶ σεῖς προτοῦ νὰ κρίνετε τοὺς ἄλλους, κρίνατε πρῶτον τὸν ἑαυτόν σας, ὁπότε θὰ γίνετε καὶ ἐπιεικεῖς πρὸς τοὺς ἄλλους. Διότι, ἐὰν δὲν κάμετε αὐτό, τότε θὰ εἶσθε τυφλοί, ποὺ θέλουν νὰ γίνουν ὁδηγοὶ τυφλῶν. Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα θὰ εἶναι ὀλέθριον καὶ διὰ σᾶς καὶ δι’ ἐκείνους. 40 Δὲν ὑπάρχει μαθητὴς ἀνώτερος ἀπὸ τὸν διδάσκαλόν του, ἐφ’ ὅσον ἑξακολουθεῖ νὰ διδάσκεται ὑπ’ αὐτοῦ. Ἐκεῖνος δὲ ὁ μαθητής, ποὺ θὰ τελειοποιηθῇ εἰς τὰ μαθήματα, θὰ εἶναι, ὅταν θὰ περατωθῇ ὁ κύκλος τῶν μαθημάτων, σὰν τὸν διδάσκαλόν του. Ἐὰν λοιπὸν ὁ διδάσκαλος εἶναι τυφλός, τυφλὸς θὰ μείνῃ καὶ ὁ μαθητής. Διὰ νὰ γίνῃς συνεπῶς ὁδηγὸς καὶ διδάσκαλος τῶν ἄλλων, πρέπει προηγουμένως νὰ γίνῃς διδάσκαλος τοῦ ἑαυτοῦ σου καὶ νὰ διορθώσῃς τὸν ἑαυτόν σου, διότι ἄλλως καὶ σὺ θὰ εἶσαι τυφλὸς καὶ οἱ μαθηταί σου τυφλοὶ θὰ παραμείνουν. 41 Διατί δὲ βλέπεις τὸ ξυλαράκι, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι τοῦ ἀδελφοῦ σου, τὸ δοκάρι δέ, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι σου, δὲν τὸ αἰσθάνεσαι καὶ δὲν τὸ καταλαβαίνεις; 42 Ἢ μὲ ποῖον θάρρος θὰ ἠμπορέσῃς νὰ εἴπῃς εἰς τὸν ἀδελφόν σου· Ἀδελφέ, ἄφησε νὰ βγάλω τὸ ξυλαράκι, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι σου, ἐνῷ σὺ ὁ ἴδιος δὲν βλέπεις τὸ δοκάρι, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι σου; Πῶς ἡμπορεῖς νὰ τοῦ εἴπῃς: ἀδελφέ, ἐπίτρεψόν μου νὰ διορθώσω τὸ μικρὸν σφάλμα σου, ἐνῷ σὺ δὲν βλέπεις τὸ ἰδικόν σου βαρύτατον ἐλάττωμα; Ὑποκριτά, βγάλε πρῶτον τὸ δοκάρι ἀπὸ τὸ μάτι σου· διόρθωσε τὸ βαρὺ ἐλάττωμά σου· καὶ τότε θὰ ἴδῃς καθαρὰ διὰ νὰ βγάλῃς τὸ ξυλαράκι, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι τοῦ ἀδελφοῦ σου· τότε θὰ εἶσαι εἰς θέσιν νὰ διορθώσῃς καὶ τὸ ἐλαφρὸν σφάλμα τοῦ πλησίον σου. 43 Διότι δὲν εἶναι δένδρον καλόν, ποὺ νὰ κάνῃ καρπὸν κακὸν καὶ ἐπιβλαβῆ, οὔτε πάλιν ὑπάρχει δένδρον κακόν, ποὺ νὰ κάνῃ καρπὸν καλόν. Ἔτσι καὶ ὁ κάθε ἄνθρωπος διὰ νὰ φέρῃ καρπὸν καὶ ὠφέλειαν εἰς τὸν πλησίον, πρέπει νὰ εἶναι καλός. Ἄνθρωπος, ποὺ δὲν διώρθωσε προτήτερα τὸν ἑαυτόν του, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ διορθώσῃ τοὺς ἄλλους καὶ νὰ δώσῃ εἰς αὐτοὺς τὸ καλόν, τὸ ὁποῖον δὲν ἠμπόρεσε προτήτερα νὰ δώσῃ εἰς τὸν ἑαυτόν του; 44 Κάθε δένδρον ἀπὸ τὸν καρπόν, ποὺ βγάζει, διακρίνεται καὶ γνωρίζεται, ἐὰν εἶναι καλὸν ἢ κακόν. Διότι ἀπὸ ἀγκάθια δὲν μαζεύουν ὡς καρπὸν σῦκα, οὔτε ἀπὸ βάτον τρυγοῦν ποτὲ σταφύλι. Ἔτσι καὶ ὁ ἀδιόρθωτος, εἰς τοῦ ὁποίου τὴν ψυχὴν ὑπάρχουν τὰ ἀγκάθια τῶν κακιῶν καὶ ἐλαττωμάτων, δὲν ἠμπορεῖ νὰ διορθώσῃ τὸν ἄλλον. Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνος, ποὺ αἰσθάνεται τὴν ἀνάγκην νὰ εὔρῃ ὁδηγὸν καὶ διδάσκαλον τῆς ζωῆς του, εὔκολα ἀπὸ τὸν βίον καὶ τὴν συμπεριφορὰν τῶν ἄλλων ἡμπορεῖ νὰ διακρίνῃ, ποῖος ἀπὸ αὐτοὺς εἶναι ὁ καλός, εἰς τοῦ ὁποίου τὸν λόγον νὰ δίδῃ προσοχήν. 45 Ὁ ἀγαθὸς ἄνθρωπος ἔχει τὴν ψυχήν του πολύτιμον θησαυροφυλάκιον ἀγαθῶν σκέψεων καὶ συναισθημάτων, καὶ ἀπὸ τὸν ἀγαθὸν τοῦτον θησαυρὸν τῆς καρδίας του βγάζει λόγους καὶ πράξεις ἀγαθάς. Καὶ ὁ πονηρὸς ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν κακὸν θησαυρὸν τῆς καρδίας του βγάζει τὸ κακόν. Διότι ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ περισσεύει καὶ ξεχύνεται εἰς τὴν καρδίαν, λαλεῖ τὸ στόμα· θὰ συμβουλεύσῃς λοιπὸν καὶ σὺ τὸν ἄλλον σύμφωνα μὲ ἐκεῖνο, ποὺ ἔχεις στὴν καρδιά σου. Καὶ ἂν δὲν ἔχῃς διορθώσει τὸν ἑαυτόν σου, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ γίνῃς ὁδηγὸς ὠφέλιμος εἰς τὸν πλησίον σου;

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Ϛ´ 37 - 45


37 Και μη κατακρίνετε και δεν θα κατακριθήτε· μη καταδικάζετε τον πλησίον και δεν θα καταδικασθήτε· συγχωρείτε τους άλλους και θα συγχωρηθήτε. 38 Διδετε με προθυμίαν εις εκείνους που έχουν ανάγκην, και θα δοθή εις σας εκ μέρους του Θεού. Δοχείον καλόν που το χρησιμοποιούν ως μέτρον, γεμάτον έως επάνω, στοιβαγμένον δοχείον από το οποίον θα ξεχειλίζη το καλόν περιεχόμενόν του, θα δώσουν εις σας. Διότι με το μέτρον και την διάθεσίν που προσφέρετε τας ευργεσίας σας στους άλλους, με το ίδιον μέτρον θα ανταποδοθή και εις σας από τον Θεόν”. 39 Είπε δε και μίαν παραβολήν εις αυτούς· “μήπως ημπορεί ένας τυφλός να οδηγή άλλον τυφλόν; Δεν θα πέσουν και οι δύο εις λάκκον; Πως είναι δυνατόν σεις, αμαρτωλοί και αδύνατοι καθώς είσθε, να κρίνετε άλλους και να καθοδηγήτε άλλους; 40 Δεν υπάρχει μαθητής ανώτερος από τον διδάσκαλόν του, εφ' όσον θα εξακολουθή να είναι μαθητής αυτού. Εκείνος δε που θα ακούση όλα όσα έχει να τον διδάξη ο διδάσκαλος, θα καταρτισθή το πολύ τόσον όσον και ο διδάσκαλος αυτού. Εάν δε ο διδάσκαλος είναι αμόρφωτος και τυφλός, όμοιόν του θα αναδείξη και τον μαθητήν. 41 Διατί βλέπεις με προσοχήν το αχυράκι, που είναι στον οφθαλμόν του αδελφού σου, ενώ το δοκάρι που είναι στο μάτι σου, δεν το αντιλαμβάνεσαι; 42 Η πως ημπορείς να λέγης στον αδελφόν σου· αδελφέ, άφησε να βγάλω από το μάτι σου το αχυράκι καθ' ον χρόνον συ δεν βλέπστο δοκάρι, που είναι στο μάτι σου; (Πως τολμάς να κάμης ελέγχους και υποδείξεις, τάχα προς διώρθωσιν, στον αδελφόν σου, ενώ συ παρουσιάζεις βαρύτερα σφάλματα και ελαττώματα;) 43 Διότι δεν υπάρχει δένδρον καλόν, που να κάνη αχρήστους και επιβλαβείς καρπούς ούτε δένδρον σάπιο, που να κάνη καρπόν καλόν. (Ανθρωπος του οποίου τα έργα είναι κακά, δεν είναι δυνατόν να επιδιώξη με αγαθήν διάθεσιν και να προσφέρη καλόν στους άλλους). 44 Καθε δένδρον, αν είναι καλόν η κακόν, γνωρίζεται από τον καρπόν του. Διότι δεν μαζεύουν από αγκάθια σύκα, ούτε και τρυγούν από βάτον σταφύλι. 45 Ο αγαθός άνθρωπος βγάζει από τον αγαθόν θησαυρόν της καρδίας του πάντοτε το αγαθόν, και ο πονηρός άνθρωπος από τον κακόν θησαυρόν της καρδίας του βγάζει τον κακόν και φαύλον. Διότι το στόμα λαλεί από το περίσσευμα, που ξεχύνεται από την καρδίαν (Μονον ο αγαθός άνθρωπος ημπορεί να υποδεικνύη το αγαθόν και να γίνη ο καλός οδηγός των πλανωμένων).

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα