❌
Δευτέρα, 12 Σεπτεμβρίου 2022

Άγιος Αυτόνομος, Άγιος Κουρνούτος ο Ιερομάρτυρας επίσκοπος Ικονίου, Άγιος Ιουλιανός ο πρεσβύτερος Αγκύρας από τη Γαλατία
Ἀπόδοσις τοῦ γενεσίου τῆς Θεοτόκου. Αὐτονόμου (†313) καὶ Κουρνούτου (γ ́ αἰ.) ἱερομαρτύρων· Θεοδώρου ἐπισκόπου Ἀλεξανδρείας.
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β' ΙΒ´ 10 - 19


10 διὸ εὐδοκῶ ἐν ἀσθενείαις, ἐν ὕβρεσιν, ἐν ἀνάγκαις, ἐν διωγμοῖς, ἐν στενοχωρίαις, ὑπὲρ Χριστοῦ· ὅταν γὰρ ἀσθενῶ, τότε δυνατός εἰμι. 11 Γέγονα ἄφρων καυχώμενος! ὑμεῖς με ἠναγκάσατε. ἐγὼ γὰρ ὤφειλον ὑφ’ ὑμῶν συνίστασθαι· οὐδὲν γὰρ ὑστέρησα τῶν ὑπερλίαν ἀποστόλων, εἰ καὶ οὐδέν εἰμι. 12 τὰ μὲν σημεῖα τοῦ ἀποστόλου κατειργάσθην ἐν ὑμῖν ἐν πάσῃ ὑπομονῇ, ἐν σημείοις καὶ τέρασι καὶ δυνάμεσι. 13 Τί γάρ ἐστιν ὃ ἡττήθητε ὑπὲρ τὰς λοιπὰς ἐκκλησίας, εἰ μὴ ὅτι αὐτὸς ἐγὼ οὐ κατενάρκησα ὑμῶν; χαρίσασθέ μοι τὴν ἀδικίαν ταύτην. 14 Ἰδοὺ τρίτον ἑτοίμως ἔχω ἐλθεῖν πρὸς ὑμᾶς, καὶ οὐ καταναρκήσω ὑμῶν· οὐ γὰρ ζητῶ τὰ ὑμῶν, ἀλλὰ ὑμᾶς. οὐ γὰρ ὀφείλει τὰ τέκνα τοῖς γονεῦσι θησαυρίζειν, ἀλλ’ οἱ γονεῖς τοῖς τέκνοις. 15 ἐγὼ δὲ ἥδιστα δαπανήσω καὶ ἐκδαπανηθήσομαι ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν, εἰ καὶ περισσοτέρως ὑμᾶς ἀγαπῶν ἧττον ἀγαπῶμαι. 16 ἔστω δέ, ἐγὼ οὐ κατεβάρησα ὑμᾶς, ἀλλ’ ὑπάρχων πανοῦργος δόλῳ ὑμᾶς ἔλαβον. 17 μή τινα ὧν ἀπέσταλκα πρὸς ὑμᾶς, δι’ αὐτοῦ ἐπλεονέκτησα ὑμᾶς; 18 παρεκάλεσα Τίτον καὶ συναπέστειλα τὸν ἀδελφόν· μήτι ἐπλεονέκτησεν ὑμᾶς Τίτος; οὐ τῷ αὐτῷ πνεύματι περιεπατήσαμεν; οὐ τοῖς αὐτοῖς ἴχνεσι; 19 Πάλιν δοκεῖτε ὅτι ὑμῖν ἀπολογούμεθα; κατενώπιον τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ λαλοῦμεν· τὰ δὲ πάντα, ἀγαπητοί, ὑπὲρ τῆς ὑμῶν οἰκοδομῆς.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β' ΙΒ´ 10 - 19


10 Διὰ τοῦτο εὐφραίνομαι εἰς ἀσθενείας, εἰς ὕβρεις, εἰς ἀνάγκας, εἰς διωγμούς, εἰς στενοχωρίας, ὅταν ὑποφέρω ταῦτα πρὸς δόξαν τοῦ Χριστοῦ. Διότι ὅταν μὲ τὰς θλίψεις καὶ περιπετείας παρουσιάζομαι ἑξαιρετικῶς ἀσθενής, τότε εἶμαι δυνατός, διότι μοῦ δίδει τότε ὁ Θεὸς περισσοτέραν χάριν. 11 Ἔγινα ἀνόητος μὲ τὰς καυχήσεις μου αὐτάς! Ἀλλὰ σεῖς μὲ ἠναγκάσατε νὰ γίνω. Διότι ἑγὼ ἐδικαιούμην νὰ συσταίνωμαι ἀπὸ σᾶς καὶ ὄχι νὰ εὑρίσκωμαι εἰς τὴν ἀνάγκην νὰ σᾶς συστήσω τὸν ἑαυτόν μου. Καὶ ἐδικαιούμην νὰ συσταίνωμαι ἀπὸ σᾶς, διότι εἰς τίποτε δὲν ἀπεδείχθην κατώτερος ἀπὸ τοὺς περισσότερον ἐπιφανεῖς ἀποστόλους, ἂν καὶ χωρὶς τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ δὲν εἶμαι τίποτε. 12 Ὅλαι αἱ ἀποδείξεις, αἱ ὁποῖαι πιστοποιοῦν ὅτι αὐτὸς ποὺ τὰς παρουσιάζει εἶναι Ἀπόστολος, συνετελέσθησαν μεταξύ σας ἀπὸ ἑμὲ μὲ πᾶσαν ὑπομονὴν καὶ μὲ θαύματα διάφορα, δηλαδὴ μὲ σημεῖα, μὲ τέρατα καὶ μὲ δυνάμεις. 13 Διότι, τί εἶναι ἐκεῖνο εἰς τὸ ὁποῖον ἐδείχθητε κατώτεροι ἀπὸ τὰς ἄλλας Ἐκκλησίας, ἐκτὸς τοῦ ὅτι ἑγὼ δὲν σᾶς ἐπεβάρυνα μὲ τὰ ἔξοδα τῆς συντηρήσεώς μου; Συγχωρήσατέ μου τὴν ἀδικίαν αὐτήν. 14 Ἰδοὺ διὰ τρίτην φορὰν εἶμαι ἕτοιμος νὰ ἔλθω πρὸς σᾶς καὶ δὲν θὰ σᾶς ἐπιβαρύνω. Διότι δὲν ζητῶ τὰ ἰδικά σας, ἀλλὰ σᾶς τοὺς ἰδίους, διὰ νὰ σᾶς ὁδηγήσω εἰς τὴν σωτηρίαν. Καὶ δὲν ζητῶ τὰ χρήματά σας, διότι δὲν ὑποχρεοῦνται τὰ τέκνα νὰ θησαυρίζουν διὰ τοὺς γονεῖς, ἀλλ’ οἱ γονεῖς διὰ τὰ τέκνα. 15 Ἑγὼ ὅμως θὰ πράξω καὶ κάτι περισσότερον. Λίαν εὐχαρίστως θὰ δαπανήσω χρήματα, ἀλλὰ καὶ ἑγὼ ὁ ἴδιος θὰ δαπανηθῶ ἐξ ὁλοκλήρου χάριν τῆς σωτηρίας τῶν ψυχῶν σας. Καίτοι, ἐνῷ ἐγὼ σᾶς ἀγαπῶ ἀσυγκρίτως περισσότερον, κατὰ πολὺ ὀλιγώτερον ἀγαπῶμαι ἀπὸ σᾶς. 16 Ἔστω δέ, καθὼς λέγουν οἱ ψευδοδιδάσκαλοι, ἐγὼ ὁ ἴδιος δὲν σᾶς ἐπεβάρυνα, ἀλλὰ διότι εἶμαι φύσει πανοῦργος, μὲ δόλον σᾶς ἐπιασα εἰς τὰ δίκτυά μου. 17 Εἰς τί σᾶς ἐδολιεύθην; Μήπως διὰ μέσου κανενὸς ἄλλου ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ σᾶς ἔχω ἀποστείλει, σᾶς ἐξεμεταλλεύθην καὶ σᾶς ἐπῆρα πλεονεκτικῶς χρήματα; 18 Παρεκάλεσα τὸν Τίτον νὰ ἔλθῃ εἰς Κόρινθον καὶ ἔστειλα μαζί του τὸν γνωστόν σας ἀδελφόν. Μήπως ὁ Τίτος σᾶς ἐξεμεταλλεύθη εἰς τίποτε; Δὲν συμπεριεφέρθημεν ὅλοι μας μὲ τὸ αὐτὸ πνεῦμα καὶ φρόνημα καὶ μὲ τὰ αὐτὰ αἰσθήματα; Δὲν ἐβαδίσαμεν ὅλοι εἰς τὰ αὐτὰ ἀχνάρια; 19 Πάλιν νομίζετε, ὅτι μὲ αὐτὰ ζητοῦμεν νὰ ἀπολογηθῶμεν εἰς σᾶς; Ὄχι· σεῖς δὲν ἔχετε ἁρμοδιότητα νὰ μᾶς κρίνετε καὶ νὰ μᾶς δικάσετε. Ἀλλ’ ὁμιλοῦμεν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἐμπνεόμενοι ἀπὸ τὸν Χριστόν. Τὰ λέγομεν δὲ ὅλα αὐτά, ἀγαπητοί, χάριν τῆς πνευματικῆς σας ὠφελείας καὶ οἰκοδομῆς.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β' ΙΒ´ 10 - 19


10 Δια τούτο δοκιμάζω εσωτερικήν χαράν και ευφροσύνην εις τας ασθενείας, εις τας ύβρεις, εις τας ανάγκας, στους διωγμούς, εις τας στενοχωρίας, τας οποίας υφίσταμαι και υπομένω δια τον Χριστόν. Διότι όταν ευρίσκωμαι υπό το κράτος αυτών των ασθενειών, τότε με την χάριν του Θεού γίνομαι και είμαι δυνατός. 11 Εγινα ανόητος, που έχω καυχηθή έτσι! Αλλά σεις με αναγκάσατε. Διότι εγώ έπρεπε από σας να συσταίνωμαι, και όχι εγώ να συσταίνω τον ευατόν μου εις σας. Επειδή, όπως και σεις ξέρετε, δεν έχω υστερήσει εις τίποτε και δεν έχω φανή κατώτερος και από τους πλέον επισήμους μεταξύ των Αποστόλων, αν και εγώ από τον εαυτόν μου δεν είμαι τίποτε. 12 Ολα τα γνωρίσματα, που αποδεικνύουν και πιστοποιούν το αξίωμα του Αποστόλου, έχουν πραγματοποιηθή μεταξύ σας από εμέ με κάθε υπομονήν και με θαύματα, με καταπληκτικά έργα και υπερφυσικάς δυνάμεις. 13 Διότι τι είναι εκείνο στον οποίον έχετε νικηθή και έχετε υστερήσει απέναντι των άλλων Εκκλησιών, παρά μόνον το ότι εγώ δεν σας επεβάρυνα με τα έξοδα της συντηρήσεώς μου; Εάν έπταισα στούτο, συγχωρήσετέ μου αυτήν την αδικίαν. 14 Ιδού, τρίτην φοράν τώραν ετοιμάζομαι να έλθω προς σας και δεν θα σας επιβαρύνω. Διότι εγώ δεν ζητώ τα αγαθά τα ιδικά σας, αλλά ζητώ σας τους ιδίους δια τον Χριστόν. Αλλωστε δεν οφείλουν τα τέκνα να θησαυρίζουν δια τους γονείς, αλλ' οι γονείς να θησαυρίζουν δια τα τέκνα. 15 Εγώ δε, σαν πατέρας σας που είμαι, με όλη μου την ευχαρίστησιν θα δαπανήσω για σας χρήματα, αλλά και θα δαπανηθώ ολόκληρος δια την σωτηρίαν των ψυχών σας. Αν και-ας πω αυτό το παράπονον-ενώ εγώ σας αγαπώ περισσότερον, σεις ολιγώτερον με αγαπάτε. 16 Εστω, εγώ δεν σας επεβάρυνα, αλλά, όπως λέγουν οι συκοφάνται μου, επειδή είμαι πανούργος, σας επιασα με δολιότητα και σας έφερα με το μέρος μου. 17 Εις Ποίον όμως σημείον έδειξα αυτήν την πανουργίαν και δολιότητά μου; Μηπως με κανένα από εκείνους, που σας έχω στείλει, σας επήρα πλεονεκτικώς και με απάτην χρήματα; 18 Παρεκάλεσα τον Τιτον να σας επισκεφθή και μαζή με αυτόν έστειλα και τον αδελφόν. Μηπως ο Τιτος σας εξεγέλασε και σας επήρε χρήματα; Δεν επολιτεύθημεν όλοι απέναντι σας με το αυτό φρόνημα και με τον αυτόν τρόπον; Δεν εβαδίσαμεν όλοι εις τα ίδια ίχνη; 19 Μηπως πάλιν νομίζετε, ότι απολογούμεθα ενώπιόν σας; Οχι, αλλ' ομολούμεν ενώπιον του Θεού, εν Χριστώ Ιησού. Οσα δε λέγομεν και πράττομεν, αγαπητοί, τα κάμνουν χάριν της ιδικής σας πνευματικής προόδου.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙΑ´ 47 - 54


47 συνήγαγον οὖν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι συνέδριον καὶ ἔλεγον· Τί ποιοῦμεν, ὅτι οὗτος ὁ ἄνθρωπος πολλὰ σημεῖα ποιεῖ; 48 ἐὰν ἀφῶμεν αὐτὸν οὕτω, πάντες πιστεύσουσιν εἰς αὐτόν, καὶ ἐλεύσονται οἱ Ρωμαῖοι καὶ ἀροῦσιν ἡμῶν καὶ τὸν τόπον καὶ τὸ ἔθνος. 49 εἷς δέ τις ἐξ αὐτῶν Καϊάφας, ἀρχιερεὺς ὢν τοῦ ἐνιαυτοῦ ἐκείνου, εἶπεν αὐτοῖς· Ὑμεῖς οὐκ οἴδατε οὐδέν, 50 οὐδὲ διαλογίζεσθε ὅτι συμφέρει ὑμῖν ἵνα εἷς ἄνθρωπος ἀποθάνῃ ὑπὲρ τοῦ λαοῦ καὶ μὴ ὅλον τὸ ἔθνος ἀπόληται. 51 τοῦτο δὲ ἀφ’ ἑαυτοῦ οὐκ εἶπεν, ἀλλὰ ἀρχιερεὺς ὢν τοῦ ἐνιαυτοῦ ἐκείνου προεφήτευσεν ὅτι ἔμελλεν ὁ Ἰησοῦς ἀποθνήσκειν ὑπὲρ τοῦ ἔθνους, 52 καὶ οὐχ ὑπὲρ τοῦ ἔθνους μόνον, ἀλλ’ ἵνα καὶ τὰ τέκνα τοῦ Θεοῦ τὰ διεσκορπισμένα συναγάγῃ εἰς ἕν. 53 ἀπ’ ἐκείνης οὖν τῆς ἡμέρας συνεβουλεύσαντο ἵνα ἀποκτείνωσιν αὐτόν. 54 Ἰησοῦς οὖν οὐκέτι παρρησίᾳ περιεπάτει ἐν τοῖς Ἰουδαίοις, ἀλλὰ ἀπῆλθεν ἐκεῖθεν εἰς τὴν χώραν ἐγγὺς τῆς ἐρήμου, εἰς Ἐφραὶμ λεγομένην πόλιν, κἀκεῖ διέτριβε μετὰ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙΑ´ 47 - 54


47 Κατόπιν τούτου λοιπὸν συνεκάλεσαν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι εἰς σύσκεψιν τὰ μέλη τοῦ συνεδρίου καὶ ἔλεγον· Τί θὰ κάμωμεν; Ὁ κίνδυνος, ποὺ μᾶς παρουσιάζεται, εἶναι μεγάλος, διότι αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἐνεργεῖ πολλὰ θαύματα. 48 Ἐὰν ἀφήσωμεν αὐτὸν ἐλεύθερον, ὅπως τὸν εἶχαμεν ἕως τώρα, ὅλοι θὰ πιστεύσουν εἰς αὐτόν, ὅτι εἶναι ὁ Μεσσίας, καὶ ἑπόμενον εἶναι νὰ γίνῃ κάποια ἐπανάστασις. Καὶ τότε θὰ ἔλθουν οἱ Ρωμαῖοι καὶ θὰ μᾶς πάρουν καὶ τὸν τόπον τοῦ ναοῦ τὸν ἅγιον καὶ τὴν ἀνεξαρτησίαν τοῦ ἔθνους μας θὰ καταλύσουν. 49 Κάποιος δὲ ἀπὸ αὐτούς, ἕνας ποὺ ἐκαλεῖτο Καϊάφας, ὁ ὁποῖος ἦτο ἀρχιερεὺς τοῦ ἀξιομνημονεύτου καὶ σωτηριώδους ἐκείνου ἔτους, εἶπεν εἰς αὐτούς· Λόγῳ τῆς ἀτολμίας καὶ ἀβουλίας σας δὲν ἠξεύρετε τίποτε ἀπὸ ἐκεῖνα, ποὺ πρέπει νὰ γίνουν. 50 Οὔτε σᾶς περνᾷ ἀπὸ τὸν νοῦν, ὅτι μᾶς συμφέρει νὰ θανατωθῇ ἕνας ἄνθρωπος διὰ τὸν ἐκλεκτὸν λαὸν τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ μὴ χαθῇ ὁλόκληρον τὸ ἔθνος διὰ τῆς ὑποδουλώσεώς του εὶς τοὺς Ρωμαίους. 51 Τοῦτο δὲ δὲν τὸ εἶπεν ἀπὸ τὸν ἑαυτόν του, ἀλλ’ ἐπειδὴ ἦτο ἀρχιερεὺς τοῦ ἀξιομνημονεύτου καὶ σωτηριώδους ἐκείνου ἔτους, ἐπροφήτευσεν, ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἦτο προωρισμένον, σύμφωνα μὲ τὸ σχέδιον τοῦ Θεοῦ, νὰ ἀποθάνῃ διὰ τὸ καλὸν καὶ τὴν σωτηρίαν τοῦ Ἰουδαϊκοῦ ἔθνους. 52 Καὶ θὰ ἀπέθνησκεν ὅχι μόνον διὰ τὸ καλὸν καὶ τὴν σωτηρίαν τοῦ Ἰουδαϊκοῦ ἔθνους, ἀλλὰ καὶ διὰ νὰ συναθροίσῃ εἰς ἕνα ποίμνιον καὶ σῶμα τοὺς διασκορπισμένους εἰς ὅλον τὸν κόσμον καλοπροαιρέτους ἐθνικούς, οἱ ὁποῖοι ἔμελλον διὰ τῆς πίστεως νὰ γίνουν τέκνα τοῦ Θεοῦ. 53 Ὕστερα λοιπὸν ἀπὸ τοὺς λόγους αὐτοὺς τοῦ Καϊάφα, ἀπεφάσισαν ἀπὸ τὴν ἡμέραν ἐκείνην ὅλοι των νὰ τὸν θανατώσουν. 54 Ἐξ αἰτίας λοιπὸν τῶν φονικῶν τούτων διαθέσεων καὶ σχεδίων τῶν ἐχθρῶν του ὁ Ἰησοῦς δὲν ἐπεριπάτει πλέον φανερὰ καὶ ἐλεύθερα μεταξὺ τῶν Ἰουδαίων, ποὺ τὸν ἐμίσουν, ἀλλ’ ἀνεχώρησεν ἀπ’ ἐκεῖ καὶ ἦλθεν εἰς τὴν χώραν, ἡ ὁποία κεῖται πλησίον τῆς έρήμου, εἰς μίαν πόλιν, ποὺ ἐλέγετο Ἐφραίμ, καὶ ἐκεῖ ἔμενε μαζὶ μὲ τοὺς μαθητάς του.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙΑ´ 47 - 54


47 Τοτε, λοιπόν, οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι εκάλεσαν εις συνεδρίασιν τα μέλη του συνεδρίου και έλεγαν· “τι κάνομεν τώρα; Πολλοί θα πιστεύσουν εις αυτόν, διότι ο άνθρωπος αυτός κάνει πολλά θαύματα. 48 Εάν τον αφήσωμεν έτσι ελεύθερον, θα εξακολουθή να κάνη θαύματα και όλοι οι Ιουδαίοι θα πιστεύσουν ότι είναι ο Μεσσίας και ο βασιλεύς των. Είναι δε βέβαιον, ότι θα παρασυθούν εις επανάστασιν και τότε οι Ρωμαίοι θα έλθουν εναντίον μας και θα καταλάβουν και την Ιερουσαλήμ και όλον το έθνος μας και θα μας υποδουλώσουν πλήρως εις την εξουσίαν των”. 49 Ενας δε από αυτούς, Καϊάφας ονόματι, που ήτο αρχιερεύς κατά το ιστορικόν εκείνο έτος, τους είπε· “σεις δεν ξέρετε τίποτε 50 ούτε και συλλογίζεσθε ότι μας συμφέρει να θανατωθή ένας άνθρωπος δια τον λαόν και να μη χαθή ολόκληρον το έθνος”. 51 Και είπε τούτο, αυτήν την αλήθειαν, όχι από τον ευατόν του, αλλά επειδή ήτο αρχιερεύς κατά το έτος εκείνο, επροφήτευσε, χωρίς να το καταλάβη, ότι έμελλε πράγματι ο Ιησούς, σύμφωνα με το σχέδιον του Θεού, να αποθάνη δια την σωτηρίαν του έθνους. 52 Και όχι μόνον δια την σωτηρίαν του Ιουδαϊκού έθνους, αλλά και δια να συναθροίση εις μίαν ποίμνην όλους τους διασκορπισμένους εις την οικουμένην καλοπροαιρέτους εθνικούς, οι οποίοι με την πίστιν εις αυτόν θα εγίνοντο τέκνα του Θεού. 53 Υστερα, λοιπόν, από την ημέραν εκείνην, που είπε αυτά τα λόγια ο Καϊάφας, επήραν πλέον οριστικήν την απόφασιν τα μέλη του συνεδρίου να τον θανατώσουν. 54 Δια τούτο και ο Ιησούς δεν επεριπατούσε πλέον φανερά μεταξύ των Ιουδαίων, αλλά ανεχώρησεν από εκεί και ήλθεν εις μίαν περιοχήν πλησίον της ερήμου και συγκεκριμένα εις μίαν πόλιν, που ελέγετο Εφραίμ. Και εκεί έμενε με τους μαθητάς του.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα