❌
Σάββατο, 13 Αυγούστου 2022

Απόδοση της εορτής της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Χριστού, Ανακομιδή και Μετάθεση Ιερού Λειψάνου του Οσίου Μαξίμου του Ομολογητή, Αγία Ευδοκία η βασίλισσα, Όσιος Δωρόθεος, Όσιος Δοσίθεος ο υποτακτικός του Οσίου Δωροθέου
Ἀπόδοσις τῆς ἑορτῆς τῆς Μεταμορφώσεως· μετάθεσις λειψάνου τοῦ ἁγ. Μαξίμου τοῦ ὁμολογητοῦ.
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ ΙΔ´ 6 - 9


6 ὁ φρονῶν τὴν ἡμέραν Κυρίῳ φρονεῖ, καὶ ὁ μὴ φρονῶν τὴν ἡμέραν Κυρίῳ οὐ φρονεῖ. καὶ ὁ ἐσθίων Κυρίῳ ἐσθίει. εὐχαριστεῖ γὰρ τῷ Θεῷ· καὶ ὁ μὴ ἐσθίων Κυρίῳ οὐκ ἐσθίει, καὶ εὐχαριστεῖ τῷ Θεῷ. 7 οὐδεὶς γὰρ ἡμῶν ἑαυτῷ ζῇ, καὶ οὐδεὶς ἑαυτῷ ἀποθνῄσκει· 8 ἐάν τε γὰρ ζῶμεν, τῷ Κυρίῳ ζῶμεν, ἐάν τε ἀποθνῄσκωμεν, τῷ Κυρίῳ ἀποθνῄσκομεν. ἐάν τε οὖν ζῶμεν ἐάν τε ἀποθνῄσκωμεν, τοῦ Κυρίου ἐσμέν. 9 εἰς τοῦτο γὰρ Χριστὸς καὶ ἀπέθανε καὶ ἀνέστη καὶ ἔζησεν, ἵνα καὶ νεκρῶν καὶ ζώντων κυριεύσῃ.

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ ΙΔ´ 6 - 9


6 Ἐκεῖνος, ποὺ θεωρεῖ τὴν ἡμέραν αὐτὴν ὡς ἁγιωτέραν, πρὸς δόξαν Κυρίου τὴν θεωρεῖ. Καὶ ἐκεῖνος, ποὺ δὲν προτιμᾷ τὴν ἡμέραν αὐτὴν ἀπὸ τὴν ἄλλην, ἀλλ’ ἐξίσου τιμᾷ ὅλας, πρὸς δόξαν Κυρίου δὲν τὴν προτιμᾷ. Ἐκεῖνος, ποὺ τρώγει ἀδιακρίτως ἀπὸ ὅλα τὰ φαγητά, πρὸς δόξαν Κυρίου τὰ τρώγει. Διότι, ὅταν τρώγῃ ἀπὸ αὐτά, εὐχαριστεῖ τὸν Θεὸν ὡς χορηγὸν τῆς τροφῆς. Καὶ ἐκεῖνος, ποὺ δὲν τρώγει ἀπὸ ὅλα τὰ φαγητά, πρὸς δόξαν τοῦ Κυρίου δὲν τρώγει, καὶ εὐχαριστεῖ ὁμοίως τὸν Θεόν. 7 Καὶ οἱ δύο πρὸς δόξαν Θεοῦ κάνουν ἐκεῖνο, ποὺ κάνουν. Διότι κανεὶς ἀπὸ ἡμᾶς, ποὺ πιστεύομεν, δὲν ζῇ διὰ τὸν ἑαυτόν του καὶ κανεὶς δὲν πεθαίνει διὰ τὸν ἑαυτόν του. 8 Διότι καὶ ἐὰν ζῶμεν, ζῶμεν διὰ νὰ δουλεύωμεν εἰς τὸν Κύριον· καὶ ἐὰν πεθαίνωμεν, πεθαίνομεν ἐν ὑποταγῇ εἰς τὸ θέλημα καὶ εἰς τὴν ἐξουσίαν τοῦ Κυρίου. Καὶ ἐὰν λοιπὸν ζῶμεν καὶ ἐὰν πεθαίνωμεν, εἴμεθα κτῆμα τοῦ Κυρίου. 9 Καὶ εἴμεθα ὅλοι, ζωντανοὶ καὶ πεθαμένοι, κτῆμα τοῦ Κυρίου, διότι πρὸς αὐτὸν τὸν σκοπὸν ὁ Χριστὸς καὶ ἀπέθανε καὶ ἀνέστη καὶ ἔλαβε πάλιν ὡς ἄνθρωπος τὴν ζωήν, διὰ νὰ γίνῃ Κύριος καὶ τῶν νεκρῶν καὶ τῶν ζωντανῶν.

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ ΙΔ´ 6 - 9


6 Εκείνός που φρονεί ότι αυτή η ημέρα είναι αγιωτέρα από την άλλην, φρονεί τούτο εις δόξαν Θεού, και εκείνος που δεν ξεχωρίζει την μίαν ημέραν ως αγιωτέραν από την άλλην, αλλά θεωρεί κάθε ημέραν αγίαν, εις δόξαν του Κυρίου δεν την ξεχωρίζει. Και εκείνος που τρώγει από όλα τα φαγητά, τρώγει προς δόξαν Θεού (διότι δοξολογεί και ευχαριστεί τον Θεόν που του τα δίδει). Και εκείνος που δεν τρώγει από όλα, προς δόξαν του Θεού δεν τρώγει και ευχαριστεί τον Θεόν, (που τον αξιώνει να κάνη αυτήν την μικράν θυσίαν). 7 Και οι δύο προς δόξαν Θεού ενεργούν, όπως ενεργούν. Διότι κανείς από ημάς τους πιστούς δεν ζη δια τον εαυτόν του, δια να κάνη το ιδικόν του θέλημα, και κανείς δεν έχει το δικαίωμα να πεθαίνη δια τον ευατόν του. (Η ζωή και ο θάνατός μας ανήκουν όχι εις ημάς, αλλά στον Θεόν). 8 Διότι και εάν ζώμεν, ζώμεν δια να δοξάζωμεν με τα έργα μας τον Κυριον, και εάν πεθαίνωμεν, πεθαίνομεν όταν ο Θεός το θελήση, υποτασσόμενοι στο θείον του θέλημα. Λοιπόν και εάν ζώμεν και εάν αποθνήσκωμεν, ανήκομεν στον Κυριον. 9 Διότι και ο Χριστός δι' αυτόν ακριβώς τον σκοπόν και απέθανεν επί του σταυρού και ανεστήθη εκ των νεκρών και έλαβε πάλιν ως άνθρωπος την ζωήν, δια να είναι κύριος και εξουσιαστής νεκρών και ζώντων.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΕ´ 32 - 39


32 Ὁ δὲ Ἰησοῦς προσκαλεσάμενος τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ εἶπε· Σπλαγχνίζομαι ἐπὶ τὸν ὄχλον, ὅτι ἤδη ἡμέραι τρεῖς προσμένουσί μοι καὶ οὐκ ἔχουσι τί φάγωσι· καὶ ἀπολῦσαι αὐτοὺς νήστεις οὐ θέλω, μήποτε ἐκλυθῶσιν ἐν τῇ ὁδῷ. 33 καὶ λέγουσιν αὐτῷ οἱ μαθηταί αὐτοῦ· Πόθεν ἡμῖν ἐν ἐρημίᾳ ἄρτοι τοσοῦτοι ὥστε χορτάσαι ὄχλον τοσοῦτον; 34 καὶ λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Πόσους ἄρτους ἔχετε; οἱ δὲ εἶπον· Ἑπτά, καὶ ὀλίγα ἰχθύδια. 35 καὶ ἐκέλευσε τοῖς ὄχλοις ἀναπεσεῖν ἐπὶ τὴν γῆν. 36 καὶ λαβὼν τοὺς ἑπτὰ ἄρτους καὶ τοὺς ἰχθύας, εὐχαριστήσας ἔκλασε καὶ ἐδίδου τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ, οἱ δὲ μαθηταὶ τοῖς ὄχλοις. 37 καὶ ἔφαγον πάντες καὶ ἐχορτάσθησαν, καὶ ἦραν τὸ περισσεῦον τῶν κλασμάτων, ἑπτὰ σπυρίδας πλήρεις. 38 οἱ δὲ ἐσθίοντες ἦσαν τετρακισχίλιοι ἄνδρες χωρὶς γυναικῶν καὶ παιδίων. 39 Καὶ ἀπολύσας τοὺς ὄχλους ἀνέβη εἰς τὸ πλοῖον, καὶ ἦλθεν εἰς τὰ ὅρια Μαγδαλά.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΕ´ 32 - 39


32 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἐπροσκάλεσε τοὺς μαθητάς του καὶ τοὺς εἶπεν· Αἰσθάνομαι βαθεῖαν συμπάθειαν διὰ τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ, διότι εἶναι τώρα τρεῖς ἡμέραι, ἀφ’ ὅτου μένουν πλησίον μου καὶ δὲν ἔχουν τί νὰ φάγουν.Καὶ δὲν θέλω νὰ τοὺς ἐξαποστείλω εἰς τὰ μέρη τους νηστικούς, μήπως ἀποκάμουν εἰς τὸν δρόμον. 33 Καὶ λέγουν εἰς αὐτὸν οἰ μαθηταί του· Ἀπὸ ποῦ νὰ προμηθευθῶμεν ἐδῶ εἰς τὴν ἐρημιὰν τόσον πολλοὺς ἄρτους, ὥστε νὰ χορτάσωμεν τόσον πλῆθος λαοῦ; 34 Καὶ λέγει εἰς αὐτοὺς ἡ Ἰησοῦς· Πόσους ἄρτους ἔχετε; Αὐτοὶ δὲ εἶπαν· ἑπτὰ ἄρτους καὶ ὀλίγα ψαράκια. 35 Καὶ παρήγγειλεν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ νὰ καθίσουν εἰς τὴν γῆν. 36 Καὶ ἀφοῦ ἐπῆρε εἰς τὰς χεῖρας του τοὺς ἄρτους καὶ τὰ ψάρια, εὐχαρίστησε τὸν Πατέρα του, ποὺ δίδει καὶ πολλαπλασιάζει αὐτὸς ὅλα τὰ ἀγαθά, καὶ ἔκοψε τοὺς ἄρτους καὶ τὰ ψάρια καὶ ἔδωκεν εἰς τοὺς μαθητάς του, οἱ δὲ μαθηταὶ τοῦ ἔδωκαν εἰς τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ. 37 Καὶ ἔφαγαν ὅλοι καὶ ἐχόρτασαν καὶ ἐσήκωσαν τὸ περίσσευμα τῶν κομματιῶν ἑπτὰ μεγάλα κοφίνια γεμᾶτα. 38 Ἐκεῖνοι δὲ ποὺ ἔφαγαν, ἦσαν τέσσαρες χιλιάδες ἄνδρες, χωρὶς νὰ ὑπολογίζωνται εἰς τὸν ἀριθμὸν αὐτὸν γυναῖκες καὶ παιδιά. 39 Καὶ ἀφοῦ διέλυσε τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ, ἐμβῆκεν εἰς τὸ πλοῖον καὶ ἦλθεν εἰς τὰ σύνορα τῆς Μαγδαλά.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΕ´ 32 - 39


32 Ο δε Ιησούς επροσκάλεσε τους μαθητάς του και είπε· “σπλαγχνίζομαι τον λαόν αυτόν, ότι τρεις τώρα ημέρας μένουν κοντά μου και δεν έχουν τι να φάγουν. Δεν θέλω δε να τους αφήσω να γυρίσουν εις τα σπίτια των νηστικοί, μήπως και παραλύσουν στον δρόμον και πέσουν από την πείναν”. 33 Και λέγουν προς αυτόν οι μαθηταί του· “από που ημπορούμε να έχωμεν ημείς εδώ στον έρημον αυτόν τόπον τόσους άρτους, ώστε να χορτάσωμεν τόσον πολύν λαόν;” 34 Και λέγει εις αυτούς ο Ιησούς· “πόσα ψωμιά έχετε;” Εκείνοι δε απήντησαν· “επτά και κάτι λίγα ψαράκια”. 35 Και συνέστησε εις τα πλήθη, να καθήσουν κατά γης. 36 Και αφού επήρε τους επτά άρτους και τα ψάρια, ευχαρίστησε τον ουράνιον Πατέρα, τα έκοψε κομμάτια, και τα έδωκε στους μαθητάς του και οι μαθηταί εις τα πλήθη. 37 Εφαγαν δε όλοι και εχόρτασαν και εμάζεψαν ο,τι είχε περισσεύσει από τα κομμάτια, επτά μεγάλα κοφίνια γεμάτα. 38 Αυτοί δε που έφαγαν ήσαν τέσσαρες χιλιάδες άνδρες, εκτός από τα γυναικόπαιδα. 39 Και αφού διέλυσε τα πλήθη, εμπήκε στο πλοίον και ήλθε εις τα σύνορα Μαγδαλά, νοτίως της Καπερναούμ.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα