❌
Τετάρτη, 03 Αυγούστου 2022

Όσιοι Δαλμάτιος, Φαύστος, και Ισαάκιος, Αγία Σαλώμη η Μυροφόρος
Δαλμάτου, Φαύστου καὶ Ἰσαακίου ὁσίων. Θεοκλητοῦς ὁσίας, Σαλώμης τῆς μυροφόρου, Θεοδώρας τῆς ἐν Θεσσαλονίκῃ.
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Ι´ 12 - 22


12 ὥστε ὁ δοκῶν ἑστάναι βλεπέτω μὴ πέσῃ. 13 πειρασμὸς ὑμᾶς οὐκ εἴληφεν εἰ μὴ ἀνθρώπινος· πιστὸς δὲ ὁ Θεός, ὃς οὐκ ἐάσει ὑμᾶς πειρασθῆναι ὑπὲρ ὃ δύνασθε, ἀλλὰ ποιήσει σὺν τῷ πειρασμῷ καὶ τὴν ἔκβασιν τοῦ δύνασθαι ὑμᾶς ὑπενεγκεῖν. 14 Διόπερ, ἀγαπητοί μου, φεύγετε ἀπὸ τῆς εἰδωλολατρίας. 15 ὡς φρονίμοις λέγω· κρίνατε ὑμεῖς ὅ φημι. 16 τὸ ποτήριον τῆς εὐλογίας ὃ εὐλογοῦμεν, οὐχὶ κοινωνία τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ ἐστι; τὸν ἄρτον ὃν κλῶμεν, οὐχὶ κοινωνία τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ ἐστιν; 17 ὅτι εἷς ἄρτος, ἓν σῶμα οἱ πολλοί ἐσμεν· οἱ γὰρ πάντες ἐκ τοῦ ἑνὸς ἄρτου μετέχομεν. 18 βλέπετε τὸν Ἰσραὴλ κατὰ σάρκα· οὐχὶ οἱ ἐσθίοντες τὰς θυσίας κοινωνοὶ τοῦ θυσιαστηρίου εἰσί; 19 τί οὖν φημι; ὅτι εἰδωλόν τί ἐστιν; ἢ ὅτι εἴδωλόθυτόν τί ἐστιν; 20 ἀλλ’ ὅτι ἃ θύει τὰ ἔθνη, δαιμονίοις θύει καὶ οὐ Θεῷ· οὐ θέλω δὲ ὑμᾶς κοινωνοὺς τῶν δαιμονίων γίνεσθε. 21 οὐ δύνασθε ποτήριον Κυρίου πίνειν καὶ ποτήριον δαιμονίων· οὐ δύνασθε τραπέζης Κυρίου μετέχειν καὶ τραπέζης δαιμονίων. 22 ἢ παραζηλοῦμεν τὸν Κύριον; μὴ ἰσχυρότεροι αὐτοῦ ἐσμεν;

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Ι´ 12 - 22


12 Ἀπὸ τὰ διδακτικὰ λοιπὸν αὐτὰ παραδείγματα τῆς ἱστορίας τοῦ Ἰσραὴλ βγαίνει ὡς συμπέρασμα, ὅτι ἐκεῖνος ποὺ ἔχει τὴν ἰδέαν, ὅτι στέκεται καλά, ἂς προσέχῃ μήπως πέσῃ, ὅπως ἔπεσαν καὶ οἱ Ἰσραηλῖται, ποὺ ἀνέφερα. 13 Δὲν σᾶς κατέλαβε ἕως τώρα πειρασμὸς μεγάλος, ἀλλὰ κάθε πειρασμός, ποὺ ἀντιμετωπίσατε, ἦτο προσωρινὸς καὶ ἀνάλογος πρὸς τὰς δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου. Ὅσον δὲ διὰ τοὺς πειρασμούς, ποὺ ἐνδέχεται νὰ σᾶς εὔρουν εἰς τὸ μέλλον λόγῳ καὶ τοῦ ὅτι μὲ τὴν ἀποφυγὴν τῶν εἰδωλοθύτων θὰ γίνεσθε δυσάρεστοι εἰς τοὺς εἰδωλολάτρας, μὴ ξεχάνετε, ὅτι εἶναι ἄξιος πάσης ἐμπιστοσύνης ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος, σύμφωνα μὲ τὰς ὑποσχέσεις του, δὲν θὰ σᾶς ἀφήσῃ νὰ πειρασθῆτε παραπάνω ἀπὸ τὴν δύναμίν σας, ἀλλὰ μαζὶ μὲ τὸν πειρασμὸν θὰ φέρῃ καὶ τὸ τέλος τοῦ πειρασμοῦ, ὥστε νὰ ἠμπορῆτε νὰ ὑποφέρετε αὐτόν. 14 Ἀκριβῶς δι αὐτό, ἀγαπητοί μου, φεύγετε μακρὰν ἀπὸ τὴν εἰδωλολατρίαν, χωρὶς νὰ φοβηθῆτε, μήπως σᾶς δημιουργηθῇ διὰ τοῦτο πειρασμὸς ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρας. 15 Ὁμιλῶ πρὸς σᾶς σὰν εἰς φρονίμους καὶ συνετούς, ποὺ εἶσθε. Κρίνατε σεῖς δι’ αὐτό, τὸ ὁποῖον θὰ σᾶς εἴπω ἀμέσως. 16 Τὸ ποτήριον, ἐπὶ τοῦ ὁποίου ὁ Κύριος ἀπήγγειλε τὴν εὐχαριστήριον δοξολογίαν καὶ τὸ ὁποῖον μὲ εὐχαριστήριον προσευχὴν καθαγιάζομεν, δὲν εἶναι κοινωνία τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ; Ὁ ἄρτος, τὸν ὁποῖον εἰς τὸ μυστήριον τῆς θείας Εὐχαριστίας κόπτομεν, δὲν εἶναι κοινωνία τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ; 17 Ἐπειδὴ δὲ ἕνας εἶναι ὁ οὐράνιος αὐτὸς ἄρτος, διὰ τοῦτο ἕνα ἠθικὸν σῶμα εἴμεθα οἱ πολλοί. Διότι ὅλοι ἀπὸ τὸν ἕνα ἄρτον μετέχομεν καὶ ἐνωνόμεθα ὅλοι μὲ αὐτὸν καὶ διὰ μέσου αὐτοῦ γινόμεθα ἕνα καὶ μεταξύ μας. 18 Διὰ νὰ βεβαιωθῆτε δέ, ὅτι μὲ τὰ εἰδωλόθυτα γινόμεθα συμμέτοχοι τοῦ θυσιαστηρίου τῶν εἰδώλων, κυττάξετε τοὺς Ἰσραηλίτας, ποὺ εἶναι σαρκικοὶ ἀλλ’ ὄχι καὶ πνευματικοὶ ἀπόγονοι τῶν πατριαρχῶν. Δὲν εἶναι γεγονός, ὅτι ἐκεῖνοι ποὺ τρώγουν τὰς θυσίας, αἱ ὁποῖαι προσφέρονται ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς του Ἰσραήλ, εἶναι κοινωνοὶ καὶ συμμέτοχοι τοῦ θυσιαστηρίου; 19 Ἔτσι καὶ ὅσοι τρώγουν τὰς θυσίας τῶν εἰδώλων. Γίνονται καὶ αὐτοὶ συμμέτοχοι καὶ συγκοινωνοὶ τῶν εἰδώλων. Τί λέγω λοιπόν; Λέγω ἆραγε, ὅτι τὸ εἴδωλον εἶναι κάτι καὶ ἐξεικονίζει πραγματικὸν Θεόν; Ἢ ὅτι τὸ εἰδωλόθυτον εἶναι κάτι καὶ ἔχει κάποιαν δύναμιν; Ὄχι, δὲν λέγω κάτι τέτοιο. 20 Ἀλλὰ λέγω, ὅτι τὰ ζῶα, ποὺ προσφέρουν θυσίαν οἱ ἐθνικοὶ καὶ εἰδωλολάτραι, τὰ θυσιάζουν εἰς τὰ δαιμόνια καὶ ὄχι εἰς τὸν ἀληθινὸν Θεόν. Διότι πίσω ἀπὸ τὰ εἴδωλα κρύπτονται δαιμόνια. Δὲν θέλω δὲ σεῖς νὰ γίνεσθε συγκοινωνοὶ καὶ συμμέτοχοι τῶν δαιμονίων. 21 Δὲν ἠμπορεῖτε χωρὶς ἐνοχὴν νὰ πίνετε συγχρόνως τὸ ποτήριον τοῦ Κυρίου, ποὺ δίδεται εἰς τὴν θείαν Εὐχαριστίαν, καὶ τὸ ποτήριον τῶν σπονδῶν, ποὺ προσφέρονται εἰς τὰ εἴδωλα. Δὲν ἠμπορεῖτε νὰ λαμβάνετε μέρος εἰς τὴν τράπεζαν τοῦ Κυρίου καὶ εἰς τὴν τράπεζαν τῶν δαιμονίων. 22 Ἐὰν δὲ ἐπιμένετε νὰ λαμβάνετε μέρος καὶ εἰς τὰ δύο, ἠξεύρετε τί κάνετε; Προκαλοῦμεν ἔτσι εἰς ζηλοτυπίαν τὸν Κύριον καὶ τὸν ἐρεθίζομεν. Μήπως εἴμεθα ἰσχυρότεροί του, ὥστε νὰ δυνηθῶμεν ν’ ἀντιμετωπίσωμεν τὴν ὀργήν του;

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Ι´ 12 - 22


12 Ας τα έχωμεν, λοιπόν, υπ' όψιν αυτά ημείς οι σημερινοί Χριστιανοί, ώστε εκείνος που νομίζει, ότι στέκεται καλά εις την πίστιν, ας προσέχη μήπως πέση, όπως έπεσαν οι Εβραίοι τότε. 13 Πειρασμός βέβαια μεγάλος έως τώρα δεν σας έχει καταλάβει, ειμή μόνον μικροπειρασμοί προσωρινοί, τους οποίους ημπορεί να υποστή και να υπερνικήση ο άνθρωπος. Εάν δε στο μέλλον παρουσιασθον μεγάλοι πειρασμοί, μη λησμονείτε, ότι είναι αξιόπιστος ο Θεός, ο οποίος δεν θα σας αφήση να πειρασθήτε παραπάνω από την δύναμιν σας, αλλά μαζή με τον πειρασμόν θα ανοίξη και διέξοδον, ώστε να βγήτε από τον περιρασμόν και θα σας δώση την δύναμιν να τον υπομείνετε. 14 Δι' αυτό ακριβώς, αγαπητοί μου, φεύγετε μακρυά από την ειδωλαλατρείαν, από τας θυσίας, τα έθιμα και την ζωήν των ειδωλολατρών (χωρίς να φοβηθήτε τας παρεξηγήσεις και τους πειρασμούς εκ μέρους αυτών). 15 Ομιλώ προς σας, ως προς ανθρώπους συνετούς και λογικούς, κρίνατε και σεις αυτό το οποίον θα σας πω· 16 Το ποτήριον, το οποίον ο ίδιος ο Κυριος ηυλόγησε κατά τον μυστικόν δείπνον, και το οποίον ημείς με προσευχήν, με ευχαριστίας και δεήσεις αγιάζομεν, σύμφωνα προς το θέλημά του, δεν είναι κοινωνία και συμμετοχή στο αίμα του Χριστού; Ο άρτος, τον οποίον στο μυστήριον της θείας Ευχαριστίας κόπτομεν εις τεμάχια και μοιραζόμεθα μεταξύ μας, δεν είναι κοινωνία του σώματος του Χριστού; 17 Επειδή δε ένας είναι ο άρτος, από τον οποίον κοινωνούμεν, ένα πνευματικόν σώμα είμεθα οι πολλοί. Διότι όλοι από τον ένα άρτον, το σώμα του Κυρίου, μετέχομεν, και δι' αυτού ενωνόμεθα όλοι μεταξύ μας. 18 Κυττάξατε τους Ισραηλίτας οι οποίοι είναι μόνον κατά σάρκα και όχι κατά πνεύμα απόγονοι των πατριαρχών· αυτοί οι οποίοι τρώγουν τας θυσίας που προσφέρονται στο ιερόν της Ιερουσαλήμ, δεν είναι κοινωνοί και συμμέτοχοι του θυσιαστηρίου; (Ετσι και όσοι τρώγουν με πίστιν τας θυσίας των ειδώλων γίνονται συμμέτοχοι και κοινωνοί των ειδώλων). 19 Λοιπόν, τι λέγω; Οτι υπάρχει πράγματι στον κόσμον αυτόν είδωλον, που εικονίζει αληθινόν Θεόν; Η ότι το ειδωλόθυτον είναι κάτι που εγκλείει κάποιαν ιερότητα και δύναμιν; Οχι βέβαια. 20 Αλλά λέγω, ότι τα ζώα και αι άλλαι προσφοραί, που θυσιάζουν οι ειδωλολάτραι, “τα θυσιάζουν εις τα δαιμόνια, και όχι στον Θεόν”. Εγώ, λοιπόν, δεν θέλω να γίνεσθε σεις συμμέτοχοι και κοινωνοί των δαιμονίων. 21 Δεν ημπορείτε και δεν πρέπει να πίνετε το ποτήριον του Κυρίου, το ποτήριον της θείας Ευχαρηστίας, και κατόπιν να πίνετε από το ποτήριον του οίνου που προσφέρεται ως σπονδή και θυσία εις τα δαιμόνια. Δεν ημπορείτε να μετέχετε εις την τράπεζαν του Κυρίου και εις την τράπεζαν των δαιμονίων. 22 Η παρακινούμεν εις ζηλοτυπίαν και παροργίζομεν τον Κυριον εναντίον μας; Και μήπως τάχα είμεθα ισχυρότεροι από αυτόν, δια να αντικρύσωμεν την δικαίαν οργήν του;

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙϚ´ 20 - 24


20 τότε διεστείλατο τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ ἵνα μηδενὶ εἴπωσιν ὅτι αὐτός ἐστιν Ἰησοῦς ὁ Χριστός. 21 Ἀπὸ τότε ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς δεικνύειν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ ὅτι δεῖ αὐτὸν ἀπελθεῖν εἰς Ἱεροσόλυμα καὶ πολλὰ παθεῖν ἀπὸ τῶν πρεσβυτέρων καὶ ἀρχιερέων καὶ γραμματέων καὶ ἀποκτανθῆναι, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθῆναι. 22 καὶ προσλαβόμενος αὐτὸν ὁ Πέτρος ἤρξατο ἐπιτιμᾶν αὐτῷ λέγων· Ἵλεώς σοι, Κύριε· οὐ μὴ ἔσται σοι τοῦτο. 23 ὁ δὲ στραφεὶς εἶπε τῷ Πέτρῳ· Ὕπαγε ὀπίσω μου, Σατανᾶ· σκάνδαλόν μου εἶ· ὅτι οὐ φρονεῖς τὰ τοῦ Θεοῦ ἀλλὰ τὰ τῶν ἀνθρώπων. 24 Τότε ὁ Ἰησοῦς εἶπεν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙϚ´ 20 - 24


20 Τότε παρήγγειλε μὲ αὐστηρότητα εἰς τοὺς μαθητάς του νὰ μὴ εἶπουν εἰς κανένα, ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ Ἰησοῦς ὁ Χριστός, ἐπειδὴ ἀκόμη δὲν εἶχαν ὠριμάσει οἱ ἄνθρωποι, ὥστε νὰ διακηρυχθῇ εἰς αὐτοὺς ἡ ἀλήθεια αὐτή. 21 Ἀπὸ τότε ἤρχισεν ὁ Ἰησοῦς νὰ διδάσκῃ σαφῶς καὶ καθαρὰ τοὺς μαθητάς του, ὅτι πρέπει αὐτὸς νὰ ἀπέλθῃ εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ νὰ πάθη πολλὰ ἀπὸ τοὺς πρεσβυτέρους καὶ ἀρχιερεῖς καὶ γραμματεῖς καὶ νὰ θανατωθῇ καὶ κατὰ τὴν τρίτην ἡμέραν νὰ ἀναστηθῇ. 22 Καὶ ἀφοῦ τὸν ἐπῆρεν ἰδιαιτέρως ὁ Πέτρος ἤρχισε ζωηρὰ νὰ τὸν προτρέπῃ καὶ ἔλεγεν· Ὁ Θεὸς νὰ σὲ φυλάξῃ ἀπὸ αὐτό, Κύριε.Δὲν πρέπει εἰς σὲ τὸν Μεσσίαν νὰ γίνη αὐτό, ποὺ εἶπες. 23 Ὁ Κύριος ὅμως ἔστρεψε καὶ εἶπε πρὸς τὸν Πέτρον· Πήγαινε ὀπίσω μου καὶ φύγε ἀπὸ ἐμπρός μου, σατανᾶ· μοῦ εἶσαι ἐμπόδιον εἰς τὸν δρόμον τοῦ καθήκοντός μου καὶ πειρασμός.Διότι δὲν φρονεῖς ἐκεῖνα ποὺ ἀρέσουν εἰς τὸν Θεόν, ἀλλ’ ἐκεῖνα ποὺ ἀρέσουν εἰς τοὺς ἀνθρώπους. 24 Τότε ὁ Ἰησοῦς εἶπεν εἰς τοὺς μαθητάς του· Ἐὰν κανένας θέλῃ νὰ μὲ ἀκολουθήσῃ ὡς ὀπαδός μου, ἄς διακόψῃ κάθε σχέσιν πρὸς τὸν διεφθαρμένον ὑπὸ τῆς ἁμαρτίας ἑαυτόν του καὶ ἂς λάβῃ τὴν σταθερὰν ἀπόφασιν καὶ θάνατον σταυρικὸν καὶ βίαιον νὰ ὑποστῇ καὶ ἄς μὲ ἀκολουθήσῃ μιμούμενος καθ’ ὅλα τὸ παράδειγμά μου.Μὴ διστάσῃ δὲ νὰ προβῇ εἰς τὰς ἀποφάσεις καὶ θυσίας αὐτάς.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙϚ´ 20 - 24


20 Τοτε δε έδωσε αυστηράν εντολήν στους μαθητάς του, να μη είπουν εις κανένα ότι αυτός είναι Ιησούς ο Χριστός. 21 Από τότε ήρχισεν ο Ιησούς να φανερώνη στους μαθητάς του, ότι πρέπει αυτός να μεταβή εις Ιεροσόλυμα και να πάθη πολλά από τους πρεσβυτέρους, τους αρχιερείς και γραμματείς και να θανατωθή, και την τρίτην ημέραν από τον θάνατόν του να αναστηθή. 22 Και ο Πετρος, κατατρομαγμένος από τας αποκαλύψεις αυτάς του Διδασκάλου, τον επήρε ιδιαιτέρως και ήρχισε με ζωηρότητα να συνιστά και να του λέη· “ο Θεός να σε φυλάξη, Κυριε, από όσα φοβερά μας είπες ότι θα σου συμβούν· Δεν πρέπει να σου συμβούν αυτά”. 23 Ο Ιησούς εστράφη αποτόμως προς τον Πετρον και του είπε· “φύγε από εμπρός μου, σατανά. Μου είσαι εμπόδιον στο απολυτρωτικόν μου έργον. Διότι δεν φρονείς και δεν δέχεσαι ο,τι είναι ευάρεστον στον Θεόν, αλλά ο,τι αρέσει στους ανθρώπους”. 24 Τοτε ο Ιησούς είπε στους μαθητάς του· “εάν κανείς θέλη πράγματι να είναι οπαδός μου, ας απαρνηθή τον αμαρτωλόν εαυτόν του, ας προετοιμασθή να υποστή πολλάς θλίψεις και αυτόν ακόμη τον σταυρικόν θάνατον, και ας με ακολουθήση.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα