ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΒ´ 1 - 8
1 Κατ’ ἐκεῖνον τὸν καιρὸν ἐβάδιζεν ὁ Ἰησοῦς ἐν ἡμέρᾳ Σαββάτου διὰ μέσου τῶν σπαρμένων χωραφιῶν, οἱ δὲ μαθηταί του ἐπείνασαν καὶ ἤρχισαν νὰ μαδοῦν στάχυα καὶ νὰ τρώγουν.
2 Οἱ Φαρισαῖοι ὅμως, ὅταν εἶδαν αὐτό, τοῦ εἶπαν· Ἰδοὺ οἰ μαθηταί σου κάνουν αὐτό, ποὺ δὲν ἐπιτρέπεται νὰ τὸ κάμῃ κανεὶς εἰς ἡμέραν Σαββάτου.
3 Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν εἰς αὐτούς· Δὲν ἀνεγνώσατε, τί ἔκαμεν ὁ Δαβίδ, ὅταν ἐπείνασεν αὐτὸς καὶ ἐκεῖνοι, ποὺ ἦσαν μαζί του;
4 Πῶς δηλαδὴ ἐμβῆκεν εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ καὶ ἔφαγε τοὺς ἄρτους, ποὺ ἦσαν βαλμένοι ὡς θυσία εἰς τὸν Θεὸν ἐπάνω εἰς τὴν τράπεζαν τῆς σκηνῆς, τοὺς ὁποίους δὲν ἦτο ἐπιτετραμμένον οὔτε εἰς αὐτόν, οὔτε εἰς ἐκείνους ποὺ ἦσαν μαζί του νὰ φάγουν, ἀλλ’ εἰς μόνους τοὺς ἱερεῖς ἐπετρέπετο τοῦτο; Καὶ ὅμως διότι ἡ ἀνάγκη τὸ ἐπέβαλλεν, οἱ ἀφιερωμένοι εἰς τὸν Θεὸν ἄρτοι ἐχρησιμοποιήθησαν διὰ τὴν διατροφὴν ἀνθρώπων, ποὺ δὲν ἦσαν ἱερεῖς, ὁ Θεὸς δὲ δὲν ὠργίσθη διὰ τοῦτο.
5 Ἢ διὰ νὰ σᾶς φέρω καὶ ἄλλην ἀπόδειξιν, δὲν ἀνεγνώσατε εἰς τὸν νόμον, ὅτι κατὰ τὰς ἡμέρας τῶν Σαββάτων οἱ ἱερεῖς μέσα εἰς τὸ ἱερὸν καταλύουν τὸ Σάββατον μὲ τὴν ἐργασίαν, τὴν ὁποίαν κάνουν κόπτοντες ξύλα, ἀνάπτοντες φωτιάν, σφάζοντες καὶ τεμαχίζοντες ζῶα, προκειμένου νὰ προσφερθοῦν αἱ θυσίαι; Καὶ ὅμως διὰ τὰς ἐργασίας των αὐτὰς εἶναι ἀνεύθυνοι καὶ ἀκατηγόρητοι.
6 Σᾶς λέγω δέ, ὅτι ἐδῶ εἶναι παραπάνω ἀπὸ τὸν ναόν, διότι οἱ μαθηταί μου, τοὺς ὁποίους κατηγορεῖτε, ἔμειναν νηστικοὶ διὰ τὴν ὑπηρεσίαν ἐμοῦ, ποὺ εἶμαι μεγαλύτερος ἀπὸ τὸν ναόν.
7 Ἐὰν δὲ εἶχατε κατανοήσει, τὶ σημαίνει, θέλω εὔσπλαγχνον διάθεσιν καὶ συμπάθειαν καὶ ὄχι θυσίαν, ποὺ δὲν συνοδεύεται ἀπὸ πραγματικὴν ἀφοσίωσιν καὶ εἰλικρινῆ ἀγάπην, δὲν θὰ κατεδικάζατε τοὺς ἀθῷους καὶ ἐλευθέρους κατηγορίας μαθητάς μου.
8 Πράγματι δὲ εἶναι ἀθῷοι καὶ ἀκατηγόρητοι οἱ μαθηταί μου, διότι ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι κύριος καὶ τοῦ Σαββάτου.Τὸ Σάββατον εἶναι θεσμὸς παιδαγωγικὸς καὶ ἰσχύει, μέχρις ποὺ ὁ ἄνθρωπος φθάσῃ εἰς ἠθικὴν τελειότητα.Ἐγὼ δέ, ποὺ εἶμαι ὁ κατ’ ἐξοχὴν ἀντιπρόσωπος τῆς ἀνθρωπότητος καὶ ὁ τέλειος ἄνθρωπος, ἔχω ἐξουσίαν ἀκόμη καὶ τὸν θεσμὸν τοῦ Σαββάτου νὰ τροποποιήσω.Ὅ,τι δὲ ἔκαμαν οἱ μαθηταί μου τὸ ἔκαμαν μὲ τὴν σιωπηρὰν συγκατάθεσίν μου.