❌
Τρίτη, 14 Ιουνίου 2022

Προφήτης Ελισσαίος, Άγιος Μεθόδιος ο ομολογητής Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης, Άγιος Κύριλλος Ιερομάρτυρας επίσκοπος Γορτύνης Κρήτης, Όσιος Νήφων ο Αθωνίτης
Ἐλισαίου τοῦ προφήτου (900 π.Χ.), Μεθοδίου ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ ὁμολογητοῦ (†847), Ἰουστίνου ὁσίου τοῦ Πόποβιτς (†1979).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Α´ 1 - 7


1 Παῦλος, δοῦλος Ἰησοῦ Χριστοῦ, κλητὸς ἀπόστολος, ἀφωρισμένος εἰς εὐαγγέλιον Θεοῦ. 2 ὃ προεπηγγείλατο διὰ τῶν προφητῶν αὐτοῦ ἐν γραφαῖς ἁγίαις 3 περὶ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, τοῦ γενομένου ἐκ σπέρματος Δαυῒδ κατὰ σάρκα, 4 τοῦ ὁρισθέντος υἱοῦ Θεοῦ ἐν δυνάμει κατὰ πνεῦμα ἁγιωσύνης ἐξ ἀναστάσεως νεκρῶν, Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν, 5 δι’ οὗ ἐλάβομεν χάριν καὶ ἀποστολὴν εἰς ὑπακοὴν πίστεως ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσιν ὑπὲρ τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ, 6 ἐν οἷς ἐστε καὶ ὑμεῖς κλητοὶ Ἰησοῦ Χριστοῦ, 7 πᾶσι τοῖς οὖσιν ἐν Ρώμῃ ἀγαπητοῖς Θεοῦ, κλητοῖς ἁγίοις· χάρις ὑμῖν καὶ εἰρήνη ἀπὸ Θεοῦ πατρὸς ἡμῶν καὶ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Α´ 13 - 17


13 οὐ θέλω δὲ ὑμᾶς ἀγνοεῖν, ἀδελφοί, ὅτι πολλάκις προεθέμην ἐλθεῖν πρὸς ὑμᾶς, καὶ ἐκωλύθην ἄχρι τοῦ δεῦρο, ἵνα τινὰ καρπὸν σχῶ καὶ ἐν ὑμῖν καθὼς καὶ ἐν τοῖς λοιποῖς ἔθνεσιν. 14 Ἕλλησί τε καὶ βαρβάροις, σοφοῖς τε καὶ ἀνοήτοις ὀφειλέτης εἰμί· 15 οὕτω τὸ κατ’ ἐμὲ πρόθυμον καὶ ὑμῖν τοῖς ἐν Ρώμῃ εὐαγγελίσασθαι. 16 οὐ γὰρ ἐπαισχύνομαι τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ· δύναμις γὰρ Θεοῦ ἐστιν εἰς σωτηρίαν παντὶ τῷ πιστεύοντι, Ἰουδαίῳ τε πρῶτον καὶ Ἕλληνι. 17 δικαιοσύνη γὰρ Θεοῦ ἐν αὐτῷ ἀποκαλύπτεται ἐκ πίστεως εἰς πίστιν, καθὼς γέγραπται· ὁ δὲ δίκαιος ἐκ πίστεως ζήσεται.

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Α´ 1 - 7


1 Παῦλος, δοῦλος καὶ διάκονος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀπόστολος καλεσμένος εἰς τὸ ἀξίωμα τοῦτο ἀπὸ αὐτὸν τὸν ἴδιον, ξεχωρισμένος ἀπὸ τὸν Θεὸν διὰ νὰ κηρύττω τὸ εὐαγγέλιον καὶ διαδίδω τὴν χαρμόσυνον ἀγγελίαν τῆς σωτηρίας, τὴν ὁποίαν ὁ Θεὸς παρέχει εἰς τοὺς ἀνθρώπους. 2 Τὸ κήρυγμα δὲ αὐτὸ τῆς σωτηρίας τὸ ὑπεσχέθη πρὸ πολλοῦ ὁ Θεὸς διὰ μέσου τῶν προφητῶν του μὲ προφητείας, ποὺ ὑπάρχουν γραμμέναι εἰς Γραφὰς ὄχι κοινὰς καὶ ἀνθρωπίνας, ἀλλὰ ἁγίας καὶ θεοπνεύστους. 3 Ἔδωκε δὲ ὑπόσχεσιν ἔκτοτε ὁ Θεὸς διὰ τὸν Υἱόν του, ὁ ὁποῖος ἐγεννήθη ὡς ἄνθρωπος εἰς ὡρισμένον χρόνον ἀπὸ ἀπόγονον τοῦ Δαβίδ, 4 ἀπεδείχθη δὲ ὅτι εἶναι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ διὰ δυνάμεως ὑπερφυσικῆς, ποὺ προήρχετο ἀπὸ τὸ Πνεῦμα, τὸ ὁποῖον μεταδίδει ἁγιασμόν· καὶ πρὸ πάντων ἀπεδείχθη διὰ τῆς ἐκ νεκρῶν ἀναστάσεώς του. Ὁμιλῶ περὶ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου μας. 5 Διὰ τοῦ Χριστοῦ δὲ ἔλαβον καὶ ἐγὼ τὸ δῶρον τῆς σωτηρίας, ἀλλὰ καὶ τὸ ἀποστολικὸν ἀξίωμα, διὰ νὰ διαδοθῇ ἡ πίστις καὶ ἡ ὑπακοή, ποὺ ἐπιβάλλει αὐτὴ μεταξὺ ὅλων τῶν ἐθνικῶν πρὸς δόξαν τοῦ ὀνόματός του. 6 Μεταξὺ δὲ τῶν ἐθνικῶν τούτων εἶσθε καὶ σεῖς, προσκαλεσμένοι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. 7 Ἐγὼ λοιπὸν ὁ Παῦλος γράφω τὴν ἐπιστολὴν ταύτην εἰς ὅλους τοὺς πιστούς, ὅσοι εὑρίσκεσθε εἰς τὴν Ρώμην, οἱ ὁποῖοι εἶσθε ἰδιαιτέρως ἀγαπητοὶ εἰς τὸν Θεὸν καὶ προσκαλεσμένοι διὰ νὰ γίνετε ἅγιοι. Εὔχομαι δὲ νὰ εἶναι μαζί σας ἡ χάρις καὶ ἡ εἰρήνη ἀπὸ τὸν Θεὸν Πατέρα μας καὶ ἀπὸ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν.

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Α´ 13 - 17


13 Δὲν θέλω δὲ νὰ ἀγνοῆτε σεῖς, ἀδελφοί, ὅτι πολλὰς φορὰς ἔβαλα εἰς τὸν νοῦν μου νὰ ἔλθω πρὸς σᾶς καὶ ἐμποδίσθηκα ἕως τώρα. Ἐπεθύμουν νὰ ἔλθω διὰ νὰ ἐπιτύχω καὶ μεταξύ σας κάποιον καρπόν, καθὼς ἐπέτυχα καὶ μεταξὺ τῶν ἄλλων ἐθνῶν. 14 Καὶ εἰς Ἕλληνας καὶ εἰς βαρβάρους, καὶ εἰς σοφοὺς καὶ εἰς ἀμαθεῖς εἶμαι ὀφειλέτης καὶ ἔχω ὑποχρέωσιν νὰ τοὺς κηρύξω τὸ εὐαγγέλιον. 15 Δι’ αὐτὸν τὸν λόγον, ὅσον ἐξαρτᾶται ἀπὸ ἐμέ, εἶμαι πρόθυμος νὰ κηρύξω τὸ εὐαγγέλιον καὶ εἰς σᾶς, ποὺ εἶσθε εἰς τὴν Ρώμην. 16 Καὶ ἔχω προθυμίαν εἰς τοῦτο, διότι δὲν ἐντρέπομαι νὰ κηρύττω τὸ εὐαγγέλιον, ποὺ ἔχει ὡς περιεχόμενον τὸν σταυρικὸν θάνατον τοῦ Χριστοῦ. Διότι τὸ εὐαγγέλιον εἶναι δύναμις Θεοῦ, ποὺ δίδει σωτηρίαν εἰς ὅλους ὅσοι πιστεύουν εἰς τὸν Χριστόν, εἰς κάθε Ἰουδαῖον κατὰ πρῶτον λόγον καὶ εἰς κάθε Ἕλληνα καὶ εἰδωλολάτρην. 17 Εἶναι δὲ τέτοια δύναμις τὸ εὐαγγέλιον, διότι δι’ αὐτοῦ φανερώνεται ἡ δικαίωσις, τὴν ὁποίαν ὁ Θεὸς παρέχει εἰς κάθε πιστεύοντα ἁμαρτωλόν, τὸν ὁποῖον ἀνακηρύττει καὶ μεταβάλλει εἰς δίκαιον. Ἡ δικαίωσις δὲ αὐτὴ καὶ σωτηρία προέρχεται ὄχι ἀπὸ ἔργα, ἀλλ’ ἐκ πίστεως, καὶ παρέχεται εἰς καθένα ποὺ ἔχει πίστιν σύμφωνα μὲ ἐκεῖνο, ποὺ ἔχει γραφῆ ἀπὸ τὸν προφήτην Ἀββακούμ· ὁ δίκαιος ποὺ τηρεῖ τὸν νόμον, θὰ σωθῇ ἀπὸ τὴν πίστιν του.

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Α´ 1 - 7


1 Εγώ ο Παύλος είμαι δούλος του Ιησού Χριστού, αφωσιωμένος ψυχή και σώματι εις αυτόν, κεκλημένος από τον ίδιον στο αποστολικόν αξίωμα, ξεχωρισμένος δια να κηρύττω το χαρμόσυνον μήνυμα της σωτηρίας, την οποίαν ο Θεός προσφέρει στους ανθρώπους. 2 Αυτό το κήρυγμα, όπως φαίνεται από τας προφητείας, που περιέχονται εις τας Αγίας Γραφάς, το είχεν υποσχεθή ο Θεός και προαναγγείλει με τους προφήτας του· 3 αφορά δε τον μονογενή Υιόν του, ο οποίος εγεννήθη, κατά το ανθρώπινον, από απόγονον του Δαυΐδ, 4 απεδείχθη δε σαφώς, ότι ούτος είναι Υιός του Θεού με υπερφυσικήν δύναμιν, που επήγαζε από το Πνεύμα, το οποίον μεταδίδει αγιότητα· επεδείχθη δε Υιός του Θεού ο Κυριος ημών Ιησούς Χριστός ιδιαιτέρως με την εκ νεκρών ανάστασιν του. 5 Δια του Χριστού ελάβομεν, εγώ ο Παύλος και οι άλλοι Απόστολοι, την χάριν και το αποστολικόν αξίωμα, δια να κηρύττωμεν μεταξύ όλων των εθνών την νέαν πίστιν και την εις αυτήν υποταγήν, προς δόξαν του ονόματός του. 6 Μεταξύ δε των εθνικών συγκαταλέγεσθε και σεις, οι οποίοι έχετε κληθή δια του Ιησού Χριστού. 7 Απευθύνομαι με την επιστολήν μου αυτήν εις όλους τους πιστούς, που ευρίσκεσθε εις την Ρωμην και οι οποίοι είσθε ιδαιαιτέρως αγαπητοί στον Θεόν και προσκεκλημένοι να γίνετε άγιοι, και εύχομαι να είναι μαζή σας πάντοτε η χάρις και η ειρήνη από τον Θεόν πατέρα μας και από τον Κυριον Ιησούν Χριστόν.

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Α´ 13 - 17


13 Θελω δε να γνωρίζετε καλά, αδελφοί, ότι πολλές φορές εσκέφθην και απεφάσισα να έλθω πλησίον σας, αλλά συνήντησα εμπόδια μέχρι τώρα. Ηθελα δε να έλθω, δια να έχω κάποιον πνευματικόν καρπόν και μεταξύ σας, όπως έχω και μεταξύ των άλλων εθνών. 14 Αισθάνομαι ότι είμαι υποχρεωμένος να κηρύξω το Ευαγγέλιον και στους Ελληνας και στους βαρβάρους, και στους σοφούς και στους αγραμμάτους. 15 Δι' αυτό, καθόσον εξαρτάται από εμέ, είμαι πρόθυμος να κηρύξω το Ευαγγέλιον της σωτηρίας και εις σας, που ευρίσκεσθε εις την Ρωμην. 16 Διότι δεν εντρέπομαι ποτέ το Ευαγγέλιον του Χριστού, επειδή είναι δύναμις του Θεού, η οποία χαρίζει σωτηρίαν εις κάθε ένα που πιστεύει ειλικρινώς, κατά πρώτον λόγον εις κάθε Ιουδαίον, έπειτα δε εις κάθε Ελληνα και ειδωλολάτρην. 17 Διότι φανερώνεται και προσφέρεται δια του Ευαγγελίου η σωτηρία και η δικαίωσις εκ μέρους του Θεού προς τον άνθρωπον, ο οποίος αρχίζει από την πίστιν και προχωρεί δια της πίστεως, σύμφωνα άλλωστε και με εκείνο που έχει γραφή από τον προφήτην Αβακούμ. “Ο δίκαιος θα κερδήση την αιώνιον ζωήν δια της πίστεώς του”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Δ´ 22 - 30


22 καὶ πάντες ἐμαρτύρουν αὐτῷ καὶ ἐθαύμαζον ἐπὶ τοῖς λόγοις τῆς χάριτος τοῖς ἐκπορευομένοις ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ καὶ ἔλεγον· Οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς Ἰωσὴφ ; 23 καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· Πάντως ἐρεῖτέ μοι τὴν παραβολὴν ταύτην· ἰατρέ, θεράπευσον σεαυτόν· ὅσα ἠκούσαμεν γενόμενα ἐν τῇ Καπερναοὺμ, ποίησον καὶ ὧδε ἐν τῇ πατρίδι σου. 24 εἶπε δέ· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς προφήτης δεκτός ἐστιν ἐν τῇ πατρίδι αὐτοῦ. 25 ἐπ’ ἀληθείας δὲ λέγω ὑμῖν πολλαὶ χῆραι ἦσαν ἐν ταῖς ἡμέραις Ἠλίου ἐν τῷ Ἰσραήλ, ὅτε ἐκλείσθη ὁ οὐρανὸς ἐπὶ ἔτη τρία καὶ μῆνας ἕξ, ὡς ἐγένετο λιμὸς μέγας ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν, 26 καὶ πρὸς οὐδεμίαν αὐτῶν ἐπέμφθη Ἠλίας εἰ μὴ εἰς Σαρεπτὰ τῆς Σιδωνίας πρὸς γυναῖκα χήραν. 27 καὶ πολλοὶ λεπροὶ ἦσαν ἐπὶ Ἐλισαίου τοῦ προφήτου ἐν τῷ Ἰσραὴλ, καὶ οὐδεὶς αὐτῶν ἐκαθαρίσθη εἰ μὴ Νεεμὰν ὁ Σύρος. 28 καὶ ἐπλήσθησαν πάντες θυμοῦ ἐν τῇ συναγωγῇ ἀκούοντες ταῦτα, 29 καὶ ἀναστάντες ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω τῆς πόλεως καὶ ἤγαγον αὐτὸν ἕως ὀφρύος τοῦ ὄρους, ἐφ’ οὗ ἡ πόλις αὐτῶν ᾠκοδόμητο, εἰς τὸ κατακρημνίσαι αὐτόν· 30 αὐτὸς δὲ διελθὼν διὰ μέσου αὐτῶν ἐπορεύετο.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Δ´ 22 - 30


22 Καὶ ὅλοι, ὅσοι ἤκουσαν τὴν ἐξήγησιν τῆς προφητείας, ποὺ ἐν συνεχείᾳ ἔκαμεν ὁ Ἰησοῦς, ἔδιδαν μαρτυρίαν περὶ αὐτοῦ, ὅτι ἐκήρυξε λαμπρῶς καὶ εὑρίσκοντο εἰς ἀπορίαν διὰ τὰ γεμᾶτα θείαν χάριν καὶ γλυκύτητα λόγια, ποὺ ἔβγαιναν ἀπὸ τὸ στόμα του. Καὶ ἔλεγαν· Περίεργον! Δὲν εἶναι αὐτὸς ὁ υἱὸς τοῦ Ἰωσήφ, ποὺ ἕως χθὲς εἰργάζετο σὰν ἕνας ἀπὸ ἡμᾶς; 23 Καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· Ὡρισμένως θὰ μοῦ εἴπητε τὴν παροιμίαν αὐτήν· Ἰατρέ, θεράπευσον τὸν ἑαυτόν σου. Ὑπόσχεσαι νὰ μᾶς ἰατρεύσῃς ἀπὸ τὰς ἀθλιότητἀς μας. Θεράπευσε τὴν ἀσημότητά σου καὶ στήριξε τὴν θέσιν σου καὶ τὸ κῦρος σου πρωτίστως εἰς τὴν πατρίδα σου. Κάμε καὶ ἐδῶ ὅσα θαύματα ἠκούσαμεν, ὅτι ἔγιναν ἀπὸ σὲ εἰς τὴν Καπερναούμ. 24 Ἀλλ’ ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπεν· Ἀληθῶς σᾶς λέγω, ὅτι κανένα προφήτην δὲν ὑποδέχονται μὲ τὴν πρέπουσαν τιμὴν εἰς τὴν πατρίδα του. 25 Σᾶς λέγω ὅμως βασιζόμενος εἰς τὴν ἀλήθειαν, ὅτι πολλαὶ χῆραι ἦσαν κατὰ τὰς ἡμέρας τοῦ Ἠλία εἰς τὸ Ἰσραηλιτικὸν ἔθνος, ὅταν ἐκλείσθη ὁ οὐρανὸς καὶ δὲν ἔβρεξεν ἐπὶ ἔτη τρία καὶ ἓξ μῆνας, ὁπότε ἔγινε πεῖνα μεγάλη εἰς ὅλην τὴν γῆν τῆς Παλαιστίνης. 26 Καὶ εἰς καμμίαν ἀπὸ τὰς γυναῖκας τῶν Ἰουδαίων δὲν ἐστάλη ἀπὸ τὸν Θεὸν ὁ Ἠλίας, παρὰ εἰς τὰ Σάρεπτα τῆς Σιδωνίας εἰς μίαν γυναῖκα χήραν, ξένην καὶ ἄγνωστον εἰς αὐτόν. 27 Καὶ πολλοὶ λεπροὶ ἦσαν εἰς τὸ Ἰσραηλιτικὸν ἔθνος κατὰ τὴν ἐποχὴν τοῦ προφήτου Ἐλισαίου καὶ κανεὶς ἀπὸ αὐτοὺς δὲν ἐκαθαρίσθῃ ἀπὸ τὴν λέπραν του, παρὰ ὁ Νεεμὰν ὁ Σύρος, ποὺ ἦλθεν ἀπὸ χώραν μακρυνὴν διὰ νὰ εὔρῃ τὸν Ἐλισαῖον. 28 Καὶ ἐκυριεύθησαν μέσα εἰς τὴν συναγωγὴν ὅλοι ἀπὸ θυμόν, ὅταν ἤκουσαν αὐτά, ποὺ εἶπεν ὁ Κύριος, 29 καὶ ὑπὸ τὸ κράτος τῆς παραφορᾶς των ἐσηκώθησαν καὶ τὸν ἔβγαλαν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλιν καὶ τὸν ἔφεραν ἕως τὴν ἄκραν κάποιου ὑψώματος τοῦ βουνοῦ, ἐπὶ τοῦ ὁποίου εἶχεν οἰκοδομηθῇ ἡ πόλις των, μὲ τὸν σκοπὸν νὰ τὸν κρημνίσουν κάτω. 30 Αὐτὸς ὅμως ἐπέρασε μέσα ἀπὸ αὐτοὺς κατὰ τρόπον θαυμαστὸν καὶ ἔφυγε.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Δ´ 22 - 30


22 Και όλοι επεβεβαίωναν δι' αυτόν, ότι εκήρυττε με πολλήν δύναμιν και εθαύμαζαν δια τα λόγια τα γεμάτα χάριν, που έβγαιναν από το στόμα του και έλεγαν· “δεν είναι αυτός ο υιός του γνωστού μας Ιωσήφ, ο μαραγκός;” 23 Και είπε προς αυτούς· “ασφαλώς θα μου πήτε την γνωστήν παροιμίαν· ιατρέ, θεράπευσε τον εαυτόν σου· δείξε την δύναμίν σου εδώ εις την πατρίδα σου, κάμε και εδώ τα θαύματα, που ηκούσαμεν ότι έκαμες εις την Καπερναούμ”. 24 Αλλά ο Ιησούς τους είπε· “αλήθεια σας λέγω, ότι κανείς προφήτης δεν έγινε δεκτός με την πρέπουσαν τιμήν εις την πατρίδα του. 25 Σας υπενθυμίζω δε και αυτήν την αλήθειαν, ότι πολλαί χήραι εζούσαν μεταξύ του Ισραηλιτικού λαού κατά την εποχήν του Ηλιού, όταν εκλείσθη ο ουρανός και δεν έβρεξε επί τρία έτη και εξ μήνας, τότε που απλώθηκε μεγάλη πείνα εις όλην την χώραν της Παλαιστίνης. 26 Και εις καμμίαν από τας πτωχάς χήρας των Ιουδαίων δεν εστάλη από τον Θεόν ο Ηλίας, ει μη μόνον εις τα Σαρεπτα της Σιδωνίας προς κάποιαν άγνωστον και άσημον χήραν γυναίκα. 27 Και πολλοί λεπροί ήσαν κατά την εποχήν του προφήτου Ελισαίου στο ισραηλιτικόν έθνος και κανείς από αυτούς δεν εθεραπεύθη, ει μη μόνον ο Νεεμάν, που κατήγετο από την Συρίαν”. 28 Και όλοι μέσα εις την συναγωγήν, όταν ήκουσα αυτά, κατελήφθησαν από ασυγκράτητον οργήν (διότι ενόμισαν ότι ο Κυριος τους θέτει εις κατωτέραν θέσιν από τους ειδωλολάτρας). 29 Εσηκώθησαν, τον ήρπασαν και τον έβγαλαν έξω από την πόλιν, τον έφεραν έως το χείλος ενός κρημνού του όρους, επάνω στο οποίον είχεν οικοδομηθή η πόλις των, με τον σκοπόν να τον κρημνίσουν κάτω. 30 Αυτός όμως επέρασε ανάμεσα από αυτούς κατά ένα τρόπον θαυμαστόν και έφυγε.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα