❌
Δευτέρα, 24 Ιανουαρίου 2022

Οσίες Ξένη και οι δύο θεραπαινίδες της, Άγιοι Βαβύλας ο εν Σικελία και Αγάπιος και Τιμόθεος οι μαθητές του, Όσιος Νεόφυτος ο έγκλειστος που ασκήτευσε στην Κύπρο, Όσιος Φίλων ο Θαυματουργός Επίσκοπος Καρπασίας της Κύπρου
Ξένης ὁσίας (ε ́ αἰ.). Βαβύλα ἱερομάρτ. (γ ́ αἰ.), Φίλωνος ἐπισκ. Καρπασίας, Νεοφύτου τοῦ ἐν Κύπρῳ.
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΑΚΩΒΟΥ Β´ 14 - 26


14 Τί τὸ ὄφελος, ἀδελφοί μου, ἐὰν πίστιν λέγῃ τις ἔχειν, ἔργα δὲ μὴ ἔχῃ; μὴ δύναται ἡ πίστις σῶσαι αὐτόν; 15 ἐὰν δὲ ἀδελφὸς ἢ ἀδελφὴ γυμνοὶ ὑπάρχωσι καὶ λειπόμενοι ὦσι τῆς ἐφημέρου τροφῆς, 16 εἴπῃ δέ τις αὐτοῖς ἐξ ὑμῶν, ὑπάγετε ἐν εἰρήνῃ, θερμαίνεσθε καὶ χορτάζεσθε, μὴ δῶτε δὲ αὐτοῖς τὰ ἐπιτήδεια τοῦ σώματος, τί τὸ ὄφελος; 17 οὕτω καὶ ἡ πίστις, ἐὰν μὴ ἔργα ἔχῃ, νεκρά ἐστι καθ’ ἑαυτήν. 18 ἀλλ’ ἐρεῖ τις· σὺ πίστιν ἔχεις, κἀγὼ ἔργα ἔχω· δεῖξόν μοι τὴν πίστιν σου ἐκ τῶν ἔργων σου, κἀγὼ δείξω σοι ἐκ τῶν ἔργων μου τὴν πίστιν μου. 19 σὺ πιστεύεις ὅτι ὁ Θεὸς εἷς ἐστι· καλῶς ποιεῖς· καὶ τὰ δαιμόνια πιστεύουσι καὶ φρίσσουσι. 20 θέλεις δὲ γνῶναι, ὦ ἄνθρωπε κενέ, ὅτι ἡ πίστις χωρὶς τῶν ἔργων νεκρά ἐστιν; 21 Ἀβραὰμ ὁ πατὴρ ἡμῶν οὐκ ἐξ ἔργων ἐδικαιώθη, ἀνενέγκας Ἰσαὰκ τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον; 22 βλέπεις ὅτι ἡ πίστις συνήργει τοῖς ἔργοις αὐτοῦ, καὶ ἐκ τῶν ἔργων ἡ πίστις ἐτελειώθη, 23 καὶ ἐπληρώθη ἡ γραφὴ ἡ λέγουσα· ἐπίστευσε δὲ Ἀβραὰμ τῷ Θεῷ, καὶ ἐλογίσθη αὐτῷ εἰς δικαιοσύνην, καὶ φίλος Θεοῦ ἐκλήθη. 24 ὁρᾶτε τοίνυν ὅτι ἐξ ἔργων δικαιοῦται ἄνθρωπος καὶ οὐκ ἐκ πίστεως μόνον. 25 ὁμοίως δὲ καὶ Ραὰβ ἡ πόρνη οὐκ ἐξ ἔργων ἐδικαιώθη, ὑποδεξαμένη τοὺς ἀγγέλους καὶ ἑτέρᾳ ὁδῷ ἐκβαλοῦσα; 26 ὥσπερ γὰρ τὸ σῶμα χωρὶς πνεύματος νεκρόν ἐστιν, οὕτω καὶ ἡ πίστις χωρὶς τῶν ἔργων νεκρά ἐστι.

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΑΚΩΒΟΥ Β´ 14 - 26


14 Τί ὠφελεῖ, ἀδελφοί μου, ἐὰν ἕνας λέγῃ, ὅτι ἔχει πίστιν, ἀλλὰ δὲν ἔχῃ τὰ ἔργα, τὰ ὁποῖα παράγει ἡ ἀληθὴς καὶ πραγματικὴ πίστις; Μήπως ἡ πίστις αὐτὴ ἡ θεωρητική, ποὺ δὲν συνοδεύεται ἀπὸ τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης, ἔχει τὴν δύναμιν νὰ τὸν σώσῃ; 15 Διὰ νὰ πεισθῆτε δὲ περὶ τούτου, σᾶς φέρω ἐν παράδειγμα: Ἐὰν ἕνας ἀδελφὸς Χριστιανὸς ἡ μία ἀδελφὴ Χριστιανὴ εἶναι γυμνοὶ καὶ δὲν ἔχουν ἀρκετὰ ἐνδύματα, στεροῦνται δὲ καὶ τῆς ἀναγκαίας διὰ τὴν ἡμέραν τροφῆς, 16 τοὺς εἴπη δὲ ἕνας ἀπὸ σᾶς· Πηγαίνετε στὸ καλό, ζεσταθῆτε καὶ χορτασθῆτε καλά, δὲν τοὺς δώσετε ὅμως καὶ τὰ ἀναγκαῖα διὰ τὴν συντήρησιν τοῦ σώματος, τί ὠφελεῖ τοῦτο; 17 Ἔτσι καὶ ἡ πίστις, ἐὰν δὲν ἔχῃ ὡς καρπὸν ἔργα ἀρετῆς εἶναι ὅλως διόλου καὶ ἀπὸ αὐτὴν τὴν ρίζαν της νεκρά. 18 Ἀλλὰ θὰ εἴπῃ κάποιος πρὸς τρίτον τινά· Σὺ ἔχεις θεωρητικὴν πίστιν, καὶ ἑγὼ ἔχω ἔργα ἀρετῆς χωρὶς νὰ ἔχω πίστιν. Ἀλλὰ τοῦτο εἶναι ἀσύστατον καὶ ἀκατανόητον. Οὔτε πίστις ἀληθὴς δύναται νὰ ὑπάρξῃ ἄνευ ἔργων ἀρετῆς, οὔτε ἀληθὴς καὶ τελεία ἀρετὴ δύναται νὰ κατορθωθῇ ἄνευ πίστεως. Ἡ πίστις εἶναι κάτι, ποὺ δὲν φαίνεται παρὰ μόνον εἰς τὰ ἀποτελέσματά της. Ἀπόδειξόν μου λοιπόν, ὅτι πιστεύεις ἀπὸ τὰ ἔργα σου. Καὶ ἑγὼ θὰ σοῦ δείξω ἀπὸ τὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς μου, ὅτι ἔχω πίστιν· διότι ἐὰν δὲν εἶχα πίστιν, δὲν θὰ εἶχα οὔτε τὸν καρπὸν τῆς πίστεως, ἤτοι τὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς. 19 Σὺ πιστεύεις, ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἕνας· καλὰ κανεὶς καὶ πιστεύεις εἰς τὴν ἀλήθειαν αὐτήν. Μὴ ξεχάνῃς ὅμως, ὅτι καὶ τὰ δαιμόνια πιστεύουν εἰς τὴν ὕπαρξιν τοῦ Θεοῦ καὶ καταλαμβάνονται ὑπὸ τρόμου πρὸ τῆς δικαιοσύνης του καὶ τῆς δυνάμεώς του. 20 Θέλεις δὲ νὰ μάθῃς, ὦ ἄνθρωπε ἀνόητε, ὅτι ἡ πίστις, ὅταν δὲν συνοδεύεται καὶ ἀπὸ τὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς, εἶναι νεκρὰ καὶ δὲν ἔχει τὴν δύναμιν νὰ σώσῃ; 21 Ὁ Ἀβραὰμ ὁ προπάτωρ μας δὲν ἔγινε δίκαιος ἀπὸ τὰ ἔργα τῆς ἀρετής του, ὅταν ἀνεβίβασεν ὡς θυσίαν ἐπάνω εἰς τὸ θυσιαστήριον τὸν Ἰσαὰκ τὸ παιδί του; 22 Βλέπεις, ὅτι ἡ πίστις συνειργάζετο μὲ τὰ ἔργα τοῦ Ἀβραὰμ καὶ ἀπὸ τὰ ἔργα ἡ πίστις ἐτελειοποιήθη. 23 Καὶ ἐπαλήθευσε τελείως ἡ Γραφή, ἡ ὁποία λέγει· Ἐπίστευσε δὲ ὁ Ἀβραὰμ ὡς τὸν Θεόν καὶ ἐλογαριάσθη εἰς αὐτὸν ἡ πίστις του αὕτη τόσον πολύ, ὥστε ὁ Θεὸς νὰ τὸν θεωρήσῃ δίκαιον καὶ ὠνομάσθη φίλος καὶ ἀγαπημένος τοῦ Θεοῦ. 24 Βλέπετε λοιπόν, ὅτι κάθε ἄνθρωπος ἀναδεικνύεται δίκαιος ἀπὸ τὰ ἔργα καὶ ὄχι μόνον ἀπὸ τὴν πίστιν. 25 Ὁμοίως δὲ καὶ αὐτὴ ἡ πόρνη ἡ Ραὰβ δὲν ἐδικαιώθη ἀπὸ τὰ ἔργα, ποὺ ἔκαμεν, ὅταν ὑπεδέχθη τοὺς ἀπεσταλμένους τῶν Ἰουδαίων καὶ τοὺς ἔβγαλεν ἀπὸ ἄλλον δρόμον ἔξω ἀπὸ τὴν Ἱεριχῶ; 26 Ναί· τὰ ἔργα ζωντανεύουν τὴν πίστιν. Διότι ὅπως τὸ σῶμα, χωρὶς τὴν ψυχήν, εἶναι νεκρόν, ἔτσι καὶ ἡ πίστις, χωρὶς τὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς, δὲν εἶναι, πίστις ζωντανή, ἀλλὰ νεκρά.

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΑΚΩΒΟΥ Β´ 14 - 26


14 Τι ωφελεί, αδελφοί μου, εάν λέγη κανείς ότι έχει πίστιν, αλλά δεν έχει έργα, που επιβάλλει η πίστις; Μηπως αυτή η θεωρητική και γυμνή από καλά έργα πίστις ημπορεί να τον σώση; 15 Εάν ένας αδελφός Χριστιανός η μία αδελφή Χριστιανή δεν έχουν τα απαραίτητα ενδύματα, δια να προφυλαχθούν από το ψύχος του χειμώνος, και επί πλέον στερούνται από την αναγκαίαν τροφήν της ημέρας, 16 τους είπη δε ένας από σας, “πηγαίνετε στο καλό. Εύχομαι να ζεσταθήτε και να χορτασθήτε καλά”, δεν τους δώσετε όμως αυτά, που τους χρειάζονται δια την συντήρησιν του σώματος, τι ωφελούν τα καλά σας λόγια; 17 Ετσι και η πίστις, εάν δεν έχη έργα, είναι εξ ολοκλήρου νεκρά. 18 Αλλά θα πη κάποιος· “συ έχεις και κρατείς θεωρητικήν την πίστιν, ενώ εγώ έχω έργα αρετής”. Και οι δύο ευρίσκονται εις την πλάνην. Διότι εγώ θα τους είπω· Δείξε μου την πίστιν σου από τα έργα σου, διότι αυτά επιβεβαιούν την πίστιν, και εγώ από τα έργα μου, που είναι καρπός της πίστεως, θα σου αποδείξω την πίστιν μου. 19 Συ πιστεύεις, ότι ένας είναι ο αληθινός Θεός· και καλά κάμνεις. Αλλά και τα δαιμόνια πιστεύουν εις την ύπαρξιν του αληθινού Θεού, χωρίς όμως να ωφελούνται από αυτήν, την άνευ έργων πίστιν, αλλά τουναντίον καταλαμβάνονται από φόβον και τρόμον προ του δικαίου Θεού. 20 Θελεις δε να μάθης, ω κούφιε και ανόητε άνθρωπε, ότι η πίστις χωρίς τα έργα της αρετής είναι νεκρά, εντελώς ανωφελής, μάλλον δε και επιβλαβής, όπως το νεκρόν και αποσυντιθέμενον σώμα; 21 Ο πρόγονος μας Αβραάμ, δεν επήρε από τον Θεόν την δικαίωσιν και έγινε δίκαιος, δια τα έργα της αρετής του, και μάλιστα, όταν προσέφερε ως θυσίαν επάνω στο θυσιαστήριον το παιδί του, τον Ισαάκ; 22 Βλέπεις, ότι η ζωντανή πίστις ωδηγούσε και υποβοηθούσε εις τα έργα του, και από τα έργα η πίστις ετελειοποιήθη. 23 Και εξεπληρώθη έτσι η Γραφή, η οποία λέγει· “επίστευσεν ο Αβραάμ στον Θεόν με ζωντανήν και ενεργόν αυτήν πίστιν και ελογαριάσθη τούτο εκ μέρους του Θεού εις αυτόν ως δικαιοσύνη και ωνομάσθη εκλεκτός φίλος του Θεού”. 24 Βλέπετε, λοιπόν, ότι κάθε άνθρωπος γίνεται και αναδεικνύεται δίκαιος από τα έργα και όχι μόνον από την θεωρητικήν πίστιν. 25 Επίσης και η Ραάβ, η πόρνη, δεν εδικαιώθη ενώπιον του Θεού από τα έργα της, όταν με κίνδυνον της ζωής της υπεδέχθη τους απεσταλμένους των Ιουδαίων και τους έβγαλε από άλλον δρόμον, δια να φύγουν από την Ιεριχώ; 26 Τα έργα αξιοποιούν και ζωντανεύουν την πίστιν. Διότι, όπως το σώμα χωρίς την ψυχήν είναι νεκρόν και καταλήγει εις την αποσύνθεσιν, έτσι και η πίστις χωρίς τα ενάρετα έργα είναι νεκρά και ανωφελής.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Ε´ 24 - 34


24 καὶ ἀπῆλθε μετ’ αὐτοῦ· καὶ ἠκολούθει αὐτῷ ὄχλος πολύς, καὶ συνέθλιβον αὐτόν. 25 Καὶ γυνή τις οὖσα ἐν ῥύσει αἵματος ἔτη δώδεκα, 26 καὶ πολλὰ παθοῦσα ὑπὸ πολλῶν ἰατρῶν καὶ δαπανήσασα τὰ παρ’ ἑαυτῆς πάντα, καὶ μηδὲν ὠφεληθεῖσα, ἀλλὰ μᾶλλον εἰς τὸ χεῖρον ἐλθοῦσα, 27 ἀκούσασα περὶ τοῦ Ἰησοῦ, ἐλθοῦσα ἐν τῷ ὄχλῳ ὄπισθεν ἥψατο τοῦ ἱματίου αὐτοῦ· 28 ἔλεγεν γὰρ ἐν ἑαυτῇ ὅτι Ἐὰν ἅψωμαι κἂν τῶν ἱματίων αὐτοῦ, σωθήσομαι. 29 καὶ εὐθέως ἐξηράνθη ἡ πηγὴ τοῦ αἵματος αὐτῆς, καὶ ἔγνω τῷ σώματι ὅτι ἴαται ἀπὸ τῆς μάστιγος. 30 καὶ εὐθέως ὁ Ἰησοῦς ἐπιγνοὺς ἐν ἑαυτῷ τὴν ἐξ αὐτοῦ δύναμιν ἐξελθοῦσαν, ἐπιστραφεὶς ἐν τῷ ὄχλῳ ἔλεγε· Τίς μου ἥψατο τῶν ἱματίων; 31 καὶ ἔλεγον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ· Βλέπεις τὸν ὄχλον συνθλίβοντά σε, καὶ λέγεις· τίς μου ἥψατο; 32 καὶ περιεβλέπετο ἰδεῖν τὴν τοῦτο ποιήσασαν. 33 ἡ δὲ γυνὴ φοβηθεῖσα καὶ τρέμουσα, εἰδυῖα ὃ γέγονεν ἐπ’ αὐτῇ, ἦλθε καὶ προσέπεσεν αὐτῷ καὶ εἶπεν αὐτῷ πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν. 34 ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· Θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· ὕπαγε εἰς εἰρήνην, καὶ ἴσθι ὑγιὴς ἀπὸ τῆς μάστιγός σου.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Ε´ 24 - 34


24 Καὶ ἐπῆγε μαζί του καὶ τὸν ἠκολούθει πολὺς λαὸς καὶ τὸν ἐστρίμωχναν ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη. 25 Καὶ μία γυναῖκα, ποὺ ἔπασχεν ἀπὸ αἱμορραγίαν ἐπὶ ἔτη δώδεκα, 26 καὶ ἡ ὁποία πολλὰ ὑπέφερεν ἀπὸ τὴν κακὴν θεραπείαν πολλῶν ἰατρῶν καὶ ἐξώδευσεν ὅλα, ὅσα ἠμπόρεσε νὰ ἐξοικονομήση, καὶ δὲν ὠφελήθη τίποτε, ἀλλὰ μᾶλλον ἐπῆγεν εἰς τὸ χειρότερον, 27 ἐπειδὴ ἤκουσε διὰ τὸν Ἰησοῦν, ὅτι ἐνεργεῖ θαυματουργικὰς θεραπείας, ἦλθε μέσα εἰς τὸν λαὸν ἀπὸ πίσω του καὶ ἤγγισε τὸ ἔνδυμά του. 28 Ἤγγισε δὲ τὸ ἔνδυμά του, διότι ἔλεγε μέσα της, ὅτι καὶ ἐὰν μόνον τὰ ἐνδύματά του ἐγγίσω, θὰ σωθῶ ἀπὸ τὴν ἀσθένειάν μου. 29 Καὶ ἀμέσως ἐστείρευσε καὶ ἐξηράνθη τὸ μέρος, ἀπὸ τὸ ὁποῖον ἔτρεχε τὸ αἷμα της, καὶ ἐκατάλαβεν ἀπὸ τὴν μεταβολὴν ποὺ ἐπῆρε τὸ σῶμα της, ὅτι ἐθεραπεύθη ἀπὸ τὴν βασανιστικὴν ἀρρώστιαν της. 30 Καὶ ἀμέσως ὁ Ἰησοῦς ἐπληροφορήθη ἐσωτερικῶς ἀπὸ τὴν θείαν του φύσιν τὴν δύναμιν, ποὺ ἐβγῆκεν ἀπὸ αὐτόν, καὶ ἀφοῦ ἐστράφη πρὸς τὸν λαόν, εἶπε· Ποῖος ἤγγισε τὰ ἐνδύματά μου; 31 Καὶ τοῦ ἔλεγον οἱ μαθηταί του· Βλέπεις, ὅτι ὁ ὄχλος σὲ σπρώχνει ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη καὶ λέγεις· ποῖος μὲ ἤγγισε; 32 Ἀλλ’ ὁ Ἰησοῦς παρετήρει γύρω διὰ νὰ ἴδῃ αὐτήν, ποὺ ἔκαμεν αὐτό. 33 Ἡ γυνὴ δὲ μὲ φόβον καὶ τρόμον, ἐπειδὴ ἐγνώριζε τὴν θεραπείαν, ποὺ τῆς εἶχε γίνει, ἦλθε καὶ ἔπεσε γονατιστὴ ἐμπρός του καὶ τοῦ εἶπεν ὅλην τὴν ἀλήθειαν. 34 Αὐτὸς δὲ τῆς εἶπε· Κόρη μου, ἡ πίστις καὶ πεποίθησις ποὺ εἶχες, ὅτι θὰ ἐθεράπευεσο, ἐὰν ἤγγιζες τὸ ἔνδυμά μου, σὲ ἔχει σώσει ἀπὸ τὴν ἀσθένειάν σου. Πήγαινε εἰς τὸ καλὸ εἰρηνικὴ καὶ ἥσυχος καὶ ἔσο γιὰ πάντα ὑγιὴς ἀπὸ τὸ βάσανόν σου.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Ε´ 24 - 34


24 Και ανεχώρησε μαζή του. Λαός δε πολύς τον ακολουθούσε και οι άνθρωποι τον εστρύμωχναν. 25 Και μια γυναίκα, η οποία έπασχεν επί δώδεκα έτη από αιμορραγίαν 26 και είχε ταλαιπωρηθή πολύ από πολλούς ιατρούς, είχε δε εξοδεύσει όλα τα υπάρχοντά της, χωρίς να ίδη καμμίαν ωφέλειαν, αλλά μάλλον είχε έλθει στο χειρότερον, 27 όταν ήκουσε δια τα θαύματα που έκανε ο Ιησούς, ανεμίχθη με το πλήθος, ήλθε πίσω από τον Ιησούν και ήγγισε το ένδυμά του. 28 Διότι έλεγε μέσα της, ότι “εάν και μόνον εγγίσω τα ενδύματά του, θα σωθώ”. 29 Και αμέσως εξηράθηκε και έκλεισεν η πηγή, από την οποίαν έτρεχε το αίμα της, και αντελήφθη από την βελτίωσίν που ήλθε στο σώμα της, ότι ιατρεύθη από το βάσανον εκείνο. 30 Και αμέσως ο Ιησούς αντελήφθη πολύ καλά, ως παντογνώστης, την δύναμιν που εβγήκεν από αυτόν και στραφείς στο πλήθος έλεγε· “ποιός ήγγισε τα ενδύματά μου; 31 Και έλεγον εις αυτόν οι μαθηταί του· “βλέπστον όχλον να σε σπρώχνη από όλα τα σημεία και ερωτάς ποιός σε ήγγισε;” 32 Ο Ιησούς όμως περιέφερε γύρω το βλέμμα του, δια να ίδη αυτήν, που είχε κάμει αυτό. 33 Η δε γυναίκα φοβισμένη και τρέμουσα, επειδή είχε πλέον αντιληφθή πολύ καλά την θεραπείαν, που της είχε γίνει, ήλθε και έπεσεν εις τα γόνατα εμπρός του και του είπεν όλην την αλήθειαν. 34 Εκείνος δε της είπε· “κόρη μου, η πίστις σου σε έχει σώσει· πήγαινε με ειρήνην εις την ψυχήν σου και να είσαι για πάντα υγιής και απηλλαγμένη από την βασανιστικήν ασθένειάν σου”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα