❌
Σάββατο, 15 Ιανουαρίου 2022

Όσιος Παύλος ο Θηβαίος, Όσιος Ιωάννης ο Καλυβίτης ο δια Χριστόν πτωχός
Παύλου ὁσίου τοῦ Θηβαίου καὶ Ἰωάννου τοῦ καλυβίτου. Γερασίμου (Παλλαδᾶ) πατριάρχου Ἀλεξανδρείας.
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ Ε´ 1 - 8


1 Γίνεσθε οὖν μιμηταὶ τοῦ Θεοῦ ὡς τέκνα ἀγαπητά, 2 καὶ περιπατεῖτε ἐν ἀγάπῃ, καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς ἠγάπησεν ἡμᾶς καὶ παρέδωκεν ἑαυτὸν ὑπὲρ ἡμῶν προσφορὰν καὶ θυσίαν τῷ Θεῷ εἰς ὀσμὴν εὐωδίας. 3 πορνεία δὲ καὶ πᾶσα ἀκαθαρσία ἢ πλεονεξία μηδὲ ὀνομαζέσθω ἐν ὑμῖν, καθὼς πρέπει ἁγίοις, 4 καὶ αἰσχρότης καὶ μωρολογία ἢ εὐτραπελία, τὰ οὐκ ἀνήκοντα, ἀλλὰ μᾶλλον εὐχαριστία. 5 τοῦτο γάρ ἐστε γινώσκοντες, ὅτι πᾶς πόρνος ἢ ἀκάθαρτος ἢ πλεονέκτης, ὅ ἐστιν εἰδωλολάτρης, οὐκ ἔχει κληρονομίαν ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Χριστοῦ καὶ Θεοῦ. 6 Μηδεὶς ὑμᾶς ἀπατάτω κενοῖς λόγοις· διὰ ταῦτα γὰρ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας. 7 μὴ οὖν γίνεσθε συμμέτοχοι αὐτῶν. 8 ἦτε γάρ ποτε σκότος, νῦν δὲ φῶς ἐν Κυρίῳ· ὡς τέκνα φωτὸς περιπατεῖτε·

ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ Ε´ 1 - 8


1 Αφοῦ δὲ ὁ Θεὸς σᾶς συνεχώρησε, γίνεσθε λοιπὸν καὶ σεῖς μιμηταὶ τοῦ Θεοῦ, σὰν τέκνα ἀγαπητά. 2 Καὶ νὰ πολιτεύεσθε μὲ ἀγάπην, καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς μᾶς ἠγάπησε καὶ παρέδωκε τὸν ἑαυτόν του πρὸς χάριν μας καὶ πρὸς σωτηρίαν μας προσφορὰν καὶ θυσίαν εἰς τὸν Θεόν, διὰ νὰ εἶναι ἐνώπιόν του ἡ θυσία αὐτὴ σὰν μυρωδιὰ εὐωδιάζουσα. 3 Πορνεῖα δὲ καὶ κάθε εἶδος σαρκικῆς ἀκαθαρσίας ἢ πλεονεξίας δὲν πρέπει οὐδὲ κἂν ὡς ἁπλῆ ὀνομασία νὰ ἀναφέρεται μεταξύ σας, καθὼς ἁρμόζει εἰς ἀνθρώπους, ποὺ ἁγιάσθησαν ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ ἔχουν προορισμὸν νὰ ἐμμένουν εἰς τὴν ἁγιότητα. 4 Καθὼς ἐπίσης δὲν πρέπει νὰ ὀνομάζεται οὔτε αἰσχρὰ διαγωγὴ καὶ μωρολογία ἡ ἀστειότης ἀπρεπὴς καὶ βωμολόχος, τὰ ὁποῖα δὲν ἀρμόζουν εἰς Χριστιανούς, ἀλλὰ φροντίζετε περισσότερον νὰ ἀκούεται προσευχὴ εὐχαριστίας. 5 Φυλαχθῆτε ἀπὸ ὅλα αὐτά, διότι πρέπει νὰ ξεύρετε καλὰ τοῦτο, ὅτι κάθε πόρνος ἢ ἀκάθαρτος ἢ πλεονέκτης, ὁ ὁποῖος εἶναι εἰδωλολάτρης, διότι ἡ λατρεία τοῦ χρήματος ἀπορροφᾷ ὁλόκληρον τὴν καρδίαν του, δὲν ἔχει οὐδὲ τὸ ἐλάχιστον δικαίωμα κληρονομίας εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Χριστοῦ καὶ Θεοῦ. 6 Αὐτὴ εἶναι ἡ μόνη ἀλάθεια. Καὶ ἂς μὴ σᾶς ἐξαπατᾷ κανεὶς μὲ λόγους κούφιους καὶ ψευδεῖς. Διότι διὰ τὰ ἁμαρτήματα αὐτὰ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ κατὰ τῶν ἀπειθῶν καὶ ἀνυποτάκτων ἀνθρώπων. 7 Μὴ γίνεσθε λοιπὸν συμμέτοχοι τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν εἰς τὰ πονηρὰ ἔργα των. 8 Σκεφθῆτε, τί ἦσθε εἰς τὸ παρελθόν. Τόσον πολὺ εἶχεν εἰσχωρήσει μέσα σας ὁ σκοτισμὸς τῆς ἁμαρτίας, ὥστε εἴχετε μεταβληθῆ εἰς σκότος. Τώρα ὅμως διὰ τῆς ἑνώσεώς σας μὲ τὸν Κύριον ἐγίνατε φῶς. Νὰ συμπεριφέρεσθε λοιπὸν σὰν παιδιὰ φωτός· σὰν ἄνθρωποι, ποὺ εἰς ὅλα των εἶναι φῶς καὶ διὰ τῆς ἀρετῆς των λάμπουν.

ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ Ε´ 1 - 8


1 Και σεις, λοιπόν, σαν τέκνα αγαπητά του Θεού επιδιώκετε να γίνεσθε μιμηταί αυτού, ο οποίος τόσην αγάπην και μακροθυμίαν δεικνύει προς τους αμαρτάνοντας. 2 Να πορεύεσθε και να συμπεριφέρεσθε με αγάπην, όπως ο Χριστός μας έχει αγαπήσει και παρέδωκε τον ευατόν του στον σταυρικόν θάνατον προς χάριν ημών, προσφοράν και θυσίαν στον Θεόν, και η οποία θυσία είναι ως ευώδες άρωμα ενώπιον του Θεού. 3 Πορνεία δε και κάθε σαρκική ακαθαρσία η αχόρταστος επιθυμία δια τα υλικά αγαθά δεν πρέπει ούτε και να ονομάζεται καν μεταξύ σας, όπως άλλωστε αρμόζει εις ανθρώπους, που έχουν αγιασθή από τον Θεόν και προχωρούν εις την αγιότητα. 4 Ακόμη δε δεν πρέπει ούτε και να αναφέρεται μεταξύ σας καμμιά αισχρότης και μωρολογία η απρεπής αστειολογία και βωμολοχία, ρυπαρά λόγια, που δεν τεριάζουν στους Χριστιανούς, αλλά πιο πολύ πρέπει να ακούεται μεταξύ σας προσευχή ευγνωμοσύνης και ευχαριστίας προς τον Θεόν. 5 Διότι πρέπει να γνωρίζετε καλά και να έχετε στον νου σας τούτο· ότι κάθε πόρνος η ακάθαρτος η πλεονέκτης, ο οποίος πλεονέκτης με το να λατρεύη τα υλικά αγαθά είναι ειδωλολάτρης, δεν έχει κανένα απολύτως μερίδιον κληρονομίας εις την βασιλείαν του Χριστού και του Θεού. 6 Και ας μη σας εξαπατά κανείς με λόγια κούφια και ψεύτικα, διότι δια τα αμαρτήματα αυτά, που σας είπα προηγουμένως, έρχεται η οργή του Θεού εναντίων των τέκνων της ανυπακοής και της αποστασίας. 7 Μη γίνεσθε, λοιπόν, συμμέτοχοι των ανθρώπων αυτών εις την αμαρτωλήν ζωήν των. 8 Διότι άλλοτε ήσασθε σκοτάδι εξ αιτίας της πλάνης και της αμαρτίας, που κυριαρχούσε μέσα σας. Τωρα όμως δια του Κυρίου έχετε φωτισθή και είσθε φως. Να ζήτε, λοιπόν, και να συμπεριφέρεσθε σαν άνθρωποι, που τα πάντα εις αυτούς είναι φως αληθείας και αρετής.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΒ´ 15 - 22


15 Τότε πορευθέντες οἱ Φαρισαῖοι συμβούλιον ἔλαβον ὅπως αὐτὸν παγιδεύσωσιν ἐν λόγῳ. 16 καὶ ἀποστέλλουσιν αὐτῷ τοὺς μαθητὰς αὐτῶν μετὰ τῶν Ἡρῳδιανῶν λέγοντες· Διδάσκαλε, οἴδαμεν ὅτι ἀληθὴς εἶ καὶ τὴν ὁδὸν τοῦ Θεοῦ ἐν ἀληθείᾳ διδάσκεις, καὶ οὐ μέλει σοι περὶ οὐδενός· οὐ γὰρ βλέπεις εἰς πρόσωπον ἀνθρώπου· 17 εἰπὲ οὖν ἡμῖν, τί σοι δοκεῖ; ἔξεστι δοῦναι κῆνσον Καίσαρι ἢ οὔ· 18 γνοὺς δὲ ὁ Ἰησοῦς τὴν πονηρίαν αὐτῶν εἶπε· Τί με πειράζετε, ὑποκριταί; 19 ἐπιδείξατέ μοι τὸ νόμισμα τοῦ κήνσου. οἱ δὲ προσήνεγκαν αὐτῷ δηνάριον. 20 καὶ λέγει αὐτοῖς· Τίνος ἡ εἰκὼν αὕτη καὶ ἡ ἐπιγραφή; 21 λέγουσιν αὐτῷ· Καίσαρος· τότε λέγει αὐτοῖς· Ἀπόδοτε οὖν τὰ Καίσαρος Καίσαρι καὶ τὰ τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ. 22 καὶ ἀκούσαντες ἐθαύμασαν, καὶ ἀφέντες αὐτὸν ἀπῆλθον.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΒ´ 15 - 22


15 Τότε ἀφοῦ ἐπῆγαν οἱ Φαρισαῖοι εἰς τὸν τόπον τῶν συσκέψεών τους, συνεφώνησαν νὰ τὸν πιάσουν εἰς παγίδα μὲ λόγον. 16 Καὶ τοῦ ἀποστέλλουν τοὺς μαθητάς των μαζὶ μὲ ἐκεῖνους, ποὺ ἀνῆκον εἰς τὸ κόμμα τοῦ Ἡρῴδου, καὶ τοῦ εἶπαν· Διδάσκαλε, γνωρίζομεν, ὅτι εἶσαι εἰλικρινὴς καὶ ἀληθὴς καὶ διδάσκεις μὲ τὴν ἀλήθειαν καὶ χωρὶς ψέματα τὸν δρόμον τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν σὲ μέλει γιὰ τίποτε· διότι δὲν ἐπηρεάζεσαι ἀπὸ σκέψεις καὶ ἰδέας ἀνθρώπων, οὔτε χαρίζεσαι εἰς πρόσωπα. 17 Εἰπέ μας λοιπόν, ποίαν γνώμην ἔχεις; Ἐπιτρέπεται ἢ δὲν ἑπιτρέπεται νὰ δώσωμεν κεφαλικὸν φόρον εἰς τὸν Καίσαρα καὶ νὰ ἀναγνωρίσωμεν ἔτσι ὅτι εἴμεθα ὑποτελεῖς καὶ δοῦλοι τοῦ Καίσαρος; Ἐσκόπευαν δὲ οἱ Φαρισαῖοι ἢ νὰ κινήσουν κατ’ αὐτοῦ τὴν ὀργὴν τοῦ πλήθους, ἐὰν ἐπέτρεπε τὴν πληρωμὴν τοῦ φόρου, ἢ νὰ τὸν καταγγείλουν διὰ τῶν Ἠρωδιανῶν ὡς ἐπαναστάτην, ἐὰν ἀπηγόρευε τὴν πληρωμὴν τοῦ φόρου. 18 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως ἀντελήφθη τὴν πονηρίαν τους καὶ εἶπε· διατὶ μὲ ἐκθέτετε εἰς πειρασμόν, ὦ ὑποκριταί; 19 Δείξατέ μου τὸ νόμισμα, μὲ τὸ ὁποῖον πληρώνεται ὁ φόρος.Αὐτοὶ δὲ τοῦ ἔφεραν ἕνα δηνάριον, τὸ ὁποῖον ὡς νόμισμα ρωμαϊκὸν ἔφερεν ἐπάνω τὴν εἰκόνα καὶ τὴν ἐπιγραφὴν τοῦ Καίσαρος. 20 Καὶ τότε δεικνύων τὸ νόμισμα τοὺς λέγει· Ποίου εἶναι αὐτὴ ἡ εἰκόνα καὶ ἡ ἐπιγραφή; 21 Λέγουν εἰς αὐτὸν· τοῦ Καίσαρος.Τότε τοὺς εἶπε· Δώσατε λοιπὸν ὀπίσω εἰς τὸν Καίσαρα ἐκεῖνα, ποῦ ἀνήκουν εἰς τὸν Καίσαρα· καὶ εἰς τὸν Θεὸν δώσατε ἐκεῖνα, ποῦ ἀνήκουν εἰς τὸν Θεόν.Εἰς τὸν Καίσαρα καὶ εἰς τοὺς ἄρχοντας ἀνήκουν οἱ φόροι καὶ ὁ σεβασμὸς καὶ ἡ ὑποταγὴ εἰς τοὺς νόμους, ἐφ’ ὅσον δὲν παραβλάπτουν ταῦτα τὴν εὐσέβειαν.Ἡ ψυχή σας ὅμως καὶ ὁλόκληρον τὸ ἐσωτερικόν σας καὶ ὁ ἑαυτός σας ὅλος ἀνήκουν εἰς τὸν Θεόν. 22 Καὶ ὅταν ἤκουσαν τὴν ἀπάντησιν, ἐθαύμασαν καὶ ἀφοῦ τὸν ἄφησαν, ἔφυγαν.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΒ´ 15 - 22


15 Τοτε έφυγαν οι Φαρισαίοι και έκαμαν συμβούλιον και απεφάσισαν να παγιδεύσουν τον Ιησούν με συζήτησιν, που θα άνοιγαν μαζή του. 16 Και στέλνουν εις αυτόν τους μαθητάς των μαζή με τους οπαδούς του Ηρώδου, που ήσαν φίλοι των κατακτητών Ρωμαίων, και του είπαν· “διδάκαλε, γνωρίζομεν καλά ότι είσαι φιλαλήθης και ειλικρινής και ότι τον δρόμον του Θεού με κάθεν αλήθειαν διδάσκεις και δεν σε μέλει για τίποτε, διότι δεν αποβλέπεις, πως να φανής ευχάριστος στους ανθρώπους· 17 Πες μας λοιπόν, τι γνώμην έχεις; Επιτρέπεται να πληρώνωμεν φόρον στον Καίσαρα η όχι;” (Η ερώτησις ήτο δολία και πανούργος, διότι εάν έλεγε “ναι” ο Κυριος, θα τον κατήγγελλαν στον λαόν ότι ευνοεί την τυραννικήν κατοχήν των Ρωμαίων· εάν έλεγε “όχι”, θα τον κατήγγελλαν στους Ρωμαίους ως επαναστάτην και εχθρόν του Καίσαρος). 18 Αλλ' ο Ιησούς κατενόησεν αμέσως την πονηρία των και είπε· “διατί με πειράζετε υποκριταί; 19 Δείξτε μου το νόμισμα που πληρώνετε ως φόρον”. Εκείνοι δε του έφεραν ένα δηνάριον. 20 Και λέγει εις αυτούς· “Τινος είναι η εικών αυτή και η επιγραφή;” 21 Απήντησαν εις αυτόν· “του Καίσαρος”. Τοτε τους λέγεις· “δώστε, λοιπόν, πίσω στον Καίσαρα, αυτά που ανήκουν στον Καίσαρα, και στον Θεόν, αυτά που ανήκουν στον Θεόν” 22 Και ακούσαντες έμειναν κατάπληκτοι· άφησαν αυτόν και απήλθαν, χωρίς να τολμήσουν να συνεχίσουν την ζυζήτησιν.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα