❌
Τετάρτη, 12 Ιανουαρίου 2022

Αγία Τατιανή, Άγιος Μέρτιος, Αγία Ευθασία
Τατιανῆς μάρτυρος (†226). Εὐθασίας, Μερτίου μαρτύρων (†305).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Ι´ 1 - 18


1 Σκιὰν γὰρ ἔχων ὁ νόμος τῶν μελλόντων ἀγαθῶν, οὐκ αὐτὴν τὴν εἰκόνα τῶν πραγμάτων, κατ’ ἐνιαυτὸν ταῖς αὐταῖς θυσίαις ἃς προσφέρουσιν εἰς τὸ διηνεκὲς, οὐδέποτε δύναται τοὺς προσερχομένους τελειῶσαι· 2 ἐπεὶ οὐκ ἂν ἐπαύσαντο προσφερόμεναι, διὰ τὸ μηδεμίαν ἔχειν ἔτι συνείδησιν ἁμαρτιῶν τοὺς λατρεύοντας, ἅπαξ κεκαθαρμένους; 3 ἀλλ’ ἐν αὐταῖς ἀνάμνησις ἁμαρτιῶν κατ’ ἐνιαυτόν· 4 ἀδύνατον γὰρ αἷμα ταύρων καὶ τράγων ἀφαιρεῖν ἁμαρτίας. 5 Διὸ εἰσερχόμενος εἰς τὸν κόσμον λέγει· θυσίαν καὶ προσφορὰν οὐκ ἠθέλησας, σῶμα δὲ κατηρτίσω μοι· 6 ὁλοκαυτώματα καὶ περὶ ἁμαρτίας οὐκ εὐδόκησας· 7 τότε εἶπον· ἰδοὺ ἥκω, ἐν κεφαλίδι βιβλίου γέγραπται περὶ ἐμοῦ, τοῦ ποιῆσαι, ὁ Θεός, τὸ θέλημά σου. 8 ἀνώτερον λέγων ὅτι θυσίαν καὶ προσφορὰν καὶ ὁλοκαυτώματα καὶ περὶ ἁμαρτίας οὐκ ἠθέλησας οὐδὲ εὐδόκησας, αἵτινες κατὰ τὸν νόμον προσφέρονται, 9 τότε εἴρηκεν· ἰδοὺ ἥκω τοῦ ποιῆσαι, ὁ Θεός, τὸ θέλημά σου. ἀναιρεῖ τὸ πρῶτον ἵνα τὸ δεύτερον στήσῃ. 10 ἐν ᾧ θελήματι ἡγιασμένοι ἐσμὲν διὰ τῆς προσφορᾶς τοῦ σώματος Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐφάπαξ. 11 Καὶ πᾶς μὲν ἱερεὺς ἕστηκε καθ’ ἡμέραν λειτουργῶν καὶ τὰς αὐτὰς πολλάκις προσφέρων θυσίας, αἵτινες οὐδέποτε δύνανται περιελεῖν ἁμαρτίας· 12 αὐτὸς δὲ μίαν ὑπὲρ ἁμαρτιῶν προσενέγκας θυσίαν εἰς τὸ διηνεκὲς ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ τοῦ Θεοῦ, 13 τὸ λοιπὸν ἐκδεχόμενος ἕως τεθῶσιν οἱ ἐχθροὶ αὐτοῦ ὑποπόδιον τῶν ποδῶν αὐτοῦ. 14 μιᾷ γὰρ προσφορᾷ τετελείωκεν εἰς τὸ διηνεκὲς τοὺς ἁγιαζομένους. 15 Μαρτυρεῖ δὲ ἡμῖν καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον· μετὰ γὰρ τὸ προειρηκέναι, 16 αὕτη ἡ διαθήκη ἣν διαθήσομαι πρὸς αὐτοὺς μετὰ τὰς ἡμέρας ἐκείνας, λέγει Κύριος· διδοὺς νόμους μου ἐπὶ καρδίας αὐτῶν, καὶ ἐπὶ τῶν διανοιῶν αὐτῶν ἐπιγράψω αὐτούς, 17 καὶ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν καὶ τῶν ἀνομιῶν αὐτῶν οὐ μὴ μνησθῶ ἔτι. 18 Ὅπου δὲ ἄφεσις τούτων, οὐκέτι προσφορὰ περὶ ἁμαρτίας.

ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Ι´ 1 - 18


1 Πράγματι δὲ αἱ θυσίαι τῆς Π. Διαθήκης ἦσαν ἀνεπαρκεῖς νὰ παράσχουν τὴν ἄφεσιν. Διότι ὁ νόμος περιεῖχε μὲν κάποιαν ἀσθενῆ σκιὰν τῶν ἀγαθῶν, τὰ ὁποῖα ἔμελλον νὰ μᾶς δοθοῦν ἀπὸ τὸν Χριστόν, δὲν εἶχεν ὅμως σαφῆ καὶ πλήρη ἀναπαράστασιν τῶν οὐρανίων πραγμάτων. Καὶ δὲν ἠμπορεῖ ποτὲ μὲ τὰς ἰδίας θυσίας, ποὺ κάθε χρόνον προσφέρουν συνεχῶς οἱ ἱερεῖς καὶ ἀρχιερεῖς του νὰ κάμῃ τελείους αὐτούς, ποὺ πλησιάζουν μὲ τὰς θυσίας αὐτὰς εἰς τὸ θυσιαστήριον. 2 Διότι, ἐὰν αἱ θυσίαι αὐταὶ εἶχαν τὴν δύναμιν νὰ τελειοποιήσουν τοὺς ἀνθρώπους, δὲν θὰ ἔπαυαν νὰ προσφέρωνται, ἀφοῦ πλέον οἰ λατρεύοντες δὲν θὰ εἶχαν συνείδησιν, ὅτι εἶναι ἁμαρτωλοί, μιὰ φορὰ ποὺ θὰ εἶχαν καθαρισθῆ μὲ τὰς θυσίας αὐτὰς ἀπὸ τὴν ἐνοχήν των; Βεβαίως θὰ ἔπαυαν. 3 Ἀλλ’ ὅμως δὲν ἔπαυσαν. Καὶ εἰς τὰς θυσίας αὐτὰς γίνεται κάθε χρόνον ἀνάμνησις τῶν ἁμαρτιῶν των εἰς ἐκείνους, ποὺ τὰς προσφέρουν καὶ τοὺς ὑπενθυμίζεται διαρκῶς, ὅτι εἶναι ἔνοχοι. 4 Χρησιμεύουν δὲ μόνον ὡς ἀνάμνησις τῶν ἁμαρτιῶν αἱ θυσίαι αὐταί, διότι εἶναι ἀδύνατον τὸ αἷμα τῶν ταύρων καὶ τῶν τράγων, ποὺ θυσιάζονται εἰς αὐτάς, νὰ ἀφαιρῇ ἁμαρτίας. 5 Διὰ τοῦτο καὶ ὁ Κύριος, ὅταν διὰ τῆς ἐνανθρωπήσεώς του εἰσήρχετο εἰς τὸν κόσμον ὡς ἄνθρωπος, εἶπε διὰ τοῦ Δαβὶδ πρὸς τὸν Πατέρα του· θυσίαν καὶ προσφοράν, σὰν αὐτὰς ποὺ προσφέρονται σύμφωνα μὲ τὸν Μωσαϊκὸν νόμον, δὲν ἠθέλησες, ἀλλὰ μοῦ ἐτοίμασες σῶμα, διὰ νὰ σοῦ τὸ προσφέρω ὡς θυσίαν εὐάρεστον. 6 Δὲν σοῦ ἄρεσαν θυσίαι, ποὺ καίονται ὁλόκληροι εἰς τὸ θυσιαστήριον, οὔτε θυσίαι ποὺ προσφέρονται περὶ ἁμαρτίας πρὸς συγχώρησίν της. 7 Τότε εἶπον· Ἰδού, ἦλθα. (Εἰς τὸν ρόλον τοῦ χειρογράφου τῆς Π. Διαθήκης ἔχει γραφῆ δι’ ἐμὲ προφητικῶς). Ἦλθα, ὦ Θεέ, διὰ νὰ κάμω τὸ θέλημά σου. 8 Ἀφοῦ λέγει παραπάνω, ὅτι θυσίαν καὶ προσφορὰν καὶ ὁλοκαυτώματα καὶ περὶ ἁμαρτίας δὲν ἠθέλησας, οὔτε εὐηρεστήθης εἰς αὐτὰς τὰς θυσίας, αἱ ὁποῖαι σύμφωνα μὲ τὸν Μωσαϊκὸν νόμον προσφέρονται, 9 τότε εἶπεν· Ἰδοὺ ἔρχομαι, ὦ Θεέ, διὰ νὰ κάμω τὸ θέλημά σου. Καταργεῖ τὸ πρῶτον μέρος τοῦ χωρίου, ποὺ ὁμιλεῖ διὰ τὰς θυσίας, διὰ νὰ δώσῃ κῦρος καὶ βεβαιώσῃ τὸ δεύτερον, ποὺ ὁμιλεῖ διὰ τὴν θυσίαν, ποὺ θὰ προσέφερεν ὁ Χριστός. 10 Μὲ αὐτὸ δέ, ποὺ ἠθέλησε καὶ εὐηρεστήθη ὁ Θεός, εἴμεθα ἁγιασμένοι διὰ μέσου τῆς προσφορᾶς καὶ θυσίας τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία θυσία ἔγινε μίαν φορὰν γιὰ πάντα. 11 Καὶ καθένας μὲν ἱερεὺς τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου στέκεται ἐμπρὸς εἰς τὸ θυσιαστήριον καὶ κάθε ἡμέραν λειτουργεῖ καὶ προσφέρει πολλὰς φορὰς τὰς ἰδίας θυσίας, αἱ ὁποῖαι οὐδέποτε δύνανται νὰ ἀφαιρέσουν ἁμαρτίας. 12 Αὐτὸς ὅμως ὁ Ἰησοῦς, ἀφοῦ ἐπρόσφερε μίαν θυσίαν διὰ τὴν ἄφεσιν τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ κόσμου, ἐκάθησε παντοτινὰ εἰς τὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν ἔχει πλέον ἀνάγκην νὰ προσφέρῃ ἄλλην θυσίαν. 13 Καὶ εἰς τὸ ἑξῆς περιμένει, ἕως ὅτου τεθοῦν οἱ ἐχθροί του ὑποπόδιον τῶν ποδῶν του καὶ κατανικηθοῦν τελειωτικά. 14 Ἐκάθησε δὲ καὶ ἔπαυσε νὰ θυσιάζῃ, διότι μὲ μίαν προσφορὰν καὶ θυσίαν ἔκαμε γιὰ πάντα τελείους ἐκείνους, ποὺ μὲ τὴν θυσίαν του αὐτὴν ἁγιάζονται. 15 Ὅτι δὲ αὐτά, ποὺ σᾶς γράφω, εἶναι ἀληθῆ, μᾶς τὸ μαρτυρεῖ καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον. Διότι ἀφοῦ προηγουμένως εἶπεν· 16 Αὐτὴ εἶναι ἡ διαθήκη, τὴν ὁποίαν θὰ συνάψω πρὸς αὐτοὺς ὕστερον ἀπὸ τὰς ἡμέρας ἐκείνας, λέγει Κύριος· θὰ δώσω τοὺς νόμους μου εἰς τὰς καρδίας των καὶ θὰ τοὺς γράψω εἰς τὰς διανοίας των, ὥστε νὰ μὴ τοὺς λησμονοῦν ποτέ· ἀφοῦ λοιπὸν εἶπε ταῦτα, ὕστερον προσθέτει· 17 Καὶ δὲν θὰ ἐνθυμηθῶ πλέον τὰς ἁμαρτίας των καὶ τὰς ἀνομίας των. 18 Ὅπου δὲ ὑπάρχει ἄφεσις ἁμαρτίων, ἐκεῖ πλέον δὲν ὑπάρχει ἀνάγκη νὰ προσφέρεται θυσία περὶ ἁμαρτίας.

ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Ι´ 1 - 18


1 Εχων, λοιπόν, ο Νομος της Π. Διαθήκης κάποιαν αμυδράν σκιαν και υποτύπωσιν των αγαθών, τα οποία έμελλεν ο Χριστός να δώση και μη έχων σαφή και βεβαίαν εικόνα των ουρανίων πραγμάτων, δεν ημπορεί ποτέ με τας ιδίας θυσίας, τας οποίας κάθε χρόνο συνεχώς προσφέρουν οι ιερείς και ο Αρχιερεύς, να δώση άφεσιν αμαρτιών και λύτρωσιν, να κάμη τελείους αυτούς, οι οποίοι προσέρχονται στον ναόν και το θυσιαστήριον. 2 Διότι, σας ερωτώ, εάν πράγματι αι θυσίαι αυταί είχαν την δύναμιν να κάμουν αγίους και τελείους τους ανθρώπους, δεν θα έπαυαν να προσφέρωνται, εφ' όσον οι λατρεύοντες με αυτάς τον Θεόν και επικαλούμενοι το έλεός του, δεν θα είχαν πλέον συνείδησιν, ότι είναι αμαρτωλοί, μια φορά και είχαν καθαρισθή με τας θυσίας των; Βεβαίως θα είχαν παύσει. 3 Αλλ' εξακολουθούν να προσφέρωνται, διότι εις αυτάς τας θυσίας γίνεται υπόμνησις και ανάμνησις κάθε χρόνο των αμαρτιών και της ενοχής εκείνων που τας προσφέρουν και η οποία παραμένει παρά τας θυσίας που προσφέρουν. 4 Διότι είναι αδύνατον το αίμα των ταύρων και των τράγων, που προσφέρονται ως θυσία, να αφαιρή αμαρτίας και να εξαλείφη την ενόχην. 5 Δια τούτο και ο Χριστός, όταν δια της ενανθρωπήσεώς του εισήρχετο στον κόσμον, είπε προς τον Πατέρα του· “θυσίαν και προσφοράν σαν εκείνας της Π. Διαθήκης δεν ηθέλησες, αλλά μου ετοίμασες σώμα, δια να προσφέρω αυτό θυσίαν ευάρεστον εις σε και λυτρωτικήν δια τους ανθρώπους. 6 Δεν έχεις δε ευαρεστηθή και επαναπαυθή εις θυσίας, που καίονται ολόκληροι επάνω στο θυσιαστήριον η εις θυσίας που προσφέρονται δια συγχώρησιν αμαρτίας. 7 Τοτε είπα· ιδού ήλθα-εις την επικεφαλίδα του βιβλίου και εις όλον το βιβλίον έχει γραφή προφητικώς δι' εμέ-δια να εκτελέσω, ω Θεε, πλήρως και τελείως το θέλημά σου”. 8 Αφού, λοιπόν, παρά πάνω λέγει, ότι “θυσίαν και προσφοράν και ολοκαυτώματα και ειδικάς θυσίας περί συγχωρήσεως αμαρτίας δεν ηθέλησες, ούτε ευηρεστήθης εις αυτάς”, που σύμφωνα με τον Μωσαϊκόν Νομον σου προσφέρονται, 9 τότε είπε· “ιδού ήλθα να εκτελέσω εις την εντέλειαν, ω Θεε, το θέλημά σου”. Ακυρώνει έτσι και καταργεί το πρώτον τμήμα του Γραφικού χωρίου, που αναφέρεται εις τας θυσίας, δια να θεμελιώση και καταστήση έγκυρον το δεύτερον που αναφέρεται εις την θυσίαν του Χριστού. 10 Δια του θελήματος δε αυτού του Θεού, περί της ενανθρωπήσεως και θυσίας του Υιού του, είμεθα ημείς ηγιασμένοι, δια μέσου της θυσίας του σώματος του Ιησού Χριστού, η οποία έγινεν άπαξ δια παντός. 11 Και κάθε μεν ιερεύς της Π. Διαθήκης στέκεται κάθε ημέραν εμπρός στο θυσιαστήριον λειτουργών και προσφέρων πολλές φορές τις ίδιες θυσίες, αι οποίαι όμως ουδέποτε ημπορούν να συγχωρήσουν και να αφαιρέσουν αμαρτίες. 12 Αυτός όμως ο Ιησούς Χριστός, αφού επρόσφερε μίαν και μόνην θυσίαν δια την άφεσιν των αμαρτιών, εκάθισε και μένει δια παντός εις τα δεξιά του θρόνου του Θεού, 13 περιμένων στο εξής, έως ότου νικημένοι και εξουθενωμένοι τεθούν οι εχθροί του υποπόδιον των ποδών του. 14 Διότι με μίαν προσφοράν και θυσίαν, με την θυσίαν δηλαδή του εαυτού του επί του σταυρού, έκαμε δια παντός τελείους εκείνους που ζητούν και αγιάζονται από αυτόν. 15 Οτι δε ο Χριστός μίαν έπρεπε να προσφέρη θυσίαν εις αγιασμόν όλων των πιστών μας το βεβαιώνει και το μαρτυρεί το Πνεύμα το Αγιον, διότι ύστερα από αυτό, που προηγουμένως είπεν· 16 “αυτή είναι η διαθήκη την οποίαν θα συνάψω με αυτούς έπειτα από τας ημέρας εκείνας, λέγει ο Κυριος, θα δώσω τους νόμους μου εις τας καρδίας των και θα τους εγχαράξω εις τας διανοίας των, δια να μένουν έτσι ανεξάλειπτοι”. 17 Εν συνεχεία δε προσθέτει· “και δεν θα ενθυμηθώ πλέον τας αμαρτίας των και τας παραβάσστου Νομου”. 18 Αλλά, όπου υπάρχει συγχώρησις και εξάλειψις αμαρτιών, δεν υπάρχει πλέον ανάγκην να προσφέρεται θυσία δια τας αμαρτίας.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Ι´ 39 - 42


39 Ἐζήτουν οὖν πάλιν πιάσαι αὐτὸν· καὶ ἐξῆλθεν ἐκ τῆς χειρὸς αὐτῶν. 40 Καὶ ἀπῆλθε πάλιν πέραν τοῦ Ἰορδάνου, εἰς τὸν τόπον ὅπου ἦν Ἰωάννης τὸ πρῶτον βαπτίζων, καὶ ἔμεινεν ἐκεῖ. 41 καὶ πολλοὶ ἦλθον πρὸς αὐτὸν καὶ ἔλεγον ὅτι Ἰωάννης μὲν σημεῖον ἐποίησεν οὐδέν, πάντα δὲ ὅσα εἶπεν Ἰωάννης περὶ τούτου, ἀληθῆ ἦν. 42 καὶ πολλοὶ ἐπίστευσαν εἰς αὐτὸν ἐκεῖ.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Ι´ 39 - 42


39 Ὕστερα λοιπὸν ἀπὸ τοὺς λόγους τοῦ αὐτοὺς ἐζήτουν καὶ πάλιν νὰ τὸν συλλάβουν διὰ νὰ τὸν καταδικάσουν καὶ τὸν θανατώσουν, ἀλλ’ ἐξέφυγεν ἀπὸ τὰς χεῖρας των. 40 Καὶ ἐπῆγε πάλιν πέραν ἀπὸ τὸν Ἰορδάνην εἰς τὴν Περαίαν, εἰς τὸν τόπον, ὅπου ἐβάπτιζε κατὰ τὰς πρώτας ἡμέρας τῆς δημοσίας του ἐμφανίσεως ὁ Ἰωάννης, καὶ ἔμεινεν ἐκεῖ. 41 Καὶ πολλοὶ ἦλθον πρὸς αὐτὸν καὶ ὅταν ἤκουσαν τὴν διδασκαλίαν του καὶ εἶδαν τὰ θαύματά του, ἔλεγον, ὅτι ὁ Ἰωάννης δὲν ἔκαμε μὲν κανένα θαῦμα, ὅλα ὅμως ὅσα εἶπεν ὁ Ἰωάννης δι’ αὐτόν, ἀπεδείχθη τώρα ὅτι ἦσαν ἀληθῆ. 42 Καὶ ἐπίστευσαν ἐκεῖ πολλοὶ εἰς αὐτόν.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Ι´ 39 - 42


39 Εζητούσαν και πάλιν οι Ιουδαίοι να τον πιάσουν, αλλά αυτός έφυγεν ανάμεσα από τα χέρια των. 40 Και ανεχώρησε πάλιν πέρα από τον Ιορδάνην, εις τόπον, όπου κατ' αρχάς εβάπτιζεν ο Ιωάννης και έμεινεν εκεί. 41 Και πολλοί ήλθαν προς αυτόν και έλεγαν μεταξύ των ότι ο Ιωάννης δεν έκαμε κανένα θαύμα, όλα δε όσα ο Ιωάννης είπε δι' αυτόν απεδείχθησαν αληθινά. 42 Και πολλοί επίστευσαν εις αυτόν.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα