❌
Πέμπτη, 18 Νοεμβρίου 2021

Άγιος Πλάτωνας, Άγιος Ρωμανός, Άγιος Αναστάσιος ο Νεομάρτυρας από την Παραμυθιά της Ηπείρου
Πλάτωνος μεγαλομάρτυρος. (+306). Ῥωμανοῦ μάρτυρος (+308), Ζακχαίου διακόνου (+307), Ἀναστασίου νεομἀρτυρος ἐκ Παραμυθίας (+1743).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΚΟΛΟΣΣΑΕΙΣ Δ´ 2 - 9


2 Τῇ προσευχῇ προσκαρτερεῖτε, γρηγοροῦντες ἐν αὐτῇ ἐν εὐχαριστίᾳ, 3 προσευχόμενοι ἅμα καὶ περὶ ἡμῶν, ἵνα ὁ Θεὸς ἀνοίξῃ ἡμῖν θύραν τοῦ λόγου, λαλῆσαι τὸ μυστήριον τοῦ Χριστοῦ, δι’ ὃ καὶ δέδεμαι, 4 ἵνα φανερώσω αὐτὸ ὡς δεῖ με λαλῆσαι. 5 Ἐν σοφίᾳ περιπατεῖτε πρὸς τοὺς ἔξω, τὸν καιρὸν ἐξαγοραζόμενοι. 6 ὁ λόγος ὑμῶν πάντοτε ἐν χάριτι, ἅλατι ἠρτυμένος, εἰδέναι πῶς δεῖ ὑμᾶς ἑνὶ ἑκάστῳ ἀποκρίνεσθαι. 7 Τὰ κατ’ ἐμὲ πάντα γνωρίσει ὑμῖν Τυχικὸς ὁ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ πιστὸς διάκονος καὶ σύνδουλος ἐν Κυρίῳ, 8 ὃν ἔπεμψα πρὸς ὑμᾶς εἰς αὐτὸ τοῦτο, ἵνα γνῷ τὰ περὶ ἡμῶν καὶ παρακαλέσῃ τὰς καρδίας ὑμῶν, 9 σὺν Ὀνησίμῳ τῷ πιστῷ καὶ ἀγαπητῷ ἀδελφῷ, ὅς ἐστιν ἐξ ὑμῶν· πάντα ὑμῖν γνωριοῦσι τὰ ὧδε.

ΠΡΟΣ ΚΟΛΟΣΣΑΕΙΣ Δ´ 2 - 9


2 Ὅλοι σας δὲ νὰ καταγίνεσθε ἀκούραστα εἰς τὴν προσευχήν. Νὰ ἀγρυπνῆτε εἰς αὐτὴν καὶ να τὴν συνοδεύετε μὲ εὐχαριστίαν εἰς τὸν Θεόν. 3 Νὰ προσεύχεσθε δὲ συγχρόνως καὶ ὑπὲρ ἡμῶν, διὰ νὰ μᾶς ἀνοίξῃ ὁ Θεὸς τὴν θύραν τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου, δηλαδὴ νὰ ἀπομακρύνῃ κάθε ἐμπόδιον ἀπὸ τὸ κήρυγμα καὶ νὰ δημιουργήσῃ εὐκαιρίας, διὰ νὰ λαλήσωμεν τὸ μυστήριον τῆς διὰ τοῦ Χριστοῦ σωτηρίας πάντων, διὰ τὸ ὁποῖον καὶ εἶμαι δεμένος. 4 Νὰ ἀνοίξῃ τὴν θύραν διὰ νὰ φανερώσω τὸ μυστήριον αὐτὸ ἄφοβα καὶ νὰ τὸ ἐκθέσω, ὅπως πρέπει νὰ ὁμιλήσω δι’ αὐτό. 5 Νὰ συμπεριφέρεσθε μὲ φρόνησιν πρὸς τοὺς ἔξω τῆς Ἐκκλησίας ἀνθρώπους, ἐπωφελούμενοι τὰς εὐκαιρίας ποὺ παρουσιάζονται διὰ τὴν ἐργασίαν τοῦ ἀγαθοῦ. 6 Ὁ λόγος σας ἂς εἶναι πάντοτε χαριτωμένος, ἀρτυμένος μὲ τὸ ἁλάτι τῆς φρονήσεως, ὥστε να εἶναι μὲν εὐχάριστος, ἀλλ’ ὄχι καὶ βρωμερός· να ξεύρετε, πῶς πρέπει σεῖς νὰ ἀποκρίνεσθε εἰς τὸν καθένα. 7 Τὰς περὶ ἑμοῦ εἰδήσεις θὰ σᾶς τὰς γνωστοποίησῃ ὅλας ὁ Τυχικός, ὁ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ πιστὸς διάκονος καὶ σύνδουλός μου ἐν Κυρίῳ, 8 τὸν ὁποῖον σᾶς τὸν ἀπέστειλα ἀκριβῶς δι’ αὐτό, διὰ νὰ μάθῃ πῶς εἶσθε καὶ νὰ παρηγορήσῃ τὰς καρδίας σας. 9 Σᾶς τὸν ἔστειλα μαζὶ μὲ τὸν Ὀνήσιμον, τὸν πιστὸν καὶ ἀγαπητὸν ἀδελφόν, ὁ ὁποῖος εἶναι συμπολίτης σας, ἀπὸ τὰς Κολασσὰς καὶ αὐτός. Αὐτοὶ θὰ σᾶς γνωστοποιήσουν ὅλα τὰ ἐδῶ συμβαίνοντα.

ΠΡΟΣ ΚΟΛΟΣΣΑΕΙΣ Δ´ 2 - 9


2 Κυριοι και δούλοι, όλοι οι Χριστιανοί, να επιμένετε εις την προσευχήν, να αγρυπνήτε εις αυτήν και να εκφράζετε συγχρόνως δι' αυτής τας ευχαριστίας σας προς τον Θεόν. 3 Να προσεύχεσθε συγχρόνως και δι' ημάς, δια να μας ανοίξη ο Θεός θύραν της ευαγγελικής διδασκαλίας, ώστε με ευκολίαν και χωρίς εμπόδια να κηρύξωμεν το μυστήριον της σωτηρίας, που προσφέρει ο Χριστός, δια το οποίον και είμαι τώρα δεμένος. 4 Να βοηθήση ο Κυριος να φανερώσω καθαρά αυτό το μυστήριον και να το προσφέρω στους ανθρώπους, όπως πρέπει. 5 Να συμπεριφέρεσθε με σύνεσιν και φρόνησιν προς τους ανθρώπους που ευρίσκονται έξω από την Εκκλησίαν του Χριστού, εκμεταλλευόμενοι κάθε ευκαιρίαν, δια να πράττετε το αγαθόν, κερδίζοντες έτσι τον καιρόν σας. 6 Τα λόγια σας ας είναι πάντοτε γεμάτα χάριν, αρτυμένα με το άλατι της καλωσύνης και της διακρίσεως, ώστε να είναι κατά Θεόν ευχάριστα στους ανθρώπους. Να ξέρετε δε πως πρέπει σεις να αποκρίνεσθε στον καθένα. 7 Τα κατ' εμέ θα σας τα ανακοινώση και θα σας τα κάμη γνωστά ο Τυχικός, αγαπητός αδελφός και πιστός διάκονος και σύνδουλος στο έργον του Κυρίου. 8 Αυτόν άλλωστε έστειλα εις σας, προς αυτόν τον σκοπόν, δια να μάθη τα καθ' υμάς, την πνευματικήν σας δηλαδή κατάστασιν και παρηγορήση τας καρδίας σας. 9 Τον έστειλα δε μαζή με τον Ονήσιμον, τον πιστόν και αγαπητόν αδελφόν, ο οποίος είναι συμπολίτης σας, από τας Κολοσσάς. Αυτοί θα κάμουν εις σας γνωστά όλα τα εδώ.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙϚ´ 1 - 9


1 Ἔλεγε δὲ καὶ πρὸς τοὺς μαθητάς αὐτοῦ· Ἄνθρωπός τις ἦν πλούσιος, ὃς εἶχεν οἰκονόμον, καὶ οὗτος διεβλήθη αὐτῷ ὡς διασκορπίζων τὰ ὑπάρχοντα αὐτοῦ. 2 καὶ φωνήσας αὐτὸν εἶπεν αὐτῷ· τί τοῦτο ἀκούω περὶ σοῦ; ἀπόδος τὸν λόγον τῆς οἰκονομίας σου· οὐ γὰρ δύνῃ ἔτι οἰκονομεῖν. 3 εἶπε δὲ ἐν ἑαυτῷ ὁ οἰκονόμος· τί ποιήσω, ὅτι ὁ κύριός μου ἀφαιρεῖται τὴν οἰκονομίαν ἀπ’ ἐμοῦ; σκάπτειν οὐκ ἰσχύω, ἐπαιτεῖν αἰσχύνομαι· 4 ἔγνων τί ποιήσω, ἵνα, ὅταν μετασταθῶ ἐκ τῆς οἰκονομίας, δέξωνταί με εἰς τοὺς οἴκους ἑαυτῶν. 5 καὶ προσκαλεσάμενος ἕνα ἕκαστον τῶν χρεοφειλετῶν τοῦ κυρίου ἔλεγε τῷ πρώτῳ· πόσον ὀφείλεις σὺ τῷ κυρίῳ μου; 6 ὁ δὲ εἶπεν· ἑκατὸν βάτους ἐλαίου. καὶ εἶπεν αὐτῷ· δέξαι σου τὸ γράμμα καὶ καθίσας ταχέως γράψον πεντήκοντα. 7 ἔπειτα ἑτέρῳ εἶπε· σὺ δὲ πόσον ὀφείλεις; ὁ δὲ εἶπεν ἑκατὸν κόρους σίτου. καὶ λέγει αὐτῷ· δέξαι σου τὸ γράμμα καὶ γράψον ὀγδοήκοντα. 8 καὶ ἐπῄνεσεν ὁ κύριος τὸν οἰκονόμον τῆς ἀδικίας, ὅτι φρονίμως ἐποίησεν· ὅτι οἱ υἱοὶ τοῦ αἰῶνος τούτου φρονιμώτεροι ὑπὲρ τοὺς υἱοὺς τοῦ φωτὸς εἰς τὴν γενεὰν τὴν ἑαυτῶν εἰσι. 9 κἀγὼ ὑμῖν λέγω· ποιήσατε ἑαυτοῖς φίλους ἐκ τοῦ μαμωνᾶ τῆς ἀδικίας, ἵνα, ὅταν ἐκλίπητε, δέξωνται ὑμᾶς εἰς τὰς αἰωνίους σκηνάς.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙϚ´ 1 - 9


1 Οἱ Φαρισαῖοι ὅμως κατείχοντο καὶ ἀπὸ ἄλλην κακίαν. Ἦσαν φιλάργυροι καὶ κατεκράτουν τὸν πλοῦτον ἐγωϊστικῶς διὰ μόνον τὸν ἑαυτόν τους. Εἶπε λοιπὸν ὁ Κύριος πρὸς τοὺς μαθητάς του καὶ τὴν ἀκόλουθον παραβολήν, διὰ νὰ τοὺς διδάξῃ, πῶς πρέπει ὁ καθένας νὰ χρησιμοποιῇ τὸν πλοῦτον· Ἦτο κάποιος ἄνθρωπος πλούσιος, ὁ ὁποῖος εἶχεν ἐπιστάτην καὶ διαχειριστὴν τῆς περιουσίας του. Καὶ τὸν ἐπιστάτην αὐτὸν κατηγόρησαν εἰς τὸν κύριόν του, ὅτι διασκορπίζει καὶ σπαταλᾷ τὴν περιουσίαν του. 2 Καὶ ἀφοῦ τὸν ἐφώναξεν ὁ κύριος, τοῦ εἶπε· Τί εἶναι αὐτό, ποὺ ἀκούω διὰ σέ; Δῶσε μου λογαριασμὸν τῆς διαχειρίσεώς σου, διότι δὲν θὰ ἠμπορέσῃς πλέον εἰς τὸ μέλλον νὰ εἶσαι διαχειριστὴς καὶ ἐπιστάτης. 3 Εἶπε δὲ καθ’ ἑαυτὸν ὁ οἰκονόμος· Τί νὰ κάμω, διότι ὁ κύριός μου παίρνει τὴν διαχείρισιν ἀπὸ ἐμέ; Νὰ σκάπτω εἱς τὰ χωράφια δὲν ἡμπορῶ νὰ ζητιανεύω ἐντρέπομαι. 4 Εὗρον καὶ ἀπεφάσισα τί νὰ κάμω, διὰ νὰ μὲ δεχθοῦν ἄνθρωποι εἰς τὰ σπίτια των καὶ μὲ φιλοξενήσουν, ὅταν θὰ ἀποπεμφθῶ ἀπὸ τὴν διαχείρισιν. 5 Καὶ ἀφοῦ προσεκάλεσε τοὺς χρεωφειλέτας τοῦ κυρίου του τὸν καθένα χωριστά, εἶπεν εἰς τὸν πρῶτον· Πόσον ὀφείλεις σὺ εἰς τὸν κύριόν μου; 6 Αὐτὸς δὲ εἶπεν· ἑκατὸν μισοβάρελα λάδι, δηλαδὴ 2.700 ὀκάδες περίπου. Καὶ ὁ διαχειριστὴς τοῦ εἶπε· Πάρε τὸ γραμμάτιόν σου καὶ ἀφοῦ καθίσῃς γράψε γρήγορα πενήντα μισοβάρελα. 7 Ἔπειτα εἶπεν εἰς ἄλλον χρεοφειλέτην· Σὺ δὲ πόσα χρεωστεῖς; Αὐτὸς δὲ τοῦ εἶπεν· ἑκατὸν σάκκους σιτάρι τῶν τριανταὲξ ὀκάδων, δηλαδὴ 3.600 ὀκάδες. Καὶ τότε τοῦ εἶπεν ὁ διαχειριστής· Πάρε τὸ γραμμάτιόν σου καὶ ἀντὶ ἑκατὸν γράψε ὀγδοήκοντα. Ἔτσι ὁ διαχειριστὴς ἠδίκησε μὲν τὸν κύριόν του, ὡς πρὸς τὸν ἑαυτόν του ὅμως ἐφέρθη φρόνιμα καὶ συνετά. 8 Καὶ ὁ κύριος ἐπῄνεσε τὸν διαχειριστήν, ὄχι βέβαια διὰ τὴν ἀδικίαν ποὺ τοῦ ἔκαμε, καὶ διὰ τὴν ὁποίαν τὸν ἀποκαλεῖ οἰκονόμον τῆς ἀδικίας, ἀλλὰ διότι ἐνήργησε φρόνιμα καὶ προβλεπτικὰ διὰ τὸν ἑαυτόν του. Ἂς μὴ φανῇ δὲ εἰς κανένα παράδοξον, ὅτι ὁ οἰκονόμος αὐτὸς ἐνήργησε τόσον φρόνιμα, διότι οἱ ἄνθρωποι, ποὺ εἶναι προσκολλημένοι εἰς τὸν μάταιον αὐτὸν κόσμον, προκειμένου νὰ ἑξασφαλίσουν τὰ ἐπίγεια συμφέροντά των, ἀποδεικνύονται προνοητικώτεροι κατὰ τὴν συμπεριφοράν των καὶ τὰς σχέσεις των πρὸς τοὺς ἀνθρώπους τῆς τάξεως καὶ ἐποχῆς τῶν περισσότερον παρ’ ὅσον εἶναι φρόνιμοι καὶ προνοητικοὶ διὰ τὴν ἐπιδίωξιν καὶ ἑξασφάλισιν τῶν πνευματικῶν ἀγαθῶν οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι, ποὺ ἐφωτίσθησαν ἀπὸ τὴν ἀλήθειαν καὶ ἔγιναν υἱοὶ φωτός. 9 Καὶ ἐγὼ σᾶς λέγω, ὅπως ἐγκαίρως ἐφρόντισεν ὁ ἄδικος αὐτὸς διαχειριστὴς νὰ ἑξασφαλίσῃ τὴν φιλίαν τῶν ὀφειλετῶν τοῦ κυρίου του, ἔτσι καὶ σεῖς φροντίσατε νὰ κάμετε διὰ τὸ καλόν σας φίλους ἀπὸ τὸν πλοῦτον, ποὺ εἶναι ἄδικος, διότι αἱ μεγάλαι περιουσίαι μὲ ἀδικίαν ἐπισωρεύονται καὶ ἀδικίαν μεγάλην διαπράττει αὐτός, ποὺ μόνον διὰ τὸν ἑαυτόν του κατακρατεῖ τὰ πλούτη. Κάμετε λοιπὸν καὶ σεῖς φίλους ἀπὸ τὸν ἄδικον μαμωνᾶν ἀγαθοεργοῦντες καὶ εὐεργετοῦντες τοὺς ὁμοίους σας, ὥστε, ὅταν ἀποθάνετε, νὰ σᾶς ὑποδεχθοῦν οἱ φίλοι αὐτοὶ εἰς τὰς αἰωνίους σκηνὰς τοῦ Παραδείσου.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙϚ´ 1 - 9


1 Ελεγε δε προς τους μαθητάς του και άλλην παραβολήν, δια να καταδικάση την φιλαργυρίαν, από την οποία εκυριαρχούντο οι Φαρισαίοι· “ένας άνθρωπος, είπε, ήτο πλούσιος και είχε διαχειριστήν εις την περιουσίαν του. Και αυτός ο διαχειριστής κατηγορήθηκε στον κύριον, ότι του διασκορπίζει και σπαταλά την περιουσίαν του. 2 Και ο κύριος τον εφώναξε και του είπε· Τι είναι αυτό που ακούω εναντίον σου; Δος μου λογαριασμόν της διαχειρίσεώς σου, διότι δεν ημπορείς πλέον να είσαι διαχειριστής μου. 3 Είπε δε από μέσα του ο οικονόμος· Τι να κάμω τώρα, που μου αφαιρεί ο κύριός μου την διαχείρισιν; Να σκάπτω δεν ημπορώ, να ζητιανεύω εντρέπομαι. 4 Ευρήκα τι θα κάμω, ώστε όταν θα με διώξουν από την διαχείρισιν και από το σπίτι του κυρίου μου, να με δεχθούν άλλοι γνωστοί μου άνθρωποι εις τα σπίτια των. 5 Και αφού επροσκάλεσε καθένα από τους χρεωφειλέτας του κυρίου του χωριστά, είπε στον πρώτον· Ποσα χρεωστάς συ στον κύριόν μου; 6 Εκείνος δε απήντησεν· Τρισήμισυ περίπου χιλιάδες κιλά λάδι. Και του είπε ο διαχειριστής· Παρε το γραμμάτιόν σου, κάθισε και γράψε γρήγορα ότι χρεωστάς τα μισά. 7 Επειτα δε είπε εις άλλον· Συ πόσα χρεωστάς; Εκείνος δε απήντησε· τεσσερεσήμισυ και πλέον χιλιάδες κιλά σιτάρι. Και ο διαχειριστής του είπε· Παρε το γραμμάτιόν σου και γράψε ότι χρεωστάς τρισήμισυ χιλιάδες κιλά. 8 Και ο κύριος επήνεσε τον άδικον και αναξιόπιστον αυτόν διαχειριστήν, διότι εις την περίστασιν αυτήν ενήργησε άδικα μεν, αλλά δια τον εαυτόν του συνετά”. Και επρόσθεσεν ο Κυριος· “οι αμαρτωλοί άνθρωποι του κόσμου τούτου, προκειμένου να εξασφαλίσουν τα συμφέροντά των, αποδεικνύονται εις την γενεάν των συνετώτεροι και προνοητικώτεροι από τα τέκνα του φωτός, από εκείνους που έχουν φωτισθή από την αλήθειαν του Θεού. 9 Και εγώ σας λέγω τούτο· μιμηθήτε στον τρόπον της ενεργείας τον άδικον οικονόμον. Οσοι έχετε μεγάλας περιουσίας, αι οποίαι κατά κανόνα αποκτώνται με αδικίας, αφού μετανοήσετε, κάμετε έργα καλά με τα χρήματα αυτά της αδικίας, αποκτήσατε φίλους με τας αγαθοεργίας σας, ώστε οι φίλοι σας αυτοί να σας υποδεχθούν εις την αιωνίαν ζωήν, όταν φύγετε από τον κόσμον αυτόν.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα