❌
Δευτέρα, 15 Νοεμβρίου 2021

Άγιοι Γουρίας, Σαμωνάς και Άβιβος οι Ομολογητές, Άγιοι Ελπίδιος, Μάρκελλος και Ευστόχιος
Γουρία, Σαμωνᾶ (+299-306) καὶ Ἀβίβου (+222) μαρτύρων καὶ ὁμολογητῶν. - Ἄρχεται ἡ νηστεία τῶν Χριστουγέννων.
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΚΟΛΟΣΣΑΕΙΣ Β´ 13 - 20


13 Καὶ ὑμᾶς, νεκροὺς ὄντας ἐν τοῖς παραπτώμασι καὶ τῇ ἀκροβυστίᾳ τῆς σαρκὸς ὑμῶν, συνεζωοποίησεν ὑμᾶς σὺν αὐτῷ, χαρισάμενος ἡμῖν πάντα τὰ παραπτώματα, 14 ἐξαλείψας τὸ καθ’ ἡμῶν χειρόγραφον τοῖς δόγμασιν ὃ ἦν ὑπεναντίον ἡμῖν, καὶ αὐτὸ ἦρεν ἐκ τοῦ μέσου προσηλώσας αὐτὸ τῷ σταυρῷ· 15 ἀπεκδυσάμενος τὰς ἀρχὰς καὶ τὰς ἐξουσίας ἐδειγμάτισεν ἐν παρρησίᾳ, θριαμβεύσας αὐτοὺς ἐν αὐτῷ. 16 Μὴ οὖν τις ὑμᾶς κρινέτω ἐν βρώσει ἢ ἐν πόσει ἢ ἐν μέρει ἑορτῆς ἢ νουμηνίας ἢ σαββάτων, 17 ἅ ἐστι σκιὰ τῶν μελλόντων, τὸ δὲ σῶμα Χριστοῦ. 18 μηδεὶς ὑμᾶς καταβραβευέτω θέλων ἐν ταπεινοφροσύνῃ καὶ θρησκείᾳ τῶν ἀγγέλων, ἃ μὴ ἑώρακεν ἐμβατεύων, εἰκῇ φυσιούμενος ὑπὸ τοῦ νοὸς τῆς σαρκὸς αὐτοῦ, 19 καὶ οὐ κρατῶν τὴν κεφαλήν, ἐξ οὗ πᾶν τὸ σῶμα διὰ τῶν ἁφῶν καὶ συνδέσμων ἐπιχορηγούμενον καὶ συμβιβαζόμενον αὔξει τὴν αὔξησιν τοῦ Θεοῦ. 20 Εἰ ἀπεθάνατε σὺν τῷ Χριστῷ ἀπὸ τῶν στοιχείων τοῦ κόσμου, τί ὡς ζῶντες ἐν κόσμῳ δογματίζεσθε,

ΠΡΟΣ ΚΟΛΟΣΣΑΕΙΣ Β´ 13 - 20


13 Πράγματι δὲ καὶ σᾶς, ποὺ ἦσθε νεκροὶ ἕνεκα τῶν ἁμαρτημάτων καὶ τῆς σαρκικῆς ἀκροβυστίας, τὴν ὁποίαν εἴχατε ὡς ἀποξενωμένοι ἀπὸ τὸν Θεόν, σᾶς ἐζωοποίησε μαζὶ μὲ τὸν Χριστόν. Καὶ ἔτσι καὶ εἰς σᾶς τοὺς ἐθνικοὺς καὶ εἰς ἡμᾶς τοὺς Ἰουδαίους μᾶς ἐχάρισεν ὅλα τὰ παραπτώματα. 14 Καὶ ἔσβησεν ὁλοτελῶς τὸ εἰς βάρος μας χρεωστικὸν γραμμάτιον, ποὺ εἶχε γίνει ἀπὸ τὰς διατάξεις τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου, τὰς ὁποίας ἦτο ἀδύνατον νὰ τὰς τηρήσωμεν καὶ δι’ αὐτὸ ἐγίναμεν ἔνοχοι καὶ χρεωφειλέται εἰς τὴν θείαν δικαιοσύνην. Ἦτο λοιπὸν ἐναντίον μας τὸ γραμμάτιον τοῦτο, καὶ αὺτὸ ὁ Κύριος τὸ ἐσήκωσεν ἀπὸ τὸ μέσον καὶ τὸ ἐκάρφωσεν εἰς τὸν σταυρόν, ὅπου μὲ τὸ αἷμα του τὸ ἔσβησεν. 15 Ἐκεῖ εἰς τὸν σταυρὸν ἔγδυσε τὰς πονηρὰς ἀρχὰς καὶ ἐξουσίας καὶ τὰς διεπόμπευσε καὶ κατεντρόπιασεν αὐτὰς φανερὰ ἐμπρὸς εἰς ὅλον τὸν πνευματικὸν κόσμον καὶ ἔσυρε τοὺς δαίμονας νικημένους ἐν θριαμβευτικῇ πομπῇ. Καὶ ἐπέτυχε τοῦτο δι’ αὐτοῦ, ἤτοι τοῦ σταυροῦ, ὁ ὁποῖος ἔγινε διὰ τὸν Χριστὸν θριαμβευτικὸν ἅρμα νικητοῦ. 16 Ἀφοῦ δὲ αἱ διατάξεις τοῦ νόμου κατηργήθησαν, ἂς μὴ σᾶς κρίνῃ λοιπὸν κανεὶς διὰ φαγητὸν ἢ ποτὸν ἢ σχετικῶς μὲ ἑορτὴν ἢ πρωτομηνίαν ἢ ἄλλην ἡμέραν τῆς ἑβδομάδος, 17 τὰ ὁποῖα εἶναι μία ἁπλῆ σκιὰ τῶν μελλόντων πραγμάτων τῆς Καινῆς Διαθήκης, τὸ σῶμα δέ, τὸ ὁποῖον ἔχει τὴν πραγματικότητα καὶ ἀπὸ τὸ ὁποῖον ἐρρίπτετο ἡ σκιὰ αὐτή, εἶναι τοῦ Χριστοῦ. 18 Κανεὶς ἂς μὴ σᾶς ἀποστερῇ τὸ βραβεῖον σας, ἐπιδεικνύων καὶ ἐπιτηδευόμενος ψευδοταπεινοφροσύνην. Ἐπειδὴ δηλαδὴ θεωρεῖ τάχα τὸν ἑαυτόν του πολὺ μικρὸν καὶ ἀνάξιον νὰ λατρεύῃ κατ’ εὐθεῖαν τὸν Θεόν, ἐπιδίδεται εἰς θρησκείαν τῶν ἀγγέλων. Κανεὶς ἂς μὴ σᾶς ἐξαπατᾷ μὲ τὰς ἰδέας τῆς φαντασίας του, ὅτι εἰς τὴν ἀγγελοθρησκείαν αὐτὴν εἰσχωρεῖ δῆθεν καὶ ἐμβαθύνει εἰς πράγματα, τὰ ὁποῖα δὲν ἔχει ἴδει. Αὐτὸς χωρὶς πραγματικὴν βάσιν φουσκώνει καὶ ὑπερηφανεύεται παραπλανώμενος ἀπὸ τοὺς λογισμοὺς τοῦ σαρκικοῦ νοῦ του. 19 Καὶ δὲν κρατεῖ οὗτος στερεὰ τὴν κεφαλήν, ἤτοι τὸν Χριστόν, ἀπὸ τὸν ὁποῖον ἀμέσως καὶ χωρὶς νὰ παρεμβάλλωνταί οἰ ἄγγελοι, ὁλόκληρον τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ὁποίας τὰ μέλη συνδέονται μεταξύ των καὶ ἐξαρτῶνται τὸ ἓν ἀπὸ τὸ ἂλλο σὰν μὲ ἀρθρώσεις καὶ μυῶνας, διατρέφεται καὶ εἰρηνεύεται καὶ ἐνώνεται ἁρμονικὰ καὶ αὐξάνει τὴν αὔξησιν, τὴν ὁποίαν ἐνεργεῖ ὁ Θεός. 20 Ἐὰν λοιπὸν ἀπεθάνατε μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸν καὶ ἠλευθερώθητε ἀπὸ τὴν στοιχειώδη καὶ πλανεμένην θρησκευτικὴν διδασκαλίαν τοῦ κόσμου, διατί, σὰν νὰ ζῆτε ἀκόμη μὲ ἰδανικὰ καὶ ἐνδιαφέροντα κοσμικά, ἀποβάλλετε τὸν ἑαυτόν σας εἰς δόγματα καὶ προστάγματα, ὁποῖα εἶναι αὐτὰ ποὺ σᾶς λέγουν οἱ ψευδοδιδάσκαλοι;

ΠΡΟΣ ΚΟΛΟΣΣΑΕΙΣ Β´ 13 - 20


13 Και σας, οι οποίοι ήσασθε νεκροί ένεκα των αμαρτημάτων και της σαρκικής ακροβυστίας, που είχατε ως ειδωλολάτραι, σας εζωοποίησε μαζή με τον Χριστόν. Ετσι δε εχάρισε, έσβησε και εξηφάνισε τα αμαρτήματα όλων ημών Ιουδαίων και εθνικών. 14 Και εξηφάνισε τελείως το καταδικαστικόν δι' ημάς γραμμάτιον της ενοχής μας, που είχε γίνει εξ αιτίας των διατάξεων του μωσαϊκού Νομου, τας οποίας όλοι μας τας είχαμεν παραβή κατά το μέγιστον μέρος των. Αυτό, λοιπόν, το καταδικαστικόν δι' ημάς γραμμάτιον το έβγαλε από το μέσον και το εκάρφωσεν στον σταυρόν, όπου και με το αίμα του το έσβησε. 15 Εις τον σταυρόν δε απεγύμνωσε τας πονηράς αρχάς και εξουσίας των δαιμόνων, τας εξηυτέλισε και τας διεπόμπευσε φανερά και έσυρε νικημένους και αδυνάτους πλέον τους δαίμονας εις την θριαμβευτικήν του πομπήν. 16 Εφ' όσον, λοιπόν, αι διατάξστου Νομου έχουν καταργηθή, ας μη σας κρίνη και ας μη σας κατακρίνη κανείς δια φαγητόν η ποτόν η δια κάτι που αναφέρεται εις Εβραϊκήν εορτήν η εις την πρωτομηνιάν η εις την ημέραν του Σαββάτου. 17 Αυτά είναι μία απλή σκια και υποτύπωσις των όσων έμελλαν να παραδοθούν δια της Κ. Διαθήκης. Το δε πραγματικόν σώμα, η ουσία δηλαδή και η αλήθεια που σώζει, είναι ο Χριστός. 18 Προσέχετε, λοιπόν, ώστε κανείς να μη αρπάξη από σας και σας στερήση από το βραβείον, παρουσιαζόμενος με ψευδοταπεινοφροσύνην και διδάσκων, ότι λατρεύει και προσεύχεται στους αγγέλους, διότι τάχα είναι ανάξιος να λατρεύση κατ' ευθείαν τον Θεόν. Αυτός, φαντασιοκόπος καθώς είναι, ισχυρίζεται ότι εισχωρεί εις πράγματα, τα οποία δεν είδε και φουσκώνει από ανόητον υπερηφάνειαν, βυθιζόμενος εις πλάνας από τον σκοτισμένον νουν της σαρκός του. 19 Παραμερίζει δε αυτός και δεν κρατεί την κεφαλήν, δηλαδή τον Χριστόν, από τον οποίον κατ' ευθείαν όλον το σώμα της Εκκλησίας-που αποτελείται από τους πιστούς, οι οποίοι σαν άλλα σωματικά μέλη εφάπτονται και συνδέονται αρμονικώς μεταξύ των-ζωογονείται από την χορηγουμένην υπό του Χριστού ζωήν, ενώνεται αρμονικά και αυξάνει την αύξησιν, που θέλει και ενεργεί ο Θεός. 20 Εάν, λοιπόν, έχετε αποθάνει μαζή με τον Χριστόν και έχετε απαλλαγή από τα στοιχειώδη και μάταια αυτά διδάγματα του Κοσμου, διατί, σαν να ζήτε ακόμη κοσμικήν ζωήν, δέχεσθε τα αυθαίρετα διδάγματα των ψευδοδιδασκάλων;

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΔ´ 1 - 1


1 Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἐλθεῖν αὐτὸν εἰς οἶκόν τινος τῶν ἀρχόντων τῶν Φαρισαίων σαββάτῳ φαγεῖν ἄρτον, καὶ αὐτοὶ ἦσαν παρατηρούμενοι αὐτόν.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΔ´ 12 - 15


12 Ἔλεγε δὲ καὶ τῷ κεκληκότι αὐτόν· Ὅταν ποιῇς ἄριστον ἢ δεῖπνον, μὴ φώνει τοὺς φίλους σου μηδὲ τοὺς ἀδελφούς σου μηδὲ τοὺς συγγενεῖς σου μηδὲ γείτονας πλουσίους, μήποτε καὶ αὐτοὶ σε ἀντικαλέσωσι, σε καὶ γενήσεταί σοι ἀνταπόδομα. 13 ἀλλ’ ὅταν ποιῇς δοχὴν, κάλει πτωχούς, ἀναπήρους, χωλούς, τυφλούς, 14 καὶ μακάριος ἔσῃ, ὅτι οὐκ ἔχουσιν ἀνταποδοῦναί σοι· ἀνταποδοθήσεται γάρ σοι ἐν τῇ ἀναστάσει τῶν δικαίων. 15 Ἀκούσας δέ τις τῶν συνανακειμένων ταῦτα εἶπεν αὐτῷ· Μακάριος ὅς φάγεται ἄριστον ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΔ´ 1 - 1


1 Καὶ ὅταν ὁ Ἰησοῦς ἦλθεν εἰς τὸ σπίτι κάποιου ἀπὸ τοὺς ἄρχοντας τῶν Φαρισαίων ἐν ἡμέρᾳ Σαββάτου διὰ νὰ φάγῃ ἄρτον, συνέβη αὐτοὶ νὰ τὸν παρατηροῦν καὶ νὰ τὸν παρακολουθοῦν μετὰ προσοχῆς, μήπως εἴπῃ ἢ πράξῃ κάτι παράνομον καὶ ἀξιοκατάκριτον.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΔ´ 12 - 15


12 Ἔλεγε δὲ καὶ πρὸς ἐκεῖνον, ποὺ τὸν εἶχε καλέσει· ὅταν κάνῃς πρωινὸν ἢ βραδυνὸν τραπέζι, μὴ περιορίζεσαι νὰ προσκαλῇς ἀποκλειστικῶς τοὺς φίλους σου, οὔτε τοὺς ἀδελφούς σου, οὔτε τοὺς συγγενεῖς σου, οὔτε γείτονας πλουσίους· μήπως καὶ ἐκεῖνοι σὲ καλέσουν, καὶ σοῦ γίνῃ ὑπ’ αὐτῶν καὶ ὄχι ὑπὸ τοῦ Θεοῦ ἀνταπόδοσις καὶ ἀνταμοιβὴ δι’ αὐτό, ποὺ τοὺς ἔκαμες. 13 Ἀλλ’ ὅταν κάνῃς ὑποδοχὴν καὶ τραπέζι, προσκάλει εἰς αὐτὸ πτωχούς, σακάτηδες, κουτσούς, τυφλούς. 14 Καὶ θὰ εἶσαι μακάριος, διότι αὐτοὶ δὲν ἔχουν ἄλλο τι ἀπὸ εὐχὰς νὰ σοῦ ἀνταποδώσουν. Εἶσαι δὲ μακάριος δι’ αὐτό, διότι θὰ σοῦ ἀνταποδοθῇ αὐτό, ποὺ ἔκαμες, κατὰ τὴν ἀνάστασιν τῶν δικαίων, ὅταν ὁ Θεὸς θὰ ἀνταμείψῃ κάθε ἀγαθοεργίαν καὶ ἀρετήν. 15 Ὅταν δὲ ἤκουσεν αὐτὰ κάποιος ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ συμπαρεκάθηντο εἰς τὸ τραπέζι, εἶπεν εἰς αὐτόν: Μακάριος εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ θὰ φάγῃ γεῦμα εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ μαζὶ μὲ τὸν Μεσσίαν καὶ τοὺς πατριάρχας καὶ τοὺς ἄλλους δικαίους.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΔ´ 1 - 1


1 Οταν ο Κυριος εις ημέραν Σαββάτου ήλθεν στο σπίτι ενός από τους άρχοντας των Φαρισαίων να φάγη άρτον, αυτοί τον παρατηρούσαν με προσοχήν, μήπως πη η πράξη κάτι το παράνομον.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΔ´ 12 - 15


12 Ελεγε δε και προς εκείνον ο οποίος τον είχε προσκαλέσει· “όταν παραθέτης γεύμα η δείπνον μη προσκαλείς τους φίλους σου ούτε τους αδελφούς σου ούτε τους συγγενείς σου ούτε τους πλουσίους γείτονάς σου, μήπως και αυτοί με την σειρά των σε καλέσουν και γίνει έτσι ανταπόδοσις, όχι από τον Θεόν, αλλά από τους ανθρώπους.(Και οι κακοί κάνουν το ίδιο, αποβλέποντες εις ανταπόδομα εκ μέρους των ανθρώπων). 13 Αλλά όταν κάνης τραπέζι και υποδέχεσαι φιλοξενουμένους, προσκάλεσε πτωχούς, αναπήρους, χωλούς, τυφλούς. 14 Και θα είσαι μακάριος διότι, επειδή αυτοί δεν έχουν τι να σου ανταποδώσουν, θα σου ανταποδοθή το καλόν που έκανες κατά την επίσημον εκείνην ημέραν της αναστάσεως των νεκρών”. 15 Οταν δε κάποιος από τους παρακαθημένους ήκουσε αυτά είπε· “μακάριος εκείνος, που θα παρακαθίση στο γεύμα της βασιλείας του Θεού”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα