ΠΡΟΣ ΦΙΛΙΠΠΗΣΙΟΥΣ Β´ 24 - 30
24 Εχω δε την πεποίθησιν, που μου την δίδει ο Κυριος, ότι και εγώ ο ίδιος γρήγορα θα έλθω στους Φιλίππους.
25 Εκρινα δε απαραίτητον να σας στείλω τώρα προ του Τιμοθέου τον Επαφρόδιτον, τον αδελφόν μου εν Χριστώ και τον συνεργάτην μου στο Ευαγγέλιον και τον συστρατιώτην μου στους αγώνας μου. Αυτός άλωστε είναι και ιδικός σας απεσταλμένος προς εμέ, που μου προσέφερε τας υπηρεσίας του εις την ανάγκην που είχα, φέρνοντάς μου συγχρόνως και την ιδικήν σας χρηματικήν συνδρομήν.
26 Απεφάσισα δε να τον στείλω, επειδή πάρα πολύ εποθούσε ίδη όλους σας και ευρίσκετο εις στενοχωρίαν και ανησυχίαν, επειδή επληροφορηθήκατε ότι ησθένησε και εδικιμάσατε δι' αυτό λύπην.
27 Και πραγματικά ησθένησε πολύ βαρειά, ώστε επλησίασε και αυτόν τον θάνατον, αλλ' ο Θεός τον ελέησε και του ξαναέδωσε την υγείαν του. Και δεν ηλέησε μόνον αυτόν, αλλά και εμέ, δια να μη δοκιμάσω από τον θάνατον του λύπην επάνω εις την άλλην λύπην, που δοκιμάζω από την φυλάκισιν και τα δεσμά.
28 Δι' αυτό και έσπευσα το συντομώτερον να τον στείλω προς σας, ώστε να τον ίδετε πάλιν μεταξύ σας υγιή και να χαρήτε· να μετριασθή δε έτσι και η ιδική μου λύπη, διότι θα σκέπτωμαι, ότι επαύσατε σεις να λυπήσθε δια τον Επαφρόδιτον.
29 Δεχθήτε τον, λοιπόν, με θερμήν αγάπην, όπως ο Κυριος θέλει, και με κάθε χαράν. Γενικώς δε τέτοιους εναρέτους ανθρώπους και προθύμους εργάτας του Ευαγγελίου να τους τιμάτε πάντοτε.
30 Και ο Επαφρόδιτος είναι άξιος τέτοιας τιμής, διότι δια το έργον του Χριστού έφθασε εις τα πρόθυρα του θανάτου, καταφρονήσας και αυτήν την ζωήν του και εκτεθείς στον έσχατον κίνδυνον, δια να αναπληρώση ο,τι σεις, παρά την καλήν σας διάθεσιν, δεν ημπορούσατε να κάμετε· να με υπηρετήση δηλαδή σαν αντιπρόσωπος σας εις την Ρωμην.