ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Ι´ 1 - 15
1 Μετὰ ταῦτα δὲ ἐξέλεξε καὶ ἀνεγνώρισε δημοσία ὁ Κύριος καὶ ἄλλους ἑβδομήκοντα μαθητάς, καὶ ἀνὰ δύο μαζὶ ἀπέστειλεν αὐτοὺς προτήτερα ἀπὸ τὸν ἑαυτόν του εἰς κάθε πόλιν καὶ μέρος, ὅπου ἐπρόκειτο νὰ ἔλθῃ καὶ αὐτός.
2 Ἔλεγε λοιπὸν εἰς αὐτούς· Τὰ μὲν ὥριμα διὰ θερισμὸν στάχυα εἶναι πολλά, οἱ δὲ ἐργάται ποὺ θὰ τὰ θερίσουν, εἶναι ὀλίγοι. Πολλοὶ δηλαδὴ εἶναι οἱ εὐδιάθετοι νὰ δεχθοῦν τὸ Εὐαγγέλιον καὶ νὰ σωθοῦν, ὀλίγοι ὅμως εἶναι οἱ πνευματικοὶ ἐργάται, ποὺ θὰ ὑπηρετήσουν εἰς τὸ πνευματικὸν αὐτὸ ἔργον. Παρακαλέσατε λοιπὸν τὸν Θεόν, ποὺ εἶναι κύριος καὶ ἰδιοκτήτης τῆς ὡρίμου πρὸς θερισμὸν σπορᾶς, νὰ βγάλῃ καὶ ἀποστείλῃ ἐργάτας εἰς τὸν θερισμόν του.
3 Πρὸς ἐκτέλεσιν τοῦ Θείου αὐτοῦ ἔργου πηγαίνετε καὶ σεῖς τώρα καὶ ἐκτελέσατέ το μὲ θάρρος καὶ καρτερίαν. Ἰδοὺ ἐγὼ σᾶς ἀποστέλλω σὰν ἀρνία ἥμερα ἐν μέσῳ αἱμοβόρων λύκων, πρὸς τοὺς ὁποίους ὁμοιάζουν οἱ ἐχθροὶ τοῦ εὐαγγελίου, οἱ κυριευμένοι ἀπὸ τὰ ἄγρια πάθη τῆς κακίας.
4 Μὴ βαστᾶτε πουγγίον διὰ χρήματα, οὔτε σάκκον ταξιδιωτικὸν διὰ τροφάς, οὔτε ὑποδήματα νὰ βαστᾶτε, ἀλλὰ νὰ ἀρκῆσθε εἰς αὐτὰ ποὺ φορεῖτε. Καὶ μὴ σταματάτε εἰς τὸν δρόμον σας διὰ νὰ χάσετε καιρὸν εἰς χαιρετισμοὺς μὲ κάποιον ποὺ συνηντήσατε.
5 Εἰς ὅποιο δὲ σπίτι ἐμβαίνετε, πρῶτον νὰ λέγετε· Ἄς ἔλθῃ εἰρήνη εἰς ὅλους, ὅσοι κατοικοῦν εἰς τὸ σπίτι αὐτό.
6 Καὶ ἐὰν μὲν ὑπάρχῃ εἰς τὸ σπίτι αὐτὸ ἄνθρωπος εἰρηνικός, ὥστε νὰ εἶναι ἄξιος τῆς εὐχῆς σας αὐτῆς, θὰ μείνῃ μέσα του καὶ θὰ ἐπαναπαυθῇ εἰς αὐτὸν ἡ εἰρήνη, τὴν ὁποίαν τοῦ ηὐχήθητε. Εἰ δ’ ἄλλως ἡ εἰρήνη σας θὰ ἐπιστρέψῃ πάλιν εἰς σᾶς καὶ θὰ ἀπολαύσετε σεῖς τὴν εὐχὴν τῆς εἰρήνης.
7 Εἰς αὐτὴν δὲ τὴν οἰκίαν, ποὺ ἐμβήκατε, μένετε. Καὶ ἐκεῖ τρώγετε καὶ πίνετε ἐκεῖνα, ποὺ σᾶς παρέχουν αὐτοί. Ἂς ἀναλαμβάνουν αὐτοὶ τὰ ἔξοδα τῆς συντηρήσεώς σας. Διότι εἶσθε ἐργάται, ποὺ ἐργάζεσθε διὰ τὴν πνευματικὴν ὠφέλειαν τῶν ἀνθρώπων καὶ ὁ ἐργάτης εἶναι δίκαιον νὰ λαμβάνῃ τὸν μισθὸν τῆς ἐργασίας του. Δίκαιον λοιπὸν εἶναι καὶ σεῖς νὰ συντηρῆσθε ἀπὸ ἐκείνους, διὰ τὴν πνευματικὴν ὠφέλειαν τῶν ὁποίων κοπιάζετε. Καὶ μὴ πηγαίνετε ἀπὸ ἕνα σπίτι εἰς ἄλλο σπίτι, ἀλλάζοντες διαμονήν.
8 Καὶ εἰς ὁποιανδήποτε πόλιν ἐμβαίνετε καὶ σᾶς δέχονται οἱ κάτοικοί της, τρώγετε ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα σᾶς παραθέτουν, χωρὶς νὰ ζητῆτε περισσότερον ἢ διάφορόν τι.
9 Καὶ θεραπεύετε τοὺς ἀρρώστους, ποὺ ὑπάρχουν εἰς τὴν πόλιν αὐτήν. Καὶ λέγετε εἰς αὐτούς· ἐπλησίασε καὶ μετ’ ὀλίγον ἔρχεται εἰς σᾶς ἡ πνευματικὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία διὰ τῆς ὑπὸ τοῦ Μεσσίου ἱδρυομένης Ἐκκλησίας θὰ καλῇ καὶ θὰ ἑλκύῃ τοὺς ἀνθρώπους εἰς οὐρανίαν ζωήν. Ἐτοιμασθῆτε διὰ νὰ δεχθῆτε αὐτήν.
10 Εἰς οἰανδήποτε δὲ πόλιν ἐμβαίνετε καὶ δὲν σᾶς δέχονται οἱ κάτοικοι, ἀφοῦ βγῆτε εἰς τὰς πλατείας της, εἴπατε δημοσίως, ὥστε νὰ σᾶς ἀκούσουν ὅλοι:
11 Καὶ τὴν σκόνην, ποὺ ἐκόλλησεν εἰς τὰ πόδια μας ἀπὸ τὸ χῶμα τῆς πόλεως σας, τὴν σφογγίζομεν καὶ τὴν ἀφήνομεν διὰ σᾶς. Δὲν θέλομεν τίποτε ἰδικόν σας νὰ μείνῃ ἐπάνω μας, οὔτε σχέσιν τινὰ νὰ ἔχωμεν μαζί σας. Νὰ ἠξεύρετε ὅμως αὐτό, ὅτι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐπλησίασε καὶ εἶναι κοντά σας, ἀλλοίμονον δὲ εἰς ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι δὲν τὴν δέχονται.
12 Σᾶς βεβαιῶ δέ, ὅτι κατὰ τὴν ἡμέραν ἐκείνην τῆς κρίσεως θὰ ἐπιβληθῇ εἰς τὰ Σόδομα περισσότερον ὑποφερτὴ τιμωρία παρὰ εἰς τὴν πόλιν ἐκείνην, ἡ ὁποία δὲν ἐδέχθη τοὺς ἀπεσταλμένους μου.
13 Ἀλλοίμονον εἰς σέ, Χοραζίν· ἀλλοίμονον εἰς σέ, Βηθσαϊδά· διότι, ἐὰν εἰς τὰς φημισμένας διὰ τὴν κακίαν τους εἰδωλολατρικὰς πόλεις Τύρον καὶ Σιδῶνα εἶχαν γίνει τὰ θαύματα, ποὺ ἔγιναν εἰς σᾶς, πρὸ πολλοῦ οἱ κάτοικοί των θὰ ἄφιναν κάθε ἄλλο ἔργον των καὶ καθισμένοι κατὰ γῆς ἐν συντριβῇ καὶ φέροντες τὰ σύμβολα καὶ ἐμβλήματα τοῦ πένθους, δηλαδὴ σάκκον ἀντὶ ἐνδύματος καὶ στάκτην ἐπὶ τῆς κεφαλῆς των, θὰ εἶχαν μετανοήσει.
14 Ἀλλὰ εἰς τοὺς κατοίκους τῆς Τύρου καὶ τῆς Σιδῶνος θὰ ἐπιβληθῇ ἐλαφροτέρα τιμωρία κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς κρίσεως παρὰ εἰς σᾶς.
15 Καὶ σύ, Καπερναούμ, ποὺ ἔγινες κατοικία τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Κυρίου καὶ δι’ αὐτὸ ὑψώθης δοξασμένη μέχρι τοῦ οὐρανοῦ, θὰ καταβιβασθῇς ἐντροπιασμένη μέχρι τοῦ Ἅδου. Τὰ αὐτὰ δὲ θὰ πάθουν καὶ ἐκεῖνοι, ποὺ δὲν θὰ δεχθοῦν καὶ τὸ ἰδικόν σας κήρυγμα.