❌
Κυριακή, 17 Οκτωβρίου 2021

Προφήτης Ωσηέ, Μνήμη της Ζ' Οικουμενικής Συνόδου, Άγιος Ανδρέας ο Οσιομάρτυρας «Ὁ ἐν τὴ Κρίσει», Άγιοι Κοσμάς, Δαμιανός, Λεόντιος, Άνθιμος και Ευπρέπιος οι Ανάργυροι
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ’ (Δ΄ ΛΟΥΚΑ). «Τῶν Θεοφόρων πατέρων τῆς ἐν Νικαίᾳ ζ' Οἰκουμενικῆς συνόδου (787)». ᾽Οσηἑ τοῦ προφήτου (820 π.Χ.), Ἀνδρέου ὁσιομάρτυρος τοῦ ἐν Κρίσει, ἀνακομιδὴ τοῦ λειψάνου τοῦ ἁγίου καὶ δικαίου Λαζάρου (898).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον
Ἑωθινόν


ΠΡΟΣ ΤΙΤΟΝ Γ´ 8 - 15


8 Πιστὸς ὁ λόγος· καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ. ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις· 9 μωρὰς δὲ ζητήσεις καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιίστασο· εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι. 10 αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, 11 εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος. 12 Ὅταν πέμψω Ἀρτεμᾶν πρός σε ἢ Τυχικόν, σπούδασον ἐλθεῖν πρός με εἰς Νικόπολιν· ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμάσαι. 13 Ζηνᾶν τὸν νομικὸν καὶ Ἀπολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον, ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ. 14 μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι. 15 Ἀσπάζονταί σε οἱ μετ’ ἐμοῦ πάντες. ἄσπασαι τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶς ἐν πίστει. Ἡ χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν.

ΠΡΟΣ ΤΙΤΟΝ Γ´ 8 - 15


8 Τὸ ὅτι δὲ ἐδικαιώθημεν καὶ ἀνεγεννήθημεν καὶ θὰ κληρονομήσωμεν τὴν αἰώνιον ζωήν, εἶναι λόγος καὶ ἀλήθεια ἀξιόπιστος. Καὶ περὶ αὐτῶν θέλω νὰ ὁμιλῇς μὲ βεβαιότητα καὶ μὲ κῦρος, διὰ νὰ φροντίζουν αὐτοί, ποὺ ἔχουν πιστεύσει εἰς τὸν Θεόν, νὰ πρωτοστατοῦν ἀκούραστα εἰς ἔργα καλά. Αὐτὰ δέ, περὶ τῶν ὁποίων ὡμίλησα, εἶναι τὰ ἔργα τὰ καλὰ καὶ τὰ ὠφέλιμα εἰς τοὺς ἀνθρώπους. 9 Ἀπόφευγε δὲ τὰς ἀνοήτους συζητήσεις καὶ τὰς γενεαλογίας περὶ τῶν μυθικῶν θεῶν ἡ τῶν εὐγενῶν προγόνων, καθὼς καὶ τὰς φιλονεικίας καὶ διαμάχας περὶ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ νόμου, διότι δὲν φέρουν καμμίαν ὠφέλειαν καὶ εἶναι μάταιαι. 10 Αἱρετικὸν ἄνθρωπον, ποὺ ἐπιμένει νὰ δημιουργῇ σκάνδαλα καὶ διαιρέσεις εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, μολονότι τὸν συνεβούλευσες διὰ πρώτην καὶ δευτέραν φοράν, παράτησέ τον καὶ ἀπόφευγέ τον. 11 Γνώριζε, ὅτι ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος ἔχει διαστραφῆ καὶ ἁμαρτάνει καὶ διὰ τὴν ἁμαρτίαν του αὐτὴν ἐλέγχεται καὶ κατακρίνεται ἀπὸ τὴν συνείδησίν του καὶ ἀπὸ τὸν ἴδιον τὸν ἑαυτόν του. 12 Ὅταν σοῦ στείλω τὸν Ἀρτεμᾶν ἢ τὸν Τυχικόν, φρόντισε γρήγορα νὰ ἔλθῃς εἰς τὴν Νικόπολιν, διότι ἐκεῖ ἀπεφάσισα νὰ περάσω τὸν χειμῶνα. 13 Τὸν Ζηνᾶν τὸν νομοδιδάσκαλον καὶ τὸν Ἀπολλὼ κατευόδωσέ τους μὲ ἐπιμελῆ προετοιμασίαν, διὰ νὰ μὴ τοὺς λείπῃ τίποτε εἰς τὸ ταξίδιόν των. 14 Ἐπὶ τῇ εὐκαιρίᾳ δὲ τῆς προετοιμασίας αὐτῆς ἂς παίρνουν μάθημα καὶ οἱ ἰδικοί μας νὰ πρωτοστατοῦν καὶ νὰ ἐργάζωνται καλὰ ἔργα καὶ νὰ συντρέχουν τοὺς ἀδελφοὺς εἰς τὰς ἀπαραιτήτους ἀνάγκας των, διὰ νὰ μὴ στεροῦνται πνευματικῶν καρπῶν. 15 Σὲ χαιρετοῦν ἐγκαρδίως ὅλοι ὅσοι εἶναι μαζί μου. Χαιρέτησε ὅσους μᾶς ἀγαποῦν ἕνεκα τῆς κοινῆς πίστεως ποὺ ἔχουν μὲ ἡμᾶς. Ἡ χάρις νὰ εἶναι μὲ ὅλους σας. Ἀμήν.

ΠΡΟΣ ΤΙΤΟΝ Γ´ 8 - 15


8 Αυτός δε ο λόγος, που σου γράφω, είναι κατά πάντα αληθινός και αξιόπιστος. Και περί αυτών των μεγάλων αληθειών θέλω να διαβεβαιώνης και να πείθης τους Χριστιανούς, δια να φροντίζουν, όσοι έχουν πιστεύσει στον Θεόν, να μη μένουν εις την απλήν πίστιν, αλλά να πρωτοστατούν με ζήλον εις τα καλά έργα. Αυτά δε που είπα παραπάνω είναι έργα τα καλά και τα ωφέλιμα στους ανθρώπους. 9 Να αντιπαρέρχεσαι δε και να αποφεύγης τας ανοήτους συζητήσεις και τας γενεαλογίας περί ευγενούς καταγωγής και τας φιλονεικίας και τας μάχας γύρω από τα ζητήματα του Ιουδαϊκού νόμου· διότι όλα αυτά είναι ανωφελή και μάταια. 10 Αιρετικόν άνθρωπον, ο οποίος ύστερα από πρώτην και δευτέραν συμβουλήν μένει με πείσμα εις την πλάνην του, παράτησέ τον και μη συζητής πλέον μαζή του. 11 Γνωρίζων, ότι ο τοιούτος έχει πλέον παρεκκλίνει από την αλήθειαν και διαστροφή και αμαρτάνει, ελεγχόμενος και καταδικαζόμενος από τον ίδιον τον ευατόν του, από την συνείδησίν του. 12 Οταν στείλω εις σε τον Αρτεμάν η τον Τυχικόν, φρόντισε με κάθε τρόπον να έλθης να με συναντήσης εις την Νικόπολιν, διότι εκεί έχω αποφασίσει να περάσω τον χειμώνα. 13 Τον Ζηναν τον νομικόν και τον Απολλώ να τους κατευοδώσης και να τους εφοδιάσης με πολλήν επιμέλειαν, ώστε να μη τους λείπη τίποτε στο ταξίδι των. 14 Ας φροντίζουν δε και όλοι οι ιδικοί μας να πρωτοστατούν εις τα καλά έργα και μάλιστα εις τας επειγούσας ανάγκας των αδελφών, δια να μη μένουν άκαρποι. 15 Σε χαιρετούν όλοι όσοι είναι μαζή μου· χαιρέτησε όλους εκείνους, που μας αγαπούν δια της πίστεως του Χριστού. Η χάρις του Θεού, ας είναι με όλους σας. Αμήν.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Η´ 5 - 15


5 Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ. καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν ὃ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ κατεπατήθη, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγεν αὐτό· 6 καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐπὶ τὴν πέτραν, καὶ φυὲν ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα· 7 καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐν μέσῳ τῶν ἀκανθῶν, καὶ συμφυεῖσαι αἱ ἄκανθαι ἀπέπνιξαν αὐτό. 8 καὶ ἕτερον ἔπεσεν εἰς τὴν γῆν τὴν ἀγαθήν, καὶ φυὲν ἐποίησε καρπὸν ἑκατονταπλασίονα. ταῦτα λέγων ἐφώνει· Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω. 9 Ἐπηρώτων δὲ αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· Τίς εἴη ἡ παραβολή αὕτη;. 10 ὁ δὲ εἶπεν· Ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τοῖς δὲ λοιποῖς ἐν παραβολαῖς, ἵνα βλέποντες μὴ βλέπωσι καὶ ἀκούοντες μὴ συνιῶσιν. 11 Ἔστι δὲ αὕτη ἡ παραβολή· ὁ σπόρος ἐστὶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ· 12 οἱ δὲ παρὰ τὴν ὁδόν εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, εἶτα ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ αἴρει τὸν λόγον ἀπὸ τῆς καρδίας αὐτῶν, ἵνα μὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν. 13 οἱ δὲ ἐπὶ τῆς πέτρας οἳ ὅταν ἀκούσωσι, μετὰ χαρᾶς δέχονται τὸν λόγον, καὶ οὗτοι ῥίζαν οὐκ ἔχουσιν, οἳ πρὸς καιρὸν πιστεύουσι καὶ ἐν καιρῷ πειρασμοῦ ἀφίστανται. 14 τὸ δὲ εἰς τὰς ἀκάνθας πεσόν, οὗτοί εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, καὶ ὑπὸ μεριμνῶν καὶ πλούτου καὶ ἡδονῶν τοῦ βίου πορευόμενοι συμπνίγονται καὶ οὐ τελεσφοροῦσι. 15 τὸ δὲ ἐν τῇ καλῇ γῇ, οὗτοί εἰσιν οἵτινες ἐν καρδίᾳ καλῇ καὶ ἀγαθῇ ἀκούσαντες τὸν λόγον κατέχουσι καὶ καρποφοροῦσιν ἐν ὑπομονῇ.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Η´ 5 - 15


5 Ἐβγῆκεν αὐτός, ποὺ σπέρνει ἔξω εἰς τὸ χωράφι, διὰ νὰ σπείρῃ τὸν σπόρον του. Καὶ καθὼς αὐτὸς ἔσπερνεν, ἄλλο μὲν μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε κοντὰ εἰς τὸν δρόμον τοῦ χωραφιοῦ καὶ κατεπατήθη ἀπὸ τοὺς διαβάτας, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ τὸ κατέφαγαν. 6 Καὶ ἄλλο μέρος ἔπεσεν ἐπάνω εἰς τὴν πέτραν, καὶ ἀφοῦ ἐφύτρωσεν, ἐξηράνθη, ἐπειδὴ δὲν εἶχεν ὑγρασίαν. 7 Καὶ ἄλλο μέρος ἔπεσε μέσα εἰς ἔδαφος γεμᾶτον ἀπὸ σπόρους ἀγκαθιῶν. Καὶ ἐβλάστησαν μαζὶ τὰ ἀγκάθια καὶ τὸ ἔπνιξαν τελείως. 8 Καὶ ἄλλο μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε μέσα εἰς τὴν γῆν τὴν μαλακὴν καὶ εὔφορον καὶ ὅταν ἐφύτρωσεν, ἔκαμε καρπὸν ἑκατὸν φορὰς περισσότερον ἀπὸ ὅ,τι ὁ σπόρος. Ἐνῷ δὲ ἔλεγεν αὐτά, διὰ νὰ δώσῃ μεγαλύτερον τόνον εἰς τοὺς λόγους του καὶ διεγείρῃ τὴν προσοχὴν τῶν ἀκροατῶν του, ἐφώναζε δυνατά· Αὐτὸς ποὺ ἔχει αἰτιὰ πνευματικὰ καὶ ἐνδιαφέρον πνευματικὸν διὰ νὰ ἀκούῃ καὶ ἐγκολπώνεται αὐτὰ ποὺ λέγω, ἂς ἀκούῃ. 9 Τὸν ἐρωτοῦσαν δὲ οἱ μαθηταί του καὶ ἔλεγαν· Ποία εἶναι ἡ ἔννοια καὶ ἡ σημασία αὐτῆς τῆς παραβολῆς; 10 Αὐτὸς δὲ εἶπεν· Εἰς σᾶς, ποὺ ἔχετε ἐνδιαφέρον καὶ καλὴν διάθεσιν, ἐδόθη ἀπὸ τὸν Θεὸν ὡς χάρις νὰ μάθετε τὰς μυστηριώδεις ἀληθείας τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, εἰς τοὺς ἄλλους ὅμως ὁμιλῶ μὲ παραβολάς. Αὐτοὶ δὲν ἔχουν ἐνδιαφέρον διὰ νὰ γνωρίσουν καὶ νὰ δεχθοῦν τὰς πνευματικὰς ἀληθείας. Καὶ ὁ νοῦς των εἶναι παχυλὸς καὶ ἀνίκανος διὰ πνευματικὴν διδασκαλίαν. Δι’ αὐτὸ διδάσκω μὲ τὸν τρόπον αὐτόν, διὰ νὰ μὴ ἠμποροῦν νὰ ἴδουν βαθύτερον καὶ καθαρώτερον, ἐνῷ βλέπουν μὲ τοὺς ὀφθαλμοῦς τοῦ σώματος, διὰ νὰ μὴ ἠμποροῦν νὰ καταλάβουν, ἐνῷ ἄκουουν τὴν διδασκαλίαν, ποὺ τοὺς ἐξηγεῖ τὰ μυστήρια. Καὶ πράττω τοῦτο ὄχι μόνον κατὰ λόγον δικαιοσύνης, ἀλλὰ καὶ ἐξ ἀγαθότητος, ἵνα μὴ οὔτοι διὰ τῆς περιφρονήσεως τῆς ἀληθείας ἐπιβαρύνουν τὴν θέσιν των καὶ σκληρυνθοῦν περισσότερον. 11 Εἶναι δὲ ἡ ἔννοια τῆς παραβολῆς αὐτή. Ὁ σπόρος σημαίνει τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ. 12 Ἐκεῖνοι δὲ ποὺ ὁμοιάζουν πρὸς τὸ ἔδαφος, τὸ ὁποῖον εἶναι πλησίον εἰς τὸν δρόμον, εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἤκουσαν ἁπλῶς καὶ μόνον τὸν λόγον. Ἔπειτα ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ ἀφαιρεῖ τὸν λόγον ἀπὸ τὰς καρδίας των, διὰ νὰ μὴ πιστεύσουν εἰς τὸν λόγον καὶ σωθοῦν. 13 Ἐκεῖνοι δὲ ποὺ ἐδέχθησαν τὸν σπόρον, ὁ ὁποῖος ἔπεσεν ἐπὶ τῆς πέτρας, εἶναι αὐτοί, οἱ ὁποῖοι, ὅταν ἀκούσουν, δέχονται μὲ χαρὰν καὶ ἐνθουσιασμὸν τὸν λόγον. Δὲν ἔχει ὅμως εἰς αὐτοὺς ρίζαν βαθεῖαν ὁ λόγος, ὥστε νὰ στερεώσῃ μέσα τους. Ὡς ἐκ τούτου αὐτοὶ δι’ ὀλίγον χρόνον πιστεύουν καὶ ὅταν ἔλθῃ καιρὸς πειρασμοῦ ἢ διωγμοῦ ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὴν πίστιν. 14 Τὸ δὲ μέρος τοῦ σπόρου, ποὺ ἔπεσεν εἰς τὰ ἀγκάθια, σημαίνει ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἤκουσαν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ ἀρχίζουν μὲ καποίαν προθυμίαν νὰ βαδίζουν εἰς τὸν δρόμον τῆς πίστεως. Πνίγονται ὅμως ἀπὸ τὰς ἀγωνιώδεις φροντίδας πρὸς ἀπόκτησιν πλοῦτου, καὶ ἀπὸ τὰς ἀπολαύσεις βίου σαρκικοῦ, εἰς τὸν ὁποῖον τὰ ἀποκτηθέντα πλούτη διευκολύνουν, καὶ ἔτσι δὲν προκόπτουν, οὔτε βγάζουν πέρα μέχρι τέλους τὸν καρπόν. 15 Τὸ δὲ μέρος τοῦ σπόρου, ποὺ ἔπεσεν εἰς τὴν εὔφορον γῆν, σημαίνει τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι μὲ καρδίαν καλοπροαίρετον, εὐθεῖαν καὶ ἀγαθὴν ἤκουσαν καὶ κατενόησαν τὸν λόγον καὶ τὸν κρατοῦν σφικτὰ μέσα των, καὶ καρποφοροῦν τὰς ἀρετὰς δεικνύοντες ὑπομονὴν καὶ καρτερίαν εἰς τὰς θλίψεις καὶ τοὺς πειρασμοὺς καὶ εἰς ὅλα τὰ προσκόμματα, ποὺ συναντοῦν εἰς τὴν ἄσκησιν τῆς πνευματικῆς ζωῆς.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Η´ 5 - 15


5 “Εβγήκε ο σπορεύς στο χωράφι, δια να σπείρη τον σπόρον του. Και καθώς αυτός έσπερνε, άλλο μεν μέρος του σπόρου έπεσε κοντά στον δρόμον, κατεπατήθη από τους διαβάτας και τα πτηνά του ουρανού το κατέφαγαν. 6 Και άλλο έπεσε εις την πετρώδη γην και αφού εφύτρωσε, εξηράνθη, διότι δεν είχε υγρασίαν. 7 Και άλλο έπεσε ανάμεσα εις αγκάθια και καθώς εβλάστησαν και εμεγάλωσαν τα αγκάθια, το έπνιξαν εντελώς. 8 Και άλλο έπεσεν εις την εύφορον και καλήν γην και αφού εφύτρωσε, έκαμε καρπόν εκατονταπλάσιον”. Ενώ δε έλεγε αυτά, είπε με φωνήν μεγάλην· “Εκείνος που έχει αυτιά πνευματικά, δια να ακούη την αλήθειαν του Θεού, ας ακούη αυτά που εγώ διδάσκω”. 9 Τον ερωτούσαν δε οι μαθηταί του λέγοντες· “ποιό είναι το νόημα αυτής της παραβολής;” 10 Αυτός δε είπεν· “εις σας που έχετε αγαθήν διάθεσιν, εδόθη από τον Θεόν το προνόμιον και η χάρις να γνωρίζετε τας μυστηριώδεις αληθείας της βασιλείας του Θεού. Τους άλλους δε (επειδή δεν έχουν αγαθήν διάθεσιν και ενδιαφέρον να ακούσουν και δεχθούν την αλήθειαν και δια να τους προφυλάξω από την μεγάλη ευθύνην, που θα είχαν ενώπιον του Θεού, αν εκαταλάβαιναν και περιφρονούσαν τας θείας αληθείας) τους διδάσκω με παραβολάς, ώστε, ενώ βλέπουν να μη ημπορούν να εισχωρήσουν στο βαθύτερον νόημα, και ενώ ακούουν να μη ημπορούν να ενοήσουν την αλήθειαν. 11 Το νόημα δε της παραβολής αυτής είναι το εξής· Ο σπόρος συμβολίζει τον λόγον του Θεού. 12 Εκείνοι δε που ομοιάζουν προς το έδαφος κοντά στον δρόμον, είναι όσοι ήκουσαν και δεν επρόσεξαν τον λόγον του Θεού. Επειτα έρχεται ο διάβολος και παίρνει τον λόγον από την καρδία των, δια να μην πιστεύσουν και σωθούν. 13 Εκείνοι δε που συμβολίζονται με την πετρώδη γην, είναι όσοι όταν ακούσουν δέχονται με χαράν τον λόγον του Θεού, δεν έχουν όμως βαθειές ρίζες εις την καρδία των και δι' αυτό ολίγον καιρόν πιστεύουν και εις εποχήν πειρασμού απομακρύνονται από την πίστιν. 14 Το δε μέρος του σπόρου, που έπεσε εις τα αγκάθια, συμβολίζει εκείνους οι οποίοι, όταν ήκουσαν τον λόγον του Θεού, τον εδέχθησαν και επροσπάθησαν να τον τηρήσουν με κάποιαν προθυμίαν, αλλά πνίγονται από αγωνιώδεις φροντίδας δια την απόκτησιν πλούτου και από τας υλιστικάς απολαύσεις της ζωής αυτής, και έτσι δεν προχωρούν μέχρι τέλους, ώστε να έχουν καλούς και μονίμους καρπούς. 15 Το δε μέρος του σπόρου, που εσπάρθηκε εις την εύφορον γην, συμβολίζει τους καλοπροαιρέτους ανθρώπους, οι οποίοι με καλήν και αγαθήν καρδίαν, αφού ήκουσαν τον λόγον του Θεού, τον κρατούν με προσοχήν και ευλάβειαν μέσα των και έχουν ως καρπούς τα έργα της αρετής μαζή με την υπομονήν, την οποίαν θα δεικνύουν εις διαφόρους θλίψεις και περιπετείας.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




Ἦχος πλ. δ' - Ἑωθινόν Ϛ´
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΚΔ´ 36 - 53


36 Ταῦτα δὲ αὐτῶν λαλούντων αὐτὸς ὁ Ἰησοῦς ἔστη ἐν μέσῳ αὐτῶν καὶ λέγει αὐτοῖς· Εἰρήνη ὑμῖν. 37 πτοηθέντες δὲ καὶ ἔμφοβοι γενόμενοι ἐδόκουν πνεῦμα θεωρεῖν. 38 καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Τί τεταραγμένοι ἐστέ, καὶ διατί διαλογισμοὶ ἀναβαίνουσιν ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; 39 ἴδετε τὰς χεῖράς μου καὶ τοὺς πόδας μου, ὅτι αὐτὸς ἐγώ εἰμι· ψηλαφήσατέ με καὶ ἴδετε, ὅτι πνεῦμα σάρκα καὶ ὀστέα οὐκ ἔχει καθὼς ἐμὲ θεωρεῖτε ἔχοντα. 40 καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐπέδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τοὺς πόδας. 41 ἔτι δὲ ἀπιστούντων αὐτῶν ἀπὸ τῆς χαρᾶς καὶ θαυμαζόντων εἶπεν αὐτοῖς· Ἔχετέ τι βρώσιμον ἐνθάδε; 42 οἱ δὲ ἐπέδωκαν αὐτῷ ἰχθύος ὀπτοῦ μέρος καὶ ἀπὸ μελισσίου κηρίου, 43 καὶ λαβὼν ἐνώπιον αὐτῶν ἔφαγεν. 44 εἶπε δὲ αὐτοῖς· Οὗτοι οἱ λόγοι οὓς ἐλάλησα πρὸς ὑμᾶς ἔτι ὢν σὺν ὑμῖν, ὅτι δεῖ πληρωθῆναι πάντα τὰ γεγραμμένα ἐν τῷ νόμῳ Μωϋσέως καὶ προφήταις καὶ ψαλμοῖς περὶ ἐμοῦ. 45 τότε διήνοιξεν αὐτῶν τὸν νοῦν τοῦ συνιέναι τὰς γραφάς, 46 καὶ εἶπεν αὐτοῖς ὅτι Οὕτω γέγραπται καὶ οὕτως ἔδει παθεῖν τὸν Χριστὸν καὶ ἀναστῆναι ἐκ νεκρῶν τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ, 47 καὶ κηρυχθῆναι ἐπὶ τῷ ὀνόματι αὐτοῦ μετάνοιαν καὶ ἄφεσιν ἁμαρτιῶν εἰς πάντα τὰ ἔθνη, ἀρξάμενον ἀπὸ Ἱερουσαλήμ. 48 ὑμεῖς δέ ἐστε μάρτυρες τούτων. 49 καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ πατρός μου ἐφ’ ὑμᾶς· ὑμεῖς δὲ καθίσατε ἐν τῇ πόλει Ἱερουσαλήμ ἕως οὗ ἐνδύσησθε δύναμιν ἐξ ὕψους. 50 Ἐξήγαγε δὲ αὐτοὺς ἔξω ἕως εἰς Βηθανίαν, καὶ ἐπάρας τὰς χεῖρας αὐτοῦ εὐλόγησεν αὐτούς. 51 καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εὐλογεῖν αὐτὸν αὐτοὺς διέστη ἀπ’ αὐτῶν καὶ ἀνεφέρετο εἰς τὸν οὐρανόν. 52 καὶ αὐτοὶ προσκυνήσαντες αὐτὸν ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλὴμ μετὰ χαρᾶς μεγάλης, 53 καὶ ἦσαν διὰ παντὸς ἐν τῷ ἱερῷ αἰνοῦντες καὶ εὐλογοῦντες τὸν Θεόν. Ἀμήν.

Ἦχος πλ. δ' - Ἑωθινόν Ϛ´
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΚΔ´ 36 - 53


36 Ἐνῷ δὲ αὐτοὶ διηγοῦντο αὐτά, αἴφνης αὐτὸς ὁ Ἰησοῦς ἐστάθη ἐν μέσῳ αὐτῶν καὶ λέγει εἰς αὐτούς· Εἴθε νὰ εἶναι εἰς σᾶς εἰρήνη· εἰρήνη μετὰ τοῦ Θεοῦ καὶ μεταξύ σας· εἰρήνη καὶ εἰς τὸ ἐσωτερικόν σας. 37 Ἡ αἰφνίδια ὅμως ἐμφάνισις τοῦ Κυρίου τοὺς κατετάραξε. Καὶ καταληφθέντες ἀπὸ φόβον ἐνόμιζαν, ὅτι ἔβλεπαν ψυχὴν ἀποθαμένου, ποὺ ἦλθεν ἀπὸ τὸν Ἅδην, χωρὶς νὰ ἔχῃ καὶ σῶμα. 38 Καὶ εἶπεν ὁ Κύριος εἰς αὐτούς· Διατὶ εἶσθε ταραγμένοι; Καὶ διατὶ διαλογισμοὶ ἀμφιβολίας περὶ τοῦ ἂν πράγματι εἶμαι ὁ ἀναστὰς Διδάσκαλός σας, γεννῶνται εἰς τὰς διανοίας σας; 39 Ἴδετε τὰς χεῖρας μου καὶ τοὺς πόδας μου, ὅτι φέρουν τὰ σημάδια τῶν καρφιῶν καὶ βεβαιωθῆτε, ὅτι εἶμαι ὁ σταυρωθεὶς Διδάσκαλός σας. Ψηλαφήσατέ με διὰ τῶν χειρῶν σας καὶ βεβαιωθῆτε, ὅτι δὲν εἶμαι ἄσαρκον πνεῦμα. Διότι ἡ ψυχὴ καὶ τὸ φάντασμα τοῦ πεθαμένου δὲν ἔχει σῶμα καὶ ὀστᾶ, καθὼς βλέπετε καὶ πείθεσθε, ὅτι ἔχω ἐγώ. 40 Καὶ ἀφοῦ εἶπε τοῦτο, ἔδειξεν εἰς αὐτοὺς τὰς χεῖρας καὶ τοὺς πόδας. 41 Ἐπειδὴ δὲ αὐτοὶ ἠπίστουν ἀκόμη λόγῳ τῆς χαρᾶς των νομίζοντες, ὅτι ἔβλεπον ὄνειρον, καὶ ἐπειδὴ ἐθαύμαζον διὰ τὰ πρωτοφανῆ ταῦτα καὶ ἀνέλπιστα, τοὺς εἶπεν ὁ Κύριος· Ἔχετε ἐδῶ τίποτε φαγώσιμον διὰ νὰ φάγω καὶ διὰ νὰ πεισθῆτε ἔτσι ἀκόμη περισσότερον, ὅτι δὲν εἶμαι πνεῦμα; 42 Αὐτοὶ δὲ τοῦ ἔδωκαν ἕνα τεμάχιον ἀπὸ ψάρι ψημένον καὶ ὀλίγην κηρήθραν. 43 Καὶ ἀφοῦ τὰ ἐπῆρεν, ἔφαγεν ἐμπρός των, ὄχι διότι εἶχε ἀνάγκην συντηρήσεως τὸ σῶμα του, ἀλλ’ ἔπραξε τοῦτο διὰ νὰ βεβαιώσῃ αὐτούς, ὅτι ὄντως ἀνέστη. 44 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· Αὐτὰ τὰ γεγονότα, ποὺ βλέπετε καὶ σᾶς προκαλοῦν τὸν θαυμασμόν, εἶναι ἡ πραγματοποίησις τῶν λόγων, ποὺ σᾶς εἶπα προφητικῶς, ὅταν ἀκόμη ἤμην μαζί σας ζῶν, προτοῦ νὰ σταυρωθῶ. Σᾶς ἔλεγα δηλαδή, ὅτι σύμφωνα πρὸς τὸ προκαθωρισμένον σχέδιον τοῦ Θεοῦ πρέπει νὰ πληρωθοῦν καὶ νὰ πραγματοποιηθοῦν ὅλα, ὅσα ἔχουν γραφῆ περὶ ἐμοῦ εἰς τὸν νόμον τοῦ Μωϋσέως καὶ εἰς τοὺς προφήτας καὶ εἰς τοὺς ψαλμούς. 45 Τότε τοὺς μετέδωκε θεῖον φωτισμὸν καὶ τοὺς ἤνοιξε τὸν νοῦν διὰ νὰ ἐννοοῦν τὰς Γραφάς. 46 Καὶ ἀφοῦ ἀνέπτυξεν εἰς αὐτοὺς τὰς κυριωτέρας προφητείας, τοὺς εἶπεν, ὅτι ἔτσι ἔχει γραφῆ προφητικῶς εἰς τὰς Γραφάς, καὶ ἔτσι ἔπρεπε σύμφωνα μὲ τὰς προφητείας αὐτὰς νὰ πάθῃ ὁ Χριστὸς καὶ νὰ ἀναστηθῇ τὴν τρίτην ἀπὸ τοῦ θανάτου του ἡμέραν, 47 καὶ σύμφωνα μὲ ὅσα ἐδιδάχθητε καὶ ἐμάθετε διὰ τὸ ὄνομά μου ὡς τοῦ μόνου Σωτῆρος καὶ λυτρωτοῦ τῶν ἀνθρώπων νὰ κηρυχθῇ μετάνοια καὶ ἄφεσις ἁμαρτίων εἰς ὅλα τὰ Ἔθνη, νὰ ἀρχίσῃ δὲ τὸ κήρυγμα τοῦτο ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλήμ. 48 Σεῖς δὲ εἶσθε μάρτυρες ὅλων αὐτῶν, δηλαδὴ τοῦ κηρύγματός μου, τοῦ βίου μου, τοῦ πάθους μου καὶ τῆς ἀναστάσεώς μου. Καὶ μὲ τὴν μαρτυρίαν, τὴν ὁποίαν θὰ κάνετε περὶ ἐμοῦ, θὰ συντελεσθῇ τὸ μέγα τοῦτο ἔργον τοῦ κηρύγματος μετανοίας καὶ ἀφέσεως ἁμαρτίων εἰς ὅλα τὰ ἔθνη. 49 Σᾶς ὑπόσχομαι δὲ καὶ ἐγὼ νὰ σᾶς βοηθήσω ἀποτελεσματικῶς εἰς τὸ ἔργον αὐτό. Ἰδοὺ ἐγώ, ποὺ ἀπὸ τώρα εἶμαι καὶ ὡς ἄνθρωπος ὁ βασιλεὺς τοῦ κόσμου καὶ ἡ κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἀποστέλλω ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἐπάνω σας τὴν ἐπαγγελίαν, τὴν ὁποίαν ὁ Πατὴρ ὑπεσχέθη, δηλαδὴ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, περὶ τοῦ ὁποίου οἱ προφῆται προανήγγειλαν, ὅτι θὰ δοθῇ εἰς πᾶσαν σάρκα. Σεῖς δὲ καθίσατε εἰς τὴν πόλιν Ἱερουσαλὴμ καὶ μὴ ἀπομακρυνθῆτε ἐξ αὐτῆς, ἕως ὅτου φορέσετε ὡς πνευματικὸν ἔνδυμα δύναμιν καὶ ἐνίσχυσιν, ποὺ θὰ σᾶς ἔλθῃ ἐξ οὐρανοῦ διὰ τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. 50 Ὅταν δὲ ἐτελείωσε τὰς διδασκαλίας ταύτας, τοὺς ἔβγαλε ἔξω ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα, ἕως ποὺ ἐπλησίασαν πρὸς τὴν Βηθανίαν. Καὶ ἀφοῦ ὕψωσε τὰς χεῖρας του τοὺς ηὐλόγησε. 51 Καὶ συνέβη, ἐνῷ αὐτὸς τοὺς ηὐλόγει, ἐχωρίσθη καὶ ἀπεμακρύνθη ἀπὸ αὐτοὺς καὶ ἐφέρετο πρὸς τὰ ἐπάνω, πρὸς τὸν οὐρανόν. 52 Καὶ αὐτοί, ἀφοῦ τὸν προσεκύνησαν, ἐπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλὴμ μὲ χαρὰν μεγάλην διὰ τὴν ἔνδοξον ἀνύψωσιν τοῦ διδασκάλου καὶ διὰ τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, περὶ τῆς ὁποίας τοὺς ἐβεβαίωσε. 53 Καὶ ἦσαν πάντοτε, κατὰ τὰς ὤρας τῆς προσευχῆς καὶ λατρείας, εἰς τὸ ἱερόν, ὑμνοῦντες καὶ δοξολογοῦντες τὸν Θεόν. Ἀμήν.

Ἦχος πλ. δ' - Ἑωθινόν Ϛ´
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΚΔ´ 36 - 53


36 Ενώ δε αυτοί ωμιλούσαν περί αυτών, αίφνης ο ίδιος ο Ιησούς εστάθηκε στο μέσον αυτών και τους λέγει· “ειρήνη ας είναι μαζή σας”. 37 Εκείνοι εξαφνιάστηκαν, εταράχθησαν και κατελήφθησαν από φόβον, διότι ενόμιζαν ότι έβλεπαν κάποιον πνεύμα. 38 Και είπεν ο Κυριος εις αυτούς· “διατί είσθε ταραγμένοι, και διατί ανεβαίνουν εις τας καρδίας σας διαλογισμοί απιστίας; 39 Ιδετε τας χείρας μου και τους πόδας μου, που φέρουν τα σημάδια από τα καρφιά, δια να πεισθήτε ότι είμαι εγώ ο ίδιος. Ψηλαφήσατέ με με τα χέρια σας και ιδέτε, ότι δεν είμαι πνεύμα, όπως νομίζετε, διότι το πνεύμα δεν έχει σάρκα και οστά, όπως βλέπετε εμέ να έχω”. 40 Και αφού είπε τούτο, έδειξε εις αυτούς τας χείρας και τους πόδας. 41 Επειδή δε εκείνοι, ένεκα της χαράς, απιστούσαν ακόμη και εθαύμαζαν δια το καταπληκτικόν και ανέλπιστον αυτό γεγονός, είπεν εις αυτούς ο Κυριος· “μήπως έχετε τίποτε φαγώσιμον εδώ;” 42 Εκείνοι δε του έδωσαν ένα κομάτι ψητό ψάρι και κηρήθρα. 43 Και αφού τα επήρε, έφαγε ενώπιον των, όχι διότι είχε ανάγκην τροφής το αναστημένον σώμα του, αλλά δια να πεισθούν εκείνοι ότι αυτός είναι όντως ο αναστημένος διδάσκαλος. 44 Είπε δε προς αυτούς· “αυτά που βλέπετε τώρα και θαυμάζετε, είναι ακριβώς όσα σας έλεγα, όταν ήμουν μαζή σας, ότι πρέπει δηλαδή να εκπληρωθούν και να πραγματοποιηθούν όλα όσα έχουν γραφή για μένα στον νόμον του Μωϋσέως, στους προφήτας και στους ψαλμούς”. 45 Τοτε εφώτισε και ήνοιξε αυτών τον νουν, ώστε να εννοούν τας Γραφάς. 46 Και είπεν εις αυτούς· “ότι έτσι, όπως ακριβώς έγιναν, είναι γραμμένα εις την Αγίαν Γραφήν, και έτσι σύμφωνα με το πάνσοφον σχέδιον του Θεού, έπρεπε να πάθη ο Χριστός και να αναστηθή εκ νεκρών την τρίτην ημέραν, 47 και να κηρυχθή εν τω ονόματι αυτού εις όλα τα έθνη μετάνοια και άφεσις αμαρτιών. Να αρχίση δε το κήρυγμα από την Ιερουσαλήμ. 48 Σεις δε είσθε οι φιλαλήθεις και αξιόπιστοι μάρτυρες, οι οποίοι θα κηρύξετε και θα βεβαιώσετε όλα όσα έχετε ακούσει και όσα έχετε ιδεί από εμέ. 49 Σας αναγγέλω δε, ότι εγώ σας στέλνω τώρα αυτό που υπεσχέθη ο Πατήρ, δηλαδή το Πνεύμα το Αγιον, δια νας σας φωτίζη και σας ενισχύη και σας περιφρουρή στο αποστολικόν σας έργον. Σεις λοιπόν καθίσατε εις την πόλιν Ιερουσαλήμ έως ότου φορέσετε, σαν άλλο ένδυμα, και κάμετε ιδικήν σας πλέον την σοφίαν και την δύναμιν, που θα σας έλθη από τον ουρανόν με την επιφοίτησιν του Αγίου Πνεύματος”. 50 Επειτα δε από αυτάς και άλλας διδασκαλίας, τους έβγαλε έξω από την πόλιν κάπου εκεί κοντά εις την Βηθανίαν, και αφού εσήκωσε τα χέρια του, τους ευλόγησε. 51 Και συνέβη τούτο το θαυμαστόν· ενώ αυτός τους ευλογούσε, εχωρίσθη από αυτούς και εφέρετο προς τα επάνω στον ουρανόν. 52 Και αυτοί, αφού τον επροσκύνησαν, επέστρεψαν εις την Ιερουσαλήμ με μεγάλην χαράν. 53 Και ήσαν συνεχώς κατά τας ώρας της λατρείας στο ιερόν υμνούντες και δοξολογούντες τον Θεόν. Αμήν. (εδοξολογούσαν τον Θεόν δι' όλα όσα είδαν και ήκουσαν κατά το διάστημα των τριών ετών, και μάλιστα δια την ένδοξον ανάστασιν και την θριαμβευτικήν ανάληψιν του Κυρίου).

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα





Πατήστε στην εικόνα για να διαβάσετε τη «Φωνή Κυρίου» της Κυριακής, έκδοση της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος