❌
Τρίτη, 05 Οκτωβρίου 2021

Αγία Χαριτίνη, Οσία Μεθοδία της Κιμώλου, Άγιος Ερμογένης ο Ιερομάρτυρας ο Θαυματουργός
Χαριτίνης μάρτυρος (+304), Μεθοδίας ὁσίας τῆς ἐν Κιμὠλῳ (+1908).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΓΑΛΑΤΑΣ Ε´ 11 - 21


11 ἐγὼ δέ, ἀδελφοί, εἰ περιτομὴν ἔτι κηρύσσω, τί ἔτι διώκομαι; ἄρα κατήργηται τὸ σκάνδαλον τοῦ σταυροῦ. 12 ὄφελον καὶ ἀποκόψονται οἱ ἀναστατοῦντες ὑμᾶς. 13 Ὑμεῖς γὰρ ἐπ’ ἐλευθερίᾳ ἐκλήθητε, ἀδελφοί· μόνον μὴ τὴν ἐλευθερίαν εἰς ἀφορμὴν τῇ σαρκί, ἀλλὰ διὰ τῆς ἀγάπης δουλεύετε ἀλλήλοις. 14 ὁ γὰρ πᾶς νόμος ἐν ἑνὶ λόγῳ πληροῦται, ἐν τῷ, ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν. 15 εἰ δὲ ἀλλήλους δάκνετε καὶ κατεσθίετε, βλέπετε μὴ ὑπ’ ἀλλήλων ἀναλωθῆτε. 16 Λέγω δὲ πνεύματι περιπατεῖτε καὶ ἐπιθυμίαν σαρκὸς οὐ μὴ τελέσητε. 17 ἡ γὰρ σὰρξ ἐπιθυμεῖ κατὰ τοῦ πνεύματος, τὸ δὲ πνεῦμα κατὰ τῆς σαρκός· ταῦτα δὲ ἀντίκειται ἀλλήλοις, ἵνα μὴ ἃ ἐὰν θέλητε ταῦτα ποιῆτε. 18 εἰ δὲ Πνεύματι ἄγεσθε, οὐκ ἐστὲ ὑπὸ νόμον. 19 φανερὰ δέ ἐστι τὰ ἔργα τῆς σαρκός, ἅτινά ἐστι μοιχεία πορνεία, ἀκαθαρσία, ἀσέλγεια, 20 εἰδωλολατρία, φαρμακεία, ἔχθραι, ἔρεις, ζῆλοι, θυμοί, ἐριθεῖαι, διχοστασίαι, αἱρέσεις, 21 φθόνοι, φόνοι, μέθαι, κῶμοι καὶ τὰ ὅμοια τούτοις, ἃ προλέγω ὑμῖν καθὼς καὶ προεῖπον, ὅτι οἱ τὰ τοιαῦτα πράσσοντες βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσιν.

ΠΡΟΣ ΓΑΛΑΤΑΣ Ε´ 11 - 21


11 Ἄλλ’ ἔαν ἐγώ, ἀδελφοί, κηρύττω καὶ τώρα, ὅτι εἶναι ἀναγκαία ἡ περιτομή, ὅπως ἐκήρυττα περὶ αὐτηῆς προτοῦ νά κληθῶ εἰς τὸ ἀποστολικόν ἀξίωμα, διατὶ νὰ καταδιώκωμαι ἀκόμη ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους; Δὲν ὑπάρχει πλέον λόγος φιλονεικίας μεταξὺ ἐμοῦ καὶ τῶν Ἰουδαίων. Καὶ συνεπῶς ἔχει παύσει τὸ σκάνδαλον, τὸ ὁποῖον προκαλεῖ μεταξὺ τῶν Ἰουδαίων τὸ κήρυγμα περὶ τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ, τὸ ὁποῖον καταργεῖ τόν νόμον. 12 Ἀλλ’ ὄχι· ἐγὼ δέν κηρύττω τήν περιτομήν. Ἂς λέγουν καὶ κάμνουν ὅ,τι θέλουν αὐτοί, ποὺ συκοφαντοῦν καὶ ἐμὲ καὶ τὸ εὐαγγέλιον. Ἐὰν θέλουν, ὄχι μόνον ἂς περιτμηθοῦν, ἀλλὰ καὶ ἂς ἀκρωτηριασθοῦν δι’ εὐνουχισμοῦ αὐτοὶ ποὺ σᾶς ἀναστατώνουν. 13 Ἀγανακτῶ ἐναντίον των, διότι σεῖς, ἀδελφοί, προσεκλήθητε ἀπὸ τὸν Κύριον διὰ νὰ εἶσθε ἐλεύθεροι ἀπὸ κάθε δουλείαν. Μόνον προσέξατε, μήπως ἐκλάβετε τὴν ἐλευθερίαν ὡς πρόφασιν διὰ νὰ ζῆτε κατὰ τὰς ἐπιθυμίας τῆς σαρκός. Ἀλλὰ τοὐναντίον πρέπει νὰ γίνεσθε δοῦλοι μεταξύ σας ὁ ἕνας εἰς τὸν ἄλλον διὰ τῆς ἀσκήσεως τῆς ἀνιδιοτελοῦς χριστιανικῆς ἀγάπης. 14 Διότι, μὴ τὸ λησμονεῖτε, ὅλος ὁ νόμος ἐκτελεῖται καὶ τηρεῖται πλήρως μὲ ἕνα λόγον, δηλαδὴ μὲ τὸ παράγγελμα· Θὰ ἀγαπᾷς τὸν πλησίον σου, ὅπως ἀγαπᾷς τὸν ἑαυτόν σου. 15 Ἐὰν ὅμως ἀντὶ νὰ ἀγαπᾶσθε, δαγκώνετε καὶ κατατρώγετε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, προσέχετε, μήπως ἀφανισθῆτε μεταξύ σας, ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλον. 16 Μὲ αὐτὰ δέ, ποὺ λέγω, ἐννοῶ, ὅτι πρέπει νὰ συμπεριφέρεσθε σύμφωνα μὲ τὰς ἐμπνεύσεις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ τότε δὲν θὰ ἐκτελέσετε ἐπιθυμίαν τῆς σαρκός, καὶ συνεπῶς δὲν θὰ δαγκώνῃ ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, οὔτε θὰ ὑπάρχῃ μίσος μεταξύ σας. 17 Ναί· δὲν θὰ ἐκτελέσετε ἐπιθυμίαν τῆς σαρκός, διότι ἡ κατωτέρα φύσις μας, ποὺ δουλεύει εἰς τὰς ἐπιθυμίας τῆς σαρκός, ἐπιθυμεῖ ἐναντίον τῆς ἀνωτέρας πνευματικῆς φύσεώς μας, ποὺ ἐμπνέεται ἀπό το Ἅγιον Πνεῦμα. Ἀλλὰ καὶ ἡ ἀνωτέρα αὐτὴ φύσις μᾶς ἐπιθυμεῖ ἐναντίον τῆς κατωτέρας φύσεώς μας. Τὰ δύο δὲ αὐτά, ἤτοι ἡ σάρξ καὶ τὸ πνεῦμα, εἶναι ἐναντία τὸ ἕνα πρὸς τὸ ἄλλο, οὕτως ὥστε νὰ μὴ πράττετε χωρὶς ἀντίδρασιν ἐκεῖνα ποὺ θέλετε. Οὔτε τὸ κακὸν χωρὶς ἀντίδρασιν, διότι ἐξεγείρεται τότε μέσα σας ἡ φωνὴ τῆς συνειδήσεως, οὔτε τὸ ἀγαθόν, διότι πολλάκις πρέπει νὰ βιάσετε τὸν ἑαυτόν σας διὰ νὰ τὸ πράξετε. Ὅταν λοιπὸν κυριαρχήσῃ μέσα σας τὸ πνεῦμα, ἡ σάρξ μὲ τὰς ἐπιθυμίας της θὰ ὑποταχθῇ καὶ σεῖς δὲν θὰ τελέσετε ποτὲ ἐπιθυμίαν σαρκός. 18 Ἔτσι λοιπὸν ἐξάγεται τὸ συμπέρασμα, ὅτι, ἐὰν φέρεσθε καὶ ὁδηγῆσθε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ὥστε πάντοτε νά κυριαρχοῦν μέσα σας αἱ ἀνώτεραι πνευματικαὶ δυνάμεις σας, δὲν εἶσθε κάτω ἀπὸ τὸν ζυγὸν καὶ τὴν καταδίκην τοῦ νόμου. Ἐπειδὴ πλέον θὰ εἶσθε ἐλεύθεροι ἀπὸ τὰς ἐπιθυμίας τῆς σαρκός, δὲν θὰ ἔχετε ἐνάγκην ἀπὸ τὴν συμβουλὴν καὶ τοὺς περιορισμοὺς τοῦ νόμου, οὔτε θὰ ὑπόκεισθε εἰς τὴν κατάραν τοῦ νόμου. 19 Τὰ ἔργα δέ, εἰς τὰ ὀποῖα μᾶς παρασύρει ἡ διεφθαρμένη σαρκικὴ προαίρεσίς μας, εἶναι φανερά. Εἶναι δὲ αὐτὰ μοιχεία, πορνεία, κάθε πράξις ἀκατονόμαστος ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπον ἀκάθαρτον, ἀκολασία καὶ ἀχόρταστος μανία πρὸς ἀπόλαυσιν τῆς ἡδονῆς, 20 εἰδωλολατρία, μαγεία, διάφοροι ἐκδηλώσεις ἔχθρας, φιλονεικιῶν, ζηλοτυπίας, θυμοί, φατριασμοί, διχόνοιαι, διαφωνίαι· 21 φθόνοι, φόνοι, μέθαι, ἄσεμνα γλέντια καὶ τὰ ὅμοια πρὸς αὐτά, διὰ τὰ ὁποῖα σᾶς προλέγω καὶ τώρα, ὅπως καὶ ἄλλοτε, ὅταν σᾶς ὲκήρυξα τὸ εὐαγγέλιον, σᾶς προεῖπα, ὅτι ὅσοι ἐπιμένουν νὰ πράττουν τέτοια ἁμαρτήματα, χωρὶς νὰ δείξουν εἰλικρινῆ μετάνοιαν δι’ αὐτά, δὲν θὰ κληρονομήσουν τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.

ΠΡΟΣ ΓΑΛΑΤΑΣ Ε´ 11 - 21


11 Μη ακούετε δε τους ψευδαδέλφους, οι οποίοι έφθασαν μέχρι του σημείου να διαδίδουν, ότι εγώ διδάσκω την τήρησιν της περιτομής. Αδελφοί, εάν εγώ κηρύττω τώρα και συνιστώ την περιτομήν, διατί να καταδιώκωμαι ακόμη από τους Εβραίους; Διότι εν τοιαύτη περιπτώσει έχει εξαλειφθή πλέον το σκάνδαλον, που δημιουργείται μεταξύ των Εβραίων από το κήρυγμά μου περί του λυτρωτικού σταυρικού θανάτου. 12 Αυτοί οι οποίοι σας αναστατώνουν με τας συκοφαντίας και τας ψευδείς διδασκαλίας των όχι μόνον ας περιτμηθούν, αν θέλουν, αλλά και ας ακρωτηριασθούν ακόμη. 13 Διότι σεις, αδελφοί, έχετε κληθή από τον Κυριον, να γίνετε και να μείνετε ελεύθεροι. Μονον προσέξατε, μήπως αυτήν την ελευθερίαν την χρησιμοποιήσετε ως αφορμή δια σαρκικήν ζωήν. Αλλά τουναντίον πρέπει να υπηρετήτε σαν δούλοι ο ένας τον άλλον δια της αγάπης του Χριστού. 14 Ολος άλλωστε ο Νομος συγκεφαλαιώνεται πλήρως εις ένα λόγον· εις την εντολήν· “θα αγαπήσης τον πλησίον σου, όπως τον ευατόν σου”. 15 Εάν όμως δαγκώνετε και κατατρώγετε ο ένας τον άλλον, πράγμα που μαρτυρεί έλλειψιν αγάπης, προσέξατε, μήπως αλληλοκαταστραφήτε και αφανισθήτε μεταξύ σας. 16 Εννοώ δε τούτο, ότι πρέπει να ζήτε και να συμπεριφέρεσθε μεταξύ σας σύμφωνα με το θέλημα και τον φωτισμόν του Αγίου Πνεύματος και έτσι δεν θα εκτελέσετε την επιθυμίαν της σαρκός (η οποία επιθυμία, καθό αμαρτωλή, δημιουργεί καταστρεπτικάς έριδας μεταξύ σας). 17 Διότι η σαρξ, ο παλαιός άνθρωπος, επιθυμεί και επιζητεί αντίθετα προς το πνεύμα, και το πνεύμα, η ανωτέρα φύσις του ανθρώπου, που εμπνέεται από το Αγιον Πνεύμα, επιθυμεί αντίθετα προς την σάρκα. Αυτά δε αντιτίθενται και ανταγωνίζονται το ένα το άλλο, ώστε να μη πράττετε εκείνα, τα οποία θέλετε. 18 Εάν, λοιπόν, οδηγήσθε και εμπνέεσθε από το Αγιον Πνεύμα, δεν είσθε πλέον κάτω από τον ζυγόν του Νομου. 19 Είναι δε φανερά τα έργα, εις τα οποία παρασύρει τον άνθρωπον η διεφθαρμένη σαρκική φύσις του· είναι δε αυτά τα πονηρά έργα η μοιχεία, η πορνεία, κάθε πράξις διαφθοράς, που κάμνει τον άνθρωπον ακάθαρτον, η ακολασία και η μανία δια την απόλαυσιν της ηδονής, 20 η ειδωλολατρία, η μαγεία. Είναι δε ακόμη αι εχθρότητες και αι αντιπάθειαι, αι φιλονεικίαι και αι έριδες, αι ζηλοφθονίαι, οι θυμοί, οι φατριασμοί, που διαιρούν τους ανθρώπους εις κόμματα, αι διχόνιαι, αι αιρέσεις, που οδηγούν εις σχίσματα, 21 οι φθόνοι, οι φόνοι, αι μέθαι, αι άσωτοι και άσεμνοι διασκεδάσεις και τα άλλα όμοια προς αυτά, δια τα οποία σας προλέγω, όπως άλλωστε και κατά την πρώτην επίσκεψίν μου, όταν σας εκήρυξα το Ευαγγέλιόν μου, σας είχα είπει, ότι εκείνοι οι οποίοι διαπράττουν τέτοια αμαρτήματα και δεν μετανοούν δι' αυτά, δεν θα κληρονομήσουν την βασιλείαν των ουρανών.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Ϛ´ 37 - 45


37 Καὶ μὴ κρίνετε, καὶ οὐ μὴ κριθῆτε· μὴ καταδικάζετε, καὶ οὐ μὴ καταδικασθῆτε· ἀπολύετε, καὶ ἀπολυθήσεσθε· 38 δίδοτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν· μέτρον καλὸν, πεπιεσμένον καὶ σεσαλευμένον καὶ ὑπερεκχυνόμενον δώσουσιν εἰς τὸν κόλπον ὑμῶν· τῷ γὰρ αὐτῷ μέτρῳ, ᾧ μετρεῖτε, ἀντιμετρηθήσεται ὑμῖν. 39 Εἶπε δὲ καὶ παραβολὴν αὐτοῖς· Μήτι δύναται τυφλὸς τυφλὸν ὁδηγεῖν; οὐχὶ ἀμφότεροι εἰς βόθυνον πεσοῦνται; 40 οὐκ ἔστι μαθητὴς ὑπὲρ τὸν διδάσκαλον αὐτοῦ· κατηρτισμένος δὲ πᾶς ἔσται ὡς ὁ διδάσκαλος αὐτοῦ. 41 Τί δὲ βλέπεις τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου, τὴν δὲ δοκὸν τὴν ἐν τῷ ἰδίῳ ὀφθαλμῷ οὐ κατανοεῖς; 42 ἢ πῶς δύνασαι λέγειν τῷ ἀδελφῷ σου, ἀδελφέ, ἄφες ἐκβάλω τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ σου, αὐτὸς τὴν ἐν τῷ ὀφθαλμῷ σοῦ δοκὸν οὐ βλέπων; ὑποκριτά, ἔκβαλε πρῶτον τὴν δοκὸν ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ σοῦ, καὶ τότε διαβλέψεις ἐκβαλεῖν τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου. 43 Οὐ γάρ ἐστι δένδρον καλὸν ποιοῦν καρπὸν σαπρόν, οὐδὲ δένδρον σαπρὸν ποιοῦν καρπὸν καλόν· 44 ἕκαστον γὰρ δένδρον ἐκ τοῦ ἰδίου καρποῦ γινώσκεται. οὐ γὰρ ἐξ ἀκανθῶν συλλέγουσι σῦκα, οὐδὲ ἐκ βάτου τρυγῶσι σταφυλὴν. 45 ὁ ἀγαθὸς ἄνθρωπος ἐκ τοῦ ἀγαθοῦ θησαυροῦ τῆς καρδίας αὐτοῦ προφέρει τὸ ἀγαθόν, καὶ ὁ πονηρὸς ἄνθρωπος ἐκ τοῦ πονηροῦ θησαυροῦ τῆς καρδίας αὐτοῦ προφέρει τὸ πονηρόν· ἐκ γὰρ τοῦ περισσεύματος τῆς καρδίας λαλεῖ τὸ στόμα αὐτοῦ.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Ϛ´ 37 - 45


37 Καὶ μὴ κατακρίνετε ἐξ ἀσυμπαθείας καὶ ἐγωϊσμοῦ τὰς πράξεις τοῦ πλησίον σας· ἀσφαλῶς δὲ τότε καὶ σεῖς δὲν θὰ κατακριθῆτε ὑπὸ τοῦ Θεοῦ ἐν τῇ μελλούσῃ κρίσει. Μὴ γίνεσθε δικασταὶ ἀπρόσκλητοι καὶ προπετεῖς διὰ νὰ καταδικάζετε τὸν πλησίον· καὶ δὲν θὰ καταδικασθῆτε ὑπὸ τοῦ Θεοῦ. Ἐφ’ ὅσον δὲν θὰ σᾶς ἔχῃ ἀνατεθῇ ὡς καθῆκον τὸ νὰ δικάζετε, κρίνετε εἰς τὰς ἰδιωτικάς σας συζητήσεις μὲ συμπάθειαν καὶ ἀπολύετε ὡς ἀθῴους τοὺς ἄλλους, καὶ θὰ κριθῆτε καὶ σες μὲ ἐπιείκειαν καὶ θὰ ἀθῳωθῆτε ὑπὸ τοῦ Θεοῦ. 38 Δίδετε εἰς ἐκείνους, ποὺ ἔχουν ἀνάγκην βοηθείας, καὶ θὰ δοθῇ καὶ εἰς σᾶς βοήθεια ἀπὸ τὸν Θεόν. Μέτρον καλόν, στοιβαγμένον καὶ κουνημένον, ὥστε νὰ μὴ μείνῃ διόλου χῶρος κενὸς εἰς τὸ δοχεῖον τῆς μετρήσεως, καὶ μέτρον, ποὺ θὰ πλεονάζῃ καὶ θὰ ξεχύνεται, θὰ δοθῇ εἰς τὴν ἀγκάλην σας ἀπὸ τὴν πρόνοιαν καὶ δικαιοσύνην καὶ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ. Διότι μὲ τὴν αὐτὴν πλουσίαν διάθεσιν καὶ μὲ τὸ ἴδιον μέτρον τῆς εὐεργεσίας, μὲ τὸ ὁποῖον μετρᾶτε τὰς δωρεάς σας πρὸς τοὺς ἄλλους, θὰ μετρηθῇ καὶ θὰ ἀνταποδοθῇ καὶ εἰς σᾶς ἀπὸ τὸν Θεόν. 39 Εἶπε δὲ καὶ τὴν ἑξῆς παραβολὴν εἰς αὐτούς· Μήπως δύναται τυφλὸς νὰ ὁδηγῇ τυφλόν; Δὲν θὰ πέσουν καὶ οἱ δύο εἰς λάκκον; Ἔτσι καὶ σεῖς προτοῦ νὰ κρίνετε τοὺς ἄλλους, κρίνατε πρῶτον τὸν ἑαυτόν σας, ὁπότε θὰ γίνετε καὶ ἐπιεικεῖς πρὸς τοὺς ἄλλους. Διότι, ἐὰν δὲν κάμετε αὐτό, τότε θὰ εἶσθε τυφλοί, ποὺ θέλουν νὰ γίνουν ὁδηγοὶ τυφλῶν. Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα θὰ εἶναι ὀλέθριον καὶ διὰ σᾶς καὶ δι’ ἐκείνους. 40 Δὲν ὑπάρχει μαθητὴς ἀνώτερος ἀπὸ τὸν διδάσκαλόν του, ἐφ’ ὅσον ἑξακολουθεῖ νὰ διδάσκεται ὑπ’ αὐτοῦ. Ἐκεῖνος δὲ ὁ μαθητής, ποὺ θὰ τελειοποιηθῇ εἰς τὰ μαθήματα, θὰ εἶναι, ὅταν θὰ περατωθῇ ὁ κύκλος τῶν μαθημάτων, σὰν τὸν διδάσκαλόν του. Ἐὰν λοιπὸν ὁ διδάσκαλος εἶναι τυφλός, τυφλὸς θὰ μείνῃ καὶ ὁ μαθητής. Διὰ νὰ γίνῃς συνεπῶς ὁδηγὸς καὶ διδάσκαλος τῶν ἄλλων, πρέπει προηγουμένως νὰ γίνῃς διδάσκαλος τοῦ ἑαυτοῦ σου καὶ νὰ διορθώσῃς τὸν ἑαυτόν σου, διότι ἄλλως καὶ σὺ θὰ εἶσαι τυφλὸς καὶ οἱ μαθηταί σου τυφλοὶ θὰ παραμείνουν. 41 Διατί δὲ βλέπεις τὸ ξυλαράκι, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι τοῦ ἀδελφοῦ σου, τὸ δοκάρι δέ, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι σου, δὲν τὸ αἰσθάνεσαι καὶ δὲν τὸ καταλαβαίνεις; 42 Ἢ μὲ ποῖον θάρρος θὰ ἠμπορέσῃς νὰ εἴπῃς εἰς τὸν ἀδελφόν σου· Ἀδελφέ, ἄφησε νὰ βγάλω τὸ ξυλαράκι, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι σου, ἐνῷ σὺ ὁ ἴδιος δὲν βλέπεις τὸ δοκάρι, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι σου; Πῶς ἡμπορεῖς νὰ τοῦ εἴπῃς: ἀδελφέ, ἐπίτρεψόν μου νὰ διορθώσω τὸ μικρὸν σφάλμα σου, ἐνῷ σὺ δὲν βλέπεις τὸ ἰδικόν σου βαρύτατον ἐλάττωμα; Ὑποκριτά, βγάλε πρῶτον τὸ δοκάρι ἀπὸ τὸ μάτι σου· διόρθωσε τὸ βαρὺ ἐλάττωμά σου· καὶ τότε θὰ ἴδῃς καθαρὰ διὰ νὰ βγάλῃς τὸ ξυλαράκι, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι τοῦ ἀδελφοῦ σου· τότε θὰ εἶσαι εἰς θέσιν νὰ διορθώσῃς καὶ τὸ ἐλαφρὸν σφάλμα τοῦ πλησίον σου. 43 Διότι δὲν εἶναι δένδρον καλόν, ποὺ νὰ κάνῃ καρπὸν κακὸν καὶ ἐπιβλαβῆ, οὔτε πάλιν ὑπάρχει δένδρον κακόν, ποὺ νὰ κάνῃ καρπὸν καλόν. Ἔτσι καὶ ὁ κάθε ἄνθρωπος διὰ νὰ φέρῃ καρπὸν καὶ ὠφέλειαν εἰς τὸν πλησίον, πρέπει νὰ εἶναι καλός. Ἄνθρωπος, ποὺ δὲν διώρθωσε προτήτερα τὸν ἑαυτόν του, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ διορθώσῃ τοὺς ἄλλους καὶ νὰ δώσῃ εἰς αὐτοὺς τὸ καλόν, τὸ ὁποῖον δὲν ἠμπόρεσε προτήτερα νὰ δώσῃ εἰς τὸν ἑαυτόν του; 44 Κάθε δένδρον ἀπὸ τὸν καρπόν, ποὺ βγάζει, διακρίνεται καὶ γνωρίζεται, ἐὰν εἶναι καλὸν ἢ κακόν. Διότι ἀπὸ ἀγκάθια δὲν μαζεύουν ὡς καρπὸν σῦκα, οὔτε ἀπὸ βάτον τρυγοῦν ποτὲ σταφύλι. Ἔτσι καὶ ὁ ἀδιόρθωτος, εἰς τοῦ ὁποίου τὴν ψυχὴν ὑπάρχουν τὰ ἀγκάθια τῶν κακιῶν καὶ ἐλαττωμάτων, δὲν ἠμπορεῖ νὰ διορθώσῃ τὸν ἄλλον. Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνος, ποὺ αἰσθάνεται τὴν ἀνάγκην νὰ εὔρῃ ὁδηγὸν καὶ διδάσκαλον τῆς ζωῆς του, εὔκολα ἀπὸ τὸν βίον καὶ τὴν συμπεριφορὰν τῶν ἄλλων ἡμπορεῖ νὰ διακρίνῃ, ποῖος ἀπὸ αὐτοὺς εἶναι ὁ καλός, εἰς τοῦ ὁποίου τὸν λόγον νὰ δίδῃ προσοχήν. 45 Ὁ ἀγαθὸς ἄνθρωπος ἔχει τὴν ψυχήν του πολύτιμον θησαυροφυλάκιον ἀγαθῶν σκέψεων καὶ συναισθημάτων, καὶ ἀπὸ τὸν ἀγαθὸν τοῦτον θησαυρὸν τῆς καρδίας του βγάζει λόγους καὶ πράξεις ἀγαθάς. Καὶ ὁ πονηρὸς ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν κακὸν θησαυρὸν τῆς καρδίας του βγάζει τὸ κακόν. Διότι ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ περισσεύει καὶ ξεχύνεται εἰς τὴν καρδίαν, λαλεῖ τὸ στόμα· θὰ συμβουλεύσῃς λοιπὸν καὶ σὺ τὸν ἄλλον σύμφωνα μὲ ἐκεῖνο, ποὺ ἔχεις στὴν καρδιά σου. Καὶ ἂν δὲν ἔχῃς διορθώσει τὸν ἑαυτόν σου, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ γίνῃς ὁδηγὸς ὠφέλιμος εἰς τὸν πλησίον σου;

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Ϛ´ 37 - 45


37 Και μη κατακρίνετε και δεν θα κατακριθήτε· μη καταδικάζετε τον πλησίον και δεν θα καταδικασθήτε· συγχωρείτε τους άλλους και θα συγχωρηθήτε. 38 Διδετε με προθυμίαν εις εκείνους που έχουν ανάγκην, και θα δοθή εις σας εκ μέρους του Θεού. Δοχείον καλόν που το χρησιμοποιούν ως μέτρον, γεμάτον έως επάνω, στοιβαγμένον δοχείον από το οποίον θα ξεχειλίζη το καλόν περιεχόμενόν του, θα δώσουν εις σας. Διότι με το μέτρον και την διάθεσίν που προσφέρετε τας ευργεσίας σας στους άλλους, με το ίδιον μέτρον θα ανταποδοθή και εις σας από τον Θεόν”. 39 Είπε δε και μίαν παραβολήν εις αυτούς· “μήπως ημπορεί ένας τυφλός να οδηγή άλλον τυφλόν; Δεν θα πέσουν και οι δύο εις λάκκον; Πως είναι δυνατόν σεις, αμαρτωλοί και αδύνατοι καθώς είσθε, να κρίνετε άλλους και να καθοδηγήτε άλλους; 40 Δεν υπάρχει μαθητής ανώτερος από τον διδάσκαλόν του, εφ' όσον θα εξακολουθή να είναι μαθητής αυτού. Εκείνος δε που θα ακούση όλα όσα έχει να τον διδάξη ο διδάσκαλος, θα καταρτισθή το πολύ τόσον όσον και ο διδάσκαλος αυτού. Εάν δε ο διδάσκαλος είναι αμόρφωτος και τυφλός, όμοιόν του θα αναδείξη και τον μαθητήν. 41 Διατί βλέπεις με προσοχήν το αχυράκι, που είναι στον οφθαλμόν του αδελφού σου, ενώ το δοκάρι που είναι στο μάτι σου, δεν το αντιλαμβάνεσαι; 42 Η πως ημπορείς να λέγης στον αδελφόν σου· αδελφέ, άφησε να βγάλω από το μάτι σου το αχυράκι καθ' ον χρόνον συ δεν βλέπστο δοκάρι, που είναι στο μάτι σου; (Πως τολμάς να κάμης ελέγχους και υποδείξεις, τάχα προς διώρθωσιν, στον αδελφόν σου, ενώ συ παρουσιάζεις βαρύτερα σφάλματα και ελαττώματα;) 43 Διότι δεν υπάρχει δένδρον καλόν, που να κάνη αχρήστους και επιβλαβείς καρπούς ούτε δένδρον σάπιο, που να κάνη καρπόν καλόν. (Ανθρωπος του οποίου τα έργα είναι κακά, δεν είναι δυνατόν να επιδιώξη με αγαθήν διάθεσιν και να προσφέρη καλόν στους άλλους). 44 Καθε δένδρον, αν είναι καλόν η κακόν, γνωρίζεται από τον καρπόν του. Διότι δεν μαζεύουν από αγκάθια σύκα, ούτε και τρυγούν από βάτον σταφύλι. 45 Ο αγαθός άνθρωπος βγάζει από τον αγαθόν θησαυρόν της καρδίας του πάντοτε το αγαθόν, και ο πονηρός άνθρωπος από τον κακόν θησαυρόν της καρδίας του βγάζει τον κακόν και φαύλον. Διότι το στόμα λαλεί από το περίσσευμα, που ξεχύνεται από την καρδίαν (Μονον ο αγαθός άνθρωπος ημπορεί να υποδεικνύη το αγαθόν και να γίνη ο καλός οδηγός των πλανωμένων).

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα