❌
Δευτέρα, 27 Σεπτεμβρίου 2021

Άγιος Καλλίστρατος και οι μαζί μ' αυτόν Σαράντα εννέα Μάρτυρες, Άγιοι Μάρκος, Αρίσταρχος και Ζήνων οι Απόστολοι από τους Εβδομήκοντα, Αγία Ακυλίνα
Καλλιστράτου μάρτυρος (+304), Ἀριστάρχου ἀποστόλου, Ἀκυλίνης νεομάρτυρος (+1764).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΓΑΛΑΤΑΣ Β´ 11 - 16


11 Ὅτε δὲ ἦλθε Πέτρος εἰς Ἀντιόχειαν, κατὰ πρόσωπον αὐτῷ ἀντέστην, ὅτι κατεγνωσμένος ἦν. 12 πρὸ τοῦ γὰρ ἐλθεῖν τινας ἀπὸ Ἰακώβου μετὰ τῶν ἐθνῶν συνήσθιεν· ὅτε δὲ ἦλθον, ὑπέστελλε καὶ ἀφώριζεν ἑαυτόν, φοβούμενος τοὺς ἐκ περιτομῆς. 13 καὶ συνυπεκρίθησαν αὐτῷ καὶ οἱ λοιποὶ Ἰουδαῖοι, ὥστε καὶ Βαρνάβας συναπήχθη αὐτῶν τῇ ὑποκρίσει. 14 ἀλλ’ ὅτε εἶδον ὅτι οὐκ ὀρθοποδοῦσι πρὸς τὴν ἀλήθειαν τοῦ εὐαγγελίου, εἶπον τῷ Πέτρῳ ἔμπροσθεν πάντων· εἰ σὺ Ἰουδαῖος ὑπάρχων ἐθνικῶς ζῇς καὶ οὐκ ἰουδαϊκῶς, τί τὰ ἔθνη ἀναγκάζεις ἰουδαΐζειν; 15 Ἡμεῖς φύσει Ἰουδαῖοι καὶ οὐκ ἐξ ἐθνῶν ἁμαρτωλοί, 16 εἰδότες δὲ ὅτι οὐ δικαιοῦται ἄνθρωπος ἐξ ἔργων νόμου ἐὰν μὴ διὰ πίστεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡμεῖς εἰς Χριστὸν Ἰησοῦν ἐπιστεύσαμεν, ἵνα δικαιωθῶμεν ἐκ πίστεως Χριστοῦ καὶ οὐκ ἐξ ἔργων νόμου, διότι οὐ δικαιωθήσεται ἐξ ἔργων νόμου πᾶσα σάρξ.

ΠΡΟΣ ΓΑΛΑΤΑΣ Β´ 11 - 16


11 Ὅταν δὲ ἦλθεν ὁ Πέτρος εἰς τὴν Ἀντιόχειαν, ἐπὶ παρουσίας τοῦ ἀντέστην καὶ διεφώνησα πρὸς αὐτόν, διότι ἦτο ἀξιοκατάκριτος. 12 Καὶ ἦτο ἀξιοκατάκριτος, διότι προτοῦ νὰ ἔλθουν μερικοὶ ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς τῶν Ἱεροσολύμων, ὅπου ὁ Ἰάκωβος ἦτο ἐπίσκοπος, συνέτρωγε μὲ τοὺς ἐξ ἐθνῶν Χριστιανούς. Ὅταν ὅμως ἦλθον οὖτοι, ἀπέφευγε καὶ ἀπεχωρίζετο, φοβούμενος μήπως σκανδαλίση τοὺς ἐξ Ἰουδαίων Χριστιανούς. 13 Καὶ ὑπεκρίθησαν μαζί του καὶ οἱ λοιποὶ ἐν Ἀντιοχείᾳ ἐξ Ἰουδαίων Χριστιανοί, ὥστε συμπαρεσύρθη εἰς τὴν ὑποκρισίαν των ἐκείνην καὶ αὐτὸς ἀκόμη ὁ Βαρνάβας. 14 Ἀλλ’ ὅταν εἶδα ὅτι δὲν βαδίζουν ὀρθῶς ὡς πρὸς τὴν ἀλήθειαν τοῦ Εὐαγγελίου, εἶπα εἰς τὸν Πέτρον ἐμπρὸς εἰς ὅλους: Ἐὰν σύ, καίτοι εἶσαι ἐκ γενετῆς Ἰουδαῖος, ζῇς καὶ πολιτεύεσαι τώρα, ποὺ ἔγινες μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ, ὅπως οἱ ἐξ ἐθνικῶν Χριστιανοὶ καὶ ὄχι ὅπως οἱ Ἰουδαῖοι, διατὶ μὲ αὐτό, ποὺ κάνεις τώρα, ἀναγκάζεις τοὺς ἐξ ἐθνῶν Χριστιανοὺς νὰ ἀκολουθοῦν τὰ ἔθιμα καὶ τὰς παραδόσεις τῶν Ἰουδαίων; 15 Ἡμεῖς εἴμεθα ἐκ γενετῆς Ἰουδαῖοι καὶ δὲν εἴμεθα ἐθνικοί, ποὺ ἀγνοοῦν τὸν ἀληθῆ Θεὸν καὶ δουλεύουν εἰς τὴν ἁμαρτίαν. 16 Ἐπειδὴ ὅμως ἐμάθαμεν ἀπὸ τὴν προσωπικήν μας πεῖραν, ὅτι δὲν γίνεται δίκαιος ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν τήρησιν τῶν τυπικῶν διατάξεων τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου, ἀλλὰ μόνον διὰ μέσου τῆς πίστεως εἰς τὸν Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ ἡμεῖς ἐπιστεύσαμεν εἰς τὸν Ἰησοῦν Χριστόν, διὰ νὰ γίνωμεν δίκαιοι ἀπὸ τὴν πίστιν εἰς τὸν Χριστὸν καὶ ὄχι ἀπὸ τὰ ἔργα τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου. Διότι, καθὼς ἀναφέρεται καὶ εἰς τοὺς ψαλμούς, διὰ τῶν ἔργων τοῦ νόμου δὲν θὰ δικαιωθῇ κανένας ἄνθρωπος.

ΠΡΟΣ ΓΑΛΑΤΑΣ Β´ 11 - 16


11 Οταν δε ήλθεν ο Πετρος εις την Αντιόχειαν, φανερά και κατά πρόσωπον του αντιστάθηκα και διεφώνησα μαζή του, διότι ήτο αξιόμεμπτος και αξιοκατάκριτος. 12 Το γεγονός έχει ως εξής· Πριν έλθουν εις την Αντιόχειαν μερικοί από τους Χριστιανούς των Ιεροσολύμων, όπου επίσκοπος ήτο ο Ιάκωβος, ο αδελφός του Κυρίου, ο Πετρος συνανεστρέφετο και έτρωγε ελεύθερα μαζή με τους εξ εθνών Χριστιανούς. Οταν όμως ήλθαν εκείνοι, άλλαξε αυτός τακτικήν, απέφευγε τους εξ εθνών Χριστιανούς και εξεχώριζε τον ευατόν του, επειδή εφοβείτο μήπως σκανδαλίση τους εξ Εβραίων Χριστιανούς. 13 Και μαζή με αυτόν υπεκρίθησαν ότι δεν έχουν τάχα επικοινωνίαν με τους εξ εθνών Χριστιανούς και οι άλλοι Ιουδαίοι Χριστιανοί, ώστε και αυτός ακόμη ο Βαρνάβας παρεσύρθη εις την υποκρισίαν των. 14 Αλλ' όταν είδα εγώ, ότι δεν βαδίζουν ορθώς εις την προκειμένην περίστασιν ως προς την αλήθειαν του Ευαγγελίου, είπα στον Πετρον εμπρός εις όλους· “εάν συ, μολονότι είσαι Ιουδαίος, ζης και φέρεσαι τώρα που έγινες Χριστιανός όπως οι εξ εθνών Χριστιανοί και όχι όπως οι Ιουδαίοι, διατί με αυτό που κάμνεις, θέλεις να αναγκάζης τώρα τους εξ εθνών Χριστιανούς, να υποβληθούν εις τα Ιουδαϊκά έθιμα; 15 Ημείς είμεθα εκ γενετής Ιουδαίοι και δεν είμεθα αδιαφώτιστοι αμαρτωλοί από τα έθνη, 16 Επειδή όμως εγνωρίσαμεν καλά ότι ο άνθρωπος δεν γίνεται δίκαιος, δεν αποκτά την δικαίωσιν ενώπιον του Θεού από τας τυπικάς διατάξστου μωσαϊκού Νομου, αλλά μόνον δια της φωτισμένης ενεργείας και ενεργού πίστεως στον Ιησούν Χριστόν, και ημείς επιστεύσαμεν στον Χριστόν Ιησούν, δια να γίνωμεν δίκαιοι από την πίστιν και με την πίστιν στον Χριστόν και όχι από τα έργα του μωσαϊκού Νομου. Διότι, όπως άλλωστε έχει γραφή και εις την Παλαιάν Διαθήκην, “δεν θα δικαιωθή ποτέ κανείς από τα έργα του Νομου”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Δ´ 38 - 44


38 Ἀναστὰς δὲ ἐκ τῆς συναγωγῆς εἰσῆλθεν εἰς τὴν οἰκίαν Σίμωνος. ἡ πενθερὰ δὲ τοῦ Σίμωνος ἦν συνεχομένη πυρετῷ μεγάλῳ, καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν περὶ αὐτῆς. 39 καὶ ἐπιστὰς ἐπάνω αὐτῆς ἐπετίμησε τῷ πυρετῷ, καὶ ἀφῆκεν αὐτήν· παραχρῆμα δὲ ἀναστᾶσα διηκόνει αὐτοῖς. 40 Δύνοντος δὲ τοῦ ἡλίου ἅπαντες ὅσοι εἶχον ἀσθενοῦντας νόσοις ποικίλαις ἤγαγον αὐτοὺς πρὸς αὐτόν· ὁ δὲ ἑνὶ ἑκάστῳ αὐτῶν τὰς χεῖρας ἐπιτιθεὶς ἐθεράπευεν αὐτούς. 41 ἐξήρχετο δὲ καὶ δαιμόνια ἀπὸ πολλῶν κραυγάζοντα καὶ λέγοντα ὅτι Σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ. καὶ ἐπιτιμῶν οὐκ εἴα αὐτὰ λαλεῖν, ὅτι ᾔδεισαν τὸν Χριστὸν αὐτὸν εἶναι. 42 Γενομένης δὲ ἡμέρας ἐξελθὼν ἐπορεύθη εἰς ἔρημον τόπον· καὶ οἱ ὄχλοι ἐπεζήτουν αὐτόν, καὶ ἦλθον ἕως αὐτοῦ, καὶ κατεῖχον αὐτὸν τοῦ μὴ πορεύεσθαι ἀπ’ αὐτῶν. 43 ὁ δὲ εἶπε πρὸς αὐτοὺς ὅτι Καὶ ταῖς ἑτέραις πόλεσιν εὐαγγελίσασθαί με δεῖ τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ· ὅτι ἐπὶ τοῦτο ἀπέσταλμαι. 44 καὶ ἦν κηρύσσων εἰς τὰς συναγωγὰς τῆς Γαλιλαίας.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Δ´ 38 - 44


38 Ὅταν δὲ ἐξεκίνησεν ἀπὸ τὴν συναγωγήν, ἐμβῆκεν εἰς τὸ σπίτι τοῦ Σίμωνος. Ἡ πενθερὰ δὲ τοῦ Σίμωνος ὑπέφερεν ἀπὸ μεγάλον πυρετόν. Καὶ τὸν παρεκάλεσαν δι’ αὐτήν, νὰ τὴν θεραπεύσῃ. 39 Καὶ ἀφοῦ ἦλθε καὶ ἐστάθη ἀπ’ ἐπάνω της, ἔδωκε διαταγὴν εἰς τὸν πυρετὸν καὶ τὴν ἀφῆκεν. Ἀμέσως δὲ ἐκείνη, μὴ αἰσθανομένη πλέον οὔτε τὴν παραμικρὰν ἑξάντλησιν, ἐσηκώθη καὶ τοὺς ὑπηρέτει. 40 Ὅταν δὲ ὁ ἥλιος εὑρίσκετο εἰς τὴν δύσιν του καὶ εἶχε πλέον περάσει ἡ ἡμέρα τοῦ Σαββάτου, ὅλοι ὅσοι εἶχαν ἀρρώστους, ποὺ ἔπασχον ἀπὸ διαφόρους νόσους, τοὺς ἔφερον πρὸς αὐτόν. Αὐτὸς δὲ ἀφοῦ ἔθετεν ἐπάνω εἰς ἕνα ἕκαστον ἀπὸ αὐτοὺς τὰς χεῖρας του, τοὺς ἐθεράπευσεν ὅλους. 41 Ἔβγαιναν δὲ καὶ τὰ δαιμόνια ἀπὸ πολλούς, τὰ ὁποῖα ἐφώναζαν δυνατὰ καὶ ἔλεγαν, ὅτι σὺ εἶσαι ὁ Χριστός, ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὁ Ἰησοῦς τὰ ἐπέπληττε καὶ δὲν τὰ ἄφινε νὰ ὁμιλοῦν, διότι ἐγνώριζαν, ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ ἐμαρτύρουν περὶ τούτου, εἴτε διὰ νὰ φαίνωνται σύμμαχοι καὶ συνεργᾶται του καὶ ὕπουλα νὰ ἐλκύουν τὴν ἐμπιστοσύνην τοῦ κόσμου, εἴτε καὶ διὰ νὰ προκαλέσουν παράκαιρον συναγερμὸν τοῦ λαοῦ ὑπὲρ τοῦ Ἰησοῦ πρὸς βλάβην καὶ ζημίαν τοῦ ἔργου του. 42 Ὅταν δὲ ἔγινεν ἡμέρα, ὁ Ἰησοῦς ἐβγῆκε καὶ ἐπῆγεν εἰς ἔρημον τόπον. Καὶ τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ ἔψαχναν νὰ τὸν εὕρουν, καὶ ἦλθαν ἕως ἐκεῖ ποὺ ἦτο. Καὶ προσεπάθουν μὲ παρακλήσεις νὰ τὸν κρατήσουν, ὥστε νὰ μὴ ἀναχωρήσῃ ἀπὸ τὴν πόλιν των. 43 Ἀλλ’ αὐτὸς τοὺς εἶπεν, ὅτι σύμφωνα μὲ τὸ προκαθωρισμένον σχέδιον τοῦ Πατρός μου πρέπει καὶ εἰς ἄλλας πόλεις νὰ κηρύξω τὸ χαρμόσυνον μήνυμα, ὅτι μετ’ ὀλίγον ὁ Θεὸς θεμελιώνει καὶ ἐπὶ τῆς γῆς τὴν βασιλείαν του· διότι δι’ αὐτὸ ἀκριβῶς ἔχω ἀποσταλῆ ἀπὸ τὸν Πατέρα μου, διὰ νὰ κηρύξω ὅχι μόνον εἰς τοὺς κατοίκους τῆς Καπερναούμ, ἀλλ’ εἰς ὅλους τοὺς Ἰσραηλίτας. 44 Καὶ ἐξηκολούθει νὰ κηρύττῃ εἰς τὰς συναγωγὰς τῆς Γαλιλαίας.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Δ´ 38 - 44


38 Επειτα δε από την θεραπείαν του δαιμονιώντος εξεκίνησε και ανεχώρησε από την συναγωγήν και επήγε στο σπίτι του Σιμωνος. Η δε πενθερά του Σιμωνος είχε μεγάλον πυρετόν και τον παρεκάλεσαν να την θεραπεύση. 39 Και αφού επλησίασε και εστάθη από επάνω της, διέταξε τον πυρετόν και την αφήκεν αμέσως. Αυτή δε αμέσως εσηκώθη και χωρίς να αισθάνεται καμμίαν αδυναμίαν από την ασθένειάν της, τους υπηρετούσε. 40 Κατά δε την δύσιν του ηλίου, όλοι όσοι είχον ασθενείς από διαφόρους νόσους, τους έφεραν προς αυτόν. Αυτός δε, αφού έθετε τα χέρια του στον καθένα από αυτούς, τους εθεράπευσε. 41 Εφευγαν δε και δαιμόνια από πολλούς, τα οποία εκραύγαζαν δυνατά και έλεγαν ότι· “συ είσαι ο Χριστός, ο υιός του Θεού”. Ο δε Ιησούς τα επέπλητε και δεν τα άφινε να ομιλούν, διότι εγνώριζαν ότι αυτός είναι ο Χριστός. (Δεν ήθελε την δολίαν μαρτυρίαν των πονηρών πνευμάτων). 42 Οταν δε έγινε ημέρα ο Ιησούς ανεχώρησε και επήγεν εις έρημον τόπον και τα πλήθη τον αναζητούσαν. Και ήλθον έως εκεί, που ήτο, και προσπαθούσαν με τα λόγια των να τον κρατήσουν, να μη φύγη από την πόλιν των. 43 Εκείνος όμως τους είπεν, ότι “πρέπει να κηρύξω το χαρμόσυνον μήνυμα της βασιλείας του Θεού και εις άλλας πόλεις, διότι δι' αυτόν ακριβώς τον σκοπόν έχω σταλή από τον πατέρα μου”. 44 Και εκήρυσσε το Ευαγγέλιον εις τας συναγωγάς της Γαλιλαίας.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα