❌
Παρασκευή, 10 Σεπτεμβρίου 2021

Αγίες Μηνοδώρα, Μητροδώρα και Νυμφοδώρα
Μηνοδώρας, Μητροδώρας, Νυμφοδὠρας τῶν μαρτύρων (+305-311). Ἀνάμνησις θαύματος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἑν ᾿Ορχομενῷ (1943).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β' Ζ´ 10 - 16


10 ἡ γὰρ κατὰ Θεὸν λύπη μετάνοιαν εἰς σωτηρίαν ἀμεταμέλητον κατεργάζεται· ἡ δὲ τοῦ κόσμου λύπη θάνατον κατεργάζεται. 11 ἰδοὺ γὰρ αὐτὸ τοῦτο, τὸ κατὰ Θεὸν λυπηθῆναι ὑμᾶς, πόσην κατειργάσατο ὑμῖν σπουδήν, ἀλλὰ ἀπολογίαν, ἀλλὰ ἀγανάκτησιν, ἀλλὰ φόβον, ἀλλὰ ἐπιπόθησιν, ἀλλὰ ζῆλον, ἀλλὰ ἐκδίκησιν! ἐν παντὶ συνεστήσατε ἑαυτοὺς ἁγνοὺς εἶναι τῷ πράγματι. 12 ἄρα εἰ καὶ ἔγραψα ὑμῖν, οὐχ εἵνεκεν τοῦ ἀδικήσαντος, οὐδὲ εἵνεκεν τοῦ ἀδικηθέντος, ἀλλ’ εἵνεκεν τοῦ φανερωθῆναι τὴν σπουδὴν ὑμῶν τὴν ὑπὲρ ἡμῶν πρὸς ὑμᾶς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. 13 Διὰ τοῦτο παρεκεκλήμεθα. ἐπὶ δὲ τῇ παρακλήσει ὑμῶν περισσοτέρως μᾶλλον ἐχάρημεν ἐπὶ τῇ χαρᾷ Τίτου, ὅτι ἀναπέπαυται τὸ πνεῦμα αὐτοῦ ἀπὸ πάντων ὑμῶν· 14 ὅτι εἴ τι αὐτῷ ὑπὲρ ὑμῶν κεκαύχημαι, οὐ κατῃσχύνθην, ἀλλ’ ὡς πάντα ἐν ἀληθείᾳ ἐλαλήσαμεν ὑμῖν, οὕτω καὶ ἡ καύχησις ἡμῶν ἡ ἐπὶ Τίτου ἀλήθεια ἐγενήθη. 15 καὶ τὰ σπλάγχνα αὐτοῦ περισσοτέρως εἰς ὑμᾶς ἐστιν ἀναμιμνησκομένου τὴν πάντων ὑμῶν ὑπακοήν, ὡς μετὰ φόβου καὶ τρόμου ἐδέξασθε αὐτόν. 16 χαίρω ὅτι ἐν παντὶ θαρρῶ ἐν ὑμῖν.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β' Ζ´ 10 - 16


10 Τουναντίον μάλιστα ὠφελήθητε πνευματικῶς. Διότι ἡ λύπη, ποὺ εἶναι σύμφωνος πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα μετάνοιαν, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ εἰς σωτηρίαν. Καὶ ἐκεῖνος, ποὺ αἰσθάνεται τὴν μετάνοιαν αὐτήν, δὲν θὰ μεταμεληθῇ ποτὲ διὰ τὴν μεταβολὴν αὐτὴν καὶ τὸ ἄλλαγμα τῶν σκέψεων καὶ ἀποφάσεών του. Ἡ λύπη ὅμως, τὴν ὁποίαν προκαλεῖ ἡ προσκόλλησις εἰς τὸν κόσμον, ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τὸν ψυχικόν, κάποτε δὲ καὶ αὐτὸν τὸν σωματικὸν θάνατον. 11 Τὸ ὅτι δὲ ἡ σύμφωνος πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ λύπη φέρει ὡς ἀποτέλεσμα μετάνοιαν σωτηριώδη, ἀποδεικνύεται καὶ ἀπὸ τὴν ἰδικήν σας περίπτωσιν. Διότι, ἰδοὺ ἀκριβῶς αὐτὸ τὸ ὅτι ἐλυπήθητε σεῖς σύμφωνα πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, πόσον δραστηρίους καὶ σπουδαίους σᾶς ἔκαμεν, ἀλλὰ καὶ ποίαν ἀπολογίαν σᾶς ἔδωκεν, ὥστε νὰ εἶσθε τώρα δικαιολογημένοι ἀπέναντί μου· ἀλλὰ καὶ ποίαν ἀγανάκτησιν ἐδημιούργησε μέσα σας κατὰ τοῦ ἁμαρτήσαντος· ἀλλὰ καὶ φόβον, μήπως τιμωρηθῆτε ἀπὸ τὸν Θεόν· ἀλλὰ καὶ πόθον σφοδρὸν νὰ μὲ ἐπανίδητε, ἀλλὰ καὶ ζῆλον ὑπὲρ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ ἐκδίκησιν κατὰ τοῦ κακοῦ. Μὲ ὅλην τὴν διαγωγήν σας ἐσυστήσατε τοὺς ἑαυτούς σας καὶ ἀπεδείξατε, ὅτι εἶσθε καθαροὶ ἀπὸ πᾶσαν εὐθύνην καὶ ἐνοχὴν εἰς τὴν ὑπόθεσιν αὐτήν. 12 Συνεπῶς, ἂν καὶ σᾶς ἔγραψα, δὲν σᾶς ἔγραψα κυρίως διὰ νὰ τιμωρηθῇ αὐτὸς ποὺ ἔκαμε τὴν ἀδικίαν, οὔτε διὰ νὰ ἰκανοποιηθῇ αὐτὸς ποὺ ἠδικήθη, ἀλλὰ διὰ νὰ φανερωθῇ μεταξύ σας τὸ ἐνδιαφέρον ποὺ ἔχετε δι' ἠμᾶς, καὶ τὸ βλέπει ὁ Θεός, ὅτι εἶναι εἰλικρινές. 13 Διὰ τοῦτο ἔχομεν παρηγορηθῆ. Κοντὰ δὲ εἰς τὴν παρηγορίαν μας αὐτὴν ἐχάρημεν ἀκόμη περισσότερον διὰ τὴν χαρὰν τοῦ Τίτου, διότι ἀνεπαύθη τὸ πνεῦμα του ἀπὸ ὅλους σᾶς καὶ ἰκανοποιήθη. 14 Ἡ χαρὰ αὐτὴ τοῦ Τίτου ἐπροκάλεσε καὶ εἰς ἑμὲ χαράν, διότι, ἐὰν εἰς κάτι εἶχα καυχηθῆ εἰς αὐτὸν διὰ σᾶς, δὲν ἐντροπιάσθην, ἀλλὰ καθὼς καὶ εἰς σᾶς ὅλα μὲ ἀλήθειαν τὰ εἴπαμεν καὶ τὰ ἐδιδάξαμεν, ἔτσι καὶ εἰς τὸν Τίτον ἡ καύχησίς μας ἀπεδείχθη ἀλήθεια. 15 Καὶ ἡ καρδία του περισσότερον τώρα, παρ’ ὅσον ἄλλοτε εἶναι προσκολλημένη εἰς σᾶς, διότι ἐνθυμεῖται τὴν ὑπακοὴν ὅλων σας. Ἐνθυμεῖται, πῶς τὸν ἐδέχθητε μὲ φόβον καὶ μὲ τρόμον, μήπως τὸν δυσαρεστήσετε εἰς τίποτε καὶ δὲν ἐπιδείξετε εἰς αὐτὸν τὴν πρέπουσαν συμπεριφοράν. 16 Χαίρω, διότι εἰς ὅλα ἠμπορῶ να ἔχω θάρρος καὶ να βασίζωμαι εἰς σᾶς.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β' Ζ´ 10 - 16


10 Ωφέλειαν πνευματικήν σας έφερεν η λύπη αυτή. Διότι η κατά Θεόν λύπη κατεργάζεται την ειλικρινή μετάνοιαν, δια την οποίαν ποτέ δεν θα μεταμεληθή ο λυπούμενος και η οποία φέρει ως καρπόν την σωτηρίαν. Η λύπη όμως, την οποίαν δια της αμαρτίας του προκαλεί ο κόσμος, έχει ως καρπόν και αποτέλεσμά της τον θάνατον τον πνευματικόν. 11 Αλλωστε ίδετε και μόνοι σας· ότι δηλαδή αυτό τούτο, το ότι ελυπηθήκατε κατά Θεόν, πόσην δραστηριότητα προς διόρθωσιν ανέπτυξεν εις σας, αλλά και ποίαν απολογίαν σας εχάρισε απέναντί μου, αλλά και αγανάκτησιν εναντίον του εκτραπέντος αδελφού, αλλά και φόβον μήπως ο Θεός τιμωρήση μαζή μ' εκείνον και σας, αλλά και σφπδράν επιθυμίαν να με ίδετε, αλλά και ιερόν ζήλον και ενθουσιασμόν, αλλά και τιμωρίαν κατά του κακού κατά λόγον δικαιοσύνης. Με όλους αυτούς τους τρόπους απεδείξατε, ότι είσθε καθαροί και ανεύθυνοι εις την υπόθεσιν αυτήν του παρεκτραπέντος. 12 Επομένως αν και σας έγραψα, δεν σας έγραψα ένεκα του αδικήσαντος, δια να ζητήσω την τιμωρίαν του, ούτε ένεκα του αδικηθέντος, δια να ζητήσω την ικανοποίησίν του, αλλά δια να φανερωθή το ζωηρόν σας υπέρ ημών ενδιαφέρον και η φροντίς σας να συμμορφωθήτε προς όσα σας έγραψα· και ταύτα ενώπιον του Θεού. 13 Δια τούτο ακριβώς έχομεν παρηγορηθ. Επί πλέον δε κοντά εις την παρηγορίαν σας εχαρήκαμε και ημείς πιο πολύ δια την χαράν που εδοκίμασεν ο Τιτος, επειδή το πνεύμα του έχει αναπαυθή από όλους σας. 14 Η χαρά του Τιτου με ικανοποίησε, διότι, εάν έχω κάπως καυχηθη ενώπιον αυτού δια σας, δεν εντροπιάσθηκα, αλλά, όπως όλα με αλήθειαν τα εδιδάξαμεν εις σας, έτσι και η καύχησίς μας δια σας στον Τιτον απεδείχθη αληθινή. 15 Και η καρδιά του τώρα είναι ακόμη περισσότερον δοσμένη εις σας, διότι ενθυμείται την υπακοήν όλων σας, όπως επίσης και το πως τον εδεχθήκατε με φόβον και τρόμον, μήπως τυχόν και με νέαν τινά αταξίαν τον λυπήσετε. 16 Χαίρω, διότι δια το κάθε τι πλέον ημπορω να έχω θάρρος και παποίθησιν εις σας.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Γ´ 16 - 21


16 Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. 17 οὐ γὰρ ἀπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ εἰς τὸν κόσμον ἵνα κρίνῃ τὸν κόσμον, ἀλλ’ ἵνα σωθῇ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ. 18 ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν οὐ κρίνεται· ὁ δὲ μὴ πιστεύων ἤδη κέκριται, ὅτι μὴ πεπίστευκεν εἰς τὸ ὄνομα τοῦ μονογενοῦς υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. 19 αὕτη δέ ἐστιν ἡ κρίσις, ὅτι τὸ φῶς ἐλήλυθεν εἰς τὸν κόσμον καὶ ἠγάπησαν οἱ ἄνθρωποι μᾶλλον τὸ σκότος ἢ τὸ φῶς, ἦν γὰρ πονηρὰ αὐτῶν τὰ ἔργα. 20 πᾶς γὰρ ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τὸ φῶς καὶ οὐκ ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα μὴ ἐλεγχθῇ τὰ ἔργα αὐτοῦ· 21 ὁ δὲ ποιῶν τὴν ἀλήθειαν ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα φανερωθῇ αὐτοῦ τὰ ἔργα, ὅτι ἐν Θεῷ ἐστιν εἰργασμένα.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Γ´ 16 - 21


16 Μὴ σοῦ φαίνεται δὲ παράδοξον τὸ ὅτι πρόκειται διὰ τὴν σωτηρίαν σας νὰ ὑψωθῇ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου. Διότι τόσον πολὺ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον τῶν ἀνθρώπων, ποὺ ἔζῃ εἰς τὴν ἁμαρτίαν, ὥστε παρέδωκεν εἰς θάνατον τὸν μονάκριβον Υἱόν του, διὰ νὰ μὴ χαθῇ εἰς αἰώνιον θάνατον καθένας, ποὺ πιστεύει εἰς αὐτόν, ἀλλὰ νὰ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. 17 Διότι δὲν ἀπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν Υἱόν του εἰς τὸ ἁμαρτωλὸν γένος τῶν ἀνθρώπων, διὰ νὰ κατακρίνῃ καὶ καταδικάσῃ τὸ γένος αὐτό, ὅπως φρονεῖτε σεῖς οἱ Ἰουδαῖοι περὶ τοῦ Μεσσίου, ὅτι θὰ σώσῃ μόνον τοὺς Ἰουδαίους καὶ θὰ κατακρίνῃ τὰ λοιπὰ ἔθνη. Ἀλλὰ τὸν ἀπέστειλε διὰ νὰ σωθῇ ὁλόκληρος ὁ κόσμος τῶν ἀνθρώπων δι’ αὐτοῦ. 18 Ὅποιος πιστεύει εἰς αὐτὸν εἴτε Ἰουδαῖος εἶναι, εἴτε ἐθνικός, δὲν κατακρίνεται· ὅποιος ὅμως δὲν πιστεύει, ἔχει κατακριθῇ μόνος του ἀπὸ τώρα, διότι δὲν ἔχει πιστεύσει εἰς τὸ ὄνομα τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ διὰ τῆς ἀπιστίας του ἀπέκλεισε μόνος τὸν ἑαυτόν του ἀπὸ τὸν προσκαλοῦντα αὐτὸν εἰς σωτηρίαν Λυτρωτήν. 19 Ὁ λόγος λοιπὸν καὶ ἡ αἰτία, διὰ τὴν ὁποίαν κρίνονται καὶ καταδικάζονται οἱ ἄπιστοι, εἶναι οὗτος, ὅτι τὸ φῶς τῆς ἀληθείας, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἦλθεν εἰς τὸν κόσμον, ἀλλ’ οἱ ἄνθρωποι ἐπροτίμησαν τὸ σκοτάδι τῆς πλάνης καὶ ὄχι τὸ φῶς. Καὶ ἔκαμαν τὴν προτίμησιν αὐτήν, διότι ἦσαν πονηρὰ τὰ ἔργα τους. 20 Διότι καθένας, ποὺ ἐπιμένει νὰ πράττῃ ἔργα πονηρὰ καὶ κακά, δὲν ἀδιαφορεῖ ἁπλῶς, ἀλλ’ ἀποστρέφεται τὸ φῶς καὶ δὲν ἔρχεται εἰς τὸ φῶς, διὰ νὰ μὴ γίνῃ φανερὰ ἡ ἀσχημία καὶ ἡ φαυλότης τῶν ἔργων του καὶ προκληθῇ οὕτως ἡ ἀποδοκιμασία του καὶ ἡ ἐξέγερσις τῆς συνειδήσεώς του. 21 Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ πράττει τὰ ἔργα, τὰ ὁποῖα ἐπιβάλλει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὸ ὁποῖον εἶναι ἀλήθεια, ὅπως ἀλήθεια εἶναι καὶ αὐτὸς ὁ Θεός, ἔρχεται κοντὰ εἰς τὸ φῶς καὶ πλησιάζει εἰς τὸν Ἰησοῦν παραδιδόμενος εἰς αὐτὸν μετὰ πάσης ἐμπιστοσύνης. Πράττει δὲ τοῦτο, διότι θέλει νὰ γίνῃ φανερὰ ἡ ποιότης καὶ ἡ ἠθικὴ ἀξία τῶν ἔργων του, διὰ νὰ βεβαιωθῇ ἔτσι καὶ αὐτὸς καὶ πληροφορηθῇ ἡ συνείδησίς του, ὅτι τὰ ἔργα αὐτὰ ἔχουν γίνει σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Γ´ 16 - 21


16 Διότι τόσον πολύ ηγάπησεν ο Θεός τον βυθισμένον εις τας αμαρτίας κόσμον, ώστε παρέδωκεν εις σταυρικόν θάνατον τον μονογενή του Υιόν· δια να μη καταδικασθή εις την αιωνίαν απώλειαν κάθε ένας που θα πιστεύη εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον. 17 Διότι δεν έστειλεν ο Θεός τον Υιόν του στον κόσμον δια να κρίνη και καταδικάση τον κόσμον, αλλά δια να σωθή ο κόσμος με την θυσίαν αυτού. 18 Καθε ένας που πιστεύει εις αυτόν, εις οποιοδήποτε έθνος και αν ανήκη, δεν καταδικάζεται. Οποιος όμως δεν πιστεύει, έχει καταδικασθή από τώρα, ακριβώς διότι δεν επίστεψε στο όνομα του μονογενούς Υιού του Θεού, και με την απιστίαν του απέκλεισεν αυτός μόνος τον εαυτόν του από την σωτηρίαν. 19 Αυτή δε είναι και η αιτία της καταδίκης των απίστων· ότι δηλαδή το φως, ο Υιός του Θεού, ήλθεν στον κόσμον, αλλά οι άνθρωποι ηγάπησαν και έδωσαν μάλλον την καρδιά τους στο σκοτάδι και όχι στο φως. Και τούτο, διότι τα έργα των ήσαν πονηρά. 20 Διότι κάθε ένας που αμετανοήτως πράττει έργα κακά και διεστραμμένα, αντιπαθεί και αποστρέφεται το φως και δεν έρχεται στο φως, δια να μη φανερωθούν τα φαύλα έργα του. 21 Καθένας δε που ζη και πράττει σύμφωνα με την αλήθειαν του Θεού, έρχεται στο φως, πλησιάζει με εμπιστοσύνην στον Κυριον Ιησούν, δια να φανερωθή η ποιότης και η αξία των έργων του, να πληροφορηθή δε και ο ίδιος ότι πράγματι αυτά έχουν γίνει σύμφωνα με το θέλημα του Θεού”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα