ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Ϛ´ 20 - 20
20 Διότι έχετε εξαγορασθή με πολύτιμον τίμημα, δηλαδή με το ανεκτίμητον αίμα του Χριστού. Αποφεύγετε, λοιπόν, κάθε σαρκικήν εκτροπήν, που μολύνει το σώμα, και δοξάσατε τον Θεόν με όλην σας την προσωπικότητα, με το σώμα σας και με το πνεύμα σας, τα οποία είναι του Θεού.
ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Ζ´ 1 - 12
1 Ως προς εκείνα δε που μου εγράψατε, σας λέγω ότι καλόν είναι να μη εγγίση καθόλου ο άνθρωπος γυναίκα.
2 Επειδή όμως ο άνθρωπος είναι αδύνατος και υπάρχει φόβος να παρασυρθή εις πορνείας, ας έχη ο καθένας την γυναίκα του και καθεμία ας έχη τον άνδρα της.
3 Εις την σύζυγόν του ο άνδρας ας αποδίδη, καθ' ο άλλωστε καθήκον έχει, την στοργήν, την συμπάθειαν και την προστασίαν, που της οφείλεται. Ομοίως και η γυναίκα ας αποδίδη τα αυτά στον άνδρα της.
4 Η γυναίκα δεν εξουσιάζει το σώμα της, αλλά, σύμφωνα με τον νόμον του Θεού και έντος του νόμου του Θεού, το εξουσιάζει ο ανήρ· ομοίως και ο άνδρας δεν εξουσιάζει το σώμα του, αλλά το εξουσιάζει η σύζυγός του.
5 Μη αποστερείτε δε ο ένας τον άλλον, εκτός εάν αυτό το κάνετε κατόπιν κοινής συμφωνίας και επί ωρισμένον χρονικόν διάστημα, δια να επιδίδεσθε απερίσπαστοι με μεγαλυτέραν προθυμίαν και αφωσίωσιν εις την νηστείαν και την προσευχήν. Και πάλιν να επανέρχεσθε εις τας συζυγικάς σας σχέσεις, δια να μη δίδετε αφορμήν και ευκαιρίαν, λόγω της ακρατείας σας, να σας πειράζει ο σατανάς.
6 Αυτό που σας είπα, να μη αποστερήτε δηλαδή ο ένας τον άλλον, το λέγω ως υποχώρησιν και συγκατάβασιν δια την πνευματικήν σας αδυναμίαν. Δεν σας το επιβάλλω ως εντολήν.
7 Διότι εγώ θέλω να είναι όλοι οι άνθρωποι όπως είμαι και εγώ, δηλαδή άγαμος και αφωσιωμένος στον Θεόν, αλλ' ο καθένας έχει από τον Θεόν ιδικόν του ιδιαίτερον χάρισμα, άλλος μεν έχει το χάρισμα να ζη κατ' αυτόν τον τρόπον, δηλαδή άγαμος· άλλος δε να ζη κατά διαφορετικόν τρόπον, δηλαδή έγγαμος.
8 Λεγω δε στους αγάμους και εις τας χήρας, ότι είναι καλόν και συμφέρον δι' αυτούς, εάν μείνουν όπως εγώ, δηλαδή άγαμοι.
9 Εάν όμως δεν αισθάνωνται την δύναμιν να εγκρατευθούν, αυτό σημαίνει ότι δεν έχουν το χάρισμα της αγαμίας, και ας προχωρήσουν εις γάμον. Διότι είναι προτιμότερον να έλθη κανείς εις γάμον, παρά να πυρποληται από την φλόγα της σαρκικής επιθυμίας.
10 Εις εκείνους δε οι οποίοι έχουν έλθει εις γάμον, δίδω την εντολήν, όχι εγώ, αλλά ο Κυριος, η γυναίκα να μη χωρισθή από τον άνδρα της.
11 Εάν όμως συμβή και χωρισθή, ας μένη άγαμος η ας συμφιλιωθή με τον άνδρα της. Αλλά και ο άνδρας να μη αφίνη την γυναίκα του.
12 Εις δε τους άλλους εγγάμους, εγώ ως απόστολος του Κυρίου, και όχι κατ' ευθείαν ο Κυριος, λέγω· εάν κανένας αδελφός Χριστιανός έχη γυναίκα άπιστον, που την έλαβε ως σύζυγον, πριν και αυτός πιστεύση, και αυτή συγκατατίθεται προθύμως να κατοική μαζή του, ας μη την απομπέμπη.