❌
Κυριακή, 28 Μαρτίου 2021

Β΄ Κυριακή των Νηστειών - Γρηγορίου του Παλαμά, Όσιος Ιλαρίων ο Νέος, Άγιος Ηρωδίων ο Απόστολος, Οσία Γαβριηλία (Παπαγιάννη), η Κωνσταντινουπολίτις, η εν Λέρω τελειωθείσα
Β΄ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ. Ἐν ᾗ μνήμην ἐπιτελοῦμεν τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Γρηγορίου, Ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, τοῦ Παλαμᾶ. Τοῦ Ὁσίου Ἱλαρίωνος τοῦ Νέου, Ἡγουμένου τῆς Μονῆς Πελεκητῆς.
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον
Ἑωθινόν


ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Α´ 10 - 14


10 καί· σὺ κατ’ ἀρχάς, Κύριε, τὴν γῆν ἐθεμελίωσας, καὶ ἔργα τῶν χειρῶν σού εἰσιν οἱ οὐρανοί· 11 αὐτοὶ ἀπολοῦνται, σὺ δὲ διαμένεις· καὶ πάντες ὡς ἱμάτιον παλαιωθήσονται, 12 καὶ ὡσεὶ περιβόλαιον ἑλίξεις αὐτούς, καὶ ἀλλαγήσονται· σὺ δὲ ὁ αὐτὸς εἶ, καὶ τὰ ἔτη σου οὐκ ἐκλείψουσι. 13 πρὸς τίνα δὲ τῶν ἀγγέλων εἴρηκέ ποτε· κάθου ἐκ δεξιῶν μου ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου; 14 οὐχὶ πάντες εἰσὶ λειτουργικὰ πνεύματα εἰς διακονίαν ἀποστελλόμενα διὰ τοὺς μέλλοντας κληρονομεῖν σωτηρίαν;

ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Β´ 1 - 3


1 Διὰ τοῦτο δεῖ περισσοτέρως ἡμᾶς προσέχειν τοῖς ἀκουσθεῖσι, μή ποτε παραρρυῶμεν. 2 εἰ γὰρ ὁ δι’ ἀγγέλων λαληθεὶς λόγος ἐγένετο βέβαιος, καὶ πᾶσα παράβασις καὶ παρακοὴ ἔλαβεν ἔνδικον μισθαποδοσίαν, 3 πῶς ἡμεῖς ἐκφευξόμεθα τηλικαύτης ἀμελήσαντες σωτηρίας; ἥτις ἀρχὴν λαβοῦσα λαλεῖσθαι διὰ τοῦ Κυρίου, ὑπὸ τῶν ἀκουσάντων εἰς ἡμᾶς ἐβεβαιώθη,

ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Α´ 10 - 14


10 Καὶ πάλιν λέγει ἡ Γραφὴ περὶ τοῦ Υἱοῦ· Σύ, Κύριε, ἐν τῇ ἀρχῇ τῆς δημιουργίας ἐστήριξες τὴν γῆν σὰν ἐπάνω εἰς θεμέλιον στερεὸν καὶ ἔργα τῶν χειρῶν σου εἶναι οἱ οὐρανοί. 11 Αὐτοὶ θὰ χαλασθοῦν καὶ θὰ ἀλλάξουν τὸ σημερινόν των σχῆμα. Σὺ ὅμως παραμένεις ἀναλλοίωτος καὶ ἀμετάβλητος. Καὶ ὅλος ὁ κόσμος σὰν ἔνδυμα θὰ παληώσῃ 12 καὶ σὰν ἐξωτερικὸν ροῦχον, ποὺ περιβάλλονται οἱ ἄνθρωποι, θὰ τὸν γυρίσῃς καὶ θὰ τὸν περιτυλίξῃς καὶ θὰ ἀλλάξῃ γινόμενος καινούργιος. Σὺ ὅμως εἶσαι πάντοτε ὁ ἴδιος καὶ τὰ ἔτη σου θὰ εἶναι ἀτελείωτα. 13 Πρὸς ποῖον δὲ ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους ἔχει εἴπει ποτὲ ὁ ἐπουράνιος Πατήρ· κάθησε τώρα μετὰ τὴν ἀνάληψίν σου εἰς τὰ δεξιά μου, μέχρις ὅτου θέσω τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον, ἐπὶ τοῦ ὁποίου θὰ πατοῦν τὰ πόδια σου διὰ νὰ ἔχῃς αἰωνίως ἀδιαφιλονείκητον τὴν ἐξουσίαν; Εἰς κανένα. 14 Δὲν εἶναι ὅλοι οἱ ἄγγελοι πνεύματα ὑπηρετικά, τὰ ὁποῖα δὲν ἐνεργοῦν ἀπὸ ἰδικήν των πρωτοβουλίαν, ἀλλ’ ἀποστέλλονται ἀπὸ τὸν Θεὸν εἰς ὑπηρεσίαν δι’ ἐκείνους, ποὺ μέλλουν νὰ κληρονομοῦν τὴν αἰώνιον ζωήν;

ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Β´ 1 - 3


1 Αφοῦ λοιπὸν τόσον ὑπέροχος εἶναι ὁ Υἱός, δι’ αὐτὸ πρέπει καὶ ἡμεῖς περισσότερον νὰ προσέχωμεν εἰς ἐκεῖνα, ποὺ ἠκούσαμεν διὰ τοῦ κηρύγματος καὶ τὰ ὁποῖα εἶναι λόγοι τοῦ Υἱοῦ καὶ τῶν Ἀποστόλων του. Εἶναι ἐπείγουσα ἀνάγκη νὰ προσέχωμεν, μήπως ἐξ ἀπροσεξίας μᾶς συμβῇ νὰ παρασυρθῶμεν καὶ πέσωμεν ἔξω. 2 Ἀλλοίμονον δέ, ἐὰν πέσωμεν ἔξω. Διότι, ἐὰν ὁ νόμος, ποὺ ἐλέχθη εἰς τὸν Μωϋσῆν διὰ μέσου ἀγγέλων, ἀπεδείχθη βέβαιος καὶ ἰσχυρὸς καὶ πᾶσα παράβασίς του καὶ παρακοὴ ἔλαβε δικαίαν ἀνταπόδοσιν καὶ τιμωρίαν, 3 πῶς ἠμεῖς θὰ διαφύγωμεν τὴν τιμωρίαν, ἐὰν ἀμελήσωμεν μίαν τόσον μεγάλην καὶ σπουδαίαν σωτηρίαν; Ἡ σωτηρία αὐτὴ δὲν ἐλέχθη δι’ ἀγγέλων, ὅπως ὁ νόμος, ἀλλ’ ἀφοῦ ἤρχισε νὰ κηρύττεται ἀπὸ αὐτὸν τὸν Κύριον, μᾶς παρεδόθη ὡς βεβαία καὶ ἀξιόπιστος ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους, ποὺ τὴν ἤκουσαν ἀμέσως ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Κυρίου.

ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Α´ 10 - 14


10 Και, πάλιν η Γραφή άλλου λέγει· “συ, Κυριε, εις την αρχήν της δημιουργίας εστερέωσας την γην επάνω εις ασφαλές θεμέλιον και έργα των ιδικών σου χειρών, είναι οι ουρανοί· 11 αυτοί θα χαθούν από την σημερινήν των μορφήν και θα αλλάξουν, συ όμως παραμένεις πάντοτε αιώνιος και αναλλοίωτος· τα πάντα σαν ένδυμα θα παληώσουν 12 και σαν εξωτερικόν ένδυμα θα τους περιτυλίξης και θα αλλάξουν μορφήν, συ όμως είσαι ο ίδιος πάντοτε και τα έτη σου δεν θα λάβουν ποτέ τέλος”. 13 Προς ποίον δε από τους αγγέλους είπεν ποτέ ο Θεός και Πατήρ· “κάθισε εις τα δεξιά μου έως ότου βάλω τους εχθρούς σου κάτω από τα πόδιά σου, σαν υποπόδιον, επάνω στο οποίον θα πατάς;” 14 Ολοι οι άγγελοι είναι πνεύματα υπηρετικά, τα οποία αποστέλλονται από τον Θεόν, δια να εξυπηρετούν αυτούς, που μέλλουν να κληρονομήσουν την σωτηρίαν.

ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Β´ 1 - 3


1 Επειδή ακριβώς τόσον ασύγκριτα ανώτερος είναι ο Υιός, δια τούτο πρέπει πολύ περισσότερον να προσέχωμεν εις εκείνα, τα οποία ηκούσαμεν από το κήρυγμα των Αποστόλων, που είναι ιδικόν του κήρυγμα, μήπως τυχόν ποτέ παρεκκλίνωμεν από τον δρόμον της σωτηρίας. 2 Διότι εάν ο παλαιός νόμος, που ελέχθη στον Μωϋσήν δια μέσου των αγγέλων, απεδείχθη έγκυρος και ισχυρός και κάθε παράβασις αυτού και παρακοή έλαβε σαν μισθόν της την δικαίαν τιμωρίαν, 3 πως ημείς θα διαφύγωμεν την τιμωρίαν, εάν παραμελήσωμεν μίαν τόσον μεγάλην και ανεκτίμητον σωτηρίαν; Η σωτηρία δε αυτή ήρχισε να διδάσκεται από αυτόν τούτον τον Κυριον, παρεδόθη δε εις ημάς ως κατά πάντα βεβαία και αξιόπιστος από εκείνους, που την ήκουσαν κατ' ευθείαν από το στόμα του Κυρίου, δηλαδή από τους Αποστόλους.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Β´ 1 - 12


1 Καὶ εἰσῆλθε πάλιν εἰς Καπερναοὺμ δι’ ἡμερῶν καὶ ἠκούσθη ὅτι εἰς οἶκόν ἐστι. 2 καὶ εὐθέως συνήχθησαν πολλοὶ, ὥστε μηκέτι χωρεῖν μηδὲ τὰ πρὸς τὴν θύραν· καὶ ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον. 3 καὶ ἔρχονται πρὸς αὐτὸν παραλυτικὸν φέροντες, αἰρόμενον ὑπὸ τεσσάρων. 4 καὶ μὴ δυνάμενοι προσεγγίσαι αὐτῷ διὰ τὸν ὄχλον, ἀπεστέγασαν τὴν στέγην ὅπου ἦν, καὶ ἐξορύξαντες χαλῶσι τὸν κράβαττον ἐφ’ ᾧ ὁ παραλυτικὸς κατέκειτο. 5 ἰδὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν λέγει τῷ παραλυτικῷ· Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου. 6 ἦσαν δέ τινες τῶν γραμματέων ἐκεῖ καθήμενοι καὶ διαλογιζόμενοι ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν· 7 Τί οὗτος οὕτως λαλεῖ βλασφημίας; τίς δύναται ἀφιέναι ἁμαρτίας εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός; 8 καὶ εὐθέως ἐπιγνοὺς ὁ Ἰησοῦς τῷ πνεύματι αὐτοῦ ὅτι οὕτως αὐτοὶ διαλογίζονται ἐν ἑαυτοῖς εἶπεν αὐτοῖς· Τί ταῦτα διαλογίζεσθε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; 9 τί ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν τῷ παραλυτικῷ, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι, ἢ εἰπεῖν, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει; 10 ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀφιέναι ἐπὶ τῆς γῆς ἁμαρτίας - λέγει τῷ παραλυτικῷ· 11 Σοὶ λέγω, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου. 12 καὶ ἠγέρθη εὐθέως, καὶ ἄρας τὸν κράβαττον ἐξῆλθεν ἐναντίον πάντων, ὥστε ἐξίστασθαι πάντας καὶ δοξάζειν τὸν Θεὸν λέγοντας ὅτι Οὐδέποτε οὕτως εἴδομεν.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Β´ 1 - 12


1 Καὶ ὕστερα ἀπὸ μερικὰς ἡμέρας ἐμβῆκε πάλιν εἰς τὴν Καπερναούμ· καὶ ἔγινε γνωστόν, ὅτι εἶναι εἰς κάποιαν οἰκίαν. 2 Καὶ ἀμέσως ἐμαζεύθησαν πολλοί, ὥστε ἀφοῦ ἐγέμισεν ἡ οἰκία, νὰ μὴ χωροῦν πλέον τὸν λαὸν οὔτε τὰ πλησίον τῆς θύρας μέρη. Καὶ τοὺς ἐδίδασκε τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ. 3 Καὶ ἔρχονται πρὸς αὐτὸν καὶ τοῦ ἔφεραν κάποιον παραλυτικόν, ποὺ τὸν ἐσήκωναν ἐπάνω εἰς κρεββάτι τέσσαρες. 4 Καὶ ἐπειδὴ δὲν ἠμποροῦσαν ἐξ αἰτίας τοῦ πλήθους τοῦ λαοῦ νὰ τὸν πλησιάσουν, ἐξεσκέπασαν τὴν σκέπην εἰς τὸ μέρος, ὅπου ὁ Κύριος εὑρίσκετο καί, ἀφοῦ ἤνοιξαν τρῦπαν, ἔρριψαν κάτω σιγὰ τὸ κρεββάτι, ἐπὶ τοῦ ὁποίου ἦτο ἑξαπλωμενος ὁ παραλυτικός. 5 Ὅταν δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶδε τὴν πίστιν, ποὺ εἶχαν καὶ ὁ παραλυτικὸς καὶ ἐκεῖνοι ποὺ τὸν ἔφεραν, λέγει εἰς τὸν παραλυτικόν, ὁ ὁποῖος εὑρίσκετο εἰς ἀνησυχίαν, μήπως αἱ ἁμαρτίαι του γίνουν ἐμπόδιον εἰς τὴν θεραπείαν του· τέκνον, σοῦ ἔχουν συγχωρηθῇ αἱ ἁμαρτίαι σου, αἱ ὁποῖαι εἶναι καὶ ἡ αἰτία τῆς σωματικῆς σου παραλύσεως. 6 Ἦσαν δὲ μερικοὶ ἀπὸ τοὺς γραμματεῖς, οἱ ὁποῖοι ἐκάθηντο ἐκεῖ καὶ διελογίζοντο εἰς τὸ ἐσωτερικόν των καὶ εἰς τὰς διανοίας των· 7 Διατὶ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ὁμιλεῖ ἔτσι καὶ ἐκστομίζει βλασφημίας; Ποῖος ἄλλος ἠμπορεῖ νὰ συγχωρῇ ἁμαρτίας, παρὰ μόνον ἕνας, ὁ Θεός; 8 Καὶ ἀμέσως ὁ Ἰησοῦς ἀντελήφθη ὑπερφυσικῶς μὲ τὸ φωτιζόμενον ἀπὸ τὴν θεότητά του πνεῦμα του, ὅτι αὐτοὶ διαλογίζονται μέσα τους ἔτσι, καὶ τοὺς εἶπε· Διατὶ δέχεσθε καὶ κυκλοφορεῖτε τέτοιους λογισμοὺς μέσα εἰς τὰς καρδίας σας; 9 Τί εἶναι εὐκολώτερον, τὸ νὰ εἴπω εἰς τὸν παραλυτικὸν εἶναι συγχωρημέναι αἱ ἁμαρτίαι σου ἢ νὰ τοῦ εἴπω, σήκω καὶ πάρε εἰς τὸν ὦμον σου τὸ κρεββάτι σου καὶ περιπάτει; Σεῖς θεωρεῖτε δυσκολώτερον τὸ τελευταῖον τοῦτο. 10 Διὰ νὰ μάθετε λοιπόν, ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Μεσσίας, ὁ μοναδικὸς ἐκπρόσωπος τῆς ἀνθρωπότητος, ὁ ὁποῖος θὰ ἔλθῃ καὶ πάλιν ἐπὶ τῶν νεφελῶν ὡς Κριτὴς ἔνδοξος, ἔχει ἐξουσίαν νὰ συγχωρῇ ἐπὶ τῆς γῆς ἁμαρτίας - τότε ὁ Κύριος λέγει εἰς τὸν παραλυτικόν· 11 Εἰς σέ, ποὺ πιστεύεις, ὁμιλῶ· σήκω καὶ πάρε εἰς τὸν ὦμον σου τὸ κρεββάτι σου καὶ πήγαινε εἰς τὸν οἶκον σου. 12 Καὶ ἐσηκώθη ἀμέσως καὶ ἀφοῦ ἐπῆρε τὸ κρεββάτι του ἐβγῆκεν ἀπὸ τὸ σπίτι ἐκεῖνο ἐμπρὸς εἰς ὅλους, ὥστε τὸν εἶδαν μὲ τὰ μάτια των καὶ κατεπλάγησαν ὅλοι καὶ ἐδόξασαν τὸν Θεὸν λέγοντες, ὅτι ποτὲ ἕως τώρα δὲν εἴδαμεν ἔτσι, παραλυτικὸς μὲ μίαν προσταγὴν νὰ σηκώνεται ἀμέσως ὑγιὴς καὶ νὰ περιπατῇ.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Β´ 1 - 12


1 Υστερα δε από ολίγας ημέρας, εισήλθε πάλιν ο Κυριος εις την Καπερναούμ και διεδόθη ότι ευρίσκεται εις κάποιο σπίτι. 2 Και αμέσως συγκεντρώθηκαν πολλοί, ώστε εγέμισεν η οικία και δεν υπήρχε πλέον τόπος να τους χωρέση ούτε καντά εις την θύραν. Και εδίδασκε εις αυτούς τον λόγον του Θεού. 3 Και έρχονται προς αυτόν φέροντες ένα παραλυτικόν, τον οποίον εσήκωναν τέσσαρες επάνω εις κρεββάτι. 4 Επειδή δε ένεκα του πολλού πλήθους δεν ήτο δυνατόν να πλησιάσουν τον Κυριον, αφήρεσαν από την στέγην το μέρος εκείνο, κάτω από το οποίον ήτο ο Κυριος, ήνοιξαν τρύπαν και κατέβασαν σιγά το κρεββάτι, όπου ήτο κατάκοιτος ο παραλυτικός. 5 Οταν ο Ιησούς είδε την πίστιν που είχαν, τόσον ο παραλυτικός όσον και εκείνοι που τον έφεραν, λέγει στον παραλυτικόν· “τέκνον, σου συγχωρούνται αι αμαρτίαι, αι οποίαι είναι και αιτία της σωματικής σου ασθενείας”. 6 Ησαν δε και μερικοί από τους γραμματείς, που εκάθηντο εκεί και εσυλλογίζοντο μέσα των· 7 Διατί αυτός ο άνθρωπος εκστομίζει τέτοιες βλασφημίες; Ποιός ημπορεί να συγχωρή αμαρτίες, ει μη μόνον ένας, δηλαδή ο Θεός; 8 Και αμέσως ο Ιησούς αντελήφθη καθαρώτατα, με την θεία δύναμιν του πνεύματός του, ότι έτσι αυτοί εσκέπτοντο μέσα των και τους είπε· “διατί συλλογίζεσθε τέτοια εις τας καρδίας σας; 9 Τι είναι ευκολώτερον, να είπω στον παραλυτικόν, συγχωρούνται οι αμαρτίες σου η να είπω, σήκω επάνω υγιής, πάρε το κρεββάτι στον ώμον σου και περιπάτει; Σεις θεωρείτε δυσκολώτερον το δεύτερον. 10 Δια να μάθετε δε, ότι ο υιός του ανθρώπου έχει εξουσίαν να συγχωρή αμαρτίας εδώ εις την γην-λέγει στον παραλυτικόν· 11 Σε σένα που πιστεύεις λέγω, σήκω επάνω υγιής, πάρε το κρεββάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου”. 12 Και αμέσως εσηκώθη, επήρε το κρεββάτι στον ώμον και εβγήκε ενώπιον όλων, ώστε όλοι να καταπλαγούν και να δοξάζουν τον Θεόν λέγοντες ότι “ποτέ δεν είδαμε τέτοια γεγονότα, να συγχωρούνται με ένα λόγον αμαρτίαι και εις πιστοποίησιν της συγχωρήσεως να θεραπεύεται θαυματουργικώς η παράλυσις”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




Ἦχος α´ - Ἑωθινόν Θ´
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Κ´ 19 - 31


19 Οὔσης οὖν ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τῇ μιᾷ σαββάτων, καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ συνηγμένοι διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον, καὶ λέγει αὐτοῖς· Εἰρήνη ὑμῖν. 20 καὶ τοῦτο εἰπὼν ἔδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τὴν πλευρὰν αὐτοῦ. ἐχάρησαν οὖν οἱ μαθηταὶ ἰδόντες τὸν Κύριον. 21 εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς πάλιν· Εἰρήνη ὑμῖν. καθὼς ἀπέσταλκέ με ὁ πατήρ, κἀγὼ πέμπω ὑμᾶς. 22 καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐνεφύσησε καὶ λέγει αὐτοῖς· Λάβετε Πνεῦμα ἅγιον· 23 ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται. 24 Θωμᾶς δὲ εἷς ἐκ τῶν δώδεκα ὁ λεγόμενος Δίδυμος, οὐκ ἦν μετ’ αὐτῶν ὅτε ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς. 25 ἔλεγον οὖν αὐτῷ οἱ ἄλλοι μαθηταί· Ἑωράκαμεν τὸν Κύριον. ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· Ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὴν χεῖρά μου εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω. 26 Καὶ μεθ’ ἡμέρας ὀκτὼ πάλιν ἦσαν ἔσω οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ καὶ Θωμᾶς μετ’ αὐτῶν. ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον καὶ εἶπεν· Εἰρήνη ὑμῖν. 27 εἶτα λέγει τῷ Θωμᾷ· Φέρε τὸν δάκτυλόν σου ὧδε καὶ ἴδε τὰς χεῖράς μου, καὶ φέρε τὴν χεῖρά σου καὶ βάλε εἰς τὴν πλευράν μου, καὶ μὴ γίνου ἄπιστος, ἀλλὰ πιστός. 28 καὶ ἀπεκρίθη Θωμᾶς καὶ εἶπεν αὐτῷ· Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου. 29 λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Ὅτι ἑώρακάς με, πεπίστευκας· μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες. 30 Πολλὰ μὲν οὖν καὶ ἄλλα σημεῖα ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς ἐνώπιον τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, ἃ οὐκ ἔστι γεγραμμένα ἐν τῷ βιβλίῳ τούτῳ· 31 ταῦτα δὲ γέγραπται ἵνα πιστεύσητε ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ ἵνα πιστεύοντες ζωὴν ἔχητε ἐν τῷ ὀνόματι αὐτοῦ.

Ἦχος α´ - Ἑωθινόν Θ´
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Κ´ 19 - 31


19 Εἰς ἐπιβεβαίωσιν λοιπὸν τῆς μαρτυρίας ταύτης τῆς Μαρίας, ὅταν ἐβράδυασε κατὰ τὴν ἡμέραν ἐκείνην, τὴν πρώτην τῆς ἑβδομάδος, καὶ ἐνῷ αἱ θύραι τοῦ σπιτιοῦ, ὅπου ἦσαν μαζευμένοι οἱ μαθηταί, ἦσαν κλεισταὶ ἕνεκα τοῦ φόβου, ποὺ εἶχαν οὗτοι διὰ τοὺς Ἰουδαίους, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ ἐστάθη εἰς τὸ μέσον καὶ εἶπεν εἰς αὐτούς· ἂς εἶναι εἰρήνη εἰς σᾶς. 20 Καὶ ἀφοῦ εἶπε τοῦτο, ἔδειξεν εἰς αὐτοὺς τὰς χεῖρας καὶ τὴν πλευράν του διὰ να ἴδουν τὰ σημάδια τῶν πληγῶν καὶ πεισθοῦν, ὅτι αὐτὸς ἦτο ὁ σταυρωθεὶς Διδάσκαλός των. Κατόπιν λοιπὸν τῆς πληροφορίας, τὴν ὁποίαν διὰ τῆς ἐπιδείξεως αὐτῆς τῶν θεραπευθεισῶν πληγῶν ἐσχημάτισαν, ἐχάρησαν οἱ μαθηταί, ὅταν εἶδαν τὸν Κύριον. 21 Ὅταν λοιπὸν ἡσύχασε κάπως ἡ πρώτη σφοδρὰ συγκίνησις, ποὺ ἐδοκίμασαν ἐξ αἰτίας τῆς μεγάλης των χαρᾶς οἱ μαθηταί, εἶπε πάλιν εἰς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς ἐν σχέσει πρὸς τὴν μέλλουσαν κλῆσιν καὶ ἀποστολὴν των· Ἂς εἶναι εἰρήνη εἰς σᾶς. Καθὼς μὲ ἀπέστειλεν ὁ Πατὴρ διὰ τὸ ἔργον τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων, ἔτσι καὶ ἐγὼ σᾶς στέλλω πρὸς ἑξακολούθησιν τοῦ αὐτοῦ ἔργου. 22 Καὶ ἀφοῦ εἶπεν αὐτό, προκειμένου νὰ μεταδώσῃ εἰς αὐτοὺς τὴν πνοὴν τῆς νέας οὐρανίου ζωῆς, ἐνεφύσησεν εἰς τὰ πρόσωπά των, ὅπως ἄλλοτε ὁ Θεὸς εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ Ἀδάμ, καὶ τοὺς εἶπε· Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον. 23 Εἰς ὅποιους συγχωρήσετε τὰς ἁμαρτίας, τοὺς συγχωροῦνται αὐταὶ καὶ ἀπὸ τὸν Θεόν· εἰς ὅποιους δὲ τὰς κρατεῖτε ἀσυγχώρητες, θὰ μείνουν γιὰ πάντα κρατημένες. 24 Ὁ Θωμᾶς ὅμως, ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα Ἀποστόλους, ποὺ ἐλέγετο ἀπὸ τοὺς ὁμιλοῦντας τὴν ἑλληνικὴν γλῶσσαν Ἑβραίους Δίδυμος, δὲν ἦτο μαζί τους, ὅταν ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς. 25 Ὅταν λοιπὸν ἦλθε, τοῦ ἔλεγαν οἱ ἄλλοι μαθηταί· Εἴδαμεν τὸν Κύριον. Αὐτὸς ὅμως τοὺς ἀπήντησεν· Ἐὰν δὲν ἴδω μὲ τὰ μάτια μου εἰς τὰς χεῖρας του τὸ σημάδι τῶν καρφιῶν καὶ δὲν βάλω τὸ δάκτυλό μου εἰς τὸ σημάδι τῶν καρφιῶν καὶ δὲν βάλω τὸ χέρι μου εἰς τὴν πλευράν του, ὥστε ὄχι μόνον μὲ τὰ μάτια μου, ἀλλὰ καὶ μὲ τὰ δάκτυλά μου νὰ βεβαιωθῶ, δὲν θὰ πιστεύσω. 26 Πράγματι δὲ ὕστερα ἀπὸ ὀκτὼ ἡμέρας ἦσαν πάλιν μέσα εἰς τὸ σπίτι οἱ μαθηταὶ καὶ μαζὶ μὲ αὐτοὺς ἦτο καὶ ὁ Θωμᾶς. Ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς, ἐνῷ ἦσαν κλεισταὶ αἰ θύραι καὶ ἐστάθη εἰς τὸ μέσον τῶν μαθητῶν καὶ εἶπεν· ἄς εἶναι εἰρήνη εἰς σᾶς. 27 Ἔπειτα λέγει εἰς τὸν Θωμᾶν· Φέρε ἐδῶ τὸν δάκτυλόν σου. Καὶ ἐνῷ μὲ τὴν ψηλάφησίν σου θὰ ἐξετάζῃς τὰ σημάδια τῶν πληγῶν μου, συγχρόνως καὶ μὲ τὰ μάτια σου ἴδε τὰς χεῖράς μου καὶ φέρε κάτω ἀπὸ τὰ ἐνδύματά μου τὴν χεῖρα σου καὶ βάλε την εἰς τὴν πλευράν μου, ποὺ ἐκτυπήθη ἀπὸ τὴν λόγχην,καὶ μὴ ἀφίνῃς τὸν ἑαυτόν σου νὰ κυριευθῇ ἀπὸ τὴν ἀπιστίαν, ὥστε νὰ γίνῃς μονίμως καὶ ἀνεπανορθώτως ἄπιστος, ἀλλὰ προόδευε καὶ στηρίζου εἰς τὴν πίστιν, ὥστε νὰ γίνῃς ἀμετακίνητος καὶ ἀδιάσειστος εἰς αὐτήν. 28 Καὶ ὁ Θωμᾶς τότε ἀπεκρίθη καὶ εἶπεν εἰς αὐτόν· Πιστεύω καὶ ὁμολογῶ, ὅτι εἶσαι ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου. 29 Λέγει εἰς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· Ἐπίστευσες, ἐπειδὴ μὲ εἶδες. Μακαριώτεροι καὶ περισσότερον καλοτύχοι εἶναι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι, καίτοι δὲν εἶδαν μὲ τὰ μάτια τους, ὅπως εἶδες σύ, ἐπίστευσαν. Καὶ θὰ πιστεύσουν οὕτως ὅλα τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας μου κατὰ τὰς ἐπερχομένας γενεάς. 30 Σύμφωνα λοιπὸν μὲ ὅσα ἐξιστορήσαμεν, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ θαῦμα τῆς Ἀναστάσεώς του ἔκαμεν ὁ Ἰησοῦς ἐμπρὸς εἰς τὰ μάτια τῶν μαθητῶν του καὶ πολλὰ ἄλλα ἀποδεικτικὰ θαύματα, ποὺ ἐδείκνυαν τὴν θεότητά του καὶ τὰ ὁποῖα δὲν εἶναι γραμμένα εἰς τὸ βιβλίον αὐτό. 31 Αὐτὰ δέ, ποὺ ἐξεθέσαμεν, ἐγράφησαν διὰ νὰ πιστεύσετε, ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ ὑπὸ τῶν προφητῶν προκηρυχθεὶς Χριστός, ὁ μονογενὴς Υἱός τοῦ Θεοῦ, καὶ ἵνα πιστεύοντες ἔχετε ὡς ἀναφαίρετον κτῆμα σας τὴν νέαν καὶ θείαν καὶ αἰωνίαν ζωήν, ἡ ὁποία μεταδίδεται εἰς τὰς ψυχὰς τῶν ἀνθρώπων διὰ μέσου αὐτοῦ καὶ τῆς ἐπικλήσεως τοῦ ὀνόματός του.

Ἦχος α´ - Ἑωθινόν Θ´
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Κ´ 19 - 31


19 Κατά την ημέραν εκείνην, την πρώτην της εβδομάδος, ενώ πλέον είχε βραδυάσει και αι θύραι του σπιτιού, όπου ευρίσκοντο συγκεντωμένοι οι μαθηταί, ήσαν κλεισμέναι δια τον φόβον των Ιουδαίων, ήλθεν έξαφνα ο Ιησούς, εστάθη στο μέσον και τους λέγει· “ειρήνη ας είναι εις σας”. 20 Και αφού είπε τούτο, έδειξεν εις αυτούς τα χέρια και την πλευράν του, δια να ίδουν τα σημάδια των πληγών και πιστεύσουν ότι αυτός είναι ο διδάσκαλός των. Και τότε οι μαθηταί, όταν είδαν τον Κυριον αναστημένον, εχάρησαν. 21 Είπε, λοιπόν, τότε εις αυτούς ο Ιησούς· “ειρήνη εις σας. Οπως έστειλεν εμέ ο Πατήρ, δια να τελειώσω το έργον της σωτηρίας των ανθρώπων, έτσι και εγώ στέλνω σας, να μεταφέρετε στους ανθρώπους την σωτηρίαν”. 22 Και αφού είπε τούτο, εφύσησε εις τα πρόσωπα των την ζωογόνον πνοήν της νέας ζωής και τους είπε· “λάβετε Πνεύμα Αγιον. 23 Εις όποιους συγχωρείτε τις αμαρτίες, θα είναι συγχωρημένες και από τον Θεόν. Εις όποιους όμως τις κρατείτε άλυτες και ασυγχώρητες, θα μείνουν αιωνίως ασυγχώρητες”. 24 Ο Θωμάς όμως, ένας από τους δώδεκα, ο οποίος ελέγετο εις την ελληνικήν Διδυμος, δεν ήτο μαζή τους, όταν ήλθε ο Ιησούς. 25 Ελεγαν, λοιπόν, εις αυτόν οι άλλοι μαθηταί· “είδαμε τον Κυριον”. Εκείνος όμως τους είπε· “εάν δεν ίδω εις τα χέρια του το σημάδι των καρφιών και δεν βάλω το δάκτυλό μου στο σημάδι των καρφιών, και αν δεν βάλω το χέρι μου εις την πλευράν, που την ετρύπησε η λόγχη, δεν θα πιστεύσω”. 26 Και έπειτα από οκτώ ημέρας ήσαν πάλιν οι μαθηταί μέσα στο σπίτι και ο Θωμάς μαζή με αυτούς. Ερχεται, λοιπόν, ο Ιησούς έξαφνα, ενώ οι πόρτες ήσαν κλεισμένες, εστάθηκε στο μέσον και είπε· “ειρήνη υμίν”. 27 Επειτα λέγει στον Θωμάν· “φέρε το δάκτυλό σου εδώ, ιδέ και με τα μάτια σου τα χέρια μου και φέρε το χέρι σου και βάλε το εις την πλευράν μου, ψηλάφησε και ιδέ τα σημάδια των καρφιών και της λόγχης, και μη γίνεσαι άπιστος, αλλά πιστός”. 28 Απήντησε τότε ο Θωμάς και είπε εις αυτόν· “Πιστεύω, Κυριε, ότι συ είσαι ο Κυριος μου και ο Θεός μου”. 29 Λεγει εις αυτόν ο Ιησούς· “επίστευσες, διότι με είδες· μακάριοι θα είναι απ' εδώ και πέρα στους αιώνας των αιώνων, εκείνοι οι οποίοι καίτοι δεν με είδαν, επίστευσαν”. 30 Εκτός από το θαύμα αυτό της αναστάσεως και από όσα άλλα θαύματα είχε κάμει προηγουμένως ο Ιησούς, έκαμε και πολλά άλλα, εμπρός στους μαθητάς του, τα οποία απεδείκνυαν την θεότητά του και το έργον του, και τα οποία δεν είναι γραμμένα στο ιερόν τούτο βιβλίον. 31 Αυτά δε, που εξιστορήσαμεν, εγράφησαν, δια να πιστεύσετε ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού και ίνα πιστεύοντες αυτόν με φωτισμένην και ενεργόν πίστιν, έχετε, ως παντοτεινόν κτήμα σας, εν τω ονόματι αυτού, την αιωνίαν ζωήν”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα





Πατήστε στην εικόνα για να διαβάσετε τη «Φωνή Κυρίου» της Κυριακής, έκδοση της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος