❌
Δευτέρα, 01 Φεβρουαρίου 2021

Άγιος Τρύφων ο Μάρτυρας, Όσιος Βασίλειος Α' ο Ομολογητής Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, Άγιος Αναστάσιος ο Νεομάρτυρας εκ Ναυπλίου
Τά Προεόρτια τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου. Τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Τρύφωνος, τῆς Ἁγίας Μάρτυρος Περπετούας καί τῶν σύν αὐτῇ. Τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Βασιλείου, Ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, καί τοῦ Ἁγίου Νεομάρτυρος Ἀναστασίου, τοῦ ἐκ Ναυπλίου. Τῶν ἐν Μεγάροις ἀθλησάντων τεσσάρων Ἁγίων Μαρτύρων Ἀνδριανοῦ, Πολυεύκτου, Πλάτωνος καί Γεωργίου.
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Η´ 28 - 39


28 Οἴδαμεν δὲ ὅτι τοῖς ἀγαπῶσι τὸν Θεὸν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν, τοῖς κατὰ πρόθεσιν κλητοῖς οὖσιν· 29 ὅτι οὓς προέγνω, καὶ προώρισε συμμόρφους τῆς εἰκόνος τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, εἰς τὸ εἶναι αὐτὸν πρωτότοκον ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς· 30 οὓς δὲ προώρισε, τούτους καὶ ἐκάλεσε, καὶ οὓς ἐκάλεσε, τούτους καὶ ἐδικαίωσεν, οὓς δὲ ἐδικαίωσε, τούτους καὶ ἐδόξασε. 31 Τί οὖν ἐροῦμεν πρὸς ταῦτα; εἰ ὁ Θεὸς ὑπὲρ ἡμῶν, τίς καθ’ ἡμῶν; 32 ὅς γε τοῦ ἰδίου υἱοῦ οὐκ ἐφείσατο, ἀλλ’ ὑπὲρ ἡμῶν πάντων παρέδωκεν αὐτόν, πῶς οὐχὶ καὶ σὺν αὐτῷ τὰ πάντα ἡμῖν χαρίσεται; 33 τίς ἐγκαλέσει κατὰ ἐκλεκτῶν Θεοῦ; Θεὸς ὁ δικαιῶν· 34 τίς ὁ κατακρινῶν; Χριστὸς ὁ ἀποθανών, μᾶλλον δὲ καὶ ἐγερθείς, ὃς καὶ ἔστιν ἐν δεξιᾷ τοῦ Θεοῦ, ὃς καὶ ἐντυγχάνει ὑπὲρ ἡμῶν. 35 τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; θλῖψις ἢ στενοχωρία ἢ διωγμὸς ἢ λιμὸς ἢ γυμνότης ἢ κίνδυνος ἢ μάχαιρα; 36 καθὼς γέγραπται ὅτι ἕνεκά σου θανατούμεθα ὅλην τὴν ἡμέραν· ἐλογίσθημεν ὡς πρόβατα σφαγῆς. 37 ἀλλ’ ἐν τούτοις πᾶσιν ὑπερνικῶμεν διὰ τοῦ ἀγαπήσαντος ἡμᾶς. 38 πέπεισμαι γὰρ ὅτι οὔτε θάνατος οὔτε ζωὴ οὔτε ἄγγελοι οὔτε ἀρχαὶ οὔτε δυνάμεις οὔτε ἐνεστῶτα οὔτε μέλλοντα, 39 οὔτε ὕψωμα οὔτε βάθος οὔτε τις κτίσις ἑτέρα δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν.

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Η´ 28 - 39


28 Ναί· στενάζομεν, ἀλλὰ γνωρίζομεν, ὅτι εἰς ἐκείνους, ποὺ ἀγαποῦν τὸν Θεόν, ὅλα συνεργοῦν διὰ τὸ καλόν τους. Αὐτοὶ ἐκλήθησαν κατὰ τὴν πρὸ αἰώνων ἀπόφασιν τοῦ Θεοῦ καὶ ἐδέχθησαν τὴν σωτήριον κλῆσιν. Πῶς λοιπὸν νὰ μὴ συνεργοῦν ὅλα διὰ τὸ καλόν τους; 29 Αὐτοὶ δὲν εἶναι τυχαία πρόσωπα. Διότι ἐκείνους, ποὺ μὲ τὴν παγγνωσίαν του ἐπρογνώρισεν ὁ Θεὸς ὡς ἀξίους, αὐτοὺς καὶ προώρισε διὰ νὰ γίνουν ὅμοιοι καὶ ἀποκτήσουν τὴν αὐτὴν ἠθικὴν καὶ πνευματικὴν μορφὴν πρὸς τὴν ἁγίαν καὶ ἔνδοξον εἰκόνα τοῦ Υἱοῦ του. Νὰ ὁμοιάσουν δηλαδὴ αὐτοὶ πρὸς τὸν χαρακτῆρα, τὴν ἁγιότητα, ἀλλὰ καὶ τὴν ἔνδοξον κατάστασιν τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, διὰ νὰ εἶναι αὐτὸς πρωτότοκος μεταξὺ πολλῶν ἀδελφῶν. 30 Ὅσους δὲ ἐπρογνώρισεν ὁ Θεὸς ὡς ἀξίους καὶ ἔταξεν εἰς αὐτοὺς ἕνα τέτοιον προορισμόν, τούτους κατὰ φυσικὴν συνέπειαν καὶ ἐκάλεσε διὰ τοῦ κηρύγματος εἰς τὴν πίστιν· καὶ αὐτοὺς ποὺ ἐκάλεσε καὶ οἱ ὁποῖοι ἀπεδέχθησαν τὴν κλῆσιν, τοὺς κατέστησε καὶ δικαίους· ὅσους δὲ ἐδικαίωσεν, αὐτοὺς καὶ κατέστησε κληρονόμους τῆς αἰωνίου δόξης. 31 Τί λοιπὸν θὰ εἴπωμεν ὡς συμπέρασμα δι’ αὐτά, ποὺ μᾶς ἐχάρισεν ὁ Θεός; Ἐὰν ὁ Θεὸς εἶναι μὲ ἡμᾶς, προστάτης μας καὶ ὑπερασπιστής μας, ποῖος θὰ εἶναι ἐναντίον μας; Κανείς, ὁποιοσδήποτε καὶ ἂν θελήσῃ νὰ μᾶς βλάψῃ. 32 Αὐτός, ὁ ὁποῖος δὲν ἐλυπήθη αὐτὸν τὸν μονογενῆ Υἱόν του, ἀλλ’ ὑπὲρ ἡμῶν ὅλων παρέδωκεν αὐτὸν εἰς θάνατον, πῶς δὲν θὰ μᾶς χαρίσῃ μαζὶ μὲ αὐτὸν καὶ ὅλας τὰς χάριτας, ποὺ θὰ ἀπαιτήσῃ ἡ σωτηρία μας; Ἀφοῦ μᾶς ἐχάρισεν αὐτόν, δὲν θὰ μᾶς χαρίσῃ καὶ τὰ ἄλλα, ποὺ χρειάζονται διὰ νὰ σωθῶμεν; 33 Ποῖος θὰ εὑρεθῇ κατήγορος ἐναντίον ἐκείνων, τοὺς ὁποίους ὁ Θεὸς ἐξέλεξεν; Ἀπολύτως κανείς. Διότι αὐτὸς ὁ Θεὸς συγχωρεῖ τὰς ἁμαρτίας μας καὶ μᾶς δικαιώνει. 34 Ποῖος θὰ μᾶς κατακρίνῃ καὶ ποίου ἡ καταδικαστικὴ ἀπόφασις ἐναντίον μας θὰ ἠμπορέσῃ νὰ σταθῇ; Κανενός. Διότι ὁ Χριστὸς καὶ ὄχι κανένας ἄλλος ἀπέθανε γιὰ μᾶς. Μᾶλλον δὲ ὁ Χριστὸς καὶ ἀνεστήθη ἐκ νεκρῶν γιὰ μᾶς. Ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος καὶ εἶναι ἐνθρονισμένος εἰς τὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ μεσιτεύει πρὸς τὸν Πατέρα του ὑπὲρ ἡμῶν. 35 Τέτοιαν ἀγάπην ἔδειξεν εἰς ἡμὰς ὁ Χριστός. Ποῖος λοιπὸν θὰ ἠμπορέσῃ νὰ μᾶς χωρίσῃ ἀπὸ τὴν ἀγάπην αὐτήν, ποὺ μᾶς ἔχει ὁ Χριστός; Μήπως θὰ μᾶς καταστήσῃ ὀλιγώτερον ἀγαπητοὺς εἰς τὸν Χριστὸν ἢ μήπως θὰ μᾶς χωρίσῃ ἀπ’ αὐτοῦ θλῖψις ἀπὸ ἐξωτερικὰς περιστάσεις ἢ στενοχωρία καὶ ἐσωτερικὴ πίεσις τῶν καρδιῶν μας ἢ διωγμὸς ἢ πεῖνα ἢ γύμνια καὶ ἔλλειψις ρούχων ἢ μάχαιρα ποὺ νὰ μᾶς φοβερίζῃ μὲ σφαγήν; 36 Ναί· καὶ μὲ σφαγὴν καὶ μὲ θάνατον θὰ μᾶς φοβερίσουν σύμφωνα μὲ ἐκεῖνο, ποὺ γράφεται εἰς τοὺς θεοπνεύστους ψαλμούς, ὅτι διὰ σέ, Κύριε, κινδυνεύομεν διαρκῶς ν’ ἀποθάνωμεν κάθε ἡμέραν τῆς ἐπιγείου ζωῆς μας. Ἐθεωρήθημεν ἀπὸ τοὺς διώκτας μας σὰν πρόβατα ξεχωρισμένα διὰ νὰ σφαγοῦν. 37 Ἀλλ’ εἰς ὅλα αὐτὰ νικῶμεν μὲ τὸ παραπάνω διὰ τῆς βοηθείας τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος μᾶς ἠγάπησε καὶ ἕνεκα τῆς ἀγάπης του δὲν μᾶς ἀφίνει ἀπροστατεύτους εἰς τοὺς κινδύνους καὶ τὰς δυσκόλους αὐτὰς περιστάσεις. 38 Ναί· τὰ ὑπερνικῶμεν ὅλα. Διότι εἶμαι πεπεισμένος, ὅτι οὔτε θάνατος μὲ τὸν ὁποῖον ἐνδεχομένως θὰ μᾶς φοβερίσουν, οὔτε ζωὴ μὲ τὴν ὁποίαν μᾶς ὑπόσχονται οἰανδήποτε εὐτυχίαν, οὔτε τὰ τάγματα τῶν οὐρανίων πνευμάτων, οὔτε οἱ ἄγγελοι δηλαδή, οὔτε αἱ ἀρχαί, οὔτε αἱ δυνάμεις, ἀλλ’ οὔτε αἱ περιστάσεις καὶ τὰ γεγονότα τοῦ παρόντος, οὔτε μέλλοντα γεγονότα, 39 οὔτε αἱ ἔνδοξοι ἐπιτυχίαι ποὺ ὑψώνουν τὸν ἄνθρωπον πολύ, οὔτε αἱ ἄδοξοι ταπεινώσεις ποὺ τὸν καταρρίπτουν εἰς μεγάλα βάθη, οὔτε ὁποιαδήποτε ἄλλη κτίσις διαφορετικὴ ἀπὸ αὐτὴν ποὺ βλέπομεν, θὰ ἠμπορέσῃ νὰ μᾶς χωρίσῃ καὶ νὰ μᾶς ἀπομακρύνῃ ἀπὸ τὴν ἀγάπην, τὴν ὁποίαν μᾶς ἔδειξεν ὁ Θεὸς διὰ μέσου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου μας καὶ ἡ ὁποία μᾶς κρατεῖ στενὰ συνδεδεμένους μαζί του καὶ ἰδιαιτέρως προστατευομένους του.

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Η´ 28 - 39


28 Τους στεναγμούς μας δια τας θλίψεις της παρούσης ζωής τους απαλύνει και το γεγονός, ότι γνωρίζομεν πως εις εκείνους που αγαπούν τον Θεόν όλα υποβοηθούν και συνεργάζονται δια το καλόν των· εις αυτούς δηλαδή, οι οποίοι σύμφωνα με την προαιώνιον πρόθεσιν του Θεού έχουν κληθή και έχουν δεχθή την σωτηρίαν. 29 Διότι εκείνους τους οποίους ο Θεός έχει προγνωρίσει ως αξίους σωτηρίας δια την καλήν των διάθεσιν, τους προώρισε να γίνουν ομοιόμορφοι προς την ένδοξον εικόνα του Υιού του, ώστε να είναι ο Υιός του Θεού πρωτοτόκος μεταξύ πολλών αδελφών, που θα είναι όμοιοί του. 30 Εκείνους δε που προώρισε δια την δόξαν της ομοιώσεώς των προς τον Χριστόν, αυτούς και εκάλεσε· και αυτούς που εκάλεσε και εδέχθησαν την κλήσιν, τους κατέστησε δικαίους· και εκείνους που εδικαίωσε, αυτούς και εδόξασε εις την Βασιλείαν των ουρανών. 31 Τι λοιπόν, θα είπωμεν και τι συμπεράσματα θα βγάλωμεν δια τας μεγάλας αυτάς δωρεάς, που μας εχάρισεν ο Θεός; Το συμπέρασμα είναι ότι, εάν ο Θεός μας αγαπά και είναι υπερασπιστής μας, ποίος θα τολμήση να εναντιωθή προς ημάς και να μας βλάψη; 32 Αυτός, ο οποίος δεν ελυπήθη ούτε τον μονογενή Υιόν του, αλλά τον παρέδωκεν στον σταυρικόν θάνατον υπέρ όλων ημών, πως μαζή με αυτόν δεν θα μας χαρίση και κάθε άλλην εύνοιαν και όλα τα άλλα, που μας χρειάζονται; (Αφού μας εδώρισε το απείρως ανώτερον, δεν θα μας χαρίση και τα άλλα αγαθά;) 33 Ποίος θα τολμήση να παρουσιασθή επικριτής και κατήγορος εναντίον των εκλεκτών του Θεού; Κανείς· διότι “αυτός ο ίδιος ο Θεός σβήνει και εξαλείφει τας αμαρτίας μας και μας κάμνει δικαίους”. 34 “Ποίος θα τολμήση να μας κατακρίνη και να μας καταδικάση”; Κανένας· διότι ο Χριστός είναι εκείνος, που απέθανε δι' ημάς, μάλλον δε και ανεστήθη δια την δικαίωσίν μας, ο οποίος και ευρίσκεται πάντοτε ένδοξος εις τα δεξιά του Θεού και μεσιτεύει προς τον Πατέρα δι' ημάς. 35 Ποιός, λοιπόν, θα ημπορέση ποτέ να μας χωρίση από την αγάπην του Χριστού; Θλίψις η εσωτερική στενοχωρία η διωγμός εκ μέρους των απίστων η πείνα η γυμνότης η οιοσδήποτε κίνδυνος η μαχαίρα, που να μας απειλή με σφαγήν; 36 Αντικρύζομεν βέβαια και αυτόν τον κίνδυνον της σφαγής, όπως άλλωστε έχει προφητευθή και στους ψαλμούς ότι· “ένεκά σου, Κυριε, εκτιθέμεθα εις κίνδυνον θανάτου όλην την ημέραν. Εθεωρήθημεν από τους διώκτας μας σαν πρόβατα, προωρισμένα εις σφαγήν”. 37 Αλλά εις όλας αυτάς τας δυσκολίας και τας απειλάς βγαίνομεν με το παραπάνω νικηταί, δια της βοηθείας του Χριστού, ο οποίος τόσον πολύ μας έχει αγαπήσει. 38 Διότι έχω απόλυτον πεποίθησιν και βεβαιότητα, ότι ούτε ο θάνατος, με τον οποίον μας απειλούν, ούτε αι τέρψεις και αι απολαύσεις της ζωής, τας οποίας μας υπόσχονται, ούτε αι υπερκόσμιαι δυνάμεις, τα εν ουρανοίς τάγματα των αγγέλων και των αρχών και των δυνάμεων, ούτε αι περιστάσεις και τα γεγονότα του παρόντος ούτε τα μελλοντικά γεγονότα 39 ούτε ύψος δόξης ούτε βάθος ταπεινώσεως και περιφρονήσεως ούτε καμμιά άλλη κτίσις διαφορετική απ' αυτήν που βλέπομεν, θα ημπορέση ποτέ να μας χωρίση από την αγάπην του Θεού, όπως μας την εφανέρωσεν ο ίδιος δια μέσου του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Ε´ 24 - 34


24 καὶ ἀπῆλθε μετ’ αὐτοῦ· καὶ ἠκολούθει αὐτῷ ὄχλος πολύς, καὶ συνέθλιβον αὐτόν. 25 Καὶ γυνή τις οὖσα ἐν ῥύσει αἵματος ἔτη δώδεκα, 26 καὶ πολλὰ παθοῦσα ὑπὸ πολλῶν ἰατρῶν καὶ δαπανήσασα τὰ παρ’ ἑαυτῆς πάντα, καὶ μηδὲν ὠφεληθεῖσα, ἀλλὰ μᾶλλον εἰς τὸ χεῖρον ἐλθοῦσα, 27 ἀκούσασα περὶ τοῦ Ἰησοῦ, ἐλθοῦσα ἐν τῷ ὄχλῳ ὄπισθεν ἥψατο τοῦ ἱματίου αὐτοῦ· 28 ἔλεγεν γὰρ ἐν ἑαυτῇ ὅτι Ἐὰν ἅψωμαι κἂν τῶν ἱματίων αὐτοῦ, σωθήσομαι. 29 καὶ εὐθέως ἐξηράνθη ἡ πηγὴ τοῦ αἵματος αὐτῆς, καὶ ἔγνω τῷ σώματι ὅτι ἴαται ἀπὸ τῆς μάστιγος. 30 καὶ εὐθέως ὁ Ἰησοῦς ἐπιγνοὺς ἐν ἑαυτῷ τὴν ἐξ αὐτοῦ δύναμιν ἐξελθοῦσαν, ἐπιστραφεὶς ἐν τῷ ὄχλῳ ἔλεγε· Τίς μου ἥψατο τῶν ἱματίων; 31 καὶ ἔλεγον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ· Βλέπεις τὸν ὄχλον συνθλίβοντά σε, καὶ λέγεις· τίς μου ἥψατο; 32 καὶ περιεβλέπετο ἰδεῖν τὴν τοῦτο ποιήσασαν. 33 ἡ δὲ γυνὴ φοβηθεῖσα καὶ τρέμουσα, εἰδυῖα ὃ γέγονεν ἐπ’ αὐτῇ, ἦλθε καὶ προσέπεσεν αὐτῷ καὶ εἶπεν αὐτῷ πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν. 34 ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· Θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· ὕπαγε εἰς εἰρήνην, καὶ ἴσθι ὑγιὴς ἀπὸ τῆς μάστιγός σου.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Ε´ 24 - 34


24 Καὶ ἐπῆγε μαζί του καὶ τὸν ἠκολούθει πολὺς λαὸς καὶ τὸν ἐστρίμωχναν ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη. 25 Καὶ μία γυναῖκα, ποὺ ἔπασχεν ἀπὸ αἱμορραγίαν ἐπὶ ἔτη δώδεκα, 26 καὶ ἡ ὁποία πολλὰ ὑπέφερεν ἀπὸ τὴν κακὴν θεραπείαν πολλῶν ἰατρῶν καὶ ἐξώδευσεν ὅλα, ὅσα ἠμπόρεσε νὰ ἐξοικονομήση, καὶ δὲν ὠφελήθη τίποτε, ἀλλὰ μᾶλλον ἐπῆγεν εἰς τὸ χειρότερον, 27 ἐπειδὴ ἤκουσε διὰ τὸν Ἰησοῦν, ὅτι ἐνεργεῖ θαυματουργικὰς θεραπείας, ἦλθε μέσα εἰς τὸν λαὸν ἀπὸ πίσω του καὶ ἤγγισε τὸ ἔνδυμά του. 28 Ἤγγισε δὲ τὸ ἔνδυμά του, διότι ἔλεγε μέσα της, ὅτι καὶ ἐὰν μόνον τὰ ἐνδύματά του ἐγγίσω, θὰ σωθῶ ἀπὸ τὴν ἀσθένειάν μου. 29 Καὶ ἀμέσως ἐστείρευσε καὶ ἐξηράνθη τὸ μέρος, ἀπὸ τὸ ὁποῖον ἔτρεχε τὸ αἷμα της, καὶ ἐκατάλαβεν ἀπὸ τὴν μεταβολὴν ποὺ ἐπῆρε τὸ σῶμα της, ὅτι ἐθεραπεύθη ἀπὸ τὴν βασανιστικὴν ἀρρώστιαν της. 30 Καὶ ἀμέσως ὁ Ἰησοῦς ἐπληροφορήθη ἐσωτερικῶς ἀπὸ τὴν θείαν του φύσιν τὴν δύναμιν, ποὺ ἐβγῆκεν ἀπὸ αὐτόν, καὶ ἀφοῦ ἐστράφη πρὸς τὸν λαόν, εἶπε· Ποῖος ἤγγισε τὰ ἐνδύματά μου; 31 Καὶ τοῦ ἔλεγον οἱ μαθηταί του· Βλέπεις, ὅτι ὁ ὄχλος σὲ σπρώχνει ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη καὶ λέγεις· ποῖος μὲ ἤγγισε; 32 Ἀλλ’ ὁ Ἰησοῦς παρετήρει γύρω διὰ νὰ ἴδῃ αὐτήν, ποὺ ἔκαμεν αὐτό. 33 Ἡ γυνὴ δὲ μὲ φόβον καὶ τρόμον, ἐπειδὴ ἐγνώριζε τὴν θεραπείαν, ποὺ τῆς εἶχε γίνει, ἦλθε καὶ ἔπεσε γονατιστὴ ἐμπρός του καὶ τοῦ εἶπεν ὅλην τὴν ἀλήθειαν. 34 Αὐτὸς δὲ τῆς εἶπε· Κόρη μου, ἡ πίστις καὶ πεποίθησις ποὺ εἶχες, ὅτι θὰ ἐθεράπευεσο, ἐὰν ἤγγιζες τὸ ἔνδυμά μου, σὲ ἔχει σώσει ἀπὸ τὴν ἀσθένειάν σου. Πήγαινε εἰς τὸ καλὸ εἰρηνικὴ καὶ ἥσυχος καὶ ἔσο γιὰ πάντα ὑγιὴς ἀπὸ τὸ βάσανόν σου.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Ε´ 24 - 34


24 Και ανεχώρησε μαζή του. Λαός δε πολύς τον ακολουθούσε και οι άνθρωποι τον εστρύμωχναν. 25 Και μια γυναίκα, η οποία έπασχεν επί δώδεκα έτη από αιμορραγίαν 26 και είχε ταλαιπωρηθή πολύ από πολλούς ιατρούς, είχε δε εξοδεύσει όλα τα υπάρχοντά της, χωρίς να ίδη καμμίαν ωφέλειαν, αλλά μάλλον είχε έλθει στο χειρότερον, 27 όταν ήκουσε δια τα θαύματα που έκανε ο Ιησούς, ανεμίχθη με το πλήθος, ήλθε πίσω από τον Ιησούν και ήγγισε το ένδυμά του. 28 Διότι έλεγε μέσα της, ότι “εάν και μόνον εγγίσω τα ενδύματά του, θα σωθώ”. 29 Και αμέσως εξηράθηκε και έκλεισεν η πηγή, από την οποίαν έτρεχε το αίμα της, και αντελήφθη από την βελτίωσίν που ήλθε στο σώμα της, ότι ιατρεύθη από το βάσανον εκείνο. 30 Και αμέσως ο Ιησούς αντελήφθη πολύ καλά, ως παντογνώστης, την δύναμιν που εβγήκεν από αυτόν και στραφείς στο πλήθος έλεγε· “ποιός ήγγισε τα ενδύματά μου; 31 Και έλεγον εις αυτόν οι μαθηταί του· “βλέπστον όχλον να σε σπρώχνη από όλα τα σημεία και ερωτάς ποιός σε ήγγισε;” 32 Ο Ιησούς όμως περιέφερε γύρω το βλέμμα του, δια να ίδη αυτήν, που είχε κάμει αυτό. 33 Η δε γυναίκα φοβισμένη και τρέμουσα, επειδή είχε πλέον αντιληφθή πολύ καλά την θεραπείαν, που της είχε γίνει, ήλθε και έπεσεν εις τα γόνατα εμπρός του και του είπεν όλην την αλήθειαν. 34 Εκείνος δε της είπε· “κόρη μου, η πίστις σου σε έχει σώσει· πήγαινε με ειρήνην εις την ψυχήν σου και να είσαι για πάντα υγιής και απηλλαγμένη από την βασανιστικήν ασθένειάν σου”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα