❌
Τετάρτη, 12 Νοεμβρίου 2025

Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμονας Αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας, Όσιος Νείλος ο Ασκητής, Όσιος Νείλος ο Μυροβλύτης, Όσιος Μαρτίνος ο θαυματουργός επίσκοπος Φραγκιάς
Ἰωάννου τοῦ ἐλεήμονος, πατριάρχου Ἀλεξανδρείας (†616-620)· Νείλου ὁσίου τοῦ ἀσκητοῦ.
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ Α' Β´ 1 - 8


1 Αὐτοὶ γὰρ οἴδατε, ἀδελφοί, τὴν εἴσοδον ἡμῶν τὴν πρὸς ὑμᾶς, ὅτι οὐ κενὴ γέγονεν, 2 ἀλλὰ προπαθόντες καὶ ὑβρισθέντες, καθὼς οἴδατε, ἐν Φιλίπποις, ἐπαρρησιασάμεθα ἐν τῷ Θεῷ ἡμῶν λαλῆσαι πρὸς ὑμᾶς τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Θεοῦ ἐν πολλῷ ἀγῶνι. 3 ἡ γὰρ παράκλησις ἡμῶν οὐκ ἐκ πλάνης οὐδὲ ἐξ ἀκαθαρσίας, οὔτε ἐν δόλῳ, 4 ἀλλὰ καθὼς δεδοκιμάσμεθα ὑπὸ τοῦ Θεοῦ πιστευθῆναι τὸ εὐαγγέλιον, οὕτω λαλοῦμεν, οὐχ ὡς ἀνθρώποις ἀρέσκοντες, ἀλλὰ Θεῷ τῷ δοκιμάζοντι τὰς καρδίας ἡμῶν. 5 οὔτε γάρ ποτε ἐν λόγῳ κολακείας ἐγενήθημεν, καθὼς οἴδατε, οὔτε ἐν προφάσει πλεονεξίας, Θεὸς μάρτυς, 6 οὔτε ζητοῦντες ἐξ ἀνθρώπων δόξαν, οὔτε ἀφ’ ὑμῶν, οὔτε ἀπὸ ἄλλων, δυνάμενοι ἐν βάρει εἶναι ὡς Χριστοῦ ἀπόστολοι, 7 ἀλλ’ ἐγενήθημεν ἤπιοι ἐν μέσῳ ὑμῶν, ὡς ἂν τροφὸς θάλπῃ τὰ ἑαυτῆς τέκνα· 8 οὕτως ὁμειρόμενοι ὑμῶν εὐδοκοῦμεν μεταδοῦναι ὑμῖν οὐ μόνον τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ τὰς ἑαυτῶν ψυχάς, διότι ἀγαπητοὶ ἡμῖν γεγένησθε.

ΠΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ Α' Β´ 1 - 8


1 Πράγματι δὲ τὸ εὐαγγελικὸν κήρυγμα μας εἰς σᾶς δὲν ἔγινε μὲ λόγους μόνον. Διότι σεῖς οἰ ἴδιοι γνωρίζετε, ἀδελφοί, ὅτι ἡ ἐπίσκεψίς μας πρὸς σᾶς δὲν ὑπῆρξεν ἀδειανὴ καὶ κούφια ἀπὸ καρποφόρα καὶ σωτήρια ἀποτελέσματα. 2 Ἀλλἀ καίτοι προηγουμένως εἰς τοὺς Φιλίππους ἐκακοποιήθημεν καὶ ὑβρίσθημεν, καθὼς ἠξεύρετε, ἐδείξαμεν θάρρος καὶ ἀφοβίαν, ποὺ μᾶς τὰ ἐνέπνεεν ἡ κοινωνία καὶ σχέσις μας μὲ τὸν Θεόν μας. Καὶ μὲ τὸ θάρρος αὐτὸ ἐκηρύξαμεν εἰς σᾶς τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Θεοῦ ἐν μέσῳ πολλῶν ἀγῶνος ἐξ αἰτίας τῶν θλίψεων καὶ πειρασμῶν ποὺ μᾶς ηὗραν. 3 Καὶ εἴχαμεν τὸ θάρρος καὶ τὴν ἀφοβίαν αὐτήν, διότι τὸ κήρυγμά μας, μὲ τὸ ὁποῖον σᾶς προετρέψαμεν νὰ πιστεύσετε, δὲν προήρχετο ἐκ πλάνης, ἀλλ’ ἦτο αὐτὴ ἡ ἀλήθεια. Οὔτε ὑπέθαλπε τὴν ἀνηθικότητα καὶ τὴν λατρείαν πρὸς βρωμεροὺς θεούς. Ἀλλ’ οὔτε εἶχε σχέσιν μὲ δόλια ἐλατήρια καὶ σκοπούς. 4 Ἀλλὰ καθὼς ἔχομεν εὑρεθῆ ἀπὸ τὸν Θεόν δόκιμοι καὶ ἄξιοι διὰ νὰ μᾶς ἐμπιστευθῇ τὸ κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου, ἔτσι διδάσκομεν. Διδάσκομεν δηλαδὴ ὡς κήρυκες, ποὺ ζητοῦν νὰ ἀρέσκουν ὄχι εἰς ἀνθρώπους, ἀλλὰ εἰς τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος ἐξετάζει καὶ γνωρίζει τὰς καρδίας μας. 5 Ναί· δὲν ζητοῦμεν νὰ ἀρέσωμεν εἰς ἀνθρώπους· διότι καθὼς ἠξεύρετε καὶ σεῖς, οὔτε ἐπλησιάσαμεν κανένα μὲ λόγον κολακείας διὰ νὰ ὑποθάλψωμεν τὰς ἀδυναμίας του, οὔτε ἐχρησιμοποιήσαμεν τὸ κήρυγμα ὡς πρόσχημα διὰ νὰ καλύψωμεν κάτω ἀπὸ αὐτὸ πλεονεξίαν η φιλοχρηματίαν. Ὁ Θεὸς εἶναι μάρτυς περὶ τούτου. 6 Οὔτε ἐζητήσαμεν νὰ μᾶς δοξάσουν καὶ νὰ μᾶς τιμήσουν οἱ ἄνθρωποι, οὔτε σεῖς οὔτε ἄλλοι, καίτοι ἠδυνάμεθα νὰ ἀπολαμβάνωμεν τὴν δόξαν, ποὺ μᾶς δίδει ἡ βαρύτης τοῦ ἀξιώματος, ποὺ ἔχομεν ὡς Ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ. 7 Ἀλλ’ ὑπήρξαμεν πρᾶοι καὶ ταπεινοὶ μεταξύ σας, σὰν μητέρα, ποὺ περιθάλπει τὰ παιδιά της. 8 Ἔτσι διὰ μητρικῆς στοργῆς συνδεόμενοι μὲ σᾶς ἐδεχόμεθα μὲ ὅλην μας τὴν καρδίαν νὰ σᾶς μεταδώσωμεν ὄχι μόνον τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ τὰς ψυχάς μας, διότι μᾶς εἴχατε γίνει ἀγαπητοί.

ΠΡΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ Α' Β´ 1 - 8


1 Περί του έργου μας εις την Θεσσαλονίκην δεν έχω ανάγκην να σας γράψω· διότι, αδελφοί, σεις οι ίδιοι γνωρίζετε καλά, ότι η έλευσίς μας εις σας δεν υπήρξε ματαία και ανωφελής, 2 αλλά, μολονότι προηγουμένως είχομεν κακοποιηθή και ταλαιπωρηθή στους Φιλίππους, όπως άλλωστε και σεις γνωρίζετε, εν τούτοις χωρίς κανένα δισταγμόν, αλλά με θάρρος και τόλμην, που μας τα ενέπνεε ο Θεός ημών, εκηρύξαμεν εις σας το Ευαγγέλιον του Θεού, εν μέσω βέβαια πολλού και μεγάλου αγώνος εξ αιτίας του διωγμού, που εξήγειραν εναντίον μας οι Εβραίοι. 3 Και είχαμεν αυτό το θάρρος, διότι το χαροποιόν και ενυσχυτικόν εις την νέαν ζωήν κήρυγμά μας δεν προήρχετο από πλάνην, αλλ' από αυτόν τον Θεόν της αληθείας, ούτε από ψυχήν ακάθαρτον εκ της αμαρτίας και ιδιοτελείας, αλλ' από καρδίαν αγνήν, καθαράν και γεμάτην ανιδιοτελή αγάπην· ούτε είχε κανένα δόλον και δόλιον σκοπόν, αλλ' είχε την ευθύτητα και την ειλικρίνειαν. 4 Αλλά, όπως ακριβώς έχομεν ευρεθή από τον Θεόν δόκιμοι και άξιοι να μας εμπιστευθή το Ευαγγέλιον του, έτσι και το διδάσκομεν· δεν επιδιώκομεν να αρέσωμεν στους ανθρώπους, αλλά να αρέσωμεν στον Θεόν, ο οποίος βλέπει και εξετάζει όχι μόνον τα εξωτερικά έργα, αλλά και τας καρδίας μας. 5 Διότι, όπως και σεις οι ίδιοι πάλιν ξεύρετε, ούτε ποτέ εχρησιμοποιήσαμεν λόγους καλακείας, δια να παρασύρωμεν με το μέρος μας και προς ωφέλειαν μας κανένα, ούτε εξεμεταλλεύθημεν το κήρυγμα ως πρόφασιν, δια να κερδήσωμεν χρήματα. Μαρτυς μου είναι ο Θεός. 6 Ούτε δια του κηρύγματος εζητήσαμεν δόξαν και τιμήν εκ μέρους των ανθρώπων, ούτε από σας τους ιδίους ούτε από άλλους, καίτοι ημπορούσαμεν με το κύρος και την εξουσίαν, που έχομεν ως Απόστολοι του Χριστού, να επιζητήσωμεν και να επιτύχωμεν δόξαν εκ μέρους των ανθρώπων. 7 Αλλ' υπήρξαμεν πράοι και απλοί μεταξύ σας, εφέρθημεν με καλωσύνην και στοργήν, όπως μια καλή μητέρα που περιθάλπει τα παιδιά της. 8 Ακριβώς σαν στοργική μετέρα τόσον ενθέρμως σας αγαπώμεν και σας ποθούμεν, ώστε έχομεν όλην την αγαθήν διάθεσιν και προθυμίαν να μεταδώσωμεν εις σας όχι μόνον το Ευαγγέλιον του Θεού, αλλά και τας ψυχάς μας, διότι μας έχετε γίνει αγαπητοί.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΒ´ 48 - 59


48 ὁ δὲ μὴ γνούς, ποιήσας δὲ ἄξια πληγῶν, δαρήσεται ὀλίγας. παντὶ δὲ ᾧ ἐδόθη πολύ, πολὺ ζητηθήσεται παρ’ αὐτοῦ, καὶ ᾧ παρέθεντο πολύ, περισσότερον αἰτήσουσιν αὐτόν. 49 Πῦρ ἦλθον βαλεῖν ἐπὶ τὴν γῆν, καὶ τί θέλω εἰ ἤδη ἀνήφθη! 50 βάπτισμα δὲ ἔχω βαπτισθῆναι, καὶ πῶς συνέχομαι ἕως οὗ τελεσθῇ! 51 δοκεῖτε ὅτι εἰρήνην παρεγενόμην δοῦναι ἐν τῇ γῇ; οὐχί, λέγω ὑμῖν, ἀλλ’ ἢ διαμερισμόν. 52 ἔσονται γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν πέντε ἐν οἴκῳ ἑνὶ διαμεμερισμένοι, τρεῖς ἐπὶ δυσὶ καὶ δύο ἐπὶ τρισί· 53 διαμερισθήσονται πατὴρ ἐπὶ υἱῷ καὶ υἱὸς ἐπὶ πατρί, μήτηρ ἐπὶ θυγατρὶ καὶ θυγάτηρ ἐπὶ μητρί, πενθερὰ ἐπὶ τὴν νύμφην αὐτῆς καὶ νύμφη ἐπὶ τὴν πενθεράν αὐτῆς. 54 Ἔλεγε δὲ καὶ τοῖς ὄχλοις· Ὅταν ἴδητε τὴν νεφέλην ἀνατέλλουσαν ἀπὸ δυσμῶν, εὐθέως λέγετε, ὄμβρος ἔρχεται, καὶ γίνεται οὕτω· 55 καὶ ὅταν νότον πνέοντα, λέγετε ὅτι καύσων ἔσται, καὶ γίνεται. 56 ὑποκριταί, τὸ πρόσωπον τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς οἴδατε δοκιμάζειν, τὸν δὲ καιρὸν τοῦτον πῶς οὐ δοκιμάζετε; 57 τί δὲ καὶ ἀφ’ ἑαυτῶν οὐ κρίνετε τὸ δίκαιον; 58 ὡς γὰρ ὑπάγεις μετὰ τοῦ ἀντιδίκου σου ἐπ’ ἄρχοντα, ἐν τῇ ὁδῷ δὸς ἐργασίαν ἀπηλλάχθαι ἀπ’ αὐτοῦ, μήποτε κατασύρῃ σε πρὸς τὸν κριτήν, καὶ ὁ κριτής σε παραδῷ τῷ πράκτορι, καὶ ὁ πράκτωρ σε βαλεῖ εἰς φυλακήν. 59 λέγω σοι, οὐ μὴ ἐξέλθῃς ἐκεῖθεν ἕως οὗ καὶ τὸ ἔσχατον λεπτὸν ἀποδῷς.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΒ´ 48 - 59


48 Ἐκεῖνος δὲ ποὺ δὲν ἐγνώρισε τὸ θέλημα τοῦ κυρίου του, αἱ πράξεις ὅμως ποὺ ἔκαμε εἶναι ἄξιαι τιμωρίας καὶ μαστιγώσεων, θὰ δαρῇ μὲ ὀλίγας μαστιγώσεις. Καὶ εἶναι δίκαιον νὰ τιμωρηθῇ καὶ οὗτος, διότι ἐξ ἀμελείας ἠγνόησε τὸ θέλημα τοῦ κυρίου του. Εἰς καθένα δὲ ποὺ ἐδόθη πολὺ, θὰ ζητηθῇ ἀπὸ αὐτὸν πολύ. Ἀνάλογος πρὸς τὰ χαρίσματα, τὴν γνῶσιν καὶ τὸ ἀξίωμα, ποὺ ἔχει ὁ καθένας μας, εἶναι καὶ ἡ εὐθύνη του. Καὶ εἰς ἐκεῖνον ποὺ ἐνεπιστεύθησαν πολλά, θὰ τοῦ ζητήσουν πολλά, περισσότερα ἀπὸ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἔλαβον ὀλιγώτερα. 49 Δεν εἶναι καιρὸς κραιπάλης καὶ ὕπνου ὁ τωρινὸς καιρός, ὥστε νὰ περνοῦν ξένοιαστα τὰς ἡμέρας των οἱ δοῦλοί μου. Ἦλθα νὰ βάλω φωτιὰ εἰς τὴν γῆν. Ἦλθα δηλαδὴ νὰ ἀνάψω τὴν πυρκαϊάν, ἡ ὁποία εἰς μὲν τὰς καλοπροαιρέτους καρδίας θὰ ἐμβάλῃ φλογερὰν ἀγάπην καὶ ζῆλον διὰ τὸν Θεόν, εἰς τοὺς κακοπροαιρέτους δὲ καὶ δυστρόπους θὰ διεγείρῃ φανατικὸν μῖσος. Καὶ ἔτσι θὰ χωρισθοῦν οἱ πιστοὶ ἀπὸ τοὺς ἀπίστους. Τοῦ πολέμου αὐτοῦ τοῦ πνευματικοῦ τὴν φωτιὰ ἦλθα νὰ ρίψω ἀπὸ τὸν οὐρανὸν εἰς τὴν γῆν. Καὶ τί ἄλλο περισσότερον θέλω, ἐὰν τώρα πλέον ἤναψεν ἡ φωτιὰ αὐτή; 50 Ἀλλὰ διὰ νὰ ἀνάψῃ καὶ ἐπεκταθῇ ἡ φωτιὰ αὐτή, πρέπει προηγουμένως νὰ βαπτισθῶ τὸ προκαθωρισμένον δι’ ἐμὲ βάπτισμα τοῦ αἵματος καὶ τοῦ σταυρικοῦ θανάτου. Καὶ πῶς στενοχωροῦμαι καὶ ἀνυπομονῶ, ἕως ὅτου τελεσθῇ τὸ βάπτισμα αὐτό, τοῦ ὁποίου ἡ πρόβλεψις καὶ ἀνάμνησις ταράττει τὴν ψυχήν μου! 51 Νομίζετε, ὅτι ἦλθα νὰ δώσω εἰς τὴν γῆν τέτοιαν εἰρήνην, ὅπως τὴν φαντάζονται αὐτοί, ποὺ περιμένουν τὸν Μεσσίαν ὡς ἐπίγειον βασιλέα καὶ κατακτητήν; Ὄχι. Σᾶς βεβαιῶ, ὅτι δὲν ἦλθα νὰ φέρω τέτοιαν εἰρήνην, ἀλλὰ μόνον διαίρεσιν καὶ διχασμόν, (διὰ τὰ ὁποῖα ὅμως ὑπεύθυνος εἶναι ἡ κακία τῶν ἀνθρώπων). 52 Θὰ ἔλθῃ δὲ διχασμός, διότι ἀπὸ τώρα θὰ εἶναι εἰς ἕνα σπίτι πέντε χωρισμένοι, ὁ πατέρας, ἡ μητέρα, ἡ κόρη, ἡ νύμφη καὶ ὁ υἱός. Τρεῖς θὰ εἶναι χωρισμένοι κατὰ τῶν δύο καὶ δύο θὰ εἶναι χωρισμένοι κατὰ τῶν τριῶν. 53 Θὰ χωρισθῇ ὁ πατέρας, ποὺ δὲν ἐπίστευσεν εἰς τὸ Εὐαγγέλιον, κατὰ τοῦ υἱοῦ τοῦ πιστεύσαντος· καὶ ὁ υἱὸς ὁ ἄπιστος θὰ χωρισθῇ κατὰ τοῦ πατρός του· καὶ ἡ μητέρα ἡ ἄπιστος κατὰ τῆς πιστῆς κόρης της, καὶ ἡ κόρη κατὰ τῆς μητέρας της· ἡ πενθερὰ δέ, ποὺ εἶναι τὸ αὐτὸ πρόσωπον μὲ τὴν μητέρα τοῦ σπιτιοῦ, θὰ χωρισθῇ ἀπὸ τὴν νύμφην της, καὶ ἡ νύμφη ἀπὸ τὴν πενθεράν της. 54 Ἔλεγε δὲ καὶ εἰς τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ· Εἶναι κρίσιμοι οἱ καιροὶ καὶ δὲν τὸ καταλαβαίνετε. Εἶσθε ὅμως ἀδικαιολόγητοι, διότι τοὺς ἄλλους καιροὺς τοῦ χειμῶνος καὶ τῆς καλοκαιρίας τοὺς νοιώθετε. Ὅταν ἴδετε σύννεφον νὰ βγαίνῃ ἀπὸ τὴν δύσιν, ἀμέσως λέγετε· Βροχὴ ἔρχεται. Καὶ γίνεται ἔτσι. 55 Καὶ ὅταν ἴδετε νὰ φυσᾷ νοτιᾶς, λέγετε, ὅτι θὰ γίνῃ ζέστη· καὶ γίνεται. 56 Ὑποκριταὶ καὶ σᾶς ἀποκαλῶ ἔτσι, διότι ἐνῷ διὰ τὰ συμφέροντά σας ἔχετε ἀρκετὴν ἀντίληψιν καὶ πρόγνωσιν, τὰ ὑψηλότερα καὶ σπουδαιότερα, ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἐξαρτᾶται ἡ σωτηρία σας, δὲν ἔχετε ἀγαθὴν διάθεσιν καὶ ἐνδιαφέρον νὰ αντιληφθῆτε. Τὰ ἐξωτερικὰ δηλαδὴ σημάδια τοῦ ὁρίζοντος καὶ τῆς γῆς ξεύρετε νὰ τὰ διακρίνετε. Τὸν καιρὸν ὅμως αὐτόν, ποὺ παρουσιάζει τὰ σημάδια τῆς παρουσίας τοῦ Μεσσίου, πῶς δὲν τὸν διακρίνετε; 57 Διατί δὲ καὶ χωρὶς σημάδια, ἀλλὰ μόνον ἀπὸ τὸν ἑαυτόν σας, μὲ ὁδηγὸν τὴν συνείδησίν σας καὶ τὴν διάνοιάν σας κρίνετε τὸ δίκαιον καὶ σωστόν; Διατὶ δὲν βλέπετε, ὅτι ὁ βίος σας δὲν εἶναι σύμφωνος πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν ἀποφασίζετε νὰ ἀλλάξετε συμπεριφορὰν καὶ τρόπον ζωῆς; 58 Σπεύσατε νὰ συνδιαλλαγῆτε μὲ τὸν Θεὸν καὶ μὴ ἀναβάλλετε. Διότι, ὅταν πηγαίνῃς μὲ τὸν ἀντίδικόν σου εἰς δικαστὴν, προσπάθησε εἰς τὸν δρόμον νὰ ἀπαλλαγῇς καὶ νὰ συμβιβασθῇς μαζί του· μήπως σὲ σύρῃ, χωρὶς νὰ τὸ θέλῃς, εἰς τὸν δικαστὴν καὶ ὁ δικαστὴς σὲ παραδώσῃ εἰς τὸν εἰσπράκτορα καὶ ὁ εἰσπράκτωρ σὲ ρίψῃ εἰς φυλακήν. 59 Σοῦ λέγω, ὅτι δὲν θὰ βγῇς ἀπ’ ἐκεῖ, ἕως ὅτου - πρᾶγμα ἀδύνατον - ἐξοφλήσῃς καὶ τὸ τελευταῖον λεπτόν. Ἐφ’ ὅσον λοιπὸν εἶναι καιρὸς καὶ προτοῦ ἐκσπάσῃ ἡ δικαία ὀργὴ τοῦ Θεοῦ, συμφιλιώθητε μαζί του, διότι, ἐὰν παρουσιασθῆτε εἰς τὸ φοβερόν του κριτήριον χρεῶσται, τιμωρία ἀδυσώπητος καὶ αἰωνία σᾶς περιμένει.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΒ´ 48 - 59


48 Εκείνος δε που δεν εγνώρισε το θέλημα του Κυρίου, έκαμε δε πράξεις αξίας τιμωρίας, θα τιμωρηθή με ολίγας μαστιγώσεις. Εις εκείνον που εδόθη πολύ, θα του ζητηθή και πολύ, και εις εκείνον που του παρέδωσαν πολλά χαρίσματα, θα ζητηθούν περισσότερα καλά έργα, παρ' όσα θα ζητήσουν από εκείνους που έλαβαν ολιγώτερα. 49 Ηρθα να βάλω φωτιά εις την γην, φλογερόν ζήλον και ενθουσιασμόν εις τας καρδίας των καλοπροαιρέτων, ο οποίος όμως ζήλος θα ανάψη στους κακοπροαιρέτους πυρκαϊάν μίσους εναντίον εμού και των οπαδών μου. Και τι άλλο θέλω, εάν τώρα έχη πλέον ανάψει αυτή η φωτιά! 50 Εγώ έχω το βάπτισμα του μαρτυρίου, δια να βαπτισθώ εις αυτό, και πόσον κατέχομαι από τον πόθον και ανυπομονώ πότε να πραγματοποιηθή και απλωθή έτσι εις όλον τον κόσμον το πυρ της πίστεως και του θείου ζήλου! 51 Νομίζετε ότι ήλθα εις την γην να δώσω υποκριτικήν και ψευδή ειρήνην, όπως την φαντάζονται οι Εβραίοι; Οχι σας λέγω, αλλά έχω έλθει, δια να προκαλέσω διαίρεσιν μεταξύ των ανθρώπων, δια την οποίαν όμως διαίρεσιν υπεύθυνοι θα είναι οι πονηροί και αμετανόητοι άνθρωποι. 52 Διότι από τώρα θα είναι εις ένα σπίτι πέντε χωρισμένοι, τρεις εναντίον δύο και δύο εναντίων τριών. 53 Και θα χωρισθή ο πατέρας ο άπιστος εναντίον του πιστού υιού του, και ο άπιστος υιός εναντίον του πιστού πατρός του,η μητέρα εναντίον της κόρης της και η κόρη ενάντιον της μητρός· η πενθερά εναντίον της νύμφης και η νύμφη ενάντιον της πενθεράς· τα άπιστα μέλη της οικογενείας εναντίον των πιστών”. 54 Ελεγε δε εις τα πλήθη· “όταν ίδετε το σύνεφο να ανεβαίνη από την δύσιν, αμέσως λέγετε· Βροχή έρχεται· και γίνεται έτσι. 55 Και όταν ίδετε νότιον άνεμον να φυσά, λέγεται ότι θα γίνη ζέστη· και γίνεται έτσι. 56 Υποκριταί! Τα σημεία του ουρανού και της γης, που προαναγγέλους τον καιρόν, ξέρετε να τα διακρίνετε. Τον καιρόν όμως τούτον, που όλα τα σημεία τον παρουσιάζουν ως εποχήν της ελεύσεως του Μεσσίου, πως δεν τον διακρίνετε; 57 Διατί δε και από μόνον τον εαυτόν σας, με οδηγόν το λογικόν και την συνείδησίν σας, δεν κρίνετε το ορθόν και δίκαιον, ότι δηλαδή είναι καιρός πλέον να μετανοήσετε, δια να εύρετε σωτηρίαν; 58 Εφ' όσον είναι καιρός συμφιλιωθήτε με τον Θεόν, διότι όταν πηγαίνης με τον αντίδικόν σου στον άρχοντα να δικασθής, προσπάθησε να απαλλαγής από αυτόν και να συμβιβασθής μαζή του, μήπως σε τραβήξη εμπρός στον δικαστήν και ο δικαστής σε παραδώση στον εισπράκτορα και ο εισπράκτωρ σε βάλη εις την φυλακήν. 59 Σου λέγω ότι δεν θα βγης από εκεί, έως ότου εξοφλήσης και το τελευταίον λεπτόν. Συμφιλιωθήτε με τον Θεόν δια της μετανοίας σας, πριν εκδοθή από αυτόν η καταδικαστική για σας απόφασίς του.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα