❌
Σάββατο, 13 Σεπτεμβρίου 2025

Ανάμνηση των Εγκαινίων του Ιερού Ναού της Αναστάσεως, Άγιος Κορνήλιος ο Εκατόνταρχος, Άγιος Αριστείδης
Σάββατον πρὸ τῆς ὑψώσεως. Τὰ ἐγκαίνια τοῦ ναοῦ τῆς ἀναστάσεως (335) καὶ προεόρτιος τῆς ὑψώσεως τοῦ τιμίου Σταυροῦ. Κορνηλίου ἑκατοντάρχου (α΄ αἰ.). Ἀριστείδου μάρτυρος τοῦ Ἀθηναίου. Ἱεροθέου ὁσίου τοῦ ἐκ Καλαμάτας (†1745).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Β´ 6 - 9


6 Σοφίαν δὲ λαλοῦμεν ἐν τοῖς τελείοις, σοφίαν δὲ οὐ τοῦ αἰῶνος τούτου, οὐδὲ τῶν ἀρχόντων τοῦ αἰῶνος τούτου τῶν καταργουμένων· 7 ἀλλὰ λαλοῦμεν σοφίαν Θεοῦ ἐν μυστηρίῳ, τὴν ἀποκεκρυμμένην, ἣν προώρισεν ὁ Θεὸς πρὸ τῶν αἰώνων εἰς δόξαν ἡμῶν, 8 ἣν οὐδεὶς τῶν ἀρχόντων τοῦ αἰῶνος τούτου ἔγνωκεν· εἰ γὰρ ἔγνωσαν, οὐκ ἂν τὸν Κύριον τῆς δόξης ἐσταύρωσαν· 9 ἀλλὰ καθὼς γέγραπται, ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἃ ἡτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Β´ 6 - 9


6 Μεταξὺ ὅμως τῶν πνευματικῶς ὡρίμων καὶ προωδευμένων διδάσκομεν καὶ σοφίαν· ἀλλ’ ὄχι τὴν σοφίαν τῶν ἀνθρώπων, ποὺ ἔχουν τὰ φρονήματα τῆς ἁμαρτωλῆς αὐτῆς ἐποχῆς, οὔτε τὴν σοφίαν τῶν ἀρχόντων τοῦ κόσμου αὐτοῦ, οἱ ὁποῖοι ἔχουν προσωρινὴν ἐξουσίαν καὶ θὰ ἐκμηδενισθῇ μίαν ἡμέραν ἡ δύναμίς των. 7 Ἀλλὰ διδάσκομεν καὶ ἀναπτύσσομεν σοφίαν, τῆς ὁποίας χορηγὸς εἶναι ὁ Θεός· σοφίαν μυστηριώδη ποὺ δὲν ἠμπορεῖ πεπερασμένος νοῦς μόνος του νὰ τὴν ἀνακαλύψῃ· σοφίαν, ἡ ὁποία καὶ τώρα ἀκόμη, ποὺ ἀπεκαλύφθη ἀπὸ τὸν Θεόν, μένει κρυμμένη εἰς τοὺς ἀφωτίστους καὶ ξένους πρὸς τὸν Χριστόν· σοφίαν τὴν ὁποίαν προτοῦ ἀκόμη δημιουργηθοῦν τὰ ἐν χρόνῳ γενόμενα κτίσματα, προαπεφάσισε καὶ προκαθώρισεν ὁ Θεὸς νὰ μᾶς τὴν ἀποκαλύψῃ πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦ νὰ μᾶς δοξάσῃ δι’ αὐτῆς. 8 Τὴν σοφίαν δὲ αὐτὴν κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἄρχοντας τοῦ προσκαίρου τούτου κόσμου δὲν ἔχει γνωρίσει. Διότι ἐὰν τὴν εἶχον γνωρίσει, δὲν θὰ ἐκάρφωναν εἰς τὸν σταυρὸν τῆς ἀτιμίας τὸν Κύριον, ὁ ὁποῖος εἶναι χορηγὸς τῆς δόξης. 9 Ἀλλὰ συνέβη σύμφωνα μὲ ἐκεῖνο, ποὺ ἔχει γραφῆ ἀπὸ τὸν Ἡσαΐαν· Ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα μάτι δὲν εἶδε καὶ αὐτὶ δὲν ἄκουσε καὶ ἀνθρώπινος νοῦς δὲν ἐφαντάσθη, τὰ ὁποῖα ἐτοιμασεν ὁ Θεὸς δι' ἐκείνους ποὺ τὸν ἀγαποῦν. Αὐτὰ ἦσαν τὰ μυστηριώδη καὶ κρυμμένα.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Β´ 6 - 9


6 Και ημείς οι Απόστολοι διδάσκομεν βέβαια σοφίαν, αλλά μεταξύ των ωρίμων και προωδευμένων, από απόψεως πνευματικής, ανθρώπων, όχι όμως την σοφίαν των ανθρώπων του αμαρτωλού τούτου αιώνος ούτε των αρχόντων του κόσμου τούτου, των οποίων η εξουσία είναι προσωρινή και θα καταλυθή. 7 Αλλά λαλούμεν και κηρύσσομεν σοφίαν μυστηριώδη, απρόσιτον εις την ανθρωπίνην διάνοιαν, σοφίαν του Θεού, η οποία μολονότι έχει αποκαλυφθή από τον Θεόν, εις μεν τους πιστούς, δια την ασθένειαν του ανθρωπίνου νου, δεν είναι εις όλον της το βάθος και το πλάτος γνωστή, εις δε τους απίστους και αδιαφωτίστους είναι ακόμη κρυμμένη. Αυτήν την σοφίαν προώρισεν ο Θεός, πριν ακόμη γίνη η εν χρόνω δημιουργία, να την φανερώση, δια να δοξάση ημάς τους πιστούς. 8 Αυτήν δε την σοφίαν κανείς από τους άρχοντας του κόσμου τούτου δεν την έχει γνωρίσει. Διότι αν την είχαν γνωρίσει, δεν θα έφθανάν ποτέ μέχρι τέτοιου σημείου σκοτισμού και καταπτώσεως, ώστε να σταυρώσουν τον Κυριον της δόξης. 9 Αλλ' εγινε αυτό σύμφωνα με εκείνο που έχει γραφή εις την Παλαιάν Διαθήκην· “εκείνα που έχει ετοιμάσει ο Θεός από καταβολής κόσμου δια τους αγαπώντας αυτόν είναι τέτοια, τα οποία μάτι δεν είδε ποτέ και αυτί δεν έχει ακούσει και ανθρώπινος νους δεν έχει φαντασθή”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙϚ´ 13 - 19


13 Ἐλθὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς εἰς τὰ μέρη Καισαρείας τῆς Φιλίππου ἠρώτα τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ λέγων· Τίνα με λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου; 14 οἱ δὲ εἶπον· Οἱ μὲν Ἰωάννην τὸν βαπτιστήν, ἄλλοι δὲ Ἠλίαν, ἕτεροι δὲ Ἰερεμίαν ἢ ἕνα τῶν προφητῶν. 15 λέγει αὐτοῖς· Ὑμεῖς δὲ τίνα με λέγετε εἶναι; 16 ἀποκριθεὶς δὲ Σίμων Πέτρος εἶπε· Σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος. 17 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· Μακάριος εἶ, Σίμων Βαριωνᾶ, ὅτι σὰρξ καὶ αἷμα οὐκ ἀπεκάλυψέ σοι, ἀλλ’ ὁ πατήρ μου ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς. 18 κἀγὼ δέ σοι λέγω ὅτι σὺ εἶ Πέτρος, καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς. 19 καὶ δώσω σοι τὰς κλεῖς τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, καὶ ὃ ἐὰν δήσῃς ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται δεδεμένον ἐν τοῖς οὐρανοῖς, καὶ ὃ ἐὰν λύσῃς ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται λελυμένον ἐν τοῖς οὐρανοῖς.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙϚ´ 13 - 19


13 Ἀφοῦ δὲ ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὰ μέρη τῆς Καισαρείας, τὴν ὁποίαν εἶχε κτίσει ὁ Φίλιππος, ἠρώτα τοὺς μαθητάς του λέγων· Ποῖος νομίζουν οἱ ἄνθρωποι, ὅτι εἶμαι ἑγώ, ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου; 14 Αὐτοὶ δὲ εἶπαν· Ἄλλοι μὲν λέγουν, ὅτι εἶσαι Ἰωάννης ὁ βαπτιστής, ἄλλοι δὲ ὅτι εἶσαι ὁ Ἠλίας, ἄλλοι δὲ ὁ Ἱερεμίας ἢ ἕνας ἀπὸ τοὺς παλαιοὺς προφήτας, ποὺ ἀνεστήθη ἐκ νεκρῶν. 15 Λέγει εἰς αὐτούς· Σεῖς δὲ ποῖος λέγετε, ὅτι εἶμαι; 16 Ἀπεκρίθη δὲ ὁ Σίμων Πέτρος καὶ εἶπε· Σὺ εἶσαι ὁ Χριστός, ὁ φυσικὸς καὶ μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ποὺ δὲν εἶναι νεκρὸς σὰν τὰ εἴδωλα, ἀλλὰ ζῇ παντοτεινά. 17 Καὶ ἀπεκρίθη τότε ὁ Ἰησοῦς καὶ τοῦ εἶπε· Μακάριος εἶσαι, Σίμων, υἱὲ τοῦ Ἰωνᾶ, διότι δὲν σοῦ ἐφανέρωσε τὴν ἀλήθειαν τῆς ὀρθῆς πίστεως κανεὶς ἄνθρωπος, ἀλλ’ ὁ Πατήρ μου, ποὺ εἶναι εἰς τοὺς οὐρανούς. 18 Καὶ ἑγὼ δὲ σοῦ λέγω ὅτι σὺ εἶσαι Πέτρος καὶ ἐπάνω εἰς τὸν βράχον τῆς ἀληθινῆς πίστεως ποὺ ὠμολόγησες, γενόμενος μὲ τὴν ὁμολογίαν σου αὐτὴν ὁ πρῶτος λίθος τῆς πνευματικῆς μου οἰκοδομῆς, θὰ οἰκοδομήσω τὴν Ἐκκλησίαν μου, ὁ θάνατος δὲ καὶ αἱ ὠργανωμέναι δυνάμεις τοῦ κακοῦ δὲν θὰ ὑπερισχύσουν καὶ δὲν θὰ κατανικήσουν τὴν Ἐκκλησίαν, ἡ ὁποία θὰ εἶναι αἰώνιος καὶ ἀθάνατος. 19 Καὶ θὰ σοῦ δώσω τὴν ἐξουσίαν τοῦ νὰ εἰσάγῃς εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν πάντα ἄξιον αὐτῆς καὶ ν’ ἀποκλείῃς ἀπὸ αὐτὴν πάντα ἀνάξιον, καὶ ὁποιονδήποτε ἁμάρτημα δέσῃς καὶ τὸ διακηρύξῃς ὡς ἀσυγχώρητον ἐπὶ τῆς γῆς, θὰ εἶναι δεμένον καὶ ἀσυγχώρητον καὶ εἰς τοὺς οὐρανούς· καὶ ὁποιονδήποτε ἁμάρτημα λύσῃς διὰ συγχωρήσεως ἐπὶ τῆς γῆς, θὰ εἶναι συγχωρημένον καὶ εἰς τοὺς οὐρανούς.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙϚ´ 13 - 19


13 Οταν δε ήλθεν ο Ιησούς εις τα μέρη της Καισαρείας, την οποίαν είχε επεκτείνει και εξωραΐσει ο Ηρώδης ο Φιλιππος, ερώτησε τους μαθητάς του λέγων· “τι λένε οι άνθρωποι, ότι είμαι εγώ, ο υιός του ανθρώπου;” 14 Εκείνοι δε είπαν· “άλλοι μεν λένε ότι είσαι ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, άλλοι δε ο Ηλίας, και άλλοι ότι είσαι ο Ιερεμίας η ένας από τους προφήτας”. 15 Λεγει εις αυτούς· “σεις όμως οι μαθηταί μου ποίος λέτε, ότι είμαι;” 16 Απεκρίθη δε ο Σιμων ο Πετρος και είπε· “Συ είσαι ο Χριστός, ο υιός του Θεού του αιωνίου, που έχει ζωήν και δίδει ζωήν”. 17 Και ο Ιησούς απήντησε και του είπε· “μακάριος είσαι, Σιμων υιέ του Ιωνά, διότι την ομολογίαν, που έκαμες, δεν σου την εφανέρωσε αίμα και σαρξ, δηλαδή κάποιος άνθρωπος, αλλά ο Πατήρ μου ο επουράνιος. 18 Και εγώ δε σου λέγω τούτο· ότι συ είσαι Πετρος και επάνω εις αυτήν την πέτραν της ομολογίας σου θα οικοδομήσω ασάλευτον την Εκκλησίαν μου, και πύλαι Αδου (δηλαδή όλαι αι κακαί δυνάμστου πονηρού διαβόλου και των διεστραμμένων ανθρώπων), δεν θα υπερισχύσουν και δεν θα κατορθώσουν τίποτε εναντίον της. 19 Και θα σου δώσω τα κλειδιά της βασιλείας των ουρανών, θα σου δώσω δηλαδή την εξουσίαν, ώστε όποιο αμάρτημα δεν θα συγχωρήσης συ εις την γην, θα είναι ασυγχώρητον και στους ουρανούς· και αμάρτημα το οποίον συ θα συγχωρήσης επάνω εις την γην, θα είναι συγχωρημένον στους ουρανούς”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα