❌
Σάββατο, 09 Αυγούστου 2025

Άγιος Ματθίας ο Απόστολος, Άγιοι Δέκα Μάρτυρες που μαρτύρησαν στη Χάλκη
Ματθίου τοῦ ἀποστόλου (†63).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ Α´ 12 - 17


12 Τότε ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλὴμ ἀπὸ ὄρους τοῦ καλουμένου ἐλαιῶνος, ὅ ἐστιν ἐγγὺς Ἱερουσαλὴμ, σαββάτου ἔχον ὁδόν. 13 καὶ ὅτε εἰσῆλθον, ἀνέβησαν εἰς τὸ ὑπερῷον οὗ ἦσαν καταμένοντες, ὅ τε Πέτρος καὶ Ἰάκωβος καὶ Ἰωάννης καὶ Ἀνδρέας, Φίλιππος καὶ Θωμᾶς, Βαρθολομαῖος καὶ Ματθαῖος, Ἰάκωβος Ἁλφαίου καὶ Σίμων ὁ Ζηλωτὴς καὶ Ἰούδας Ἰακώβου. 14 οὗτοι πάντες ἦσαν προσκαρτεροῦντες ὁμοθυμαδὸν τῇ προσευχῇ καὶ τῇ δεήσει σὺν γυναιξὶ καὶ Μαρίᾳ τῇ μητρὶ τοῦ Ἰησοῦ καὶ σὺν τοῖς ἀδελφοῖς αὐτοῦ. 15 Καὶ ἐν ταῖς ἡμέραις ταύταις ἀναστὰς Πέτρος ἐν μέσῳ τῶν μαθητῶν εἶπεν· ἦν τε ὄχλος ὀνομάτων ἐπὶ τὸ αὐτὸ ὡς ἑκατὸν εἴκοσιν· 16 Ἄνδρες ἀδελφοί, ἔδει πληρωθῆναι τὴν γραφὴν ταύτην ἣν προεῖπε τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον διὰ στόματος Δαυῒδ περὶ Ἰούδα τοῦ γενομένου ὁδηγοῦ τοῖς συλλαβοῦσι τὸν Ἰησοῦν, 17 ὅτι κατηριθμημένος ἦν σὺν ἡμῖν καὶ ἔλαχε τὸν κλῆρον τῆς διακονίας ταύτης.

ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ Α´ 21 - 26


21 δεῖ οὖν τῶν συνελθόντων ἡμῖν ἀνδρῶν ἐν παντὶ χρόνῳ ᾧ εἰσῆλθε καὶ ἐξῆλθεν ἐφ’ ἡμᾶς ὁ Κύριος Ἰησοῦς, 22 ἀρξάμενος ἀπὸ τοῦ βαπτίσματος Ἰωάννου ἕως τῆς ἡμέρας ἧς ἀνελήφθη ἀφ’ ἡμῶν, μάρτυρα τῆς ἀναστάσεως αὐτοῦ γενέσθαι σὺν ἡμῖν ἕνα τούτων. 23 Καὶ ἔστησαν δύο, Ἰωσὴφ τὸν καλούμενον Βαρσαββᾶν, ὃς ἐπεκλήθη Ἰοῦστος, καὶ Ματθίαν, 24 καὶ προσευξάμενοι εἶπον· Σὺ Κύριε, καρδιογνῶστα πάντων, ἀνάδειξον ὃν ἐξελέξω ἐκ τούτων τῶν δύο ἕνα, 25 λαβεῖν τὸν κλῆρον τῆς διακονίας ταύτης καὶ ἀποστολῆς, ἐξ ἧς παρέβη Ἰούδας πορευθῆναι εἰς τὸν τόπον τὸν ἴδιον. 26 καὶ ἔδωκαν κλήρους αὐτῶν, καὶ ἔπεσεν ὁ κλῆρος ἐπὶ Ματθίαν, καὶ συγκατεψηφίσθη μετὰ τῶν ἕνδεκα ἀποστόλων.

ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ Α´ 12 - 17


12 Τότε οἱ Ἀπόστολοι ἐπέστρεψαν εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ ἀπὸ τὸ ὄρος, ποὺ ἐλέγετο Ἐλαιών, καὶ εἶναι πλησίον τῆς Ἱερουσαλήμ εἰς ἀπόστασιν τὀσην, ὅση ἐπετρέπετο να βαδίσουν οἱ Ἰουδαῖοι κατὰ τὸ Σάββατον. 13 Καὶ ὅταν ἐμβῆκαν εἰς τὴν πόλιν, ἀνέβησαν εἰς τὸ ὑπερῷον, εἰς τὸ ἐπάνω δηλαδὴ πάτωμα τοῦ σπιτιοῦ, ὅπου τακτικὰ συνηθροίζοντο ὅλοι οἱ πιστοὶ καὶ ὅπου συνηντῶντο καὶ ὁ Πέτρος καὶ ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης καὶ ὁ Ἀνδρέας, ὁ Φίλιππος καὶ ὁ Θωμάς, ὁ Βαρθολομαῖος καὶ ὁ Ματθαῖος, ὁ Ἰάκωβος ὁ υἱὸς τοῦ Ἀλφαίου καὶ ὁ Σίμων ὁ Ζηλωτὴς καὶ ὁ Ἰούδας ὁ υἱὸς τοῦ Ἰακώβου. 14 Αὐτοὶ ὅλοι μὲ μίαν ψυχὴν καὶ καρδίαν καὶ μὲ τὰ αὐτὰ αἰσθήματα καὶ διαθέσεις παρέμεναν ἀκούραστοι καὶ καρτερικοὶ εἰς τὴν προσευχὴν καὶ εἰς τὴν δέησιν μαζὶ μὲ τὰς εὐσεβεῖς γυναῖκας, ποὺ ἠκολούθησαν τὸν Κύριον ἀπὸ τὴν Γαλιλαίαν, καὶ μὲ τὴν Μαρίαν τὴν μητέρα τοῦ Ἰησοῦ καὶ μαζὶ μὲ τοὺς νομιζομένους ἀδελφούς του. 15 Καὶ κατὰ τὰς ἡμέρας αὐτάς, ποὺ ἐπηκολούθησαν εἰς τὴν Ἀνάληψιν τοῦ Κυρίου, ἐσηκώθη ὁ Πέτρος ἐν μέσῳ τῶν μαθητῶν καὶ εἶπεν· (Ἦσαν δὲ συνηθροισμένοι εἰς τὸ αὐτὸ μέρος περίπου ἑκατὸν εἴκοσι πρόσωπα). 16 Ἄνδρες ἀδελφοί· Ἀφοῦ ἦτο θεόπνευστος, ἔπρεπε νὰ πραγματοποιηθῇ ἐπακριβῶς καὶ ἐξ ὁλόκληρου ὁ λόγος τῆς Γραφῆς, τὸν ὁποῖον προεῖπε τὸ Ἅγιον Πνεῦμα διὰ τοῦ στόματος τοῦ Δαβὶδ περὶ τοῦ Ἰούδα, ὁ ὁποῖος κατήντησε νὰ γίνῃ ὁδηγὸς ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι συνέλαβον τὸν Ἰησοῦν. 17 Ἡ προφητεία αὐτὴ ὁμιλεῖ περὶ ἀξιώματος, ἀπὸ τὸ ὁποῖον ἐξέπεσεν ὁ Ἰούδας. Διότι εἶχε συγκαταριθμηθῆ μαζὶ μὲ ἡμᾶς καὶ ἔλαβεν ὅχι ἀπὸ ἰδικήν του ἀξιομισθίαν, ἀλλὰ σὰν λαχεῖον κατὰ θείαν χάριν, τὴν ὁποίαν δὲν ἐξετίμησε, τὸ μερίδιον του εἰς τὴν διακονίαν αὐτὴν τὴν ἀποστολικήν.

ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ Α´ 21 - 26


21 Ἀφοῦ λοιπὸν μὲ τὸν θάνατον τοῦ Ἰούδα καὶ τὴν ἐρήμωσιν τοῦ χωραφιοῦ του ἐπληρώθη ἡ πρώτη προφητεία, πρέπει διὰ νὰ πληρωθῇ καὶ ἡ τελευταία αὐτὴ προφητεία νὰ γίνῃ ἀντικατάστασις τοῦ Ἰούδα. Ἀπὸ τοὺς ἄνδρας δηλαδὴ ἐκείνους, ποὺ ἦσαν μαζί μας καὶ παρηκολούθησαν καθ’ ὅλον τὸν χρόνον τῆς δράσεως τοῦ Κυρίου, κατὰ τὸν ὁποῖον ἔμπαινε καὶ ἔβγαινε μεταξύ μας ὁ Κύριος Ἰησοῦς, 22 ἀπὸ τὸν καιρὸν ποὺ ἔκαμε τὴν ἀρχὴν τῆς δημοσίας δράσεώς του, δηλαδὴ ἀπὸ τῆς βαπτίσεώς του ὑπὸ τοῦ Ἰωάννου μέχρι τῆς ἡμέρας κατὰ τὴν ὁποίαν ἀνελήφθη καὶ μᾶς ἔφυγε, ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους αὐτοὺς λοιπὸν ἕνας πρέπει νὰ ἐκλεγῇ καὶ νὰ γίνῃ μαζὶ μὲ ἡμᾶς μάρτυς τῆς Ἀναστάσεώς του. 23 Καὶ ἐπρότειναν ὡς ὑποψηφίους δύο, τὸν Ἰωσήφ, ποὺ ἐκαλεῖτο Βαρσαββᾶς, ὁ ὁποῖος ἔλαβε καὶ τὸ ἐπώνυμον Ἰοῦστος, καὶ τὸν Ματθίαν. 24 Καὶ προσευχήθησαν καὶ εἶπαν· Σύ, Κύριε, ποὺ γνωρίζεις τὰς καρδίας ὅλων, φανέρωσε καθαρὰ ἐκεῖνον, ποὺ ἐξέλεξες, ἕνα ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς δύο, 25 διὰ νὰ πάρῃ τὸ κατὰ θείαν βουλὴν καὶ χάριν καὶ σὰν ἄλλον λαχνὸν παρεχόμενον ἀξίωμα τῆς διακονίας ταύτης, τουτέστι τὸ ἀποστολικόν, ἀπὸ τὸ ὁποῖον ἐξέπεσεν ὁ Ἰούδας διὰ νὰ ὑπάγῃ εἰς τὸν τόπον τῆς αἰωνίας καταδίκης, ποὺ τοῦ ἤξιζε καὶ τὸν ὁποῖον μόνος του ἐδιάλεξε. 26 Καὶ ἔρριψαν κλήρους μὲ τὰ ὀνόματά των καὶ ἔπεσεν ὁ κλῆρος εἰς τὸν Ματθίαν καὶ κατετάχθη οὗτος μὲ τοὺς ἕνδεκα ἀποστόλους.

ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ Α´ 12 - 17


12 Τοτε οι μαθηταί επέστρεψαν εις την Ιερουσαλήμ από το όρος, που ελέγετο Ελαιών και το οποίον είναι πλησίον της Ιερουσαλήμ, εις απόστασιν ενός και κάτι χιλιομέτρου, όσον δηλαδή επετρέπετο στους Ισραηλίτας να βαδίσουν κατά την ημέραν του Σαββάτου. 13 Και όταν εισήλθαν εις την πόλιν, ανέβηκαν στο γνωστόν υπερώον, όπου συνήθως συνηντώντο και παρέμεναν οι μαθηταί, ο Πετρος και ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης και ο Ανδρέας, ο Φιλιππος και ο Θωμάς, ο Βαρθολομαίος και ο Ματθαίος, ο Ιάκωβος ο υιός του Αλφαίου και ο Σιμων ο Ζηλωτής και ο Ιούδας ο υιός του Ιακώβου. 14 Ολοι αυτοί με μια ψυχή και με μια καρδιά ακούραστα προσηύχοντο και εδέοντο στον Θεόν μαζή και με άλλας ευσεβείς γυναίκας, που είχαν ακολουθήσει τον Κυριον, όπως επίσης μαζή με την Μαρίαν την μητέρα του Ιησού και με αυτούς, που ενομίζοντο αδελφοί του. 15 Και κατά τας ημέρας αυτάς εσηκώθηκε ο Πετρος στο μέσον των μαθητών και είπε· ήσαν δε εκεί συνηθροισμένοι εκατόν είκοσι περίπου πρόσωπα· 16 “άνδρες αδελφοί, έπρεπε να εκπληρωθή ακριβώς η προφητεία της Γραφής, την οποίαν προείπε το Πνεύμα το Αγιον με το στόμα του Δαυίδ δια τον Ιούδαν, ο οποίος έγινε οδηγός εκείνων, που συνέλαβαν τον Ιησούν. 17 Η προφητεία λέγει, ότι είχε και αυτός συμπεριληφθή στον αριθμόν μας και έλαβεν εκ μέρους του Θεού ως τιμητικήν δωρεάν, ωσάν θείον λαχνόν, μέρος εις την αποστολικήν αυτήν διακονίαν.

ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ Α´ 21 - 26


21 Δια να εκπληρωθή και η τελευταία αυτή φράσις της προφητείας, πρέπει να πάρη την θέσιν του Ιούδα μεταξύ των Αποστόλων ένας από τους άνδρας εκείνους, οι οποίοι ήσαν μαζή μας όλον τον καιρόν, από τότε που ο Κυριος εισήλθε εις την δημοσίαν δράσιν μέχρι την ημέραν, που έφυγε από ημάς. 22 Δηλαδή από την ημέραν της βαπτίσεώς του υπό του Ιωάννου, μέχρι και της ημέρας, που ανελήφθη στους ουρανούς. Αυτός δε που θα πάρη τώρα το αποστολικόν αξίωμα πρέπει να γίνη μάρτυς και κήρυξ, μαζή με ημάς, της αναστάσεως του Κυρίου”. 23 Και επρότειναν δύο, τον Ιωσήφ, που ελέγετο Βαρσαββάς και έλαβε κατόπιν το επώνυμον Ιούστος, και τον Ματθίαν. 24 Και προσηυχήθησαν οι μαθηταί και είπαν· “Συ, Κυριε, που γνωρίζεις τας καρδίας όλων, φανέρωσε και ανάδειξε εκείνον, που εδιάλεξες, ένα από τους δύο τούτους, 25 δια να λάβη, σαν θείον λαχνόν, το αξίωμα της υπηρεσίας αυτής, δηλαδή το αποστολικόν, από το οποίον εξέπεσε ο Ιούδας, δια να πορευθή στον τόπον της καταδίκης, που του ήρμοζε”. 26 Και έβαλαν κλήρους με τα ονόματα των δύο και έπεσε ο κλήρος στον Ματθίαν, ο οποίος και κατετάχθη μαζή με τους ένδεκα Αποστόλους.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΕ´ 32 - 39


32 Ὁ δὲ Ἰησοῦς προσκαλεσάμενος τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ εἶπε· Σπλαγχνίζομαι ἐπὶ τὸν ὄχλον, ὅτι ἤδη ἡμέραι τρεῖς προσμένουσί μοι καὶ οὐκ ἔχουσι τί φάγωσι· καὶ ἀπολῦσαι αὐτοὺς νήστεις οὐ θέλω, μήποτε ἐκλυθῶσιν ἐν τῇ ὁδῷ. 33 καὶ λέγουσιν αὐτῷ οἱ μαθηταί αὐτοῦ· Πόθεν ἡμῖν ἐν ἐρημίᾳ ἄρτοι τοσοῦτοι ὥστε χορτάσαι ὄχλον τοσοῦτον; 34 καὶ λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Πόσους ἄρτους ἔχετε; οἱ δὲ εἶπον· Ἑπτά, καὶ ὀλίγα ἰχθύδια. 35 καὶ ἐκέλευσε τοῖς ὄχλοις ἀναπεσεῖν ἐπὶ τὴν γῆν. 36 καὶ λαβὼν τοὺς ἑπτὰ ἄρτους καὶ τοὺς ἰχθύας, εὐχαριστήσας ἔκλασε καὶ ἐδίδου τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ, οἱ δὲ μαθηταὶ τοῖς ὄχλοις. 37 καὶ ἔφαγον πάντες καὶ ἐχορτάσθησαν, καὶ ἦραν τὸ περισσεῦον τῶν κλασμάτων, ἑπτὰ σπυρίδας πλήρεις. 38 οἱ δὲ ἐσθίοντες ἦσαν τετρακισχίλιοι ἄνδρες χωρὶς γυναικῶν καὶ παιδίων. 39 Καὶ ἀπολύσας τοὺς ὄχλους ἀνέβη εἰς τὸ πλοῖον, καὶ ἦλθεν εἰς τὰ ὅρια Μαγδαλά.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΕ´ 32 - 39


32 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἐπροσκάλεσε τοὺς μαθητάς του καὶ τοὺς εἶπεν· Αἰσθάνομαι βαθεῖαν συμπάθειαν διὰ τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ, διότι εἶναι τώρα τρεῖς ἡμέραι, ἀφ’ ὅτου μένουν πλησίον μου καὶ δὲν ἔχουν τί νὰ φάγουν.Καὶ δὲν θέλω νὰ τοὺς ἐξαποστείλω εἰς τὰ μέρη τους νηστικούς, μήπως ἀποκάμουν εἰς τὸν δρόμον. 33 Καὶ λέγουν εἰς αὐτὸν οἰ μαθηταί του· Ἀπὸ ποῦ νὰ προμηθευθῶμεν ἐδῶ εἰς τὴν ἐρημιὰν τόσον πολλοὺς ἄρτους, ὥστε νὰ χορτάσωμεν τόσον πλῆθος λαοῦ; 34 Καὶ λέγει εἰς αὐτοὺς ἡ Ἰησοῦς· Πόσους ἄρτους ἔχετε; Αὐτοὶ δὲ εἶπαν· ἑπτὰ ἄρτους καὶ ὀλίγα ψαράκια. 35 Καὶ παρήγγειλεν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ νὰ καθίσουν εἰς τὴν γῆν. 36 Καὶ ἀφοῦ ἐπῆρε εἰς τὰς χεῖρας του τοὺς ἄρτους καὶ τὰ ψάρια, εὐχαρίστησε τὸν Πατέρα του, ποὺ δίδει καὶ πολλαπλασιάζει αὐτὸς ὅλα τὰ ἀγαθά, καὶ ἔκοψε τοὺς ἄρτους καὶ τὰ ψάρια καὶ ἔδωκεν εἰς τοὺς μαθητάς του, οἱ δὲ μαθηταὶ τοῦ ἔδωκαν εἰς τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ. 37 Καὶ ἔφαγαν ὅλοι καὶ ἐχόρτασαν καὶ ἐσήκωσαν τὸ περίσσευμα τῶν κομματιῶν ἑπτὰ μεγάλα κοφίνια γεμᾶτα. 38 Ἐκεῖνοι δὲ ποὺ ἔφαγαν, ἦσαν τέσσαρες χιλιάδες ἄνδρες, χωρὶς νὰ ὑπολογίζωνται εἰς τὸν ἀριθμὸν αὐτὸν γυναῖκες καὶ παιδιά. 39 Καὶ ἀφοῦ διέλυσε τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ, ἐμβῆκεν εἰς τὸ πλοῖον καὶ ἦλθεν εἰς τὰ σύνορα τῆς Μαγδαλά.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΙΕ´ 32 - 39


32 Ο δε Ιησούς επροσκάλεσε τους μαθητάς του και είπε· “σπλαγχνίζομαι τον λαόν αυτόν, ότι τρεις τώρα ημέρας μένουν κοντά μου και δεν έχουν τι να φάγουν. Δεν θέλω δε να τους αφήσω να γυρίσουν εις τα σπίτια των νηστικοί, μήπως και παραλύσουν στον δρόμον και πέσουν από την πείναν”. 33 Και λέγουν προς αυτόν οι μαθηταί του· “από που ημπορούμε να έχωμεν ημείς εδώ στον έρημον αυτόν τόπον τόσους άρτους, ώστε να χορτάσωμεν τόσον πολύν λαόν;” 34 Και λέγει εις αυτούς ο Ιησούς· “πόσα ψωμιά έχετε;” Εκείνοι δε απήντησαν· “επτά και κάτι λίγα ψαράκια”. 35 Και συνέστησε εις τα πλήθη, να καθήσουν κατά γης. 36 Και αφού επήρε τους επτά άρτους και τα ψάρια, ευχαρίστησε τον ουράνιον Πατέρα, τα έκοψε κομμάτια, και τα έδωκε στους μαθητάς του και οι μαθηταί εις τα πλήθη. 37 Εφαγαν δε όλοι και εχόρτασαν και εμάζεψαν ο,τι είχε περισσεύσει από τα κομμάτια, επτά μεγάλα κοφίνια γεμάτα. 38 Αυτοί δε που έφαγαν ήσαν τέσσαρες χιλιάδες άνδρες, εκτός από τα γυναικόπαιδα. 39 Και αφού διέλυσε τα πλήθη, εμπήκε στο πλοίον και ήλθε εις τα σύνορα Μαγδαλά, νοτίως της Καπερναούμ.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα