❌
Τετάρτη, 04 Ιουνίου 2025

Άγιος Μητροφάνης Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινούπολης, Αγίες Μάρθα και Μαρία οι αδελφές του Λαζάρου
Μητροφάνους ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως (†326). Μάρθας καὶ Μαρίας ἀδελφῶν τοῦ Λαζάρου.
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Ζ´ 26 - 28


26 Τοιοῦτος γὰρ ἡμῖν ἔπρεπεν ἀρχιερεύς, ὅσιος, ἄκακος, ἀμίαντος, κεχωρισμένος ἀπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ ὑψηλότερος τῶν οὐρανῶν γενόμενος, 27 ὃς οὐκ ἔχει καθ’ ἡμέραν ἀνάγκην, ὥσπερ οἱ ἀρχιερεῖς, πρότερον ὑπὲρ τῶν ἰδίων ἁμαρτιῶν θυσίας ἀναφέρειν, ἔπειτα τῶν τοῦ λαοῦ· τοῦτο γὰρ ἐποίησεν ἐφάπαξ ἑαυτὸν ἀνενέγκας. 28 ὁ νόμος γὰρ ἀνθρώπους καθίστησιν ἀρχιερεῖς ἔχοντας ἀσθένειαν, ὁ λόγος δὲ τῆς ὁρκωμοσίας τῆς μετὰ τὸν νόμον υἱὸν εἰς τὸν αἰῶνα τετελειωμένον.

ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Η´ 1 - 2


1 Κεφάλαιον δὲ ἐπὶ τοῖς λεγομένοις, τοιοῦτον ἔχομεν ἀρχιερέα, ὃς ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ τοῦ θρόνου τῆς μεγαλωσύνης ἐν τοῖς οὐρανοῖς, 2 τῶν ἁγίων λειτουργὸς καὶ τῆς σκηνῆς τῆς ἀληθινῆς, ἣν ἔπηξεν ὁ Κύριος, καὶ οὐκ ἄνθρωπος.

ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Ζ´ 26 - 28


26 Ἀντικατεστάθη λοιπὸν ἡ Λευϊτικὴ ἱερωσύνη. Διότι τέτοιος, μὲ τέτοια προσόντα μᾶς ἐχρειάζετο Ἀρχιερεύς, εὐσεβὴς καὶ ἅγιος, ἀπηλλαγμένος ἀπὸ κακίαν καὶ πονηρίαν, ἀμόλυντος, χωρισμένος ἀπὸ τοὺς ἁμαρτωλούς. Καὶ ὅσον μὲν ἔζη εἰς τὴν γῆν, ἦτο χωρισμένος ἀπὸ τοὺς ἁμαρτωλοὺς λόγῳ τῆς ἀπολύτου ἀναμαρτησίας του. Τώρα δὲ καὶ διότι ἀνυψώθη παραπάνω ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς καὶ κάθεται εἰς τὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ. 27 Αὐτὸς ὁ νέος Ἀρχιερεὺς δὲν ἔχει ἀνάγκην, ὅπως οἱ ἀρχιερεῖς τοῦ νόμου, νὰ προσφέρῃ κάθε ἡμέραν θυσίας προτήτερα διὰ τὰς ἰδικάς του καὶ ἔπειτα διὰ τοῦ λαοῦ τὰς ἁμαρτίας. Δὲν ἔχει ἀνάγκην νὰ προσφέρῃ θυσίας διὰ τὸν ἑαυτόν του, διότι ὑπῆρξεν ἀναμάρτητος. Δὲν ἔχει ἀνάγκην κάθε ἡμέραν νὰ προσφέρῃ θυσίας ὑπέρ του λαοῦ, διότι τοῦτο, ἤτοι τὴν ὑπὲρ τοῦ λαοῦ θυσίαν τὴν ἔκαμε μίαν φορὰν γιὰ πάντα, θυσιάσας τὸν ἑαυτόν του. 28 Διαφέρει δὲ τόσον πολὺ ὁ Ἀρχιερεύς μας ἀπὸ τοὺς ἀρχιερεῖς του νόμου, διότι ὁ νόμος ἐγκαθιστᾷ ὡς ἀρχιερεῖς ἀνθρώπους, ποὺ ἔχουν ἠθικὴν ἀσθένειαν καὶ εἶναι θνητοί. Ὁ λόγος ὅμως καὶ ἡ ἔνορκος ὑπόσχεσις, ποὺ ἐδόθη ὕστερα ἀπὸ τὸν νόμον καὶ συνεπῶς ἀντικατέστησεν αὐτόν, ἐγκαθιστᾷ Ἀρχιερέα τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἀνεδείχθη κατὰ τὸν ἐπίγειον βίον του ἀναμάρτητος καὶ τέλειος καὶ μένει τέτοιος εἰς τὸν αἰῶνα.

ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Η´ 1 - 2


1 Τὸ σπουδαιότερον δὲ ἀπὸ ὅσα εἴπομεν εἶναι τοῦτο, ὅτι ἔχομεν τέτοιον Ἀρχιερέα, ὁ ὁποῖος ἐκάθησεν εἰς τὰ δεξιὰ τοῦ θρόνου τῆς θείας μεγαλειότητος εἰς τοὺς οὐρανούς, 2 καὶ ἔγινε λειτουργὸς τῶν Ἁγίων, ποὺ εὑρίσκονται εἰς τοὺς οὐρανούς, καὶ τῆς σκηνῆς τῆς ἀληθινῆς, τὴν ὁποίαν κατεσκεύασεν ὁ Κύριος καὶ ὄχι ἄνθρωπος.

ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Ζ´ 26 - 28


26 Διότι τέτοιος τέλειος και αιώνιος Αρχιερεύς μας εχρειάζετο, όσιος, χωρίς κανένα ίχνος κακίας και πονηρίας, αμόλυντος από κάθε σπίλον αμαρτίας, χωρισμένος και εντελώς διάφορος με την αγιότητά του από τους αμαρτωλούς και ο οποίος έχει ανυψωθή πάρα πάνω από τους ουρανούς, εις τα δεξιά του Πατρός και Θεού, 27 και δεν έχει ανάγκην, όπως οι Αρχιερείς του Νομου, να προσφέρη πρώτον θυσίας δια τας ιδικάς του αμαρτίας και έπειτα δια τας αμαρτίας του λαού. Αφ' ενός μεν διότι είναι απολύτως αναμάρτητος, αφ' ετέρου δε διότι προσέφερε μίαν φοράν υπέρ του λαού την υψίστην λυτρωτικήν θυσίαν, θυσιάσας τον εαυτόν του επάνω στον σταυρόν. 28 Διότι ο Νομος του Μωϋσέως εγκαθιστά αρχιερείς, που και αυτοί σαν άνθρωποι έχουν ηθικήν ασθένειαν και ατέλειαν. Ο δε λόγος της ενόρκου υποσχέσεως του Θεού, που εδόθη μετά τον Νομον δια μέσου του προφήτου Δαυΐδ, εγκαθιστά αιώνιον αρχιερέα τον Υιόν του Θεού, ο οποίος τέλειος ως Θεός ανεδείχθη και ως άνθρωπος κατά πάντα τέλειος και μένει τέλειος στους αιώνας των αιώνων.

ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Η´ 1 - 2


1 Το δε σημαντικώτερον και βασικωτάτης σπουδαιότητος από όσα μέχρι τώρα είπομεν είναι τούτο ότι έχομεν τέτοιον Αρχιερέα, ο οποίος εκάθισεν εις τα δεξιά του θρόνου της θείας μεγαλωσύνης επάνω στους ουρανούς 2 και έγινε λειτουργός εις τα Αγια του Ουρανού και εις την αληθινήν σκηνήν, την οποίαν εθεμελίωσε και κατεσκεύασεν ο Κυριος και όχι άνθρωπος.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Ι´ 1 - 9


1 Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὁ μὴ εἰσερχόμενος διὰ τῆς θύρας εἰς τὴν αὐλὴν τῶν προβάτων, ἀλλὰ ἀναβαίνων ἀλλαχόθεν, ἐκεῖνος κλέπτης ἐστὶ καὶ λῃστής· 2 ὁ δὲ εἰσερχόμενος διὰ τῆς θύρας ποιμήν ἐστι τῶν προβάτων. 3 τούτῳ ὁ θυρωρὸς ἀνοίγει, καὶ τὰ πρόβατα τῆς φωνῆς αὐτοῦ ἀκούει, καὶ τὰ ἴδια πρόβατα καλεῖ κατ’ ὄνομα καὶ ἐξάγει αὐτά. 4 καὶ ὅταν τὰ ἴδια πρόβατα ἐκβάλῃ, ἔμπροσθεν αὐτῶν πορεύεται, καὶ τὰ πρόβατα αὐτῷ ἀκολουθεῖ, ὅτι οἴδασι τὴν φωνὴν αὐτοῦ· 5 ἀλλοτρίῳ δὲ οὐ μὴ ἀκολουθήσωσιν, ἀλλὰ φεύξονται ἀπ’ αὐτοῦ, ὅτι οὐκ οἴδασι τῶν ἀλλοτρίων τὴν φωνήν. 6 Ταύτην τὴν παροιμίαν εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· ἐκεῖνοι δὲ οὐκ ἔγνωσαν τίνα ἦν ἃ ἐλάλει αὐτοῖς. 7 Εἶπεν οὖν πάλιν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἐγώ εἰμι ἡ θύρα τῶν προβάτων. 8 πάντες ὅσοι ἦλθον πρὸ ἐμοῦ, κλέπται εἰσὶ καὶ λῃσταί· ἀλλ’ οὐκ ἤκουσαν αὐτῶν τὰ πρόβατα. 9 ἐγώ εἰμι ἡ θύρα· δι’ ἐμοῦ ἐάν τις εἰσέλθῃ, σωθήσεται, καὶ εἰσελεύσεται καὶ ἐξελεύσεται, καὶ νομὴν εὑρήσει.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Ι´ 1 - 9


1 Νομίζετε διὰ τὸν ἑαυτόν σας, ὅτι εἶσθε οἱ ἀνεγνωρισμένα ὁδηγοὶ καὶ διδάσκαλοι τοῦ Ἰσραήλ. Σᾶς διαβεβαιῶ ὅμως ἐν πάσῃ ἀληθείᾳ, ὅτι εἶσθε ἐκμεταλλευταὶ τοῦ ποιμνίου καὶ κλέπται τῶν προβάτων. Ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἐμβαίνει ἀπὸ τὴν πόρταν εἰς τὴν μάνδραν, εἰς τὴν ὁποίαν φυλάττονται τὰ πρόβατα, ἀλλ’ ἀνεβαίνει ἀπὸ ἄλλο μέρος διὰ νὰ πηδήσῃ μέσα κρυφίως, ἐκεῖνος εἶναι κλέπτης καὶ λῃστής. (Μὲ ἄλλας λέξεις εἶναι κλέπτης καὶ λῃστὴς ἐκεῖνος, ποὺ χωρὶς νὰ κληθῇ καὶ ἀναβιβασθῇ ἀπὸ τὸν Θεὸν εἰς τὸ ἀξίωμα τοῦ ποιμένος καὶ ὁδηγοῦ τῶν προβάτων τοῦ Θεοῦ, ζητεῖ νὰ τὸ σφετεριστῇ καὶ νὰ τὸ ἁρπάσῃ, ὅπως τὸ ἐκάματε σεῖς οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ Γραμματεῖς, οἱ ὁποῖοι μολονότι βλέπετε ἀπὸ τὰ θαύματά μου, ὅτι εἶμαι ὁ ἀνεγνωρισμένος ἀπὸ τὸν Θεὸν ποιμήν, σφετερίζεσθε τὰ δικαιώματά μου καὶ τὴν ἐξουσίαν μου). 2 Τουναντίον ἐκεῖνος, ποὺ έμβαίνει εἰς τὴν μάνδραν ὄχι λαθραίως, ἀλλὰ φανερὰ ἀπὸ τὴν πόρταν, εἶναι ποιμὴν τῶν προβάτων. 3 Εἰς αὐτὸν ὁ θυρωρός, ποὺ φυλάττει τὴν μάνδραν, ἀνοίγει τὴν πόρταν, ἀλλὰ καὶ τὰ πρόβατα ἀκούουν τὴν φωνήν του καὶ γνωρίζουν αὐτήν, καὶ αὐτὸς πάλιν γεμᾶτος ἐνδιαφέρον διὰ τὰ πρόβατά του φωνάζει τὸ καθένα μὲ τὸ ὄνομά του καὶ τὰ βγάζει ἀπὸ τὴν μάνδραν διὰ νὰ τὰ βοσκήσῃ. 4 Καὶ ὅταν ἀπὸ τὴν μάνδραν, εἰς τὴν ὁποίαν μένουν καὶ ἄλλα ποίμνια μαζί, βγάλῃ αὐτὸς ἔξω τὰ ἰδικά του πρόβατα, πηγαίνει ἐμπρὸς ἀπὸ αὐτά, καὶ τὰ πρόβατα τὸν ἀκολουθοῦν, διότι γνωρίζουν τὴν φωνήν του καὶ τὸ σφύριγμά του, μὲ τὸ ὁποῖον ἀπὸ καιροῦ εἰς καιρὸν τὰ φωνάζει. 5 Δὲν θὰ ἀκολουθήσουν ὅμως ποτὲ ὁποιονδήποτε ξένον, ἀλλὰ θὰ φύγουν μακρὰν ἀπὸ αὐτόν, διότι δὲν γνωρίζουν τὴν φωνὴν τῶν ξένων. Ἔτσι καὶ τὰ λογικὰ πρόβατά μου θὰ μὲ ἀναγνωρίσουν ὡς ποιμένα των, θὰ ἀκούσουν τὴν διδασκαλίαν μου, καὶ θὰ αἰσθανθοῦν τὸ δι’ αὐτὰ ἐνδιαφέρον μου καὶ τὴν πρὸς αὐτὰ στοργήν μου καὶ δὲν θὰ παραπλανηθοῦν ἀπὸ τοὺς ἀπατεῶνας, οἱ ὁποῖοι θὰ ἐπιζητήσουν νὰ τὰ ἀποσπάσουν ἀπὸ ἐμέ. 6 Αὐτὸν τὸν ἀλληγορικὸν λόγον τοὺς εἶπεν ὁ Ἰησοῦς. Ἐκεῖνοι ὅμως δὲν ἐνόησαν, ποίαν σημασίαν εἶχον αὐτά, ποὺ τοὺς ἔλεγε. 7 Ἀφοῦ λοιπὸν δὲν ἐκατάλαβαν τὴν ἔννοιαν τῆς ἀλληγορίας ταύτης, τοὺς εἶπε πάλιν ὁ Ἰησοῦς καθαρώτερα καὶ σαφέστερα τὰ ἑξῆς· Ἀληθῶς, ἀληθῶς σᾶς λέγω, ὅτι ἐγὼ εἶμαι ἡ πόρτα, διὰ τῆς ὁποίας τὰ πρόβατα ἐμβαίνουν εἰς τὴν μάνδραν διὰ νὰ ἀσφαλισθοῦν καὶ ἀπὸ τὴν ὁποίαν βγαίνουν διὰ νὰ βοσκήσουν. 8 Ὅλοι ὅσοι ἦλθον κατὰ τοὺς τελευταίους αὐτοὺς χρόνους, προτοῦ νὰ ἔλθω ἐγώ, καὶ ἐπῆραν μόνοι τους τὸ ἀξίωμα τοῦ ὁδηγοῦ τῶν προβάτων, εἶναι κλέπται καὶ λῃσταί, διότι ἀποβλέπουν εἰς τὸ νὰ ἐκμεταλλευθοῦν καὶ καταφάγουν τὰ πρόβατα. Ἀλλὰ τὰ πρόβατα δὲν τοὺς ἤκουσαν. 9 Ἐγὼ εἶμαι ἡ θύρα. Δι’ ἐμοῦ καὶ μόνον ἐὰν ἔμβῃ κανείς, θὰ σωθῇ. Καὶ θὰ εἰσέλθῃ ὡς τὸ πρόβατον εἰς τὴν μάνδραν πρὸς ἀνάπαυσιν καὶ ἀσφάλειαν ἐν καιρῷ νυκτὸς καὶ θὰ ἐξέλθῃ κατὰ τὴν πρωΐαν ἐκ τῆς μάνδρας πρὸς βοσχὴν καὶ θὰ εὔρὴ τροφήν. Δι’ ἐμοῦ μὲ ἄλλας λέξεις πᾶσα ψυχὴ θὰ ἀσφαλισθῇ ἀπὸ κάθε πνευματικὸν κίνδυνον, θὰ τραφῇ ἀφθόνως διὰ τῆς σωτηριώδους ἀληθείας καὶ θὰ κατακτήσῃ τὴν αἰώνιον ζωήν.

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Ι´ 1 - 9


1 Σας διαβεβαιώνω, ότι εκείνος που δεν εισέρχεται εις την μάντραν των προβάτων από την θύραν, αλλά ανεβαίνει και πηδά, δια να μη τον αντιληφθούν, από άλλο μέρος, είναι κλέπτης και ληστής”. (Εκείνος που γίνεται ποιμήν των λογικών προβάτων αναξίως και παρανόμως, είναι ιερόσυλος εκμεταλλευτής και των πιστών και της Εκκλησίας). 2 Εκείνος όμως, που εισέρχεται φανερά από την θύραν, είναι ο πραγματικός ποιμήν των προβάτων. 3 Εις αυτόν ο θυρωρός ανοίγει την θύραν, και τα πρόβατα ακούουν και γνωρίζουν την φωνήν του, και αυτός καλεί τα πρόβατα το καθένα με το όνομά του, και τα βγάζει δια την βοσκήν. 4 Και όταν βγάλη τα πρόβατά του από την μάνδραν, πηγαίνει εμπρός από αυτά και τα πρόβατα τον ακολουθούν, διότι γνωρίζουν την φωνήν του. 5 Ξενον όμως δεν θα τον ακολουθήσουν, αλλά θα φύγουν από αυτόν, διότι δεν αναγνωρίζουν την φωνήν των ξένων. Εμέ, τον πραγματικόν και στοργικόν ποιμένα, με γνωρίζουν, με αναγνωρίζουν και με ακολουθούν τα πρόβατα. (Τους ψευδείς και ιδιοτελείς ποιμένας δεν έχουν την διάθεσιν και δεν θέλουν να τους ακολουθήσουν, διότι δεν τους αναγνωρίζουν ποιμένας των)”. 6 Αυτήν την παραβολήν τους είπεν ο Ιησούς. Εκείνοι όμως δεν εκατάλαβαν, τι εσήμαιναν αυτά που τους έλεγε. 7 Δια τούτο και πάλιν είπε προς αυτούς ο Ιησούς· “αληθινά και ειλικρινά σας λέγω, ότι εγώ είμαι η θύρα, από την οποίαν τα πρόβατα μπαίνουν εις την μάνδρα, δια να εύρουν ασφάλειαν και από την οποίαν βγαίνουν δια την βοσκήν. 8 Ολοι όσοι ήλθαν πριν από εμέ, χωρίς κανείς να τους αναθέση την ποίμανσιν των προβάτων, αλλά αυθαιρέτως μόνοι των επήραν το αξίωμα, αυτοί ήσαν κλέπται και λησταί. Τα πρόβατα όμως δεν τους ήκουσαν και ούτε τους ακολούθησαν. 9 Εγώ είμαι η θύρα. Δι' εμού εάν κανείς εισέλθη, θα σωθή. Και θα εισέλθη εις την μάνδραν, δια να εύρη ασφάλειαν και ανάπαυσιν, και θα βγη, όταν είναι καιρός βοσκής και θα εύρη τροφήν.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα