❌
Τρίτη, 28 Ιανουαρίου 2025

Όσιος Εφραίμ ο Σύρος, Όσιος Παλλάδιος, Όσιος Ιάκωβος ο Ασκητής, Αγία Χάρις
Ἐφραῒμ τοῦ Σύρου († 373). Παλλαδίου ὁσίου (δ΄ αἰ.), Χάριτος μάρτυρος.
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΑΚΩΒΟΥ Γ´ 1 - 10


1 Μὴ πολλοὶ διδάσκαλοι γίνεσθε, ἀδελφοί μου, εἰδότες ὅτι μεῖζον κρίμα ληψόμεθα· 2 πολλὰ γὰρ πταίομεν ἅπαντες. εἴ τις ἐν λόγῳ οὐ πταίει, οὗτος τέλειος ἀνήρ, δυνατὸς χαλιναγωγῆσαι καὶ ὅλον τὸ σῶμα. 3 ἴδε τῶν ἵππων τοὺς χαλινοὺς εἰς τὰ στόματα βάλλομεν πρὸς τὸ πείθεσθαι αὐτοὺς ἡμῖν, καὶ ὅλον τὸ σῶμα αὐτῶν μετάγομεν. 4 ἰδοὺ καὶ τὰ πλοῖα, τηλικαῦτα ὄντα καὶ ὑπὸ σκληρῶν ἀνέμων ἐλαυνόμενα, μετάγεται ὑπὸ ἐλαχίστου πηδαλίου ὅπου ἂν ἡ ὁρμὴ τοῦ εὐθύνοντος βούληται. 5 οὕτω καὶ ἡ γλῶσσα μικρὸν μέλος ἐστὶ καὶ μεγαλαυχεῖ. ἰδοὺ ὀλίγον πῦρ ἡλίκην ὕλην ἀνάπτει! 6 καὶ ἡ γλῶσσα πῦρ, ὁ κόσμος τῆς ἀδικίας. οὕτως ἡ γλῶσσα καθίσταται ἐν τοῖς μέλεσιν ἡμῶν ἡ σπιλοῦσα ὅλον τὸ σῶμα καὶ φλογίζουσα τὸν τροχὸν τῆς γενέσεως καὶ φλογιζομένη ὑπὸ τῆς γεέννης. 7 πᾶσα γὰρ φύσις θηρίων τε καὶ πετεινῶν ἑρπετῶν τε καὶ ἐναλίων δαμάζεται καὶ δεδάμασται τῇ φύσει τῇ ἀνθρωπίνῃ, 8 τὴν δὲ γλῶσσαν οὐδεὶς δύναται ἀνθρώπων δαμάσαι· ἀκατάσχετον κακόν, μεστὴ ἰοῦ θανατηφόρου. 9 ἐν αὐτῇ εὐλογοῦμεν τὸν Θεὸν καὶ πατέρα, καὶ ἐν αὐτῇ καταρώμεθα τοὺς ἀνθρώπους τοὺς καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ γεγονότας· 10 ἐκ τοῦ αὐτοῦ στόματος ἐξέρχεται εὐλογία καὶ κατάρα. οὐ χρή, ἀδελφοί μου, ταῦτα οὕτω γίνεσθαι.

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΑΚΩΒΟΥ Γ´ 1 - 10


1 Αδελφοί μου, μὴ παίρνετε πολλοὶ τὴν θέσιν τοῦ διδασκάλου, διότι γνωρίζετε ὅτι ἡμεῖς ποὺ διδάσκομεν, θὰ κριθῶμεν αὐστηρότερα καὶ συνεπῶς θὰ λάβωμεν μεγαλυτέραν τιμωρίαν. 2 Θὰ τιμωρηθῶμεν δὲ αὐστηρότερα, διότι ὅλοι πταίομεν εἰς πολλὰς περιπτώσεις, ἐξ ὅλων δὲ τῶν παρεκτροπῶν αἱ εὐκολώτεραι καὶ συχνότεροι εἶναι αἱ διὰ τῆς γλώσσης παρεκτροπαί, εἰς τὰς ὁποίας κινδυνεύει νὰ πέσῃ καὶ καθένας, ποὺ παίρνει μόνος του τὴν θέσιν τοῦ διδασκάλου. Πράγματι, ἐὰν κανεὶς δὲν πταίῃ εἰς τὰ λόγια του, εἶναι τέλειος ἄνθρωπος, καὶ ἔχει τὴν δύναμιν νὰ συγκρατήσῃ καὶ ὁλόκληρον τὸν ἑαυτόν του. Τέλειος δὲ πρέπει νὰ εἶναι καὶ ὁ διδάσκαλος, διὰ νὰ μὴ ἁμαρτάνῃ διὰ τῆς γλώσσης του καὶ διὰ νὰ ἀποφύγῃ τὴν αὐστηροτέραν κρίσιν, μὲ τὴν ὁποίαν θὰ κριθοῦν αὐτοὶ ποὺ διδάσκουν. 3 Διὰ νὰ πεισθῆτε δέ, ὅτι ὅποιος δὲν πταίει διὰ τῆς γλώσσης, αὐτὸς εἶναι τέλειος, σᾶς φέρω δύο παραδείγματα. Ἰδού, τοὺς χαλινοὺς τῶν ἵππων θέτομεν εἰς τὰ στόματά των διὰ νὰ ὑποτάσσωνται οὗτοι εἰς ἠμᾶς, καὶ ἔτσι μὲ τὸν χαλινὸν διευθύνομεν ὅλον τὸ σῶμα των. 4 Ἰδού, ὅτι καὶ αὐτὰ τὰ ἄψυχα πλοῖα, καίτοι εἶναι τόσον μεγάλα καὶ σπρώχνονται ἀπὸ σκληροὺς καὶ ὁρμητικοὺς ἀνέμους, διευθύνονται μὲ ἓν πολὺ μικρὸν πηδάλιον, ὁπουδήποτε ἀποφασίσῃ ἡ ἐπιθυμία ἐκείνου, ποὺ κρατεῖ καὶ διευθύνει τὸ πηδάλιον. 5 Ἔτσι καὶ ἡ γλῶσσα εἶναι μικρὸν μέλος καὶ καυχᾶται ἀλαζονικῶς διὰ τὰ μεγάλα κακά, ποὺ δημιουργεῖ. Ἰδοὺ ὀλίγη φωτιά, πῶς φουντώνει καὶ καταστρέφει ἐκτεταμένα καὶ πυκνὰ δάση. 6 Καὶ ἡ γλῶσσα εἶναι φωτιά, εἶναι κόσμος ὁλόκληρος καὶ πλῆθος πολὺ ἀδικίας. Σὰν τὴν ὀλίγη φωτιά, ποὺ ἀνάπτει πυρκαϊὰν μεγάλην, ἔτσι καὶ ἡ γλῶσσα γίνεται μεταξὺ τῶν μελῶν μας τὸ μικρὸν μέλος, ποὺ μολύνει ὅλον τὸ σῶμα καὶ ἀνάπτει πυρκαϊὰν εἰς τὸν κύκλον τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς καὶ καίεται ἔπειτα καὶ αὐτὴ ἀπὸ τὸ πῦρ τῆς γεέννης, μὲ τὸ ὁποῖον θὰ τιμωρηθοῦν αἱ παρεκτροπαὶ καὶ ἀδικίαι της. 7 Φοβερὸν ὄντως καὶ ἀσυγκράτητον κακὸν ἡ γλῶσσα! Καὶ τοῦτο ἀποδεικνύεται ἐκ τοῦ ὅτι κάθε φυσικὴ ἀγριότης καὶ θηρίων καὶ πτηνῶν καὶ ἑρπετῶν καὶ θαλασσίων ζώων δαμάζεται ἀπὸ τὴν φυσικὴν ἱκανότητα καὶ ἐπινοητικότητα τοῦ ἀνθρώπου. 8 Τὴν γλῶσσαν ὅμως κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους δὲν ἠμπορεῖ νὰ τὴν δαμάσῃ. Εἶναι κακὸν ἀσυγκράτητον, γεμάτη ἀπὸ δηλητήριον θανατηφόρον. 9 Μολονότι δὲ εἰς ὡρισμένας περιπτώσεις τὴν χρησιμοποιοῦμεν εἰς τὸ καλόν, τοῦτο δὲν τὴν συγκροτεῖ καὶ δὲν τὴν ἀσφαλίζει ἀπὸ τὸ κακόν. Πράγματι δι’ αὐτῆς δοξολογοῦμεν τὸν Θεόν καὶ Πατέρα, ἀλλὰ καὶ δι’ αὐτῆς καταρώμεθα τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ ἔχουν πλασθῆ καθ’ ὁμοιῶσιν Θεοῦ. 10 Ἀπὸ τὸ αὐτὸ στόμα βγαίνει δοξολογία καὶ κατάρα. Ἀλλά, ἀδελφοί μου, δὲν πρέπει νὰ γίνωνται αὐτὰ ἔτσι καὶ νὰ ἀνακατεύωνται αἱ εὐλογίαι μὲ τὰς κατάρας.

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΑΚΩΒΟΥ Γ´ 1 - 10


1 Αδελφοί μου, μη ζηλεύετε και μη επιδιώκετε να γίνεσθε πολλοί διδάσκαλοι, διότι γνωρίζομεν καλά, ότι ημείς οι διδάσκαλοι έχομεν μεγαλυτέραν ευθύνην και εάν δεν αγωνιζώμεθα να εφαρμόζωμεν πιστώς όσα διδάσκομεν, θα λάβωμεν μεγαλυτέραν καταδίκην. 2 Διότι όλοι μας βέβαια πταίομεν πολύ απέναντι του Θεού και πολύ περισσότερον μάλιστα και ευκολώτερα πταίομεν με τα λόγια μας. Εάν κανείς δεν πταίη εις τα λόγια του και ομιλή πάντοτε τα ορθά, αυτός είναι τέλειος άνθρωπος, έχων την ικανότητα να συγκρατήση και κυβερνήση ολόκληρον τον ευατόν του. 3 Ιδετε τι συμβαίνει με τους ίππους. Εις τα στόματα των ίππων βάζομεν το χαλινάρι, δια να υποτάσσωνται αυτοί εις ημάς και έτσι διευθύνομεν και καθοδηγούμεν, όπου θέλομεν, όλο το σώμα των. 4 Ιδού και τα πλοία, καίτοι είναι τόσον μεγάλα και ωθούνται ισχυρώς από ορμητικούς ανέμους, κυβερνώνται εν τούτοις και διευθύνονται όπου η επιθυμία του πηδαλιούχου θέλει, από ένα μικρότατον πηδάλιον. 5 Ετσι και η γλώσσα είναι μικρόν μέλος στο σώμα του ανθρώπου και εν τούτοις καυχάται με αλαζονείαν και με τας ακρισίας και δολιότητάς της προκαλεί μεγάλα κακα. Ιδού πως λίγη φωτιά ανάπτει τεραστίαν πυρκαϊάν εις απέραντα δάση. 6 Και η γλώσσα είναι φωτιά, αιτία αναριθμήτων κακών, κόσμος ολόκληρος αδικίας και πάσης κακίας. Ετσι και η γλώσσα γίνεται μεταξύ των μελών μας η κατ' εξοχήν επικίνδυνος, η οποία μολύνει όλον το σώμα και ανάπτει πυρκαϊάν, που καταφλογίζει όλον τον κύκλον της ζωής, και καταφλέγεται έπειτα και αυτή από το πυρ της γεέννης δια τας παρεκτροπάς της. 7 Μεγα κακόν η γλώσσα. Διότι κάθε φυσική αγριότης και θηρίων και πτηνών και ερπετών και θαλασσίων ζώων δαμάζεται από την θεόσδοτον επινοητικότητα και κυριαρχίαν του ανθρώπου. 8 Την γλώσσαν όμως κανείς από τους ανθρώπους δεν ημπορεί να την δαμάση. Είναι ασυγκράτητον κακόν, γεμάτη από θανατηφόρον δηλητήριον (που προκαλεί θανάτους σωματικούς και ψυχικούς). 9 Εκτρέπεται εις τας μεγαλυτέρας αντινομίας και αντιθέσεις· διότι με αυτήν δοξολογούμεν τον Θεόν και Πατέρα, αλλά και με αυτήν καταρώμεθα τους ανθρώπους, που έχουν πλασθή καθ' ομοίωσιν Θεού. 10 Από το ίδιο στόμα βγαίνει ευλογία και καταρά. Αλλά, αδελφοί μου, δεν πρέπει να γίνωνται αυτά έτσι, διότι δεν είναι δυνατόν στο αυτό στόμα να αναμιγνύωνται κατάραι και ευλογίαι.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Ζ´ 5 - 16


5 ἔπειτα ἐπερωτῶσιν αὐτὸν οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ γραμματεῖς· Διατί οὐ περιπατοῦσιν οἱ μαθηταί σου κατὰ τὴν παράδοσιν τῶν πρεσβυτέρων, ἀλλ’ ἀνίπτοις χερσὶν ἐσθίουσι τὸν ἄρτον; 6 ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς ὅτι Καλῶς προεφήτευσεν Ἡσαΐας περὶ ὑμῶν τῶν ὑποκριτῶν, ὡς γέγραπται· οὗτος ὁ λαὸς τοῖς χείλεσί με τιμᾷ, ἡ δὲ καρδία αὐτῶν πόρρω ἀπέχει ἀπ’ ἐμοῦ· 7 μάτην δὲ σέβονταί με, διδάσκοντες διδασκαλίας ἐντάλματα ἀνθρώπων. 8 ἀφέντες γὰρ τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ κρατεῖτε τὴν παράδοσιν τῶν ἀνθρώπων, βαπτισμοὺς ξεστῶν καὶ ποτηρίων, καὶ ἄλλα παρόμοια τοιαῦτα πολλὰ ποιεῖτε. 9 καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· Καλῶς ἀθετεῖτε τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ ἵνα τὴν παράδοσιν ὑμῶν τηρήσητε. 10 Μωϋσῆς γὰρ εἶπε· τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου· καί· ὁ κακολογῶν πατέρα ἢ μητέρα θανάτῳ τελευτάτω· 11 ὑμεῖς δὲ λέγετε· ἐὰν εἴπῃ ἄνθρωπος τῷ πατρὶ ἢ τῇ μητρί, κορβᾶν, ὅ ἐστι, δῶρον, ὃ ἐὰν ἐξ ἐμοῦ ὠφεληθῇς, 12 καί οὐκέτι ἀφίετε αὐτὸν οὐδὲν ποιῆσαι τῷ πατρὶ αὐτοῦ ἢ τῇ μητρί αὐτοῦ, 13 ἀκυροῦντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ τῇ παραδόσει ὑμῶν ᾗ παρεδώκατε· καὶ παρόμοια τοιαῦτα πολλὰ ποιεῖτε. 14 Καὶ προσκαλεσάμενος πάντα τὸν ὄχλον ἔλεγεν αὐτοῖς· Ἀκούετέ μου πάντες καὶ συνίετε. 15 οὐδέν ἐστιν ἔξωθεν τοῦ ἀνθρώπου εἰσπορευόμενον εἰς αὐτὸν ὃ δύναται αὐτόν κοινῶσαι, ἀλλὰ τὰ ἐκπορευόμενά ἐστι τὰ κοινοῦντα τὸν ἄνθρωπον. 16 εἴ τις ἔχει ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Ζ´ 5 - 16


5 Ἔπειτα τὸν ἐρωτοῦν οἱ Φαρισαῖοι καὶ οἱ γραμματεῖς οἱ μαθηταί σου δὲν συμπεριφέρονται σύμφωνα μὲ τὴν παράδοσιν τῶν παλαιοτέρων διδασκάλων, ἀλλὰ τρώγουν τὸ ψωμὶ μὲ χέρια ἄνιπτα; 6 Αὐτὸς δὲ ἀπεκρίθη καὶ εἶπεν εἰς αὐτούς, ὅτι καλὰ ἐπροφήτευσεν ὁ Ἡσαΐας διὰ σᾶς τοὺς ὑποκριτάς, καθὼς ἔχει γραφῆ· Αὐτὸς ὁ λαὸς μὲ τὰ χείλη μὲ τιμᾷ, ἡ καρδία τους ὅμως ἀπέχει μακρυὰ ἀπὸ ἐμέ. 7 Ψεύτικα δὲ καὶ ἀνώφελα μὲ λατρεύουν, ἐπειδὴ διδάσκουν διδασκαλίας, ποὺ εἶναι παραγγέλματα καὶ ἐντολαὶ ἀνθρώπων καὶ ὄχι ἰδικαί μου. 8 Καὶ λέγω, ὅτι ὀρθῶς καὶ ἀληθῶς ἐπροφήτευσε ταῦτα ὁ Ἡσαΐας, διότι ἀφήσατε τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ καὶ κρατεῖτε τὴν παράδοσιν τῶν ἀνθρώπων, τουτέστι βουτᾶτε εἰς τὸ νερὸν τὰ ἀγγεῖα καὶ τὰ ποτήρια καὶ ἄλλα παρόμοια τέτοια κάνετε πολλά. 9 Καὶ τοὺς ἒλεγεν· Ὡραῖα καὶ μὲ πᾶσαν εὐκολίαν παραβαίνετε τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ, διὰ νὰ φυλάξετε τὴν παράδοσίν σας. 10 Λέγω δέ, ὅτι παραβαίνετε τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ, διότι ὁ Μωϋσῆς κατὰ θείαν ἔμπνευσιν καὶ ὁδηγίαν εἶπε· Τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου καὶ ἐκεῖνος, ποὺ λέγει κακὸν λόγον ἢ ὕβριν εἰς τὸν πατέρα του ἢ τὴν μητέρα του, πρέπει χωρὶς ἄλλο νὰ θανατώνεται. 11 Σεῖς ὅμως λέγετε· ἐὰν ἕνας ἄνθρωπος εἴπῃ εἰς τὸν πατέρα του ἢ εἰς τὴν μητέρα του· Ἂς εἶναι κορβᾶν, τουτέστι ἂς εἶναι δῶρον καὶ ἀφιέρωμα εἰς τὸν Θεὸν ἐκεῖνο, ποὺ θέλεις νὰ λάβῃς ὡς ὠφέλειαν καὶ βοήθειαν ἀπὸ ἐμέ, 12 θεωρεῖτε τοῦτον δεσμευμένον ἀπὸ τὸ τάξιμον αὐτὸ καὶ δεν τὸν ἀφίνετε πλέον νὰ κάμῃ τίποτε πρὸς ὄφελος καὶ βοήθειαν τοῦ πατρός του ἢ τῆς μητρός του. 13 Καὶ ἀκυρώνετε τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν παράδοσίν σας,τὴν ὁποίαν σεῖς οἱ νομοδιδάσκαλοι ἀπὸ γενεᾶς εἰς γενεὰν παρεδώκατε. Καὶ κάνετε πολλὰ σὰν καὶ αὐτό, ποὺ σᾶς εἶπα. 14 Καὶ ἀφοῦ προσεκάλεσεν ὅλον τὸν λαόν, τοὺς εἶπεν· Ἀκούσατε ὅλοι αὐτό, ποὺ θὰ εἴπω καὶ προσέξατε νὰ τὸ καταλάβετε. 15 Δὲν ὑπάρχει τίποτε ἀπὸ ὅσα παίρνει ἀπ’ ἔξω ὁ ἄνθρωπος, καὶ εἰσάγει μέσα του διὰ τῆς τροφῆς, τὸ ὁποῖον μπορεῖ νὰ τὸν κάμῃ βέβηλον καὶ θρησκευτικῶς ἀκάθαρτον. Ἀλλ’ ἐκεῖνα, ποὺ βγαίνουν ἀπὸ αὐτὸν καὶ τὴν μολυσμένην καρδίαν του, ἐκεῖνα εἶναι ποὺ κάνουν τὸν ἄνθρωπον ἀκάθαρτον καὶ βέβηλον. 16 Ὅποιος ἔχει φωτισμένον νοῦν καὶ αὐτιὰ πνευματικά, ποὺ ἀκούουν μὲ ἐνδιαφέρον καὶ συγχρόνως κατανοοῦν αὐτὰ ποὺ λέγω, ἂς ἀκούῃ.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Ζ´ 5 - 16


5 Επειτα ερώτησαν τον Κυριον οι Φαρισαίοι και οι γραμματείς· “διατί οι μαθηταί σου δεν συμμορφώνονται με την παράδοσιν των πρεσβυτέρων, αλλά τρώγουν το ψωμί με άπλυτα χέρια;” 6 (Οι Φαρισαίοι επρόσεχαν τους τύπους και όχι την ουσίαν, την εξωτερικήν συμπεριφοράν και όχι την εσωτερικήν αγνότητα, επινοήσεις ανθρώπων και όχι τας εντολάς του Θεού). Αυτός δε απεκρίθη και τους είπε ότι “πολύ ορθά επροφύτευσε για σας τους υποκριτάς ο προφήτης Ησαΐας, όπως έχει γραφή· Αυτός ο λαός με τιμά μόνον, με τα χείλη, ενώ η καρδιά των απέχει πολύ από εμένα. 7 Ανώφελα δε και χαμένα με σέβονται, διδάσκοντες διδασκαλίες που είναι εντολαί ανθρώπων και όχι ιδικαί μου. 8 Διότι σεις αφήσατε την εντολήν του Θεού και κρατείτε την παράδοσιν των ανθρώπων, δηλαδή πλυσίματα κανατιών και ποτηριών και άλλα πολλά τέτοια και παρόμοια τηρείτε”. 9 Και έλεγεν εις αυτούς· “πολύ εύκολα με την ιδέαν ότι καλώς πράττετε, παραβαίνετε την εντολήν του Θεού δια να τηρήσετε την παράδοσί σας. 10 Διότι ο Μωϋσής είπε· τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου· και εκείνος που κακολογεί τον πατέρα η την μητέρα, να καταδικάζεται εις θάνατον. 11 Σεις όμως λέγετε· ένας άνθρωπος είναι αδέσμευτος απέναντι των γονέων του, εάν πη στον πατέρα του η την μητέρα του, ότι αυτό που θέλεις να πάρης από εμέ δια την εξυπηρέτησίν σου είναι κορβάν, δηλαδή ιερόν δώρον και αφιέρωμα στον Θεόν. 12 Και δεν τον αφίνετε πλέον αυτόν να κάμη τίποτε δια την εξυπηρέτησιν του πατρός του η της μητρός του, όπως διατάσσει ο νόμος του Θεού. 13 Και έτσι αχρηστεύετε τον λόγον του Θεού με την παράδοσίν σας, την οποίαν έχετε παραδώσει στον λαόν. Και πολλά τέτοια παρόμοια κάνετε”. 14 Και αφού προσεκάλεσε όλον τον λαόν, έλεγεν εις αυτούς· “ακούστε όλοι αυτό, που θα σας πω και καταλάβετέ το καλά. 15 Τιποτε από όσα εισέρχονται απ' έξω ως τροφή στον άνθρωπον δια του σώματος, δεν ημπορεί να κάμη τον άνθρωπον βέβηλον και ακάθαρτον απέναντι του Θεού. Αλλά όσα βγαίνουν από ακάθαρτον καρδίαν, αυτά είναι που μολύνουν τον άνθρωπον. 16 Οποιος έχει ανοικτά τα αυτιά της ψυχής του και καλήν διάθεσιν δια να ακούη, ας ακούη”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα