❌
Σάββατο, 11 Ιανουαρίου 2025

Όσιος Θεοδόσιος ο κοινοβιάρχης, Όσιος Θεοδόσιος ηγούμενος Μονής Φιλόθεου εν Άθω και Επίσκοπος Τραπεζούντος
Σάββατον μετὰ τὰ Φῶτα. Θεοδοσίου ὁσίου τοῦ κοινοβιάρχου (†529).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β' Δ´ 6 - 15


6 ὅτι ὁ Θεὸς ὁ εἰπὼν ἐκ σκότους φῶς λάμψαι, ὃς ἔλαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν πρὸς φωτισμὸν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ. 7 Ἔχομεν δὲ τὸν θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν, ἵνα ἡ ὑπερβολὴ τῆς δυνάμεως ᾖ τοῦ Θεοῦ καὶ μὴ ἐξ ἡμῶν, 8 ἐν παντὶ θλιβόμενοι ἀλλ’ οὐ στενοχωρούμενοι, ἀπορούμενοι ἀλλ’ οὐκ ἐξαπορούμενοι, 9 διωκόμενοι ἀλλ’ οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι ἀλλ’ οὐκ ἀπολλύμενοι, 10 πάντοτε τὴν νέκρωσιν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι περιφέροντες, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ. 11 ἀεὶ γὰρ ἡμεῖς οἱ ζῶντες εἰς θάνατον παραδιδόμεθα διὰ Ἰησοῦν, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ φανερωθῇ ἐν τῇ θνητῇ σαρκὶ ἡμῶν. 12 ὥστε ὁ μὲν θάνατος ἐν ἡμῖν ἐνεργεῖται, ἡ δὲ ζωὴ ἐν ὑμῖν. 13 ἔχοντες δὲ τὸ αὐτὸ πνεῦμα τῆς πίστεως κατὰ τὸ γεγραμμένον, ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα, καὶ ἡμεῖς πιστεύομεν, διὸ καὶ λαλοῦμεν, 14 εἰδότες ὅτι ὁ ἐγείρας τὸν Κύριον Ἰησοῦν καὶ ἡμᾶς διὰ Ἰησοῦ ἐγερεῖ καὶ παραστήσει σὺν ὑμῖν. 15 τὰ γὰρ πάντα δι’ ὑμᾶς, ἵνα ἡ χάρις πλεονάσασα διὰ τῶν πλειόνων τὴν εὐχαριστίαν περισσεύσῃ εἰς τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β' Δ´ 6 - 15


6 Κηρύττομεν δὲ ἀποκλειστικῶς καὶ μόνον πρὸς δόξαν τοῦ Χριστοῦ, διότι ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος κατὰ τὴν δημιουργίαν τοῦ κόσμου διέταξεν ἀπὸ τὸ σκότος νὰ λάμψη φῶς, αὐτὸς καὶ τώρα ἔλαμψεν εἰς τὰς καρδίας μας, ὄχι μόνον διὰ νὰ φωτισθῶμεν ἠμεῖς, ἀλλὰ καὶ διὰ νὰ μεταδοθῇ διὰ μέσου ἡμῶν ὁ φωτισμός, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν γνῶσιν τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία δόξα ἐφανερώθη διὰ μέσου τοῦ προσώπου τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Χριστοῦ! 7 Ἔχομεν δὲ τὸν θησαυρὸν τῆς φωτιστικῆς καὶ ἐνδόξου αὐτῆς γνώσεως μέσα εἰς τὰ σώματά μας τὰ εὔθραυστα καὶ χωματένια, διὰ νὰ ἀποδεικνύεται, ὅτι τὸ ὑπερβολικὸν μεγαλεῖον τῆς δυνάμεως, ἡ ὁποία ὑπερνικᾷ τὰ ἐμπόδια καὶ τοὺς κινδύνους μας, εἶναι τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν προέρχεται ἀπὸ ἡμᾶς τοὺς ἀσθενεῖς καὶ ἀδυνάτους. 8 Καὶ ἔτσι συμβαίνει νὰ θλιβώμεθα εἰς κάθε τόπον καὶ εἰς κάθε περίστασιν, καὶ ὅμως αἱ ἐξωτερικαὶ αὐταὶ δυσκολίαι δὲν μᾶς δημιουργοῦν ἀδιέξοδον καὶ ἀγωνιώδη στενοχωρίαν. Φθάνομεν εἰς ἀπορίαν, χωρὶς ὅμως καὶ νὰ ἀπελπιζώμεθα ἢ νὰ ἀποστερηθῶμεν ποτὲ μέσον καὶ πόρον σωτηρίας. 9 Καταδιωκόμεθα ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ δὲν ἐγκαταλειπόμεθα ποτὲ ἀπὸ τὸν Θεόν. Φαίνεται, ὅτι κατανικώμεθα καὶ σὰν ἄλλοι παλαισταὶ ριπτόμεθα κατὰ γῆς, ἀλλὰ δὲν χανόμεθα. 10 Διαρκῶς καὶ κάθε ἡμέραν περιφέρομεν κατὰ τὰς περιοδείας μας τὸ σῶμα μας κυκλωμένον ἀπὸ τὸν ἔσχατον κίνδυνον τοῦ νὰ ἀποθάνωμεν, ὅπως ἀπέθανεν ὁ Κύριος Ἰησοῦς. Ἀλλ’ αὐτὸ γίνεται διὰ νὰ φανερωθῇ εἰς τὸν κόσμον μὲ τὰς ἀπελευθερώσεις τοῦ σώματός μας ἀπὸ τοὺς καθημερινοὺς κινδύνους, ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἑξακολουθεῖ νὰ ζῇ. 11 Διότι πάντοτε ἡμεῖς, ποὺ παρὰ τοὺς τόσους κινδύνους ζῶμεν, παραδιδόμεθα εἰς θάνατον πρὸς δόξαν τοῦ Χριστοῦ, διὰ νὰ φανερωθῇ μὲ τὴν θνητὴν σάρκα μας καὶ ἡ δύναμις τῆς ζωῆς τοῦ Ἰησοῦ, ποὺ παρεμβαίνει καὶ προλαμβάνει τὸν θάνατόν μας. 12 Ὥστε τοὺς μὲν κινδύνους τοῦ θανάτου τοὺς ὑποφέρομεν ἡμεῖς, τὴν δὲ πνευματικὴν ζωήν, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν κινδυνώδη δρᾶσιν μας, καρποῦσθε σεῖς. 13 Παρ’ ὅλους ὅμως αὐτοὺς τοὺς κινδύνους, ἐπειδὴ ἔχομεν τὸ αὐτὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ποὺ μᾶς στηρίζει εἰς τὴν πίστιν, ὅπως ἄλλοτε καὶ τὸν Δαβὶδ σύμφωνα μὲ τὸ γραμμένον εἰς τοὺς ψαλμούς· Ἐπίστευσα, δι αὐτὸ δὲ καὶ ἐλάλησα, καὶ ἡμεῖς πιστεύομεν, ἕνεκα δὲ τούτου καὶ θαρραλέως ὁμολογοῦμεν καὶ κηρύττομεν τὸν λόγον τῆς πίστεώς μας. 14 Καὶ γνωρίζομεν, ὅτι ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος ἀνέστησε τὸν Κύριον Ἰησοῦν, θὰ ἀναστήσῃ καὶ ἡμᾶς διὰ μέσου τοῦ Ἰησοῦ καὶ θὰ μᾶς παρουσιάσῃ ἐνδόξως εἰς τὸ βῆμα του μαζὶ μὲ σᾶς. 15 Ναί, μαζὶ μὲ σᾶς. Διότι ὅλα διὰ σᾶς γίνονται. Ὥστε ἡ εὐεργεσία, ποὺ μᾶς κάνει ὁ Θεός, σώζων ἡμᾶς ἀπὸ τοὺς κινδύνους πρὸς χάριν σας, νὰ πλεονάσῃ καὶ νὰ γίνῃ εὐεργεσία καὶ χάρις ὄχι μόνον εἰς ἡμᾶς, ἀλλὰ καὶ εἰς ὅλους σας. Καὶ οἰ εὐεργετούμενοι ἔτσι θὰ εἶναι περισσότεροι, ὥστε καὶ ἡ εὐχαριστία πρὸς τὸν Θεόν νὰ πλεονάσῃ καὶ νὰ περισσεύσῃ διὰ νὰ δοξάζεται τὸ ὄνομά του.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β' Δ´ 6 - 15


6 Και τούτο, διότι ο Θεός, ο οποίος κατά τους χρόνους της δημιουργίας διέταξε να λάμψη φως αντί του σκότους που υπήρχε τότε, αυτός έλαμψεν εις τας καρδίας μας και τας εφώτισεν, όχι μόνον δια να γνωρίσωμεν ημείς, αλλά δια να μεταδώσωμεν και στους άλλους φωτεινήν και καθαράν την γνώσιν της δόξης του Θεού, η οποία δόξα εφανερώθη δια του Ιησού Χριστού. 7 Εχομεν δε αυτόν τον ανεκτίμητον θησαυρόν της ενδόξου γνώσεως μέσα εις τα σώματα μας, τα αδύνατα και εύθραστα σαν όστρακα, δια να φαίνεται έτσι καθαρά ότι ο υπεράφθονος πλούτος της δυνάμεως είναι και προέρχεται από τον Θεόν και όχι από ημάς. 8 Ετσι δε εξηγείται η υπερνίκησις των αναριθμήτων εμποδίων και κινδύνων που συναντώμεν στο έργον μας. Διότι όντως ημείς οι Απόστολοι παντού και πάντοτε θλιβόμεθα, χωρίς όμως να φθάνωμεν εις αδιέξοδον και καταθλιπτικήν στενοχωρίαν. Περιπίπτομεν εις απορίαν και αμηχανίαν, χωρίς ποτέ να αποθαρρυνώμεθα και να μη ευρίσκωμεν λύσιν και απάντησιν εις τας απορίας μας. 9 Διωκόμεθα από απίστους και ψευδαδέλφους, αλλά δεν εγκαταλειπόμεθα από τον Θεόν. Φαίνεται μερικές φορές, ότι καταβαλλόμεθα και ριπτόμεθα από τους εχθρούς μας κάτω ως ηττημένοι, αλλά δεν χανόμεθα. 10 Οπου και αν περιοδεύωμεν, φέρομεν στο σώμα μας πάντοτε τας οδύνας και τον θάνατον του Κυρίου Ιησού, κινδυνεύοντες όπως εκείνος και να αποθάνωμεν εις κάθε στιγμήν. Τούτο όμως, δια να φανερωθή εις την ζωήν και ύπαρξιν μας, που πάντοτε διαφεύγει τον θάνατον, η ζωή και η δύναμις του Ιησού. 11 Διότι πάντοτε ημείς, που ζώμεν δια το έργον του Κυρίου, παραδιδόμεθα εις θάνατον δια την δόξαν του Ιησού, ώστε η ζωή και η δύναμις του Ιησού Χριστού να φανή στο θνητόν μας σώμα, το οποίον ο Κυριος κατά θαυμαστούς τρόπους σώζει. 12 Ωστε οι μεν καθημερινοί θανάσιμοι κίνδυνοι υπάρχουν εις ημάς, η δε πνευματική ζωη, που προέρχεται από τον ιδικόν μας θάνατον, ενεργείται και αυξάνεται εις σας. 13 Επειδή όμως έχομεν το αυτό Αγιον Πνεύμα, που μας χαρίζει και μας στερεώνει εις την πίστιν, σύμφωνα με εκείνο που είναι γραμμένον εις την Παλαιάν Διαθήκην “επίστευσα και δι' αυτό ελάλησα”. και ημείς πιστεύομεν κατά τρόπον ορθόν και σταθερόν στον Κυριον, δι' αυτό και με θάρρος κηρύττομεν την διδασκαλίαν της πίστεώς μας. 14 Από αυτήν δε την πίστιν αντλούμεν την βεβαίαν γνώσιν, ότι ο Θεός και Πατήρ, ο οποίος ανέστησε το Κυριον Ιησούν, θα αναστήση και ημάς δια μέσου του Ιησού και θα μας θέση κοντά του, μαζή με σας, ενδόξους εις την βασιλείαν του. 15 Διότι όλα γίνονται δια σας, ώστε η ευεργεσία και η δωρεά του Θεού, που γίνεται εις ημάς, να γίνη και ιδική σας ευεργεσία και να πλεονάση εις όλους. Ετσι δε σεις και ημείς, που είμεθα οι ευεργετούμενοι, να ευχαριστούμεν τον Θεόν, ώστε και η ευχαριστία να πλεονάζή και να περισσεύη προς δόξαν του Θεού.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Δ´ 1 - 11


1 Τότε ὁ Ἰησοῦς ἀνήχθη εἰς τὴν ἔρημον ὑπὸ τοῦ Πνεύματος, πειρασθῆναι ὑπὸ τοῦ διαβόλου. 2 καὶ νηστεύσας ἡμέρας τεσσαράκοντα καὶ νύκτας τεσσαράκοντα ὕστερον ἐπείνασεν. 3 Καὶ προσελθὼν αὐτῷ ὁ πειράζων εἶπεν· Εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, εἰπὲ ἵνα οἱ λίθοι οὗτοι ἄρτοι γένωνται. 4 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε· Γέγραπται, Οὐκ ἐπ’ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ὁ ἄνθρωπος, ἀλλ’ ἐπὶ παντὶ ῥήματι ἐκπορευομένῳ διὰ στόματος Θεοῦ. 5 Τότε παραλαμβάνει αὐτὸν ὁ διάβολος εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν, καὶ ἵστησιν αὐτὸν ἐπὶ τὸ πτερύγιον τοῦ ἱεροῦ, 6 καὶ λέγει αὐτῷ· Εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, βάλε σεαυτὸν κάτω· γέγραπται γὰρ ὅτι Τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ ἐντελεῖται περὶ σοῦ καὶ ἐπὶ χειρῶν ἀροῦσίν σε, μήποτε προσκόψῃς πρὸς λίθον τὸν πόδα σου. 7 ἔφη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Πάλιν γέγραπται, Οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου. 8 Πάλιν παραλαμβάνει αὐτὸν ὁ διάβολος εἰς ὄρος ὑψηλὸν λίαν, καὶ δείκνυσιν αὐτῷ πάσας τὰς βασιλείας τοῦ κόσμου καὶ τὴν δόξαν αὐτῶν, 9 καὶ λέγει αὐτῷ· Ταῦτά σοι πάντα δώσω ἐὰν πεσὼν προσκυνήσῃς μοι. 10 τότε λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ· γέγραπται γάρ, Κύριον τὸν Θεόν σου προσκυνήσεις καὶ αὐτῷ μόνῳ λατρεύσεις. 11 Τότε ἀφίησιν αὐτὸν ὁ διάβολος, καὶ ἰδοὺ ἄγγελοι προσῆλθον καὶ διηκόνουν αὐτῷ.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Δ´ 1 - 11


1 Τότε ὁ Ἰησοῦς ὡδηγήθη ἀπὸ ἐσωτερικὴν παρακίνησιν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰς τὴν ἔρημον, διὰ να πειρασθῇ ὑπὸ τοῦ διαβόλου καὶ ἀγωνισθῇ νικηφόρως κατ’ αὐτοῦ. 2 Καὶ ἀφοῦ ἐνήστευσεν ἐπὶ τεσσαράκοντα ἡμέρας καὶ νύκτας συνεχῶς, χωρὶς να φάγῃ τίποτε κατὰ τὴν περίοδον αὐτήν, ὕστερον ἐπείνασε. 3 Καὶ τότε τὸν ἐπλησίασεν αὐτός, ποὺ ἔργον ἔχει να πειράζει καὶ νὰ ὠθῇ τὸν ἄνθρωπον εἰς τὴν ἁμαρτίαν, καὶ τοῦ εἶπεν· Ἐὰν εἶσαι υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἐμαρτύρησεν ἡ φωνή, ποὺ ἠκούσθη εἰς τὸν Ἰορδάνην, δεῖξε το μὲ θαῦμα.Εἰπὲ οἱ λίθοι αὐτοὶ να γίνουν ἄρτοι. 4 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπεκρίθη καὶ εἶπεν· Εἶναι γραμμένον εἰς τὸ Δευτερονόμιον: δὲν θὰ διατηρηθῇ εἰς τὴν ζωὴν ὁ ἄνθρωπος διὰ μόνου τοῦ ἄρτου, ἄλλα μὲ κάθε προσταγήν, ποὺ θὰ ἐξέλθῃ ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Θεοῦ.Ὅταν τὸ εἶπη ὁ Θεός, καὶ χωρὶς τροφὴν ἀκόμη θὰ ζήσῃ ὁ ἄνθρωπος. 5 Τότε ὁ διάβολος τὸν παρέλαβε καὶ σηκωμένον διὰ μέσου τοῦ ἀέρος τὸν ἔφερεν εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν Ἱερουσαλὴμ καὶ τὸν ἔστησεν ὄρθιον εἰς τὴν κορνίζαν τῆς στέγης τοῦ ναοῦ, ποὺ ἦτο τόσον ὑψηλά, ὥστε ἐζαλίζετο κανείς, ἐὰν ἀπ’ ἐκεῖ ἔβλεπε πρὸς τὰ κάτω, 6 καὶ λέγει εἰς αὐτόν· Ἐὰν εἶσαι υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ρῖψε τὸν ἑαυτόν σου κάτω, διὰ νὰ δειχθῇ φανερὰ εἰς ὅλους ἡ πρὸς σὲ ἀγάπη καὶ προστασία τοῦ Πατρός σου.Διότι ἔχει γραφῆ εἰς τοὺς Ψαλμούς, ὅτι ὁ Θεὸς θὰ δώσῃ ἐντολὴν διὰ σὲ εἰς τοὺς ἀγγέλους του καὶ αὐτοὶ θὰ σὲ σηκώσουν εἰς τὰς χεῖρας, διὰ νὰ μὴ κτυπήσῃς εἰς λίθον τὸν πόδα σου, καὶ νὰ μὴ σοῦ συμβῇ ἡ παραμικρὰ βλάβη. 7 Εἶπεν ες αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· Ναί· ἀλλ’ ἔχει γραφῆ πάλιν· Δὲν θὰ ἐκθέσῃς εἰς κίνδυνον τὸν ἑαυτόν σου διὰ νὰ δοκιμάσῃς καὶ βεβαιωθῇς διὰ τῶν πραγμάτων, ἐὰν Κύριος ὁ Θεός σου θὰ σὲ προστατεύσῃ. 8 Πάλιν παρέλαβεν αὐτὸν ὁ διάβολος καὶ τὸν μετέφερεν εἰς ὅρος πολὺ ὑψηλὸν καὶ δεικνύει εἰς αὐτὸν σὰν εἰς πανόραμα ὅλα τὰ βασίλεια τοῦ τότε κόσμου καὶ τὰ πλούτη καὶ τὴν μεγαλοπρέπειαν τῶν πόλεών των καὶ τὸ πλῆθος τῶν κατοίκων των καὶ ὅλην τὴν δόξαν των. 9 Καὶ εἶπεν εἰς αὐτόν· Ὡς ἄρχων καὶ κυρίαρχος το κόσμου τούτου θὰ σοῦ δώσω ὅλα αὐτὰ ποὺ βλέπεις, ἐὰν πέσῃς κατὰ γῆς καὶ μὲ προσκυνήσῃς ἀναγνωρίζων με ὡς κύριον σου. 10 Τότε εἶπεν εἰς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· Φύγε, σατανᾶ.Διότι ἔχει γραφῆ· Κύριον τὸν Θεόν σου θὰ προσκυνήσῃς καὶ αὐτὸν μόνον θὰ λατρεύσῃς. 11 Τότε ἀφῆκεν αὐτὸν ἀνενόχλητον ὁ διάβολος.Καὶ ἰδοὺ ἄγγελοι ἦλθον πλησίον τοῦ Ἰησοῦ καὶ τὸν ὑπηρέτουν παρέχοντες εἰς αὐτὸν τὰς διακονίας καὶ ἐκδουλεύσεις των.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Δ´ 1 - 11


1 Τοτε ο Ιησούς ωδηγήθη από το Πνεύμα το Αγιον εις κάποιο υψηλότερον μέρος της ερήμου, δια να πειρασθή ως άνθρωπος από τον διάβολον (και νικήση εξ ολοκλήρου αυτόν). 2 Και αφού ενήστευσε κατά συνέχειαν τεσσαράκοντα ημέρας και νύκτας, ύστερα (και ως άνθρωπος που ήτο) επείνασε. 3 Τοτε ο διάβολος, που έχει ως έργον το να πειράζη τους ανθρώπους, τον επλησίασεν υπούλως και του είπεν· “εάν είσαι Υιός του Θεού (όπως είπεν η φωνή που ηκούσθη από τον ουρανόν στον Ιορδάνην) θαυματούργησε, πες να γίνουν αυτοί οι λίθοι άρτοι, δια να φάγης”. 4 Ο δε Ιησούς απάντησεν· “είναι γραμμένον εις την Παλαιάν Διαθήκην· Ο άνθρωπος δεν θα ζη με άρτον μόνον, αλλά και με κάθε λόγον που βγαίνει από το στόμα του Θεού. (Οταν δε ο Θεός το είπη, ζη ο άνθρωπος και χωρίς τροφήν). 5 Τοτε παραλαμβάνει αυτόν ο διάβολος και δια του αέρος τον φέρνει εις την αγίαν πόλιν, την Ιερουσαλήμ, και τον τοποθετεί στο άκρο της στέγης του ναού του Σολομώντος. 6 Και λέγει προς αυτόν· “εάν είσαι Υιός του Θεού, ρίξε τον εαυτόν σου κάτω· διότι είναι γραμμένον, ότι ο Θεός θα δώση εντολήν στους αγγέλους προς χάριν σου και αυτοί θα σε σηκώσουν εις τα χέρια των αμέσως με προσοχήν, μήπως τυχόν και κτυπήση το πόδι σου προς κάποιον λίθον. (Τα δε πλήθη, που είναι συγκετρωμένα εις τας αυλάς του ναού, θα ίδουν το θαύμα και θα πιστεύσουν)”. 7 Απάντησεν εις αυτόν ο Ιησούς· “είναι επίσης γραμμένον· Δεν θα εκθέσης τον εαυτόν σου εις κίνδυνον, δια να δικιμάσης τον Θεόν” (και να πεισθής τάχα με χειροπιαστά γεγονότα, ότι πράγματι σε αγαπά και σε προστατεύει). 8 Παλιν παραλαμβάνει αυτόν ο διάβολος και δια του αέρος τον μεταφέρει εις ένα πανύψηλον όρος και από εκεί του δικνύει πανοραματικώς όλα τα βασίλεια του κόσμου, τα πλούτη, τα μεγαλεία και την άλλην δόξαν των. 9 Και του λέγει· “όλα αυτά είναι ιδικά μου και θα σου τα δώσω, εάν με αναγνωρίσης ως κύριόν σου και πέσης κατά γης και με προσκυνήσης”. 10 Τοτε λέγει με αγανάκτησιν ο Ιησούς· “φύγε αμέσως από εμπρός μου, σατανά. Διότι έχει γραφή· Κυριον τον Θεόν σου θα προσκυνήσης και αυτόν μόνον θα λατρεύσης”. 11 Τοτε ο διάβολος (έπειτα από την τριπλήν του ήτταν) αφήκεν τον Ιησούν· και ιδού άγγελοι του Θεού ήλθαν πλησίον του Ιησού και τον υπηρετούσαν ως νικητήν.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα