❌
Πέμπτη, 09 Ιανουαρίου 2025

Άγιος Πολύευκτος, Όσιος Ευστράτιος ο Θαυματουργός
Πολυεύκτου μάρτυρος (†295)· Εὐστρατίου ὁσίου (θ΄ αἰ.).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Ζ´ 1 - 6


1 Οὗτος γὰρ ὁ Μελχισεδέκ, βασιλεὺς Σαλήμ, ἱερεὺς τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου, ὁ συναντήσας Ἀβραὰμ ὑποστρέφοντι ἀπὸ τῆς κοπῆς τῶν βασιλέων καὶ εὐλογήσας αὐτόν, 2 ᾧ καὶ δεκάτην ἀπὸ πάντων ἐμέρισεν Ἀβραάμ, πρῶτον μὲν ἑρμηνευόμενος βασιλεὺς δικαιοσύνης, ἔπειτα δὲ καὶ βασιλεὺς Σαλήμ, ὅ ἐστι βασιλεὺς εἰρήνης, 3 ἀπάτωρ, ἀμήτωρ, ἀγενεαλόγητος, μήτε ἀρχὴν ἡμερῶν μήτε ζωῆς τέλος ἔχων, ἀφωμοιωμένος δὲ τῷ υἱῷ τοῦ Θεοῦ, μένει ἱερεὺς εἰς τὸ διηνεκές. 4 Θεωρεῖτε δὲ πηλίκος οὗτος, ᾧ καὶ δεκάτην Ἀβραὰμ ἔδωκεν ἐκ τῶν ἀκροθινίων ὁ πατριάρχης. 5 καὶ οἱ μὲν ἐκ τῶν υἱῶν Λευῒ τὴν ἱερατείαν λαμβάνοντες ἐντολὴν ἔχουσιν ἀποδεκατοῦν τὸν λαὸν κατὰ τὸν νόμον, τοῦτ’ ἔστι τοὺς ἀδελφοὺς αὐτῶν, καίπερ ἐξεληλυθότας ἐκ τῆς ὀσφύος Ἀβραάμ· 6 ὁ δὲ μὴ γενεαλογούμενος ἐξ αὐτῶν δεδεκάτωκε τὸν Ἀβραάμ, καὶ τὸν ἔχοντα τὰς ἐπαγγελίας εὐλόγηκε.

ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Ζ´ 1 - 6


1 Εἶναι δὲ ὁ Ἰησοῦς ἱερεὺς σὰν τὸν Μελχισεδέκ, διότι οὗτος ὁ Μελχισεδέκ, βασιλεὺς τῆς πόλεως Σαλήμ, ἱερεὺς τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου, εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος συνήντησε τὸν Ἀβραάμ, ὅταν ἐπέστρεφεν ἀπὸ τὴν σφαγὴν καὶ καταστροφὴν τῶν βασιλέων καὶ εὐλόγησεν αὐτόν, 2 διὰ τὸν ὁποῖον ἐξεχώρισεν ὁ Ἀβραὰμ καὶ τὸ ἓν δέκατον ἀπὸ ὅλα τὰ λάφυρα. Αὐτὸς ὁ Μελχισεδὲκ πρῶτον μὲν ἔχει ὄνομα, τὸ ὁποῖον ἑρμηνευόμενον ἐξηγεῖται βασιλεὺς δικαιοσύνης, ἔπειτα δὲ εἶναι βασιλεὺς Σαλήμ, τουτέστι βασιλεὺς εἰρήνης. Διότι τὸ Σαλὴμ σημαίνει εἰρήνη. Καὶ κατὰ τὰ ὀνόματα λοιπὸν αὐτὰ ἦτο ὁ Μελχισεδὲκ τύπος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ πραγματικοῦ βασιλέως τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς εἰρήνης. 3 Ἐνῷ δὲ ἡ Ἁγία Γραφὴ μᾶς καθιστᾷ γνωστὴν πάντοτε τὴν καταγωγὴν καὶ γενεαλογίαν τῶν ἐπισήμων προσώπων, μνημονεύει δὲ καὶ τὸν θάνατόν των, ἐξεπίτηδες ἀποσιωπᾷ καὶ τὴν καταγωγὴν καὶ τὸν θάνατον τοῦ Μελχισεδέκ. Καὶ ἔτσι παρουσιάζεται ὁ Μελχισεδὲκ χωρὶς πατέρα, χωρὶς μητέρα, χωρὶς γενεαλογίαν, σὰν νὰ μὴ ἔχῃ οὔτε ἀρχὴν ἡμερῶν οὔτε τέλος ζωῆς, ἀλλὰ ὅμοιος πρὸς τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ μένει διαρκῶς ἱερεύς. Ὁ Μελχισεδὲκ δηλαδὴ εἶναι πλῆρες σύμβολον τοῦ Θεανθρώπου Ἀρχιερέως μας, ὁ ὁποῖος ὡς ἄνθρωπος μὲν εἶναι ἀπάτωρ καὶ δὲν ἔχει πατέρα, ὡς Θεὸς δὲ εἶναι ἀμήτωρ, διότι ἐγεννήθη ἐκ μόνου τοῦ Πατρός. Εἶναι δὲ Ἀρχιερεὺς αἰώνιος, χωρὶς νὰ τὸν διαδεχθῇ κανείς, καὶ συμβολίζεται αὐτὸ ἀπὸ τὸ ὅτι ἡ Γραφὴ δὲν ἀναφέρει θάνατον τοῦ Μελχισεδέκ. 4 Παρατηρήσατε δὲ πόσον μεγάλος ἦτο αὐτὸς ὁ Μελχισεδέκ, ἀφοῦ εἰς αὐτὸν ἔδωκε καὶ τὸ ἓν δέκατον ἀπὸ τὰ ἐκλεκτότερα ἐκ τῶν λαφύρων του ὁ Ἀβραάμ, ὁ περίφημος καὶ ἔνδοξος πατριάρχης. 5 Καὶ ἐκεῖνοι μὲν ἀπὸ τοὺς ἀπογόνους τοῦ Λευΐ, ποὺ λαμβάνουν τὴν ἱεροσύνην, ἔχουν ἐντολὴν ἀπὸ τὸν Θεὸν νὰ παίρνουν τὸ ἕνα δέκατον ἀπὸ τὰ εἰσοδήματα τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ σύμφωνα μὲ τὸν νόμον. Ὅταν δὲ λέγωμεν λαόν, ἐννοοῦμεν τοὺς ἀπογόνους τῶν πατριαρχῶν, ποὺ ἦσαν ἀδελφοί του Λευΐ. Παίρνουν λοιπόν οἰ ἀπόγονοι τοῦ Λευῒ τὸ ἕνα δέκατον ἀπὸ τὰ εἰσοδήματα τῶν ἀδελφῶν των, καίτοι ἔχουν βγῇ καὶ οἱ φορολογούμενοι οὗτοι ἀπὸ τὴν μέσην τοῦ Ἀβραὰμ καὶ κατάγονται ἐξ ἴσου πρὸς τοὺς Λευΐτας ἀπὸ αὐτόν. 6 Ὁ Μελχισεδὲκ ὅμως, ὁ ὁποῖος δὲν ἔχει τὴν γενεαλογίαν καὶ καταγωγήν του ἀπὸ αὐτούς, ἔχει πάρει δεκάτην ἀπὸ τὸν Ἀβραάμ. Καὶ ἔχει εὐλογήσει αὐτὸς τὸν Ἀβραάμ, ποὺ εἶχε τὰς θείας ἐπαγγελίας.

ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Ζ´ 1 - 6


1 Πράγματι ο Μελχιζεδέκ προεικόνιζε τον Χριστόν, διότι αυτός ο Μελχισεδέκ ήτο βασιλεύς της πόλεως Σαλήμ, της Ιερουσαλήμ, του Θεού του Υψίστου ιερεύς, ο οποίος και είχε συναντήσει τον Αβραάμ, όταν επέστρεφεν ούτος από τον όλεθρον των βασιλέων, τους οποίους είχε κατανικήσει, και τον ευλόγησεν. 2 Εις αυτόν ο Αβραάμ εξεχώρισε και έδωσε το δέκατον από όλα τα λάφυρα. Ο Μελχισεδέκ δε αυτός έχει όνομά που ερμηνεύεται “βασιλεύς δικαιοσύνης” έπειτα δε είναι βασιλεύς της Σαλήμ, δηλαδή βασιλεύς ειρήνης, διότι το όνομα Σαλήμ σημαίνει ειρήνη. 3 Επί πλέον δε η Αγία Γραφή παρουσιάζει τον Μελχισεδέκ αγενεαλόγητον, χωρίς να κάμνη λόγον περί του πατρός και της μητρός του, σαν να μη έχη ούτε αρχήν ημερών ούτε τέλος ζωής, όμοιον προς τον Υιόν του Θεού, που μένει διαρκώς ιερεύς. (Ετσι δε ο Μελχισεδέκ, επειδή λέγεται “βασιλεύς δικαιοσύνης” και είναι βασιλεύς ειρήνης και παρουσιάζεται χωρίς αρχήν και τέλος, έχει καταστή τύπος και σύμβολον του Χριστού, διότι ο Χριστός είναι βασιλεύς δικαιοσύνης, βασιλεύς ειρήνης, απάτωρ ως άνθρωπος, αμήτωρ ως Θεός, Αρχιερεύς δε αιώνιως και μοναδικός, χωρίς να έχη ούτε προηγούμενόν του ούτε διάδοχόν του ίσον προς αυτόν). 4 Βλέπετε, λοιπόν, πόσον μεγάλος υπήρξεν αυτός ο Μελχισεδέκ, αφού εις αυτόν προς ένδειξιν σεβασμού και εκτιμήσεως έδωσεν ο μεγάλος πατριάρχης Αβραάμ το ένα δέκατον από τα πολυτιμότερα λάφυρά του. 5 Και όσοι μεν από την φυλήν Λευί δέχονται την ιερωσύνην, έχουν από τον Θεόν εντολήν να παίρνουν το ένα δέκατον από τα εισοδήματα του λαού, όπως ορίζει ο Νομος. Δηλαδή παίρνουν το δέκατον από τα εισοδήματα των αδελφών των, καίτοι και οι αδελφοί των αυτοί έχουν προέλθει, όπως και οι Λευΐται, από τα σπλάγχνα του Αβραάμ. 6 Ο Μελχισεδέκ όμως, ο οποίος δεν έχει την γενεαλογίαν του από αυτούς, έχει πάρει το δέκατον από τον Αβραάμ και ευλόγησε αυτόν, ο οποίος εν τούτοις είχε τας επαγγελίας του Θεού.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Α´ 9 - 15


9 Καὶ ἐγένετο ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ Ναζαρὲτ τῆς Γαλιλαίας καὶ ἐβαπτίσθη ὑπὸ Ἰωάννου εἰς τὸν Ἰορδάνην. 10 καὶ εὐθέως ἀναβαίνων ἀπὸ τοῦ ὕδατος εἶδε σχιζομένους τοὺς οὐρανοὺς καὶ τὸ Πνεῦμα ὡς περιστερὰν καταβαῖνον ἐπ’ αὐτόν· 11 καὶ φωνὴ ἐγένετο ἐκ τῶν οὐρανῶν· Σὺ εἶ ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν σοὶ εὐδόκησα. 12 Καὶ εὐθέως τὸ Πνεῦμα αὐτὸν ἐκβάλλει εἰς τὴν ἔρημον· 13 καὶ ἦν ἐκεῖ ἐν τῇ ἐρήμῳ ἡμέρας τεσσαράκοντα πειραζόμενος ὑπὸ τοῦ σατανᾶ, καὶ ἦν μετὰ τῶν θηρίων, καὶ οἱ ἄγγελοι διηκόνουν αὐτῷ. 14 Μετὰ δὲ τὸ παραδοθῆναι Ἰωάννην ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὴν Γαλιλαίαν κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ 15 καὶ λέγων ὅτι Πεπλήρωται ὁ καιρὸς καὶ ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ· μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Α´ 9 - 15


9 Καὶ κατὰ τὰς ἡμέρας ἐκείνας συνέβη νὰ ἔλθῃ ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τὴν Ναζαρὲτ τῆς Γαλιλαῖας. Καὶ ἐβαπτίσθη ἀπὸ τὸν Ἰωάννην εἰς τὸν Ἰορδάνην ποταμόν. 10 Καὶ ὅταν ἀνέβαινεν ἀπὸ τὸ νερὸν τοῦ ποταμοῦ, ἀμέσως τὴν αὐτὴν στιγμὴν εἶδε νὰ σχίζωνται οἱ οὐρανοὶ καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον νὰ καταβαίνῃ σὰν περιστερὰ καὶ νὰ ἔρχεται ἐπάνω του. 11 Καὶ ἦλθε φωνὴ ἀπὸ τοὺς οὐρανούς, ἡ ὁποία ἔλεγε· Σὺ εἶσαι ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπημένος, εἰς τὸν ὁποῖον εὐηρεστήθην, διότι καὶ ὡς ἄνθρωπος ἀπολύτως ἀναμάρτητος μοῦ ἤρεσες καὶ μὲ εὐχαρίστησες εἰς ὅλα. 12 Καὶ ἀμέσως μετὰ τὸ βάπτισμά του τὸ Ἅγιον Πνεῦμα μὲ παρακίνησιν ἐσωτερικὴν τὸν ἔβγαλεν εἰς τὴν ἔρημον. 13 Καὶ ἐκεῖ εἰς τὴν ἔρημον ἐπειράζετο ἐπὶ τεσσαράκοντα ἡμέρας ἀπὸ τὸν σατανᾶν, ποὺ ματαίως ἐζήτει νὰ τὸν ἀποσπάσῃ ἀπὸ τὰς ἀφωσιωμένας πρὸς τὸν Θεὸν καὶ πρὸς τὸ καθῆκον σκέψεις καὶ μελέτας του. Καὶ ἦτο ἐκεῖ κατάμονος μὲ μόνην συντροφιὰν τὰ θηρία τῆς έρήμου. Ἀοράτως ὅμως τὸν ἐσυντρόφευαν οἱ ἄγγελοι, οἱ ὁποῖοι μετὰ τὴν νίκην του κατὰ τοῦ σατανᾶ παρουσιάσθησαν καὶ τὸν ὑπηρέτουν. 14 Ἀφοῦ δὲ παρεδόθη ὁ Ἰωάννης ὑπό του βασιλέως Ἀντίπα εἰς φυλακήν, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὴν Γαλιλαίαν καὶ ἐκήρυττε τὸ χαρμόσυνον μήνυμα, ὅτι θὰ ἤρχετο μετ’ ὀλίγον καὶ μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων ἡ οὐράνιος βασιλεία τοῦ Θεοῦ. 15 Καὶ ἔλεγεν, ὅτι ἔχει συμπληρωθῇ πλέον ὁ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ ὡρισμένος χρόνος διὰ τὸν ἐρχομὸν τοῦ Μεσσίου καὶ ἐπλησίασαν αἱ ἡμέραι, κατὰ τὰς ὁποίας ὁ Μεσσίας μὲ τὴν νέαν πνευματικήν, ἁγίαν καὶ οὐρανίαν ζωήν, ἡ ὁποία θὰ μεταδίδεται ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ του, θὰ θεμελιώσῃ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. Μετανοεῖτε λοιπὸν καὶ πιστεύετε εἰς τὸ χαρμόσυνον μήνυμα, ὅτι ὁ Μεσσίας ἦλθε καὶ δεχθῆτε αὐτὸν ὡς σωτῆρα σας καὶ λυτρωτήν.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Α´ 9 - 15


9 Και κατά τας ημέρας εκείνας ήλθε ο Ιησούς από την Ναζαρέτ της Γαλιλαίας και εβαπτίσθη από τον Ιωάννην στον Ιορδάνην. 10 Και αμέσως όταν εβγήκε από το νερό, είδε να σχίζωνται οι ουρανοί και το Πνεύμα του Θεού, ωσάν περιστερά, να κατεβαίνη εις αυτόν. 11 Και ήλθε φωνή από τον ουρανούς, που έλεγε· “συ είσαι ο Υιός μου ο αγαπητός, στον οποίον εγώ έχω τελείως ευαρεστηθή”. 12 Και αμέσως το Πνεύμα το Αγιον ωδήγησεν αυτόν εις την έρημον. 13 Και έμεινεν εκεί εις την έρημον σαράντα ημέρας πειραζόμενος από τον Σατανάν, χωρίς ούτε ελάχιστον να υποχωρήση στους πειρασμούς· και ήτο εκεί μαζή με τα θηρία της ερήμου, οι δε άγγελοι του Θεού τον υπηρετούσαν. 14 Οταν δε ο Ιωάννης συνελήφθη κατά διαταγήν του Ηρώδου Αντίπα και παρεδόθη εις την φυλακήν, ήλθεν ο Ιησούς εις την Γαλιλαίαν και εκήρυττε το χαρμόσυνον μήνυμα της βασιλείας του Θεού. 15 Και έλεγεν ότι, “συνεπληρώθη ο ωρισμένος χρόνος και η βασιλεία του Θεού, που θα ιδρυθή από τον Μεσσίαν, έχει πλησιάσει. Μετανοείτε, λοιπόν, και πιστεύετε στο ευαγγέλιον, το οποίον εγώ σας κηρύττω”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα