❌
Σάββατο, 07 Δεκεμβρίου 2024

Άγιος Αμβρόσιος επίσκοπος Μεδιολάνων, Όσιος Γεράσιμος ο εξ Ευρίπου, Όσιος Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, ο υμνογράφος
Ἀμβροσίου ἐπισκόπου Μεδιολάνων (†397). Ἀθηνοδώρου μάρτυρος.
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β' ΙΑ´ 1 - 6


1 Ὄφελον ἀνείχεσθέ μου μικρὸν τῇ ἀφροσύνῃ· ἀλλὰ καὶ ἀνέχεσθέ μου· 2 ζηλῶ γὰρ ὑμᾶς Θεοῦ ζήλῳ· ἡρμοσάμην γὰρ ὑμᾶς ἑνὶ ἀνδρὶ, παρθένον ἁγνὴν παραστῆσαι τῷ Χριστῷ· 3 φοβοῦμαι δὲ μήπως, ὡς ὁ ὄφις Εὔαν ἐξηπάτησεν ἐν τῇ πανουργίᾳ αὐτοῦ, οὕτω φθαρῇ τὰ νοήματα ὑμῶν ἀπὸ τῆς ἁπλότητος τῆς εἰς τὸν Χριστόν. 4 εἰ μὲν γὰρ ὁ ἐρχόμενος ἄλλον Ἰησοῦν κηρύσσει ὃν οὐκ ἐκηρύξαμεν, ἢ πνεῦμα ἕτερον λαμβάνετε ὃ οὐκ ἐλάβετε, ἢ εὐαγγέλιον ἕτερον ὃ οὐκ ἐδέξασθε, καλῶς ἀνείχεσθε. 5 λογίζομαι γὰρ μηδὲν ὑστερηκέναι τῶν ὑπερλίαν ἀποστόλων. 6 εἰ δὲ καὶ ἰδιώτης τῷ λόγῳ, ἀλλ’ οὐ τῇ γνώσει, ἀλλ’ ἐν παντὶ φανερωθέντες ἐν πᾶσιν εἰς ὑμᾶς.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β' ΙΑ´ 1 - 6


1 Εἴθε νὰ μοῦ ἐδείχνατε ἀνοχὴν εἰς κάποιαν μικρὰν ἀνοησίαν, ποὺ θὰ κάμω διηγούμενος τὰ ὅσα ὁ Κύριος κατώρθωσε δι’ ἐμοῦ. Ἀλλ’ ἔχω πεποίθησιν, ὅτι μὲ ἀνέχεσθε. 2 Διότι σᾶς ἀγαπῶ μὲ ζηλοτυπίαν, σὰν ἐκείνην, μὲ τὴν ὁποίαν ὁ πανάγαθος Θεὸς ἀγαπᾷ τοὺς ἀνθρώπους. Σᾶς ζηλοτυπῶ δὲ ὄχι διὰ τὸν ἑαυτόν μου, ἀλλὰ διὰ τὸν Χριστόν. Διότι σᾶς ἠρραβώνισα πρὸς ἕνα ἄνδρα, πρὸς τὸν Χριστόν, διὰ να σᾶς παρουσιάσω παρθένον ἁγνὴν εἰς αὐτόν. Δηλαδὴ να παρουσιάσω τὰς ψυχάς σας ἁγνὰς καὶ καθαρὰς ἀπὸ κάθε πλάνην καὶ ἁμαρτίαν, ἐνωμένας μὲ τὴν πίστιν καὶ ἀγάπην εἰς μίαν πνευματικὴν νύμφην, τῆς ὁποίας νυμφίος νὰ εἶναι ὁ Χριστός. 3 Φοβοῦμαι ὅμως μήπως, ὅπως τὸ φίδι ἐξηπάτησεν ἄλλοτε μὲ τὴν πανουργίαν του τὴν Εὔαν, ἔτσι διαφθαροῦν αἱ σκέψεις σας καὶ χάσετε τὴν εἰλικρίνειαν καὶ καθαρότητα, τὴν ὁποίαν ὀφείλομεν να ἔχωμεν πρὸς τὸν νυμφίον μας Χριστόν. 4 Ἔχω δὲ τὸν φόβον αὐτόν, διότι παρουσιάζεσθε πρόθυμοι νὰ ἀκούετε καὶ ἄλλους ἀδοκιμάστους διδασκάλους, ἀπέναντι τῶν ὁποίων ἔπρεπε να ἦσθε διατακτικοί. Διότι, ἐὰν μὲν ἐκεῖνος, ποὺ σᾶς ἔρχεται ὡς διδάσκαλος, κηρύσσῃ ἄλλον Ἰησοῦν, τὸν ὁποῖον ἡμεῖς δὲν σᾶς ἐκηρύξαμεν, ἢ ἐὰν λαμβάνετε μὲ τὸ κήυγμά του ἄλλα χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὰ ὁποῖα δὲν ἐλάβατε ἢ ἄλλο εὐαγγέλιον, τὸ ὁποῖον δὲν ἠκούσατε καὶ δὲν ἐδέχθητε, καλῶς θὰ ἠνείχεσθε νὰ σᾶς διδάξῃ αὐτὸς ὁ ξένος. 5 Τώρα ὅμως ποῖος λόγος ὑπάρχει νὰ τὸν ἀνέχεσθε; Κανείς. Διότι φρονῶ, ὅτι ἑγὼ ὁ διδάσκαλος καὶ ἀπόστολός σας δὲν ἔχω ὑστερήσει καὶ ὑπολειφθῇ εἰς τίποτε ἀπὸ τοὺς ἐξαιρετικὰ διακεκριμένους ἀποστόλους. 6 Καὶ ἐὰν δὲ παραδεχθῶ, ὅτι εἶμαι ἄπειρος κατὰ τὸν λόγον καὶ τὸ ὕφος μου στερεῖται γλαφυρότητα καὶ κάλλος, δὲν εἶμαι ὅμως ἄπειρος κατὰ τὴν γνῶσιν, ἀλλ’ εἰς κάθε περίστασιν καὶ διδασκαλίαν καὶ ἐνέργειάν μας ἐφανερώθημεν εἰς τὰς πρὸς σᾶς σχέσεις μας ἴσοι πρὸς τοὺς ἄλλους Ἀποστόλους.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β' ΙΑ´ 1 - 6


1 Θα ήθελα, και το εκφράζω ως ευχήν, να εδείχνατε ανοχήν εις κάποιαν μικράν απερισκεψίαν, που θα κάμω τώρα. Και έχω την πεποίθησιν, ότι θα μου δείξατε αυτήν την ανοχήν. 2 Διότι σας αγαπώ υπερβολικά μέχρι του σημείου να σας ζηλεύω με ζηλοτυπίαν σαν εκείνην, με την οποίαν ο Θεός αγαπά και τρόπον τινά ζηλοτυποί τους ανθρώπους. Και τούτο, διότι σας έχω ενώσει με δεσμούς αρραβώνος προς ένα άνδρα, δηλαδή τον Χριστόν, δια να παρουσιάσω την ψυχήν σας αγνήν και καθαράν προς αυτόν, ως παρθένον και πνευματικήν νύμφην. 3 Φοβούμαι όμως μήπως, όπως άλλοτε ο όφις εδελέασε και εξηπάτησε την Εύαν με την πανουργίαν του, έτσι εξαπατήση και σας και διαφθαρούν αι σκέψεις τα φρονήματα του νου και της καρδίας σας και ξεπέσετε από την απλότητα και την ειλικρίνειαν, που πρέπει να έχωμεν προς τον Χριστόν. 4 Φοβούμαι μήπως παρασυρθήτε από ψευδοδιδασκάλους. Διότι εάν ο πρώτος τυχόν, που έρχεται ως διδάσκαλος, κηρύσση εις σας άλλον Ιησούν, τον οποίον ημείς δεν εκηρύξαμεν η, εάν παίρνετε από αυτόν άλλο Αγιον Πνεύμα, το οποίον δεν έχετε λάβει η άλλο Ευαγγέλιον, το οποίον δεν ηκούσατε και δεν επήρατε, δικαιολογημένα θα εδείχνατε ανοχήν και υπομονήν να ακούσετε τον νέον διδάσκαλον. 5 Τωρα όμως διατί δίδετε προσοχήν εις αγνώστους και αδοκίμους διδασκάλους; Διατί φρονώ ότι εγώ δεν έχω υπολειφθή καθόλου εις την διδασκαλίαν και στο έργον του Ευαγγελίου (και δεν έχω υπολειφθή καθόλου), ούτε από τους πιο μεγάλους μεταξύ των Αποστόλων. 6 Και αν ακόμη παραδεχθώ, ότι είμαι απλούς, άκομψος, χωρίς ρητορείαν εις την διδασκαλίαν μου, δεν είμαι όμως πτωχός και άπειρος κατά την γνώσιν. Αλλ' εις κάθε περίστασιν, είτε δρων είτε διδάσκων, είτε ενεργών, εφανερώθημεν εις σας (ποίο είμεθα, ότι δηλαδή δεν είμεθα καθόλου κατώτεροι από τους άλλους Αποστόλους).

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΓ´ 19 - 29


19 ὁμοία ἐστὶ κόκκῳ σινάπεως, ὃν λαβὼν ἄνθρωπος ἔβαλεν εἰς κῆπον ἑαυτοῦ· καὶ ηὔξησε καὶ ἐγένετο εἰς δένδρον μέγα, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατεσκήνωσεν ἐν τοῖς κλάδοις αὐτοῦ. 20 Πάλιν εἶπε· Τίνι ὁμοιώσω τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ; 21 ὁμοία ἐστὶ ζύμῃ, ἣν λαβοῦσα γυνὴ ἔκρυψεν εἰς ἀλεύρου σάτα τρία, ἕως οὗ ἐζυμώθη ὅλον. 22 Καὶ διεπορεύετο κατὰ πόλεις καὶ κώμας διδάσκων καὶ πορείαν ποιούμενος εἰς Ἱεροσαλήμ. 23 εἶπε δέ τις αὐτῷ· Κύριε, εἰ ὀλίγοι οἱ σῳζόμενοι; ὁ δὲ εἶπε πρὸς αὐτούς· 24 Ἀγωνίζεσθε εἰσελθεῖν διὰ τῆς στενῆς πύλης· ὅτι πολλοί, λέγω ὑμῖν, ζητήσουσιν εἰσελθεῖν καὶ οὐκ ἰσχύσουσιν. 25 ἀφ’ οὗ ἂν ἐγερθῇ ὁ οἰκοδεσπότης καὶ ἀποκλείσῃ τὴν θύραν, καὶ ἄρξησθε ἔξω ἑστάναι καὶ κρούειν τὴν θύραν λέγοντες· Κύριε Κύριε, ἄνοιξον ἡμῖν· καὶ ἀποκριθεὶς ἐρεῖ ὑμῖν, οὐκ οἶδα ὑμᾶς πόθεν ἐστέ. 26 τότε ἄρξεσθε λέγειν· ἐφάγομεν ἐνώπιόν σου καὶ ἐπίομεν, καὶ ἐν ταῖς πλατείαις ἡμῶν ἐδίδαξας· 27 καὶ ἐρεῖ· λέγω ὑμῖν, οὐκ οἶδα ὑμᾶς πόθεν ἐστέ· ἀπόστητε ἀπ’ ἐμοῦ πάντες οἱ ἐργάται τῆς ἀδικίας. 28 ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων, ὅταν ὄψεσθε Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακὼβ καὶ πάντας τοὺς προφήτας ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ, ὑμᾶς δὲ ἐκβαλλομένους ἔξω, 29 καὶ ἥξουσιν ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ δυσμῶν καὶ ἀπὸ βορρᾶ καὶ νότου, καὶ ἀνακλιθήσονται ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΓ´ 19 - 29


19 Εἶναι ὁμοία πρὸς τὸν μικρὸν σπόρον τοῦ σιναπιοῦ, ποὺ τὸν ἐπῆρε κάποιος ἄνθρωπος καὶ τὸν ἐφύτευσεν εἰς τὸν κῆπον του· καὶ ηὔξησε καὶ ἔγινε δένδρον μεγάλο, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ ἐφώλιασαν εἰς τοὺς κλάδους του. Ἔτσι καὶ ὁ λόγος τοῦ εὐαγγελίου τῆς βασιλείας, ἀλλὰ καὶ αὐτὴ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἥτις διὰ τῆς Ἐκκλησίας ἐγκαθιδρύεται ἤδη ἐπὶ τῆς γῆς. Ἀφανὴς καὶ ἀσήμαντος εἰς τὰς ἀρχὰς θὰ δημιουργήσῃ βαθμηδὸν τεραστίας κατακτήσεις εἰς τὸν κόσμον καὶ θὰ ἑξακολουθῇ νὰ παρέχῃ προστασίαν καὶ ἀνάπαυσιν εἰς τὰς ψυχάς. 20 Καὶ πάλιν εἶπε· Μὲ τί νὰ παραβάλω καὶ νὰ παρομοιάσω τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ; 21 Εἶναι ὁμοία πρὸς προζύμιον, τὸ ὁποῖον ἐπῆρε μία γυναῖκα καὶ τὸ ἔκρυψεν εἰς μεγάλην ποσότητα ἀλεύρου. Καὶ ἔμεινεν ἐκεῖ τὸ προζύμιον κρυμμένον, ἕως ὅτου ἐζυμώθη ὁλόκληρον τὸ ζυμάρι τοῦ ἀλεύρου. Ἔτσι καὶ ἡ ἐπὶ γῆς βασιλεία τῶν οὐρανῶν μὲ τὸ κήρυγμα τῆς πίστεως, δὲν θὰ ἐπιβληθῇ δι’ ἐξωτερικῶν μέσων δυνάμεως βίας καὶ καταναγκασμοῦ, ἀλλὰ σὰν ἄλλο προζύμι θὰ εἰσχωρήσῃ σιγὰ - σιγὰ καὶ θὰ ἀναζυμώσῃ ὅλην τὴν μᾶζαν τῆς ἀνθρωπότητος. 22 Καὶ περιώδευεν εἰς πόλεις καὶ χωρία διδάσκων, ἀλλὰ καὶ συγχρόνως ἑξακολουθῶν νὰ βαδίζῃ πρὸς τὴν Ἱερουσαλήμ. 23 Τὸν ἠρώτησε δὲ κάποιος· Κύριε, εἶναι ἄραγε ὀλίγοι αὐτοί, ποὺ σώζονται; Αὐτὸς δὲ ἀποφεύγων νὰ δώσῃ ἀπάντησιν εἰς ἐρώτημα ἱκανοποιοῦν ἁπλῆν περιέργειαν καὶ ἐπὶ τὸ ὠφέλιμον στρέψας τὸν λόγον, τοὺς εἶπε· 24 Πρέπει νὰ καταβάλλετε προσπαθείας καὶ ἀγῶνας νὰ ἔμβητε διὰ τῆς στενῆς πύλης, ἀπαρνούμενοι τὰς κακὰς συνηθείας σας καὶ τὸν ἁμαρτωλὸν βίον σας. Πρέπει δὲ νὰ καταβάλλετε τὸν ἀγῶνα αὐτόν, διότι σᾶς βεβαιῶ, ὅτι πολλοὶ ἔχοντες χαλαρὰν διάθεσιν θὰ ζητήσουν νὰ ἔμβουν, καὶ ἐπειδὴ δὲν ἔχουν τὴν ἀπόφασιν νὰ ἀγωνισθοῦν, δὲν θὰ ἠμπορέσουν νὰ τὸ ἐπιτύχουν. 25 Ὅταν δὲ περάσῃ ἡ ὥρα καὶ σηκωθῇ ὁ οἰκοκύρης τῆς βασιλείας Χριστὸς καὶ κλείσῃ τὴν θύραν - τοῦτο δὲ θὰ συμβῇ κατὰ τὴν ὥραν τοῦ θανάτου δι’ ἕνα ἕκαστον καὶ κατὰ τὴν δευτέραν παρουσίαν δι’ ὅλους - καὶ ὅταν ἀρχίσετε σεῖς νὰ στέκεσθε ἀπ’ ἔξω καὶ νὰ κτυπᾶτε τὴν θύραν λέγοντες· Κύριε, Κύριε, ἄνοιξέ μας· ἐκεῖνος δὲ θὰ σᾶς ἀπαντήσῃ καὶ θὰ σᾶς εἴπῃ· δὲν σᾶς ξεύρω ἀπὸ ποὺ εἶσθε, καὶ δὲν σᾶς ἐγνώρισα ποτὲ ὡς φίλους καὶ οἰκείους μου, 26 τότε θὰ ἀρχίσετε νὰ λέγετε· ἐφάγαμεν καὶ ἐπίομεν ἐμπρός σου διότι ἐλάβομεν μέρος εἰς τὴν θείαν λατρείαν, καὶ ἐδίδαξες εἰς τὰς πλατείας μας, ὅπου ἤμεθα καὶ ἡμεῖς ἐκεῖ καὶ σὲ ἠκούσαμεν. 27 Καὶ θὰ εἶπῃ τότε ὁ οἰκοδεσπότης· Σᾶς διαβεβαιῶ, ὅτι δὲν σᾶς ἡξεύρω ἀπὸ ποὺ εἶσθε καὶ ἀπὸ ποῖον κατάγεσθε· Δὲν ἐφροντίσατε νὰ ἀναγεννηθῆτε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ὥστε νὰ συγγενεύετε πρὸς ἐμέ. Φύγετε μακρὰν ἀπὸ ἐμὲ ὅλοι σεῖς, ποὺ εἰργάσθητε εἰς τὸν βίον σας τὴν ἀδικίαν, διότι καὶ αὐτὰ τὰ χαρίσματά μου τὰ ἐχρησιμοποιήσατε ὄχι κατὰ τὸ ἰδικόν μου, ἀλλὰ κατὰ τὸ ἰδικόν σας θέλημα. 28 Ἐκεῖ, μακρὰν ἀπὸ τὸν Κύριον καὶ ἔξω τῆς βασιλείας του, θὰ κλαίετε ἀπαρηγόρητα καὶ ματαίως, καὶ θὰ τρίζετε τὰ δόντια ἀπὸ τὴν ἀνυπόφορον βάσανον, ὅταν θὰ ἴδητε τὸν Ἀβραὰμ καὶ τὸν Ἰσαὰκ καὶ τὸν Ἰακὼβ καὶ ὅλους τοὺς προφήτας μέσα εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ τοὺς ἑαυτούς σας νὰ ἀποκλείωνται καὶ νὰ διώχνωνται ἔξω ἀπ’ αὐτήν. 29 Καὶ θὰ ἔλθουν ἄνθρωποι ἀπὸ ἀνατολὴν καὶ δύσιν καὶ ἀπὸ τὰ βορεινὰ καὶ μεσημβρινὰ μέρη τοῦ κόσμου καὶ θὰ παρακαθήσουν σὰν εἰς ἄλλο πανηγυρικὸν καὶ εὐφρόσυνον τραπέζι εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἀναπαυόμενοι καὶ ἀπολαμβάνοντες ἐκεῖ αἰωνίως διὰ τοὺς κόπους καὶ ἀγῶνας, εἰς τοὺς ὁποίους ὑπεβλήθησαν διὰ νὰ εἰσέλθουν εἰς αὐτήν.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΓ´ 19 - 29


19 Είναι ομοία με ένα κόκκον σιναπιού, τον οποίον ένας άνθρωπος επήρε και τον έσπειρεν στον κήπον του· και εμεγάλωσε και έγινε δένδρον μεγάλον και τα πτηνά του ουρανού εφώλιασαν εις τα κλωνάρια του”.(Μικρά και ασήμαντος φαίνεται η Εκκλησία του Χριστού. Θα γιγαντωθή όμως, θα απλωθή εις όλην την οικουμένην και θα περιλάβη αναρίθμητα πλήθη ανθρώπων). 20 Παλιν είπε· “με τι να παρομοιάσω την βασιλείαν του Θεού; 21 Είναι ομοία με προζύμι, που το επήρε μία γυναίκα και το ανακάτεψε εις τριάντα και πλέον κιλά αλεύρι, έως ότου όλο το ζυμάρι εζυμώθη και έγινε κατάλληλο για ψωμί.(Η βασιλεία του Θεού φαίνεται μικρά, αλλά έχει τεραστίαν δύναμιν, δια να ζυμώση σιγά-σιγά και μεταβάλη στο καλύτερον την ανθρωπότητα). 22 Και επερνούσε μέσα από πόλεις και χωριά διδάσκων το ευαγγέλιον, ενώ συγχρόνως εξακολουθούσε να κατευθύνεται εις την Ιερουσαλήμ. 23 Τον ερώτησε δε κάποιος· “Κυριε, ολίγοι τάχα είναι εκείνοι, που σώζωνται;” Εκείνος δε είπε προς αυτούς, που τον ακολουθούσαν· 24 “αγωνίζεσθε να εισέλθετε εις την βασιλείαν του Θεού, δια της στενής πύλης, από την θύραν και τον δρόμον που απαιτούν κόπους και θυσίας. Σας λέγω δε, ότι πολλοί θα ζητήσουν να μπουν, αλλά επειδή δεν έχουν σταθεράν την απόφασιν να αγωνισθούν, δεν θα ημπορέσουν να το επιτύχουν. 25 Οταν δε κάποτε σηκωθή ο οικοδεσπότης και κλείση καλά την θύραν και αρχίσετε σεις να στέκεσθε έξω και να κτυπάτε λέγοντες· Κυριε, Κυριε άνοιξέ μας, τότε θα αποκριθή και θα σας πη· Δεν ξέρω από που είσθε. Δεν σας γνωρίζω καθόλου, (Ανοικτή θύρα, δια να εισέλθωμεν εις την βασιλείαν του Θεού, είναι η παρούσα ζωη. Οταν όμως την κλείση ο θάνατος, μάλιστα δε η δευτέρα παρουσία, τότε ποτέ πλέον δεν θα ξανανοίξη δια τους αμετανοήτους αμαρτωλούς). 26 Τοτε θα αρχίσετε να λέγετε. Εφάγαμε και επιαμε εμπρός σου. Και εις τας πλατείας μας, όπου ήμεθα συγκεντρωμένοι, εδίδαξες και σε ηκολουθήσαμεν. 27 Και θα πη τότε ο οικοδεσπότης· Σας λέγω τούτο, δεν ξεύρω από που είσθε, φύγετε μακρυά από εμέ όλοι όσοι επράξατε αδικίας και εμείνατε αμετανόητοι. 28 Εκεί, μακρυά από την βασιλείαν του Θεού, εις την αιωνίαν καταδίκην, θα είναι ο θρήνος και τα δάκρυα, το τρίξιμο των δοντιών από τον ανυπόφορον πόνον, όταν θα ίδετε τον Αβραάμ και τον Ισαάκ και τον Ιακώβ και όλους τους προφήτας εις την βασιλείαν του Θεού, σας δε να διώχνουν έξω. 29 Και θα έρθουν πλήθος άνθρωποι από τα διάφορα σημεία της οικουμένης, από την Ανατολήν και την Δυσιν, από τον Βορράν και το Νοτον, και θα παρακαθίσουν ολόχαροι στο τρισμέγιστο τραπέζι της βασιλείας του Θεού.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα