❌
Πέμπτη, 07 Νοεμβρίου 2024

Άγιοι Τριάντα τρεις Μάρτυρες «οἱ ἐν Μελιτινῇ», Όσιος Λάζαρος ο Θαυματουργός, ο Γαλλησιώτης
Τῶν ἐν Μελιτινῇ 33 μαρτύρων (γ΄ αἰ.), Λαζάρου ὁσίου τοῦ ἐν τῷ Γαλησίῳ ὄρει (†1053).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΦΙΛΙΠΠΗΣΙΟΥΣ Γ´ 1 - 8


1 Τὸ λοιπόν, ἀδελφοί μου, χαίρετε ἐν Κυρίῳ. τὰ αὐτὰ γράφειν ὑμῖν ἐμοὶ μὲν οὐκ ὀκνηρόν, ὑμῖν δὲ ἀσφαλές. 2 Βλέπετε τοὺς κύνας, βλέπετε τοὺς κακοὺς ἐργάτας, βλέπετε τὴν κατατομήν· 3 ἡμεῖς γάρ ἐσμεν ἡ περιτομή, οἱ Πνεύματι Θεοῦ λατρεύοντες καὶ καυχώμενοι ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ καὶ οὐκ ἐν σαρκὶ πεποιθότες, 4 καίπερ ἐγὼ ἔχων πεποίθησιν καὶ ἐν σαρκί. εἴ τις δοκεῖ ἄλλος πεποιθέναι ἐν σαρκί, ἐγὼ μᾶλλον· 5 περιτομῇ ὀκταήμερος, ἐκ γένους Ἰσραήλ, φυλῆς Βενιαμίν, Ἑβραῖος ἐξ Ἑβραίων, κατὰ νόμον Φαρισαῖος, 6 κατὰ ζῆλον διώκων τὴν ἐκκλησίαν, κατὰ δικαιοσύνην τὴν ἐν νόμῳ γενόμενος ἄμεμπτος. 7 ἀλλ’ ἅτινα ἦν μοι κέρδη, ταῦτα ἥγημαι διὰ τὸν Χριστὸν ζημίαν. 8 ἀλλὰ μενοῦνγε καὶ ἡγοῦμαι πάντα ζημίαν εἶναι διὰ τὸ ὑπερέχον τῆς γνώσεως Χριστοῦ Ἰησοῦ τοῦ Κυρίου μου, δι’ ὃν τὰ πάντα ἐζημιώθην, καὶ ἡγοῦμαι σκύβαλα εἶναι ἵνα Χριστὸν κερδήσω

ΠΡΟΣ ΦΙΛΙΠΠΗΣΙΟΥΣ Γ´ 1 - 8


1 Καὶ ἡ προτροπή, ποὺ ὑπολείπεται νὰ σᾶς κάμω, ἀδελφοί μου, εἶναι αὐτή· Χαίρετε τὴν χαράν, ποὺ φέρει ἡ μετὰ τοῦ Κυρίου στενὴ σχέσις καὶ ἐπικοινωνία. Σᾶς τὸ εἶπα καὶ προφορικῶς. Τὸ νὰ σᾶς γράφω δὲ καὶ τώρα τὰ ἴδια, εἰς ἐμὲ μὲν δὲν προκαλεῖ ὀκνηρίαν καὶ ἐνόχλησιν, εἰς σᾶς δὲ εἶναι ἀσφαλές. 2 Παρατηρεῖτε προσεκτικὰ καὶ ἀποφεύγετε τοὺς ψευδοδιδασκάλους, οἱ ὁποῖοι εἶναι σκύλοι ἀκάθαρτοι καὶ βέβηλοι καὶ ξένοι πρὸς τὸν Θεόν. Σημαδεύετε τοὺς κακοὺς ἐργάτας, ποὺ ἀντὶ νὰ οἰκοδομοῦν κρημνίζουν· παρατηρεῖτε αὐτούς, ποὺ μὲ τὴν περιτομήν, τὴν ὁποίαν διδάσκουν ὡς ἀναγκαίαν, κατακόπτουν καὶ ἀκρωτηριάζουν τὴν σάρκα. 3 Ναί· αὐτοὶ εἶναι κατατομὴ καὶ ὄχι περιτομή. Διότι ἡ ἀληθινὴ περιτομὴ εἴμεθα ἠμεῖς, οἱ ὁποῖοι διὰ τοῦ φωτισμοῦ, ποὺ μᾶς δίδει τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, προσφέρομεν εἰς τὸν Θεόν ἀληθινὴν λατρείαν. Καὶ ὡς μόνην πηγὴν καυχήσεως ἔχομεν τὸν Χριστὸν Ἰησοῦν καὶ δὲν στηρίζομεν τὴν πεποίθησίν μας εἰς σαρκικὰ πλεονεκτήματα, ὅπως εἶναι ἡ περιτομή. 4 Καίτοι ἐγὼ ἔχω πεποίθησιν καὶ δυνατότητα νὰ καυχηθῶ καὶ διὰ σαρκικὰ πλεονεκτήματα. Ἐὰν κανεὶς ἄλλος νομίζῃ, ὅτι ἠμπορεῖ νὰ στηριχθῇ μὲ πεποίθησιν εἰς τὰ σαρκικὰ πλεονεκτήματά του καὶ προσόντα του καὶ καυχηθῇ δι’ αὐτά, ἐγὼ πολὺ περισσότερον δύναμαι νὰ πράξω τοῦτο. 5 Ἔλαβα περιτομὴν ὀκτὼ ἡμέρας μετὰ τὴν γέννησίν μου· κατάγομαι ἀπὸ τὸ γένος τοῦ εὐλογημένου Ἰσραὴλ καὶ ἀπὸ τὴν φυλὴν Βενιαμίν. Εἶμαι Ἑβραῖος ἀπὸ γονεῖς Ἑβραίους καὶ ἐξ ἀρχῆς ἐπῆρα ἑβραϊκὴν ἀνατροφὴν καὶ ἔμαθα νὰ ὁμιλῶ ὡς γλῶσσαν μητρικὴν τὴν ἑβραϊκήν. Καὶ ὅσον ἀφορᾷ εἰς τὸν νόμον ἤμην Φαρισαῖος καὶ ἐτήρουν αὐτὸν μὲ πολλὴν ἀκρίβειαν. 6 Ἐκ πραγματικοῦ ζήλου κατεδίωκα τὴν Ἐκκλησίαν καὶ ὅσον ἀφορᾷ εἰς τὴν δικαιοσύνην, ἡ ὁποία προήρχετο ἀπὸ τὴν αὐστηρὰν τήρησιν τοῦ νόμου, ἀπεδείχθην ἄμεμπτος καὶ δὲν ἠδύνατο κανεὶς νὰ μὲ κατηγορήσῃ διὰ τὴν παραμικρὰν παράβασιν. 7 Ἀλλ’ αὐτά, ποὺ ἦσαν τότε εἰς ἐμὲ κέρδη καὶ πλεονεκτήματα, ταῦτα ἔχω θεωρήσει ζημίαν καὶ μειονεκτήματα, προκειμένου νὰ ἀρέσω εἰς τὸν Χριστὸν καὶ νὰ σωθῶ διὰ τοῦ Χριστοῦ. 8 Ὄχι δὲ μόνον ὅταν ἐφωτίσθην καὶ ἤμην εἰς τὰς πρώτας ἡμέρας τῆς ἐπιστροφῆς μου, ἀλλὰ βεβαίως καὶ τώρα ἑξακολουθῶ νὰ νομίζω, ὅτι ὅλα εἶναι ζημία συγκρινόμενα πρὸς τὴν ὑπεροχὴν τῆς γνώσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου μου, διὰ τὸν ὁποῖον ἐστερήθην καὶ ἀπέρριψα ὅλα διὰ νὰ ἐγκολπωθῶ αὐτὸν ὡς σωτῆρα μου.. Καὶ τὰ θεωρῶ σκύβαλα καὶ ἀξία περιφρονήσεως διὰ νὰ κερδήσω τὸν Χριστόν,

ΠΡΟΣ ΦΙΛΙΠΠΗΣΙΟΥΣ Γ´ 1 - 8


1 Λοιπόν, αδελφοί, επειδή τώρα έχετε μαζή σας τον Επαφρόδιτον, εμάθετε δε ότι και τα κατ' εμέ συντελούν εις την διάδοσιν του Ευαγγελίου εδώ εις την Ρωμην, χαίρετε με την αληθινήν και πλήρη χαράν, που δίδει ο Κυριος. Το να σας απευθύνω πάλιν γραπτήν αυτήν την προτροπήν της χαράς, όπως σας την είπα και προφορικώς, όταν ήμην μαζή σας, δι' εμέ μεν δεν είναι ενοχλητικόν, δια σας δε είναι ασφαλές, διότι σας στηρίζει εις την ορθήν πίστιν και ζωήν. 2 Προσέχετε τους ψευδοδιδασκάλους, οι οποίοι είναι σαν αδέσποτοι και ύπουλοι σκύλοι· προσέχετε τους κακούς εργάτας, οι οποίοι κάμνουν ψεύτικη εργασία η και κρημνίζουν την εργασίαν των άλλων· και αυτοί είναι οι ψευδάδελφοι Ιουδαίοι, που νοθεύουν την ευαγγελικήν αλήθειαν με την περιτομήν, και τας άλλας τυπικάς διατάξστου Νομου· προσέχετε αυτούς, οι οποίοι προσπαθούν να κατακομματιάσουν την Εκκλησίαν. 3 Διότι όχι αυτοί, αλλ' ημείς είμεθα η αληθινή πνευματική περιτομή, οι οποίοι, φωτιζόμενοι και θερμαινόμενοι από το Πνεύμα του Θεού, λατρεύομεν με την αληθινήν λατρείαν τον Κυριον και καυχώμεθα, ότι πιστεύομεν και ανήκομεν στον Ιησούν Χριστόν και δεν βασίζομεν την πεποίθησίν μας εις τας διατάξστου μωσαϊκού Νομου, που αναφέρονται εις την σάρκα, όπως είναι και η περιτομή. 4 Μολονότι εγώ ημπορώ να έχω και πεποίθησιν εις τας τυπικάς αυτάς περί της σαρκός διατάξστου μωσαϊκού Νομου. Εάν κανείς άλλος νομίζη, ότι ημπορεί να έχη μια τέτοια πεποίθησι, εγώ ημπορώ πολύ περισσότερον. 5 Επεριτμήθηκα οκτώ ημέρας μετά την γέννησίν μου· κατάγομαι από το γένος του Ισραήλ και από την φυλήν Βενιαμίν· είμαι γνήσιος Εβραίος από γονείς Εβραίους και με ανατροφήν εβραϊκήν· ως προς δε τον Νομον ήμουν Φαρισαίος και προσπαθούσα να τον τηρώ με πολλήν ακρίβειαν. 6 Από ζήλον δια την πατροπαράδοτον θρησκείαν κινούμενος, κατεδίωκα την Εκκλησίαν του Χριστού. Ως προς δε την δικαιοσύνην, που προήρχετο από την πιστήν τήρησιν του Νομου, υπήρξα άμεμπτος, χωρίς κανείς να ημπορή εις κάτι να με κατηγορήση. 7 Αλλ' αυτά, τα οποία ήσαν τότε δι' εμέ ηθικά κέρδη και προσόντα, φωτισμένος τώρα από την αλήθειαν του Ευαγγελίου τα έχω θεωρήσει ζημίαν και μειονέκτημα και τα έχω απαρνηθή, δια να αρέσω στον Χριστόν και να εύρω δι' αυτού μόνου την σωτηρίαν. 8 Αλλά βεβαίως και τώρα ακόμη περισσότερον θεωρώ όλα γενικώς όσα είναι ξένα προς τον Χριστόν ζημίαν, εν συγκρίσει προς την υπεροχήν και το μεγαλείον της γνώσεως του Κυρίου μου Ιησού Χριστού, δια τον οποίον τα πάντα θεληματικώς απέρριψα και επεριφρόνησα. Και τα θεωρώ όλα σκύβαλα και ανάξια λόγου, δια να κερδήσω τον Χριστόν,

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΓ´ 1 - 9


1 Παρῆσαν δέ τινες ἐν αὐτῷ τῷ καιρῷ ἀπαγγέλλοντες αὐτῷ περὶ τῶν Γαλιλαίων, ὧν τὸ αἷμα Πιλᾶτος ἔμιξε μετὰ τῶν θυσιῶν αὐτῶν. 2 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Δοκεῖτε ὅτι οἱ Γαλιλαῖοι οὗτοι ἁμαρτωλοὶ παρὰ πάντας τοὺς Γαλιλαίους ἐγένοντο, ὅτι τοιαῦτα πεπόνθασιν; 3 οὐχί, λέγω ὑμῖν, ἀλλ’ ἐὰν μὴ μετανοῆτε, πάντες ὡσαύτως ἀπολεῖσθε. 4 ἢ ἐκεῖνοι οἱ δέκα καὶ ὀκτὼ, ἐφ’ οὓς ἔπεσεν ὁ πύργος ἐν τῷ Σιλωὰμ καὶ ἀπέκτεινεν αὐτούς, δοκεῖτε ὅτι οὗτοι ὀφειλέται ἐγένοντο παρὰ πάντας τοὺς ἀνθρώπους τοὺς κατοικοῦντας ἐν Ἱερουσαλήμ; 5 οὐχί, λέγω ὑμῖν, ἀλλ’ ἐὰν μὴ μετανοήσητε, πάντες ὁμοίως ἀπολεῖσθε. 6 Ἔλεγεν δὲ ταύτην τὴν παραβολήν· Συκῆν εἶχέν τις ἐν τῷ ἀμπελῶνι αὐτοῦ πεφυτευμένην, καὶ ἦλθε ζητῶν καρπὸν ἐν αὐτῇ, καὶ οὐχ εὗρεν. 7 εἶπε δὲ πρὸς τὸν ἀμπελουργόν· ἰδοὺ τρία ἔτη ἔρχομαι ζητῶν καρπὸν ἐν τῇ συκῇ ταύτῃ, καὶ οὐχ εὑρίσκω· ἔκκοψον αὐτήν· ἱνατί καὶ τὴν γῆν καταργεῖ; 8 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτῷ· κύριε, ἄφες αὐτὴν καὶ τοῦτο τὸ ἔτος, ἕως ὅτου σκάψω περὶ αὐτὴν καὶ βάλω κόπρια. 9 κἂν μὲν ποιήσῃ καρπὸν· εἰ δὲ μήγε, εἰς τὸ μέλλον ἐκκόψεις αὐτήν.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΓ´ 1 - 9


1 Κατ’ αὐτὴν δὲ τὴν στιγμήν, ποὺ ὡμίλει ὁ Κύριος περὶ τῶν σημείων τῶν καιρῶν, παρουσιάσθησαν μερικοί, οἱ ὁποῖοι τοῦ ἀνέφεραν διὰ τοὺς Γαλιλαίους, ποὺ ἐσφάγησαν εἰς τὸ ἱερὸν καὶ ἀνέμιξε τὸ αἷμα των ὁ Πιλᾶτος μὲ τὰς θυσίας, τὰς ὁποίας αὐτοὶ κατὰ τὴν ὥραν τῆς σφαγῆς των προσέφεραν. 2 Καὶ ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς καὶ τοὺς εἶπε· Νομίζετε, ὅτι οἱ Γαλιλαῖοι οὔτοι ὑπῆρξαν ἁμαρτωλοὶ περισσότερον ἀπὸ ὅλους τοὺς Γαλιλαίους, καὶ δι’ αὐτὸ ἔπαθαν αὐτὰ καὶ ηὗραν ἕνα τόσον οἰκτρὸν τέλος; 3 Ὄχι, σᾶς λέγω. Δὲν ὑπῆρξαν αὐτοὶ οἱ χειρότεροι. Ἀλλὰ ὁ θάνατός των συνέβη καὶ ὡς παράδειγμα σωφρονιστικὸν διὰ σᾶς. Διότι ἐὰν δὲν μετανοήσετε, καὶ σεῖς θὰ χαθῆτε κατὰ τὸν ἴδιον τρόπον. Διότι θὰ σφαγῆτε ὅλοι ὑπὸ τῶν Ρωμαίων καὶ θὰ καταπατηθῇ ὑπ’ αὐτῶν ἡ Ἱερουσαλήμ, ὁπότε καὶ τὸ αἷμα πολλῶν ἀπὸ σᾶς θὰ ἀναμιχθῇ μὲ τὰς θυσίας σας. 4 Ἢ ἐκεῖνοι οἱ δεκαοκτώ, ἐπὶ τῶν ὁποίων ἔπεσεν ὁ πύργος, ποὺ ἦτο κτισμένος εἰς Σιλωάμ, καὶ τοὺς ἐσκότωσε, νομίζετε, ὅτι αὐτοὶ ἦσαν ἁμαρτωλοὶ καὶ χρεῶσται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ περισσότερον ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ κατοικοῦν εἰς Ἱερουσαλήμ; 5 Ὄχι, σᾶς βεβαιῶ. Δὲν ἦσαν αὐτοὶ οἱ χειρότεροι. Ἀλλ’ ἔπαθον ἐκεῖνοι διὰ νὰ σωφρονισθῆτε σεῖς. Καὶ ἐὰν δὲν δείξετε μετάνοιαν, ὅλοι μὲ τὸν αὐτὸν τρόπον θὰ χαθῆτε, θαπτόμενοι κάτω ἀπὸ τὰ ἐρείπια τῆς πρωτευούσης σας. 6 Ἔλεγε δὲ αὐτὴν τὴν παραβολήν· Εἶχε κάποιος μίαν συκῆν φυτευμένην μέσα εἰς τὸ ἀμπέλι του, εἰς ἔδαφος δηλαδὴ συνεχῶς καὶ κατ’ ἔτος καλλιεργούμενον. Καὶ ἦλθε καὶ ἐζήτει καρπὸν εἰς αὐτὴν καὶ δὲν ηὗρε. 7 Εἶπε δὲ πρὸς τὸν ἀμπελουργόν· Ἰδού, ἔρχομαι τρία χρόνια τώρα καὶ ζητῶ καρπὸν εἰς τὴν συκῆν αὐτὴν καὶ δὲν εὑρίσκω. Κόψε την σύρριζα. Διατὶ νὰ πιάνῃ ἄδικα τὸν τόπον καὶ νὰ ἀχρηστεύῃ τὸ μέρος αὐτὸ τῆς γῆς, εἰς τὸ ὁποῖον θὰ ἠδύνατο νὰ φυτευθῇ ἄλλο καρποφόρον δένδρον; 8 Ἐκεῖνος ὅμως ἀπεκρίθη καὶ εἶπεν εἰς αὐτόν· Κύριε, ἄφησέ την καὶ αὐτὸ τὸ ἔτος, ἕως ὅτου σκάψω γύρω ἀπὸ αὐτὴν καὶ ρίψω εἰς αὐτὴν λιπάσματα. 9 Καὶ ἐὰν μὲν κάμῃ καρπόν, ἔχει καλῶς· τὴν ἀφίνομεν τότε καὶ δὲν τὴν κόπτομεν· ἐὰν ὅμως δὲν κάμῃ καρπόν, τότε θὰ τὴν κόψῃς εἰς μέλλουσαν εὐκαιρίαν. Ἔτσι θὰ συμβῇ καὶ μὲ κάθε ράθυμον καὶ ἀμετανόητον. Ἀναβάλλει μὲν ὁ Θεὸς νὰ τὸν τιμωρήσῃ, ἀναμένων τὴν μετάνοιαν αὐτοῦ, ἀλλ’ ἐὰν τελικῶς ὁ ἁμαρτωλὸς δὲν ἐπιδείξῃ καρποὺς πνευματικοὺς μετανοίας, ἡ δικαία ὀργὴ τοῦ Θεοῦ θὰ τὸν κτυπήσῃ σκληρά. Τοῦτο δὲ ἐμφανέστερον ἐγένετο καὶ ἐπὶ τῆς Ἰουδαϊκῆς συναγωγῆς, ἡ ὁποία, ἐπειδὴ ἐδείχθη μέχρι τέλους ἀμετανόητος καὶ ἄκαρπος, παρεδόθη εἰς ὄλεθρον.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΓ´ 1 - 9


1 Κατά την ώραν δε που ωμιλούσε ο Κυριος, παρουσιάσθησαν μερικοί και του ανήγγειλαν δια τους Γαλιλαίους, των οποίων το αίμα ο Πιλάτος, όταν με τους στρατιώτας του τους έσφαξε μέσα εις την αυλήν του ναού, το ανέμιξε με τας θυσίας, που εκείνοι προσέφεραν την ώραν αυτήν. 2 Και αποκριθείς ο Ιησούς τους είπε· “εκ του γεγονότος ότι έπαθαν αυτά, βγάζετε σστο συμπέρασμα ότι οι Γαλιλαίοι αυτοί υπήρξαν αμαρτωλοί περισσότερον από όλους τους Γαλιλαίους; 3 Οχι σας λέγω· διότι και οι άλλοι Γαλιλαίοι είναι επίσης αμαρτωλοί. Εάν δε δεν μετανοήσετε και σεις όλοι, κατά τον ίδιο τρόπον θα χαθήτε.(Τα ρωμαϊκά στρατεύματα είναι έτοιμα να ορμήσουν και να σας κατασφάξουν). 4 Η νομίζετε ότι οι δέκα οκτώ, επάνω στους οποίους έπεσε ο πύργος του Σιλωάμ και τους εθανάτωσεν, αυτοί υπήρξαν ενώπιον του Θεού αμαρτωλοί και χρεώσται περισσότερον από όλους τους ανθρώπους, που κατοικούν εις την Ιερουσαλήμ; 5 Οχι σας λέγω· αλλ' έπαθαν εκείνοι, δια να συνέλθετε σεις. Εάν όμως δεν μετανοήσετε, όλοι κατά τον ίδιον τρόπον θα χαθήτε, διότι θα ταφήτε κάτω από τα ερείπια των πόλεών σας”. 6 Ελεγε δε αυτήν την παραβολήν· “κάποιος είχε μια συκιά, φυτευμένη στο αμπέλι του και ήλθε ζητών καρπόν εις αυτήν και δεν ευρήκε. 7 Είπε δε στον αμπελουργόν· Ιδού, τρία χρόνια έρχομαι και ζητώ καρπόν εις την συκιάν αυτήν και δεν ευρίσκω. Κοψε την και ξερρίζωσέ την. Διατί να αχρηστεύη την γην; 8 Εκείνος όμως απεκρίθη και είπε· Κυριε, άφησέ την και τούτο το έτος, έως ότου σκάψω γύρω από αυτήν και ρίψω λίπασμα. 9 Και εάν μεν κάμη καρπόν, την αφίνομεν, εάν όμως δεν κάμη, τότε θα την κόψης στο μέλλον”. (Ο Θεός δεχόμενος παράκλησιν του Υιού του παριμένει την μετάνοιαν του αμαρτωλού και τα καλά του έργα ως πνευματικήν καρποφορίαν. Εάν όμως ο αμαρτωλός μείνη σκληρυμμένος και αμετανόητος, τότε ο Θεός θα τον τιμωρήση. Αυτό συνέβη με τους αμετανοήτους Εβραίους, τους οποίους εσυμβόλιζε η άκαρπος συκή).

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα