❌
Τετάρτη, 06 Νοεμβρίου 2024

Άγιος Παύλος Α' ο Ομολογητής και Ιερομάρτυρας Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινούπολης, Όσιος Λουκάς, Άγιος Δημητριανός επίσκοπος Κηθηρίας Κύπρου
Παύλου Κωνσταντινουπόλεως ὁμολογητοῦ (†350). Λουκᾶ ὁσίου (†800-820), Λεονάρδου ὁσίου.
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΦΙΛΙΠΠΗΣΙΟΥΣ Β´ 24 - 30


24 πέποιθα δὲ ἐν Κυρίῳ ὅτι καὶ αὐτὸς ταχέως ἐλεύσομαι. 25 Ἀναγκαῖον δὲ ἡγησάμην Ἐπαφρόδιτον τὸν ἀδελφὸν καὶ συνεργὸν καὶ συστρατιώτην μου, ὑμῶν δὲ ἀπόστολον καὶ λειτουργὸν τῆς χρείας μου, πέμψαι πρὸς ὑμᾶς, 26 ἐπειδὴ ἐπιποθῶν ἦν πάντας ὑμᾶς, καὶ ἀδημονῶν διότι ἠκούσατε ὅτι ἠσθένησε. 27 καὶ γὰρ ἠσθένησε παραπλήσιον θανάτου· ἀλλ’ ὁ Θεὸς αὐτὸν ἠλέησεν, οὐκ αὐτὸν δὲ μόνον, ἀλλὰ καὶ ἐμέ, ἵνα μὴ λύπην ἐπὶ λύπην σχῶ. 28 σπουδαιοτέρως οὖν ἔπεμψα αὐτὸν, ἵνα ἰδόντες αὐτὸν πάλιν χαρῆτε, κἀγὼ ἀλυπότερος ὦ. 29 προσδέχεσθε οὖν αὐτὸν ἐν Κυρίῳ μετὰ πάσης χαρᾶς, καὶ τοὺς τοιούτους ἐντίμους ἔχετε, 30 ὅτι διὰ τὸ ἔργον Χριστοῦ μέχρι θανάτου ἤγγισε, παραβουλευσάμενος τῇ ψυχῇ ἵνα ἀναπληρώσῃ τὸ ὑμῶν ὑστέρημα τῆς πρός με λειτουργίας.

ΠΡΟΣ ΦΙΛΙΠΠΗΣΙΟΥΣ Β´ 24 - 30


24 Ἔχω δὲ τὴν πεποίθησιν, ποὺ μοῦ τὴν ἐμπνέει ἡ κοινωνία καὶ σχέσις μου πρὸς τὸν Κύριον, ὅτι καὶ ἑγὼ ὁ ἴδιος γρήγορα θὰ ἔλθω. 25 Ἔκρινα δὲ ἀναγκαῖον νὰ σᾶς στείλω τώρα ἀμέσως τὸν Ἐπαφρόδιτον, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀδελφός μου ἐν Χριστῷ καὶ συνεργάτης μου εἰς τὸ κήρυγμα καὶ συστρατιώτης μου εἰς τὸν ἀγῶνα ὑπὲρ τῆς πίστεως. Ἀλλ’ εἶναι καὶ ἰδικός σας ἀπεσταλμένος καὶ λειτουργός, ὁ ὁποῖος ἔφερε τὴν συνδρομήν, ποὺ μοῦ ἐστείλατε, καὶ ὑπηρέτησεν εἰς τὴν ἀνάγκην, ποὺ εἶχα ἕνεκα τῆς στερήσεως χρημάτων. 26 Ἔκρινα δὲ ἀναγκαῖον νὰ σᾶς τὸν στείλω, ἐπειδὴ ἐποθοῦσε πολὺ ὅλους σας καὶ ἐστενοχωρεῖτο, διότι ἠκούσατε, ὅτι ἠσθένησε καὶ ἐδοκιμάσατε λύπην, ἀπὸ τὴν ὁποίαν θέλει τώρα να σᾶς ἀπαλλάξῃ διὰ τῆς παρουσίας του. 27 Καὶ ἀληθῶς ἠσθένησε βαρεῖα καὶ ἐπλησίασε νὰ ἀποθάνη. Ἀλλ’ ὁ Θεὸς τὸν ἠλέησε καὶ τοῦ ἐχάρισε τὴν ὑγείαν διὰ νὰ τὴν χρησιμοποιήσῃ πρὸς πνευματικὴν ὠφέλειάν του. Δὲν ἠλέησε δὲ ὁ Θεὸς μόνον αὐτόν, ἀλλὰ καὶ ἑμὲ διὰ νὰ μὴ δοκιμάσω λύπην ἐκ τοῦ θανάτου του ἐπάνω εἰς τὴν ἄλλην ἀπὸ τὴν φυλάκισίν μου λύπην. 28 Ἔστειλα λοιπὸν αὐτὸν γρηγορώτερα παρ’ ὅσον ἐὰν δὲν ἀρρώσταινε, διὰ νὰ τὸν ἰδῆτε καὶ χαρῆτε πάλιν καὶ ἑγὼ νὰ εἶμαι ὀλιγώτερον λυπημένος, ἐπειδὴ ὁπωσδήποτε θὰ παρηγοροῦμαι ἀπὸ τὴν ἰδέαν, ὅτι ἐπαύσατε νὰ λυπῆσθε σεῖς. 29 Δεχθῆτε τον λοιπὸν μὲ ἐγκαρδιότητα καὶ ὅπως ὁ Κύριος θέλει, μὲ πᾶσαν χαράν, τέτοιας δὲ ἀξίας ἀνθρώπους νὰ τοὺς τιμᾶτε. 30 Καὶ εἶναι πράγματι ὁ Ἐπαφρόδιτος ἄξιος τιμῆς, διότι διὰ τὸ ἔργον τοῦ Χριστοῦ ἐπλησίασε μέχρι θανάτου καὶ ἐξέθεσε εἰς ἔσχατον κίνδυνον τὴν ζωήν του, διὰ νὰ ἀναπληρώσῃ ἐκεῖνο, ποὺ δὲν ἠμπορούσατε νὰ κάμετε σεῖς. Διότι εἰς καιρόν, ποὺ δὲν ἠμπορούσατε νὰ μὲ ὑπηρετήσετε, σᾶς ἀντιπροσώπευσε καὶ ἐξ ὀνόματός σας ἔφερε εἰς τὴν Ρώμην τὸ δῶρον, τὸ ὁποῖον ἦτο θυσία ἱερὰ πρὸς τὸν Θεόν.

ΠΡΟΣ ΦΙΛΙΠΠΗΣΙΟΥΣ Β´ 24 - 30


24 Εχω δε την πεποίθησιν, που μου την δίδει ο Κυριος, ότι και εγώ ο ίδιος γρήγορα θα έλθω στους Φιλίππους. 25 Εκρινα δε απαραίτητον να σας στείλω τώρα προ του Τιμοθέου τον Επαφρόδιτον, τον αδελφόν μου εν Χριστώ και τον συνεργάτην μου στο Ευαγγέλιον και τον συστρατιώτην μου στους αγώνας μου. Αυτός άλωστε είναι και ιδικός σας απεσταλμένος προς εμέ, που μου προσέφερε τας υπηρεσίας του εις την ανάγκην που είχα, φέρνοντάς μου συγχρόνως και την ιδικήν σας χρηματικήν συνδρομήν. 26 Απεφάσισα δε να τον στείλω, επειδή πάρα πολύ εποθούσε ίδη όλους σας και ευρίσκετο εις στενοχωρίαν και ανησυχίαν, επειδή επληροφορηθήκατε ότι ησθένησε και εδικιμάσατε δι' αυτό λύπην. 27 Και πραγματικά ησθένησε πολύ βαρειά, ώστε επλησίασε και αυτόν τον θάνατον, αλλ' ο Θεός τον ελέησε και του ξαναέδωσε την υγείαν του. Και δεν ηλέησε μόνον αυτόν, αλλά και εμέ, δια να μη δοκιμάσω από τον θάνατον του λύπην επάνω εις την άλλην λύπην, που δοκιμάζω από την φυλάκισιν και τα δεσμά. 28 Δι' αυτό και έσπευσα το συντομώτερον να τον στείλω προς σας, ώστε να τον ίδετε πάλιν μεταξύ σας υγιή και να χαρήτε· να μετριασθή δε έτσι και η ιδική μου λύπη, διότι θα σκέπτωμαι, ότι επαύσατε σεις να λυπήσθε δια τον Επαφρόδιτον. 29 Δεχθήτε τον, λοιπόν, με θερμήν αγάπην, όπως ο Κυριος θέλει, και με κάθε χαράν. Γενικώς δε τέτοιους εναρέτους ανθρώπους και προθύμους εργάτας του Ευαγγελίου να τους τιμάτε πάντοτε. 30 Και ο Επαφρόδιτος είναι άξιος τέτοιας τιμής, διότι δια το έργον του Χριστού έφθασε εις τα πρόθυρα του θανάτου, καταφρονήσας και αυτήν την ζωήν του και εκτεθείς στον έσχατον κίνδυνον, δια να αναπληρώση ο,τι σεις, παρά την καλήν σας διάθεσιν, δεν ημπορούσατε να κάμετε· να με υπηρετήση δηλαδή σαν αντιπρόσωπος σας εις την Ρωμην.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΒ´ 48 - 59


48 ὁ δὲ μὴ γνούς, ποιήσας δὲ ἄξια πληγῶν, δαρήσεται ὀλίγας. παντὶ δὲ ᾧ ἐδόθη πολύ, πολὺ ζητηθήσεται παρ’ αὐτοῦ, καὶ ᾧ παρέθεντο πολύ, περισσότερον αἰτήσουσιν αὐτόν. 49 Πῦρ ἦλθον βαλεῖν ἐπὶ τὴν γῆν, καὶ τί θέλω εἰ ἤδη ἀνήφθη! 50 βάπτισμα δὲ ἔχω βαπτισθῆναι, καὶ πῶς συνέχομαι ἕως οὗ τελεσθῇ! 51 δοκεῖτε ὅτι εἰρήνην παρεγενόμην δοῦναι ἐν τῇ γῇ; οὐχί, λέγω ὑμῖν, ἀλλ’ ἢ διαμερισμόν. 52 ἔσονται γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν πέντε ἐν οἴκῳ ἑνὶ διαμεμερισμένοι, τρεῖς ἐπὶ δυσὶ καὶ δύο ἐπὶ τρισί· 53 διαμερισθήσονται πατὴρ ἐπὶ υἱῷ καὶ υἱὸς ἐπὶ πατρί, μήτηρ ἐπὶ θυγατρὶ καὶ θυγάτηρ ἐπὶ μητρί, πενθερὰ ἐπὶ τὴν νύμφην αὐτῆς καὶ νύμφη ἐπὶ τὴν πενθεράν αὐτῆς. 54 Ἔλεγε δὲ καὶ τοῖς ὄχλοις· Ὅταν ἴδητε τὴν νεφέλην ἀνατέλλουσαν ἀπὸ δυσμῶν, εὐθέως λέγετε, ὄμβρος ἔρχεται, καὶ γίνεται οὕτω· 55 καὶ ὅταν νότον πνέοντα, λέγετε ὅτι καύσων ἔσται, καὶ γίνεται. 56 ὑποκριταί, τὸ πρόσωπον τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς οἴδατε δοκιμάζειν, τὸν δὲ καιρὸν τοῦτον πῶς οὐ δοκιμάζετε; 57 τί δὲ καὶ ἀφ’ ἑαυτῶν οὐ κρίνετε τὸ δίκαιον; 58 ὡς γὰρ ὑπάγεις μετὰ τοῦ ἀντιδίκου σου ἐπ’ ἄρχοντα, ἐν τῇ ὁδῷ δὸς ἐργασίαν ἀπηλλάχθαι ἀπ’ αὐτοῦ, μήποτε κατασύρῃ σε πρὸς τὸν κριτήν, καὶ ὁ κριτής σε παραδῷ τῷ πράκτορι, καὶ ὁ πράκτωρ σε βαλεῖ εἰς φυλακήν. 59 λέγω σοι, οὐ μὴ ἐξέλθῃς ἐκεῖθεν ἕως οὗ καὶ τὸ ἔσχατον λεπτὸν ἀποδῷς.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΒ´ 48 - 59


48 Ἐκεῖνος δὲ ποὺ δὲν ἐγνώρισε τὸ θέλημα τοῦ κυρίου του, αἱ πράξεις ὅμως ποὺ ἔκαμε εἶναι ἄξιαι τιμωρίας καὶ μαστιγώσεων, θὰ δαρῇ μὲ ὀλίγας μαστιγώσεις. Καὶ εἶναι δίκαιον νὰ τιμωρηθῇ καὶ οὗτος, διότι ἐξ ἀμελείας ἠγνόησε τὸ θέλημα τοῦ κυρίου του. Εἰς καθένα δὲ ποὺ ἐδόθη πολὺ, θὰ ζητηθῇ ἀπὸ αὐτὸν πολύ. Ἀνάλογος πρὸς τὰ χαρίσματα, τὴν γνῶσιν καὶ τὸ ἀξίωμα, ποὺ ἔχει ὁ καθένας μας, εἶναι καὶ ἡ εὐθύνη του. Καὶ εἰς ἐκεῖνον ποὺ ἐνεπιστεύθησαν πολλά, θὰ τοῦ ζητήσουν πολλά, περισσότερα ἀπὸ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἔλαβον ὀλιγώτερα. 49 Δεν εἶναι καιρὸς κραιπάλης καὶ ὕπνου ὁ τωρινὸς καιρός, ὥστε νὰ περνοῦν ξένοιαστα τὰς ἡμέρας των οἱ δοῦλοί μου. Ἦλθα νὰ βάλω φωτιὰ εἰς τὴν γῆν. Ἦλθα δηλαδὴ νὰ ἀνάψω τὴν πυρκαϊάν, ἡ ὁποία εἰς μὲν τὰς καλοπροαιρέτους καρδίας θὰ ἐμβάλῃ φλογερὰν ἀγάπην καὶ ζῆλον διὰ τὸν Θεόν, εἰς τοὺς κακοπροαιρέτους δὲ καὶ δυστρόπους θὰ διεγείρῃ φανατικὸν μῖσος. Καὶ ἔτσι θὰ χωρισθοῦν οἱ πιστοὶ ἀπὸ τοὺς ἀπίστους. Τοῦ πολέμου αὐτοῦ τοῦ πνευματικοῦ τὴν φωτιὰ ἦλθα νὰ ρίψω ἀπὸ τὸν οὐρανὸν εἰς τὴν γῆν. Καὶ τί ἄλλο περισσότερον θέλω, ἐὰν τώρα πλέον ἤναψεν ἡ φωτιὰ αὐτή; 50 Ἀλλὰ διὰ νὰ ἀνάψῃ καὶ ἐπεκταθῇ ἡ φωτιὰ αὐτή, πρέπει προηγουμένως νὰ βαπτισθῶ τὸ προκαθωρισμένον δι’ ἐμὲ βάπτισμα τοῦ αἵματος καὶ τοῦ σταυρικοῦ θανάτου. Καὶ πῶς στενοχωροῦμαι καὶ ἀνυπομονῶ, ἕως ὅτου τελεσθῇ τὸ βάπτισμα αὐτό, τοῦ ὁποίου ἡ πρόβλεψις καὶ ἀνάμνησις ταράττει τὴν ψυχήν μου! 51 Νομίζετε, ὅτι ἦλθα νὰ δώσω εἰς τὴν γῆν τέτοιαν εἰρήνην, ὅπως τὴν φαντάζονται αὐτοί, ποὺ περιμένουν τὸν Μεσσίαν ὡς ἐπίγειον βασιλέα καὶ κατακτητήν; Ὄχι. Σᾶς βεβαιῶ, ὅτι δὲν ἦλθα νὰ φέρω τέτοιαν εἰρήνην, ἀλλὰ μόνον διαίρεσιν καὶ διχασμόν, (διὰ τὰ ὁποῖα ὅμως ὑπεύθυνος εἶναι ἡ κακία τῶν ἀνθρώπων). 52 Θὰ ἔλθῃ δὲ διχασμός, διότι ἀπὸ τώρα θὰ εἶναι εἰς ἕνα σπίτι πέντε χωρισμένοι, ὁ πατέρας, ἡ μητέρα, ἡ κόρη, ἡ νύμφη καὶ ὁ υἱός. Τρεῖς θὰ εἶναι χωρισμένοι κατὰ τῶν δύο καὶ δύο θὰ εἶναι χωρισμένοι κατὰ τῶν τριῶν. 53 Θὰ χωρισθῇ ὁ πατέρας, ποὺ δὲν ἐπίστευσεν εἰς τὸ Εὐαγγέλιον, κατὰ τοῦ υἱοῦ τοῦ πιστεύσαντος· καὶ ὁ υἱὸς ὁ ἄπιστος θὰ χωρισθῇ κατὰ τοῦ πατρός του· καὶ ἡ μητέρα ἡ ἄπιστος κατὰ τῆς πιστῆς κόρης της, καὶ ἡ κόρη κατὰ τῆς μητέρας της· ἡ πενθερὰ δέ, ποὺ εἶναι τὸ αὐτὸ πρόσωπον μὲ τὴν μητέρα τοῦ σπιτιοῦ, θὰ χωρισθῇ ἀπὸ τὴν νύμφην της, καὶ ἡ νύμφη ἀπὸ τὴν πενθεράν της. 54 Ἔλεγε δὲ καὶ εἰς τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ· Εἶναι κρίσιμοι οἱ καιροὶ καὶ δὲν τὸ καταλαβαίνετε. Εἶσθε ὅμως ἀδικαιολόγητοι, διότι τοὺς ἄλλους καιροὺς τοῦ χειμῶνος καὶ τῆς καλοκαιρίας τοὺς νοιώθετε. Ὅταν ἴδετε σύννεφον νὰ βγαίνῃ ἀπὸ τὴν δύσιν, ἀμέσως λέγετε· Βροχὴ ἔρχεται. Καὶ γίνεται ἔτσι. 55 Καὶ ὅταν ἴδετε νὰ φυσᾷ νοτιᾶς, λέγετε, ὅτι θὰ γίνῃ ζέστη· καὶ γίνεται. 56 Ὑποκριταὶ καὶ σᾶς ἀποκαλῶ ἔτσι, διότι ἐνῷ διὰ τὰ συμφέροντά σας ἔχετε ἀρκετὴν ἀντίληψιν καὶ πρόγνωσιν, τὰ ὑψηλότερα καὶ σπουδαιότερα, ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἐξαρτᾶται ἡ σωτηρία σας, δὲν ἔχετε ἀγαθὴν διάθεσιν καὶ ἐνδιαφέρον νὰ αντιληφθῆτε. Τὰ ἐξωτερικὰ δηλαδὴ σημάδια τοῦ ὁρίζοντος καὶ τῆς γῆς ξεύρετε νὰ τὰ διακρίνετε. Τὸν καιρὸν ὅμως αὐτόν, ποὺ παρουσιάζει τὰ σημάδια τῆς παρουσίας τοῦ Μεσσίου, πῶς δὲν τὸν διακρίνετε; 57 Διατί δὲ καὶ χωρὶς σημάδια, ἀλλὰ μόνον ἀπὸ τὸν ἑαυτόν σας, μὲ ὁδηγὸν τὴν συνείδησίν σας καὶ τὴν διάνοιάν σας κρίνετε τὸ δίκαιον καὶ σωστόν; Διατὶ δὲν βλέπετε, ὅτι ὁ βίος σας δὲν εἶναι σύμφωνος πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν ἀποφασίζετε νὰ ἀλλάξετε συμπεριφορὰν καὶ τρόπον ζωῆς; 58 Σπεύσατε νὰ συνδιαλλαγῆτε μὲ τὸν Θεὸν καὶ μὴ ἀναβάλλετε. Διότι, ὅταν πηγαίνῃς μὲ τὸν ἀντίδικόν σου εἰς δικαστὴν, προσπάθησε εἰς τὸν δρόμον νὰ ἀπαλλαγῇς καὶ νὰ συμβιβασθῇς μαζί του· μήπως σὲ σύρῃ, χωρὶς νὰ τὸ θέλῃς, εἰς τὸν δικαστὴν καὶ ὁ δικαστὴς σὲ παραδώσῃ εἰς τὸν εἰσπράκτορα καὶ ὁ εἰσπράκτωρ σὲ ρίψῃ εἰς φυλακήν. 59 Σοῦ λέγω, ὅτι δὲν θὰ βγῇς ἀπ’ ἐκεῖ, ἕως ὅτου - πρᾶγμα ἀδύνατον - ἐξοφλήσῃς καὶ τὸ τελευταῖον λεπτόν. Ἐφ’ ὅσον λοιπὸν εἶναι καιρὸς καὶ προτοῦ ἐκσπάσῃ ἡ δικαία ὀργὴ τοῦ Θεοῦ, συμφιλιώθητε μαζί του, διότι, ἐὰν παρουσιασθῆτε εἰς τὸ φοβερόν του κριτήριον χρεῶσται, τιμωρία ἀδυσώπητος καὶ αἰωνία σᾶς περιμένει.

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΒ´ 48 - 59


48 Εκείνος δε που δεν εγνώρισε το θέλημα του Κυρίου, έκαμε δε πράξεις αξίας τιμωρίας, θα τιμωρηθή με ολίγας μαστιγώσεις. Εις εκείνον που εδόθη πολύ, θα του ζητηθή και πολύ, και εις εκείνον που του παρέδωσαν πολλά χαρίσματα, θα ζητηθούν περισσότερα καλά έργα, παρ' όσα θα ζητήσουν από εκείνους που έλαβαν ολιγώτερα. 49 Ηρθα να βάλω φωτιά εις την γην, φλογερόν ζήλον και ενθουσιασμόν εις τας καρδίας των καλοπροαιρέτων, ο οποίος όμως ζήλος θα ανάψη στους κακοπροαιρέτους πυρκαϊάν μίσους εναντίον εμού και των οπαδών μου. Και τι άλλο θέλω, εάν τώρα έχη πλέον ανάψει αυτή η φωτιά! 50 Εγώ έχω το βάπτισμα του μαρτυρίου, δια να βαπτισθώ εις αυτό, και πόσον κατέχομαι από τον πόθον και ανυπομονώ πότε να πραγματοποιηθή και απλωθή έτσι εις όλον τον κόσμον το πυρ της πίστεως και του θείου ζήλου! 51 Νομίζετε ότι ήλθα εις την γην να δώσω υποκριτικήν και ψευδή ειρήνην, όπως την φαντάζονται οι Εβραίοι; Οχι σας λέγω, αλλά έχω έλθει, δια να προκαλέσω διαίρεσιν μεταξύ των ανθρώπων, δια την οποίαν όμως διαίρεσιν υπεύθυνοι θα είναι οι πονηροί και αμετανόητοι άνθρωποι. 52 Διότι από τώρα θα είναι εις ένα σπίτι πέντε χωρισμένοι, τρεις εναντίον δύο και δύο εναντίων τριών. 53 Και θα χωρισθή ο πατέρας ο άπιστος εναντίον του πιστού υιού του, και ο άπιστος υιός εναντίον του πιστού πατρός του,η μητέρα εναντίον της κόρης της και η κόρη ενάντιον της μητρός· η πενθερά εναντίον της νύμφης και η νύμφη ενάντιον της πενθεράς· τα άπιστα μέλη της οικογενείας εναντίον των πιστών”. 54 Ελεγε δε εις τα πλήθη· “όταν ίδετε το σύνεφο να ανεβαίνη από την δύσιν, αμέσως λέγετε· Βροχή έρχεται· και γίνεται έτσι. 55 Και όταν ίδετε νότιον άνεμον να φυσά, λέγεται ότι θα γίνη ζέστη· και γίνεται έτσι. 56 Υποκριταί! Τα σημεία του ουρανού και της γης, που προαναγγέλους τον καιρόν, ξέρετε να τα διακρίνετε. Τον καιρόν όμως τούτον, που όλα τα σημεία τον παρουσιάζουν ως εποχήν της ελεύσεως του Μεσσίου, πως δεν τον διακρίνετε; 57 Διατί δε και από μόνον τον εαυτόν σας, με οδηγόν το λογικόν και την συνείδησίν σας, δεν κρίνετε το ορθόν και δίκαιον, ότι δηλαδή είναι καιρός πλέον να μετανοήσετε, δια να εύρετε σωτηρίαν; 58 Εφ' όσον είναι καιρός συμφιλιωθήτε με τον Θεόν, διότι όταν πηγαίνης με τον αντίδικόν σου στον άρχοντα να δικασθής, προσπάθησε να απαλλαγής από αυτόν και να συμβιβασθής μαζή του, μήπως σε τραβήξη εμπρός στον δικαστήν και ο δικαστής σε παραδώση στον εισπράκτορα και ο εισπράκτωρ σε βάλη εις την φυλακήν. 59 Σου λέγω ότι δεν θα βγης από εκεί, έως ότου εξοφλήσης και το τελευταίον λεπτόν. Συμφιλιωθήτε με τον Θεόν δια της μετανοίας σας, πριν εκδοθή από αυτόν η καταδικαστική για σας απόφασίς του.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα