ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Θ´ 18 - 22
18 Καὶ ἐνῷ προσηύχετο εἰς μέρος μοναχικόν, μακρὰν ἀπὸ τὸ πλῆθος, συνέβη νὰ εἶναι μαζί του οἱ μαθηταὶ καὶ τοὺς ἠρώτησε καὶ εἶπε· Ποῖος νομίζουν τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ, ὅτι εἶμαι;
19 Αὐτοὶ δὲ ἀπεκρίθησαν καὶ εἶπον· Λέγουν, ὅτι εἶσαι ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής· ἄλλοι δέ, ὅτι εἶσαι ὁ Ἠλίας· ἄλλοι δὲ λέγουν διὰ σέ, ὅτι κάποιος ἀπὸ τοὺς παλαιοὺς προφήτας ἀνεστήθη.
20 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· Σεῖς δὲ ποῖος λέγετε, ὅτι εἶμαι; Ἀπεκρίθη ὁ Πέτρος καὶ εἶπεν· Εἶσαι ὁ Μεσσίας, τὸν ὁποῖον ὡς ἄνθρωπον ἔχρισεν ὁ Θεὸς μὲ τὸ Πνεῦμα του ὑπὲρ πάντα ἄλλον ἀσυγκρίτως καὶ ἀπέστειλεν εἰς τὸν κόσμον σωτῆρα καὶ λυτρωτήν.
21 Αὐτὸς δὲ τότε τοὺς ἀπηγόρευσεν αὐστηρῶς καὶ τοὺς παρήγγειλε νὰ μὴ λέγουν τοῦτο εἰς κανένα, διότι λόγῳ τοῦ ὅτι ὁ λαὸς ἐπερίμενε τὸν Μεσσίαν ὡς κοσμικὸν ἄρχοντα, ὑπῆρχε κίνδυνος ἀπὸ τὸν λαϊκὸν ἐνθουσιασμὸν νὰ προκληθῇ ἐπανάστασις ἢ ταραχὴ παρεμποδίζουσα τὸ πνευματικὸν ἔργον του.
22 Τοὺς προσέθεσε δέ, ὅτι σύμφωνα μὲ τὴν βουλὴν καὶ τὸ σχέδιον τοῦ Θεοῦ πρέπει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Μεσσίας, ὅχι νὰ ἀνακηρυχθῇ βασιλεὺς ἐγκόσμιος, ὅπως τὸν περιμένουν οἱ πολλοὶ Ἰουδαῖοι, ἀλλὰ νὰ πάθῃ πολλὰ καὶ νὰ ἀποδοκιμασθῇ ἀπὸ τοὺς προεστοὺς καὶ τοὺς Ἀρχιερεῖς καὶ τοὺς γραμματεῖς καὶ νὰ θανατωθῇ καὶ τὴν τρίτην ἡμέραν νὰ ἀναστηθῇ.