ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ Α´ 1 - 9
1 Εγὼ ὁ Παῦλος, ποὺ μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶμαι ἀπόστολος Ἰησοῦ Χριστοῦ, γράφω τὴν ἐπιστολὴν αὐτὴν πρὸς ἐκείνους ποὺ ἁγιάσθησαν διὰ τοῦ βαπτίσματος διὰ νὰ ζοῦν εἰς τὸ ἑξῆς βίον ἅγιον, κατοικοῦν δὲ εἰς τὴν Ἔφεσον καὶ εἶναι πιστοὶ καὶ ἑνωμένοι πνευματικῶς μὲ τὸν Χριστὸν Ἰησοῦν.
2 Εἴθε νὰ εἶναι εἰς σᾶς χάρις καὶ εἰρήνη ἀπὸ τὸν Θεόν Πατέρα μας καὶ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν.
3 Πρέπον καὶ ἄξιον εἶναι νὰ εὐλογῆται καὶ νὰ δοξάζεται ὁ Θεός, τὸν ὁποῖον ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς κατὰ τὴν θείαν του φύσιν ἔχει Πατέρα, κατὰ τὴν ἀνθρωπίνην δὲ φύσιν του ἔχει Θεόν, διότι μᾶς μετέδωκε κάθε πνευματικὴν εὐλογίαν, τὴν ὁποίαν διὰ τοῦ Χριστοῦ μᾶς ἐχάρισεν ἀπὸ τὸν οὐρανὸν πρὸς τὸν σκοπὸν καὶ νὰ μᾶς ὁδηγήσῃ εἰς τὸν οὐρανόν.
4 Καὶ μᾶς ἔδωκε τὰς εὐλογίας αὐτὰς σύμφωνα μὲ τὴν ἐκλογήν, ποὺ μᾶς ἔκανε διὰ νὰ μᾶς ἑνώσῃ μὲ τὸν Χριστόν. Καὶ ἔκανε τὴν ἐκλογήν μας αὐτὴν προτοῦ νὰ γίνῃ ὁ κόσμος, πρὸς τὸν σκοπόν, ὅταν θὰ ἤρχετο ὁ καιρὸς νὰ γεννηθῶμεν καὶ νὰ ζήσωμεν εἰς τὴν γῆν, νὰ εἴμεθα ἅγιοι καὶ ἄμεμπτοι ἐνώπιόν του.
5 Καὶ μᾶς ἔδωκε τὰς εὐλογίας αὐτὰς σύμφωνα μὲ τὴν ἐκλογήν, ποὺ μᾶς ἔκανε διὰ νὰ μᾶς ἑνώσῃ μὲ τὸν Χριστόν. Καὶ ἔκανε τὴν ἐκλογήν μας αὐτὴν προτοῦ νὰ γίνῃ ὁ κόσμος, πρὸς τὸν σκοπόν, ὅταν θὰ ἤρχετο ὁ καιρὸς νὰ γεννηθῶμεν καὶ νὰ ζήσωμεν εἰς τὴν γῆν, νὰ εἴμεθα ἅγιοι καὶ ἄμεμπτοι ἐνώπιόν του.
6 διὰ νὰ ὑμνῆται καὶ δοξάζεται τὸ μεγαλεῖον τῆς χάριτος καὶ τῶν πλουσίων δωρεῶν του, μὲ τὰς ὁποίας μᾶς ἔκαμε χαριτωμένους διὰ μέσου τοῦ ἀγαπημένου του Υἱοῦ.
7 Πράγματι δὲ εἶναι μεγάλη καὶ ἔνδοξος ἡ χάρις του, ἀφοῦ διὰ τῆς ἑνώσεώς μας καὶ τῆς κοινωνίας μας μὲ τὸν Υἱὸν αὐτοῦ ἐπετύχαμεν τὴν ἀπελευθέρωσίν μας μὲ τὸ αἷμα του, ποὺ ἐδόθη λύτρον διὰ τὴν ἑξαγοράν μας. Καὶ ἔτσι ἐλάβομεν τὴν ἄφεσιν τῶν ἁμαρτιῶν, σύμφωνα μὲ τὸν πλοῦτον τῆς χάριτός του.
8 Ἐξέχυσε δὲ τὴν χάριν αὐτὴν τόσον πολύ, ὥστε νὰ περισσεύη αὕτη εἰς ἡμᾶς μὲ κάθε σοφίαν, διὰ νὰ γνωρίσωμεν αὐτὸν καὶ τὰ μυστήριά του καὶ μὲ κάθε φρόνησιν διὰ να κανονίζωμεν συνετὰ τὰ τῆς προσκαίρου ζωῆς μας.
9 Μᾶς ἔκαμε δὲ σοφοὺς καὶ φρονίμους, γνωστοποιήσας εἰς ἡμᾶς τὸ θέλημά του, ποὺ ἦτο κρυμμένον καὶ δὲν ἠμπορούσαμεν μόνοι μας νὰ τὸ μάθωμεν, διότι τὸ εἶχεν ἀποφασίσει μόνος του σύμφωνα μὲ τὴν ἀγαθὴν θέλησιν ποὺ εἶχε να σώσῃ τὸν ἄνθρωπον, καὶ τὸ εἶχεν ὡς σχέδιον προαποφασισμένον καὶ κρυμμένον εἰς τὰ βάθη τῆς ἀγάπης του.