❌
Τετάρτη, 04 Σεπτεμβρίου 2024

Άγιος Βαβύλας ο Ιερομάρτυρας επίσκοπος Αντιοχείας και τα Τρία Παιδιά που μαρτύρησαν μαζί μ' αυτόν Αμμώνιος, Δονάτος και Φαύστος, Προφήτης Μωυσής ο Θεόπτης, Αγία Ερμιόνη κόρη του αποστόλου Φιλίππου, Όσιος Άνθιμος ο νέος ασκητής από την Κεφαλονιά
Βαβύλα ἱερομάρτυρος (†251), Μωυσέως προφήτου (1460 π.Χ.). Ἑρμιόνης (†117) θυγατρὸς τοῦ ἀποστόλου Φιλίππου· Ἰερουσαλὴμ καὶ τῶν υἱῶν αὐτῆς τῶν ἐν Βεροίᾳ μαρτύρων· Ἀνθίμου ὁσίου τοῦ ἐν Κεφαλληνίᾳ (†1781).
Ἀπόστολος
Εὐαγγέλιον


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β' Γ´ 4 - 11


4 Πεποίθησιν δὲ τοιαύτην ἔχομεν διὰ τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸν Θεόν. 5 οὐχ ὅτι ἱκανοί ἐσμεν ἀφ’ ἑαυτῶν λογίσασθαί τι ὡς ἐξ ἑαυτῶν, ἀλλ’ ἡ ἱκανότης ἡμῶν ἐκ τοῦ Θεοῦ, 6 ὃς καὶ ἱκάνωσεν ἡμᾶς διακόνους καινῆς διαθήκης, οὐ γράμματος, ἀλλὰ πνεύματος· τὸ γὰρ γράμμα ἀποκτέννει, τὸ δὲ πνεῦμα ζῳοποιεῖ. 7 Εἰ δὲ ἡ διακονία τοῦ θανάτου ἐν γράμμασιν ἐντετυπωμένη ἐν λίθοις ἐγενήθη ἐν δόξῃ, ὥστε μὴ δύνασθαι ἀτενίσαι τοὺς υἱοὺς Ἰσραὴλ εἰς τὸ πρόσωπον Μωϋσέως διὰ τὴν δόξαν τοῦ προσώπου αὐτοῦ τὴν καταργουμένην, 8 πῶς οὐχὶ μᾶλλον ἡ διακονία τοῦ πνεύματος ἔσται ἐν δόξῃ; 9 εἰ γὰρ ἡ διακονία τῆς κατακρίσεως δόξα, πολλῷ μᾶλλον περισσεύει ἡ διακονία τῆς δικαιοσύνης ἐν δόξῃ. 10 καὶ γὰρ οὐδὲ δεδόξασται τὸ δεδοξασμένον ἐν τούτῳ τῷ μέρει ἕνεκεν τῆς ὑπερβαλλούσης δόξης. 11 εἰ γὰρ τὸ καταργούμενον διὰ δόξης, πολλῷ μᾶλλον τὸ μένον ἐν δόξῃ.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β' Γ´ 4 - 11


4 Τὴν πεποίθησιν δέ, ὅτι εἶσθε ἐπιστολὴ τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ὑπηρετήθη ἀπὸ ἡμᾶς, καθὼς καὶ τὸ θάρρος ποὺ μᾶς ἐμπνέει αὕτη, τὴν ἔχομεν διὰ μέσου τοῦ Χριστοῦ· καὶ τὴν πηγὴν καὶ τὸ στήριγμά της τὸ ἔχομεν εἰς τὸν Θεόν. 5 Ὄχι διότι εἴμεθα ἀπὸ τὸν ἑαυτόν μας ἱκανοὶ διὰ νὰ λογαριάσωμεν, ὅτι κάτι ἀπὸ αὐτά, ποὺ κατορθώνονται εἰς τὴν ἀποστολικὴν διακονίαν μας προέρχεται ἀπὸ τὸν ἑαυτόν μας καὶ ἀπὸ τὴν δύναμίν μας, ἀλλ’ ἡ ἱκανότης μας εἶναι ἀπὸ τὸν Θεόν. 6 Αὐτὸς δὲ καὶ κανένας ἄλλος μᾶς ἔκαμεν ἱκανοὺς νὰ διακονήσωμεν εἰς διαθήκην νέαν. Αὐτὸς μᾶς ἀνέδειξε διακόνους ὄχι νόμου γραπτοῦ, ποὺ ἦτο γράμμα ἀνίσχυρον νὰ μεταδώσῃ ζωήν, ἀλλὰ πνεύματος, ποὺ ζωοποιεῖ. Διότι ὁ γραπτὸς νόμος, ἐπειδὴ δὲν παρέχει εἰς τὸν ἄνθρωπον καὶ τὴν ἐνίσχυσιν διὰ τὴν ἐφαρμογήν του, ὁδηγεῖ εἰς τὸν πνευματικὸν θάνατον. Τὸ πνεῦμα ὅμως τῆς Καινῆς Διαθήκης μὲ τὴν χάριν καὶ ἐνίσχυσιν, ποὺ μεταδίδει εἰς τοὺς πιστούς, χορηγεῖ εἰς αὐτοὺς ζωήν. 7 Ἐὰν δὲ ἡ διακονία τοῦ νόμου, ποὺ ὁδηγεῖ εἰς τὸν θάνατον καὶ εἶχε χαραχθῆ μὲ γράμματα εἰς λίθους, συνωδεύθη μὲ δόξαν, ὥστε νὰ μὴ ἠμποροῦν οἱ Ἰσραηλῖται νὰ κυττάξουν κατ’ εὐθεῖαν τὸ πρόσωπον τοῦ Μωϋσέως διὰ τὴν λαμπρότητα καὶ δόξαν τοῦ προσώπου του, ἡ ὁποία μ’ ὅλα ταῦτα ἦτο πρόσκαιρος καὶ θὰ κατηργεῖτο μίαν ἡμέραν, 8 πῶς δὲν θὰ εἶναι περισσότερον ἔνδοξος ἡ διακονία τῆς Καινῆς Διαθήκης, ποὺ δίδει εἰς τοὺς ἀνθρώπους τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; 9 Διότι, ἐὰν ἡ διακονία ἐκείνη, ποὺ κατέληγεν εἰς τὴν κατάκρισιν, ἦτο ἔνδοξος, πολὺ περισσότερον ἡ διακονία αὕτη, ποὺ παρέχει εἰς τοὺς ἀνθρώπους τὴν δικαίωσιν καὶ σωτηρίαν, ἔχει ὑπεράφθονον τὴν δόξαν. 10 Πράγματι δὲ ἔχει περισσεύουσαν τὴν δόξαν. Διότι δὲν εἶναι κἂν δόξα ἡ δόξα τοῦ δοξασμένου παλαιοῦ νόμου, ἐὰν ἤθελε συγκριθῆ πρὸς τὴν Καινὴν Διαθήκην ἕνεκα τῆς ὑπερβολικῆς δόξης, ποὺ ἔχει ἡ Διαθήκη αὐτή. 11 Πράγματι δὲ ἔχει περισσεύουσαν τὴν δόξαν. Διότι δὲν εἶναι κἂν δόξα ἡ δόξα τοῦ δοξασμένου παλαιοῦ νόμου, ἐὰν ἤθελε συγκριθῆ πρὸς τὴν Καινὴν Διαθήκην ἕνεκα τῆς ὑπερβολικῆς δόξης, ποὺ ἔχει ἡ Διαθήκη αὐτή.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Β' Γ´ 4 - 11


4 Καμνομεν δε αυτήν την ομολογίαν και έχομεν αυτήν την πεποίθησιν δια του Ιησού Χριστού, έμπροσθεν του Θεού. 5 Οχι διότι είμεθα από τους εαυτούς μας ικανοί, ούτε ότι από την ιδικήν μας διάνοιαν και από τους ιδικούς μας λογισμούς συνθέτομεν και προσφέρομεν το κήρυγμα. Αλλ' η ικανότης μας είναι από τον Θεόν. 6 Αυτός και μας έχει αναδείξει ικανούς και αξίους διακόνους της Καινής Διαθήκης, όχι του παλαιού γραπτού και τυπικού νόμου, αλλά του πνευματικού, ο οποίος δια του Αγίου Πνεύματος γράφεται εις τας καρδίας μας και δίδει ζωήν. Διότι το γράμμα, αι τυπικαί διατάξεις του παλαιού Νομου, φέρουν τον πνευματικόν θάνατον. Τον νέον όμως πνεύμα της Καινής Διαθήκης δίδει την ζωήν. 7 Εάν δε ο παλαιός Νομος, που οδηγεί στον θάνατον και είχε χαραχθή με γράμματα εις λίθους, εδόθη με τόσην δόξαν, ώστε οι Ισραηλίται να μη ημπορον να ατενίσουν το πρόσωπον του Μωϋσέως, ένεκα της δόξης και λαμπρότητος που ανέδιδεν αυτό, η οποία εν τούτοις ήτο παροδική και θα κατηργείτο, 8 πως δεν θα έχη μεγαλυτέραν δόξαν και μεγαλειότητα η διακονία της Καινής Διαθήκης, η οποία χορηγεί στους ανθρώπους το Πνεύμα το Αγιον; 9 Διότι εάν η διακονία εκείνη του παλαιού Νομου, που είχε ως συνέπειαν την καταδίκην του ανθρώπου, ήτο ένδοξος, πολύ περισσότερον η διακονία της Καινής Διαθήκης, που δίδει την δικαίωσιν και την σωτηρίαν έχει με το παραπάνω πλουσίαν την δόξαν. 10 Διότι δεν έχει αποκτήσει ποτέ τέτοιαν δόξαν ο δοξασμένος παλαιός Νομος, εν συγκρίσει και αντιπαραβολής προς την Καινήν Διαθήκην, ένεκα της υπερβολικής και ασυλλήπτου δόξης, που έχει η νέα αυτή Διαθήκη. 11 Και έτσι έπρεπε να είναι· διότι εάν ο παλαιός Νομος, που ήτο προσωρινός και θα κατηργείτο, είχε την δόξαν του, πολύ περισσότερον συνοδεύεται από μεγαλυτέραν δόξαν αυτό που μένει στους αιώνας αιώνων, δηλαδή η Καινή Διαθήκη.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα




ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΓ´ 29 - 39


29 Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι οἰκοδομεῖτε τοὺς τάφους τῶν προφητῶν καὶ κοσμεῖτε τὰ μνημεῖα τῶν δικαίων, 30 καὶ λέγετε· εἰ ἦμεν ἐν ταῖς ἡμέραις τῶν πατέρων ἡμῶν, οὐκ ἂν ἦμεν κοινωνοὶ αὐτῶν ἐν τῷ αἵματι τῶν προφητῶν. 31 ὥστε μαρτυρεῖτε ἑαυτοῖς ὅτι υἱοί ἐστε τῶν φονευσάντων τοὺς προφήτας. 32 καὶ ὑμεῖς πληρώσατε τὸ μέτρον τῶν πατέρων ὑμῶν. 33 ὄφεις, γεννήματα ἐχιδνῶν! πῶς φύγητε ἀπὸ τῆς κρίσεως τῆς γεέννης; 34 διὰ τοῦτο ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω πρὸς ὑμᾶς προφήτας καὶ σοφοὺς καὶ γραμματεῖς, καὶ ἐξ αὐτῶν ἀποκτενεῖτε καὶ σταυρώσετε, καὶ ἐξ αὐτῶν μαστιγώσετε ἐν ταῖς συναγωγαῖς ὑμῶν καὶ διώξετε ἀπὸ πόλεως εἰς πόλιν, 35 ὅπως ἔλθῃ ἐφ’ ὑμᾶς πᾶν αἷμα δίκαιον ἐκχυνόμενον ἐπὶ τῆς γῆς ἀπὸ τοῦ αἵματος Ἄβελ τοῦ δικαίου ἕως τοῦ αἵματος Ζαχαρίου υἱοῦ Βαραχίου, ὃν ἐφονεύσατε μεταξὺ τοῦ ναοῦ καὶ τοῦ θυσιαστηρίου. 36 ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἥξει ταῦτα πάντα ἐπὶ τὴν γενεὰν ταύτην. 37 Ἱερουσαλὴμ Ἱερουσαλήμ, ἡ ἀποκτέννουσα τοὺς προφήτας καὶ λιθοβολοῦσα τοὺς ἀπεσταλμένους πρὸς αὐτήν! ποσάκις ἠθέλησα ἐπισυναγαγεῖν τὰ τέκνα σου ὃν τρόπον ὄρνις ἐπισυνάγει τὰ νοσσία ἑαυτῆς ὑπὸ τὰς πτέρυγας, καὶ οὐκ ἠθελήσατε. 38 ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος. 39 λέγω γὰρ ὑμῖν, οὐ μή με ἴδητε ἀπ’ ἄρτι ἕως ἂν εἴπητε, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΓ´ 29 - 39


29 Ἀλλοίμονόν σας, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, διότι οἰκοδομεῖτε τοὺς τάφους τῶν προφητῶν καὶ στολίζετε τὰ μνήματα τῶν δικαίων, 30 καὶ λέγετε· Ἐὰν ἐζούσαμεν εἰς τὰς ἡμέρας τῶν πατέρων μας, δὲν θὰ ἐγινόμεθα συνεργοὶ καὶ συνένοχοί των εἰς τὸν φόνον τῶν προφητῶν. 31 Ὥστε σεῖς οἱ ἴδιοι μαρτυρεῖτε διὰ τὸν ἑαυτόν σας, ὅτι εἶσθε ἀπόγονοι ἐκείνων, ποὺ ἐφόνευσαν τοὺς προφήτας καὶ ἔχετε κληρονομικότητα κακήν, ἀπὸ τὴν ὁποίαν ὅμως δὲν ἐφροντίσατε νὰ ἀπαλλάγητε. 32 Συμπληρώσατε λοιπὸν καὶ σεῖς ἐκεῖνα, ποῦ λείπουν ἀκόμη ἀπὸ ὅσα ἔκαμαν οἱ πρόγονοί σας, ὥστε νὰ φθάσετε εἰς τὸ ἀκρότατον ὅριον τῆς κακίας. 33 Φίδια, γεννήματα ὀχιῶν, γεμᾶτοι κακίαν καὶ θανατηφόρον δηλητήριον, τὸ ὁποῖον ἐκληρονομήσατε καὶ ἀπὸ τοὺς προγόνους σας, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ φύγετε ἀπὸ τὴν καταδίκην, ποὺ θὰ σᾶς ρίψῃ εἰς τὴν γέενναν; 34 Δι’ αὐτὸ ἰδοὺ ἐγὼ κάνω τὴν τελευταίαν προσπάθειαν νὰ σᾶς σώσω καὶ σᾶς ἀποστέλλω προφήτας καὶ σοφοὺς καὶ γραμματεῖς, τοὺς ἀποστόλους μου δηλαδὴ καὶ τοὺς διαδόχους των, ποὺ θὰ εἶναι φωτισμένοι καὶ σοφισμένοι ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ τὴν διδασκαλίαν μου.Καὶ ἄλλους ἀπὸ αὐτοὺς θὰ φονεύσετε καὶ θὰ σταυρώσετε· καὶ ἄλλους ἀπὸ αὐτοὺς θὰ μαστιγώσετε εἰς τὰς συναγωγάς σας καὶ θὰ τοὺς διώξετε ἀπὸ τὴν μίαν πόλιν εἰς τὴν ἄλλην, 35 διὰ νὰ πέσῃ ἐπάνω σας ἡ εὐθύνη καὶ ἡ καταδίκη διὰ κάθε δίκαιον αἷμα, ποὺ ἐχύθη ἄδικα εἰς τὴν γῆν, ἀπὸ τὸ αἷμα τοῦ δικαίου Ἄβελ, ἕως τὸ αἷμα τοῦ Ζαχαρίου τοῦ υἱοῦ τοῦ Βαραχίου, ποὺ τὸν ἐφονεύσατε μεταξὺ τοῦ ναοῦ καὶ τοῦ θυσιαστηρίου, καὶ ἔτσι ἐγίνατε ἔνοχοι ὄχι μόνον τοῦ ἐγκλήματος τοῦ φόνου, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀσεβοῦς βεβηλώσεως τοῦ ναοῦ, τὸν ὁποῖον ἐβάψατε μὲ αἷμα ἀνθρώπου δικαίου. 36 Ἀλήθεια σᾶς λέγω, ὅτι ὅλα αὐτὰ τὰ δεινὰ θὰ πέσουν εἰς τὴν γενεὰν αὐτήν. 37 Ἱερουσαλήμ, Ἱερουσαλήμ, δυστυχισμένη καὶ ταλαίπωρε πόλις, σὺ ποὺ φονεύεις τοὺς προφήτας καὶ λιθοβολεῖς ἐκεῖνους ποὺ ὁ Θεὸς σοῦ ἀπέστειλε! Πόσας φορὰς ἠθέλησα νὰ συμμαζεύσω τὰ παιδιά σου μὲ στοργὴν παρομοίαν πρὸς ἐκείνην, μὲ τὴν ὁποίαν περιμαζεύει ἡ ὅρνιθα τὰ πουλιά της κάτω ἀπὸ τὰ πτερά της, καὶ δὲν ἠθελήσατε. 38 Ἰδοὺ ἐγκαταλείπεται πρὸς τιμωρίαν καὶ καταστροφήν σας ἡ πόλις σας μὲ τὸν ναὸν της ἔρημος καὶ ἀπροστάτευτος ἀπὸ τὸν Θεόν. 39 Διότι σᾶς λέγω, ὅτι δὲν θὰ μὲ ἴδετε πλέον ἀπὸ τώρα, ἕως ὅτου συνέλθετε εἰς τὸν ἑαυτόν σας καὶ πιστεύσετε, ὁπότε συγκαταριθμούμενοι εἰς τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας μου θὰ εἴπετε δι’ ἐμέ· Εὐλογημένος εἶναι αὐτός, ποὺ ἔρχεται εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου ὡς ἀντιπρόσωπός του καὶ ἀπεσταλμένος του.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΓ´ 29 - 39


29 Αλλοίμονο σε σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, διότι οικοδομείτε τους τάφους των προφητών και στολίζετε τα μνημεία των δικαίων 30 και λέτε, εάν εζούσαμε εις τας ημέρας των προγόνων μας, δεν θα συμμετείχαμε εις την αιματοχυσίαν και τον άδικον θάνατον των προφητών. 31 Ωστε σεις οι ίδιοι βεβαιώνετε ότι είσθε γνήσιοι και αντάξιοι απόγονοι εκείνων, που εφόνευσαν τους προφήτας. 32 Λοιπόν ολοκληρώστε και εσείς το έργον των πατέρων σας, κάμετε όσα εκείνοι δεν έκαμαν, φονεύσατε τον Μεσσίαν, δια να φθάσετε έτσι στο έσχατον όριον της κακίας. 33 Φιδια, οχιές, πως είναι δυνατόν να αποφύγετε την δικαίαν και τρομεράν καταδίκην της γέεννης; 34 Δια να σας δώσω την τελευταίαν πολύτιμον ευκαιρίαν να σωθήτε, ιδού εγώ στέλνω εις σας προφήτας και σοφούς και δαδασκάλους του νόμου μου, τους Αποστόλους μου. Σεις όμως άλλους από αυτούς θα φονεύσετε και θα σταυρώσετε και άλλους θα τους μαστιγώσετε εις τας συναγωγάς σας και θα τους διώξετε από πόλιν εις πόλιν. 35 Δια να πέση έτσι επάνω σας το αθώον αίμα που εχύθη άδικα εις την γην, από το αίμα του δικαίου Αβελ έως το αίμα του Ζαχαρίου, του υιού Βαραχίου, τον οποίον εφονεύσατε μεταξύ του ναού και του θυσιστηρίου, χωρίς να φοβηθήτε ούτε του τόπου τούτου την ιερότητα. 36 Σας διαβεβαιώνω ότι όλα αυτά θα ξεσπάσουν εις την γενεάν αυτήν. 37 Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ, συ που φονεύστους προφήτας και λιθοβολείς εκείνους που ο Θεός σου έχει στείλει! Ποσες και πόσες φορές ηθέλησα να περιμαζεύσω τα παιδιά σου, όπως η κλώσσα συγκετρώνει τα μικρά πουλιά της κάτω από τις φτερούγες της, και δεν ηθελήσατε. 38 Ιδού, προς τιμωρίαν της κακίας σας και καταστροφήν σας αφίνεται έρημος και απροσταύτετος από τον Θεόν η πόλις σας και ο ναός. 39 Διότι σας λέγω ότι δεν θα με δήτε πλέον, έως ότου μετανοημένοι πήτε· Ευλογημένος είναι αυτός, που έρχεται εν ονόματι του Κυρίου”.

Αρχαίο κείμενο
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα