Παρασκευή, 19 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:45
Δύση: 20:05
Σελ. 11 ημ.
110-256
16ος χρόνος, 5907η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 (Η)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΚΑΙ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων· 1 Ο Κυριος ομίλησε προς τον Μωϋσέα λέγων· 1 Εἶπε δὲ ὁ Κύριος πρὸς τὸν Μωϋσῆν: «Δῶσε αὐτὴν τὴν ἐντολὴν εἰς τὸν ἀδελφόν σου τὸν Ἀαρών: Ἄπλωσε μὲ τὸ χέρι σου τὸ ραβδί σου πρὸς τοὺς ποταμοὺς καὶ τὰ κανάλια καὶ τὰ στάσιμα νερὰ καὶ βγάλε ἐπάνω ἀπὸ ἐκεῖ βατράχους εἰς τὴν χώραν». Καὶ ὡμίλησεν ὁ Κύριος πρὸς τὸν Μωϋσῆν καὶ εἶπε:
2 λάβε ᾿Ααρὼν καὶ τοὺς υἱοὺς αὐτοῦ καὶ τὰς στολὰς αὐτοῦ καὶ τὸ ἔλαιον τῆς χρίσεως καὶ τὸν μόσχον τὸν περὶ τῆς ἁμαρτίας καὶ τοὺς δύο κριοὺς καὶ τὸ κανοῦν τῶν ἀζύμων, 2 “λάβε τον Ααρών και τους υιούς του, τας ιερατικάς ,στολάς του, το έλαιον της χρίσεως, τον μόσχον, ο οποίος θα προσφερθή θυσία περί αμαρτίας, τους δύο κριους και το κάνιστρον με τα άζυμα. 2 «Πάρε τὸν Ἀαρὼν καὶ τοὺς υἱούς του καὶ τὰς ἱερατικὰς στολάς του καὶ τὸ λάδι, μὲ τὸ ὁποῖον χρίονται τὰ ἱερὰ πρόσωπα καὶ σκεύη, καὶ τὸ μοσχάρι, ποὺ θὰ θυσιασθῇ διὰ νὰ ἐξιλεωθοῦν αἱ ἁμαρτίαι των, καὶ τὰ δύο κριάρια καὶ τὸ πανέρι μὲ τὰ ἄζυμα,
3 καὶ πᾶσαν τὴν συναγωγὴν ἐκκλησίασον ἐπὶ τὴν θύραν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου. 3 Συγκέντρωσε δε όλους τους Ισραηλίτας εις την θύραν της Σκηνής του Μαρτυρίου”. 3 καὶ συγκέντρωσε ὅλους τοὺς Ἰσραηλίτας εἰς τὴν θύραν τῆς Σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου».
4 καὶ ἐποίησε Μωυσῆς ὃν τρόπον συνέταξεν αὐτῷ Κύριος, καὶ ἐξεκκλησίασε τὴν συναγωγὴν ἐπὶ τὴν θύραν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου. 4 Ο Μωϋσής, σύμφωνα με την διαταγήν του Κυρίου, συνήθροισε όλον τον λαόν του Ισραήλ εμπρός εις την θύραν της Σκηνής του Μαρτυρίου. 4 Καὶ ὁ Μωϋσῆς ἔκανεν, ὅπως ἀκριβῶς τὸν διέταξεν ὁ Κύριος, καὶ συνεκέντρωσε τὸν λαὸν ἐμπρὸς εἰς τὴν θύραν τῆς Σκηνῆς τοΰ Μαρτυρίου.
5 καὶ εἶπε Μωυσῆς τῇ συναγωγῇ· τοῦτό ἐστι τὸ ρῆμα, ὃ ἐνετείλατο Κύριος ποιῆσαι. 5 Είπε δε στο πλήθος των Ισραηλιτών· “αυτή είναι η εντολή του Κυρίου, η κανονίζουσα την χειροτονίαν των ιερέων, όπως ο ίδιος ο Θεός διέταξε να κάμωμεν”. 5 Εἶπε δὲ ὁ Μωυσῆς εἰς τὸν συγκεντρωμένον λαόν: «Αὐτὴ εἶναι ἡ ἐντολή, ποὺ διέταξεν ὁ Κύριος να ἐφαρμόσωμεν κατὰ τὴν χειροτονίαν τῶν ἱερέων».
6 καὶ προσήνεγκε Μωυσῆς τὸν ᾿Ααρὼν καὶ τοὺς υἱοὺς αὐτοῦ, καὶ ἔλουσεν αὐτοὺς ὕδατι· 6 Επήρεν ο Μωϋσής τον Ααρών και τους υιούς του, ωδήγησεν αυτούς στον λουτήρα της αυλής της Σκηνής του Μαρτυρίου και έλουσεν αυτούς δι' ύδατος. 6 Καὶ ἔφερεν ἐμπρὸς τὸν Ἀαρὼν καὶ τοὺς υἱούς του ὁ Μωϋσῆς καὶ τοὺς ἔλουσε μὲ νερό.
7 καὶ ἐνέδυσεν αὐτὸν τὸν χιτῶνα καὶ ἔζωσεν αὐτὸν τὴν ζώνην καὶ ἐνέδυσεν αὐτὸν τὸν ὑποδύτην καὶ ἐπέθηκεν ἐπ᾿ αὐτὸν τὴν ἐπωμίδα καὶ συνέζωσεν αὐτὸν κατὰ τὴν ποίησιν τῆς ἐπωμίδος καὶ συνέσφιγξεν αὐτὸν ἐν αὐτῇ, 7 Επειτα ενέδυσε τον Ααρών με τον χιτώνα και τον έζωσε με την ζώνην. Ενέδυσεν αυτόν με τον υποδύτην και έθεσεν επ' αυτού την επωμίδα, έζωσεν αυτόν δια της ζώνης της επωμίδος και τον έσφιξε με αυτήν. 7 Καὶ ἐφόρεσεν εἰς τὸν Ἀαρὼν τὸν ἐσωτερικὸν χιτῶνα καὶ ἔζωσε τὴν μέσην του μὲ τὴν ζώνην καὶ ἔβαλεν ἐπάνω εἰς τὸν χιτῶνα του καὶ τὸν ὑποδύτην. Ἐτοποθέτησεν ἔπειτα ἐπάνω του καὶ τὴν Ἐπωμίδα καὶ τὸν ἔζωσε μὲ τὴν ζώνην καὶ τὰ κορδόνια, ποὺ εἶχεν ἐκ κατασκευῆς ἡ Ἐπωμίς, καὶ τὸν ἔσφιξε μὲ τὴν Ἐπωμίδα.
8 καὶ ἐπέθηκεν ἐπ᾿ αὐτὴν τὸ λογεῖον καὶ ἐπέθηκεν ἐπὶ τὸ λογεῖον τὴν δήλωσιν καὶ τὴν ἀλήθειαν· 8 Επάνω στο επίσημον αυτό ένδυμα της επωμίδος έθεσε το αρχιερατικόν ένδυμα, το Λογείον, και επ' αυτού την φράσιν “Δηλωσις και Αλήθεια”. 8 Ἔβαλε δὲ ἐπάνω εἰς τὴν Ἐπωμίδα καὶ τὸ Λογεῖον τῶν Κρίσεων καὶ ἐτοποθέτησεν ἐπάνω εἰς τὸ Λογεῖον τὰ δύο ἀντικείμενα, ποὺ ἐλέγοντο Δήλωσις καὶ Ἀλήθεια.
9 καὶ ἐπέθηκε τὴν μίτραν ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ καὶ ἐπέθηκεν ἐπὶ τὴν μίτραν κατὰ πρόσωπον αὐτοῦ τὸ πέταλον τὸ χρυσοῦν τὸ καθηγιασμένον ἅγιον, ὃν τρόπον συνέταξε Κύριος τῷ Μωυσῇ. 9 Εθεσεν εις την κεφαλήν του Ααρών την μίτραν, επάνω δε και στο έμπροσθεν μέρος της μίτρας ετοποθέτησε το χρυσούν πέταλον, το καθηγιασμένον στον Κυριον, όπως είχε διατάξει αυτόν ο Θεός. 9 Ἔβαλε κατόπιν εἰς τὸ κεφάλι του τὴν μίτραν καὶ ἐτοποθέτησεν εἰς τὴν μίτραν, ἐπάνω ἀπὸ τὸ μέτωπόν του, τὸ χρυσὸ πέταλον, ποὺ ἦτο τὸ ἱερὸν σημεῖον τῆς καθιερώσεως εἰς τὸν Κύριον, ὅπως ἀκριβῶς διέταξεν ὁ Κύριος τὸν Μωϋσῆν.
10 καὶ ἔλαβε Μωυσῆς ἀπὸ τοῦ ἐλαίου τῆς χρίσεως 10 Ελαβεν ο Μωϋσής από το έλαιον της χρίσεως, 10 Ἐπῆρε κατόπιν ὁ Μωϋσῆς ἀπὸ τὸ λάδι, τὸ εἰδικὸν διὰ τὰς ἱερὰς χρίσεις,
11 καὶ ἔρρανεν ἀπ᾿ αὐτοῦ ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον ἑπτάκις καὶ ἔχρισε τὸ θυσιαστήριον καὶ ἡγίασεν αὐτὸ καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτῷ καὶ τὸν λουτῆρα καὶ τὴν βάσιν αὐτοῦ, καὶ ἡγίασεν αὐτά· καὶ ἔχρισε τὴν σκηνὴν καὶ πάντα τὰ σκεύη αὐτῆς καὶ ἡγίασεν αὐτήν. 11 και ερράντισε με αυτό το θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων επτά φοράς, το έχρισε και έτσι ηγίασε και καθιέρωσεν αυτό και όλα τα επ' αυτού σκεύη. Με τον ίδιον τρόπον ηγίασε και καθιέρωσε τον λουτήρα και την βάσιν του. Εχρισε την Σκηνήν του Μαρτυρίου και όλα τα σκεύη αυτής και έτσι καθηγίασε και αφιέρωσεν αυτήν και τα σκεύη της στον Κυριον. 11 καὶ ἐρράντισε μὲ αὐτὸ ἑπτὰ φορὲς τὸ θυσιαστήριον τῶν ὁλοκαυτωμάτων καὶ ἔχρισε μὲ τὸ λάδι τὸ θυσιαστήριον καὶ τὸ καθηγίασεν. Καθηγίασεν ἐπίσης καὶ ὅλα τὰ ἐξαρτήματα τοῦ θυσιαστηρίου καὶ τὸν χάλκινον λουτῆρα καὶ τὴν βάσιν του. Καὶ ἔχρισε τὴν Σκηνὴν τοῦ Μαρτυρίου καὶ ὅλα τὰ σκεύη τῆς καὶ τὴν καθηγίασε, διὰ να εἶναι εἰς τὸ ἑξῆς ἱερὸς τόπος λατρείας τοῦ Θεοῦ,
12 καὶ ἐπέχεε Μωυσῆς ἀπὸ τοῦ ἐλαίου τῆς χρίσεως ἐπὶ τὴν κεφαλὴν ᾿Ααρὼν καὶ ἔχρισεν αὐτὸν καὶ ἡγίασεν αὐτόν. 12 Εχυσεν από το έλαιον τούτο της χρίσεως εις την κεφαλήν του Ααρών, και έτσι τον έχρισε και τον καθηγίασεν. 12 Καὶ ἔχυσεν ὁ Μωϋσῆς ἀπὸ τὸ λάδι τῆς χρίσεως ἐπάνω εἰς τὸ κεφάλι τοῦ Ἀαρὼν καὶ ἔτσι τὸν ἔχρισε καὶ τὸν καθηγίασεν.
13 καὶ προσήγαγε Μωυσῆς τοὺς υἱους ᾿Ααρὼν καὶ ἐνέδυσεν αὐτοὺς χιτῶνας καί ἔζωσεν αὐτοὺς ζώνας καὶ περιέθηκεν αὐτοῖς κιδάρεις, καθάπερ συνέταξε Κύριος τῷ Μωυσῇ. 13 Εδωσεν εντολήν ο Μωϋσής και ήλθον ενώπιόν του οι υιοί του Ααρών. Ενέδυσεν αυτούς με τους χιτώνας, τους έζωσε με τας ζώνας και εφόρεσεν εις τας κεφαλάς των τας κιδάρεις, όπως τον είχε διατάξει ο Κυριος. 13 Ἔφερε δὲ ἐκεῖ ὁ Μωϋσῆς καὶ τοὺς υἱοὺς τοῦ Ἀαρὼν καὶ τοὺς ἐφόρεσε τοὺς χιτῶνας καὶ ἔζωσε τὴν μέσην των μὲ ζώνας καὶ ἔβαλεν εἰς τὸ κεφάλι των τὰς εἰδικὰς μίτρας, ὅπως ἀκριβῶς διέταξεν ὁ Κύριος τὸν Μωϋσῆν.
14 καὶ προσήγαγε Μωυσῆς τὸν μόσχον τὸν περὶ τῆς ἁμαρτίας, καὶ ἐπέθηκεν ᾿Ααρὼν καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ τὰς χεῖρας ἐπὶ τὴν κεφαλὴν τοῦ μόσχου τοῦ τῆς ἁμαρτίας. 14 Διέταξε και έφεραν τον μόσχον, ο οποίος θα εθυσιάζετο δια τας αμαρτίας, και ο Ααρών και οι υιοί του έθεσαν τας χείρας των επάνω στον μόσχον αυτόν. 14 Καὶ ἔφερεν ἐπὶ τόπου ὁ Μωϋσῆς τὸ μοσχάρι, ποὺ θὰ προσεφέρετο δι’ ἐξιλέωσιν ἀπὸ τὰς ἁμαρτίας, καὶ ἔβαλαν ὁ Ἀαρὼν καὶ οἱ υἱοί του τὰ χέρια των ἐπάνω εἰς τὸ κεφάλι τοῦ ζώου, ποὺ θὰ ἐθυσιάζετο διὰ τὰς ἁμαρτίας.
15 καὶ ἔσφαξεν αὐτόν, καὶ ἔλαβε Μωυσῆς ἀπὸ τοῦ αἵματος καὶ ἐπέθηκεν ἐπὶ τὰ κέρατα τοῦ θυσιαστηρίου κύκλῳ τῷ δακτύλῳ καὶ ἐκαθάρισε τὸ θυσιαστήριον· καὶ τὸ αἷμα ἐξέχεεν ἐπὶ τὴν βάσιν τοῦ θυσιαστηρίου καὶ ἡγίασεν αὐτό, τοῦ ἐξιλάσασθαι ἐπ᾿ αὐτοῦ. 15 Ο εντεταλμένος έσφαξε τον μόσχον και επήρεν ο Μωϋσής από το αίμα αυτού και έθεσε κύκλω δια του δακτύλου του εις τα κέρατα του θυσιαστηρίου και έτσι εκαθάρισε και καθιέρωσεν αυτό δια τας θυσίας. Το υπόλοιπον αίμα έχυσεν εις την βάσιν του θυσιαστηρίου, και έτσι το καθηγίασε και το καθιέρωσε, ώστε επάνω εις αυτό να προσφέρονται αι θυσίαι δια την εξιλέωσιν των αμαρτιών. 15 Ἔσφαξε δὲ τὸ μοσχάρι ὁ Μωϋσῆς καὶ ἐπῆρεν ἀπὸ τὸ αἷμα του καὶ ἔβαλε μὲ τὸ δάκτυλόν του ὁλόγυρα ἐπάνω εἰς τὰ κέρατα τοῦ θυσιαστηρίου καὶ ἔτσι ἐκαθάρισε καὶ καθηγίασε τὸ θυσιαστήριον τῶν ὁλοκαυτωμάτων. Τὸ δὲ ὑπόλοιπον αἷμα τὸ ἔχυσεν εἰς τὴν βάσιν τοῦ θυσιαστηρίου καὶ τὸ καθηγίασεν, ὥστε νὰ προσφέρωνται εἰς τὸ ἑξῆς ἐπάνω του αἱ θυσίαι πρὸς ἐξιλέωσιν τῶν ἁμαρτιῶν.
16 καὶ ἔλαβε Μωυσῆς πᾶν τὸ στέαρ τὸ ἐπὶ τῶν ἐνδοσθίων καὶ τὸν λοβὸν τὸν ἐπὶ τοῦ ἥπατος καὶ ἀμφοτέρους τοὺς νεφροὺς καὶ τὸ στέαρ τὸ ἐπ᾿ αὐτῶν, καὶ ἀνήνεγκε Μωυσῆς ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον. 16 Επήρεν ο Μωϋσής όλον το λίπος, που υπήρχεν εις τα εντόσθια, τον λοβόν του ήπατος και τους δύο νεφρούς με το λίπος που τους εσκέπαζε, και προσέφερεν αυτά θυσίαν στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων. 16 Ἐπῆρε δὲ ὁ Μωϋσῆς ὅλον τὸ λίπος, ποὺ ἦτο εἰς τὰ ἐντόσθια, καὶ τὸν λοβόν, ποὺ ἔχει εἰς τὴν ἄκρην του τὸ συκώτι, καὶ τοὺς δύο νεφροὺς καὶ τὸ λίπος, ποὺ ὑπάρχει ἐπάνω των, καὶ τὰ προσέφερεν ὁ Μωϋσῆς, διὰ νὰ καοῦν ὡς θυσία ἐπάνω εἰς τὸ θυσιαστήριον τῶν ὁλοκαυτωμάτων.
17 καὶ τὸν μόσχον καὶ τὴν βύρσαν αὐτοῦ καὶ τὰ κρέα αὐτοῦ καὶ τὴν κόπρον αὐτοῦ κατέκαυσεν αὐτὰ πυρὶ ἔξω τῆς παρεμβολῆς, ὃν τρόπον συνέταξε Κύριος τῷ Μωυσῇ. 17 Το υπόλοιπον μέρος του μόσχου, δηλαδή, το δέρμα, τας σάρκας και την κόπρον έκαυσαν εξ ολοκλήρου έξω από την κατασκήνωσιν, όπως είχε διατάξει ο Κυριος τον Μωϋσήν. 17 Τὸ δὲ ὑπόλοιπον μοσχάρι, τὸ δέρμα του δηλαδὴ καὶ τὰ κρέατά του καὶ τὴν κοπριὰν τὰ ἔκαυσε τελείως εἰς φωτιὰν ἔξω ἀπὸ τὸν χῶρον, ὅπου διέμεναν, ὅπως ἀκριβὼς διέταξεν ὁ Κύριος τὸν Μωϋσῆν.
18 καὶ προσήγαγε Μωυσῆς τὸν κριὸν τὸν εἰς ὁλοκαύτωμα, καὶ ἐπέθηκεν ᾿Ααρὼν καὶ υἱοὶ αὐτοῦ τὰς χεῖρας αὐτῶν ἐπὶ τὴν κεφαλὴν τοῦ κριοῦ. 18 Εδωσεν εντολήν ο Μωϋσής και έφεραν τον κριόν, τον προωρισμένον δι' ολοκαύτωσιν. Ο Ααρών και οι υιοί του, κατόπιν εντολής του Μωϋσέως, έθεσαν τας χείρας των επάνω εις την κεφαλήν του κριου. 18 Ἔφερε κατόπιν ἐμπρὸς ὁ Μωϋσῆς τὸ κριάρι, ποὺ θὰ προσεφέρετο ὡς θυσία ὁλοκαυτώσεως, καὶ ἔβαλαν ἐπάνω εἰς τὸ κεφάλι τοῦ ζώου ὁ Ἀαρὼν καὶ οἱ υἱοί του τὰ χέρια των.
19 καὶ ἔσφαξε Μωυσῆς τὸν κριόν, καὶ προσέχεε Μωυσῆς τὸ αἷμα ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον κύκλῳ. 19 Εσφαξεν ο Μωϋσής τον κριον και έχυσε το αίμα αυτού κύκλω στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων. 19 Καὶ ἔσφαξεν ὁ Μωϋσῆς τὸ κριάρι καὶ ἔχυσε τὸ αἷμα του γύρω ἀπὸ τὸ θυσιαστήριον.
20 καὶ τὸν κριὸν ἐκρεανόμησε κατὰ μέλη καὶ ἀνήνεγκε Μωυσῆς τὴν κεφαλὴν καὶ τὰ μέλη καὶ τὸ στέαρ· 20 Τον δε κριον έκοψεν εις τεμάχια και ο ίδιος ο Μωϋσής προσέφερε την κεφαλήν, τα τεμάχια και το λίπος στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων. 20 Ἐτεμάχισε δὲ τὸ κριάρι κατὰ μέλη καὶ προσέφερεν ἐπάνω εἰς τὸ θυσιαστήριον τὸ κεφάλι, τὰ μέλη καὶ τὸ λίπος.
21 καὶ τὴν κοιλίαν καὶ τοὺς πόδας ἔπλυνεν ὕδατι, καὶ ἀνήνεγκε Μωυσῆς ὅλον τὸν κριὸν ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον· ὁλοκαύτωμά ἐστιν εἰς ὀσμὴν εὐωδίας, κάρπωμά ἐστι τῷ Κυρίῳ, καθάπερ ἐνετείλατο Κύριος τῷ Μωυσῇ. 21 Την κοιλίαν και τους πόδας, αφού τα έπλυνε με νερό, τα προσέφερε και αυτά στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων. Ολον τον κριον τον προσέφερε. Είναι αυτός ολοκαύτωμα, ευωδία ευάρεστος στον Κυριον, θυσία προς αυτόν, όπως είχε διατάξει ο Κυριος τον Μωϋσήν. 21 Ἔπλυνε δὲ μὲ νερὸ τὴν κοιλίαν καὶ τὰ πόδια καὶ ἔτσι προσέφερεν ὁ Μωυσῆς ὅλο τὸ κριάρι ἐπάνω εἰς τὸ θυσιαστήριον, διὰ νὰ καῇ. Ἡ θυσία αὐτὴ εἶναι ὁλοκαύτωμα, ὀσμὴ εὐωδίας, θυσία εὐπρόσδεκτος εἰς τὸν Θεόν, προσφορὰ εἰς τὸν Κύριον, ὅπως ἀκριβῶς παρήγγειλεν ὁ Κύριος εἰς τὸν Μωϋσῆν.
22 καὶ προσήγαγε Μωυσῆς τὸν κριὸν τὸν δεύτερον, κριὸν τελειώσεως· καὶ ἐπέθηκεν ᾿Ααρὼν καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ τὰς χεῖρας αὐτῶν ἐπὶ τὴν κεφαλὴν τοῦ κριοῦ. 22 Διέταξεν ο Μωϋσής και έφεραν και τον δεύτερον κριόν, δια να ολοκληρωθή η χειροτονία και καθιέρωσις των ιερέων. Ο Ααρών και οι υιοί του έθεσαν τας χείρας των επάνω εις την κεφαλήν του δευτέρου αυτού κριου. 22 Ἔφερε κατόπιν ὁ Μωυσῆς ἐμπρὸς καὶ τὸ δεύτερο κριάρι, ἐκεῖνο ποὺ προωρίζετο ὡς Θυσία, διὰ να ἐπισφραγισθῇ ἡ καθιέρωσις καὶ ἐγκατάστασις τοῦ ἱερατείου. Καὶ ἔβαλαν ἐπάνω εἰς τὸ κεφάλι τοῦ ζώου τὰ χέρια των ὁ Ἀαρὼν καὶ οἱ υἱοί του.
23 καὶ ἔσφαξεν αὐτὸν καὶ ἔλαβε Μωυσῆς ἀπὸ τοῦ αἵματος αὐτοῦ καὶ ἐπέθηκεν ἐπὶ τὸν λοβὸν τοῦ ὠτὸς ᾿Ααρὼν τοῦ δεξιοῦ καὶ ἐπὶ τὸ ἄκρον τῆς χειρὸς τῆς δεξιᾶς καὶ ἐπὶ τὸ ἄκρον τοῦ ποδὸς τοῦ δεξιοῦ. 23 Ο εντεταλμένος έσφαξεν αυτόν, και ο Μωϋσής επήρε από το αίμα αυτού και έθεσε στο κάτω άκρον του δεξιού ωτίου του Ααρών, στο άκρον της δεξιάς χειρός του και στο άκρον του δεξιού ποδός του. 23 Καὶ ἔσφαξε τὸ κριάρι καὶ ἐπῆρεν ἀπὸ τὸ αἷμα του ὁ Μωϋσῆς καὶ τὸ ἔβαλεν εἰς τὸ κάτω ἄκρον τοῦ δεξιοῦ αὐτιοῦ τοῦ Ἀαρὼν καὶ εἰς τὸ ἄκρον τοῦ δεξιοῦ χεριοῦ του καὶ εἰς τὸ ἄκρον τοῦ δεξιοῦ ποδιοῦ του.
24 καὶ προσήγαγε Μωυσῆς τοὺς υἱοὺς ᾿Ααρών, καὶ ἐπέθηκε Μωυσῆς ἀπὸ τοῦ αἵματος ἐπὶ τοὺς λοβοὺς τῶν ὤτων τῶν δεξιῶν καὶ ἐπὶ τὰ ἄκρα τῶν χειρῶν αὐτῶν τῶν δεξιῶν καὶ ἐπὶ τὰ ἄκρα τῶν ποδῶν αὐτῶν τῶν δεξιῶν, καὶ προσέχεε Μωυσῆς τὸ αἷμα ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον κύκλῳ. 24 Διέταξεν ο Μωϋσής και προσήλθον οι υιοί του Ααρών και έθεσεν από το αίμα του κριου στους λοβούς των δεξιών αυτιών των, εις τα άκρα των δεξιών χεριών και εις τα άκρα των δεξιών ποδών των, το δε υπόλοιπον αίμα έχυσεν ο Μωϋσής εις την βάσιν κύκλω του θυσιαστηρίου. 24 Ἔφερε κατόπιν ἐμπρὸς ὁ Μωϋσῆς τοὺς υἱοὺς τοῦ Ἀαρὼν καὶ ἔβαλεν ἀπὸ τὸ αἷμα ἐκεῖνο εἰς τὰ κάτω ἄκρα τῶν δεξιῶν αὐτιῶν των καὶ εἰς τὰ ἄκρα τῶν δεξιῶν χεριῶν καὶ εἰς τὰ ἄκρα τῶν δεξιῶν ποδιῶν των· τὸ δὲ ὑπόλοιπον αἷμα τὸ ἔχυσεν ὁ Μωϋσῆς γύρω ἀπὸ τὸ θυσιαστήριον τῶν ὁλοκαυτωμάτων.
25 καὶ ἔλαβε τὸ στέαρ καὶ τὴν ὀσφὺν καὶ τὸ στέαρ τὸ ἐπὶ τῆς κοιλίας καὶ τὸν λοβὸν τοῦ ἥπατος καὶ τοὺς δύο νεφροὺς καὶ τὸ στέαρ τὸ ἐπ᾿ αὐτῶν καὶ τὸν βραχίονα τὸν δεξιόν· 25 Επήρε το λίπος, το κρέας το περί την οσφύν, το λίπος της κοιλίας, τον λοβόν του συκωτιού, τους δύο νεφρούς και το επάνω εις αυτούς λίπος και τον δεξιόν εμπρόσθιον πόδα. 25 Ἐπῆρεν ἐπίσης τὸ λίπος καὶ τὴν μέσην τοῦ ζώου, καὶ τὸ λίπος ποὺ ὑπῆρχεν εἰς τὴν κοιλίαν, καὶ τὸν λοβὸν ποὺ ἔχει εἰς τὴν ἄκρην του τὸ συκώτι, καὶ τοὺς δύο νεφροὺς καὶ τὸ λίπος, ποὺ ὑπῆρχεν ἐπάνω των, καὶ τὴν δεξιὰν ὠμοπλάτην του.
26 καὶ ἀπὸ τοῦ κανοῦ τῆς τελειώσεως, τοῦ ὄντος ἔναντι Κυρίου, ἔλαβεν ἄρτον ἕνα ἄζυμον καὶ ἄρτον ἐξ ἐλαίου ἕνα καὶ λάγανον ἓν καὶ ἐπέθηκεν ἐπὶ τὸ στέαρ καὶ τὸν βραχίονα τὸν δεξιόν· 26 Από δε το κάνιστρον, εντός του οποίου υπήρχον αι αναίμακτοι προσφοραί δια την καθιέρωσιν των ιερέων και το οποίον ευρίσκετο ενώπιον του Κυρίου, επήρεν ο Μωϋσής ένα άζυμον άρτον, ένα άρτον ζυμωμένον με λάδι και μίαν λαγάναν και έθεσαν αυτά επάνω στο λίπος και και στον εμπρόσθιον πόδα του κριου του προσφερθέντος ως θυσίαν. 26 Ἀπὸ δὲ τὸ πανέρι, ποὺ εὑρίσκετο ἐνώπιον τοῦ Κυρίου καὶ περιεῖχε τὰς ἀναιμάκτους προσφοράς, ποὺ προωρίζοντο διὰ τὴν ἐγκατάστασιν καὶ καθιέρωσιν τοῦ ἱερατείου, ἐπῆρεν ἕνα ψωμὶ χωρὶς προζύμι καὶ ἕνα ψωμί, ποὺ εἶχε γίνει μὲ λάδι, καὶ μίαν λαγάναν καὶ τὰ ἔβαλεν ἐπάνω εἰς τὸ λίπος καὶ τὸ δεξιὸ πόδι (ὠμοπλάτην) τοῦ ζώου, ποὺ εἶχε θυσιασθῆ.
27 καὶ ἐπέθηκεν ἅπαντα ἐπὶ τὰς χεῖρας ᾿Ααρὼν καὶ ἐπὶ τὰς χεῖρας τῶν υἱῶν αὐτοῦ· καὶ ἀνήνεγκεν αὐτά ἀφαίρεμα ἔναντι Κυρίου. 27 Ολα αυτά τα έθεσεν εις τα χέρια του Ααρών και εις τα χέρια των υιών του και κατόπιν τα προοέφερεν ως αφιέρωμα στον Κυριον. 27 Καὶ τὰ ἔβαλεν ὅιλα αὐτὰ εἰς τὰ χέρια τοῦ Ἀαρὼν καὶ εἰς τὰ χέρια τῶν υἱῶν του· καὶ τὰ ὕψωσε καὶ τὰ προσέφερεν ὡς εἰδικὸν ἀφιέρωμα ἐνώπιον τοῦ Κυρίου.
28 καὶ ἔλαβε Μωυσῆς ἀπὸ τῶν χειρῶν αὐτῶν, καὶ ἀνήνεγκεν αὐτὰ Μωυσῆς ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον, ἐπὶ τὸ ὁλοκαύτωμα τῆς τελειώσεως, ὅ ἐστιν ὀσμὴ εὐωδίας· κάρπωμά ἐστι τῷ Κυρίῳ. 28 Τα επήρεν από τα χέρια του Ααρών και των παιδιών του και τα προσέφερεν επάνω στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων, ως ολοκαυτώματα δια την χειροτονίαν και καθιέρωσίν των. Τούτο ήτο ευάρεοτος και ευπρόσδεκτος οσμή ευωδίας, θυσία δεκτή στον Κυριον. 28 Τὰ ἐπῆρε κατόπιν ὁ Μωϋσῆς ἀπὸ τὰ χέρια των καὶ τὰ προσέφερεν εἰς τὸ θυσιαστήριον τῶν ὁλοκαυτωμάτων, διὰ νὰ καοῦν ἐντελῶς ὡς θυσία διὰ τὴν καθιέρωσίν των εἰς τὰ ἱερατικὰ ἔργα. Αὐτὴ ἡ θυσία εἶναι ὀσμὴ εὐωδίας, εὐπρόσδεκτος εἰς τὸν Θεόν, προσφορὰ εἰς τὸν Κύριον.
29 καὶ λαβὼν Μωυσῆς τὸ στηθύνιον ἀφεῖλεν αὐτὸ ἐπίθεμα ἔναντι Κυρίου ἀπὸ τοῦ κριοῦ τῆς τελειώσεως, καὶ ἐγένετο Μωυσῇ ἐν μερίδι, καθὰ ἐνετείλατο Κύριος τῷ Μωυσῇ. 29 Αφήρεσεν όμως από τον προσφερόμενον κριον το στήθος και προσέφερεν αυτό ως αφιέρωμα στον Κυριον. Αυτό δε έγινε το ιδιαίτερον μερίδιον του Μωϋσέως, όπως τον είχε διατάξει ο Κυριος. 29 Καὶ ἀφοῦ ἔβγαλεν ὁ Μωϋσῆς τὸ στῆθος, τὸ ἐξεχώρισεν ὡς ἰδιαιτέραν προσφορὰν διὰ τὸν Κύριον ἀπὸ τὸ κριάρι, ποὺ ἐθυσιάζετο κατὰ τὴν καθιέρωσιν καὶ ἐγκατάστασιν τοῦ ἱερατείου. Αὐτὸ δὲ τὸ στῆθος ἀνῆκεν ὡς μερίδιον εἰς τὸν Μωϋσῆν, ὅπως παρήγγειλεν ὁ Κύριος εἰς τὸν Μωϋσῆν.
30 καὶ ἔλαβε Μωυσῆς ἀπὸ τοῦ ἐλαίου τῆς χρίσεως καὶ ἀπὸ τοῦ αἵματος τοῦ ἐπὶ τοῦ θυσιαστηρίου καὶ προσέρρανεν ἐπὶ ᾿Ααρὼν καὶ τὰς στολὰς αὐτοῦ καὶ τοὺς υἱοὺς αὐτοῦ καὶ τὰς στολὰς τῶν υἱῶν αὐτοῦ μετ᾿ αὐτοῦ, καὶ ἡγίασεν ᾿Ααρὼν καὶ τὰς στολὰς αὐτοῦ καὶ τούς υἱοὺς αὐτοῦ καὶ τὰς στολὰς τῶν υἱῶν αὐτοῦ μετ᾿ αὐτοῦ. 30 Επήρεν ο Μωϋσής από το έλαιον της χρίσεως και από το αίμα του μέλλοντος να χυθή κύκλω του θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων και ερράντισε με αυτό τον Ααρών και τας στολάς του, τους υιούς του και τας ιερατικάς στολάς των υιών του, και έτσι ο Μωϋσής καθηγίασε και καθιέρωσε τον Ααρών και τας αρχιερατικάς στολάς του και μαζή με αυτόν τους υιούς του και τας ιερατικάς στολάς των. 30 Καὶ ἐπῆρεν ὁ Μωϋσῆς ἀπὸ τὸ λάδι, τὸ εἰδικὸν διὰ τὰς ἱερὰς χρίσεις, καὶ ἀπὸ τὸ αἷμα, ποὺ ἦτο εἰς τὸ Θυσιαστήριον, καὶ ἐρράντισε τὸν Ἀαρὼν καὶ τὰς ἀρχιερατικὰς στολάς του καὶ μαζὶ μὲ αὐτὸν ἐρράντισε καὶ τοὺς υἱούς του καὶ τὰς ἰερατικὰς στολάς των. Ἔτσι ἐξήγνισε καὶ καθηγίασε τὸν Ἀαρὼν καὶ τὰς στολάς του καὶ μαζί του καὶ τοὺς υἱούς του καὶ τὰς στολὰς τῶν υἱῶν του.
31 καὶ εἶπε Μωυσῆς πρὸς ᾿Ααρὼν καὶ τοὺς υἱοὺς αὐτοῦ· ἑψήσατε τὰ κρέα ἐν τῇ αὐλῇ τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου ἐν τόπῳ ἁγίῳ καὶ ἐκεῖ φάγεσθε αὐτὰ καὶ τοὺς ἄρτους τοὺς ἐν τῷ κανῷ τῆς τελειώσεως, ὃν τρόπον συντέτακταί μοι, λέγων· ᾿Ααρὼν καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ φάγονται αὐτά· 31 Είπεν ο Μωϋσής προς τον Ααρών και τους υιούς αυτού· “βράσατε τα κρέατα εις την αυλήν της Σκηνής του Μαρτυρίου, στον ιερόν αυτόν τόπον. Εκεί θα φάγετε αυτά και τους άρτους, που υπάρχουν στο κάνιστρον των προσφορών, δια την χειροτονίαν, όπως με διέταξεν ο Θεός λέγων· Ο Ααρών και οι υιοί του θα φάγουν αυτά”. 31 Καὶ εἶπεν ὁ Μωϋσῆς πρὸς τὸν Ἀαρὼν καὶ τοὺς υἱούς του: «Νὰ βράσετε τὰ κρέατα εἰς τὴν αὐλὴν τῆς Σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου, εἰς τόπον ἅγιον καὶ ἱερόν, ξεχωρισμένον ἀπὸ κάθε ἄλλην χρῆσιν καὶ ἐκεῖ νὰ φάγετε τὰ κρέατα καὶ τὰ ψωμιά, ποὺ ὑπάρχουν εἰς τὸ πανέρι, ποὺ ἐχρησιμοποιήθη κατὰ τὴν τελετὴν τῆς καθιερώσεώς σας, ὅπως ἀκριβῶς μὲ διέταξεν ὁ Κύριος, ὁ Ὁποῖος μοῦ εἶπεν: «Ὁ Ἀαρὼν καὶ οἱ υἱοί του θὰ φάγουν αὐτά».
32 καὶ τὸ καταλειφθὲν τῶν κρεῶν καὶ τῶν ἄρτων ἐν πυρὶ κατακαύσατε. 32 Ο,τι υπόλοιπον μείνη από τα κρέατα και τους άρτους δια την επομένην ημέραν θα τα καύσετε εξ ολοκλήρου. 32 Αὐτὸ δὲ ποὺ θὰ μείνῃ ἀπὸ τὰ κρέατα καὶ τὰ ψωμιά, νὰ τὸ καύσετε τελείως εἰς τὴν φωτιάν.
33 καὶ ἀπὸ τῆς θύρας τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου οὐκ ἐξελεύσεσθε ἑπτὰ ἡμέρας, ἕως ἡμέρα πληρωθῇ, ἡμέρα τελειώσεως ὑμῶν· ἑπτὰ γὰρ ἡμέρας τελειώσει τὰς χεῖρας ὑμῶν, 33 Σεις, δεν θα εξέλθετε από την Σκηνήν του Μαρτυρίου επί επτά κατά συνέχειαν ημέρας, μέχρι της ημέρας κατά την οποίαν θα συμπληρωθή το επταήμερον μετά την χειροτονίαν σας. Διότι επτά ημέραι απαιτούνται δια να τελειωθή η καθιέρωσίς σας και γίνετε ικανοί δια τα ιερατικά σας καθήκοντα. 33 Καὶ δὲν θὰ βγῆτε ἔξω ἀπὸ τὴν θύραν τῆς Σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου ἐπὶ ἑπτὰ ἡμέρας, ἕως ὅτου συμπληρωθῇ ὁ χρόνος τῶν ἑπτὰ ἡμερῶν τῆς καθιερώσεως καὶ ἐγκαταστάσεώς σας εἰς τὰ ἱερατικὰ ἔργα. Διότι ἑπτὰ ἡμέρας θὰ διαρκοῦν αἱ τελεταὶ τῆς καθιερώσεως σας, ποὺ θὰ κάνουν τὰ χέρια σας ἱκανὰ νὰ ἱερουργῆτε μὲ αὐτά.
34 καθάπερ ἐποίησεν ἐν τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ, ᾗ ἐνετείλατο Κύριος τοῦ ποιῆσαι, ὥστε ἐξιλάσασθαι περὶ ὑμῶν. 34 Οπως έγινε εις την περίστασιν αυτήν η χειροτονία σας, σύμφωνα με την εντολήν του Κυρίου δια τον καθαρισμόν σας από τας αμαρτίας σας, έτσι θα γίνεται πάντοτε κατά την χειροτονίαν και καθιέρωσιν αρχιερέων και ιερέων. 34 Ὅπως ἔγινε κατὰ τὴν ἡμέραν αὐτήν, κατὰ τὴν ὁποίαν ὥρισεν ὁ Κύριος νὰ γίνῃ ἡ καθιέρωσίς σας, ἔτσι θὰ γίνεται εἰς τὸ ἑξῆς ἡ τελετὴ τῆς καθιερώσεως ἄρχιερέων καὶ ἱερέων, διὰ νὰ ἐξιλεώνεσθε καὶ νὰ ἑξαγνιζεσθε ἀπὸ τὰς ἁμαρτίας σας.
35 καὶ ἐπὶ τὴν θύραν τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου καθήσεσθε ἑπτὰ ἡμέρας, ἡμέραν καὶ νύκτα· φυλάξεσθε τὰ φυλάγματα Κυρίου, ἵνα μὴ ἀποθάνητε· οὕτω γὰρ ἐνετείλατό μοι Κύριος ὁ Θεός. 35 Εις την θύραν της Σκηνής του Μαρτυρίου θα καθήσετε επί επτά ημέρας, νυχθημερόν. Θα φυλάξετε μαζή με τας εντολάς του Κυρίου και αυτήν την εντολήν, δια να μη τιμωρηθήτε με θάνατον. Διότι έτσι με διέταξεν ο Κυριος να κάνετε”. 35 Καὶ θὰ καθήσετε εἰς τὴν πύλην τῆς Σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου ἐπὶ ἑπτὰ ἡμέρας, ἡμέραν καὶ νύκτα συνεχῶς. Νὰ τηρήσετε τὰ προστάγματα τοῦ Κυρίου, διὰ νὰ μὴ θανατωθῆτε, διότι ἔτσι μὲ διέταξεν ὁ Θεός».
36 καὶ ἐποίησεν ᾿Ααρὼν καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ πάντας τοὺς λόγους, οὓς συνέταξε Κύριος τῷ Μωυσῇ. 36 Ο Ααρών και οι υιοί αυτού ετήρησαν πιστώς όλας αυτάς τας εντολάς, τας οποίας ο Κυριος είχε δώσει στον Μωϋσήν. 36 Καὶ ἐτήρησεν ὁ Ἀαρὼν καὶ οἱ υἱοί του ὅλας τὰς ἐντολάς, ποὺ παρήγγειλεν ὁ Κύριος εἰς τὸν Μωϋσῆν.