Παρασκευή, 29 Μαρτίου 2024
Ανατ: 06:15
Δύση: 18:46
Σελ. 20 ημ.
89-277
16ος χρόνος, 5886η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΙΕΡΕΜΙΑΣ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 19 (ΙΘ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΤΟΤΕ εἶπε Κύριος πρός με· βάδισον καὶ κτῆσαι βῖκον πεπλασμένον ὀστράκινον καὶ ἄξεις ἀπὸ τῶν πρεσβυτέρων τοῦ λαοῦ καὶ ἀπὸ τῶν ἱερέων, 1 Τοτε μου είπεν ο Κυριος· Πηγαινε και αγόρασε λαγήνι φτιασμένο από πηλόν, πάρε μαζή σου μερικούς από τους πρεσβυτέρους του λαού και από τους Ιερείς 1 Τότε ὁ Κύριος εἶπε πρὸς ἐμέ, τὸν προφήτην Ἱερεμίαν: «Πήγαινε καὶ ἀγόρασε μιᾷ πήλινῃ στάμνα «βίκα».Ἀφοῦ δὲ παραλάβῃς μαζί σου μερικοὺς ἀπὸ τοὺς πρεσβυτέρους τοῦ λαοῦ καὶ ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς,
2 καὶ ἐξελεύσῃ εἰς τὸ πολυάνδριον υἱῶν τῶν τέκνων αὐτῶν, ὅ ἐστιν ἐπὶ τῶν προθύρων πύλης τῆς Χαρσείθ, καὶ ἀνάγνωθι ἐκεῖ πάντας τοὺς λόγους τούτους, οὓς ἂν λαλήσω πρὸς σέ, 2 και να εξέλθης στο Πολυάνδριον, στο νεκροταφείον όπου έθαπτον τα θυσιαζόμενα στον Βααλ τέκνα των, αυτό που ευρίσκεται εις τα πρόθυρα της πύλης Χαρσείθ. Εκεί κάμε γνωστούς εις όλους αυτούς τους λόγους, τους οποίους εγώ θα αποκαλύψω εις σέ. 2 νὰ ἐξέλθῃς εἰς τὸ «Πολύανδριον», εἰς τὸ νεκροταφεῖον, ὅπου οἱ Ἰουδαῖοι θάπτουν τὰ τέκνα των, ποὺ θυσιάζουν εἰς τὸν Βάαλ· εἰς τὸ νεκροταφεῖον ποὺ εὑρίσκεται «νοτίως τῆς Ἱερουσαλήμ» εἰς τὸ προαύλιον τῆς πύλης Χαρσείθ.Ἐκεῖ φανέρωσε καὶ κήρυξε εἰς ὅλους αὐτούς, ποὺ σὲ ἀκολούθησαν, τοὺς λόγους τούτους, τοῖς ὁποίους θὰ σοῦ ἀποκαλύψω.
3 καὶ ἐρεῖς αὐτοῖς· ἀκούσατε τὸν λόγον Κυρίου, βασιλεῖς ᾿Ιούδα καὶ ἄνδρες ᾿Ιούδα καὶ οἱ κατοικοῦντες ἐν ῾Ιερουσαλὴμ καὶ οἱ εἰσπορευόμενοι ἐν ταῖς πύλαις ταύταις· τάδε λέγει Κύριος ὁ Θεὸς ᾿Ισραήλ· ἰδοὺ ἐγὼ ἐπάγω ἐπὶ τὸν τόπον τοῦτον κακά, ὥστε παντὸς ἀκούοντος αὐτὰ ἠχήσει τὰ ὦτα αὐτοῦ, 3 Και θα πης εις αυτούς· ακούσατε τον λόγον του Κυρίου βασιλείς του βασιλείου Ιούδα, άνδρες Ιουδαίοι, οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ, όλοι όσοι εισέρχεσθε από τας πύλας αυτάς· αυτά λέγει ο Κυριος ο Θεός του Ισραήλ· ιδού, εγώ θα επιφέρω εναντίον του τόπου αυτού θλίψεις και συμφοράς, τόσον πολλάς και μεγάλας, ώστε καθένας που θα τας ακούση, θα αισθανθή να βουΐζουν τα αυτιά του. 3 Εἰς αὐτοὺς λοιπὸν θὰ εἰπῇς: «Ἀκοῦστε τὸν λόγον Κυρίου, βασιλεῖς τοῦ Ἰούδα καὶ ἄνδρες Ἰουδαῖοι καὶ ὅσοι κατοικεῖτε εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ ὅσοι εἰσέρχεσθε ἀπὸ τὶς πύλες αὐτές.Αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος, ὁ Θεὸς τοῦ Ἰσραήλ: Ἰδού· Ἐγὼ πρόκειται νὰ ἐπιφέρω ἐναντίον τοῦ τόπου τοῦτου τέτοιον ὄλεθρον καὶ τέτοιαν συμφοράν, ὥστε καθένας ποὺ θὰ ἀκούῃ δι' αὐτήν, θὰ αἰσθανθῇ βουητὸν καὶ μεγάλον πόνον εἰς τὰ αὐτιά του· θὰ μείνῃ κατάπληκτος!
4 ἀνθ' ὧν ἐγκατέλιπόν με καὶ ἀπηλλοτρίωσαν τὸν τόπον τοῦτον καὶ ἐθυμίασαν ἐν αὐτῷ θεοῖς ἀλλοτρίοις, οἷς οὐκ ᾔδεισαν αὐτοὶ καὶ οἱ πατέρες αὐτῶν, καὶ οἱ βασιλεῖς ᾿Ιούδα ἔπλησαν τὸν τόπον τοῦτον αἱμάτων ἀθῴων 4 Αυτά θα γίνουν, διότι αυτοί με εγκατέλειψαν, εμόλυναν και αφιέρωσαν τον τόπον τούτον εις ξένους θεούς, εθυσίασαν εις αυτόν θυσίας προς θεούς ξένους, τους οποίους δεν εγνώριζαν ούτε αυτοί ούτε οι πρόγονοί των. Οι δε βασιλείς του Ιούδα εγέμισαν τον τόπον αυτόν από αίματα αθώων ανθρώπων, τους οποίους έσφαξαν. 4 Ὅλα αὐτὰ θὰ συμβοῦν, διότι οἱ Ἰουδαῖοι μὲ ἐγκατέλειψαν καὶ ἐμόλυναν τὸν τόπον τοῦτον καὶ ἔτσι τὸν κατέστησαν ἀγνώριστον καὶ προσέφεραν εἰς αὐτὸν θυσίες θυμιαμάτων πρὸς θεοὺς ξένους, εἰδωλολατρικούς, τοὺς ὁποίους δὲν ἐγνώριζαν προηγουμένως οὔτε αὐτοὶ οὔτε οἱ προπάτορές των.Ἐξ ἄλλου καὶ οἱ βασιλεῖς τοῦ βασιλείου τοῦ Ἰούδα ἐγέμισαν τὸν τόπον αὐτὸν μὲ αἵματα ἀθώων ἀνθρώπων, τοὺς ὁποίους ἐφόνευσαν.
5 καὶ ᾠκοδόμησαν ὑψηλὰ τῇ Βάαλ τοῦ κατακαίειν τοὺς υἱοὺς αὐτῶν ἐν πυρί, ἃ οὐκ ἐνετειλάμην οὐδὲ διενοήθην ἐν τῇ καρδίᾳ μου. 5 Εκτισαν εις υψηλούς τόπους θυσιαστήρια του ειδώλου Βααλ, δια να κατακαίουν τα παιδιά των στο πυρ, έκαμαν πράγματα, τα οποία ουδέποτε εγώ διέταξα, ούτε καν ήλθαν ποτέ εις την διάνοιάν μου. 5 Καὶ αὐτοὶ ἔκτισαν εἰς ὑψηλὲς τοποθεσίες βωμοὺς καὶ θυσιαστήρια, ἀφιερωμένα εἰς τὸν εἰδωλολατρικὸν θέον Βάαλ, διὰ νὰ θυσιάζουν κατακαίοντες τοὺς υἱούς των, πράγματα τὰ ὁποῖα Ἐγὼ δὲν τοὺς διέταξα νὰ κάμουν, ἀλλ’ οὔτε κἂν διανοήθηκα κάτι τέτοιο.
6 διὰ τοῦτο ἰδοὺ ἡμέραι ἔρχονται, λέγει Κύριος, καὶ οὐ κληθήσεται τῷ τόπῳ τούτῳ ἔτι Διάπτωσις καὶ Πολυάνδριον υἱοῦ ᾿Εννόμ, ἀλλ' ἢ Πολυάνδριον τῆς σφαγῆς. 6 Δια τούτο ιδού, έρχονται ημέραι, λέγει ο Κυριος, κατά τας οποίας δεν θα ονομασθή πλέον ο τόπος αυτός απλώς Διάπτωσις και Πολυάνδριον του υιού του Εννόμ, άλλα Πολυάνδριον της σφαγής. 6 Διὰ τοῦτο, ἰδού· ἔρχονται ἡμέρες, λέγει ὁ Κύριος, κατὰ τὶς ὁποῖες ὁ τόπος αὐτὸς δὲν θὰ ὀνομασθῇ πλέον ἁπλῶς «Διάπτωσις» καὶ «Πολυάνδριον τοῦ υἱοῦ τοῦ Ἐννόμ», ἀλλὰ «Πολυάνδριον τῆς σφαγῆς».
7 καὶ σφάξω τὴν βουλὴν ᾿Ιούδα καὶ τὴν βουλὴν ῾Ιερουσαλὴμ ἐν τῷ τόπῳ τούτῳ καὶ καταβαλῶ αὐτοὺς ἐν μαχαίρᾳ ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν αὐτῶν καὶ ἐν χερσὶ τῶν ζητούντων τὰς ψυχὰς αὐτῶν, καὶ δώσω τοὺς νεκροὺς αὐτῶν εἰς βρῶσιν τοῖς πετεινοῖς τοῦ οὐρανοῦ καὶ τοῖς θηρίοις τῆς γῆς. 7 Διότι στον τόπον αυτόν θα σφάξω και θα ματαιώσω την πονηράν σκέψιν και απόφασιν του βασιλείου Ιούδα και της Ιερουσαλήμ, θα παραδώσω και θα καταβάλω αυτούς εις σφαγήν μαχαίρας ενώπιον των εχθρών των, εις τα χέρια ανθρώπων οι οποίοι ζητούν να τους αφαιρέσουν την ζωήν. Θα παραδώσω τους νεκρούς των τροφήν εις τα όρνια του ουρανού και εις τα θηρία της γης. 7 Διότι εἰς τὸν τόπον αὐτὸν θὰ σφάξω, δηλαδὴ θὰ ματαιώσω καὶ θὰ καταστήσω ἄχρηστον, τὴν ἀσεβῆ εἰδωλολατρικὴν ἀπόφασιν καὶ σκέψιν τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ καὶ εἰδικώτερα τῆς Ἱερουσαλήμ.Θὰ τοὺς καταβάλω, θὰ τοὺς θανατώσω διὰ τῆς ἐχθρικῆς μαχαίρας καὶ θὰ τοὺς παραδώσω πρὸς θάνατον εἰς τὰ χέρια ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ζητοῦν νὰ τοὺς φονεύσουν θὰ δώσω τὰ πτώματα τῶν νεκρῶν των ὡς τροφὴν εἰς τὰ σαρκοβόρα πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ «τὰ ὄρνια» καὶ εἰς τὰ σαρκοφάγα θηρία τῆς γῆς.
8 καὶ τάξω τὴν πόλιν ταύτην εἰς ἀφανισμὸν καὶ εἰς συριγμόν· πᾶς ὁ παραπορευόμενος ἐπ' αὐτῆς σκυθρωπάσει καὶ συριεῖ ὑπὲρ πάσης τῆς πληγῆς αὐτῆς. 8 Θα προορίσω και θα παραδώσω αυτήν την πόλιν εις όλεθρον και αφανισμόν, ελεεινόν θέαμα δια συριγμόν θλίψεως και ειρωνείας. Καθε άνθρωπος, ο οποίος θα διέρχεται κοντά της, θα σκυθρωπάζη βλέπων την μεγάλην καταστροφήν της και θα εκβάλλη συριγμόν δέους και ειρωνείας δια την μεγάλην αυτής πληγήν. 8 Θὰ καταστρέψω δὲ ἐντελῶς τὴν πόλιν αὐτὴν καὶ θὰ τὴν καταστήσω ἀντικείμενον εἰρωνικοῦ σφυρίγματος ἐκ μέρους ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι διέρχονται ἀπὸ αὐτήν.Μὲ ἄλλα λόγια, καθένας ποὺ θὰ διέρχεται πλησίον της, θὰ γίνεται σκυθρωπός, καθὼς θὰ βλέπῃ μὲ ἔκπληξιν τὸ ἐλεεινὸν κατάντημά της, καὶ θὰ σφυρίζῃ χλευαστικὰ διὰ τὴν μεγάλην καταστροφὴν ποὺ ὑπέστη.
9 καὶ ἔδονται τὰς σάρκας τῶν υἱῶν αὐτῶν καὶ τὰς σάρκας τῶν θυγατέρων αὐτῶν, καὶ ἕκαστος τὰς σάρκας τοῦ πλησίον αὐτοῦ ἔδονται ἐν τῇ περιοχῇ καὶ ἐν τῇ πολιορκίᾳ, ᾗ πολιορκήσουσιν αὐτοὺς οἱ ἐχθροὶ αὐτῶν. 9 Οι κάτοικοί της λόγω του λιμού, που θα επικρατήση, θα φάγουν τας σάρκας των υιών των και τας σάρκας των θυγατέρων των, άλλα και κάθε άνθρωπος θα φάγη τας σάρκας του πλησίον αυτού, εξ αιτίας της στενής και καταπιεστικής πολιορκίας, με την οποίαν θα τους πολιορκήσουν οι εχθροί των. 9 Καὶ οἱ κάτοικοι τῆς Ἱερουσαλήμ, ἕνεκα τῆς φοβερῆς πείνας ποὺ θὰ ὑπάρχῃ, θὰ φάγουν τὶς σάρκες τῶν υἱῶν των καὶ τὶς σάρκες τῶν θυγατέρων των· ἀλλὰ καὶ καθένας των θὰ φάγῃ τὶς σάρκες τοῦ πλησίον του ἐξ αἰτίας τῆς ἀσφυκτικῆς καὶ μακρᾶς πολιορκίας, μὲ τὴν ὁποίαν θὰ περισφίξουν καὶ θὰ πολιορκήσουν τὴν πόλιν οἱ ἐχθροί των».
10 καὶ συντρίψεις τὸν βῖκον κατ' ὀφθαλμοὺς τῶν ἀνδρῶν τῶν ἐκπορευομένων μετά σοῦ 10 Θα συντρίψης το λαγήνι εμπρός εις τα μάτια των ανδρών, οι οποίοι θα έλθουν μαζή σου, 10 «Σὺ δέ, Ἱερεμία», ἀφοῦ ἀνακοινώσῃς ὅλα αὐτά, κατόπιν θὰ συντρίψῃς τὴν πήλινη στάμνα «βίκα» ἐμπρὸς εἰς τὰ μάτια τῶν ἀνδρῶν, οἱ ὁποῖοι θὰ σὲ ἀκολουθήσουν,
11 καὶ ἐρεῖς· τάδε λέγει Κύριος· οὕτως συντρίψω τὸν λαὸν τοῦτον, καὶ τὴν πόλιν ταύτην, καθὼς συντρίβεται ἄγγος ὀστράκινον, ὃ οὐ δυνήσεται ἰαθῆναι ἔτι. 11 και θα πης· Αυτά λέγει ο Κυριος έτσι εγώ θα συντρίψω τον λαόν αυτόν και την πόλιν αυτήν, όπως συντρίβεται το πήλινον τούτο δοχείον, το οποίον δεν είναι δυνατόν πλέον να συγκολληθή και αποκατασταθή. 11 καὶ θὰ τοὺς εἰπῇς: «Αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος: Ἔτσι θὰ συντρίψω τὸν λαὸν αὐτὸν καὶ τὴν πόλιν αὐτήν, ὅπως συντρίβεται τὸ πήλινον δοχεῖον, τὸ ὁποῖον εἶναι ἀδύνατον πλέον νὰ συγκολληθῇ καὶ ἀποκατασταθῇ.
12 οὕτως ποιήσω, λέγει Κύριος, τῷ τόπῳ τούτῳ καὶ τοῖς κατοικοῦσιν ἐν αὐτῷ τοῦ δοθῆναι τὴν πόλιν ταύτην ὡς τὴν διαπίπτουσαν. 12 Ετσι θα κάμω στον τόπον τούτον, λέγει ο Κυριος, και στους κατοίκους του τόπου αυτού, ώστε να γίνη η πόλις αυτή ως άλλο μεγάλο νεκροταφείον, όπως η “Διαπίπτουσα”. 12 Ἔτσι θὰ κάμω, λέγει ὁ Κύριος, εἰς τὸν τόπον αὐτὸν καὶ εἰς ὅσους κατοικοῦν εἰς αὐτόν, ὥστε νὰ μεταβληθῇ ἡ πόλις αὐτὴ καὶ νὰ γίνῃ ὅπως ἡ «Διαπίπτουσα», ἡ χαράδρα Ταφέθ, τὸ νεκροταφεῖον, ἡ γέεννα.
13 καὶ οἶκοι ῾Ιερουσαλὴμ καὶ οἶκοι βασιλέων ᾿Ιούδα ἔσονται καθὼς ὁ τόπος ὁ διαπίπτων ἀπὸ τῶν ἀκαθαρσιῶν αὐτῶν ἐν πάσαις ταῖς οἰκίαις, ἐν αἷς ἐθυμίασαν ἐπὶ τῶν δωμάτων αὐτῶν πάσῃ τῇ στρατιᾷ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἔσπεισαν σπονδὰς θεοῖς ἀλλοτρίοις. - 13 Και τα σπίτια της Ιερουσαλήμ και οι οίκοι των βασιλέων Ιούδα, θα γίνουν όπως ο τόπος ο Διαπίπτων, ο Ταφέθ, το νεκροταφείον, εξ αιτίας των βδελυγμάτων, τα οποία ετελούντο εις όλας τας οικίας. Από τα δώματα των οικιών αυτών, επάνω εις τα ηλιακωτά, προσέφεραν θυσίαν θυμιάματος εις την στρατιάν των αστέρων του ουρανού και έχυσαν σπονδάς εις θεούς ξένους! 13 Τὰ δὲ σπίτια τῶν κατοίκων τῆς Ἱερουσαλὴμ καὶ τὰ ἀνάκτορα τῶν βασιλέων τοῦ Ἰούδα θὰ γίνουν ἀκάθαρτα, μεμιααμένα, ὅπως ὁ τόπος ὁ «Διαπίπτων» «κατὰ τὸ Ἑβραϊκόν: Ταφέθ», ἕνεκα τῶν εἰδωλολατρικῶν βδελυγμάτων, ποὺ ἐτελοῦντο εἰς ὅλα τὰ σπίτια· ἀπὸ τὰ δώματα τῶν σπιτιῶν αὐτῶν, ἐπάνω εἰς τὶς ταράτσες, προσέφεραν θυσίες θυμιαμάτων εἰς τὴν στρατιὰν τῶν οὐρανίων Ἀστέρων καὶ ἔχυσαν σπονδὲς εἰς ξένους εἰδωλολατρικούς θεούς».
14 Καὶ ἦλθεν ῾Ιερεμίας ἀπὸ τῆς διαπτώσεως, οὗ ἀπέστειλεν αὐτὸν Κύριος ἐκεῖ τοῦ προφητεῦσαι, καὶ ἔστη ἐν τῇ αὐλῇ οἴκου Κυρίου καὶ εἶπε πρὸς πάντα τὸν λαόν· 14 Επέστρεψεν ο Ιερεμίας από τον τόπον αυτόν της Διαπτώσεως, όπου τον είχεν αποστείλει ο Κυριος, δια να προφητεύση, και εστάθη όρθιος εις την αυλήν του Κυρίου και είπε προς όλον τον λαόν. 14 Κατόπιν ὁ Ἱερεμίας ἐπέστρεψεν ἀπὸ τὸν τόπον τῆς «Διαπτώσεως», ὅπου τὸν ἀπέστειλεν ὁ Κύριος διὰ νὰ προφητεύσῃ.καὶ ἐστάθη εἰς τὴν ἐξωτερικὴν αὐλὴν τὸν οἶκον τοῦ Κυρίου, δηλαδὴ τοῦ Ναοῦ τῶν Ἱεροσολύμων, ἀπευθυνόμενος δὲ πρὸς ὅλον τὸν λαὸν εἶπεν:
15 τάδε λέγει Κύριος· ἰδοὺ ἐγὼ ἐπάγω ἐπὶ τὴν πόλιν ταύτην καὶ ἐπὶ πάσας τὰς πόλεις αὐτῆς καὶ ἐπὶ τὰς κώμας αὐτῆς ἅπαντα τὰ κακά, ἃ ἐλάλησα ἐπ' αὐτήν, ὅτι ἐσκλήρυναν τὸν τράχηλον αὐτῶν τοῦ μὴ εἰσακούειν τῶν ἐντολῶν μου. 15 Αυτά λέγει ο Κυριος· Ιδού, εγώ επιφέρω εις την πόλιν αυτήν και εις όλας τας πόλεις της χώρας αυτής και εις τας κώμας αυτής όλα τα κακά, τα οποία ελάλησα εναντίον αυτής, διότι οι Ισραηλίται εσκλήρυναν τον τράχηλον των, ώστε να αρνηθούν να υπακούσουν εις τας εντολάς μου. 15 «Αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος: Ἰδού, Ἐγὼ θὰ ἐπιφέρω εἰς τὴν πόλιν αὐτήν, τὴν Ἱερουσαλήμ, καὶ εἰς ὅλες τὶς πόλεις τῆς χώρας αὐτῆς, τῆς Ἰουδαίας, καὶ εἰς ὅλα τὰ χωριά της ὅλες τὶς θλίψεις καὶ τὶς συμφορές, ποὺ ἔχω ἑξαγγείλει ἐναντίον της, διότι οἱ Ἰουδαῖοι συνέχισαν νὰ ἀντιλέγουν καὶ νὰ μένουν σκληροτράχηλοι καὶ πεισματικὰ ἀνυπάκουοι, ὥστε νὰ μὴ ὑπακούουν καὶ νὰ μὴ συμμορφώνωνται πρὸς τὶς ἐντολές μου».