Παρασκευή, 29 Μαρτίου 2024
Ανατ: 06:15
Δύση: 18:46
Σελ. 20 ημ.
89-277
16ος χρόνος, 5886η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΗΣΑΪΑΣ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 25 (ΚΕ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΚΥΡΙΕ ὁ Θεός μου, δοξάσω σε, ὑμνήσω τὸ ὄνομά σου, ὅτι ἐποίησας θαυμαστὰ πράγματα, βουλὴν ἀρχαίαν ἀληθινήν· γένοιτο, Κύριε· 1 Ω Κυριε και Θεέ μου, θα σε δοξάσω, θα ανυμνήσω το Ονομά σου, διότι έκαμες τα θαυμαστά αυτά έργα, επραγματοποίησες βουλήν σου αρχαίαν, η οποία απεδείχθη βεβαία και αληθινή. Γένοιτο, Κυριε. 1 Κύριε ὁ Θεός μου, θὰ σὲ δοξάσω, θὰ ὑμνήσω τὸ ὄνομά σου, διότι ἐποίησες θαυμαστὰ πράγματα, ἀπόφασιν παλαιάν, ἡ ὁποία ὑπὸ τῆς ἐκβάσεως θ’ ἀποδειχθῇ ἀληθής.Γένοιτο, Κύριε.
2 ὅτι ἔθηκας πόλεις εἰς χῶμα, πόλεις ὀχυρὰς τοῦ μὴ πεσεῖν αὐτῶν τὰ θεμέλια· τῶν ἀσεβῶν πόλις εἰς τὸν αἰῶνα οὐ μὴ οἰκοδομηθῇ. 2 Συ ισοπέδωσες τας χώρας των ασεβών και τας μετέβαλες εις κονιορτόν. Εκρήμνισες πόλεις οχυράς, των οποίων εθεωρείτο αδύνατον να πέσουν τα θεμέλια. Η πόλις των ασεβών, χατηραμένη καθώς είναι, δεν θα ανοικοδομηή ποτέ στον αιώνα. 2 Διότι μετέβαλες τὰς πόλεις τῶν ἀσεβῶν εἰς χῶμα, πόλεις ὀχυρὰς τόσον πολύ, ὥστε ἐπίστευαν ὅτι δὲν θὰ πέσουν ποτὲ τὰ θεμέλιά των τῶν ἀσεβῶν ἡ πόλις δὲν θὰ οἰκοδομηθῇ ποτὲ εἰς τὸν αἰῶνα.
3 διὰ τοῦτο εὐλογήσει σε ὁ λαὸς ὁ πτωχός, καὶ πόλεις ἀνθρώπων ἀδικουμένων εὐλογήσουσί σε· 3 Δια τας δικαίας αυτάς τιμωρίας που στέλλεις, Κυριε, θα σε δοξολογήση ο ταπεινός και άσημος αυτός λαός. Θα σε δοξολογήσουν πόλεις ανθρώπων, οι οποίοι αδικούνται από ασεβείς και δυνάστας. 3 Διότι δὲ θὰ καταστρέψῃς τὰς πόλεις τῶν ἀσεβῶν, διὰ τοῦτο θὰ σὲ δοξολογήσῃ ὁ λαὸς ὁ ταπεινός, ὁ ἐπὶ σὲ καὶ οὐχὶ ἐπὶ τὰς ἰδίας του δυνάμεις ἐλπίζων· καὶ πόλεις ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ἀδικοῦνται ἀπὸ τοὺς διαθέτοντας ἰσχὺν ἀσεβεῖς, θὰ σὲ δοξολογήσουν, διότι θὰ τὰς ἐλευθερώσῃς ἀπὸ τὴν ἀδικίαν.
4 ἐγένου γὰρ πάσῃ πόλει ταπεινῇ βοηθὸς καὶ τοῖς ἀθυμήσασι δι᾿ ἔνδειαν σκέπη, ἀπὸ ἀνθρώπων πονηρῶν ρύσῃ αὐτούς, σκέπη διψώντων καὶ πνεῦμα ἀνθρώπων ἀδικουμένων. 4 Διότι συ, Κυριε, έγινες εις πάσαν ταπεινήν πόλιν βοηθός σκέπη και προστασία δι' εκείνους, που αθυμούν εξ αιτίας της ενδείας των. Συ, Κυριε, θα τους γλυτώσης από τους πονηρούς ανθρώπους, θα γίνης σκέπη και προστασία των διψασμένων· θα εμπνεύσης θάρρος εις ανθρώπους, που αδικούνται, 4 Σὲ εὐλογοῦν καὶ σὲ δοξολογοῦν, διότι σὺ ἔγινες εἰς πᾶσαν πόλιν ταπεινὴν καὶ εἰς σὲ ἐλπίζουσαν βοηθός, καὶ εἰς τοὺς λόγῳ ἐνδείας ἀθυμήσαντας σκέπη ἀνακουφιστικὴ καὶ ἐνθαρρυντική· ἀπὸ ἀνθρώπους πονηροὺς θὰ τοὺς γλυτώσῃς· εἶσαι σκέπη δροσίζουσα τοὺς διψῶντας καὶ πνοὴ καὶ ἔμπνευσις θάρρους εἰς ἀνθρώπους ἀδικουμένους.
5 ὡς ἄνθρωποι ὀλιγόψυχοι διψῶντες ἐν Σιών, ἀπὸ ἀνθρώπων ἀσεβῶν, οἷς ἡμᾶς παρέδωκας. 5 Ημείς είμεθα εις την περίστασιν αυτήν σαν ολιγόψυχοι άνθρωποι, οι οποίοι διψώμεν πολιορκημένοι μέσα εις την πόλιν Σιών από ασεβείς ανθρώπους, στους οποίους προς παιδαγωγίαν μας και διόρθωσιν μας παρέδωσες. 5 Εἴμεθα ὡσὰν ἄνθρωποι ὀλιγόψυχοι, οἱ ὁποῖοι διψῶμεν πολιορκημένοι μέσα εἰς τὴν πόλιν σου Σιὼν ἀπὸ ἀσεβεῖς ἀνθρώπους, εἰς τοὺς ὁποίους πρὸς παιδαγωγίαν μᾶς παρέδωκες.
6 καὶ ποιήσει Κύριος σαβαὼθ πᾶσι τοῖς ἔθνεσιν ἐπὶ τὸ ὄρος τοῦτο. πίονται εὐφροσύνην, πίονται οἶνον, 6 Ο Κυριος παντοκράτωρ θα παραθέση συμπόσιον εις όλα τα έθνη επάνω στο άγιον τούτο ορός της Σιών. Θα πίουν με χαράν οι άνθρωποι, θα πίουν τον οίνον των, 6 Καὶ θὰ κάμῃ ὁ Κύριος τῶν Δυνάμεων συμπόσιον εἰς ὅλα τὰ ἔθνη εἰς τὸ ὄρος τοῦτο τῆς Σιών· καὶ θὰ πίουν εὐφροσύνην, ὅσοι θὰ παρακάθηνται εἰς αὐτό, καὶ θὰ πίουν οἶνον.
7 χρίσονται μύρον. ἐν τῷ ὄρει τούτῳ παράδος ταῦτα πάντα τοῖς ἔθνεσιν· ἡ γὰρ βουλὴ αὕτη ἐπὶ πάντα τὰ ἔθνη. 7 θα αλειφθούν με μύρα. Εις το άγιον τούτο ορός της Σιών παράθεσε τα ευφρόσυνα αυτά συμπόσια δι' όλα τα έθνη. Διότι αυτή είναι η απόφασίς σου να μετέχουν αυτού του συμποσίου όλοι οι λαοί. 7 Θὰ χρισθοῦν δὲ μὲ μύρον.Εἰς τὸ ὄρος αὐτὸ παράδωσε ὅλα αὐτὰ τὰ εὐφρόσυνα εἰς τὰ ἔθνη· διότι ἡ ἀπόφασις αὕτη εἶναι δι’ ὅλα τὰ ἔθνη καὶ ὄχι μόνον διὰ τοὺς Ἰουδαίους.
8 κατέπιεν ὁ θάνατος ἰσχύσας, καὶ πάλιν ἀφεῖλε Κύριος ὁ Θεὸς πᾶν δάκρυον ἀπὸ παντὸς προσώπου· τὸ ὄνειδος τοῦ λαοῦ ἀφεῖλεν ἀπὸ πάσης τῆς γῆς, τὸ γὰρ στόμα Κυρίου ἐλάλησε. 8 Ο θάνατος υπερίσχυσεν, εβασίλευσε, κατέπιε πολλούς έως τώρα. Αλλα ο Κυριος τώρα αφήρεσε την δύναμιν του θανάτου, τον κατήργησε και εξήλειψε τα δάκρυα από κάθε πρόσωπον. Αφήρεσε το όνειδος του λαού του από όλην την γην. Το στόμα του Κυρίου μίλησε αυτά και θα πραγματοποιηθούν. 8 Κατέπιε τούτους ὁ θάνατος, ὑπερισχύσας πρὸς καιρόν· καὶ πάλιν ὅμως Κύριος ὁ Θεὸς διὰ τῆς ἐλπίδος τῆς καθολικῆς ἀναστάσεως καὶ τῆς καταργήσεως τοῦ θανάτου ἀφήρεσε κάθε δάκρυον ἀπὸ κάθε πρόσωπον τὸ ὄνειδος καὶ τὴν ἐντροπήν, ποὺ ἐδημιούργησεν εἰς τὸν λαὸν ὁ ὑπὸ τῆς ἁμαρτίας προκληθεὶς θάνατος, τὰ ἀφήρεσεν ἀπὸ ὅλην τὴν γῆν τοῦτο εἶναι βέβαιον, διότι οὐχὶ ἄνθρωπός τις, ἀλλὰ τὸ στόμα τοῦ Κυρίου τὸ εἶπε.
9 καὶ ἐροῦσι τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ· ἰδοὺ ὁ Θεὸς ἡμῶν ἐφ᾿ ᾧ ἠλπίζομεν καὶ ἠγαλλιώμεθα, καὶ σώσει ἡμᾶς. οὗτος Κύριος, ὑπεμείναμεν αὐτὸν καὶ ἀγαλλιασόμεθα καὶ ἐφρανθησόμεθα ἐπὶ τῇ σωτηρίᾳ ἡμῶν, 9 Και θα είπουν οι ευσεβείς κατά την ημέραν εκείνην· “ιδού, ο Θεός μας, στον οποίον ημείς εστηρίξαμεν τας ελπίδας μας και εν τω οποίω εχαίρομεν. Αυτός και θα μας σώση. Αυτός είναι ο Κυριος· τον επεριμέναμεν με υπομονήν και τώρα θα χαρώμεν και θα ευφρανθώμεν δια την σωτηρίαν μας. 9 Καὶ θὰ εἴπουν κατὰ τὴν ἡμέραν ἐκείνην τῆς θείας ἐπισκέψεως καὶ τῆς ἐνδόξου ἐπιφανείας τοῦ Κυρίου: Ἰδοὺ ὁ Θεός μας ἐπὶ τοῦ ὁποίου ἠλπίζαμεν καὶ ὁ ὁποῖος ἦτο ἡ χαρὰ καὶ τὸ ἀγαλλίαμά μας καὶ ὁ ὁποῖος θὰ μᾶς σώσῃ.Αὐτὸς εἶναι ὁ Κύριος.Περιεμείναμεν καρτερικῶς αὐτὸν καὶ τώρα θὰ χαρῶμεν καὶ θὰ εὐφρανθῶμεν διὰ τὴν σωτηρίαν μας.
10 ὅτι ἀνάπαυσιν δώσει ὁ Θεὸς ἐπὶ τὸ ὄρος τοῦτο, καὶ καταπατηθήσεται ἡ Μωαβῖτις, ὃν τρόπον πατοῦσιν ἅλωνα ἐν ἁμάξαις· 10 Διότι θα δώση τώρα ο Θεός ειρήνην και γαλήνην στο όρος τούτο της Σιών· ενώ εξ αντιθέτου η χώρα των εχθρών μας, των Μωαβιτών, θα καταπατηθή, όπως πατούνται και αλωνίζονται τα στάχυα από τα αλωνιστικά αμάξια. 10 Θὰ εἴπουν δὲ ταῦτα οἱ σεσωσμένοι, διότι ὁ Θεὸς θὰ δώσῃ εἰς αὐτοὺς ἀνάπαυσιν ἐπὶ τοῦ ὄρους τούτου τῆς ἐπουρανίου Σιών, καὶ θὰ καταπατηθῇ μετὰ τῆς Μωαβίτιδος χώρας πᾶς ἐχθρὸς τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, καθ’ ὃν τρόπον πατοῦν τὰ δεμάτια τῶν σταχύων εἰς τὸ ἁλώνιον μὲ τὰς ἁμάξας, τὰς ὁποίας σύρουν οἱ εἰς αὐτὰς ἐζευγμένοι ἵπποι.
11 καὶ ἀνήσει τὰς χεῖρας αὐτοῦ, ὃν τρόπον καὶ αὐτὸς ἐταπείνωσε τοῦ ἀπολέσαι, καὶ ταπεινώσει τὴν ὕβριν αὐτοῦ, ἐφ᾿ ἃ τὰς χεῖρας ἐπέβαλε· 11 Θα υψώση ο Κυριος προστατευτικάς τας χείρας του δι' ημάς εναντίον των Μωαβιτών, όπως εκείνοι εταπείνωσαν, δια να καταστρέψουν αλλά έθνη. Θα ταπείνωση ο Κυριος την αλαζονείαν και αυθάδειαν των Μωαβιτών εις τα έργα, όπου αυτοί είχαν απλώσει τα χέρια των. 11 Καὶ θὰ ἐκτείνῃ προστατευτικὰς καὶ μετὰ δυνάμεως τὰς χεῖρας του ὁ Θεὸς ὑπὲρ τοῦ λαοῦ του καὶ κατὰ τοῦ Μωάβ, ὅπως καὶ ὁ Μωὰβ ἐταπείνωσε διὰ νὰ καταστρέψῃ ἄλλα ἔθνη· καὶ θὰ ταπεινώσῃ τὴν ὑπερηφάνειαν του ἐξαφανίζων τὰ ἔργα, εἰς τὰ ὁποῖα ἔβαλαν οἱ Μωαβῖται τὰς χεῖρας των καὶ μετὰ δυνάμεως πολλῆς κατώρθωσαν.
12 καὶ τὸ ὕψος τῆς καταφυγῆς τοῦ τοίχου ταπεινώσει, καὶ καταβήσεται ἕως τοῦ ἐδάφους. 12 Θα καταρρίψη τα υψηλά καταφύγια του τείχους των και το τείχος των θα καταπέση ερείπια στο έδαφος. 12 Καὶ τὸ ὑψηλὸν καταφύγιον τοῦ τοίχου των θὰ καταρρίψῃ, καὶ θὰ καταπέσῃ τοῦτο μέχρι τοῦ ἐδάφους.