Τρίτη, 16 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:49
Δύση: 20:02
Σελ. 8 ημ.
107-259
16ος χρόνος, 5904η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΖΑΧΑΡΙΑΣ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10 (Ι)


 
 

ΚΕΦΑΛΑΙΑ


 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΑΙΤΕΙΣΘΕ παρὰ Κυρίου ὑετὸν καθ᾿ ὥραν πρώϊμον καὶ ὄψιμον· Κύριος ἐποίησε φαντασίας, καὶ ὑετὸν χειμερινὸν δώσει αὐτοῖς, ἑκάστῳ βοτάνην ἐν ἀγρῷ. 1 Παρακαλείτε τον Θεόν και ζητείτε από αυτόν, να σας δώση εις την κατάλληλον εποχήν την βροχήν, την πρώϊμον και την όψιμον. Ο Κυριος πραγματοποιεί λαμπρά γεγονότα στον ουρανόν, τας αστραπάς, δίδει δε στους ανθρώπους τας χειμερινάς βροχάς, ώστε να ποτίζωνται τα φυτά όλων των αγρών. 1 Ζητήσατε διὰ τῆς προσευχῆς ἀπὸ τὸν Κύριον νὰ σᾶς στείλῃ εἰς τὴν κατάλληλον ὥραν βροχὴν πρώϊμον «κατὰ τὸ φθινόπωρον» καὶ ὄψιμον «κατὰ τὴν ἄνοιξιν». Ὁ παντοδύναμος Κύριος ποιεῖ ἀφάνταστα, ἐκπληκτικὰ γεγονότα, τὶς ἀστραπές, καὶ δίδει εἰς τοὺς ἀνθρώπους πλουσίαν χειμερινὴν βροχήν, μὲ τὴν ὁποίαν ποτίζονται τὰ χόρτα καὶ τὰ φυτὰ τῶν ἀγρῶν.
2 διότι οἱ ἀποφθεγγόμενοι ἐλάλησαν κόπους, καὶ οἱ μάντεις ὁράσεις ψευδεῖς, καὶ τὰ ἐνύπνια ψευδῆ ἐλάλουν, μάταια παρεκάλουν· διὰ τοῦτο ἐξηράνθησαν ὡς πρόβατα καὶ ἐκακώθησαν, διότι οὐκ ἦν ἴασις. 2 Αντιθέτως οι εν ονόματι των ειδώλων ομιλούντες προεκάλουν καταστροφάς. Οι μάντεις αυτών εψεύδοντο, όταν ελεγαν ότι βλέπουν οράσεις. Τα δήθεν αποκαλυπτικά ενύπνια, περί των οποίων ωμιλούσαν, ήσαν ψευδή. Ματαίως δε παρεκάλουν τα είδωλα εις βοήθειαν. Αυτοί και ο λαός δια την ειδωλολατρείαν των εστερήθησαν των πάντων. Εξηράνθησαν ως πρόβατα, που δεν έχουν βοσκήν, εταλαιπωρήθησαν, διότι από πουθενά δεν υπήρξε θεραπεία. 2 Ἐνῷ ἀντιθέτως, ὅσοι ὠμιλοῦσαν ἐν ὀνόματι τῶν εἰδώλων, οἱ ψευδοπροφῆται, ἐπροκαλοῦσαν καταστροφές. Καὶ οἱ ψευδολόγοι μάντεις των ἐψεύδοντο, ὅταν ἐπέμεναν ὅτι ἔβλεπαν ὁράσεις. Τὰ δῆθεν θεῖα καὶ ἀποκαλυπτικὰ ἐνύπνια, διὰ τὰ ὁποῖα ὠμιλοῦσαν, ἦσαν ψευδῆ. Μάταια δὲ παρακαλοῦσαν τὰ εἴδωλα διὰ βοήθειαν. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος, διὰ τὸν ὁποῖον ἀντιμετώπισαν στερήσεις· ἐξηράνθησαν ὅπως τὰ πρόβατα, ποὺ δὲν ἔχουν οὔτε νερὸν νὰ πιοῦν οὔτε χορτάρι νὰ βοσκήσουν, καὶ ἐταλαιπωρήθησαν εἰς τὴν Βαβυλῶνα ὡς ἐξόριστοι καὶ αἰχμάλωτοι, διότι ἔμειναν ἀποίμαντοι καὶ διότι δὲν ὑπῆρχε τρόπος θεραπείας τῶν κακουχιῶν των.
3 ἐπὶ τοὺς ποιμένας παρωξύνθη ὁ θυμός μου, καὶ ἐπὶ τοὺς ἀμνοὺς ἐπισκέψομαι· καὶ ἐπισκέψεται Κύριος ὁ Θεὸς ὁ παντοκράτωρ τὸ ποίμνιον αὐτοῦ τὸν οἶκον ᾿Ιούδα καὶ τάξει αὐτοὺς ὡς ἵππον εὐπρεπῆ αὐτοῦ ἐν πολέμῳ. 3 Εναντίον των κακών ποιμένων εξηρεθίσθη η οργή μου, θα επισκεφθώ όμως και θα επιβλέψω τα πρόβατα. Ο Κυριος ο Θεός ο παντοκράτωρ, θα επισκεφθή το ποίμνιόν του, τον λαόν της φυλής Ιούδα. Θα αναδείξη και θα χρησιμοποιήση αυτούς ως ωραιότατον πολεμικόν ίππον. 3 Ἐναντίον τῶν πονηρῶν καὶ ἀστόργων ποιμένων ἄναψε ὁ θυμός μου εἰς τὸν ὕψιστον βαθμόν, θὰ ἐπισκεφθῶ ὅμως τὰ ἥμερα καὶ ἄκακα πρόβατά μου. Ὁ παντοκράτωρ Κύριος καὶ Θεὸς θὰ ἐπισκεφθῇ τὸ λογικὸν ποίμνιόν του, τὸν Ἰουδαϊκὸν λαὸν θὰ ἀναδείξῃ δὲ αὐτοὺς καὶ θὰ τοὺς καταστήσῃ ὡς ἵππον εὐπρεπῆ καὶ πολεμικώτατον.
4 καὶ ἀπ᾿ αὐτοῦ ἐπέβλεψε καὶ ἐξ αὐτοῦ ἔταξε, καὶ ἀπ᾿ αὐτοῦ τόξον ἐν θυμῷ· ἀπ᾿ αὐτοῦ ἐξελεύσεται πᾶς ὁ ἐξελαύνων ἐν τῷ αὐτῷ. 4 Εις τον λαόν Ιούδα έτρεψεν ευμενώς το βλέμμα του. Από αυτόν συνέταξε δυνάμεις εις μάχας, από αυτόν εξέλεξε τολμηρούς και επιτηδείους τοξότας, από τον λαόν αυτόν θα εξέρχεται ο εκάστοτε αρχηγός του στρατού των, ο οποίος και θα ηγείται όχι μισθοφόρων, άλλα στρατού Ιουδαίων. 4 Εἰς τὸν Ἰουδαϊκὸν λαὸν ἔστρεψε καὶ προσήλωσε μὲ ἀγαθὴν διάθεσιν τὸ βλέμμα Του καὶ ἀπὸ αὐτὸν συνέταξεν στρατιωτικὴν δύναμιν καὶ παρέταξεν εἰς μάχην γενναίους ἄνδρας, ἀπὸ αὐτὸν δὲ ἐστρατολόγησε τολμηροὺς καὶ γενναίους τοξότας. Ἀπὸ τὸν λαὸν αὐτὸν ἐπίσης θὰ προέρχεται ὁ ἑκάστοτε στρατηγός, ὁ ὁποῖος θὰ εἶναι ἐπικεφαλῆς στρατοῦ Ἰουδαϊκοῦ καὶ ὄχι μισθοφορικοῦ.
5 καὶ ἔσονται ὡς μαχηταὶ πατοῦντες πηλὸν ἐν ταῖς ὁδοῖς ἐν πολέμῳ καὶ παρατάξονται, διότι Κύριος μετ᾿ αὐτῶν, καὶ καταισχυνθήσονται ἀναβάται ἵππων. 5 Οι άνδρες του θα είναι ως ηρωϊκοί εμπειροπόλεμοι μαχηταί, οι οποίοι θα πατούν τους εχθρούς των, όπως την λάσπην των δρόμων. Θα παραταχθούν ανδρείως εις μάχην, διότι ο Κυριος ο Θεός θα είναι μαζή των. Εμπρός εις την ορμητικότητά των θα κατεντροπιασθή και θα κατεξευτελισθή το εχθρικάν ιππικόν. 5 Οἱ στρατιῶται του θὰ εἶναι γενναῖοι πολεμισταί, οἱ ὁποῖοι θὰ συμπατοῦν τοὺς ἐχθρούς των, ὅπως πατοῦν τὴν λάσπην τῶν δρόμων, θὰ παραταχθοῦν εἰς μάχην μὲ φρόνημα ἠρωϊκόν, διότι ὁ Κύριος θὰ εἶναι μαζί των ἡγούμενος τοῦ στρατοῦ, ἐμπρὸς δὲ εἰς τὴν ὁρμήν των τὸ ἐχθρικὸν ἱππικὸν θὰ κατεντροπιασθῇ καὶ θὰ κυριευθῇ ἀπὸ σύγχυσιν καὶ πανικόν.
6 καὶ κατισχύσω τὸν οἶκον ᾿Ιούδα καὶ τὸν οἶκον ᾿Ιωσὴφ σώσω καὶ κατοικιῶ αὐτούς, ὅτι ἠγάπησα αὐτούς, καὶ ἔσονται ὃν τρόπον οὐκ ἀπεστρεψάμην αὐτούς· διότι ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς αὐτῶν καὶ ἐπακούσομαι αὐτοῖς. 6 Εγώ θα ενισχύσω τους Ιουδαίους και θα σώσω τους Ισραηλίτας, θα τους εγκαταστήσω ασφαλείς και ειρηνικούς, διότι τους ηγάπησα. Θα είναι αυτοί δι' εμέ, όπως ήσαν, πριν αποστρέψω το πρόσωπόν μου από αυτούς δια τας αμαρτίας των. Διότι εγώ είμαι Κυριος ο Θεός των και εγώ θα κάμω δεκτάς τας πρσσευχάς των. 6 Θὰ ἐνδυναμώσω τοὺς Ἰουδαίους καὶ θὰ σώσω τοὺς Ἰσραηλίτες, θὰ τοὺς ἐγκαταστήσω δὲ εἰς τὴν γῆν τῶν πατέρων των μὲ ἀσφάλειαν καὶ εἰρήνην, διότι τοὺς ἀγάπησα· καὶ θὰ εἶναι πλέον εἰς Ἐμέ, ὅπως ἦσαν προτοῦ νὰ τοὺς ἐγκαταλείψω καὶ ἀποστρέψω τὸ πρόσωπόν μου ἀπὸ αὐτούς. Διότι ἐγὼ εἶμαι Κύριος ὁ Θεός των καὶ θὰ κάμω δεκτὲς τὶς δεήσεις καὶ ἰκεσίες των.
7 καὶ ἔσονται ὡς μαχηταὶ τοῦ ᾿Εφραίμ, καὶ χαρήσεται ἡ καρδία αὐτῶν ὡς ἐν οἴνῳ· καὶ τὰ τέκνα αὐτῶν ὄψονται καὶ εὐφρανθήσονται, καὶ χαρεῖται ἡ καρδία αὐτῶν ἐπὶ τῷ Κυρίῳ. 7 Θα είναι πάντοτε ισχυροί και ηρωϊκοί πολεμισταί, όπως της φυλής Εφραίμ, και η καρδία των θα είναι χαρούμενη ωσάν των ανθρώπων, εκείνων, οι οποίοι πίνουν εν μέτρω οίνον. Τα παιδιά των θα ιδούν τα ηρωϊκά έργα των πατέρων των και θα ευφρανθούν· θα χαρή η καρδία των εν Κυρίω. 7 Θὰ εἶναι ἰσχυροί, γενναῖοι καὶ τολμηροὶ πολεμισταί, ὅπως εἶναι οἱ ἄνδρες τῆς φυλῆς Ἐφραίμ, ἡ δὲ καρδιά των θὰ εἶναι ἀμέριμνη καὶ πλημμυρισμένη ἀπὸ εὐφροσύνην, ὅπως εἶναι ἡ καρδιὰ ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι πίνουν «ἐν μέτρῳ» κρασί. Τὰ παιδιά των θὰ ἰδοῦν τὰ κατορθώματα καὶ τὴν εὐτυχίαν τῶν γονέων των καὶ θὰ εὐφρανθοῦν καὶ αὐτά. Ἡ δὲ καρδιά των θὰ χαρῇ διὰ τὴν σωτήριον ἐπέμβασιν, προστασίαν καὶ εὐλογίαν τοῦ Κυρίου.
8 σημανῶ αὐτοῖς καὶ εἰσδέξομαι αὐτούς, διότι λυτρώσομαι αὐτούς, καὶ πληθυνθήσονται καθότι ἦσαν πολλοί. 8 Θα δώσω σημείον εις αυτούς επιστροφής από την αι χμαλωσίαν και θα τους υποδεχθώ εγώ εκ την πατρίδα των, διότι εγώ θα τους ελευθερώσω από την δουλείαν των, θα πληθυνθούν δε και θα αυξηθούν, θα γίνουν πολλοί, όπως ήσαν και προηγουμένως, 8 Θὰ δώσω εἰς αὐτοὺς σημεῖον ἐπιστροφῆς καὶ συγκεντρώσεως ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσίαν καὶ θὰ τοὺς δεχθῶ εἰς τὴν πατρίδα των, διότι θὰ τοὺς ἐλευθερώσω ἀπὸ τὴν δουλείαν. Καὶ ἀφοῦ δεχθοῦν τὴν εὐλογίαν τῆς πολυγονίας, θὰ αὐξηθοῦν εἰς πλῆθος πολὺ τόσον, ὅσον ἦσαν καὶ προηγουμένως «ἢ κατ’ ἄλλην ἑρμηνείαν: Καὶ θὰ πολλαπλασιάζωνται ἀκατάπαυστα».
9 καὶ σπερῶ αὐτοὺς ἐν λαοῖς, καὶ οἱ μακρὰν μνησθήσονταί μου, ἐκθρέψουσι τὰ τέκνα αὐτῶν καὶ ἐπιστρέψουσι. 9 Τους διεσκόρπισα μεταξύ των λαών. Αλλά εις τας μακρυνάς αυτάς χώρας, αυτοί που ήσαν και ψυχικώς μακράν από εμέ, με ενεθυμήθησαν. Ανέθρεψαν τα τέκνα των με ευσέβειαν και επέστρεψαν στον τόπον των. 9 Τοὺς διέσπειρα καὶ τοὺς διεσκόρπισα μεταξὺ τῶν διαφόρων λαῶν ἐν τούτοις εἰς τὶς μακρινὲς αὐτές χῶρες μὲ ἐνεθυμήθησαν καὶ ἀνέθρεψαν τὰ τέκνα των μὲ εὐσέβειαν καὶ φόβον Θεοῦ καὶ ἐπέστρεψαν εἰς τὴν πατρίδα των.
10 καὶ ἐπιστρέψω αὐτοὺς ἐκ γῆς Αἰγύπτου καὶ ἐξ ᾿Ασσυρίων εἰσδέξομαι αὐτούς, καὶ εἰς τὴν Γαλααδῖτιν καὶ εἰς τὸν Λίβανον εἰσάξω αὐτούς, καὶ οὐ μὴ ὑπολειφθῇ ἐξ αὐτῶν οὐδὲ εἷς· 10 Είπα· θα επαναφέρω αυτούς, όπως άλλοτε από την χώραν τη Αιγύπτου, και τώρα από την χώραν των Ασσυρίων θα υποδεχθώ αυτούς. Θα τους εγκαταστήσω εις την χώραν Γαλαάδ, στον Λιβανον. Κανείς από αυτούς δεν θα μείνη εις την χώραν της εξορίας. 10 Θὰ τοὺς φέρω πάλιν πίσω, ὅπως παλαιότερα ἀπὸ τὴν χώραν τῆς Αἰγύπτου, καὶ θὰ τοὺς δεχθῶ τώρα ἀπὸ τὴν χώραν τῶν Ἀσσυρίων. Θὰ τοὺς ὁδηγήσω καὶ θὰ τοὺς ἐγκαταστήσω εἰς τὴν πολὺ εὔφορον καὶ καρποφόρον περιοχὴν Γαλαὰδ καὶ εἰς τὸν κατάφυτον ἀπὸ δάση Λίβανον κανεὶς δὲ ἀπὸ αὐτοὺς δὲν θὰ ἀπομείνῃ πλέον εἰς τὴν ἐξορίαν.
11 καὶ διελεύσονται ἐν θαλάσσῃ στενῇ καὶ πατάξουσιν ἐν θαλάσσῃ κύματα, καὶ ξηρανθήσεται πάντα τὰ βάθη ποταμῶν, καὶ ἀφαιρεθήσεται πᾶσα ὕβρις ᾿Ασσυρίων, καὶ σκῆπτρον Αἰγύπτου περιαιρεθήσεται. 11 Οι επιστρέφοντες θα περάσουν στενήν θάλασσαν, όπως οι πρόγονοί των την Ερυθράν θα κτυπήσουν τα κύματά της. Οι ποταμοί θα ξηρανθούν εις όλον αυτών το βάθος. Ετσι δε η έπαρσις και η υπερηφάνεια των Ασσυρίων θα ταπεινωθούν, και το σκήπτρον της αιγυπτιακής κυριαρχίας θα αφαιρεθή. 11 Αὐτοὶ ποὺ ἐπιστρέφουν εἰς τὴν πατρίδα των, θὰ περάσουν ἀπὸ πολλὲς θλίψεις καὶ στενοχώριες καὶ θὰ ἀντιμετωπίσουν μεγάλους κινδύνους καὶ πειρασμούς: Θὰ διέλθουν ἀπὸ θάλασσαν στενήν, ἀλλὰ θὰ κτυπήσουν τὰ κύματά της, τὰ ὁποῖα καὶ θὰ ὑποχωρήσουν ἐπίσης οἱ βαθεῖς ποταμοὶ θὰ στεγνώσουν καὶ θὰ ξεραθοῦν. Τοιουτοτρόπως ὁ ἐγωϊσμὸς καὶ ἡ ὑπερηφάνεια τῶν Ἀσσυρίων θὰ ταπεινωθοῦν, καὶ τὸ βασιλικὸν σκῆπτρον τῆς ἰσχυρᾶς Αἰγυπτιακῆς ἡγεμονίας θὰ ἀφαιρεθῇ.
12 καὶ κατισχύσω αὐτοὺς ἐν Κυρίῳ Θεῷ αὐτῶν, καὶ ἐν τῷ ὀνόματι αὐτοῦ κατακαυχήσονται, λέγει Κύριος. 12 Εγώ θα τους ενισχύσω με την δύναμίν μου. ως Κυριος και Θεός των, λέγει Κυριος ο παντοκράτωρ, και στο όνομά μου αυτοί θα καυχώνται με ενθουσιασμόν. 12 Ἐγὼ δὲ θὰ τοὺς ἐνδυναμώσω ὡς Κύριος καὶ Θεὸς ἰδικός των, ὁπότε αὐτοὶ θὰ καταστοῦν διάσημοι διὰ τῆς ἰδικῆς μου βοηθείας καὶ εἰς τὸ ὄνομά μου θὰ καυχῶνται, λέγει ὁ παντοκράτωρ Κύριος.