Παρασκευή, 29 Μαρτίου 2024
Ανατ: 06:15
Δύση: 18:46
Σελ. 20 ημ.
89-277
16ος χρόνος, 5886η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΕΞΟΔΟΣ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 38 (ΛΗ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΚΑΙ ἐποίησε Βεσελεὴλ τὴν κιβωτόν. 1 Ο Βεσελεήλ κατεσκεύασεν ακόμη και την Κιβωτόν του Μαρτυρίου. 1 Κατεσκεύασεν ὁ Βεσελεὴλ καὶ τὴν Κιβωτὸν τῆς Διαθήκης.
2 καὶ κατεχρύσωσεν αὐτὴν χρυσίῳ καθαρῷ ἔσωθεν καὶ ἔξωθεν. 2 Την επεχρύσωσεν εσωτερικώς και εξωτερικώς με καθαρόν χρυσόν. 2 Τὴν ἐσκέπασε δὲ μὲ πολὺ καθαρὸ χρυσάφι ἀπὸ μέσα καὶ ἀπὸ ἔξω.
3 καὶ ἐχώνευσεν αὐτῇ τέσσαρας δακτυλίους χρυσοῦς, δύο ἐπὶ τὸ κλίτος τὸ ἓν καὶ δύο ἐπὶ τὸ κλίτος τὸ δεύτερον, 3 Κατεσκεύασεν στο χυτήριον και ετοποθέτησεν εις αυτήν τέσσαρας χρυσούς δακτυλίους, δύο εις την μίαν πλευράν και δύο εις την άλλην, 3 Κατεσκεύασε δὲ δι’ αὐτὴν εἰς τὸ χυτήριον χωνευτοὺς τέσσαρας κρίκους χρυσοῦς, δύο εἰς τὴν μίαν πλευράν της καὶ δύο εἰς τὴν ἄλλην πλευράν.
4 εὐρεῖς τοῖς διωστῆρσιν ὥστε αἴρειν αὐτὴν ἐν αὐτοῖς. 4 ευρείς, ώστε να εισέρχωνται ευκόλως οι αναφορείς δια την άρσιν και μεταφοράν αυτής. 4 Οἱ κρίκοι ἦσαν εὐρύχωροι, ὥστε να περνοῦν μέσα ἀπὸ αὐτοὺς τὰ κοντάρια, διὰ να σηκώνουν καὶ μεταφέρουν μὲ αὐτὰ ἀπὸ τόπου εἰς τόπον τὴν Κιβωτόν
5 καὶ ἐποίησε τὸ ἱλαστήριον ἐπάνωθεν τῆς κιβωτοῦ ἐκ χρυσίου καθαροῦ 5 Επάνω εις την Κιβωτόν κατεσκεύασε το ιλαστήριον από καθαρόν χρυσόν, 5 Ἔφτιαξεν ἀπὸ καθαρὸ χρυσάφι καὶ τὸ κάλυμμα, ποὺ ἐσκέπαζεν ἀπὸ ἐπάνω τὴν Κιβωτὸν καὶ ἐλέγετο «ἱλαστήριον».
6 καὶ τοὺς δύο Χερουβὶμ χρυσοῦς, 6 και τα δύο χρυσά Χερουβίμ. 6 Ἔκαμε καὶ ἔβαλεν ἐπάνω εἰς τὸ κάλυμμα αὐτὸ καὶ δύο Χερουβὶμ ἀπὸ χρυσάφι.
7 Χεροὺβ ἕνα ἐπί τὸ ἄκρον τοῦ ἱλαστηρίου τὸ ἓν καὶ Χεροὺβ ἕνα ἐπὶ τὸ ἄκρον τοῦ ἱλαστηρίου τὸ δεύτερον, 7 Ενα Χερουβίμ στο ένα άκρον του ιλαστηρίου και άλλο Χερουβίμ στο άλλο άκρον, 7 Τὸ ἕνα Χεροὺβ ἐτοποθετήθη εἰς τὴν μίαν ἄκρην τοῦ ἰλαστηρίου καὶ τὸ ἄλλο εἰς τὴν ἄλλην ἄκρην τοῦ ἱλαστηρίου.
8 σκιάζοντα ταῖς πτέρυξιν αὐτῶν ἐπὶ τὸ ἱλαστήριον. 8 τα οποία με τας πτέρυγας αυτών σκιάζουν το ιλαστήριον. 8 Ἦσαν δὲ ἔτσι τοποθετημένα, ὥστε μὲ τὰ ἀνοικτὰ πτερά των ἐσκέπαζαν καὶ ἔρριχναν τὴν σκιάν των ἐπάνω εἰς τὸ ἱλαστήριον.
9 Καὶ ἐποίησε τὴν τράπεζαν τὴν προκειμένην ἐκ χρυσίου καθαροῦ· 9 Κατεσκεύασε την τράπεζαν της Προθέσεως από καθαρόν χρυσόν. 9 Κατεσκεύασεν ἐπίσης ὁ Βεσελεὴλ καὶ τὴν Τράπεζαν, ποὺ εὑρίσκετο ἐμπρὸς ἀπὸ τὴν Κιβωτόν, διὰ να τοποθετοῦνται ἐπάνω της οἱ δώδεκα ἄρτοι τῆς προθέσεως. Τὴν κατεσκεύασε δὲ μὲ καθαρὸ χρυσάφι.
10 καὶ ἐχώνευσεν αὐτῇ τέσσαρας δακτυλίους, δύο ἐπὶ τοῦ κλίτους τοῦ ἑνὸς καὶ δύο ἐπὶ τοῦ κλίτους τοῦ δευτέρου, εὐρεῖς ὥστε αἴρειν τοῖς διωστῆρσιν ἐν αὐτοῖς. 10 Εις το χυτήριον κατασκεύασε τέσσαρες δακτυλίους και προσήρμοσε δύο επί της μιας πλευράς και δύο επί της άλλης, ευρείς, ώστε να διέρχωνται εντός αυτών οι αναφορείς δια την άρσιν και μεταφορών αυτής. 10 Καὶ ἔκαμεν εἰς τὸ χυτήριον χωνευτοὺς εἰς τὴν τράπεζαν τέσσαρας κρίκους, δύο εἰς τὴν μίαν πλευρὰν καὶ δύο εἰς τὴν ἄλλην πλευράν. Οἱ κρίκοι ἔγιναν εὐρύχωροι, ὥστε νὰ περνοῦν μέσα ἀπὸ αὐτοὺς τὰ κοντάρια, μὲ τὰ ὁποῖα ἐσήκωναν καὶ μετέφεραν ἀπὸ τόπου εἰς τόπον τὴν Τράπεζαν.
11 καὶ τοὺς διωστῆρας τῆς κιβωτοῦ καὶ τῆς τραπέζης ἐποίησε καὶ κατεχρύσωσεν αὐτοὺς χρυσίῳ. 11 Κατεσκεύασε τους αναφορείς της Κιβωτού και τους αναφορείς της Τραπέζης, τους οποίους και επεχρύσωσε. 11 Ἔκαμε δὲ τὰ κοντάρια καὶ τῆς Κιβωτοῦ καὶ τῆς Τραπέζης ἀπὸ ξύλα ποὺ δεν σαπίζουν καὶ τὰ ἐσκέπασε μὲ πολὺ χρυσάφι.
12 καὶ ἐποίησε τὰ σκεύη τῆς τραπέζης, τά τε τρυβλία καὶ τὰς θυΐσκας καὶ τοὺς κυάθους καὶ τὰ σπονδεῖα, ἐν οἷς σπείσει ἐν αὐτοῖς, χρυσᾶ. 12 Κατεσκεύασε τα σκεύη της Τραπέζης, τα πινάκια, τας λιβανοθήκας, τα ποτήρια και τα άλλα ποτήρια δια τας σπονδάς του οίνου, που θα προσέφεραν οι ιερείς, όλα χρυσά. 12 Κατεσκεύασεν ἐπίσης καὶ τὰ ἀπαραίτητα σκεύη τῆς Τραπέζης., δηλαδὴ τὰ πιάτα καὶ τὰ κύπελλα καὶ τὰ ποτήρια καὶ τὰ ἀγγεῖα, μὲ τὰ ὁποῖα Θὰ ἐγίνοντο αἱ σπονδαὶ τοῦ οἴνου. Ὅλα ἔγιναν μὲ χρυσάφι.
13 Καὶ ἐποίησε τὴν λυχνίαν, ἣ φωτίζει, χρυσῆν, 13 Κατεσκεύασε την επτάφωτον λυχνίαν, η οποία φωτίζει, χρυσήν, στερεάν· 13 Κατεσκεύασεν ἐπίσης μὲ χρυσάφι καὶ τὴν λυχνίαν, ἡ ὁποία ἐφώτιζε συνεχῶς.
14 στερεὰν τὸν καυλόν, καὶ τοὺς καλαμίσκους ἐξ ἀμφοτέρων τῶν μερῶν αὐτῆς· 14 έκαμε τον κεντρικόν στύλον και τους πλαγίους βραχίονας εκατέρωθεν του κεντρικού στύλου. 14 Ἡ λυχνία ἦτο ἕνα σῶμα στερεόν. Εἶχε τὸν κεντρικὸν κορμὸν καὶ τοὺς βραχίονας δεξιὰ καὶ ἀριστερά του.
15 ἐκ τῶν καλαμίσκων αὐτῆς οἱ βλαστοὶ ἐξέχοντες, τρεῖς ἐκ τούτου, καὶ τρεῖς ἐκ τούτου, ἐξισούμενοι ἀλλήλοις· 15 Οι βραχίονες ανήρχοντο ως βλαστοί πλαγίως και άνω, τρεις από το ένα μέρος και τρεις από το άλλο, καταλήγοντες στο αυτό ύψος μεταξύ των. 15 Ἀπὸ τοὺς βραχίονας τῆς λυχνίας ἐσχηματίζοντο τρία κλαδιὰ ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος καὶ τρία κλαδιὰ ἀπὸ τὸ ἄλλο, ποὺ εἶχαν τὰς ἰδίας ἀναλογίας καὶ ἦσαν ἴσα μεταξύ των.
16 καὶ τὰ λαμπάδια αὐτῶν, ἅ ἐστιν ἐπὶ τῶν ἄκρων, καρυωτὰ ἐξ αὐτῶν· καὶ τὰ ἐνθέμια ἐξ αὐτῶν, ἵνα ὦσιν οἱ λύχνοι ἐπ᾿ αὐτῶν, καὶ τὸ ἐνθέμιον τὸ ἕβδομον, τὸ ἐπ᾿ ἄκρου τοῦ λαμπαδίου, ἐπὶ τῆς κορυφῆς ἄνωθεν, στερεὸν ὅλον χρυσοῦν· 16 Εις τα άνω άκρα αυτών υπήρχον ανοικτά εις σχήμα καρύου τα λαμπάδια. Εις τα λαμπάδια αυτά υπήρχον υποδοχαί, εντός των οποίων ετίθεντο οι λύχνοι του ελαίου. Η εβδόμη υποδοχή ευρίσκετο στο άκρον του λαμπαδίου άνω εις την κορυφήν. Η λυχνία αυτή είναι στερεά και εξ ολοκλήρου χρυσή. 16 Οἱ δὲ λυχνοστάται ποὺ εὑρίσκοντο εἰς τὰ ἄκρα τῶν κλαδιῶν, ἦσαν σὰν καρύδια καὶ ἀποτελοῦσαν ἕνα σῶμα μὲ τὰ κλαδιά. Καὶ αἱ ὑποδοχαὶ ποὺ ὑπῆρχαν εἰς τοὺς λυχνοστάτας καὶ ἐχρησίμευαν διὰ νὰ κρατοῦν τὰ λυχνάρια, ἀποτελοῦσαν ἐπίσης ἕνα σῶμα μὲ τὰ ὑπόλοιπα τμήματα τῆς λυχνίας. Καὶ ἡ ἑβδόμη ἐπίσης ὑποδοχή, ποὺ ἦτο εἰς τὸ ἄκρον τοῦ λυχνοστάτου ἐπάνω ἀπὸ τὴν κορυφὴν τοῦ κεντρικοῦ κορμοῦ τῆς λυχνίας, ἦτο ὁλόχρυση καὶ στερεά, ἠνωμένη μὲ τὴν ὅλην λυχνίαν.
17 καὶ ἑπτὰ λύχνους ἐπ᾿ αὐτῆς χρυσοῦς καὶ τὰς λαβίδας αὐτῆς χρυσᾶς καὶ τὰς ἐπαρυστρίδας αὐτῶν χρυσᾶς. (Κεφ. ΛΣΤ´ 34-36) 17 Επάνω εις αυτήν την λυχνίαν υπήρχον επτά λύχνοι χρυσοί, όπως επίσης χρυσαί ήσαν οι λαβίδες και χρυσοί οι ελαιοχύται (τα λαδικά). 17 Κατεσκεύασεν ἐπὶ πλέον εἰς τὴν λυχνίαν καὶ ἑπτὰ χρυσὰ λυχνάρια. Ἀπὸ χρυσάφι ἐπίσης ἔφτιαξε καὶ τὰς τσιμπίδας της, ὅπως χρυσᾶ ἔγιναν καὶ τὰ δοχεῖα μὲ τὰ ὁποῖα ἔβαζαν λάδι εἰς τὴν λυχνίαν.
18 Οὗτος περιηργύρωσε τοὺς στύλους καὶ ἐχώνευσε τῷ στύλῳ δακτυλίους χρυσοῦς καὶ ἐχρύσωσε τοὺς μοχλοὺς χρυσίῳ καὶ κατεχρύσωσε τοὺς στύλους τοῦ καταπετάσματος χρυσίῳ καὶ ἐποίησε τὰς ἀγκύλας χρυσᾶς. 18 Ο Βεσελεήλ ούτος επηργύρωσε τους στύλους της Σκηνής και δι' έκαστον στύλον έκαμε χυτούς και προσήρμοσε χρυσούς δακτυλίους. Επεχρύσωσε τους μοχλούς, επεχρύσωσε τους στύλους του παραπετάσματος και κατεσκεύασε χρυσά τα άγκιστρα. 18 Ὁ Βεσελεὴλ ἐπίσης ἐκάλυψεν ὁλόγυρα μὲ ἀσῆμι τοὺς στύλους τῆς Σκηνῆς καὶ ἔφτιαξεν εἰς τὸ χυτήριον χωνευτοὺς εἰς κάθε στῦλον κρίκους χρυσοῦς. Ἐσκέπασε δὲ μὲ χρυσάφι καὶ τὰ ραβδιά, ποὺ ἐπερνοῦσαν ἀπὸ τοὺς κρίκους καὶ ἐχρησίμευαν διὰ νὰ κρέμεται τὸ Καταπέτασμα. Ἐκάλυψεν ἐπίσης μὲ πολὺ χρυσάφι καὶ τοὺς στύλους, ποὺ ἐβάσταζαν τὸ Καταπέτασμα καὶ ἔκαμε χρυσοὺς καὶ τοὺς γάντζους τῶν στύλων αὐτῶν.
19 οὗτος ἐποίησε καὶ τοὺς κρίκους τῆς σκηνῆς χρυσοῦς καὶ τοὺς κρίκους τῆς αὐλῆς καὶ κρίκους εἰς τὸ ἐκτείνειν τὸ κατακάλυμμα ἄνωθεν χαλκοῦς. 19 Αυτός επίσης κατεσκεύασε χρυσούς τους κρίκους της Σκηνής και χαλκούς τους κρίκους της αυλής και τους κρίκους, δια των οποίων απλώνεται το επάνω σκέπασμα της Σκηνής. 19 Αὐτὸς ἔκαμε καὶ τοὺς χρυσοῦς κρίκους τῆς Σκηνῆς καὶ τοὺς χαλκίνους κρίκους τῆς αὐλῆς της, καθὼς καὶ τοὺς ἄλλους χαλκίνους κρίκους, ποὺ ἐχρησίμευαν διὰ νὰ κρεμοῦν ἀπὸ αὐτοὺς καὶ νὰ τεντώνουν τὸ ἐξωτερικὸν κάλυμμα ἐπάνω ἀπὸ τὴν Σκηνήν.
20 οὗτος ἐχώνευσε τὰς κεφαλίδας τὰς ἀργυρᾶς τῆς σκηνῆς καὶ τὰς κεφαλίδας τὰς χαλκᾶς τῆς θύρας τῆς σκηνῆς καὶ τὴν πύλην τῆς αὐλῆςκαὶ ἀγκύλας ἐποίησε τοῖς στύλοις ἀργυρᾶς ἐπὶ τῶν στύλων· οὗτος περιηργύρωσεν αὐτάς. (Κεφ. ΛΗ´ 20) 20 Αυτός κατεσκεύασεν εις χυτήριον τα αργυρά κιονόκρανα των στύλων της Σκηνής και τα χαλκά κιονόκρανα των στύλων της θύρας της Σκηνής, της θύρας της αυλής και τα αργυρά άγκιστρα επί των στύλων. Αυτός τα επαργύρωσε. 20 Ὁ ἴδιος ἔκαμεν εἰς τὸ χυτήριον κιονόκρανα ἀπὸ ἀσῆμι χωνευτὰ εἰς τοὺς στύλους, ποὺ ἦσαν μέσα εἰς τὴν Σκηνήν. Ἔφτιαξεν ἐπίσης καὶ τὰ χάλκινα κιονόκρανα εἰς τοὺς στύλους τῆς πύλης τῆς Σκηνῆς καὶ εἰς τὴν πύλην τῆς αὐλῆς. Διὰ δὲ τοὺς στύλους των ἔκαμε καὶ γάντζους ἀπὸ ἀσῆμι ποὺ τοὺς ἐστερέωσεν ἐπάνω των καὶ τοὺς ἐσκέπασε μὲ ἀσῆμι.
21 οὗτος ἐποίησε τοὺς πασσάλους τῆς σκηνῆς καὶ τοὺς πασσάλους τῆς αὐλῆς χαλκοῦς. 21 Αυτός κατεσκεύασε τους πασσάλους της Σκηνής και τους πασσάλους της αυλής χαλκούς. 21 Ὁ ἴδιος ἔκαμε καὶ τοὺς πασσάλους, ποὺ ἐστερέωναν τοὺς στύλους τῆς Σκηνῆς καὶ τοὺς πασσάλους τῆς αὐλῆς της. Τοὺς ἔκαμε δὲ ἀπὸ χαλκόν.
22 οὗτος ἐποίησε τὸ θυσιαστήριον τὸ χαλκοῦν ἐκ τῶν πυρείων τῶν χαλκῶν, ἃ ἦσαν τοῖς ἀνδράσι τοῖς καταστασιάσασι μετὰ τῆς Κορὲ συναγωγῆς. 22 Αυτός έκαμε το χαλκούν θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων, από τα χαλκά πυροδοχεία, τα οποία ανήκον στους άνδρας, τους επαναστατήσαντας κατά του Μωϋσέως μαζή με την ομάδα του Κορέ. 22 Αὐτὸς κατεσκεύασε καὶ τὸ χάλκινον θυσιαστήριον διὰ τὰς θυσίας τῶν ζώων, ποὺ ἦτο εἰς τὴν αὐλὴν τῆς Σκηνῆς. Ἐχρησιμοποίησε δὲ ὡς ὑλικὸν τὰ χάλκινα πυροδοχεῖα (μαγκάλια), ποὺ ἀνῆκαν εἰς τοὺς ἄνδρας ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι μαζὶ μὲ τοὺς συγγενεῖς καὶ ὀπαδοὺς τοῦ Κορέ ἐπανεστάτησαν ἐναντίον τοῦ Μωϋσέως.
23 οὗτος ἐποίησε πάντα τὰ σκεύη τοῦ θυσιαστηρίου καὶ τὸ πυρεῖον αὐτοῦ καὶ τὴν βάσιν καὶ τὰς φιάλας καὶ τὰς κρεάγρας τὰς χαλκᾶς. 23 Αυτός κατεσκεύασεν όλα τα σκεύη του θυσιαστηρίου, το πυροδοχείον, το βάθρον, τας φιάλας και τας χαλκάς λαβίδας του κρέατος. 23 Ὁ ἴδιος ἔκαμεν ὅλα τὰ σκεύη τοῦ θυσιαστηρίου, δηλαδὴ τὴν ἐσχάραν διὰ τὴν φωτιὰν καὶ τὴν βάσιν καὶ τὰς φιάλας καὶ τὰς χαλκίνας τσιμπίδας διὰ τὰ κρέατα.
24 οὗτος ἐποίησε θυσιαστηρίῳ παράθεμα, ἔργον δικτυωτὸν κάτωθεν τοῦ πυρείου ὑπὸ αὐτὸ ἕως τοῦ ἡμίσους αὐτοῦ, καὶ ἐπέθηκεν αὐτῷ τέσσαρας δακτυλίους ἐκ τῶν τεσσάρων μερῶν τοῦ παραθέματος τοῦ θυσιαστηρίου χαλκοῦς, εὐρεῖς τοῖς μοχλοῖς ὥστε αἴρεν ἐν αὐτοῖς τὸ θυσιαστήριον. (Κεφ. ΛΖ´ 29) 24 Αυτός κατασκεύασε περικάλυμμα δια τας πλευράς του θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων, έργον δικτυωτόν κάτω από την εστίαν του πυρός. Αυτό έφθανε έως το ήμισυ ύψος του θυσιαστηρίου. Εις τας τέσσαρας γωνίας του δικτυωτού αυτού περικαλύμματος έθεσε τέσσαρας χαλκούς δακτυλίους, ευρείς, ώστε ευκόλως να εισέρχονται οι μοχλοί δια την άρσιν και μεταφοράν του θυσιαστηρίου. 24 Ὁ ἴδιος Ἔφτιαξε σὰν συμπλήρωμα γύρω ἀπὸ τὸ θυσιαστήριον καὶ ἕνα κράσπεδον (κιγκλίδωμα) ποὺ ἦτο ἕνα δικτυωτὸν κατασκεύασμα καὶ εὑρίσκετο κάτω ἀπὸ τὴν ἐσχάραν τῆς φωτιᾶς εἰς τὸ κάτω μέρος τοῦ θυσιαστηρίου καὶ ἔφθανε μέχρι τὸ μέσον του. Ἐτοποθέτησε δὲ εἰς τὰς τέσσαρας γωνίας τοῦ κρασπέδου αὐτοῦ, ποὺ ἦτο γύρω ἀπὸ τὸ θυσιαστήριον, τέσσαρας χαλκίνους κρίκους. Αὐτοὶ ἦσαν εὐρύχωροι, ὥστε νὰ περνοῦν μέσα ἀπὸ αὐτοὺς τὰ κοντάρια, μὲ τὰ ὁποῖα ἐσήκωναν καὶ μετέφεραν ἀπὸ τόπου εἰς τόπον τὸ θυσιαστήριον τῶν ὁλοκαυτωμάτων
25 οὗτος ἐποίησε τὸ ἔλαιον τῆς χρίσεως τὸ ἅγιον καὶ τὴν σύνθεσιν τοῦ θυμιάματος, καθαρὸν ἔργον μυρεψοῦ. (Κεφ. ΛΗ´ 8) 25 Αυτός κατεσκεύασε το άγιον έλαιον της χρίσεως, όπως επίσης και το σύνθετον από ευώδεις ύλας θυμίαμα, αγνόν και σπουδαίον έργον αρωματοποιού. 25 Ὁ ἴδιος ἔκαμε καὶ τὸ εἰδικὸ λάδι, ποὺ ἐχρησίμευε διὰ νὰ χρίωνται καὶ ἁγιάζωνται πρόσωπα καὶ σκεύη ἀφιερωμένα εἰς τὸν Θεόν. Ἔκαμε καὶ τὸ μεῖγμα τοῦ θυμιάματος ποὺ ἦτο ἁγνὸν καὶ ἑξαίρετον ἔργον ἀρωματοποιοῦ.
26 οὗτος ἐποίησε τὸν λουτῆρα τὸν χαλκοῦν καὶ τὴν βάσιν αὐτοῦ χαλκῆν ἐκ τῶν κατόπτρων τῶν νηστευσασῶν, αἳ ἐνήστευσαν παρὰ τὰς θύρας τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου, ἐν ᾗ ἡμέρᾳ ἔπηξεν αὐτήν· (Κεφ. Μ´ 30-31) 26 Ο ίδιος κατεσκεύασε τον χαλκούν λουτήρα και την χαλκήν του βάσιν από τα χάλκινα κάτοπτρα των γυναικών, αι οποίαι μάλιστα ενήστευσαν πλησίον εις τας θύρας της Σκηνής του Μαρτυρίου, κατά την ημέραν κατά την οποίαν εστήνετο η Σκηνή. 26 Ὁ Βεσελεὴλ ἔκαμε καὶ τὸν χάλκινον λουτῆρα καθὼς καὶ τὴν χαλκίνην βάσιν του. Ἐχρησιμοποίησε δὲ ὡς ὑλικὸν τοὺς χαλκίνους καθρέπτας, ποὺ ἀνῆκαν εἰς τὰς γυναῖκας, αἱ ὁποῖαι ἐνήστευσαν ἐμπρὸς εἰς τὰς πύλας τῆς Σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου, κατὰ τὴν ἡμέραν ποὺ ἐστήθη ἡ Σκηνή.
27 καὶ ἐποίησε τὸν λουτῆρα, ἵνα νίπτωνται ἐξ αὐτοῦ Μωυσῆς καὶ ᾿Ααρὼν καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ τὰς χεῖρας αὐτῶν καὶ τοὺς πόδας· εἰσπορευομένων αὐτῶν εἰς τὴν σκηνὴν τοῦ μαρτυρίου ἢ ὅταν προσπορεύωνται πρὸς τὸ θυσιαστήριον λειτουργεῖν, ἐνίπτοντο ἐξ αὐτοῦ, καθάπερ συνέταξε Κύριος τῷ Μωυσῇ. 27 Κατεσκεύασε τον λουτήρα, δια να νίπτουν από το ύδωρ αυτού τας χείρας και τους πόδας των ο Μωϋσής, ο Ααρών και οι υιοί του. Αυτοί, όταν εισήρχοντο εις την Σκηνήν του Μαρτυρίου όταν πρασήρχοντο να προσφέρουν θυσίας στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων, ενίπτοντο από το ύδωρ του λουτήρος, όπως είχε διατάξει ο Θεός στον Μωϋσήν. 27 Ἔκαμε δὲ τὸν λουτῆρα, διὰ νὰ πλένουν εἰς αὐτὸν ὁ Μωϋσῆς καὶ ὁ Ἀαρὼν καὶ οἱ υἱοὶ τοῦ Ἀαρὼν τὰ χέρια καὶ τὰ πόδια των. Ὅταν αὐτοὶ εἰσήρχοντο εἰς τὴν Σκηνὴν τοῦ Μαρτυρίου, ἢ ὅταν ἐπλησίαζαν εἰς τὸ θυσιαστήριον, διὰ νὰ ἱερουργήσουν, ἐπλύνοντό με νερὸ ἀπὸ τὸν λουτῆρα, ὅπως ἀκριβῶς διέταξεν ὁ Κύριος τὸν Μωϋσῆν.