Σάββατο, 20 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:43
Δύση: 20:06
Σελ. 12 ημ.
111-255
16ος χρόνος, 5908η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13 (ΙΓ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 Ο ΑΠΤΟΜΕΝΟΣ πίσσης μολυνθήσεται, καὶ ὁ κοινωνῶν ὑπερηφάνῳ ὁμοιωθήσεται αὐτῷ. 1 Εκείνος που εγγίζει την πίσσαν, θα πασαλειφθή με την ακαθαρσίαν της, και εκείνος που συναναστρέφεται με άνθρωπον υπερήφανον, θα γίνη όμοιος με αυτόν. 1 Όποιος ἐγγίσῃ μὲ τὰ δάκτυλά του πίσσαν, θὰ λερωθῇ, καὶ αὐτὸς ποὺ ἔρχεται εἰς στενὴν ἐπικοινωνίαν μὲ ὑπερήφανον, θὰ γίνῃ ὅμοιος μὲ αὐτόν.
2 βάρος ὑπὲρ σὲ μὴ ἄρῃς, καὶ ἰσχυροτέρῳ σου καὶ πλουσιωτέρῳ μὴ κοινώνει. τί κοινωνήσει χύτρα πρὸς λέβητα; αὕτη προσκρούσει, καὶ αὕτη συντριβήσεται. 2 Μη σηκώνης στους ώμους σου βάρος ανώτερον από τας δυνάμεις σου. Με άνθρωπον, που είναι ισχυρότερος και πλουσιώτερος από σέ, μη έχης πολλήν επικοινωνίαν. Ποίαν σχέσιν ημπορεί να έχη μία πηλίνη χύτρα με τον χάλκινον λέβητα; Εάν προσκρούση εις εκείνον, αυτή θα συντριβή. 2 Μὴ σηκώσῃς βάρος ἀνώτερον ἀπὸ τὰς δυνάμεις σου, καὶ μὴ ἔρχεσαι εἰς στενὴν ἐπικοινωνίαν καὶ σχέσιν μὲ δυνατώτερον ἀπὸ σὲ καὶ πλουσιώτερον. Ποία σχέσις ἠμπορεῖ νὰ ὑπάρξῃ μεταξὺ χωματένιας χύτρας καὶ καζανιοῦ χαλκωματένιου: Αὐτὴ θὰ προσκρούει πρὸς αὐτὸ καὶ θὰ συντριβῇ.
3 πλούσιος ἠδίκησε, καὶ αὐτὸς προσενεβριμήσατο· πτωχὸς ἠδίκηται, καὶ αὐτὸς προσδεηθήσεται. 3 Ο πλούσιος αδικεί και έχει το θράσος να μεγαλαυχή και να επιπλήττη. Ο πτωχός αδικείται και όμως ικετεύει και παρακαλεί, ως εάν είναι ένοχος. 3 Ὁ πλούσιος διέπραξε τὴν ἀδικίαν καὶ αὐτὸς ἤρχισε τὰς κραυγὰς καὶ ἀπειλάς, σὰν νὰ ἦτο ὁ ἀδικηθείς· ὁ πτωχὸς εἶναι ὁ ἀδικημένος καὶ αὐτὸς θὰ παρακαλῇ, σὰν νὰ ἠδίκησεν αὐτός.
4 ἐὰν χρησιμεύσῃς, ἐργᾶται ἐν σοί· καὶ ἐὰν ὑστερήσῃς, καταλείψει σε. 4 Εάν συ ο πτωχός είσαι εις κάτι χρήσιμος προς τον πλούσιον, θα σε εκμεταλλευθή. Εάν όμως ευρεθής εις ανάγκην και στέρησιν, αυτός θα σε εγκαταλείψη. 4 Ἐὰν εἶσαι χρήσιμος εἰς τὸν πλούσιον, θὰ σὲ ἐκμεταλλευθῇ μὲ τὸ ἀποδοτικὸν καὶ βαρὺ ἔργον σου· ἐὰν ὅμως θὰ καθυστερῇς καὶ θὰ παύσῃς νὰ τοῦ εἶσαι προσοδοφόρος, θὰ σὲ ἐγκαταλείψῃ.
5 ἐὰν ἔχῃς, συμβιώσεταί σοι καὶ ἀποκενώσει σε, καὶ αὐτὸς οὐ πονέσει. 5 Εάν έχης αγαθά, αυτός υποκριτικώτατα θα σε συναναστρέφεται και θα ζη μαζή σου, μέχρις ότου σου αρπάση τα αγαθά και σε αδειάση εντελώς από αυτά. Δεν θα αισθανθή δε καμμίαν λύπην και στενοχωρίαν δια το κακόν, που σου έκαμε. 5 Ἐὰν ἔχῃς ἀγαθά, θὰ ζήσῃ μαζί σου καὶ θά σὲ ἀποστραγγίσῃ, καὶ ἂν θὰ καταντήσῃς εἰς πλήρη στέρησιν, αὐτὸς δὲν θὰ σὲ λυπηθῇ.
6 χρείαν ἔσχηκέ σου, καὶ ἀποπλανήσει σε καὶ προσγελάσεταί σοι καὶ δώσει σοι ἐλπίδα· λαλήσει σοι καλὰ καὶ ἐρεῖ· τίς ἡ χρεία σου; 6 Οταν έχη την ανάγκην σου, θα προσπαθήση να σε παραπλανήση. Θα φανή φιλομειδής και γελαστός απέναντί σου και θα σου δώση ελπίδα. Θα ομιλήση προς σε με καλά λόγια και θα σου πη, “τι ανάγκην έχεις;” 6 Ἔχει τὴν ἀνάγκην σου; Θὰ σὲ παραπλανήσῃ· ἐπὶ πλέον δὲ θὰ σοῦ μειδιάσῃ καὶ γελαστὸς θὰ σοῦ ἐπιδείξῃ πολλὴν οἰκειότητα καὶ θὰ σοῦ δώσῃ μὲ ὑποσχέσεις πολλὰς ἐλπίδας· θὰ σοῦ ὁμιλήσῃ δὲ μὲ λόγια καλὰ καὶ φιλικὰ καὶ θὰ σοῦ εἴπῃ: Ἀπὸ τί ἔχεις ἀνάγκην;
7 καὶ αἰσχυνεῖ σε ἐν τοῖς βρώμασιν αὐτοῦ, ἕως οὗ ἀποκενώσῃ σε δὶς ἢ τρίς, καὶ ἐπ᾿ ἐσχάτων καταμωκήσεταί σου· μετὰ ταῦτα ὄψεταί σε καὶ καταλείψει σε καὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ κινήσει ἐπὶ σοί. 7 Θα σε κάμη να αισθανθής συστολήν απέναντί του με τα συμπόσιά του, μέχρις ότου σε απογυμνώση από τα αγαθά σου δύο και τρεις φορές και τελευταία θα σε ειρωνεύεται και θα σε περιγελά. Επειτα θα ίδη την πτωχείαν, εις την οποίαν σε κατήντησε, θα σε εγκαταλείψη και θα κινή εμπαικτικώς την κεφαλήν του εις βάρος σου. 7 Καὶ θὰ σὲ φέρῃ εἰς δύσκολον θέσιν, ὥστε νὰ τὸν ἐντραπῇς μὲ τὰ πολλὰ καὶ πλούσια φαγητά, ποὺ θὰ σοῦ παραθέτῃ, ἕως ὅτου διὰ τῶν πρὸς αὐτὸν διπλῶν καὶ τριπλῶν ἀνταποδόσεων, εἰς τὰς ὁποίας θὰ φιλοτιμῆσαι καὶ σύ, σὲ ξετινάξῃ καὶ ἀδειάσῃ τελείως τὸ βαλάντιόν σου· καὶ εἰς τὸ τέλος θὰ σὲ περιγελάσῃ. Καὶ ὕστερα ἀπὸ ὅλα αὐτὰ θὰ σὲ κυττάξῃ μὲ περιφρόνησιν καὶ εἰρωνείαν, θὰ σὲ ἐγκαταλείψῃ δὲ καὶ θὰ κινήσῃ εἰς βάρος σου τὴν κεφαλήν τοῦ χλευαστικῶς.
8 πρόσεχε μὴ ἀποπλανηθῇς καὶ μὴ ταπεινωθῇς ἐν ἀφροσύνῃ σου. 8 Πρόσεχε, μη παραπλανηθής από αυτόν, δια να μη εξευτελισθής με αυτήν σου την απερισκεψίαν. 8 Πρόσεχε νὰ μὴ ἐξαπατηθῇς καὶ νὰ μὴ ἐξευτελισθῇς ἐξ αἰτίας τῆς ἀνοησίας καὶ ἀφροσύνης σου.
9 Προσκαλεσαμένου σε δυνάστου, ὑποχωρῶν γίνου, καὶ τόσῳ μᾶλλον προσκαλέσεταί σε. 9 Οταν ένας άρχων σε προσκαλή, δια να σε τιμήση, συ προσπάθησε να αποφύγης την πρόσκλησιν και αυτός τόσον περισσότερον θα σε προσκαλή. 9 Ὅταν σὲ προσκαλῇ κάποιος ἄρχων εἰς δεῖπνον, νὰ δυσκολεύεσαι νὰ δεχθῇς τὴν πρόσκλησιν, καὶ τότε τόσον περισσότερον θὰ σὲ προσκαλῇ οὗτος.
10 μὴ ἔμπιπτε, ἵνα μὴ ἀπωσθῇς, καὶ μὴ μακρὰν ἀφίστω, ἵνα μὴ ἐπιλησθῇς. 10 Παντως μη σπεύδης προς αυτόν, δια να μη σε απωθήση κατόπιν, αλλά και να μη στέκεσαι πολύ μακράν, δια να μη σε λησμονήση. 10 Μὴ σπεύδῃς εἰς τὰς προσκλήσεις αὐτάς, σὰν νὰ πέφτῃς εἰς αὐτὰς ἀπρόσκλητος, διὰ νὰ μὴ ἀποδιωχθῇς καὶ σπρωχθῇς ἔξω ἀπὸ αὐτὰς περιφρονητικῶν ἀλλὰ καὶ μὴ ἀπομακρύνεσαι τελείως, διὰ νὰ μὴ λησμονηθῇς καὶ παύσουν νὰ σὲ προσκαλοῦν.
11 μὴ ἔπεχε ἰσηγορεῖσθαι μετ᾿ αὐτοῦ καὶ μὴ πίστευε τοῖς πλείοσι λόγοις αὐτοῦ· ἐκ πολλῆς γὰρ λαλιᾶς πειράσει σε καὶ ὡς προσγελῶν ἐξετάσει σε. 11 Πρόσεχε, μη ομιλήσης μαζή του ως ίσος προς ίσον, και μη δίδης εμπιστοσύνην εις τα πολλά λόγια του. Διότι αυτός με τα πολλά λόγια του θα θελήση να σε δοκιμάση, και καθ' ον χρόνον γελαστός θα σου ομιλή θα βυθομετρή τα βάθη της καρδίας σου. 11 Μὴ εἶσαι ἀσυγκράτητος καὶ χωρὶς ἐπιφύλαξιν, ὥστε νὰ ὁμιλῇς ὡς ἴσος πρὸς αὐτὸν καὶ νὰ λέγῃς ὅσα καὶ αὐτός· καὶ μὴ δίδῃς ἐμπιστοσύνην εἰς τὰ πολλὰ λόγια του, διότι μὲ τὴν πολυλογίαν του ζητεῖ νὰ σὲ δοκιμάσῃ καὶ μὲ τὰ περιποιητικὰ χαμόγελά του θὰ ἐξετάσῃ τί κρύπτεις μέσα σου.
12 ἀνελεήμων ὁ μὴ συντηρῶν λόγους καὶ οὐ μὴ φείσηται περὶ κακώσεως καὶ δεσμῶν. 12 Σκληρός θα φανή προς σε αυτός, που εδείχθη πλούσιος εις λόγια και υποσχέσεις. Και δεν θα λυπηθή ούτε θα διστάση, να χρησιμοποιήση εναντίον σου βασανιστήρια και δεσμά φυλακής. 12 Ἄσπλαγχνος εἰς τὸν ἑαυτόν του καθίσταται ἐκεῖνος, ποὺ δὲν προσέχει εἰς τὰ λόγια του, καὶ δὲν θὰ τὸν λυπηθῇ κανείς, ὅταν κινδυνεύῃ νὰ κακοποιηθῇ δι’ αὐτὰ καὶ νὰ ριφθῇ εἰς δεσμὰ καὶ φυλακήν.
13 συντήρησον καὶ πρόσεχε σφοδρῶς, ὅτι μετὰ τῆς πτώσεώς σου περιπατεῖς. 13 Λαβε τα μέτρα σου, πρόσεχε πάρα πολύ. Διότι συναναστρεφόμενος εκείνον συμπορεύεσαι με βέβαίαν την πτώσιν σου. 13 Φυλάξου καὶ πρόσεχε πάρα πολύ, διότι βαδίζεις μετὰ τῆς πτώσεώς σου καὶ τοῦ ἐξευτελισμοῦ σου, τὰ ὁποῖα θὰ ἐπέλθουν εἰς σὲ ἀπὸ τὰ ἀπρόσεκτα λόγια σου.
14 [ἀκούων αὐτὰ ἐν ὕπνῳ σου γρηγόρησον· πάσῃ ζωῇ σου ἀγάπα τὸν Κύριον, καὶ ἐπικαλοῦ αὐτὸν εἰς σωτηρίαν σου]. 14 Ακούων αυτά πρόσεχε και εις αυτόν ακόμη τον ύπνον σου. Εις όλην σου την ζωήν τον Κυριον μόνον να αγαπάς και αυτόν να επικαλήσαι δια την σωτηρίαν σου. 14 Καὶ ὅταν μόνος σὺ πρόκειται ν’ ἀκούσῃς αὐτὰ εἰς τὸν ὕπνον σου, ἀκόμη καὶ τότε πρόσεχε καὶ γίνου ἄγρυπνος. Εἰς ὅλην σου τὴν ζωὴν ἀγάπα τὸν Κύριον καὶ παρακάλει Αὐτὸν θερμῶς νὰ σὲ σώσῃ.
15 Πᾶν ζῷον ἀγαπᾷ τὸ ὅμοιον αὐτῷ καὶ πᾶς ἄνθρωπος τὸν πλησίον αὐτοῦ· 15 Καθε ζώον αγαπώ το όμοιον προς αυτό. Ετσι και κάθε άνθρωπος αγαπά τον από κοινωνικής θέσεως και μορφώσεως όμοιόν του. 15 Κάθε ζῶον ἀγαπᾷ τὸ ὅμοιόν του καὶ κάθε ἄνθρωπος τὸν ὅμοιόν του ἀγαπᾷ.
16 πᾶσα σὰρξ κατὰ γένος συνάγεται, καὶ τῷ ὁμοίῳ αὐτοῦ προσκολληθήσεται ἀνήρ. 16 Καθε ζώον εντάσσεται και αποτελεί ομάδα με αλλά ζώα του είδους του. Ετσι και κάθε άνθρωπος επικοινωνεί και προσκολλάται εις άλλους ομοίους του. 16 Κάθε πλάσμα, ποὺ ἔχει ζωντανὴν σάρκα, συναντᾶται καὶ συζῇ με τὰ ζῶα, ποὺ ἀνήκουν εἰς τὸ αὐτὸ εἶδος καὶ γένος, καὶ κάθε ἄνθρωπος θὰ προσκολληθῇ πρὸς τὸν ὅμοιόν του.
17 τί κοινωνήσει λύκος ἀμνῷ; οὕτως ἁμαρτωλὸς πρὸς εὐσεβῆ. 17 Ποία σχέσις και επικοινωνία είναι δυνατόν να υπάρχη μεταξύ λύκου και αρνίου; Ετσι μεταξύ αμαρτωλού και ευσεβούς ανθρώπου. 17 Ποίαν ἐπικοινωνίαν ἠμπορεῖ νὰ ἔχῃ ὁ λύκος μὲ τὸ ἀρνίον; Ἔτσι καὶ ὁ ἁμαρτωλὸς δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ συνάψῃ στενὴν φιλίαν μὲ τὸν εὐσεβῆ.
18 τίς εἰρήνη ὑαίνῃ πρὸς κύνα; καὶ τίς εἰρήνη πλουσίῳ πρὸς πένητα; 18 Ποία ειρηνική σχέσις και επικοινωνία είναι δυνατόν να υπάρχη ανάμεσα εις την ύαιναν και το σκυλί; Καμμία. Ποία κατ' αναλογίαν ειρηνική επικοινωνία και αναστροφή ημπορεί να υπάρχη μεταξύ ενός πλουσίου και ενός πτωχού; 18 Ποία εἰρηνικὴ σχέσις δύναται νὰ ὑπάρξῃ μεταξὺ τῆς ὑαίνης καὶ τοῦ σκύλου; Καὶ ποία εἰρήνη μεταξὺ πλουσίου καὶ πτωχοῦ;
19 κυνήγια λεόντων ὄναγροι ἐν ἐρήμῳ, οὕτως νομαὶ πλουσίων πτωχοί. 19 Οι λέοντες κυνηγούν αγρίους όνους εις ερήμους περιοχάς. Ετσι θήραμα και βοσκή των πλουσίων είναι οι πτωχοί. 19 Οἱ ἄγριοι ὄνοι εἶναι κυνήγια τῶν λεόντων εἰς τὴν ἔρημον ἔτσι λεία καὶ βοσκὴ τῶν ἀσυνειδήτων πλουσίων γίνονται οἱ ἔρημοι προστασίας πτωχοί.
20 βδέλυγμα ὑπερηφάνῳ ταπεινότης, οὕτως βδέλυγμα πλουσίῳ πτωχός. 20 Η ταπεινοφροσύνη είναι μισητή και αποκρουστική στον υπερήφανον. Ετσι αποκρουστικός είναι και ο πτωχός στον πλούσιον. 20 Ἡ ταπεινοφροσύνη εἶναι μυσαρὰ καὶ σιχαμένη εἰς τὸν ὑπερήφανον ἔτσι καὶ ὁ ἀδύνατος καὶ ἄσημος πτωχὸς εἶναι ἀπεχθὴς καὶ σιχαμένος εἰς τὸν πλούσιον.
21 πλούσιος σαλευόμενος στηρίζεται ὑπὸ φίλων, ταπεινὸς δὲ πεσὼν προσαπωθεῖται ὑπὸ φίλων. 21 Οταν κάποιος πλούσιος κλονισθή, στηρίζεται από τους φίλους του. Οταν όμως ο πτωχός περιπέση εις δυστυχίαν, σπρώχνεται και από αυτούς τους φίλους του. 21 Ὅταν κάποιος πλούσιος κλονίζεται οἰκονομικῶς καὶ πρόκειται νὰ πέσῃ, ὑποστηρίζεται ἀπὸ τοὺς φίλους του· ἐὰν πέσὴ ὅμως ὁ ἄσημος πτωχός, σπρώχνεται καὶ ἀπὸ τοὺς φίλους του.
22 πλουσίου σφαλέντος πολλοὶ ἀντιλήπτορες, ἐλάλησεν ἀπόρρητα καὶ ἐδικαίωσαν αὐτόν. ταπεινὸς ἔσφαλε καὶ προσεπετίμησαν αὐτῷ, ἐφθέγξατο σύνεσιν καὶ οὐκ ἐδόθη αὐτῷ τόπος. 22 Οταν ένας πλούσιος περιπέση εις αποτυχίας, πολλοί θα τρέξουν να τον βοηθήσουν. Λέγει ανοησίες και λόγια, που δια συστολήν και εντροπήν δεν πρέπει να λέγωνται, και σπεύδουν όλοι να τον δικαιολογήσουν. Οταν όμως ο πτωχός υποπέση εις σφάλμα, όλοι τον παρατηρούν και τον ελέγχουν. Δεν ευρίσκει ακόμη θέσιν ούτε και όταν λέγη σοφά και συνετά λόγια. 22 Ἐὰν κάποιος πλούσιος ὑποπέσῃ εἰς σφάλμα, πολλοὶ θὰ εὐρεθοῦν ὑποστηρικταὶ καὶ βοηθοί του. Εἶπε λόγια μυστικά, ποὺ δὲν ἔπρεπε νὰ φανερωθοῦν, καὶ ἀντὶ νὰ κατακριθῇ, τὸν ἐδικαίωσαν· ὁ πτωχὸς καὶ ταπεινὸς ἔσφαλε καὶ τὸν ἐπέπληξαν παραπάνω ἀπὸ ὅ,τι ἔπρεπεν· εἶπε λόγια συνετὰ καὶ φρόνιμα καὶ δὲν τοῦ ἐδόθη τόπος καὶ προσοχὴ ἀκροάσεως.
23 πλούσιος ἐλάλησε καὶ πάντες ἐσίγησαν, καὶ τὸν λόγον αὐτοῦ ἀνύψωσαν ἕως τῶν νεφελῶν. πτωχὸς ἐλάλησε καὶ εἶπαν· τίς οὗτος; κἂν προσκόψῃ, προσανατρέψουσιν αὐτόν. 23 Ομιλεί ο πλούσιος και όλοι σιωπούν· εγκωμιάζουν τα λόγια του και τα ανυψώνουν έως τα σύννεφα του ουρανού. Ομιλεί ο πτωχός και εκείνοι περιφρονητικώς λέγουν αναμεταξύ των· “ποιός είναι αυτός που τολμά να ομιλή;” Εάν ο πτωχός σκοντάψη, θα τον ρίψουν κατά γης και θα τον ποδοπατήσουν. 23 Ὁ πλούσιος ὡμίλησε καὶ ὅλοι ἐσιώπησαν· τὸν δὲ λόγον, ποὺ εἶπε, τὸν ἀνέβασαν μὲ τοὺς ἐπαίνους καὶ τὰς ἐπικροτήσεις των ἕως τὰ σύννεφα. Ὡμίλησε καὶ κάποιος πτωχός. Καὶ εἶπαν: Ποῖος εἶναι αὐτός; Καὶ ἂν σκοντάψῃ, ὅλοι μαζὶ θὰ τὸν σπρώξουν, διὰ να ἀνατραπῇ ὅσον τὸ δυνατὸν περισσότερον.
24 ἀγαθὸς ὁ πλοῦτος, ᾧ μή ἐστιν ἁμαρτία, καὶ πονηρὰ ἡ πτωχεία ἐν στόματι ἀσεβοῦς. 24 Καλός είναι ο πλούτος μόνον εκεί, όπου δεν υπάρχει αμαρτία. Θεωρείται δε κακή και καταφρονητέα η πτωχεία μόνον από την καρδίαν και τα στόματα των ασεβών. 24 Εἶναι καλὸς ὁ πλοῦτος, εἰς τὸν ὁποῖον δὲν ὑπάρχει ἀδικία, καὶ ἡ πτωχεία εἶναι κακὴ εἰς τὸ στόμα τοῦ ἀσεβοῦς, ὁ ὁποῖος τὴν καταρᾶται καὶ τὴν κατακρίνει ὡς ἐσχάτην δυστυχίαν.
25 Καρδία ἀνθρώπου ἀλλοιοῖ τὸ πρόσωπον αὐτοῦ, ἐάν τε εἰς ἀγαθὰ ἐάν τε εἰς κακά. 25 Η καρδιά του ανθρώπου ανάλογα με το περιεχόμενόν της κάνει το πρόσωπόν του είτε ευχάριστον είτε σκυθρωπόν. 25 Ἡ καρδία τοῦ ἀνθρώπου ἀλλοιώνει τὸ πρόσωπον καὶ τὴν ἔκφρασιν τῆς φυσιογνωμίας του εἰς φαιδρὰν ἢ σκυθρωπήν, εἴτε εἰς τὰ ἀγαθά, ποὺ τοῦ συμβαίνουν, εἴτε εἰς τὰ κακά.
26 ἴχνος καρδίας ἐν ἀγαθοῖς πρόσωπον ἱλαρόν, καὶ εὕρεσις παραβολῶν διαλογισμοὶ μετὰ κόπου. 26 Εκφρασις καρδίας αγαθής είναι το γλυκύ και ευχάριστον πρόσωπον. Η εύρεσις και αποδοχή σοφών γνωμικών είναι ένα έργον, που απαιτεί κόπον. 26 Πρόσωπον καὶ ἔκφρασις τῆς φυσιογνωμίας ἱλαρὰ καὶ χαρωπὴ εἶναι σημεῖον καρδίας, ποὺ ἀπολαμβάνει ἀγαθὰ καὶ εὐτυχίαν. Παρὰ ταῦτα ἡ κατανόησις τῶν σοφῶν γνωμικῶν καὶ ἡ εὕρεσις τοῦ βαθυτέρου νοήματός των γίνεται μὲ κοπιώδεις διαλογισμούς, οἱ ὁποῖοι καθιστοῦν τὴν φυσιογνωμίαν σοβαρὰν καὶ σκεπτικήν.