Παρασκευή, 19 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:45
Δύση: 20:05
Σελ. 11 ημ.
110-256
16ος χρόνος, 5907η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΨΑΛΜΟΙ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 90 (Ϟ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Αἶνος ᾠδῆς τῷ Δαυΐδ.
1 (Μασ. 91) Ο ΚΑΤΟΙΚΩΝ ἐν βοηθείᾳ τοῦ ῾Υψίστου, ἐν σκέπῃ τοῦ Θεοῦ τοῦ οὐρανοῦ αὐλισθήσεται. 1 (Μασ. 91) Εκείνος που ευρίσκεται, και παραμένει κάτω από την ακατανίκητον βοήθειαν του Υψίστου, αυτός θα αναπαύεται από την σκέπην του Θεού του ουρανού. 1 Εκεῖνος ὁ ὁποῖος κατοικεῖ καὶ παραμένει ὑπὸ τὴν βοήθειαν τοῦ Ὑψίστου, θὰ διέρχεται τὰς νύκτας του ἀναπαυόμενος ὑπὸ τὴν σκέπην καὶ προοτασίαν τοῦ Θεοῦ τοῦ οὐρανοῦ.
2 ἐρεῖ τῷ Κυρίῳ· ἀντιλήπτωρ μου εἶ καὶ καταφυγή μου, ὁ Θεός μου, καὶ ἐλπιῶ ἐπ᾿ αὐτόν, 2 Θα είπη και θα λέγη προς τον Κυριον· Συ είσαι ο βοηθός μου, το καταφύγιόν μου εις όλην μου την ζωήν, μάλιστα δε εις περιπετείας και κινδύνους. Αυτός είναι ο Θεός μου, στον οποίον εγώ στηρίζω και θα στηρίζω τας ελπίδας μου. 2 Θὰ εἴπῃ πρὸς τὸν Κύριον βοηθός μου εἶσαι καὶ καταφύγιόν μου. Αὐτὸς εἶναι ὁ Θεός μου, καὶ θὰ ἐλπίζω καθ’ ὅλον τὸν βίον μου εἰς αὐτόν.
3 ὅτι αὐτὸς ρύσεταί σε ἐκ παγίδος θηρευτῶν καὶ ἀπὸ λόγου ταραχώδους. 3 Ελπίζε και συ εις αυτόν, διότι αυτός θα σε γλυτώση από τας δολίας παγίδας των πονηρών εχθρών σου, οι οποίοι, ωσάν πανούργοι θηρευταί, ζητούν να, συλλάβουν την ψυχήν σου. Αυτός θα σε προφυλάξη από δηλητηριώδη λόγια, τα οποία αναστατώνουν και πικραίνουν την ψυχήν. 3 Ὀρθῶς. Διότι αὐτὸς θὰ σὲ λυτρώσῃ ἀπὸ τὰς δολίας καὶ καταχθονίους ἐπιβουλὰς καὶ παγίδας ἐκείνων, ποὺ ἐπιζητοῦν νὰ συλλάβουν ὡς θήραμα τὴν ψυχήν σου. Αὐτὸς θὰ σὲ προφυλάξῃ καὶ ἀπὸ λόγον συκοφαντικόν, ποὺ θὰ σοῦ φέρῃ ταραχὴν καὶ στενοχώριαν.
4 ἐν τοῖς μεταφρένοις αὐτοῦ ἐπισκιάσει σοι, καὶ ὑπὸ τὰς πτέρυγας αὐτοῦ ἐλπιεῖς· ὅπλῳ κυκλώσει σε ἡ ἀλήθεια αὐτοῦ. 4 Αυτός, ιστάμενος εμπρός από σέ, θα σε υπερασπίζη από τους εχθρούς σου, ώστε συ να ευρίσκης ασφάλειαν οπίσω από αυτόν. Κατω από την προστασίαν των πτερύγων του θα ελπίζης εις αποτελεσματικήν βοήθειαν. Ωσάν με ασπίδα θα σε περιβάλλη ολόκληρον η φιλαλήθειά του και η προστασία, την οποίαν έχει υποσχεθη. 4 Διὰ τῶν μεταφρένων καὶ τῶν νώτων αὐτοῦ θὰ σὲ σκεπάζῃ, οἱονεὶ προβάλλων τὸ στῆθος του ὡς ἀσπίδα σου, καὶ ὑπὸ τὴν προστασίαν τῶν πτερύγων του θὰ ἐλπίζῃς ἀσφαλιζόμενος ὑπὸ τὴν κραταιὰν δύναμιν καὶ πρόνοιάν του, ὅπως οἱ μικροὶ νεοσσοὶ ὑπὸ τὰς πτέρυγας τῆς ὄρνιθος· ὡς δι' ἀσπίδος θὰ σὲ περιβάλλῃ ὁλόκληρον ἡ φιλαλήθειά του, διότι θὰ ἔχῃς ὡς προτείχισμά σου τὴν πεποίθησιν, ὅτι ὁ ὑποσχεθεὶς τὴν βοήθειαν καὶ προστασίαν σου εἶναι πιστὸς καὶ ἀληθὴς εἰς τὰς ἐπαγγελίας του.
5 οὐ φοβηθήσῃ ἀπὸ φόβου νυκτερινοῦ, ἀπὸ βέλους πετομένου ἡμέρας, 5 Δεν θα φοβηθής από κίνδυνον νυκτερινόν, ούτε από βέλος που ρίπτεται εναντίον σου εν καιρώ ημέρας. 5 Δὲν θὰ φοβηθῇς ἀπὸ κίνδυνον ἐξ ἐχθρῶν ὑπούλων, οἱ ὁποῖοι ἐν καιρῷ νυκτὸς ἐπιπίπτουν κατὰ σοῦ, οὔτε ἀπὸ βέλος ποὺ πετᾷ καὶ ρίπτεται κατὰ σοῦ ἐν καιρῷ ἡμέρας.
6 ἀπὸ πράγματος ἐν σκότει διαπορευομένου, ἀπὸ συμπτώματος καὶ δαιμονίου μεσημβρινοῦ. 6 Δεν θα φοβηθής από φόβητρον, που επέρχεται κατά την νύκτα, ούτε από κανένα δυσάρεστον γεγονός της ημέρας, η από δαιμόνιον πονηρόν, που ενεργεί κατά την μεσημβρίαν. 6 Καὶ γενικῶς δὲν θὰ φοβηθῇς κάθε πρᾶγμα ποὺ κινεῖται καὶ περιπατεῖ εἰς τὸ σκότος, καὶ σοῦ δημιουργεῖ ἀφανῆ κίνδυνον, ποὺ δὲν τὸν βλέπεις μὲ τοὺς σωματικοὺς ὀφθαλμούς, οὔτε ἀπὸ ἀπροσδόκητον συμβὰν καὶ συναπάντημα, καθὼς καὶ ἀπὸ δαιμόνιον, τὸ ὁποῖον κατὰ τὴν μεσημβρίαν ἐπενεργεῖ καὶ βλάπτει.
7 πεσεῖται ἐκ τοῦ κλίτους σου χιλιὰς καὶ μυριὰς ἐκ δεξιῶν σου, πρὸς σὲ δὲ οὐκ ἐγγιεῖ· 7 Χιλιοι θα πέσουν νεκροί εξ αριστερών σου και χιλιάδες χιλιάδων από τα δεξιά σου. Θα χάνωνται πολυάριθμοι άνθρωποι γύρω σου. Αλλά σε ούτε καν και θα σε εγγίση το κακόν. 7 Θὰ πέσουν νεκροὶ εἰς τὸ πλευρόν σου χιλιὰς ἀνθρώπων, καὶ ἐκ δεξιῶν σου θὰ πέσῃ ὁλόκληρος μυριάς, πρὸς σὲ ὅμως δὲν θὰ πλησιάσῃ ὁ κίνδυνος τοῦ θανάτου.
8 πλὴν τοῖς ὀφθαλμοῖς σου κατανοήσεις καὶ ἀνταπόδοσιν ἁμαρτωλῶν ὄψει. 8 Διότι συ είσαι δίκαιος, θα έχης ανοικτά τα μάτια σου, δια να βλέπης πως εξολοθρεύονται οι αμαρτωλοί και να δοξάζης έτσι τον δίκαιον Θεόν. Γεμάτος δε ευλάβειαν θα αναφωνής· 8 Ἀλλὰ διὰ τῶν ἰδίων σου ὀφθαλμῶν θὰ παρακολουθῇς καὶ θὰ ἀντιλαμβάνεσαι τὸν θανατηφόρον κίνδυνον καὶ τὰς συντελουμένας ὑπ’ αὐτοῦ καταστροφάς, καὶ θὰ βλέπῃς τὴν ἀνταπόδοσιν καὶ τιμωρίαν τῶν ἁμαρτωλῶν. (Ἡ δευτέρα φωνή)·
9 ὅτι σύ, Κύριε, ἡ ἐλπίς μου· τὸν ῞Υψιστον ἔθου καταφυγήν σου. 9 συ, Κυριε, είσαι η ελπίς μου· και θα έχης ως απάντησιν. Τον Κυριον έθεσες πράγματι ως καταφύγιόν σου· 9 Διότι, σύ, Κύριε, εἶσαι ἡ ἐλπίς μου. (Ἡ πρώτη φωνή)· Τὸν Ὕψιστον κατέστησας ἀσφαλὲς καταφύγιόν σου.
10 οὐ προσελεύσεται πρὸς σὲ κακά, καὶ μάστιξ οὐκ ἐγγιεῖ ἐν τῷ σκηνώματί σου. 10 και δεν θα σε πλησιάσουν συμφοραί, και μάστιγες δοκιμασιών δεν θα φθάσουν εις την κατοικίαν σου. 10 Δὲν θὰ σὲ πλησιάσουν κακὰ καὶ δυστυχίαι καὶ οἱαδήποτε μάστιξ ἢ πληγῇ καὶ ἀσθένεια δὲν θὰ ἐγγίσῃ τὸν τόπον τῆς κατασκηνώσεως καὶ διαμονῆς σου.
11 ὅτι τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ ἐντελεῖται περὶ σοῦ τοῦ διαφυλάξαι σε ἐν πάσαις ταῖς ὁδοῖς σου· 11 Διότι ο Κυριος θα δώση εντολήν στους αγγέλους του δια σε να σε προφυλάξουν εις όλους τους δρόμους της ζωής σου. 11 Διότι θὰ δώσῃ ἐντολὴν ὁ Κύριος εἰς τοὺς ἀγγέλους του διὰ σέ, ὅπως σὲ διαφυλάξουν εἰς πάσας τὰς ὁδοὺς καὶ ἐνεργείας σου.
12 ἐπὶ χειρῶν ἀροῦσί σε, μήποτε προσκόψῃς πρὸς λίθον τὸν πόδα σου· 12 Θα σε αναλάβουν οι άγγελοι εις τα χέρια των και θα σε καθοδηγούν, ώστε ούτε το ένα σου πόδι να μη σκοντάψη εις κανένα λίθον. 12 Ἐπὶ τῶν χειρῶν των θὰ σὲ σηκώσουν, μὴ τύχη ποτὲ καὶ προσκρούσῃς τὸν πόδα σου εἰς λίθον τινὰ καὶ σκοντάψῃς.
13 ἐπὶ ἀσπίδα καὶ βασιλίσκον ἐπιβήσῃ καὶ καταπατήσεις λέοντα καὶ δράκοντα. 13 Θα πατήσης άφοβα επάνω εις δηλητηριώδεις όφεις, όπως είναι η ασπίς και ο βασιλίσκος, και θα καταπατήσης λέοντα και δράκοντα, χωρίς κανένα από τα θηρία αυτά να σε βλάψη. 13 Ἐπὶ ὄφεων δηλητηριωδῶν, ὁποῖοι εἶναι ἡ ἀσπὶς καὶ ὁ βασιλίσκος, θὰ ἐπιβαίνῃς περιπατῶν, χωρὶς νὰ πάθῃς τίποτε, καὶ θὰ καταπατῇς λέοντα καὶ δράκοντα ἀφόβως καὶ ἀβλαβῶς. Ὄχι μόνον ἀπὸ κάθε ἐμπόδιον καὶ δυσχέρειαν θὰ ἀπαλλάσσουν οἱ ἄγγελοι τὴν πορείαν σου, Ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τοὺς μεγαλυτέρους κινδύνους θὰ σὲ προφυλάττουν.
14 ὅτι ἐπ᾿ ἐμὲ ἤλπισε, καὶ ρύσομαι αὐτόν· σκεπάσω αὐτόν, ὅτι ἔγνω τὸ ὄνομά μου. 14 Ο ίδιος ο Θεός διακηρύσσει και λέγει· Επειδή ο δούλος μου εστήριξεν εις εμέ τας ελπίδας του, εγώ θα τον γλυτώσω από κάθε κίνδυνον. Θα τον σκεπάσω με την προστασίαν μου, διότι αυτός εγνώρισε και εδόξασε το όνομά μου. 14 Διότι ἐστήριξε τὴν ἐλπίδα του ἐπ’ ἐμοῦ, λέγει ὁ Κύριος· καὶ δι' αὐτὸ καὶ θὰ τὸν ἐλευθερώνω· θὰ τὸν σκεπάζω καὶ θὰ τὸν προστατεύω, διότι μὲ πλήρη ἐπίγνωσιν καὶ πίστιν ἐπικαλεῖται τὸ ὄνομά μου.
15 κεκράξεται πρός με, καὶ ἐπακούσομαι αὐτοῦ, μετ᾿ αὐτοῦ εἰμι ἐν θλίψει· ἐξελοῦμαι αὐτόν, καὶ δοξάσω αὐτόν. 15 Θα κράξη δια της προσευχής του προς εμέ και εγώ θα κάμω δεκτήν την προσευχήν του. Θα ευρεθώ παρά το πλευρόν του εις τας θλίψεις της ζωής του. Θα τον βγάλω από τας δοκιμασίας και περιπετείας και θα τον δοξάσω ακόμη περισσότερον. 15 Θὰ φωνάζῃ πρὸς ἐμὲ διὰ θερμῆς καὶ ἐντόνου προσευχῆς καὶ θὰ τὸν ἀκούω εὐμενῶς· θὰ εἶμαι μαζί του κατὰ τὰς θλίψεις αὐτοῦ· θὰ τὸν ἐλευθερώνω ἀπὸ τὰς δυσκολίας καὶ τὰ δεινὰ καὶ θὰ τὸν δοξάζω.
16 μακρότητα ἡμερῶν ἐμπλήσω αὐτὸν καὶ δείξω αὐτῷ τὸ σωτήριόν μου. 16 Θα χαρίσω εις αυτόν μακρότητα ημερών και θα του δεικνύω καθ' όλον τον μακρόν βίον του την σωτηρίαν μου. 16 Θὰ τὸν γεμίσω μὲ μακρὰς ἡμέρας χαρίζων εἰς αὐτὸν μακροζωΐαν, καὶ θὰ δεικνύω πρὸς αὐτὸν καθ’ ὅλον τὸν μακρὸν βίον του τὴν σωτηρίαν μου.