Σάββατο, 20 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:43
Δύση: 20:06
Σελ. 12 ημ.
111-255
16ος χρόνος, 5908η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Α' - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12 (ΙΒ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΚΑΙ οὗτοι οἱ ἐλθόντες πρὸς Δαυὶδ εἰς Σικελάγ, ἔτι συνεχομένου ἀπὸ προσώπου Σαοὺλ υἱοῦ Κίς, καὶ οὗτοι ἐν τοῖς δυνατοῖς βοηθοῦντες ἐν πολέμῳ 1 Οι δε άνδρες, οι οποίοι είχον ελθει προς τον Δαυίδ εις την πόλιν Σικελάγ, όταν αυτός ήτο καταδιωκόμενος σκληρώς από τον Σαούλ, τον υιόν του Κις, και δεν είχεν ελευθερίαν κινήσεως, ήσαν άνδρες γενναίοι και είχαν ελθει να τον βοηθήσουν κατά τον πόλεμον. 1 Αὐτοὶ εἶναι οἱ ἄνδρες, ποὺ ἦλθαν εἰς βοήθειαν τοῦ Δαβίδ, ὁ ὁποῖος εὑρίσκετο εἰς τὴν πόλιν Σικελάγ, ὅταν ἀκόμη ἐπιέζετο καὶ δὲν ἠμποροῦσε νὰ κινῆται ἐλεύθερα, ἐπειδὴ κατεδιώκετο ἀπὸ τὸν Σαούλ, τὸν υἱὸν τοῦ Κίς· οἱ ἄνδρες αὐτοὶ ἦσαν γενναῖοι, ἔμπιστοι καὶ πεπειραμένοι, ὥστε νὰ τοῦ δώσουν βοήθειαν εἰς τὸν πόλεμον.
2 καὶ τόξῳ ἐκ δεξιῶν καὶ ἐξ ἀριστερῶν καὶ σφενδονῆται ἐν λίθοις καὶ τόξοις· ἐκ τῶν ἀδελφῶν Σαοὺλ ἐκ Βενιαμίν· 2 Είχαν την ικανότητα να χειρίζωνται το τόξον και με την δεξιάν και με την αριστεράν χείρα των, ήσαν περίφημοι επίσης στον χειρισμόν της σφενδόνης ρίπτοντες έτσι και λίθους και τόξα. Αυτοί ήσαν από τους συγγενείς του Σαούλ, καταγόμενοι από την φυλήν του Βενιαμίν. 2 Αὐτοὶ ἦσαν ἱκανοὶ νὰ τοξεύουν τὸ τόξον μὲ τὸ δεξιὸν καὶ μὲ τὸ ἀριστερὸν χέρι· ἦσαν ὁπλῖται ὠπλιμένοι μὲ σφενδόνες, ποὺ ἔρριχναν πέτρες καὶ τόξα. Οἱ πολεμισταὶ αὐτοί, οἱ ὁποῖοι κατήγοντο ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς τοῦ Σαούλ, μέλη τῆς φυλῆς Βενιαμίν, ἦσαν οἱ ἀκόλουθοι:
3 ὁ ἄρχων ᾿Αχιέζερ καὶ ᾿Ιωὰς υἱὸς ᾿Ασμὰ τοῦ Γαβαθίτου καὶ ᾿Ιωὴλ καὶ ᾿Ιωφαλὴτ υἱοὶ ᾿Ασμὼθ καὶ Βερχία καὶ ᾿Ιηοὺλ ὁ ᾿Αναθωθὶ 3 Δηλαδή ο άρχων Αχιέζερ και ο Ιωάς υιός του Ασμά του καταγομένου από την Γαβάθ, ο Ιωήλ και ο Ιωφαλήτ υιοί του Ασμώθ, ο Βερχία και ο Ιηούλ ο καταγόμενος από την Αναθώθ, 3 Ὁ ἀρχηγὸς Ἀχιέζερ καὶ ὁ Ἰωάς, υἱὸς τοῦ Ἀσμά, ποὺ κατήγετο ἀπὸ τὴν Γαβάθ· καὶ ὁ Ἰωὴλ καὶ ὁ Ἰωφαλήτ, υἱοὶ τοῦ Ἀσμώθ· ὁ Βερχία καὶ ὁ Ἰηούλ, ποὺ κατήγετο ἀπὸ τὴν Ἀναθώθ·
4 καὶ Σαμαΐας ὁ Γαβαωνίτης δυνατὸς ἐν τοῖς τριάκοντα καὶ ἐπὶ τῶν τριάκοντα 4 ο Σαμαΐας ο καταγόμενος από την Γαβαών, ένας από τους τριάκοντα γενναίους άνδρας και αρχηγός αυτών των τριάκοντα. 4 ὁ Σαμαΐας, ποὺ κατήγετο ἀπὸ τὴν Γαβαών, περίφημος διὰ τὴν γενναιότητά του μεταξὺ τῶν «Τριάκοντα» γενναίων ἀνδρῶν καὶ ἀρχηγὸς τῶν «Τριάκοντα» ἐκείνων γενναίων.
5 ῾Ιερεμία καὶ ᾿Ιεζιὴλ καὶ ᾿Ιωανὰν καὶ ᾿Ιωζαβὰθ ὁ Γαδαραθιίμ, 5 Ο Ιερεμία, ο Ιεζιήλ, ο Ιωανάν, ο Ιωζαβάθ, ο οποίος κατήγετο από τα Γαδαρα, 5 Ἐπίσης ὁ Ἱερεμία, ὁ Ἰεζιήλ, ὁ Ἰωανάν, ὁ Ἰωζαβὰθ ἀπὸ τὴν πόλιν Γάδαρα·
6 ᾿Αζαΐ καὶ ᾿Ιαριμοὺθ καὶ Βααλιὰ καὶ Σαμαραΐα καὶ Σαφατίας ὁ Χαραιφιήλ, 6 ο Αζαΐ ο Ιαριμούθ, ο Βααλιά, ο Σαμαραΐα, ο Σαφατίας, ο Χαραιφιήλ, 6 ὁ Ἀζαΐ, ὁ Ἰαριμούθ, ὁ Βααλιά, ὁ Σαμαραΐα καὶ ὁ Σαφατίας ἀπὸ τὴν πόλιν Χαραίφ·
7 ῾Ηλκανὰ καὶ ᾿Ιησουνὶ καὶ ᾿Οζριὴλ καὶ ᾿Ιωζαρὰ καὶ Σοβοκὰμ καὶ οἱ Κορῖται 7 ο Ηλκανά, ο Ιησουνί, ο Οζριήλ, ο Ιωζαρά, ο Σοδοκάμ και οι Κορίται, 7 ὁ Ἠλκανά, ὁ Ἰησουνί, ὁ Ὀζριήλ, ὁ Ἰωζαρά, ὁ Σοβοκὰμ καὶ οἱ Κορῖται·
8 καὶ ᾿Ιελία καὶ Ζαβαδία υἱοὶ ᾿Ιραὰμ καὶ οἱ τοῦ Γεδώρ. 8 ο Ιελία, ο Ζαβαδία, υιοί του Ιραάμ, και οι άνδρες οι καταγόμενοι από την Γεδώρ. 8 ὁ Ἰελία καὶ ὁ Ζαβαδία, υἱοὶ τοῦ Ἰραάμ, καὶ οἱ ἄνδρες τοῦ Γεδώρ (κατὰ τὸ Ἑβραϊκόν: Ποὺ κατήγοντο ἀπὸ τὴν πόλιν Γεδώρ).
9 καὶ ἀπὸ τοῦ Γαδδὶ ἐχωρίσθησαν πρὸς Δαυὶδ ἀπὸ τῆς ἐρήμου ἰσχυροὶ δυνατοὶ ἄνδρες παρατάξεως πολέμου αἴροντες θυρεοὺς καὶ δόρατα, καὶ πρόσωπον λέοντος τὰ πρόσωπα αὐτῶν, καὶ κοῦφοι ὡς δορκάδες ἐπὶ τῶν ὀρέων τῷ τάχει· 9 Από την φυλήν του Γαδ απεχωρίσθησαν από τον Σαούλ και ήλθαν προς τον Δαυίδ, εις την έρημον, όπου αυτός ευρίσκετο, γενναίοι και δυνατοί άνδρες ικανοί εις πολεμικάς επιχειρήσεις, φέροντες ασπίδας και δόρατα. Τα πρόσωπα των ανδρών αυτών ήσαν άγρια και υπερήφανα ωσάν των λεόντων, το δε πόδια των ταχέα, όπως είναι τα πόδια της δορκάδος εις τα όρη. 9 Ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Γάδ, ἐχωρίσθησαν ἀπὸ τὴν δύναμιν τοῦ Σαοὺλ καὶ προσεχώρησαν εἰς τὸν Δαβίδ, ὅταν εὑρίσκετο εἰς τὴν ἔρημον, ἄνδρες γενναῖοι καὶ ἐμπειροπόλεμοι αὐτοὶ ἦσαν ὡπλισμένοι μὲ μακριὲς ἀσπίδες καὶ δόρατα, τὰ δὲ πρόσωπά των ἦσαν φοβερὰ καὶ γεμᾶτα θυμὸν καὶ ὁρμὴν ὅπως τὰ πρόσωπα τῶν λιονταριῶν, καὶ τὰ πόδια των τόσον ἐλαφρὰ καὶ εὐκίνητα, ὥστε ἔτρεχαν γρήγορα ὅπως τὰ ζαρκάδια εἰς τὰ βουνά.
10 ᾿Αζὲρ ὁ ἄρχων, ᾿Αβδία ὁ δεύτερος, ᾿Ελιὰβ ὁ τρίτος, 10 Αυτοί ήσαν ο Αζέρ ο άρχων, δεύτερος ο Αβδίας, τρίτος ο Ελιάβ, 10 Οἱ πολεμισταὶ αὐτοὶ ἦσαν: Ὁ ἀρχηγὸς Ἀζέρ, δεύτερος ὁ Ἀβδία, τρίτος ὁ Ἐλιάβ,
11 Μασμανὰ ὁ τέταρτος, ῾Ιερμιὰ ὁ πέμπτος, 11 τέταρτος ο Μασμανά, πέμπτος ο Ιερμιά, 11 τέταρτος ὁ Μασμανά, πέμπτος ὁ Ἱερμιά,
12 ᾿Ιεθὶ ὁ ἕκτος, ᾿Ελιὰβ ὁ ἕβδομος, 12 έκτος ο Ιεθί, έβδομος ο Ελιάβ, 12 ἕκτος ὁ Ἰεθί, ἕβδομος ὁ Ἐλιάβ,
13 Ἰωανὰν ὁ ὄγδοος, ᾿Ελιαζὲρ ὁ ἔνατος, 13 όγδοος ο Ιωανάν, ένατος ο Ελιαζέρ 13 ὄγδοος ὁ Ἰωανάν, ἔνατος ὁ Ἐλιαζέρ,
14 ῾Ιερμιὰ ὁ δέκατος, Μελχαβαναὶ ὁ ἑνδέκατος. 14 δέκατος ο Ιερμιά, ενδέκατος ο Μελχαβαναί. 14 δέκατος ὁ Ἱερμιά, ἑνδέκατος ὁ Μελχαβαναί.
15 οὗτοι ἐκ τῶν υἱῶν Γὰδ ἄρχοντες τῆς στρατιᾶς, εἷς τοῖς ἑκατὸν μικρὸς καὶ μέγας τοῖς χιλίοις. 15 Αυτοί όλοι, καταγόμενοι από την φυλήν του Γαδ, ήσαν γενναίοι άνδρες, άρχοντες στον στρατόν του Δαυίδ. Τοσον γενναίοι, ώστε ένας από αυτούς, ο μικρότερος, ισοδυναμούσε με εκατόν και ο μεγαλύτερος από αυτούς ήτο εις θέσιν να αντιμετωπίση χιλίους. 15 Ὅλοι αὐτοὶ ἀνῆκαν εἰς τὴν φυλὴν τοῦ Γὰδ καὶ ἦσαν γενναῖα καὶ ἠγετικὰ στελέχη τοῦ στρατοῦ τοῦ Δαβίδ· ἦσαν τόσον γενναῖοι, ὥστε ὁ μικρότερος ἠμποροῦσε νὰ ἀντιμετωπίσῃ καὶ νὰ καταβάλῃ ἑκατὸν ἐχθρούς, ὁ δὲ μεγαλύτερος εἰς γενναιότητα νὰ ἀντιμετωπίσῃ καὶ νὰ καταβάλῃ χιλίους ἐχθρούς.
16 οὗτοι οἱ διαβάντες τὸν ᾿Ιορδάνην ἐν τῷ μηνὶ τῷ πρώτῳ, καὶ οὗτος πεπληρωκὼς ἐπὶ πᾶσαν κρηπῖδα αὐτοῦ, καὶ ἐξεδίωξαν πάντας τοὺς κατοικοῦντας αὐλῶνας ἀπὸ ἀνατολῶν ἕως δυσμῶν. 16 Αυτοί είναι εκείνοι, οι οποίοι είχον διαβή τον Ιορδάνην ποταμόν κατά τον πρώτον μήνα του έτους, όταν αυτός ήτο γεμάτος από νερά εις όλην αυτού την κοίτην, και εξεδίωξαν τους κατοίκους, που ευρίσκοντο εις τας κοιλάδας του ποταμού αυτού από ανατολών έως δυσμών. 16 Αὐτοὶ ἦσαν ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ἐπέρασαν τὸν Ἰορδάνην κατὰ τὸν πρῶτον μῆνα (Φεβρουάριον - Μάρτιον), ὅταν ἦταν πλημμυρισμένος καὶ ξεχειλισμένος εἰς ὅλες τὶς ὄχθες του καὶ κατέβαινεν ὁρμητικὸς ἀπὸ τὶς πολλὲς βροχὲς καὶ τὰ χιόνια ποὺ ἔλειωναν· τὸν ἐπέρασαν χάρις εἰς τὴν τόλμην καὶ τὴν γενναιότητά των καὶ ἔδιωξαν ὅλους, ὅσοι ἑκατοικοῦσαν εἰς τὶς κοιλάδες, οἱ ὁποῖες εὑρίσκοντο εἰς τὰ ἀνατολικὰ καὶ δυτικὰ τοῦ Ἰορδάνη.
17 καὶ ἦλθον ἀπὸ τῶν υἱῶν Βενιαμὶν καὶ ᾿Ιούδα εἰς βοήθειαν τοῦ Δαυίδ, 17 Από δε την φυλήν του Βενιαμίν και από την φυλήν του Ιούδα ήλθαν εις βοήθειαν του Δαυίδ άλλοι άνδρες. 17 Μίαν ἡμέραν ἦλθαν πολεμισταὶ ἀπὸ τὶς φυλὲς τοῦ Βενιαμὶν καὶ τοῦ Ἰούδα διὰ νὰ βοηθήσουν τὸν Δαβίδ.
18 καὶ Δαυὶδ ἐξῆλθεν εἰς ἀπάντησιν αὐτῶν καὶ εἶπεν αὐτοῖς· εἰ εἰς εἰρήνην ἥκατε πρός με, εἴη μοι καρδία καθ᾿ ἑαυτὴν ἐφ᾿ ὑμᾶς· καὶ εἰ τοῦ παραδοῦναί με τοῖς ἐχθροῖς μου οὐκ ἐν ἀληθείᾳ χειρός, ἴδοι ὁ Θεὸς τῶν πατέρων ὑμῶν καὶ ἐλέγξαιτο. 18 Ο Δαυίδ εξήλθε να τους προυπαντήση και τους ηρώτησε· “εάν έχετε έλθει με ειρηνικόν σκοπόν προς εμέ, η καρδιά μου θα είναι μαζή σας. Εάν όμως έχετε έλθει, δια να με παραδώσετε δολίως εις τα χέρια των εχθρών μου, ας ίδη ο Θεός των πατέρων σας την δολιότητα σας και ας σας τιμωρήση”. 18 Ὁ δὲ Δαβὶδ ἐβγῆκε διὰ νὰ τοὺς συναντήσῃ καὶ τοὺς εἶπεν: «Ἐὰν ἤλθατε ὡς φίλοι μὲ εἰρηνικὲς διαθέσεις, εἶσθε εὐπρόσδεκτοι· ἂς εἶναι ἡ καρδιά μου μαζί σας, φιλικὴ καὶ ἀφωσιωμένη. Ἐὰν ὅμως ἤλθατε διὰ νὰ μὲ προδώσετε καὶ νὰ μὲ παραδώσετε εἰς τοὺς ἐχθρούς μου καὶ ὄχι διὰ νὰ μὲ βοηθήσετε εἰλικρινῶς, τότε εἶθε ὁ Θεὸς τῶν πατέρων σας νὰ ἴδῃ τοὺς κακοὺς σκοπούς σας καὶ νὰ τιμωρήσῃ τὴν πρᾶξιν σας».
19 καὶ πνεῦμα ἐνέδυσε τὸν ᾿Αμασαὶ ἄρχοντα τῶν τριάκοντα, καὶ εἶπε· πορεύου καὶ ὁ λαός σου Δαυὶδ υἱὸς ᾿Ιεσσαί· εἰρήνη εἰρήνη σοι, καὶ εἰρήνη τοῖς βοηθοῖς σου, ὅτι ἐβοήθησέ σοι ὁ Θεὸς σου. καὶ προσεδέξατο αὐτοὺς Δαυὶδ καὶ κατέστησεν αὐτοὺς ἄρχοντας τῶν δυνάμεων. 19 Πνεύμα του Θεού ενέπλησε τον Αμασαί, αρχηγόν των τριάκοντα γενναίων, ο οποίος και είπε· “Δαυίδ, υιέ του Ιεσσαί, βάδιζε ήσυχος τον δρόμον σου, συ και ο λαός σου. Ειρήνη υπάρχει εις σε και ειρήνη εις εκείνους, οι οποίοι έρχονται ως βοηθοί σου, διότι ο Θεός σέ εβοήθησε”. Ο Δαυίδ εδέχθη αυτούς και τους διώρισεν αρχηγούς των στρατιωτικών του δυνάμεων. 19 Τότε τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ἐγέμισε τὴν καρδία καὶ ἐφώτισε τὴν σκέψιν τοῦ Ἀμασαί, τοῦ ἀρχηγοῦ των «Τριάκοντα» γενναίων, καὶ εἶπε: «Προχώρει σὺ καὶ ὁ λαός σου, Δαβίδ, υἱὲ τοῦ Ἰεσσαί! Εἰρήνη, εἰρήνη ὑπάρχει εἰς σὲ καὶ εἰρήνη εἰς τοὺς βοηθούς σου, διότι σὲ ἐβοήθησεν ὁ Θεός σου!» Καὶ ὁ Δαβὶδ τοὺς ἐδέχθη εὐχαρίστως καὶ τοὺς ἐγκατέστησεν ἀξιωματικοὺς τῶν στρατιωτικῶν του δυνάμεων.
20 καὶ ἀπὸ Μανασσῆ προσεχώρησαν πρὸς Δαυὶδ ἐν τῷ ἐλθεῖν τοὺς ἀλλοφύλους ἐπὶ Σαοὺλ εἰς πόλεμον· καὶ οὐκ ἐβοήθησεν αὐτοῖς, ὅτι ἐν βουλῇ ἐγένετο παρὰ τῶν στρατηγῶν τῶν ἀλλοφύλων λεγόντων· ἐν ταῖς κεφαλαῖς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων ἐπιστρέψει πρὸς κύριον αὐτοῦ Σαούλ· 20 Από την φυλήν του Μανασσή προσεχώρησαν άλλοι άνδρες προς τον Δαυίδ, όταν οι Φιλισταίοι είχον εκστρατεύσει εναντίον του Σαούλ. Ο δε Δαυίδ δεν εβοήθησε τους Φιλισταίους, διότι οι στρατηγοί των Φιλισταίων δεν του είχαν εμπιστοσύνην και είπαν· “υποπτευόμεθα, μήπως ο Δαυίδ με τας κεφαλάς των ανδρών μας λιποτακτήση προς τον κύριόν του τον Σαούλ”. 20 Καὶ μερικοὶ στρατιῶται ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Μανασσῆ προσεχώρησαν εἰς τὸν στρατὸν τοῦ Δαβίδ, ὅταν οἱ Φιλισταῖοι ἐξεστράτευσαν ἐναντίον τοῦ Σαούλ ἀλλὰ ὁ Δαβὶδ δὲν ἐβοήθησε τοὺς Φιλισταίους, διότι οἱ στρατηγοὶ τῶν Φιλισταίων ἐξέφρασαν τοὺς φόβους καὶ τὶς ὑποψίες των διὰ τὸν Δαβὶδ καὶ εἶπαν: «Ὑποψιαζόμεθα ὅτι ὁ Δαβὶδ μὲ τὸ νὰ παραδώσῃ τὰ κεφάλια τῶν ἀνδρῶν μας θὰ συμφιλιωθῇ μὲ τὸν κύριόν του τὸν Σαοὺλ καὶ θὰ ἐπιστρέψῃ πάλιν κοντά του».
21 ἐν τῷ πορευθῆναι τὸν Δαυὶδ εἰς Σικελὰγ προσεχώρησαν αὐτῷ ἀπὸ Μανασσῆ ᾿Εδνὰ καὶ ᾿Ιωζαβὰθ καὶ Ρωδιὴλ καὶ Μιχαὴλ καὶ ᾿Ιωσαβαὶθ καὶ ᾿Ελιμοὺθ καὶ Σεμαθί, ἀρχηγοὶ χιλιάδων εἰσὶ τοῦ Μανασσῆ. 21 Οταν ο Δαυίδ μετέβη εις την Σικελάγ, προσεχώρησαν εις την δύναμίν του αυτοί οι άνδρες οι καταγόμενοι από την φυλήν του Μανασσή· ο Εδνά, ο Ιωζαβάθ, ο Ρωδιήλ, ο Μιχαήλ, ο Ιωσαβαίθ, ο Ελιμούθ και ο Σεμαθί. Ολοι αυτοί ήσαν χιλίαρχοι από την φυλήν του Μανασσή. 21 Ὅταν ὁ Δαβὶδ ἐπῆγε εἰς τὴν Σικελάγ, προσεχώρησαν εἰς τὸν στρατόν του οἱ ἑξῆς ἄνδρες ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Μανασσῆ: Ὁ Ἐδνά, ὁ Ἰωζαβάθ, ὁ Ρωδιήλ, ὁ Μιχαήλ, ὁ Ἰωσαβαίθ, ὁ Ἐλιμούθ, ὁ Σεμαθί. Ὅλοι αὐτοὶ ἦσαν ἀξιωματικοί, ποὺ ἐδιοικοῦσαν μονάδες μιᾶς χιλιάδος ἀνδρῶν εἰς τὴν φυλὴν τοῦ Μανασσῆ.
22 καὶ αὐτοὶ συνεμάχησαν τῷ Δαυὶδ ἐπὶ τὸν γεδδούρ, ὅτι δυνατοὶ ἰσχύος πάντες καὶ ἦσαν ἡγούμενοι ἐν τῇ στρατιᾷ ἐν τῇ δυνάμει· 22 Αυτοί εβοήθησαν τον Δαυίδ εναντίον των επιδρομέων Γεδδούρ. Ησαν δε όλοι γενναίοι άνδρες και έγιναν στρατηγοί στον στρατόν του Δαυίδ. 22 Αὐτοὶ ἐσυμμάχησαν μὲ τὸν Δαβὶδ καὶ τὸν ἐβοήθησαν ἐναντίον τῶν ληστρικῶν συμμοριῶν, διότι ὅλοι διεκρίνοντο διὰ τὴν γενναιότητά των καὶ ὅλοι ἔγιναν στρατηγοὶ τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ στρατοῦ.
23 ὅτι ἡμέραν ἐξ ἡμέρας ἤρχοντο πρὸς Δαυὶδ εἰς δύναμιν μεγάλην ὡς δύναμις τοῦ Θεοῦ. 23 Ετσι δε ο στρατός του Δαυίδ ημέραν με την ημέραν ηύξανεν εις δύναμιν, ώστε έγινε μεγάλη στρατιωτική δύναμις, ωσάν δύναμις στρατού του Θεού. 23 Ἀπὸ ἡμέρας εἰς ἡμέραν ἐπροσχωροῦσαν εἰς τὴν δύναμιν τοῦ Δαβὶδ καὶ ἔτσι ὁ στρατός του ἐπληθύνετο, μέχρις ὅτου ἔγινε μεγάλη στρατιωτικὴ δύναμις, ὅπως ὁ στρατὸς τοῦ Θεοῦ.
24 καὶ ταῦτα τὰ ὀνόματα τῶν ἀρχόντων τῆς στρατιᾶς, οἱ ἐλθόντες πρὸς Δαυὶδ εἰς Χεβρὼν τοῦ ἀποστρέψαι τὴν βασιλείαν Σαοὺλ πρὸς αὐτὸν κατὰ τὸν λόγον Κυρίου. 24 Αυτά δε είναι τα ονόματα των αρχηγών του στρατού, οι οποίοι είχον έλθει προς τον Δαυίδ εις την Χεβρών, δια να μεταβιβάσουν την βασιλείαν του Σαούλ προς αυτόν, σύμφωνα με το παράγγελμα του Κυρίου· 24 Αὐτὰ εἶναι τὰ ὀνόματα τῶν ἀρχηγῶν τοῦ στρατοῦ, οἱ ὁποῖοι ἦλθαν εἰς τὸν Δαβὶδ εἰς τὴν Χεβρών, διὰ νὰ ἀφαιρέσουν τὴν βασιλείαν ἀπὸ τὸν Σαοὺλ καὶ νὰ τὴν παραδώσουν εἰς τὸν Δαβίδ, σύμφωνα μὲ τὴν ὑπόσχεσιν τοῦ Θεοῦ.
25 υἱοὶ ᾿Ιούδα θυρεοφόροι καὶ δορατοφόροι ἓξ χιλιάδες καὶ ὀκτακόσιοι δυνατοὶ παρατάξεως. 25 Από την φυλήν του Ιούδα ήσαν εξ χιλιάδες οκτακόσιοι γενναίοι και ικανοί περί τον πόλεμον άνδρες, φέροντες ασπίδας και δόρατα. 25 Ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Ἰούδα ἦσαν ἕξι χιλιάδες ὀκτακόσιοι (6.800) γενναῖοι καὶ ἐμπειροπόλεμοι ἄνδρες, ποὺ ἦσαν ὡπλισμένοι μὲ μακριὲς ἀσπίδες καὶ δόρατα.
26 τῶν υἱῶν Συμεὼν δυνατοὶ ἰσχύος εἰς παράταξιν ἑπτὰ χιλιάδες καὶ ἑκατόν. 26 Από την φυλήν του Συμεών ήσαν άνδρες γενναίοι και ικανοί στον πόλεμον επτά χιλιάδες εκατόν. 26 Ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Συμεὼν ἦσαν ἑπτὰ χιλιάδες ἑκατὸν (7.100) γενναῖοι καὶ ἐμπειροπόλεμοι ἄνδρες.
27 τῶν υἱῶν Λευὶ τετρακισχίλιοι καὶ ἑξακόσιοι. 27 Από την φυλήν του Λευί τέσσαρες χιλιάδες εξακόσιοι. 27 Ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Λευῒ ἦσαν τέσσερις χιλιάδες ἑξακόσιοι (4.600).
28 καὶ ᾿Ιωδαὲ ὁ ἡγούμενος τῷ ᾿Ααρὼν καὶ μετ᾿ αὐτοῦ τρεῖς χιλιάδες καὶ ἑπτακόσιοι. 28 Ο Ιωδαέ, ο αρχηγός εις την οικογένειαν του Ααρών, ήλθε και μαζή με αυτόν ήλθον τρεις χιλιάδες επτακόσιοι άνδρες. 28 Ὁ Ἰωδαέ, ἀπόγονος τοῦ Ἀαρὼν καὶ ἀρχηγὸς εἰς τὴν οἰκογένειάν του, ἦλθε μαζὶ μὲ τρεῖς χιλιάδες ἑπτακοσίους (3.700) ἄνδρες Ἀαρωνῖτες.
29 καὶ Σαδὼκ νέος δυνατὸς ἰσχύϊ καὶ τῆς πατρικῆς οἰκίας αὐτοῦ ἄρχοντες εἰκοσιδύο. 29 Ηλθεν επίσης ο νεαρός Σαδώκ, γενναίος ανήρ, και από την πατρικήν του οικίαν είκοσι δύο αρχηγοί. 29 Ἦλθεν ἐπίσης καὶ ὁ νεαρὸς καὶ γενναῖος Σαδὼκ μαζὶ μὲ εἴκοσι δύο (22) συγγενεῖς του ἀρχηγούς.
30 καὶ τῶν υἱῶν Βενιαμὶν τῶν ἀδελφῶν Σαοὺλ τρεῖς χιλιάδες· καὶ ἔτι τὸ πλεῖστον αὐτῶν ἀπεσκόπει τὴν φυλακὴν οἴκου Σαούλ. 30 Από την φυλήν Βενιαμίν, οι οποίοι ήσαν ομόφυλοι του Σαούλ, ήλθον τρεις χιλιάδες, διότι η μεγαλυτέρα μερίς της φυλής αυτής υπηρετούσε ακόμη ως φρουρά στον βασιλικόν οίκον του Σαούλ. 30 Ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Βενιαμίν, (ἀπὸ) τοὺς συγγενεῖς τοῦ Σαούλ, ἦλθαν τρεῖς χιλιάδες (3.000)· διότι οἱ περισσότεροι ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Βενιαμὶν ἔμειναν πιστοὶ εἰς τὸν Σαοὺλ καὶ ὑπηρετοῦσαν ὡς φρουροὶ τοῦ βασιλικοῦ του οἴκου.
31 καὶ ἀπὸ υἱῶν ᾿Εφραὶμ εἴκοσι χιλιάδες καὶ ὀκτακόσιοι, δυνατοὶ ἰσχύϊ, ἄνδρες ὀνομαστοὶ κατ᾿ οἴκους πατριῶν αὐτῶν. 31 Από την φυλήν Εφραίμ ήλθαν είκοσι χιλιάδες οκτακόσιοι δυνατοί άνδρες, οι οποίοι εξελέγησαν από τας πατριαρχικάς οικογενείας. 31 Ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Ἐφραὶμ ἦλθαν εἴκοσι χιλιάδες ὀκτακόσιοι (20.800) ἰσχυροὶ καὶ γενναῖοι, ἄνδρες διάσημοι μεταξὺ τῶν πατριαρχικῶν οἰκογενειῶν των.
32 καὶ ἀπὸ τοῦ ἡμίσους φυλῆς Μανασσῆ δεκαοκτὼ χιλιάδες, οἳ ὠνομάσθησαν ἐν ὀνόματι τοῦ βασιλεῦσαι τὸν Δαυίδ. 32 Και από την ημίσειαν φυλήν του Μανασσή ήλθαν δεκαοκτώ χιλιάδες οι οποίοι ονομαστί είχον ορισθή, δια να βοηθήσουν τον βασιλέα Δαυίδ εις την εγκατάστασίν του. 32 Ἀπὸ τὸ ἥμισυ τῆς φυλῆς τοῦ Μανασσῆ (ποὺ ἑκατοικοῦσε εἰς τὰ δυτικὰ τοῦ Ἰορδάνη) ἦλθαν δεκαοκτὼ χιλιάδες (18.000), οἱ ὁποῖοι ἐκλήθησαν ὀνομαστικῶς διὰ να ἔλθουν νὰ βοηθήσουν, ὥστε νὰ ἀνακηρυχθῇ καὶ νὰ ἐγκατασταθῇ ὁ Δαβὶδ ὡς βασιλιᾶς.
33 καὶ ἀπὸ τῶν υἱῶν ᾿Ισσάχαρ γινώσκοντες σύνεσιν εἰς τοὺς καιρούς, γινώσκοντες τί ποιήσαι ᾿Ισραὴλ εἰς τὰς ἀρχὰς αὐτῶν, διακόσιοι, καὶ πάντες ἀδελφοὶ αὐτῶν μετ᾿ αὐτῶν. 33 Από την φυλήν του Ισσάχαρ ήλθαν άνδρες, οι οποίοι είχαν την ικανότητα να γνωρίζουν τους καιρούς, όπως επίσης να γνωρίζουν τι έπρεπε να πράττη ο ισραηλιτικός λαός κατά τας διαφόρους αυτού περιστάσεις. Διακόσιοι αρχηγοί και όλοι οι συγγενείς των υπό τας διαταγάς αυτών. 33 Ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Ἰσσάχαρ ἦλθαν ἄνδρες γνωστικοὶ καὶ συνετοὶ εἰς τὰ πολιτικὰ πράγματα, καὶ ἕνεκα τοῦτον γνωρίζοντες πῶς καὶ πότε ἔπρεπε νὰ ἐνεργήσῃ καὶ να δράσῃ ὁ Ἰσραὴλ εἰς τὶς δύσκολες περιστάσεις οἱ γνωστικοὶ ἐκεῖνοι ἄνδρες ἦσαν διακόσιοι (200)· μαζί των καὶ ὑπὸ τὶς διαταγές των ἦσαν καὶ ὅλοι οἱ συγγενεῖς των.
34 καὶ ἀπὸ Ζαβουλὼν ἐκπορευόμενοι εἰς παράταξιν πολέμου ἐν πᾶσι σκεύεσι πολεμικοῖς πεντήκοντα χιλιάδες βοηθῆσαι τῷ Δαυὶδ οὐ χεροκένως. 34 Από την φυλήν Ζαβουλών ήλθον άνδρες συνηθισμένοι να εξέρχονται εις πολεμικάς επιχειρήσεις, ωπλισμένοι με όλα τα πολεμικά όπλα, εν όλω πεντήκοντα χιλιάδες, δια να βοηθήσουν τον Δαυίδ. Δεν ήλθαν δέ με αδειανά τα χέρια, αλλά φέροντες δώρα. 34 Ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Ζαβουλὼν ἦλθαν ἄνδρες πειθαρχικοί, ἀξιόπιστοι καὶ ἐμπειροπόλεμοι μαζὶ μὲ ὅλην τὴν πολεμικὴν ἑξάρτυσιν, πενῆντα χιλιάδες (50.000). Αὐτοὶ ἦλθαν νὰ βοηθήσουν τὸν Δαβὶδ ὄχι μὲ ἄδεια, ἀλλὰ γεμᾶτα χέρια.
35 καὶ ἀπὸ Νεφθαλὶ ἄρχοντες χίλιοι καὶ μετ᾿ αὐτῶν ἐν θυρεοῖς καὶ δόρασι τριακονταεπτὰ χιλιάδες. 35 Από την φυλήν του Νεφθαλί ήλθαν χίλιοι αρχηγοί και μαζή με αυτούς τριάκοντα επτά χιλιάδες άνδρες, οι οποίοι έφεραν ασπίδας μεγάλας και δόρατα. 35 Ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Νεφθαλὶ ἦλθαν χίλιοι (1.000) ἀρχηγοί, μαζί τους δὲ ἦσαν καὶ τριάντα ἑπτὰ χιλιάδες (37.000) ἄνδρες ὡπλισμένοι μὲ μακριὲς ἀσπίδες καὶ δόρατα.
36 καὶ ἀπὸ τῶν Δανιτῶν παρατασσόμενοι εἰς πόλεμον εἰκοσιοκτὼ χιλιάδες καὶ ὀκτακόσιοι. 36 Από την φυλήν του Δαν ήλθαν άνδρες ικανοί στον πόλεμον εικοσιοκτώ χιλιάδες οκτακόσιοι. 36 Ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Δὰν ἦλθαν εἴκοσι ὀκτὼ χιλιάδες ὀκτακόσιοι (28.800) ἐκπαιδευμένοι πολεμισταί.
37 καὶ ἀπὸ τοῦ ᾿Ασὴρ ἐκπορευόμενοι βοηθῆσαι εἰς πόλεμον τεσσαράκοντα χιλιάδες. 37 Από την φυλήν Ασήρ ήλθαν να βοηθήσουν τον Δαυίδ τεσσαράκοντα χιλιάδες άνδρες, ικανοί να εξέλθουν εις πόλεμον. 37 Ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Ἀσὴρ ἦλθαν διὰ νὰ βοηθήσουν τὸν Δαβὶδ εἰς τὸν πόλεμον σαράντα χιλιάδες (40.000).
38 καὶ ἐκ πέραν τοῦ ᾿Ιορδάνου ἀπὸ Ρουβὴν καὶ Γαδδὶ καὶ ἀπὸ τοῦ ἡμίσους φυλῆς Μανασσῆ ἐν πᾶσι σκεύεσι πολεμικοῖς ἑκατὸν εἴκοσι χιλιάδες. 38 Από τους Ισραηλίτας, οι οποίοι ήσαν πέραν από τον Ιορδάνην, από τας φυλάς δηλαδή του Ρουβήν, Γαδ και το ήμισυ της φυλής του Μανασσή, ήλθαν εκατόν είκοσι χιλιάδες, ωπλισμένοι με όλα τα πολεμικά όπλα. 38 Ἀπὸ τὴν περιοχὴν ἀνατολικῶς τοῦ Ἰορδάνη καὶ ἀπὸ τὶς φυλὲς τοῦ Ρουβήν, τοῦ Γὰδ καὶ τὸ (ἄλλο) ἥμισυ τῆς φυλῆς Μανασσῆ ἦλθαν μὲ ὅλα τὰ πολεμικά των ὅπλα ἑκατὸν εἴκοσι χιλιάδες (120.000).
39 πάντες οὗτοι ἄνδρες πολεμισταὶ παρατασσόμενοι παράταξιν ἐν ψυχῇ εἰρηνικῇ καὶ ἦλθον εἰς Χεβρὼν τοῦ βασιλεῦσαι τὸν Δαυὶδ ἐπὶ πάντα ᾿Ισραήλ· καὶ ὁ κατάλοιπος ᾿Ισραὴλ ψυχὴ μία τοῦ βασιλεῦσαι τὸν Δαυίδ. 39 Ολοι αυτοί οι άνδρες ήσαν πολεμισταί ικανοί εις πολεμικάς επιχειρήσεις και ήλθον με χαράν ψυχής εις την Χεβρών, δια να εγκαταστήσουν τον Δαυίδ βασιλέα επί όλου του ισραηλιτικού λαού. Αλλά και ο υπόλοιπος ισραηλιτικός λαός είχε το ίδιο φρόνημα και την αυτήν διάθεσιν να ανακηρυχθή ο Δαυίδ βασιλεύς. 39 Ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἄνδρες ἦσαν ἐμπειροπόλεμοι καὶ ἐτοιμοπόλεμοι· ὅλοι των ἦλθαν μὲ πρόθεσιν εἰλικρινῆ καὶ ἀφωσιωμένην ψυχὴν εἰς τὴν Χεβρών, ἀποφασισμένοι νὰ ἐγκαταστήσουν καὶ ἀνακηρύξουν τὸν Δαβὶδ ὡς βασιλιᾶ ὁλοκλήρου τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ. Ἀλλὰ καὶ ὅλος ὁ ὑπόλοιπος Ἰσραηλιτικὸς λαὸς ἦσαν ἐνωμένοι ὡς μία ψυχὴ διὰ τὴν ἀνακήρυξιν τοῦ Δαβὶδ ὡς βασιλιᾶ τοῦ Ἰσραήλ.
40 καὶ ἦσαν ἐκεῖ ἡμέρας τρεῖς ἐσθίοντες καὶ πίνοντες, ὅτι ἡτοίμασαν οἰ ἀδελφοὶ αὐτῶν. 40 Ολοι αυτοί ήσαν εκεί επί τρεις ημέρας τρώγοντες και πίνοντες, διότι οι αδελφοί των οι Ιουδαίοι ητοίμασαν δι' αυτούς πλουσίας τραπέζας. 40 Ὅλοι, ὅσοι συνεκεντρώθησαν εἰς τὴν Χεβρών, ἔμειναν ἐκεῖ ἐπὶ τρεῖς ἡμέρες τρώγοντες καὶ πίνοντες, διότι οἰ ἀδελφοί των τοὺς εἶχαν προμηθεύσει καὶ προετοιμάσει πολλὰ φαγητὰ καὶ ποτά.
41 καὶ οἱ ὁμοροῦντες αὐτοῖς ἕως ᾿Ισσάχαρ καὶ Ζαβουλὼν καὶ Νεφθαλὶ ἔφερον αὐτοῖς ἐπὶ τῶν καμήλων καὶ τῶν ὄνων καὶ τῶν ἡμιόνων καὶ ἐπὶ τῶν μόσχων βρώματα, ἄλευρα, παλάθας, σταφίδας, οἶνον καὶ ἔλαιον, μόσχους καὶ πρόβατα εἰς πλῆθος, ὅτι εὐφροσύνη ἐν ᾿Ισραήλ. 41 Αλλά και οι Ισραηλίται, οι γείτονες προς τους Ιουδαίους μέχρι της φυλής Ισσάχαρ, Ζαβουλών και Νεφθαλί, έφεραν δια την συγκέντρωσιν αυτήν επάνω εις καμήλους, εις όνους, εις ημιόνους και εις βόϊδια τρόφιμα, δηλαδή άλευρα, σύκα, σταφίδες, οίνον και έλαιον. Εφεραν δε και πολλά μοσχάρια και πολλά πρόβατα, διότι θα εγίνετο μεγάλη χαρμόσυνος εορτή στον ισραηλιτικόν λαόν. 41 Ἀλλὰ καὶ ὅσοι συνώρευαν μὲ τὴν φυλὴν τοῦ Ἰούδα, ὅπως ἐπίσης καὶ οἱ φυλές, ποὺ ἑκατοικοῦσαν εἰς τὰ βόρεια τῆς Παλαιστίνης μέχρι τῶν φυλῶν Ισσάχαρ, Ζαβουλὼν καὶ Νεφθαλί, ἔφεραν διὰ τοὺς πολεμιστάς, ποὺ εἶχαν συγκεντρωθῆ εἰς τὴν Χεβρών, ἐπάνω σὲ φορτωμένες καμῆλες, ὄνους, ἡμιόνους καὶ βόδια, τρόφιμα - ἀλεῦρι, ἀρμαθιές (τσαπέλες) σῦκα, σταφίδες, κρασί καὶ λάδι· ἐπίσης ἔφεραν καὶ πολλὰ μοσχάρια καὶ πρόβατα πρὸς σφαγήν. Ὅλα αὐτὰ ἦσαν ἔκφρασις τῆς πολλῆς χαρᾶς καὶ τοῦ ἐνθουσιασμοῦ, ποὺ ἐπικράτησε μεταξὺ τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ.